Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Έρευνα για το κτιστό και το Άκτιστο

Ιστορικά θέματα

Κρυφό Σχολειό: Από το σκοτάδι στο φως // Το κρυφό σχολειό // Το Κρυφό Σχολειό: Μύθος ή Πραγματικότητα; // Το Κρυφό Σχολειό ως αναγκαιότητα: Η οριστική διάψευση των αρνητών του, και οι μαρτυρίες που αποκρύπτουν

Κρυφό Σχολειό και Μανουήλ Γεδεών:

Ο μέγας ιστοριοδίφης-στήριγμα των αποδομητών, απέκρυπτε συστηματικά μαρτυρίες που έθιγαν τους Τούρκους!

Papyrus 52

 

Περιεχόμενα

 

Εισαγωγή

Θα ξεκινήσουμε το άρθρο μας απονέμοντας τα εύσημα για μία ακόμη φορά στον Γιώργο Κεκαυμένο, και το βιβλίο του «Το κρυφό σχολειό: Το χρονικό μιας ιστορίας». Ο συγγραφέας, πέρα από το πλήθος των πηγών που παρουσίασε, στην ενότητα της μελέτης του όπου αναφέρεται στον Μανουήλ Γεδεών (Κων/πολη 1851-Αθήνα 1943), κατέγραψε μια σημαντική καταγγελία της βυζαντινολόγου Κυριακής Μαμώνη σχετικά με τον τρόπο που διαχειριζόταν και εξέδιδε μαρτυρίες για την Τουρκοκρατία ο Φαναριώτης ιστορικός. Έτσι, μας δόθηκε η αφορμή να εξετάσουμε περισσότερο το ζήτημα και να δούμε με έκπληξη, ότι ο μεγάλος αυτός ιστοριοδίφης, λογόκρινε και παραποιούσε μαρτυρίες από την Τουρκοκρατία, όταν αυτές έθιγαν τους Οθωμανούς, μαρτυρίες που σε μερικές περιπτώσεις αφορούσαν και την δίωξη της παιδείας, άρα είχαν άμεση σχέση με την εξαγωγή συμπερασμάτων για την αναγκαιότητα κάποιας μορφής «Κρυφού Σχολειού»!

Όπως θα δούμε στη συνέχεια, ο Μανουήλ Γεδεών συχνότατα έγινε «σημαία» των αποδομητών συγγραφέων, οι οποίοι βρήκαν στο πρόσωπο του ένα ιδανικό άλλοθι: ήταν ένας συντηρητικός αξιωματούχος του Πατριαρχείου, που στα έργα του απόφευγε να δώσει έμφαση στις ευθύνες που είχαν οι κατακτητές για τις παθογένειες της Τουρκοκρατίας, με αποτέλεσμα να δημιουργείται η πλαστή εικόνα ότι για όλα έφταιγαν οι χριστιανοί και η Εκκλησία. Έτσι, για ιδεολογικούς λόγους, εξιδανίκευσαν το έργο του, και κάθε άλλον ιστορικό που διαφωνούσε με τη γραμμή του Μανουήλ Γεδεών, τον χαρακτήριζαν «εθνικιστή» που βιάζει τις πηγές προκειμένου να κατηγορήσει τους Τούρκους και να «αθωώσει» την Εκκλησία. Όμως, ο Χρίστος Πατρινέλης από τη δεκαετία του ‘60 έγραφε πως «ο Γεδεών έφερεν εις φως απέραντον ιστορικόν υλικόν, πολλάκις πλημμελώς εκδιδόμενον»[1]. Δεν το γνώριζαν αυτό οι αποδομητές; Την μελέτη της Κ. Μαμώνη και τη σοβαρότατη καταγγελία της που βλέπουμε αμέσως παρακάτω, δεν την είχαν υπόψη τους;

 

Τεκμήριο Α΄ - Η καταγγελία της Κυριακής Μαμώνη για τις παραχαράξεις του Μανουήλ Γεδεών

 Μαμώνη Κυριακή, «Τρεις κώδικες της Επισκοπής Μετρών και Αθύρα» (σειρά: Εταιρεία Θρακικών Μελετών αρ. 52), Αθήναι 1956, σελ. 130-131.

 

Μείναμε έκπληκτοι διαβάζοντας τα παραπάνω, αλλά σαστίσαμε κυριολεκτικά όταν είδαμε και με τα μάτια μας ότι ο Μανουήλ Γεδεών έκοβε και έραβε τις πηγές, συχνά χωρίς καν να χρησιμοποιεί τα καθιερωμένα στη φιλολογία σύμβολα που δείχνουν ότι κάποιο τμήμα του κειμένου παραλείπεται, ενώ συνέδεε τα κομμένα τμήματα με δικής του έμπνευσης σημεία στίξης, με σκοπό να μεταβάλλει το νόημα! Όποιος δει τα σχετικά τεκμήρια που παραθέτουμε στη συνέχεια θα μείνει άφωνος και το πρώτο που θα σκεφτεί είναι πόσες ακόμη φορές άραγε το έκανε αυτό ο Μανουήλ Γεδεών, πόσες μαρτυρίες που μας έδωσε παραχαραγμένες έχουν χαθεί οριστικά και δεν μπορούν πλέον να συγκριθούν με το πρωτότυπο, και φυσικά, τίθεται αβίαστα το ερώτημα, τι είδους ιστορία έγραψε ο άνθρωπος αυτός.

Βεβαίως, πρέπει να επισημάνουμε ότι η καταδικαστέα αυτή συμπεριφορά δεν απαξιώνει συνολικά τον Γεδεών. Η ίδια η Κ. Μαμώνη άλλωστε, προκειμένου να παραπέμψει σε βιογραφικές πληροφορίες για τον επίσκοπο Γεράσιμο, επικαλείται τα εισαγωγικά στοιχεία της ίδιας ακριβώς δημοσίευσης του Μανουήλ Γεδεών στην «Εκκλησιαστική Αλήθεια»[2].

Το άλλο που πρέπει να παρατηρήσουμε είναι πως σε ένα πρώτο επίπεδο, η συγκεκριμένη καταγγελία της Κ. Μαμώνη αφορά δημοσιεύσεις του Γεδεών στο περιοδικό «Εκκλησιαστική Αλήθεια» το οποίο αποτελούσε επίσημο εκκλησιαστικό και θεολογικό έντυπο του Οικουμενικού Πατριαρχείου[3]. Κατά συνέπεια πόσο εύκολο θα ήταν να δημοσιευτούν οξείες αντιοθωμανικές ειδήσεις στο έντυπο αυτό; Το Πατριαρχείο ήταν εγκλωβισμένο σε τουρκικό έδαφος και στις αρχές του 20ου αιώνα το τουρκικό Σύνταγμα, οι Νεότουρκοι και ο Κεμάλ του δημιούργησαν αρκετά προβλήματα, με αποτέλεσμα η διατήρηση της ηρεμίας και της ειρήνης να απαιτούν λεπτούς πολιτικούς χειρισμούς.

Δυστυχώς όμως, το ζήτημα δεν φαίνεται να είναι τόσο απλό και δεν αφορούσε μόνο την «Εκκλησιαστική Αλήθεια».

Ο Μανουήλ Γεδεών ήταν ένας υψηλόβαθμος Φαναριώτης αξιωματούχος και είχε εμπλακεί σε όλες τις σοβαρές υποθέσεις που απασχόλησαν το Οικουμενικό Πατριαρχείο την εποχή εκείνη[4]. Άρα, η διπλωματία και οι προσεκτικές πολιτικές του τοποθετήσεις θα έπρεπε να αφορούν το σύνολο του έργου του, καθώς ήταν ένας προβεβλημένος συγγραφέας που συνδεόταν στενά με το Πατριαρχείο. Πιθανότατα λοιπόν αισθανόταν υποχρεωμένος να προσέχει διαρκώς, ώστε οι δημοσιεύσεις του να μην προκαλούν τους Τούρκους.

Αυτή η υπόθεση δεν είναι αυθαίρετη, διότι η Κυριακή Μαμώνη σημειώνει ξεκάθαρα: «δημοσιεύομεν πάντα μεν τα σημειώματα του Γερασίμου, όσα ή δεν εδημοσιεύθησαν προγενέστερον, ή εδημοσιεύθησαν ελλιπώς»[5].

Άρα δεν υπάρχει λόγος να υποθέσουμε ότι ο Μανουήλ Γεδεών λογόκρινε κάποια τμήματα στην «Εκκλησιαστική Αλήθεια» αλλά τα εξέδωσε αργότερα πλήρη σε κάποιο άλλο έργο του όπως όφειλε. Και θα ήταν ασυνήθιστο μια καλή ερευνήτρια να καταβάλει προσπάθεια να δημοσιεύσει πλήρεις τους Κώδικες χωρίς να έχει μελετήσει το έργο του Γεδεών ώστε και εκείνον να μην εκθέσει άδικα ως παραχαράκτη, και η ίδια να μην εκτεθεί, ούτε και να καταβάλει τόσο κόπο για μια επιστημονική δημοσίευση που είχε ξαναγίνει. Κατά συνέπεια, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι ο Μανουήλ Γεδεών έως τον θάνατο του, εξέδωσε τα σημειώματα αυτά μόνο αλλοιωμένα και λογοκριμένα!

Άλλωστε, μία ακόμη, έμμεση, επιβεβαίωση ότι ο Γεδεών ποτέ δεν δημοσίευσε πλήρεις τους κώδικες, μας δίνει και ο Απόστολος Βακαλόπουλος ο οποίος στον Δ΄ τόμο της «Ιστορίας του Νέου Ελληνισμού» (Θεσσαλονίκη 1978) παραπέμπει επτά φορές στην Κ. Μαμώνη και στη μελέτη της «Τρεις κώδικες της Επισκοπής Μετρών και Αθύρα» και ούτε μία σε αντίστοιχη δημοσίευση του Γεδεών, ούτε βρήκαμε εμείς σε κάποιο άλλο σημείο του έργου του να επικαλείται τον Γεδεών για να αντλήσει είδηση από τον επίσκοπο Μετρών, Γεράσιμο.

Έτσι, καθώς διηγείται η Κ. Μαμώνη, αν ο Αναστάσιος Σταμούλης δεν είχε ανακαλύψει τους κώδικες εκείνους που θεωρούνταν χαμένοι «μετά την μοιραίαν καταστροφήν του μικρασιατικού και Θρακικού Ελληνισμού και την διασποράν πάντων των εθνικών κειμηλίων των απολεσθεισών εκείνων πατρίδων»[6], δεν θα είχαμε μάθει ποτέ ποιες ειδήσεις είχε λογοκρίνει ο Μανουήλ Γεδεών.

Κατά συνέπεια, το συμπέρασμα της Κ. Μαμώνη αποτελεί γενική διαπίστωση για όλο το έργο του Μανουήλ Γεδεών:

«Δεν ήτο δυνατόν να έλθουν εις φως αλώβητα και πλήρη κείμενα, δυνάμενα να κλονίσουν τας κατά τους χρόνους εκείνους αγαθάς οπωσδήποτε μετά των Τούρκων σχέσεις μας»[7].

Και ιδού το πρώτο τεκμήριο για την απίστευτη καταδολίευση των πηγών από τον Μανουήλ Γεδεών (έχουμε τοποθετήσει κόκκινες κάθετες γραμμές στα σημεία που υπάρχουν παρεμβάσεις. Η αντιπαραβολή με το πλήρες κείμενο αρχίζει από το «και χριστιανοί» αφού έως εκεί δεν υπάρχουν αλλοιώσεις)

 

Τεκμήριο Β΄ - Πρώτη απόδειξη ότι ο Μανουήλ Γεδεών αλλοίωνε πηγές και μαρτυρίες

  Τεκμήριο α) το αλλοιωμένο κείμενο που δημοσίευσε ο Μανουήλ Γεδεών στην «Εκκλησιαστική Αλήθεια», τόμ. 29 (1909), σελ. 395. Τεκμήριο β) το πλήρες πρωτότυπο κείμενο από το: Μαμώνη Κυριακή, «Τρεις κώδικες …», ό.π., σελ. 142

 

Είμαστε βέβαιοι ότι κάποιοι δεν πιστεύουν στα μάτια τους διότι τέτοιες ακραίες νοθεύσεις των πηγών έχουμε δει μόνο σε ιστοσελίδες νεοπαγανιστών ή στις στρατευμένες εκδόσεις τους…

Ο Μανουήλ Γεδεών απ’ όλες τις καταγγελίες, επέτρεψε να παραμείνει μόνο η αρνητική αναφορά σε «βαρβάρους». Κρίνοντας όμως από το γεγονός ότι δεν είχε πρόβλημα να λογοκρίνει κάθε αρνητικό χαρακτηρισμό για τους Τούρκους της εποχής του, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι τη λέξη «βαρβάροι» την άφησε όπως ήταν επειδή θεώρησε ότι δεν έθιγε τους κατακτητές· πιθανόν το έκανε αυτό επειδή η αναφορά συνδεόταν με την πολύ «μακρινή» και πολεμική εποχή της Άλωσης, ίσως και επειδή δεν προσδιόριζε με ακρίβεια ποιοι ήταν οι βάρβαροι, αφού και πολλοί Λατίνοι κατακτητές βρίσκονταν ακόμη στα ελληνικά εδάφη μετά την Άλωση.

Το βέβαιο όμως είναι πως όταν έρχεται το ζήτημα στην πρόσφατη Τουρκοκρατία, ο Γεδεών βγάζει το «ψαλίδι» και αρχίζει να κόβει… Και δεν είναι μόνο ότι λείπουν κομμάτια από τη μαρτυρία. Είναι ότι το κείμενο έχει προσαρμοστεί έτσι (το «διό» αρχίζει με μικρό γράμμα, προστίθεται το «και», στο «χρόνοις» μπαίνει άνω τελεία, αφήνεται κενό πριν το «καίτοι») ώστε τελικά να απαλλάσσονται οι Τούρκοι από την κατηγορία πως για την αγραμματοσύνη των χριστιανών της ανατολής, λαϊκών και κληρικών, ευθύνεται η οθωμανική «δουλεία» η οποία «απάντων ημάς των καλών εστέρησε»!

Εδώ βεβαίως θα πρέπει να επισημάνουμε και τα εξής:

Ασφαλώς, στην πρώτη παρατήρηση του επισκόπου, είναι φανερό ότι η άγνοια ακόμα και της «καθωμιλημένης γλώσσης» οφείλεται στη δουλεία. Και το αιτιολογικό «Δι’ό» («γι’ αυτόν τον λόγο») που ακολουθεί, πάλι συνδέει την αγραμματοσύνη των παλαιότερων («προ ημών») και σύγχρονων του Γερασίμουκαθ’ ημάς χρόνοις») αρχιερέων και ιερέων με την αμάθεια που ήταν αποτέλεσμα της δουλείας και αφορούσε κλήρο και λαό.

Στη συνέχεια, το σχόλιο ότι και επί ημερών του (όπως μας λέει ο Γεδεών, ο Γεράσιμος γράφει στα 1775[8]), είναι δυνατόν («ένεστι») να βρεθούν αγράμματοι κληρικοί, παρά το γεγονός ότι υπάρχουν σχολεία, μπορεί να έχει δύο αιτίες.

Καταρχάς, η αναφορά για ύπαρξη σχολείων και δασκάλων «εν διαφόροις τόποις», δεν μπορεί να εννοεί ότι αυτά υπάρχουν παντού, αλλά σημαίνει ότι υπάρχουν σχολεία και δάσκαλοι «εδώ κι εκεί». Επίσης, σημαντική είναι η παρατήρηση ότι η γενικότερη κατάσταση των υπόδουλων σε σχέση με την εκπαίδευση έλαβε άλλη μορφή («των πραγμάτων άλλην μορφήν δεξαμένων») και πλέον επιτρέπονται («συγχωρούντων») κάποια σχολεία. Αυτή μοιάζει μια πολύ σημαντική μαρτυρία για τις απαγορεύσεις και διώξεις που υπήρχαν επί Τουρκοκρατίας και ήταν πολύ πιο έντονες στους πρώτους αιώνες.

Θα πρέπει όμως να επισημάνουμε ότι η αγραμματοσύνη, ειδικά των σύγχρονων του Γερασίμου επισκόπων και αρχιερέων, φαίνεται να έχει και μια άλλη αιτία, την διαρκή προσπάθεια για συγκέντρωση χρημάτων. Όπως θα δούμε και σε άλλο εικονογραφημένο παράθεμα στη συνέχεια, ο Γεράσιμος κάνει ειδική μνεία στο ζήτημα της βαριάς φορολογίας και των δοσιμάτων προς τους Τούρκους το οποίο έχει φορτώσει τους αρχιερείς και τις επαρχίες τους με «χρηματικάς υποσχέσεις καιχρέη»[9], τα οποία βεβαίως πρόσθεταν επιπλέον βάρη στον ήδη πάμφτωχο λαό. Αυτή η κατάσταση, μαζί με την βαριά φορολογία, δεν έφερνε μόνο τη φτώχεια που στιγμάτιζε την καθημερινή ζωή των ανθρώπων, αλλά ακόμα χειρότερα, η διαρκής και αγωνιώδης αναζήτηση χρημάτων συνέβαλε και στην πτώση του επιπέδου της χριστιανικής ηγεσίας· διότι, όταν οι Οθωμανοί απειλούσαν με βία και φυλακίσεις σε περίπτωση που δεν λάβουν τα χρήματα τους, ποιος θα έδινε προτεραιότητα στους πνευματικούς ανθρώπους; Ήταν λογικό ότι σε μια τέτοια κατάσταση δημιουργήθηκε η ανάγκη ν’ αναζητηθούν εκκλησιαστικοί αλλά και λαϊκοί ηγέτες που διακρίνονταν πρωτίστως για τις ικανότητες τους στη διαχείριση των οικονομικών και την εξεύρεση πόρων, και η κατάσταση είχε φτάσει σε τέτοιο σημείο, ώστε καλοί επίσκοποι να θεωρούνται εκείνοι που μπορούσαν να συγκεντρώσουν περισσότερα χρήματα.

Η παρακμή λοιπόν επί Τουρκοκρατίας είναι ένα γεγονός που σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να εξεταστεί βάζοντας τους Τούρκους απλώς στη θέση του παρατηρητή λες και ήταν αμέτοχοι και ανεύθυνοι για την παθογένεια σε όλους τους τομείς της κοινωνικής ζωής.

Πάντως στο ζήτημα της παιδείας, ο Γεδεών με τις παρεμβάσεις του κατάφερε να παρουσιάσει ένα κείμενο εντελώς ανώδυνο για τους κατακτητές. Αφαιρώντας τις καταγγελίες του λόγιου ιεράρχη, κατάφερε να δείξει ότι η αγραμματοσύνη πλανάται γενικώς και αορίστως στην Ανατολή, χωρίς όμως ν’ αναφέρεται ποιος φταίει γι’ αυτή. Και τελικά, αυτό που μένει ως εντύπωση στον αναγνώστη (και αυτό που λάτρεψαν οι αποδομητές στο έργο του Γεδεών) είναι ότι, μοναδικοί υπεύθυνοι για την αγραμματοσύνη τους ήταν οι ίδιοι οι χριστιανοί και η Εκκλησία!

Και βεβαίως, οι παραχαράξεις του Γεδεών συνεχίστηκαν:


 

Τεκμήριο Γ΄ - Δεύτερη απόδειξη ότι ο Μανουήλ Γεδεών αλλοίωνε πηγές και μαρτυρίες

Τεκμήριο α) το αλλοιωμένο κείμενο που δημοσίευσε ο Μανουήλ Γεδεών στην «Εκκλησιαστική Αλήθεια», τόμ. 29 (1909), σελ. 396

Τεκμήριο β) το πλήρες πρωτότυπο κείμενο από το: Μαμώνη Κυριακή, «Τρεις κώδικες …», ό.π., σελ. 146-147

 

Για άλλη μία φορά, ο Μανουήλ Γεδεών έδωσε ρεσιτάλ… κοπτοραπτικής και οι Τούρκοι αθωώνονται, τη στιγμή που η πηγή ελεεινολογεί τους Έλληνες για το γεγονός ότι βρίσκονται κάτω από το δυσβάσταχτο καθεστώς της οθωμανικής δουλείας. Μάλιστα, διαβάζοντας τη μαρτυρία έτσι όπως την παραχάραξε ο Γεδεών, θα σκεφτόταν κανείς ότι ο επίσκοπος Γεράσιμος ήταν ένας παράλογος άνθρωπος που στα 1775 κατηγορούσε ακόμη τους Λατίνους(!) για όσα κακά συμβαίνουν στους Έλληνες επί Τουρκοκρατίας

Και εδώ πάντως, η αυθεντική μαρτυρία μας δίνει ένα εξαιρετικό επιχείρημα για την αναγκαιότητα του Κρυφού Σχολειού, αφού η τουρκική καταπίεση στερεί από τους υπόδουλους την χαρά να εντρυφήσουν στην πνευματική ευχαρίστηση που προσφέρουν τα γράμματα και η μάθηση.

Εκτός αυτού, όπως προείπαμε, οι απαιτήσεις των Τούρκων απομυζούν κάθε οικονομικό πόρο των ραγιάδων, οι οποίοι βρίσκονται στο έλεος των ασύδοτων φοροεισπρακτόρων, ενώ η εξεύρεση των χρημάτων απορροφά όλη την ενεργητικότητα τους, καθώς σε διαφορετική περίπτωση οι υπόδουλοι κινδυνεύουν να υποστούν βία και φυλακίσεις.

Όμως, ο Μανουήλ Γεδεών φροντίζει όλη αυτή την καταγγελία του Γερασίμου να την κόψει και να την θάψει πίσω από μια παρένθεση που λέει: «αριθμεί φορολογίας και τα παρόμοια»!

Και βεβαίως, θα πρέπει ν’ αναφέρουμε πως η Κυριακή Μαμώνη κατηγορεί τον Γεδεών ότι συνέχισε το σύστημα των παραχαράξεων στα κείμενα του Γερασίμου, αφού τέσσερα χρόνια μετά δημοσίευσε στην «Εκκλησιαστική Αλήθεια» και άλλα σημειώματα, γεμάτα και αυτά από λάθη, κενά και παραλείψεις (στην Εκκλ. Αλ. τόμ. 33 (1913), σελ. 367-369)[10].

 

Οι αποδομητές της ιστορίας και ο Μανουήλ Γεδεών

Είναι λοιπόν φανερό ότι βρισκόμαστε μπροστά σε ένα σοβαρότατο ζήτημα, καθώς ο Μανουήλ Γεδεών διαχειρίστηκε ένα μεγάλο πλήθος πολύτιμων και μοναδικών μαρτυριών και θα μπορούσε αν ήθελε (και δυστυχώς το ήθελε, ή έστω αναγκάστηκε) να αλλάξει ως ένα βαθμό την πραγματική ιστορία της Τουρκοκρατίας στην προσπάθειά του να μην προκαλεί τους κατακτητές… Και οι αποδομητές, στηριγμένοι στο πλαστό άλλοθι που τους πρόσφερε ο Μανουήλ Γεδεών και απαξιώνοντας ως «εθνικιστές» τους άλλους ιστορικούς, προσπάθησαν να εξωραΐσουν την Τουρκοκρατία σχετικά με ένα πλήθος ζητημάτων, συμπεριλαμβανομένης και της παιδείας. Έτσι, πολέμησαν ως «μη αναγκαίο» το «Κρυφό Σχολειό», αφού πρώτα βάφτισαν την Τουρκοκρατία ως ένα καθεστώς δήθεν «απόλυτης ελευθερίας» όπου οι χριστιανοί και η Εκκλησία απλώς «δεν ενδιαφέρονταν» για τα γράμματα και την παιδεία…

Η «χαρά» που πήραν οι αποδομητές από τις λογοκρισίες του Φαναριώτη αξιωματούχου αποτυπώνεται θριαμβευτικά στο παρακάτω τεκμήριο από τον Φίλιππο Ηλιού, ο οποίος, στο όνομα του Γεδεών, αθωώνει ακόμη και τον μέγα παραχαράκτη της ιστορίας, τον Γιάννη Κορδάτο που μονίμως προσάρμοζε επάνω στην μαρξιστική του ιδεολογία την ιστορία, κάνοντας την αγνώριστη[11]

 

Τεκμήριο Δ΄ - Οι αποδομητές, στηριγμένοι στο πλαστό άλλοθι του Μανουήλ Γεδεών, κατηγορούν τους ιστορικούς που δεν ακολουθούν την νοθευμένη εικόνα της Τουρκοκρατίας που παραδίδει

 Προλεγόμενα του Φίλιππου Ηλιού στο: Γεδεών Μανουήλ, «Η πνευματική κίνησις του γένους κατά τον ΙΗ΄ και ΙΘ΄ αιώνα», Ερμής, Αθήνα 1999, σελ. ιγ΄-ιδ΄

 

Δυστυχώς, έτσι έχουν τα πράγματα…

Ο Φίλιππος Ηλιού ομολογεί ευθαρσώς ότι ο Γεδεών ήταν για την ιδεολογική του παράταξη ένα ανέλπιστο «λαχείο»· ήταν ένας συντηρητικός αξιωματούχος του Οικουμενικού Πατριαρχείου που στο έργο του αποφεύγει διαρκώς τις οξείες αντιπαραθέσεις. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα οι Τούρκοι να παρουσιάζονται ως αμέτοχοι θεατές στην Τουρκοκρατία, είτε και να προβάλλονται με θετικό τρόπο με αναφορές στην… «ευημερία των υπό το σκήπτρον των σουλτάνων λαών της Ανατολής»[12]. Από τη μία δηλαδή ο Γεδεών λογόκρινε μαρτυρίες για την καταπίεση του λαού και της παιδείας, και από την άλλη περιέγραφε «μεταρρυθμιστές» Σουλτάνους και τουρκικά τυπογραφεία αφαιρώντας από την Τουρκοκρατία τον πραγματικό υπαίτιο της παρακμής…

Μα γι’ αυτό άλλωστε ένας αντικληρικαλιστής όπως ο Ηλιού, ενδιαφέρθηκε να εκδώσει βιβλίο αφιερωμένο σε έναν συντηρητικό αξιωματούχο του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Το ερώτημα όμως είναι: τη μεγάλη δολιοφθορά του Γεδεών δεν τη γνώριζε ο ιστορικός Φίλιππος Ηλιού;! Μήπως τελικά για τον Ηλιού και την παράταξη του τα ιδεολογικά κίνητρα ήταν τόσο ισχυρά που τελικά προτίμησαν να παραβλέψουν την αλήθεια; Άλλωστε τα ίδια δεν έκανε ο Ηλιού και με τα περίφημα «Ορθόδοξα Συγχωροχάρτια» όπου δείξαμε πως με αποσιωπήσεις κάποιων πηγών, με επιλεκτική εμφάνιση άλλων και με ερμηνευτικά άλματα, εξομοίωσε τα παπικά Συγχωροχάρτια με τις Ορθόδοξες Μετριότητες της Τουρκοκρατίας, πράγμα που μόνο στη φαντασία του συνέβη;!

Και βεβαίως, το σοβαρότερο όλων είναι αυτό που προαναφέραμε: πόσο ανήσυχοι πρέπει να είμαστε άραγε για το γεγονός ότι διέπραξε παραχαράξεις στο υλικό του ένας άνθρωπος που είχε πρόσβαση σε χώρους «απρόσιτους» και «άβατους» και σε μαρτυρίες που «έχουν πια χαθεί», όπως μας λέει ο ίδιος ο Φίλιππος Ηλιού;

 

Τεκμήριο Ε΄ - Από τα χέρια του Γεδεών πέρασαν πολύτιμες μαρτυρίες, γεγονός που πρέπει να αυξάνει την ανησυχία μας για τα αποτελέσματα των ενεργειών του

Προλεγόμενα του Φίλιππου Ηλιού στο: Γεδεών Μανουήλ, «Η πνευματική κίνησις του γένους κατά τον ΙΗ΄ και ΙΘ΄ αιώνα», Ερμής, Αθήνα 1999, σελ. ια΄

 

Τα παραπάνω μόνο ανησυχία εμπνέουν για την πιθανή, οριστική απώλεια μαρτυριών, τις οποίες υπάρχει φόβος να γνωρίσουμε μόνο παραχαραγμένες από το χέρι του Γεδεών… Και μόνο ειρωνικά χαμόγελα προκαλεί η αόριστη καταγγελία για «κάποιους» που «φρόντισαν» να χαθούν σημαντικές μαρτυρίες, τη στιγμή που υπεύθυνος για πρωτοφανή νοθεία των πηγών, ήταν ο τιμώμενος από τον Φίλιππο Ηλιού, Μανουήλ Γεδεών, που άφησε τελικά ένα έργο… κομμένο και ραμμένο στα μέτρα των αποδομητών!
 

Ο Μανουήλ Γεδεών και το «Κρυφό Σχολειό»

Εδώ θα θέλαμε να υπενθυμίσουμε ποια χρήση, ή μάλλον κατάχρηση, του Μανουήλ Γεδεών έγινε από τον πρωτεργάτη πολέμιο του Κρυφού Σχολειού, τον Άλκη Αγγέλου. Βλέπουμε τα όσα έγραψε σχετικά, στον σπόνδυλο που του ανατέθηκε στις σελίδες 366-367 στον 10ο τόμο της Ιστορίας του Ελληνικού Έθνους της Εκδοτικής Αθηνών:

 

Τεκμήριο ΣΤ΄ - Η χρήση των θέσεων του Μανουήλ Γεδεών από τους πολεμίους της έννοιας του «Κρυφού Σχολειού»

Άλκης Αγγέλου, «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους», τόμ. Ι', «Ο ελληνισμός υπό ξένη κυριαρχία, περίοδος 1453-1669, Τουρκοκρατία - Λατινοκρατία», Εκδοτική Αθηνών Α.Ε., Αθήνα 1974, σελ. 366

 

Είναι, καταρχάς, θλιβερό, να βλέπουμε τον Άλκη Αγγέλου ν’ αναφέρεται στο θέμα της παιδείας σαν να είχαμε μια Τουρκοκρατία χωρίς… Τούρκους. Γι’ αυτό, στο κλείσιμο του εικονογραφημένου παραθέματος βλέπουμε ότι η προώθηση της παιδείας στους υπόδουλους αντιμετωπίζεται ως κάτι για το οποίο το μόνο που χρειαζόταν ήταν μια απόφαση της Εκκλησίας στα 1593!

Επίσης, με αμηχανία παρατηρούμε τον Αγγέλου να επικαλείται τον Γεδεών, και κατόπιν να γράφει τα εξής:

«… δεν συνέτρεχε κανένας λόγος η σχετική μαρτυρία ή μαρτυρίες να μείνουν σκόπιμα στην αφάνεια»!

Δεν ξέρει κανείς αν πρέπει να γελάσει ή να κλάψει με το παραπάνω «επιχείρημα»… Δηλαδή ο Άλκης Αγγέλου είχε άγνοια για την κοπτοραπτική του Γεδεών; Είχε άγνοια για την κριτική της Μαμώνη; Δεν ήξερε πόσες απίστευτες αλλοιώσεις των πηγών διέπραξε ο Φαναριώτης ιστορικός, αφήνοντας πλήθος μαρτυριών «σκόπιμα στην αφάνεια»;!

Μήπως τα παραπάνω δείχνουν ακριβώς το θράσος που απέκτησαν οι αποδομητές με άλλοθι τον Μανουήλ Γεδεών, λες και δεν υπήρχαν πλήθος άλλων μαρτυριών (τις οποίες αναλυτικά παρουσίασε ο Γιώργος Κεκαυμένος) που σώθηκαν μέχρι τις μέρες μας, σχετικά με τον εφιάλτη των απαγορεύσεων και των καταπιέσεων της Τουρκοκρατίας;

Όμως, εξαιρετικά ενδιαφέρουσα είναι και η επιλεκτική ανάγνωση της διπλωματικής τοποθέτησης του Γεδεών, ο οποίος σαν άλλη Πυθία, δεν κατηγορεί βεβαίως τους Τούρκους, όμως αφήνει όχι «παραθυράκι», αλλά πόρτα ορθάνοιχτη σε άλλες ερμηνείες, για τις οποίες δίνουμε τον λόγο στον ιστορικό Απόστολο Διαμαντή:

 

Τεκμήριο Ζ΄ - Μια σημαντική επισήμανση σχετικά με την αδυναμία της μαρτυρίας του Μανουήλ Γεδεών για την ελευθερία της παιδείας

 

Απόστολος Διαμαντής, «Η έννοια του Κρυφού Σχολειού στην περίοδο της Τουρκοκρατίας», στο «Νέος Ερμής ο Λόγιος», έτος 2, τεύχ. 4 (ΙΑΝ-ΑΠΡ 2012), σελ. 145

 

Φανταστείτε λοιπόν με τι ιδεολογική φόρτιση έγραφε ο Αγγέλου, που προσπάθησε να μας πείσει ότι μια αναφορά του Γεδεών σε απουσία απαγόρευσης «εν ομαλή καταστάσει πραγμάτων», σήμαινε το ίδιο, σαν να έγραφε ότι σε ολόκληρη την Τουρκοκρατία -που ήταν γεμάτη «μη ομαλές» καταστάσεις-, δεν υπήρξε ποτέ καμία απαγόρευση σχετικά με την παιδεία, τα σχολεία και τους δασκάλους! Διαβάζοντας αυτά και ανατρέχοντας στην προαναφερόμενη θριαμβολογία του Φίλιππου Ηλιού, αναρωτιόμαστε ποιοι είναι τελικά αυτοί που κάνουν «ευλογοφανείς ακροβασίες» και «ζορίζουν στο έπακρο το υλικό τους», αν όχι οι αποδομητές;…

 

Επίλογος

Ως επίλογο, θα θέλαμε να καταγράψουμε μία δική μας εμπειρία από τη σύγχυση που προκαλεί το έργο του Μανουήλ Γεδεών με την επιμονή του να αγνοεί τον ρόλο των Τούρκων στις παθογένειες της Τουρκοκρατίας.

Στην προσπάθεια μας να μελετήσουμε το θλιβερό φαινόμενο των αλλαξοπατριαρχιών (βλ. ένα σχόλιο μας ΕΔΩ), βρίσκαμε διαρκώς μπροστά μας τον Μανουήλ Γεδεών, και δεν μπορούσαμε να καταλάβουμε για ποιον λόγο αναλωνόταν σε επιφανειακές περιγραφές των γεγονότων χωρίς ποτέ να θίγει την ουσία του προβλήματος. Αντιθέτως, την ίδια εποχή με τον Γεδεών, ο λόγιος αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος Χρυσόστομος Παπαδόπουλος († 1938), εξέχουσα προσωπικότητα με τεράστιο και πολύτιμο συγγραφικό έργο, σημείωνε πολύ απλά:

«Αι ενωρίς αρξάμεναι αύται ραγδαίαι πτώσεις και αναβιβάσεις Πατριαρχών, επαυξήσασαι την κακοδαιμονίαν, οφείλονται εις την απληστίαν των κατακτητών, οίτινες κατέστησαν την θέσιν του Πατριάρχου προσοδοφόρον δι’ αυτούς»[13].

Σε μία φράση, ο Χρυσόστομος Παπαδόπουλος περιγράφει τη ρίζα του κακού, πράγμα που ο Γεδεών δεν κάνει σε χιλιάδες σελίδες, αφήνοντας ένα έργο εντελώς ακατανόητο, όπου οι Τούρκοι μοιάζουν απλοί κομπάρσοι και παρατηρητές των γεγονότων! Όλα αυτά που έγραφαν ο Χρυσόστομος Παπαδόπουλος, ο Ζαχαρίας Μαθάς, η νεώτερη Πηνελόπη Στάθη και τόσοι άλλοι, ο Γεδεών δεν τα έβλεπε πουθενά.

Οι Τούρκοι, με το θράσος του κατακτητή νομιμοποιούσαν τις παράνομες και μη ομαλές αλλαξοπατριαρχίες ακόμα και μέσα στα επίσημα αυτοκρατορικά διατάγματα[14], αλλά ο Γεδεών έγραφε ότι με τα διατάγματα αυτά οι Σουλτάνοι έδειχναν «εύνοια» αφήνοντας «ανεπηρέαστες» τις πατριαρχικές εκλογές[15]!

Από την άποψη αυτή λοιπόν, η αποκάλυψη της Κυριακής Μαμώνη σχετικά με τις αθωωτικές για τους Τούρκους, νοθεύσεις των πηγών που έκανε ο Μανουήλ Γεδεών, αποδυναμώνει τους εθνομηδενιστές και αφήνει επιτέλους την κοινή λογική ν’ αναπνεύσει. Και φυσικά, δεν είναι «εθνικιστές» ή «εθνικόφρονες» οι συγγραφείς που αναδεικνύουν την οθωμανική καταπίεση και ασυδοσία, αλλά ήταν ο Μανουήλ Γεδεών αυτός που για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας, παρουσίασε μια πλαστή εικόνα της Τουρκοκρατίας, απαλλαγμένη από τα στοιχεία εκείνα που θα προκαλούσαν οξείες αντιπαραθέσεις με τους κατακτητές.


Σημειώσεις

[1] Χ.Γ. Πατρινέλης, «Γεδεών Μανουήλ», στην Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια (ΘΗΕ), τόμ. 4, εκδ. Μαρτίνος Αθ., Αθήνα 1964, στ. 242.

[2] Μαμώνη Κυριακή, «Τρεις κώδικες της Επισκοπής Μετρών και Αθύρα» (Εταιρεία Θρακικών Μελετών 52), Αθήναι 1956, σελ. 130, σημ. 2.

[3] Βασ. Σταυρίδης, «Εκκλησιαστική Αλήθεια», ΘΗΕ, τόμ. 5 (1964), στ. 526.

[4] Χ.Γ. Πατρινέλης, «Γεδεών Μανουήλ», ΘΗΕ, ό.π., στ. 242.

[5] Μαμώνη Κυριακή, «Τρεις κώδικες …», ό.π., σελ. 131.

[6] Μαμώνη Κυριακή, «Τρεις κώδικες …», ό.π., σελ. 130.

[7] Μαμώνη Κυριακή, «Τρεις κώδικες …», στο ίδιο.

[8] «Εκκλησιαστική Αλήθεια», τόμ. 29 (1909), σελ. 395α.

[9] Μαμώνη Κυριακή, «Τρεις κώδικες …», σελ. 144.

[10] Βλ. Μαμώνη Κυριακή, «Τρεις κώδικες …», σελ. 137, σημ. 1.

[11] Βλ. αυστηρές κριτικές για τον Κορδάτο στο, Σαββίδης Αλέξης, «Μελέτες Βυζαντινής Ιστορίας 11ου - 13ου αιώνα», 2η έκδ., Καρδαμίτσας, Αθήνα 1995, σελ. 75 και στο, Νυσταζοπούλου-Πελεκίδου Μαρία, «Οι βυζαντινές ιστορικές σπουδές στην Ελλάδα», στον συλλογικό τόμο: «Σύμμεικτα», τόμ. 9, Μνήμη Δ.Α. Ζακυθηνού (Μέρος Β΄), ΕΙΕ/ΚΒΕ, ΑΘήνα 1994, σελ. 170.

[12] Γεδεών Μανουήλ, «Η πνευματική κίνησις του γένους κατά τον ΙΗ΄ και ΙΘ΄ αιώνα», Ερμής, Αθήνα 1999, σελ. 126.

[13] Παπαδόπουλος Χρυσόστομος, «Η εξωτερική κατάστασις της Εκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως από της Αλώσεως μέχρι του ΙΗ΄ αιώνος» (μέρος 1ο), στη «Θεολογία», τόμ. Κ΄ (1949), τεύχ. 1, σελ. 8.

[14] Βλ. το σχετικό διάταγμα του 1759 που μεταφράζει ο Σέργιος Μακραίος στην Εκκλησιαστική Ιστορία του, στο: Σάθας N. Κωνσταντίνος, «Μεσαιωνική Βιβλιοθήκη», τόμ. 3, εν Βενετία 1872, σελ. 417.

[15] Γεδεών Μανουήλ, «Πατριαρχικοί Πίνακες», εν Κωνσταντινουπόλει 1890, σελ. 653.

Δημιουργία αρχείου: 6-8-2013.

Τελευταία ενημέρωση: 6-8-2013.