Νεοπαγανιστικές απάτες

Απάντηση στις συκοφαντίες τού Νεοπαγανισμού

Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Ελληνικότητα, Ιστορικά θέματα και Ρωμανία

Λόγοι άρνησης Ελληνικότητας Ρωμαίων και Χριστιανών * Το όνομα Ρωμηός και η ιστορική του σημασία * Η Ελληνική καταγωγή τής Ρώμης * Η "Βυζαντινή" συνείδηση τών απελευθερωμένων Ελλήνων Η έννοια τής λέξης: "Έλληνας" στους αιώνες * Ρήγας, Φιλικοί, 1821 και εθνική ταυτότητα ή… ‘φούνταις σμερδαλέαις’. Μέρος 3o: οι Απάτες (β) * Η καταγωγή του Ευγένιου Βούλγαρη, η δήθεν «εφεύρεση» της Εικονομαχίας και άλλες … ‘φούνταις σμερδαλέαις’ * Δέκα μικροί μύθοι για το 1821: μια απάντηση σε όσους ταλαιπωρούν την ελληνική ιστορία * Η συμφωνία ‘ητικής’ και ‘ημικής’ αντίληψης ότι τα ‘ρωμαϊκά’ στοιχεία του Βυζαντίου έχουν γραικικά/ελληνικά χαρακτηριστικά * Η Βυζαντινή ελληνο-ρωμαϊκή ταυτότητα: πολιτειακά ρωμαϊκή (Νέα Ρώμη) και πολιτισμικά ελληνική

Η ταυτότητα των βυζαντινών:

απαντήσεις σε διαστρεβλώσεις

Μέρος 11o

Papyrus 52

 

 

 Προλεγόμενα

Συνεχίζουμε τα άρθρα για το ζήτημα της ταυτότητας των Βυζαντινών, με απαντήσεις σε συγκεκριμένα εθνομηδενιστικά επιχειρήματα και κάποιες προσθήκες σε προηγούμενα κείμενα μας. Θυμίζουμε ότι με πράσινα γράμματα επισημαίνουμε αυτούσιες φράσεις ή επιχειρήματα στα οποία απαντάμε.

 

1. Επαρχία Ελλάδος, Θέμα Ελλάδος και το εθνωνύμιο Έλληνες (7ου - 10ου αιώνα)

Στην ενότητα αυτή ανασκευάζουμε ένα ακόμα παραπλανητικό τέχνασμα των οπαδών της θεωρίας περί βυζαντινής «ρωμαϊκότητας άνευ ελληνισμού». Από την ιστοσελίδα του blogger που ονομάσαμε σμερδιάκωφ παραθέτουμε τα βασικά σημεία:

«Εδώ [ αναφέρεται στη μαρτυρία ΑΥΤΗ ] μάλλον εννοεί τους Ελλαδικούς (τους κατοίκους του παλαιού μικρού θέματος Ελλάδος), όπως παλαιότερα [...] Ελλήνων χώρας (= επαρχίας Ελλάδος/Αχαΐας) [...] στα ‘Θαύματα’ οι στρατιώτες έλειπαν από τη Θεσσαλονίκη [...] για εκστρατεία στη ‘χώρα των Ελλήνων’ [...] Εγώ θα πόνταρα στη σημασία ‘Έλληνες’ = ‘Ελλαδικοί’ (κάτοικοι του μικρού θέματος Ελλάδος) [...] όπως [...] ‘δικαστής Ελλήνων’ (= δικαστής θέματος Ελλάδος)».

 

Θα αναλύσουμε όλη αυτή την έκφραση συμπυκνωμένης… παραπλάνησης και εξηγούμε πρώτα για ποιον λόγο αναφέρεται απλά σε «επαρχία Ελλάδος/Αχαΐας» ή σε «κατοίκους του θέματος Ελλάδος».

Έχουμε πει πως μιλάμε για οπαδούς της θεωρίας του Αντώνη Καλδέλλη περί «εξαφάνισης των Ελλήνων» στο Βυζάντιο. Για να μπορέσει η θεωρία αυτή να επιβιώσει απέναντι στις μαρτυρίες περί Ελλήνων που υπάρχουν στις πηγές, σκέφτηκαν να ισχυριστούν ότι τα Ελλάδα και Έλληνες επέζησαν αρχικά μόνο ως ονόματα μιας «ρωμαϊκής επαρχίας» νότια των Θερμοπυλών, ενώ μετά το 690 μ.Χ. συνδέθηκαν με το Θέμα Ελλάδος. Με αυτό εννοούν δηλαδή ότι στο Βυζάντιο υπήρξε καθεστώς «ελληνικής αμνησίας» και έτσι τα Ελλάδα και Έλληνες από ονόματα εθνοτικά, μετατράπηκαν σε απλούς «γεωγραφικούς/διοικητικούς προσδιορισμούς» της βυζαντινής επικράτειας. Επιπλέον, ισχυρίζονται ότι στις περιοχές αυτές «κανείς δεν θεωρούσε τον εαυτό του Έλληνα» διότι οι κάτοικοι «άλλαξαν ταυτότητα» και περιγράφονταν ‘ημικά’ μόνο ως «ρωμαίοι» λόγω της ιδιότητας του Ρωμαίου πολίτη που έδωσε ο Καρακάλας το 212 μ.Χ., γεγονός που οδήγησε υποτίθεται, σε μια «ρωμαϊκή εθνική ταυτότητα» άνευ ελληνισμού.

Θυμίζουμε ότι στο σημείο αυτό ο σμερδιάκωφ αναδεικνύεται «βασιλικότερος του βασιλέως» διότι ο Καλδέλλης δεν έχει πρόβλημα με την επιβίωση της προγονικής μνήμης σε κάποιες περιπτώσεις, αν και αυτή η αποδοχή, οδηγεί στο παράδοξο συμπέρασμα ότι μπορούν να έχουν «σκέτη ρωμαϊκή ταυτότητα» κάποιοι που ταυτόχρονα είναι υπερήφανοι για τους γηγενείς και ομόγλωσσους Αρχαίους Έλληνες προγόνους τους! Πώς γίνεται αυτό, μόνο ο Καλδέλλης το γνωρίζει…

Ο σμερδιάκωφ πάντως φαντασιώνεται πλήρη «ελληνική αμνησία» και αποκοπή των πληθυσμών από το αρχαιοελληνικό τους παρελθόν, λέγοντας το εξωφρενικό ότι «οι αγράμματες μάζες δεν θυμούνται πέρα από 5 γενιές»!

Πάντως, από τη στιγμή που ο Καλδέλλης ως βυζαντινολόγος καταδέχεται να δώσει συνέντευξη σε έναν διαδικτυακό κωμικό όπως ο σμερδιάκωφ ο οποίος αναρτά τις παραχαράξεις με ρυθμό πολυβόλου, τότε έχει και ο ίδιος τεράστια ευθύνη (αναζητήστε αυτούσια τη φράση: «Συνέντευξη με τον Αντώνη Καλδέλλη για την Βυζαντινή ταυτότητα»).

 

Βλέπουμε λοιπόν ότι βασικός στόχος του Καλδέλλη είναι να απαλλάξει το σύνολο της βυζαντινής ταυτότητας από τον ισχυρό άξονα ελληνισμού (κι αν υπήρχαν κάποιοι «Αθηναίοι» και «δυο-τρεις άλλοι» με αρχαιοελληνική μνήμη, «δεν χάθηκε κι ο κόσμος»), ενώ βασικός στόχος των ακραίων όπως ο σμερδιάκωφ (στ’ αχνάρια των εθνομηδενιστών) είναι να πατήσουν επάνω στη θεωρία του Καλδέλλη (με ολίγη από Στουραΐτη και Μαλατρά βεβαίως) για να ισχυριστούν πλήρη εξαφάνιση του ελληνισμού ακόμα κι από τα ελλαδικά εδάφη μέχρι τον… Παπαρρηγόπουλο!

Ασφαλώς, όλες αυτές οι θεωρίες επιβεβαιώνονται μόνο στη φαντασία τους και φάνηκε καθαρά σε αρκετά άρθρα μας (ΕΔΩ οι δεσμοί) όπως και στο τελευταίο που αφορούσε τον Ελλαδικό, Μικρασιατικό και Κυπριακό ελληνισμό του Βυζαντίου.

 

Πάμε τώρα να δούμε για ποιον λόγο επικαλούνται το «‘δικαστής Ελλήνων’ (= δικαστής θέματος Ελλάδος)» του Σκυλίτζη.

Για τους εθνομηδενιστές η μαρτυρία αυτή χρησιμεύει ως άλλοθι για τον ισχυρισμό ότι το «Έλληνες» δεν είναι εθνωνύμιο, αλλά αφορά τάχα πολίτες «ρωμαίους» οποιασδήποτε καταγωγής που απλά κατοικούν στα όρια της διοικητικής περιοχής που λέγεται Θέμα Ελλάδος.

Ας ξεκινήσουμε από το γεγονός ότι η μαρτυρία αυτή δεν μπορεί να έχει την εμβέλεια που επιθυμούν: α) έχει τόσο ασυνήθιστη διατύπωση που μοιάζει με σφάλμα αφού στις βυζαντινές πηγές οι εκφράσεις που συνδέονται με αξιώματα του Θέματος Ελλάδος ακολουθούν τη μορφή, ‘Δικαστής Ελλάδος’, ‘Έξαρχος Ελλάδος’, ‘Στρατηγός Ελλάδος’ και ποτέ «Ελλήνων», β) εμφανίζεται μόλις στον 11ο αιώνα, και αν έχει κάποια ισχύ, αυτή θα περιορίζεται στη χρονική περίοδο από την ίδρυση του Θέματος Ελλάδος (690 μ.Χ.) και μετά, και γ) ως προς την ουσία της ανατρέπεται από τους Ψευδο-Μεθόδιο (8ος αι.), Βίο Κων/νου (9ος αι.), Ιωάννη Απόκαυκο (βλ. παρακάτω), τον Τιμαρίωνα, τον Γεώργιο Τορνίκη και άλλους (ένα δείγμα ΕΔΩ), που αναφερόμενοι σε «Έλληνες» εννοούν όλους ανεξαιρέτως τους Βυζαντινούς και όχι τους κατοίκους κάποιου Θέματος.

Αυτή η μη αναμενόμενη διατύπωση υπάρχει μόνο στον Σκυλίτζη και από εκεί στον Κεδρηνό, ο οποίος όμως αναπαράγει απλώς το παράθεμα. Ο Ιω. Καραγιαννόπουλος σημειώνει ότι για τα γεγονότα της περιόδου αυτής, «ο Κεδρηνός αντιγράφει πιστώς τον Ιωάννην Σκυλίτζην»[1].

 

Μια βασική λοιπόν αδυναμία του εθνομηδενιστικού ισχυρισμού βρίσκεται στην σπανιότητα της έκφρασης η οποία αποδυναμώνεται ακόμα περισσότερο από το γεγονός ότι στα χειρόγραφα, το «δικαστής Ελλήνων» εμφανίζεται και διορθωμένο ως «δικαστής Ελλάδος» που είναι η καθιερωμένη του μορφή:

 

 

Άρα, πρόκειται για μια ασυνήθιστη διατύπωση που ταυτόχρονα αποτελεί και μια αμφίβολη εξαίρεση, για την οποία όμως παριστάνουν ότι μπορεί να έχει καθολική ισχύ από τον 4ο μέχρι τον 15ο αιώνα, κάτι εντελώς ανεδαφικό όπως θα δούμε.

 

Ας πάμε τώρα στα ουσιώδη.

Όπως γνωρίζουμε, από τη στιγμή που ιδρύεται ένα Θέμα, τα αξιώματα συνοδεύονται από το όνομα του Θέματος. Για παράδειγμα:

 

Αυτό σημαίνει πως, αν οι εθνομηδενιστές θέλουν το «Ελλήνων» στη φράση του Σκυλίτζη ν’ αναφέρεται στον πληθυσμό του Θέματος Ελλάδος, τότε κάθε διοικητικός προσδιορισμός θα συμβαδίζει με το όνομα του εκάστοτε Θέματος. Δηλαδή, για τον πληθυσμό π.χ. του Θέματος Πελοποννήσου, θα δεχτούμε αντίστοιχα το «Πελοποννησίων».

Τώρα λοιπόν θα καταλάβετε για ποιον λόγο ο σμερδιάκωφ, ο οποίος επιθυμεί διακαώς να απαλλαγεί από την μαρτυρία «ο Θεός … τους Έληνας προαιρού», γράφει τα αβέβαια «μάλλον εννοεί» και «εγώ θα πόνταρα» που είδαμε παραπάνω.

Διότι γνωρίζει ότι η εν λόγω μαρτυρία προέρχεται από τις αρχές του 9ου αιώνα και δυστυχώς γι’ αυτόν, η Κόρινθος ανήκει πλέον στο Θέμα Πελοποννήσου (‘θέματι όντες Πελοποννήσου’ γράφει για την χρονική αυτή περίοδο ο Πορφυρογέννητος[2]). Εάν λοιπόν το ακιδογράφημα αναφερόταν σε Θεματικό πληθυσμό -όπως λένε οι εθνομηδενιστές- τότε θα έπρεπε να γράφει «τους Πελοποννησίους προαιρού» και όχι τους «Έλληνας»!

 

Όπως βλέπουμε λοιπόν το «Έληνας» είναι εθνωνύμιο και ουδεμία σχέση έχει με το Θέμα Ελλάδος. Κατά συνέπεια, όχι μόνο δεν πέτυχαν τίποτα με το ανόητο τέχνασμα, αλλά επιπλέον βοήθησαν να τονιστεί ακόμα περισσότερο η αξία της λαϊκής μαρτυρίας που χρησιμοποιεί ‘ημικά’ το εθνωνύμιο «Έλληνες» λίγο μετά το 800 μ.Χ.

Αν και αυτά αρκούν ως διάψευση, ας προσθέσουμε και κάτι ακόμα:

Καταρχάς, είναι παράλογο να ισχυριστεί κάποιος ότι ο Κορίνθιος προσεύχεται για τους κατοίκους του Θέματος Ελλάδος, τη στιγμή που ο ίδιος και η οικογένεια του κατοικούν στο Θέμα Πελοποννήσου...

Επιπλέον όμως, το ακιδογράφημα χρονολογείται περίπου στην εποχή που οι Σλάβοι σε συνεργασία με Άραβες πειρατές, κάνουν την αποτυχημένη επίθεση στην Πάτρα. Μια τόσο σοβαρή είδηση θα είχε φτάσει οπωσδήποτε στην Κόρινθο ώστε να ληφθούν προληπτικά μέτρα και επιπλέον δείχνει πως οι Σλάβοι δημιουργούσαν ακόμα προβλήματα. Είναι εκτός λογικής λοιπόν ο ισχυρισμός ότι η προσευχή του Κορίνθιου κουρέα για «εύνοια στους Έλληνες» αφορά Θεματικό πληθυσμό, διότι οι Θεματικοί πληθυσμοί Ελλάδος και Πελοποννήσου εκείνη την εποχή είναι μεικτοί και αποτελούνται από «Έλληνικά έθνη» (ή αλλιώς Γραικούς) αλλά και Σλάβους (όπως αναφέρουν οι Αρέθας, Πορφυρογέννητος και Χρον. Μονεμβασίας). Το γεγονός αυτό αναδεικνύει τη φαιδρότητα του εθνομηδενιστικού ισχυρισμού που λέει ότι τη στιγμή που οι Έλληνες δέχονται επιθέσεις ή αντιμετωπίζουν προβλήματα με τους επήλυδες, ο Κορίνθιος προσεύχεται στον Θεό να ενισχύει τους… Σλάβους που τους απειλούν!

Από κάθε άποψη λοιπόν, το συμπέρασμα συμβαδίζει απόλυτα με την θεωρία περί ελληνορωμαϊκής ταυτότητας που περιγράψαμε: δεν αμφιβάλουμε ότι και οι κάτοικοι της Ελλάδας, Μικρασίας και Κύπρου θα χρησιμοποιούσαν τον πολιτειακό προσδιορισμό «ρωμαίος» όταν χρειαζόταν, αυτό όμως ήταν κάτι εντελώς διαφορετικό από τον εθνοτικό (αυτό)προσδιορισμό τους ως Έλληνες. Ήταν Έλληνες ως προς την εθνοτική καταγωγή και την πολιτισμική τους ταυτότητα, και «ρωμαίοι» ως πολίτες της βυζαντινής επικράτειας.

 

Και βεβαίως, τους εθνομηδενιστικούς ισχυρισμούς δεν διαψεύδει μόνο η κορινθιακή επιγραφή, αλλά έχουμε τρεις ακόμα σαφείς μαρτυρίες που αποδυναμώνουν την ούτως ή άλλως σπάνια διατύπωση του Σκυλίτζη:

 

Όπως βλέπουμε, ο Αρέθας και το Χρονικό Μονεμβασίας μιλούν περί «Σθλαβηνού έθνους»[3] (δηλ. Σλάβων) και ταυτόχρονα για «ελληνικά έθνη»[4] οπότε ο όρος «έθνος» στις πηγές αυτές αφορά πληθυσμούς που προσδιορίζονται εθνοτικά και όχι γεωγραφικά/διοικητικά. Επιπλέον, η μαρτυρία του Σκυλίτζη εδώ καθίσταται ανενεργή, αφού στην εποχή της σλαβικής εισβολής (άνω όριο το 650), το Θέμα Ελλάδος δεν υπήρχε ώστε να ισχυριστούν ότι από εκεί προήλθε το «ελληνικά [έθνη]». Επίσης, στον 10ο αιώνα που χρονολογούνται οι πηγές, η Πελοπόννησος για πάνω από έναν αιώνα ανήκει στο Θέμα Πελοποννήσου, κατά συνέπεια αν ήθελαν οι Αρέθας και Χρον. Μονεμβασίας να χρησιμοποιήσουν γεωγραφικό/διοικητικό προσδιορισμό, θα έλεγαν «Πελοποννησιακά έθνη» και όχι «Ελληνικά». Έτσι κι αλλιώς όμως, την εθνοτική χροιά επιβεβαιώνει και ο Πορφυρογέννητος που ενώ αναφέρεται σε πληθυσμό του Θέματος Πελοποννήσου, κάνει λόγο για «Γραικούς» και όχι για «Πελοποννησίους»[5].

Μέχρι στιγμής λοιπόν, το «δικαστής Ελλήνων» του Σκυλίτζη δεν επηρεάζει σε τίποτα τις σημαντικές μαρτυρίες περί εθνοτικά Ελλήνων.

 

Δύο ακόμη βήματα έμειναν για την πλήρη αναίρεση του εθνομηδενιστικού ισχυρισμού. Πρώτον, η χρήση της… τριπλέτας «Ελλαδικοί» (+) «θέμα Ελλάδος» (+) «όπως παλαιότερα».

Το σχήμα αυτό είναι ασφαλώς παραπλανητικό. Το «Ελλαδικοί» σχετίζεται με το «θέμα Ελλάδος» μόνο στην μετά το 690 περίοδο, δηλ. μετά την ίδρυση του Θέματος Ελλάδος. Τότε μετατρέπεται το «Ελλαδικός» σε όνομα κυρίως διοικητικό, όπως βλέπουμε π.χ. στον Θεοφάνη: ‘μεγάλη ναυμαχία συμφωνήσαντες Ελλαδικοί’(PG 108,817B).

Όμως, πριν την ίδρυση του Θέματος Ελλάδος, στην προ του 690 περίοδο, το «Ελλαδικός» είναι όνομα εθνοτικό. Οι πονηροί εθνομηδενιστές λοιπόν, με τις λεξούλες «όπως παλαιότερα» προσπαθούν να βάλουν στο ίδιο τσουβάλι τις μαρτυρίες του 620 και 680 που ανήκουν σε εποχή που δεν υπήρχε καν Θέμα Ελλάδος.

Είχαμε δείξει επ’ αυτού, με ξεκάθαρες μαρτυρίες ΕΔΩ και ΕΔΩ, ότι ο Παν. Χαρανής επιβεβαιώνεται πλήρως όταν λέει ότι το «Ελλαδικοί» αποτελεί εθνωνύμιο μέχρι να δημιουργηθεί το Θέμα Ελλάδος δηλ. μέχρι το 690 περίπου: βλέπουμε πως ο Μαλάλας (6ος αι.), τους βυζαντινούς της εποχής του που κατοικούν στην Πελοπόννησο και των οποίων η ιστορία ξεκινά από τα χρόνια του Πέλοπα και του Αιγιαλέα, τους μυθικούς ήρωες της ελληνικής αρχαιότητας, τους ονομάζει «Ελλαδικούς». Επίσης, για την ορολογία του 7ου αιώνα, ονομάζεται πάλι «Ελλαδικός» ο βυζαντινός που είναι γέννημα-θρέμμα της Αθήνας της ίδιας ακριβώς πόλης που έκαψε ο Ξέρξης, στην ίδια ακριβώς χώρα του μυθικού γενάρχη Έλληνα. Μάλιστα, το Πασχάλιο Χρονικό μας δίνει ένα εξαιρετικό παράδειγμα για το πώς μπορούσαν να συνυπάρχουν στο ίδιο κείμενο χωρίς να συγχέονται, το θρησκευτικό και το εθνικό όνομα: Η Αθηναΐδα ονομάζεται «Ελληνίς» ως προς το ειδωλολατρικό της παρελθόν και «Ελλαδική» ως προς την εθνοτική της ταυτότητα.

 

Πάμε τώρα και στο τελευταίο ζήτημα που αφορά τις δύο αυτές μαρτυρίες του 620 (Θαύματα αγ. Δημητρίου) και 680 (ΣΤ΄ Οικ. Σύνοδος) που μιλούν για «Ελλήνων χώρα».

Όπως είπαμε, ούτε στα 620, ούτε στα 680 υπάρχει Θέμα Ελλάδος. Κατά συνέπεια, στην πρώιμη αυτή εποχή είναι εντελώς ανούσια η επίκληση του Σκυλίτζη, αφού χωρίς Θέμα Ελλάδος δεν έχει νόημα μια μαρτυρία που ισχύει για ένα εντελώς διαφορετικό διοικητικό καθεστώς.

Καταφεύγουν λοιπόν οι εθνομηδενιστές στο τελευταίο τέχνασμα που τους έχει απομείνει: να ισχυριστούν ότι το «Ελλήνων» στη φράση «Ελλήνων χώρα» δεν ήταν εθνωνύμιο, αλλά προέκυψε δήθεν από το πρώιμο διοικητικό όνομα «επαρχία Ελλάδος/Αχαΐας» που ίσχυε πριν τη δημιουργία των Θεμάτων.

Για κακή τους τύχη όμως, δεν υπάρχει καμία βάση για τον ισχυρισμό αυτό. Στον Συνέκδημο Ιεροκλέους (6ος αι.) ή στα διάφορα «Τακτικά» της εποχής δεν βρήκαμε ούτε ένα παράδειγμα όπου η βυζαντινή Επαρχία Ελλάδος/Αχαΐας ν’ αναφέρεται ως «Επαρχία Ελλήνων» ή «Χώρα Ελλήνων».

Δεν είναι όμως μόνο αυτό, διότι, ενάντια στον ισχυρισμό τους οι μαρτυρίες για τον εθνοτικό χαρακτήρα του «Έλλην» ή του «Ελλάδος» είναι συντριπτικές: πέρα των δύο μαρτυριών για το εθνωνύμιο «Ελλαδικός», βλέπουμε επίσης εθνοτικά Έλληνες στον 3ο με 4ο αιώνα, στον 4ο αιώνα, στον 6ο αιώνα, εθνοτικά Έλληνες στο διάστημα 6ος-8ος αιώνας, εθνοτικά Έλληνες στον 9ο αιώνα αλλά βλέπουμε και την Ελλάδα ως προγονική μνήμη που σχετίζεται με την Αρχαία Ελλάδα στον 5ο, στον 6ο ή στον 7ο αιώνα. Αυτό σημαίνει ότι η ονομασία «Επαρχία Ελλάδος» δεν είναι μια τυχαία διοικητική ονομασία ούτε δείχνει κάποια «ελληνική αμνησία», αλλά συνυπάρχει με μια σαφή μνήμη της ελληνικής αρχαιότητας.

Έχουμε λοιπόν πλήθος τεκμηρίων που οδηγούν σε μία και μόνο ερμηνεία για τις μαρτυρίες του 620 και 680 περί «Ελλήνων χώρας»: αποτελούν έκφραση μνήμης για την προγονική σύνδεση του ντόπιου πληθυσμού με την ελληνική αρχαιότητα όπως βλέπουμε στον Ζώσιμο, τον Μαλάλα, τον Προκόπιο, τον Ευάγριο ή το Πασχάλιο Χρονικό, όπως και στον Αρέθα και το Χρον. Μονεμβασίας που ουσιαστικά περιγράφουν μια «Ελλήνων χώρα» που κατοικείται από ανθρώπους που πολιτειακά μπορεί να είναι «ρωμαίοι» (όπως όλοι οι κάτοικοι της αυτοκρατορίας), εθνοτικά όμως ανήκουν στα «ελληνικά έθνη».

Το «Έλληνας» λοιπόν, αν και στην πρώιμη περίοδο χρησιμοποιείται πιο συχνά με την έννοια του «ειδωλολάτρης», εντούτοις, ως προς τις άλλες σημασίες του δεν είναι όρος «γεωγραφικός» αλλά παρέμεινε όρος εθνοτικός.

 

2. Η περιγραφή της βυζαντινής ταυτότητας από τον Γεώργιο Ακροπολίτη

Όπως δείξαμε σε προηγούμενο άρθρο, ο Γεώργιος Ακροπολίτης στον 13ο αιώνα μας παρέδωσε μια εξαιρετική μαρτυρία για την βυζαντινή ταυτότητα, την οποία αναλύσαμε και συγκρίναμε ώστε να γίνει σαφές ότι από τα μέσα του 10ου μέχρι τον 13ο αιώνα δεν μεταβλήθηκε ούτε στο ελάχιστο η ‘ημική’ αντίληψη των βυζαντινών για την ταυτότητα τους.

Στο ίδιο ακριβώς διάστημα το βυζάντιο έχει ήδη απορρίψει το λατινο-ρωμαϊκό παρελθόν. Η πρεσβυτέρα Ρώμη έχει απολέσει τη «ρωμαϊκή» εξουσία η οποία αυτούσια έχει μεταφερθεί από τον Μ. Κων/νο στη Νέα Ρώμη-Κων/πολη και στην ελληνική Ανατολή (όλη η ανάλυση για την μεταβολή των αντιλήψεων μετά τον 7ο αιώνα ΕΔΩ):

 

 

Η περίεργη προσπάθεια του Χρήστου Μαλατρά (‘Το γένος των Ρωμαίων τον 12ο αι.’ (διπλ. διατριβή), Κρήτη, 2008) να εμφανίσει τους Βυζαντινούς του 12ου αιώνα σαν να ήταν κάτι διαφορετικό από τους Βυζαντινούς του… 13ου αιώνα, αποδείχτηκε μάλλον ατυχής. Δεν είδε άραγε την ελληνική αυσονικότητα της Σούδας και του Θ. Λάσκαρη; Δεν είδε τις αναφορές σε βυζαντινούς Έλληνες του Μιχαήλ Αγχιάλου, του Ιωάννη Απόκαυκου, του Θεόδωρου Λάσκαρη ή μήπως θεώρησε ότι με τις δυο-τρεις βιαστικές δικαιολογίες που έγραψε θα αποφύγει τους βυζαντινούς Έλληνες του Τιμαρίωνα ή του Γεωργίου Τορνίκη;

Μόνο η θεωρία περί ελληνορωμαϊκής ταυτότητας (βλ. μια σύντομη διατύπωση από τον καθ. Αλ. Σαββίδη) βγάζει πλήρες νόημα λαμβάνοντας υπόψη όλες τις ‘ημικές’ μαρτυρίες περί ελληνισμού. Δεν υπάρχει ούτε «ρωμαϊκό έθνος άνευ ελληνισμού», ούτε το σύνολο των Βυζαντινών μπορεί να θεωρηθεί «ελληνικό έθνος», όμως (εκτός του Χριστιανισμού) υπάρχουν για τον βυζαντινό πολίτη δύο ισχυροί άξονες/πόλοι υπερηφάνειας: ο (νεο)ρωμαϊκός που είναι πολιτειακός/στρατιωτικός και ο ελληνικός που είναι γλωσσικός/πολιτισμικός και αποδεικνύεται τόσο ισχυρός ώστε λόγω και της συρρίκνωσης των εδαφών, να δημιουργεί ένα αίσθημα ελληνικής/γραικικής καταγωγής για τους βυζαντινούς. Αυτό ακριβώς περιγράφει ο Ακροπολίτης ο οποίος παρά το «όνομα Ρωμαίοι» που είχαν «πάντες», γνωρίζει ότι πρόκειται για δύο διαφορετικούς λαούς ο ένας εκ των οποίων, οι Βυζαντινοί, έχουν ελληνικά πολιτισμικά χαρακτηριστικά και καταγωγή:

 

Τα δεδομένα λοιπόν δείχνουν ότι με επίκεντρο το 800 μ.Χ. υπάρχει μια αλλαγή στο κέντρο βάρους της βυζαντινής ταυτότητας με μια πορεία που ξεκινά ήδη από το 395 μ.Χ., περνά από την πτώση της Ρώμης και την πίεση της Ανατολής για γλωσσικό εξελληνισμό μέσα στον 5ο και 6ο αιώνα. Πρόκειται για μια πορεία γλωσσικής, πολιτισμικής και θρησκευτικής αποξένωσης. Όλα αυτά τα ίχνη και τα ονόματα Γραικία, Γραικοί και Έλληνες δείχνουν ακριβώς την εξέλιξη αυτή. Οι εθνομηδενιστές είναι αναγκασμένοι να γεννούν διαρκώς δικαιολογίες, να βαφτίζουν «σύμπτωση» ή να κάνουν ερμηνευτικές αλχημείες για κάθε μή ρωμαϊκήημική’ μαρτυρία των Βυζαντινών, βαδίζοντας σε ένα μονοπάτι που οδηγεί σε αδιέξοδο.

 

3. Το τριπλό όνομα Έλληνας-Ρωμαίος-Γραικός στον Ιωάννη Απόκαυκο

Στο βιβλίο του Αντώνη Καλδέλλη, «Hellenism in Byzantium» (Cambridge University Press, 2008), αντί να δούμε μια θεωρία που να προκύπτει από το σύνολο των ιστορικών δεδομένων, βλέπουμε μια συνεχή προσπάθεια του συγγραφέα να υποχρεώσει τα τεκμήρια να ταιριάξουν στη θεωρία του… Για παράδειγμα, στις σελίδες 344-345 μας ταλαιπωρεί και πάλι με τα τεχνάσματα περί ‘ημικών’-‘ητικών’ αντιλήψεων ώστε ν’ απαλλαγεί από τις ‘ημικές’ δηλώσεις του Ιωάννη Απόκαυκου (1155-1233) περί Ελλήνων και Γραικών.

Όμως, είναι αδύνατον να περιορίσει ο Καλδέλλης το εννοιολογικό περιεχόμενο των μαρτυριών, διότι ο Απόκαυκος χρησιμοποιεί σε αυτή την πρώιμη εποχή το τριπλό όνομα Ρωμαίος-Γραικός-Έλληνας σε όλο του το εύρος:

 

Από τις πέντε χαρακτηριστικές μαρτυρίες που παραθέτουμε, φαίνεται ότι το Γραικός της δεύτερης μαρτυρίας είναι ‘ημικό’ (και όχι ‘ητικό’ όπως πονηρά «εικάζει» ο Καλδέλλης) αφού το επαναλαμβάνει και για τους κατοίκους της πλήρως ελληνικής επισκοπής Γρεβενών. Ο συνδυασμός του Έλλην/Ελληνισμός μαζί με το Γραικός δεν μπορεί παρά να έχει την έννοια μιας πλήρους πολιτισμικής ταυτότητας: ελληνική παιδεία, ελληνική γλώσσα και (ελλην)ορθόδοξο πολιτισμό.

Το σημαντικό όμως είναι πως οι Βυζαντινοί μπορούν να περιγράφονται ως Γραικοί, ως Ρωμαίοι (μαρτυρία αρ. 5) αλλά και ως Έλληνες (μαρτυρίες αρ. 3 και 4)[6], επιβεβαιώνοντας όσα σημειώσαμε για την βυζαντινή ελληνορωμαϊκή ταυτότητα από τον 8ο μέχρι τον 15ο αιώνα.

 

4. Σχόλια σε διαδικτυακό κείμενο του Γιάννη Στουραΐτη

Με αφορμή το ζήτημα του ονόματος των Σκοπίων, ο βυζαντινολόγος Γιάννης Στουραΐτης έγραψε πρόσφατα ένα άρθρο με τίτλο, «Μακεδονία και Μακεδόνες στον ‘βυζαντινό’ Μεσαίωνα». Το κείμενο του Στουραΐτη αναρτήθηκε στο διαδίκτυο (αναζητήστε τον τίτλο στην Google) ως μέρος ενός «αφιερώματος» στην ιστορία της Μακεδονίας, μόνο που το «αφιέρωμα» είχε όλα εκείνα τα γνωστά «προοδευτικά» χαρακτηριστικά που κάνουν ένα ελληνικό κείμενο να μοιάζει σαν να έχει γραφτεί από σκοπιανούς… ακροδεξιούς.

Εμείς όμως ασχολούμαστε με το Βυζάντιο οπότε αξίζει να δούμε μερικά από τα πιο περίεργα που έγραψε ο Στουραΐτης:

 

Για το θέμα του περίφημου «γραικώσας» έχουμε αναφερθεί διεξοδικά. Όπως είδαμε, σοβαροί ιστορικοί έχουν όντως αναφερθεί στο «γραικώσας» ως απόδειξη για τον θρίαμβο του ελληνικού πολιτισμού επί των Σλάβων. Δυστυχώς όμως ο Στουραΐτης κατεβάζει το επίπεδο του κειμένου του και στριμώχνει εκεί ανάμεσα τη λεξούλα «εθνικού» και κάνει λόγο για «θρίαμβο του ελληνικού ‘εθνικού’ πολιτισμού», κατασκευάζοντας μόνος του μια «ιδεολογικά στοχευμένη υπερερμηνεία» ώστε να απαντήσει κατόπιν στον… εαυτό του παριστάνοντας τον έξυπνο. Τα γνωστά τεχνάσματα δηλαδή.

Αν θυμάστε είχαμε επισημάνει την ίδια πονηριά και στον Αντώνη Λιάκο διότι ενώ η συζήτηση αφορά την ύπαρξη στο Βυζάντιο μιας διαχρονικά διακριτής προνεωτερικής ελληνικής συλλογικότητας, αυτός την βαφτίζει αναδρομικά ως «έθνος», για να μπορεί να ειρωνεύεται τους αντιπάλους του με μια «ιδεολογικά στοχευμένη υπερερμηνεία» που όμως την εισήγαγε ο ίδιος και όχι οι νεώτεροι σοβαροί συζητητές.

Όμως κάνει και κάτι άλλο ο Στουραΐτης. Ερμηνεύει το «γραικώσας» ως «καταρχήν γλωσσική αφομοίωση» αλλά μας παραπέμπει στον Koder ο οποίος δεν γράφει μόνο αυτό:

 

Το να προσθέτεις τη λέξη «καταρχήν» δεν σε απαλλάσσει από την υποχρέωση να γράφεις όλες τις σκέψεις του συγγραφέα που επικαλείσαι, μέσα στις οποίες εκτός της γλωσσικής αφομοίωσης υπάρχει και η αναφορά σε πολιτισμική προσαρμογή[7].

Άλλωστε είχαμε τοποθετηθεί σχετικά με την εκδοχή περί δήθεν «γλωσσικού εξελληνισμού» διότι είναι ακατανόητο τι ακριβώς σημαίνει αυτό. Μήπως απαγόρευσαν στους Σλάβους τη γλώσσα τους; Ασφαλώς όχι, διότι είναι αδύνατον να τους ελέγξουν μέσα στα σπίτια τους και επιπλέον η βία κάνει την αφομοίωση ακόμα πιο δύσκολη. Μήπως τους έφτιαξε ο Βασίλειος Α΄… φροντιστήρια ελληνικών; Με ποιον σκοπό; Οι Σλάβοι είχαν φτάσει στην περιοχή από το 650 μ.Χ. δηλαδή δύο ολόκληρους αιώνες πριν. Στην ανθρώπινη ιστορία όλοι οι πρόσφυγες/μετανάστες υποχρεώνονται εκ των πραγμάτων να μιλήσουν καλά τη γλώσσα των ντόπιων -και μάλιστα όσο το δυνατόν γρηγορότερα- για να αποκτήσουν οικονομικές συναλλαγές και να κατανοήσουν τους νόμους της νέας τους πατρίδας. Επιπλέον είναι ν’ απορεί κανείς με την ασυνέπεια του Στουραΐτη, ο οποίος όταν τον εξυπηρετούσε, ισχυρίστηκε ότι το βυζαντινό κράτος είχε αφήσει στην τύχη του το ζήτημα της γλώσσας, με αποτέλεσμα να υπάρχουν 82,5% αναλφάβητοι στο Βυζάντιο (βεβαίως ανατρέψαμε αυτό τον αβάσιμο ισχυρισμό)! Τώρα όμως που θέλει να βαφτίσει το «γραικώσας» ως σκέτη «γλωσσική αφομοίωση» (για να μην παραδεχτεί την επιρροή του ελληνικού πολιτισμού επί των Σλάβων) γέμισε ξαφνικά το Βυζάντιο με… φροντιστήρια ελληνικών σε όλους τους θύλακες των επήλυδων!

Maς εξέπληξε όμως αρνητικά και η φράση του Στουραΐτη για «πολιτισμικό εκρωμαϊσμό»!

Μα αν ο Λέοντας ο Σοφός ήθελε να μιλήσει για «εκρωμαϊσμό» θα το είχε κάνει αφού οι βυζαντινοί είχαν στο λεξιλόγιο τους κάθε παράγωγο της λέξης «ρωμαίος» για να χρησιμοποιήσουν! Όμως, χύθηκε τόσο μελάνι για το «γραικώσας», ακριβώς επειδή οι μελετητές διαπίστωσαν πως ο αυτοκράτορας δεν μπορούσε να καλυφθεί από τα παράγωγα του «ρωμαίος».

Δυστυχώς όμως η ιδεολογική πίεση που υφίσταται ο Στουραΐτης τον οδηγεί σε εξώφθαλμα ατοπήματα. Έχει στα χέρια του ένα παράγωγο της λέξης «Γραικός» και όμως γράφει για «εκρωμαϊσμό» και… «φωνή ρωμαίων»[8]. Μα για να μιλάμε για «εκρωμαϊσμό» και «φωνή ρωμαίων» θα έπρεπε το ελληνικό στοιχείο να παρουσιαζόταν ανώνυμο και ομογενοποιημένο μέσα σε μια «ρωμαϊκή ταυτότητα», όπως έχουμε ξαναπεί. Όμως κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει. Εκτός τόσων άλλων πηγών, ο Γρηγόριος ο Θεολόγος (PG 35,637.641) μας δείχνει ότι οι βυζαντινοί δεν γνώριζαν μόνο το όνομα της γλώσσας, αλλά γνώριζαν ότι και ο λαός που γέννησε την ελληνική γλώσσα ήταν παρών και διακριτός μέσα στη βυζαντινή αυτοκρατορία τον 4ο αιώνα:

 

Όταν λοιπόν βλέπουμε πως για την πολιτισμική και γλωσσική προσαρμογή των επήλυδων μέσα στην βυζαντινή πραγματικότητα του 9ου αιώνα, χρησιμοποιείται ‘ημικά’ ένα παράγωγο της λέξης «Γραικός» (βλ. και ΕΔΩ), τότε το παιχνίδι της «ρωμαϊκής ταυτότητας» είναι χαμένο. Αντιθέτως, επιβεβαιώνεται πόσο πρώιμη είναι η ελληνο-ρωμαϊκή βυζαντινή συνείδηση που καταγράφει ο Λιουτπράνδος και αποδέχονται οι Βυζαντινοί, όπως και ο Ακροπολίτης αργότερα, με τους τρεις άξονες της ταυτότητας που αποδεικνύουν ότι ο ελληνισμός δεν ήταν ομογενοποιημένος και διαλυμένος μέσα σε κάποιον «ρωμαϊσμό» αλλά ήταν ένας διακριτός και επώνυμος πολιτισμικός άξονας και ταυτόχρονα φορέας υπερηφάνειας για τον βυζαντινό πολίτη (βλ. και ΕΔΩ, ΕΔΩ, ΕΔΩ ή ΕΔΩ).

Και συνεχίζει ο Στουραΐτης:

 

Για το ζήτημα της καταγωγής του Βασιλείου Α΄ και την παράδοση του Μ. Αλεξάνδρου στο Βυζάντιο είχαμε αναφερθεί αναλυτικά και τεκμηριωμένα. Εκεί είχαμε αναφέρει και την αντίληψη στον κύκλο του Πορφυρογέννητου, εγγονού του Βασιλείου Α΄, ότι οι Αρμένιοι παρουσιάζονταν ως ελληνικής καταγωγής. Άρα, το «ωστόσο» που χρησιμοποιεί ο Στουραΐτης δεν τον βοηθά ν’ απαλλαγεί από τον ελληνικό άξονα στην καταγωγή του Βασιλείου Α΄.

Χειρότερος όμως είναι ο ισχυρισμός, ότι «η σύνδεση με τον Μ. Αλέξανδρο […] δεν εμπεριέχει καμία συνδήλωση αρχαιοελληνικής καταγωγής»!

Είχαμε αναφέρει πλήθος παραδειγμάτων για τη σαφή γνώση των βυζαντινών ότι ο Μ. Αλέξανδρος και οι Μακεδόνες ήταν Έλληνες:

 

 

 

Πολύ σημαντική είναι και η μαρτυρία του Ιουλιανού ότι ο Μ. Αλέξανδρος ήταν «Γραικός», όπως και του Πορφυρογέννητου που ως εγγονός του Βασιλείου Α΄ δηλώνει ξεκάθαρα ότι ο Αλέξανδρος και οι Μακεδόνες ήταν Έλληνες Ηρακλειδικής καταγωγής:


 

Και βεβαίως, ο ισχυρισμός του Στουραΐτη πέφτει στο κενό διότι οι βυζαντινοί έχουν σαφή γνώση ότι Έλληνες και Μακεδόνες ταυτίζονται (‘οι αυτοί’) κάτι δεδομένο όχι μόνο για τους λογίους, αλλά και για τον απλό λαό, αφού η ιστορική αυτή πληροφορία ήταν γνωστή στους πάντες από την Παλαιά Διαθήκη και το βιβλίο Α΄ Μακκαβαίων:

 

Κατά συνέπεια, οι Βυζαντινοί δεν γνωρίζουν απλά έναν «αφηρημένο» και «ασαφή» εθνοτικά βασιλιά όπως θα ήθελε ο Στουραΐτης, αλλά γνωρίζουν τον Έλληνα στρατηλάτη Μέγα Αλέξανδρο από τη Μακεδονία, πρόγονο του Βασιλείου Α΄ και σύμβολο καταγωγής, υπερηφάνειας και δύναμης για την αυτοκρατορία τους:

 

Κλείνοντας, αναφέρουμε ένα ακόμα συμπέρασμα του Στουραΐτη, ο οποίος γράφει για μια «εικόνα της Θεσσαλονίκης ως απομονωμένης ρωμαϊκής νησίδας με μία ενδοχώρα, όπου κυριαρχούσαν διάφορες σλαβικές φυλές»!

Πραγματικά, είναι λυπηρό να βλέπουμε ακόμα και σήμερα τους πολέμιους του βυζαντινού ελληνισμού να κάνουν τεχνητή αναπνοή στην από δεκαετίες πεθαμένη ιδεολογία του Φαλμεράιερ… Ειδικά όταν ξέρουμε πως η έρευνα που εκπόνησε η ομάδα του Γιώργου Σταματογιαννόπουλου, καθηγητή Ιατρικής Γενετικής στο Πανεπιστήμιο Ουάσιγκτον, είχε δημοσιευτεί πριν γράψει ο Στρουραΐτης το δικό του κείμενο.

Είχαμε αφιερώσει ειδικό άρθρο στο παραμύθι του Φαλμεράιερ όπου παρουσιάσαμε τα συμπεράσματα του καθ. Σταματογιαννόπουλου, τα οποία συμφωνούν με αυτά του καθ. Κων/νου Μουστάκα για τα νότια Βαλκάνια και του Παντελεήμονα Τσορμπατζόγλου για τη Βόρεια Ελλάδα, και όλα αυτά επιβεβαιώνουν τα ακόμα παλαιότερα συμπεράσματα του Παν. Χαρανή: ολόκληρη η σημερινή Ελλάδα, από τη Μακεδονία μέχρι την Πελοπόννησο ανήκει στα νότια Βαλκάνια, και σε όλο το νότο οι Σλάβοι ήταν σαφώς λιγότεροι σε σχέση με τα βόρεια Βαλκάνια. Η ταυτότητα τους εξαφανίστηκε και εξελληνίστηκαν πλήρως, ακριβώς διότι οι επήλυδες αποτελούσαν θύλακες εν μέσω ελληνικών πληθυσμών.

Γι’ αυτό, α) βλέπουμε χαμηλά έως μηδαμινά ποσοστά σλαβικής γενεαλογίας, γι’ αυτό β) μπόρεσε η βυζαντινή εξουσία να ιδρύσει μέσα στα δήθεν «σλαβικά» εδάφη ισχυρά διοικητικά/στρατιωτικά κέντρα, τα Θέματα, γι’ αυτό γ) μπορούσαν οι εντολές της αυτοκρατορίας να μεταβιβάζονται και να εκτελούνται απρόσκοπτα στα εδάφη αυτά, γι’ αυτό δ) οι εξεγερμένοι Σλάβοι της Πάτρας ηττημένοι καταφεύγουν στο άσυλο του Αγίου Ανδρέα για να γλυτώσουν τη ζωή τους και παραδίδονται έτσι στο έλεος της βυζαντινής εξουσίας, γι’ αυτό ε) σε πλήθος αγιολογικών κειμένων διαπιστώνουμε τις «ακώλυτες μετακινήσεις τόσων προσωπικοτήτων με σημείο αναφοράς την Θεσσαλονίκη» κάτι που δείχνει την «αδιατάρακτη βυζαντινή κυριαρχία» όχι μόνο στη Θεσσαλονίκη όπως φαντάζεται ο Στουραΐτης, αλλά και στη Μακεδονική ύπαιθρο, μετά τον 7ο αιώνα[9].

Βλέπουμε λοιπόν ότι τα δεδομένα οδηγούν στα ακριβώς αντίθετα συμπεράσματα από του Στουραΐτη: «νησίδες» αποτελούσαν οι Σλάβοι και όχι οι ελληνικοί πληθυσμοί και γι’ αυτό χρειάζεται να εξετάζει κανείς όλες τις παραμέτρους αφού το ζήτημα της ελληνικής ταυτότητας ενεργοποιεί ιδεολογικά αντανακλαστικά ακόμα και στους ιστορικούς.

 

5. Προσθήκη στα περί δήθεν «χάσματος» στην ελληνική παιδεία του Βυζαντίου

Στο άρθρο μας με τίτλο «Ελληνική παιδεία και ελληνική ταυτότητα στο Βυζάντιο» είχαμε ασχοληθεί με τον εξωπραγματικό ισχυρισμό του σμερδιάκωφ ότι υπήρξε τάχα μια περίοδος περίπου… 250 χρόνων (550-800 μ.Χ.) όπου η ελληνική παιδεία είχε «ξεχαστεί».

Δείξαμε βεβαίως ότι πρόκειται για ένα αστείο επιχείρημα αφού μερικοί από τους πιο μορφωμένους κατόχους της ελληνικής παιδείας έζησαν ακριβώς στην δήθεν «εποχή της λήθης».

Ας προσθέσουμε εδώ και την περίπτωση του οσίου Προκοπίου του Δεκαπολίτη ο οποίος είχε λάβει επίσης ελληνική παιδεία προς τα τέλη του 7ου αιώνα:

 

Κατά συνέπεια, ουδέποτε «ξεχάστηκε» η ελληνική παιδεία. Αντιθέτως, κάποιοι έχουν ξεχάσει σίγουρα την έννοια της αξιοπρέπειας και δεν διστάζουν να γράφουν παραμύθια…

 

6. Για τη διπλή χρήση του «Ρωμαίος» ως εθνοτικό και θρησκευτικό όνομα

Παρακολουθούμε το τελευταίο διάστημα κάποιες προσπάθειες του σμερδιάκωφ να δημιουργήσει μια σύγχυση γύρω από το όνομα «ρωμαίος» της Τουρκοκρατίας (αναζητήστε π.χ. τον τίτλο, «διαμόρφωση του Ρουμ μιλλέτ κατά τον 18ο αιώνα»).

Αν και δεν κατανοούμε σε τι τον εξυπηρετούν όλα αυτά, μπορούμε να πούμε ότι όπως με τα ονόματα της Βυζαντινής περιόδου (Έλληνας, Γραικός, Ρωμαίος, Ελλαδικός κ.λπ.) έτσι και στην Τουρκοκρατία, η εθνοτική χρήση του ρωμαίος/ρωμιός και η θρησκευτική του χρήση (=χριστιανός Ορθόδοξος) προκύπτει από τα συμφραζόμενα. Ο Ρήγας τον 18ο αιώνα χρησιμοποιεί και τις δύο σημασίες χωρίς να δημιουργείται σύγχυση:

 

Στα παρακάτω παραδείγματα βλέπουμε το «ρωμαίος» με την γενική έννοια «χριστιανός» να έχει μάλιστα και αρνητική χροιά για εκείνους που συνεργάζονταν με τους Τούρκους (‘πολεμά […] με ρωμαίους’, ‘προσκυνοχάρτια στους ρωμαίους’), όμως το «ρωμαίος» σήμαινε και τους ανήκοντες στην ελληνική συλλογική ταυτότητα (‘των Ελλήνων καιρός’, ‘ρωμαίικο […] έθνος’):

 

Πάντως, εάν ο στόχος τους είναι να προκαλέσουν σύγχυση ώστε μέσα στο θολό τοπίο να δημιουργήσουν αμφιβολίες για τις εθνοτικές έννοιες στην Τουρκοκρατία, ας γνωρίζουν ότι ματαιοπονούν. Και με το Βυζάντιο επιδίωξαν την σύγχυση για να δημιουργήσουν χώρο για τις ιδεοληψίες τους, όμως η μελέτη των πηγών αποτρέπει κάθε προσπάθεια εξαπάτησης: όπως δείξαμε, άλλο η Ελλάδα ως διοικητικός προσδιορισμός, άλλο η Ελλάδα ως σύνδεση Βυζαντίου και ελληνικής αρχαιότητας, άλλο το Έλλην ως «ειδωλολάτρης», άλλο το Έλλην ως ο βυζαντινός απόγονος των αρχαίων Ελλήνων, άλλο το Ελλαδικός ως κάτοικος του Θέματος και άλλο το Ελλαδικός ως εθνοτικός προσδιορισμός, άλλο το Γραικός με την ‘ητική’ έννοια του «αιρετικός», άλλο το Γραικός ως ‘ημική’ αναφορά στους (ελλην)ορθόδοξους Χριστιανούς και άλλο το Γραικός ως ο βυζαντινός απόγονος των αρχαίων Ελλήνων. Άλλωστε για να αποφευχθεί κάθε σύγχυση, εμείς παρουσιάσαμε αποκλειστικά μαρτυρίες με το τρίπτυχο (Αρχαίος)Έλληνας > Ρωμαίος > Γραικός/(Νεώτερος)Έλληνας για το σύνολο της Τουρκοκρατίας:

 

 Επίλογος

Κατά συνέπεια, δεν υπάρχει κανένα περιθώριο σύγχυσης σε αυτόν τον ομοιόμορφο και αδιαφοροποίητο άξονα ταυτότητας που εμφανίζεται ήδη από τον 15ο αιώνα. Αυτός ο άξονας είναι τόσο συμπαγής και ενιαίος, που μαρτυρείται από Ενωτικούς κι Ανθενωτικούς, από προοδευτικούς και συντηρητικούς, από φορείς λαϊκούς ή κληρικούς αλλά και τα ίδια τα Πατριαρχεία, την εκκλησιαστική ηγεσία δηλαδή που ήταν υπεύθυνη για την διαμόρφωση της λαϊκής συνείδησης.

Όλοι χωρίς εξαιρέσεις, κατά τον 15ο, 16ο, 17ο, 18ο, 19ο αιώνα, πριν ακόμα γίνει η Επανάσταση, μιλούν για τον τουρκοκρατούμενο ελληνισμό που με το όνομα Ρωμιοί/Γραικοί αποτελούσε τους απογόνους των Βυζαντινών, οι οποίοι με τη σειρά τους αποτελούσαν απογόνους των αρχαίων Ελλήνων, ένα σχήμα που θυμίζει το σύγχρονο τρίπτυχο της ελληνικής εθνικής ταυτότητας: πολύ πριν υπάρξει «Διαφωτισμός», «Γαλλική Επανάσταση», «μαζική εκπαίδευση» και «Παπαρρηγόπουλος», οι αρχαίοι Έλληνες γίνονταν αντιληπτοί ως μια ενιαία συλλογικότητα με ιστορία άνω των έντεκα αιώνων πέρα από διαφοροποιήσεις ανάμεσα σε Αρχαϊκή, Κλασική ή Ελληνιστική εποχή, οι Βυζαντινοί θεωρούνταν ως μια συμπαγής κοινότητα έντεκα αιώνων με αδιαφοροποίητη ελληνική ταυτότητα, και οι νεώτεροι απόγονοι τους, υπόδουλοι επί πέντε αιώνες στους Τούρκους, αποτελούσαν τον τρίτο κρίκο στη συνέχεια των Ελλήνων.

 

Επ’ αυτών θα μπορούσε κάποιος να διαβάσει όσα είχαμε γράψει στο εισαγωγικό μας άρθρο, στις ενότητες αρ. 8 και αρ. 9, όπως και το άρθρο μας για τον Ρήγα και την προεπαναστατική συνείδηση. Εκεί φαίνεται καθαρά ότι κάθε αναφορά στο μισητό από τους Ευρωπαίους Ορθόδοξο Βυζάντιο (ανακατάληψη της Κων/πολης, Αγιά Σοφιά, «Μαρμαρωμένος Βασιλιάς», άγιοι, θαύματα, Μεγάλη Ιδέα, κ.λπ.), αποτελεί απόδειξη ότι ο βασικός ιδεολογικός άξονας του Νεώτερου Ελληνισμού υπήρχε πολύ πριν εμφανιστούν ο Διαφωτισμός και η Γαλλική Επανάσταση στην Ευρώπη

 

Κατά συνέπεια δεν κατανοούμε την προσπάθεια σύγχυσης και τα περί δήθεν «αλλαγών πλεύσης» του Πατριαρχείου στην περίοδο «πριν και μετά τον 18ο αιώνα» που ισχυρίζονται. Όπως τα Έλλην, Ελλάδα, Ελλαδικός ή Γραικός στο Βυζάντιο παραμένουν εθνοτικά ασχέτως των άλλων εννοιών που έχουν τα ονόματα, αντίστοιχα το ρωμαίος/ρωμιός παραμένει εθνοτικό όνομα των Ελλήνων κι ας έχει επιπλέον σημασίες.

Αν οι εθνομηδενιστές καταλάβουν και οι ίδιοι τι ακριβώς επιδιώκουν, θα απαντήσουμε όπως και σε όλες τις άλλες παραχαράξεις τους.

 

Σημειώσεις

[1] Καραγιαννόπουλος Ιωάννης, «Πηγαί της Βυζαντινής Ιστορίας», 5η έκδ., Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1987, σελ. 301.

[2] «De administrando imperio» (ed. Jenkins Romilly), CFHB 1, Dumbarton Oaks, Washington 1967, σελ. 228.

[3] Νίκος Βέης, «Περί της Κτίσεως της Μονεμβασίας Χρονικόν», Βυζαντίς 1 (1909), σελ. 68γ. Βλ. και Σωκράτης Κουγέας, «Επί του καλουμένου χρονικού ‘Περί της κτίσεως της Μονεμβασίας’» Νέος Ελληνομνήμων 9 (1912), σελ. 474.

[4] Βυζαντίς 1 (1909), σελ. 66γ. Βλ. και Νέος Ελληνομνήμων 9 (1912), σελ. 475.

[5] CFHB 1 (1967), σελ. 228.

[6] Βλ. και Τωμαδάκης Νικόλαος, «Οι Λόγιοι του Δεσποτάτου της Ηπείρου», ΕΕΒΣ ΚΖ΄(1957), σελ. 3-62 [εδώ 24-25].

[7] Βλ. και Παπαδοπούλου Θεοδώρα, «Συλλογική ταυτότητα και αυτογνωσία στο Βυζάντιο κατά το τέλος της μεσοβυζαντινής περιόδου» (διδακτ. διατριβή), Ιόνιο Πανεπιστήμιο, 2007, σελ. 217, σημ. 582.

[8] Οι βυζαντινές πηγές είναι γεμάτες από μαρτυρίες που δείχνουν ότι οι βυζαντινοί γνώριζαν σαφώς πως η γλώσσα τους ήταν η ελληνική/γρακική: «Ελληνίδα» γλώσσα, «ελληνικήν γλώσσαν», «ημετέραν φωνήν […] την των Ελλήνων», «ελληνογλώσσοις», «Γραικών γλώσσα» κ.λπ.

[9] Βλ. ο εκτενές άρθρο του Παντελεήμονα Τσορμπατζόγλου, «Η των Θεσσαλονικέων μεγαλόπολις και οι σλαβικές εγκαταστάσεις στα μεσοβυζαντινά αγιολογικά κείμενα», ΕΕΘΣΘ 11 (2006), σελ. 275-316.

Δημιουργία αρχείου: 8-5-2018.

Τελευταία μορφοποίηση: 9-5-2018.

ΕΠΑΝΩ