Οι τέσσερις ιεραποστολικές περίοδοι τής Ρωσικής Εκκλησίας * Ο εκχριστιανισμός των Ρώσων * Η Ιεραποστολή τής Ρωσικής Εκκλησίας στην Κίνα μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο * Η Χριστιανική επέκταση εν μέσω διωγμών * Η περίοδος ακμής τής Ιεραποστολής στην Κίνα υπό τον Ιννοκέντιο Φιγκουρόφσκυ στο ξεκίνημα τού 20ού αιώνα * H Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία τετραπλασίασε τις ενορίες της κατά τις δύο τελευταίες δεκαετίες * Οι διωγμοί τών Χριστιανών στην Κίνα κατά τον 18ο αιώνα * Πρώτες Ορθόδοξες Ιεραποστολικές διεισδύσεις στην Κίνα * Αναζωπύρωση της Ρωσικής Ιεραποστολής στο δεύτερο μισό τού 19ου αιώνα
Ιεραποστολές τής Ρωσικής Εκκλησίας Διδάγματα για κάθε Ορθόδοξη Ιεραποστολή από την ιστορία τής Ιεραποστολής τής Ρωσίας στην Κίνα Tού Μακ. Αρχιεπισκόπου Τιράνων και πάσης Αλβανίας Αναστασίου
Πηγή: Ιεραποστολικό βιβλίο τού Μακ. Αρχιεπισκόπου Τιράνων και πάσης Αλβανίας Αναστασίου: "Έως εσχάτου τής γης" σελ. 210-216. |
Η μελέτη της ιστορίας των διαφόρων ιεραποστολικών προσπαθειών είναι πολύτιμη όχι μόνο για τη γνώση του παρελθόντος, αλλά κυρίως για την κατανόηση και την ορθότερη αντιμετώπιση του παρόντος και του μέλλοντος. Γι' αυτό οι σκέψεις που ακολουθούν έχουν μεν αφετηρία τα γεγονότα της Ορθόδοξης Ιεραποστολής στην Κίνα, προεκτείνονται όμως στα σύγχρονα ιεραποστολικά προβλήματα, διότι ακριβώς προσφέρουν αξιόλογο υλικό για την «Ορθόδοξη» τοποθέτηση και λύση τους.
Από τα γεγονότα που εξιστορήθηκαν ανωτέρω αναβλύζουν τα εξής πορίσματα, τα οποία νομίζω έχουν άμεσο ενδιαφέρον για τη νέα Ορθόδοξη Ιεραποστολική μας προσπάθεια.
α) Δυσάρεστα γεγονότα, παράγοντες Ιεραποστολής Στη διάδοση του Χριστιανισμού τα πάντα μπορούν να συντελέσουν, ακόμη και τα πλέον δυσάρεστα, όπως αποδεικνύει η περιπέτεια των Αλμπαζινών αιχμαλώτων. Οι συνεχείς μεταναστεύσεις Ορθοδόξων πληθυσμών -δυσάρεστο εκ πρώτης όψεως γεγονός, το οποίο χαρακτηρίζεται επανειλημμένως ως αιμορραγία των Ορθοδόξων κρατών θα μπορούσε να γίνει πνευματική αιμοδοσία για πολλές περιοχές της Αφρικής, της Ν. Αμερικής και της Ασίας, αν καταβαλλόταν προσπάθεια να τονωθεί η Ορθόδοξη, οικουμενική, ιεραποστολική συνείδηση των μεταναστών. Δεν αρκεί όμως μόνο η πρώτη μεταφύτευση. Αν η πνευματική ζωή των ανθρώπων αυτών είναι ατροφική και δεν ενισχύεται συνεχώς, εκφυλίζεται εύκολα και καταντά παθητικό για την ιεραποστολική εργασία της Εκκλησίας. Αν η πίστη και το Ιεραποστολικό χρέος ήταν κεντρικό χαρακτηριστικό της ζωής των απογόνων των Ρώσων της ανακτορικής φρουράς του Πεκίνου, όπως συνέβαινε με τους Χριστιανούς των πρώτων αιώνων, νομίζω ότι η εξέλιξη της Ορθοδοξίας στην «Αυτοκρατορία του Κέντρου» θα ήταν διαφορετική.
β) Ιεραποστολή και πολιτική Η στενή σχέση ακριβέστερα η υπαγωγή της Ιεραποστολής στη Ρωσική διπλωματική αντιπροσωπεία κατά τον πρώτο ενάμιση αιώνα εξασφάλιζε βεβαίως την άνετη επικοινωνία με τους επίσημους κύκλους, ήταν όμως πολλαπλά δυσμενής. Όχι μόνο αποτελούσε εμμέσως αιτία συγχύσεων για τον ρόλο και το νόημα της Ορθοδοξίας, η οποία φαινόταν άλλοτε σαν «ρωσικό είδος», άλλοτε σαν όργανο της πολιτικής ενός κράτους, αλλά και άμεσα εμπόδισε την Ιεραποστολική δράση των Ορθοδόξων κληρικών.62 Η διάδοση της «Βασιλείας του Θεού» δεν πρέπει να συνδέεται με κοσμικές εξουσίες και πολύ περισσότερο να γίνεται μέσο πολιτικών σκοπιμοτήτων. Οι εργάτες του ευαγγελίου οφείλουν να δρουν ανεξάρτητα από κρατικά σχέδια, όσο και αν αγαπούν την πατρίδα τους. Μόνο η γνήσια, ανυπόκριτη αγάπη μπορεί να μεταγγίσει τη νέα «εν Χριστώ ζωή» στους λαούς.63 Οποιαδήποτε άλλη, έστω λανθάνουσα, κοσμική τάση -οικονομικής, εθνικής, πολιτιστικής επιρροής- μολύνει, «νοθεύει» τον λόγο του Θεού, απομακρύνει το Άγιο Πνεύμα, το οποίο δεν μπορεί να γίνεται αντικείμενο καμιάς «σαρκικής», εγκόσμιας εκμεταλλεύσεως. Και χωρίς το Πνεύμα του Θεού η Ιεραποστολή είναι μια αμαρτωλή και ανόητη χίμαιρα. Η στενή κατά κανόνα σχέση κράτους και Εκκλησίας που υπάρχει στους Ορθόδοξους λαούς -ας έχουμε το θάρρος να το αναγνωρίσουμε, δημιουργεί παρόμοιους κινδύνους και πρέπει από την πρώτη στιγμή να το συνειδητοποιήσουμε, ώστε να το αντιμετωπίσουμε με γνήσιο Χριστιανικό πνεύμα. Κάθε συμβατικότητα η νοθεία -εμφανής ή καλυμμένη- θα οδηγήσει σε αποτυχία.
γ) Ο κίνδυνος της μονομέρειας και της αναβολής Η εγκατάσταση ενός μόνιμου κλιμακίου διανοουμένων κληρικών, για την καλλιέργεια λαογραφικών, φιλολογικών, επιστημονικών μελετών, υπήρξε θαυμάσια ιδέα για τη δημιουργία ενός πνευματικού προγεφυρώματος μέσα στο απρόσιτο, λόγω του φανατικού εθνικιστικού κλοιού, αριστοκρατικό περιβάλλον της Κίνας. Το παράδειγμα και η σιωπηλή ακτινοβολία είναι ασφαλώς τα βασικά στοιχεία κάθε Χριστιανικής Ιεραποστολής. Καθώς φαίνεται όμως δεν αξιοποιήθηκε κατάλληλα αυτή η προσπάθεια, ώστε να δώσει τους αναμενόμενους καρπούς, Τα «προγεφυρώματα» είναι καλά για την προπαρασκευή της πνευματικής εξορμήσεως. Αλλά όταν γίνονται αφορμή να αναβάλλεται συνεχώς ο συστηματικός πνευματικός αγώνας, καταντούν παγίδες. Από όσα δε τουλάχιστον μαρτυρούν τα γεγονότα, οι Ορθόδοξοι κληρικοί που πέρασαν από το Πεκίνο έως τα μέσα του 19ου αι. έπεσαν, χωρίς να το υποπτευθούν, στην παγίδα της αναβολής: απορροφήθηκαν περισσότερο από την επιστημονική εργασία και πολύ λίγο ασχολήθηκαν με τον ευαγγελισμό του λαού. Γι' αυτό το 1860, μετά από δράση 150 ετών, η Ορθόδοξη κοινότητα είχε 200 περίπου ψυχές, αν και είχαν εργασθεί εκεί 155 Ιεραπόστολοι.64 Προσπάθειες καθαρά επιστημονικές χωρίς αντίστοιχη ποιμαντική δράση δεν τελεσφορούν. Θα ήταν βεβαίως άδικο να παραθεωρήσει κανείς τις φοβερές δυσκολίες που δημιουργούσε το κινεζικό κράτος σε κάθε Χριστιανική προσπάθεια. Πνευματική δράση με σύνεση είναι ασφαλώς δείγμα σοφίας. Η παρατεινόμενη όμως αδράνεια λόγω μονομερούς συνέσεως νομίζουμε ότι δεν δικαιούται παρόμοιο χαρακτηρισμό.
δ) Εύκολη θεωρία, δύσκολη εφαρμογή Η εγκύκλιος της I. Συνόδου της Ρωσικής Εκκλησίας του 1864 αποτελεί εν πολλοίς καταστατικό χάρτη Ορθόδοξης Ιεραποστολής. Πολλά σημεία της φαίνονται αυτονόητα. Και απορεί ίσως κανείς, γιατί να τονίζονται επιμόνως σε μία ιεραποστολική προσπάθεια η οποία είχε ιστορία 150 ετών. Αυτό όμως αποκαλύπτει τη βασική αιτία της στασιμότητος της Ιεραποστολής του Πεκίνου. Στην πράξη λησμόνησε τα θεωρητικώς αυτονόητα. Όταν αργότερα τα πρόσεξε, τα πράγματα πήραν διαφορετική τροπή. Πόσες αποτυχίες στην εξωτερική ή εσωτερική Ιεραποστολή οφείλονται σ' αυτή την παράδοξη περιφρόνηση των «αυτονοήτων», τα οποία θεωρητικά αποδεχόμαστε και κηρύττουμε!
ε) Ανάγκη έπαρχων δυνάμεων και οργανώσεως Δεν φθάνει να τεθούν σωστές πνευματικές βάσεις για να έχουμε αποτελεσματική Ιεραποστολή. Η ελάχιστη πρόοδος που παρατηρήθηκε στις τρεις δεκαετίες (1864-1867), παρά τις υφιστάμενες ευνοϊκές συνθήκες, αποτελεί μία ακόμη ιστορική μαρτυρία που συνηγορεί υπέρ αυτής της απόψεως. Δεν είναι δυνατόν να διαδοθεί το ευαγγέλιο σε μια χώρα με τα προβλήματα, τις απαιτήσεις, τον πληθυσμό και την έκταση της Κίνας -ή, στην εποχή μας, της Αφρικής, με λίγους ανθρώπους σ’ ένα η δύο κέντρα. Κάθε ιεραποστολική προσπάθεια χρειάζεται ανάλογη επιστράτευση ανθρώπων. Ακόμη απαιτείται σύστημα και μεθοδική οργάνωση. Αυτό δεν σημαίνει καθόλου «ειδωλολατρία» της τεχνικής και της οργανώσεως. Το Α και το Ω κάθε Ιεραποστολικής προσπάθειας θα παραμείνει η πίστη, η αυταπάρνηση, η βαθιά πνευματική ζωή του εργάτη του ευαγγελίου, τα οποία τον αξιώνουν να γίνεται φορέας της θείας χάριτος. Αλλ' ο Θεός δίνει τη χάρη του για να υπερνικήσουμε όσα υπερβαίνουν τις ανθρώπινες δυνατότητες, όχι για να παραμένουμε στην προχειρότητα και να επαναπαυόμαστε, σε μία επιπόλαιη σπασμωδική προσπάθεια και σ’ ένα αόριστο ενδιαφέρον,
στ) Κατάλληλοι ηγέτες Η καρποφορία που παρατηρείται επί Ιννοκεντίου Φιγκουρόφσκυ αποδεικνύει ότι πνευματικά έργα που παρουσιάζονται στάσιμα και μαραμένα αναπτύσσονται με αλματώδη ταχύτητα όταν τα αναλάβουν οι κατάλληλοι άνθρωποι. Γι' αυτό, αν η εγκύκλιος του 1864 της Ι. Συνόδου της Ρωσικής Εκκλησίας αποτελεί σπουδαιότατο χάρτη πορείας για κάθε μελλοντική κίνηση της Ορθόδοξης Ιεραποστολής, η μορφή του Ιννοκεντίου είναι ένας θαυμάσιος ζωντανός οδηγός γι' αυτή την πορεία. Ηγέτες «τω πνεύματι ζέοντες», με δημιουργική σκέψη, φλογερή πίστη, ακλόνητη αποφασιστικότητα, προπαντός όμως με αγία ζωή, θα κατορθώσουν οπωσδήποτε να δημιουργήσουν διαβάσεις για τη μεταφορά του ευαγγελίου, ακόμη και στις πλέον δυσπρόσιτες περιοχές.
ζ) Αξιοποίηση των μεταναστών Δυστυχώς δεν έχουμε ελεγμένες πληροφορίες για τον αντίκτυπο που είχε το κύμα των Ρώσων προσφύγων στην Ορθόδοξη Ιεραποστολή της Κίνας. Πιθανότερη παρουσιάζεται η άποψη, ότι δημιούργησε μάλλον αναστολή της Ιεραποστολικής δραστηριότατος. Άραγε αυτό να οφείλεται μόνο στη διστακτικότητα των Ορθοδόξων κοινοτήτων να αναπτύξουν ιεραποστολική δράση σ’ ένα κράτος που τους φιλοξενούσε; Ή πρέπει να το αποδώσουμε κυρίως στην απορρόφηση των Ρώσων κληρικών από την προσπάθεια της τονώσεως και πνευματικής οικοδομής των ομοεθνών τους; Μήπως λόγω ελλείψεως ισχυρής οικουμενικής -και συνεπώς ιεραποστολικής- συνειδήσεως, οι Ορθόδοξοι κλείσθηκαν τελικά στον εαυτό τους, ενδιαφερόμενοι μόνο για την «αυτο-οικοδομή» τους, και έθεσαν «την λυχνίαν υπό τον μόδιον»; Το ερώτημα αφορά περισσότερο το σήμερα και το αύριο παρά το χθες. Έχει άμεση σημασία, διότι συνεχώς μεταναστεύουν Ορθόδοξοι σε διάφορα σημεία της οικουμένης. Στην Αφρική υπάρχουν ήδη χιλιάδες Έλληνες. Αν προσπαθήσουμε να τονώσουμε σε κάθε πιστό τη συνείδηση του οικουμενικού Ιεραποστολικού του χρέους, ασφαλώς το δυναμικό της Ορθόδοξης Ιεραποστολής θα αυξηθεί αφάνταστα. Μήπως η συναίσθηση ότι «άμα Χριστιανός άμα Ιεραπόστολος», η οποία υπήρχε στους πιστούς των πρώτων αιώνων, δεν είναι αυτή που μετέφερε το Χριστιανικό μήνυμα στα πλέον απομονωμένα σημεία του τότε γνωστού κόσμου;65 Η έλλειψη αντιθέτως τέτοιας αγωγής οδηγεί σε μια κλειστή αντίληψη απομονωτισμού και τελικά οι μετανάστες μας, αντί να γίνονται «ζύμη» ικανή να δημιουργεί ευεργετικές ζυμώσεις στην περιοχή όπου βρίσκονται, καταντούν να θυμίζουν από πλευράς θρησκευτικής Εβραϊκά γκέτο. Μ’ αυτόν όμως τον τρόπο η Ορθοδοξία μετατρέπεται σε «εθνικό είδος» νοσταλγικών αναμνήσεων και παύει να είναι ζώσα οικουμενική αλήθεια.
η) Μοναχισμός και Ιεραποστολή Πρέπει να προσεχθεί πολύ και να μελετηθεί ο ρόλος των μοναχών στην Ιεραποστολή. Οι μονές υπήρξαν κατά κανόνα τα ορμητήριά της, η καρδιά της πνευματικής ζωής των νέων Ορθοδόξων κοινοτήτων, από την οποία μεταδίδονταν οι ζωογόνοι παλμοί της προσευχής και της αδελφωμένης ζωής. Χωρίς πλήρως αφοσιωμένους ανθρώπους -εντός ή εκτός των παραδοσιακών μονών— «παραδεδωκότας τας ψυχάς αυτών υπέρ του ονόματος του Κυρίου ημών. Ιησού Χριστού» (Πράξεις 15:26), αδέσμευτους από άλλες υποχρεώσεις, χωρίς μόνιμα πνευματικά καταφύγια προσευχής και περισυλλογής, η ιεραποστολική προσπάθεια θα παραμένει άτονη και θνησιγενής. Ασφαλώς η προσφορά λαϊκών ή εγγάμων κληρικών έχει τεράστια σημασία, αλλ' όμως, για να συντονισθεί και να αξιοποιηθεί, χρειάζεται βάση σταθερότερη από μια γενική απόφαση ορισμένων αρμοδίων περί Ιεραποστολής. Η ατονία που παρατηρείται στη μοναχική ζωή της Εκκλησίας μας (1962) αποτελεί εκ πρώτης όψεως σημαντικό μειονέκτημα και για την Ιεραποστολή. Γιατί όμως να αποκλείσουμε ότι ο πόθος της «μαρτυρίας του Ιησού εις τα έθνη» θα οδηγήσει και στην ανακάλυψη της σημασίας της μοναχικής, της ολοκληρωτικά αφιερωμένης ζωής, «του ακολουθείν» «τω Αρνίω όπου αν υπάγη»; (Αποκ. 14:4).
θ) Η μόνη «πολιτική» [… ] Το πάθος της ανεξαρτησίας είναι τόσο ισχυρό σε κάθε λαό, ώστε και από πολιτικής ακόμη πλευράς αποτελεί λάθος η με άμεσο ή έμμεσο τρόπο συνέχιση οποιασδήποτε σοβινιστικής τακτικής. Τέτοιου είδους πολιτική μπορεί ίσως να εξυπηρετεί εφήμερα συμφέροντα ομάδων ή λαών, αποδεικνύεται όμως τελικώς ανόητη και οδηγεί σε κατάρρευση των πνευματικών έργων. Διότι απλούστατα στο βάθος αποτελεί εμπαιγμό του Θεού, ο οποίος «ουκ εστι προσωπολήπτης» (Πράξεις 10:34). Είναι καιρός να συνειδητοποιήσουμε όλοι ότι μόνο μια τακτική ειλικρινούς σεβασμού της προσωπικότητος των λαών και των ατόμων, όσο και ανιδιοτελούς αγάπης και ταπεινής διακονίας τους, μόνο μια «πολιτική» στηριζόμενη αποκλειστικά στο πνεύμα και τους νόμους της «Βασιλείας του Θεού», μπορεί να αποτελέσει τη βάση της Ορθόδοξης Ιεραποστολής.
Σημειώσεις: 62. Βλέπε σημ. 25. 63. Στο πρόσωπο του μεγάλου Ρώσου Ιεραποστόλου της Ιαπωνίας Νικολάου Κασάτκιν (1836-1912) βλέπουμε μια θαυμαστή εθνική αποδέσμευση. Κατά τον Ρώσο-Ιαπωνικό πόλεμο του 1904 όχι μόνο δεν εγκατέλειψε τη θέση του, αλλά με ποιμαντορική εγκύκλιο κάλεσε το ποίμνιό του να εκπληρώσει το εθνικό του χρέος. «Εμείς οι Χριστιανοί, έγραφε, έχουμε μια άλλη πατρίδα, ... την Εκκλησία… γι' αυτό δεν σας εγκαταλείπω, αδελφοί μου και αδελφές μου, και γι' αυτό μένω στην οικογένειά σας, όπως θα έμενα και στη δική μου» (Ν. Struve, «Η ιεραποστολική δράσις της Ρωσικής Εκκλησίας», Πορευθέντες, 1961, σ. 23). 64. K. S. Latourette. A History of Christian Missions in China, N. York 1929, σ. 486, και J. Glazik, μν. έργ., σ. 171-172. 65. Ad. Hamack, Die Mission und Ausbreitung des Christentums in den ersten drei Jahrhunderten, 1924. |
Δημιουργία αρχείου: 16-9-2017.
Τελευταία μορφοποίηση: 16-9-2017.