Οι δύο θάνατοι και οι δύο αναστάσεις και η μέση κατάσταση τών ψυχών * Περί του σώματος ως σκήνους της ψυχής * Ο Άδης και οι κακοδοξίες γι' αυτόν Μέρος 1ο * Τα ζεύγη: Ψυχή-Σώμα και Σάρκα-Πνεύμα * Οι δύο αναστάσεις
Μέρος 1ο Ψυχή και Πνευματικός Θάνατος Οι δύο θάνατοι και οι δύο αναστάσεις Μιχάλης Μαυροφοράκης |
Ομιλία Νο 46. (ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΗ // ΕΠΟΜΕΝΗ)
(Εκφωνήθηκε για πρώτη φορά: 27-11-1992).
Ακούστε την από την ΟΟΔΕ και σε ηχητικό αρχείο MP3
1. Συνέπειες τών παρανοήσεων περί ψυχής Αγαπητοί ακροατές, χαίρετε. Μέχρι τώρα, στα πλαίσια αυτής της εκπομπής, έχουμε εξετάσει λεπτομερώς το θέμα περί ψυχής, ως του νοερού και αόρατου συστατικού του ανθρώπου, που είναι ο φορέας και η βάση της προσωπικότητάς του, και που μαζί με το σώμα συναποτελούν τον όλο άνθρωπο. Αφορμή για τη μελέτη αυτή υπήρξε η κακοδοξία ορισμένων, που αρνούνται την ύπαρξη νοεράς ψυχής στον άνθρωπο, και οι οποίοι, κατά συνέπεια, δέχονται τον άνθρωπο οντολογικά και δημιουργικά ισοδύναμο με τα ζώα. Πιστεύουν δε ότι ο σωματικός θάνατος οδηγεί τον άνθρωπο σε πλήρη ανυπαρξία και εκμηδενισμό, και θεωρούν την Ανάσταση ως δημιουργία εκ του μηδενός. Όπως ακριβώς από την καθημερινή ζωή γνωρίζουμε εμπειρικά ότι το ένα ψέμα φέρνει το άλλο, έτσι και στον χώρο της χριστιανικής δογματικής, όταν κάποιος αλλοιώσει ένα δόγμα της πίστεως και το αντικαταστήσει με μία κακοδοξία, μία πλάνη, ένα ψέμα, τότε αναγκάζεται, για να το αιτιολογήσει, να αλλοιώσει και άλλα δόγματα, με αποτέλεσμα να πνίγεται στο τέλος μέσα σε ένα πέλαγος από κακοδοξίες και πλάνες. Μία κακοδοξία σε ένα θέμα ξεκινά, όπως θα λέγαμε, μία διαδικασία αλυσιδωτής αντίδρασης, που συνεχώς παράγει νέες κακοδοξίες, και το αποτέλεσμα είναι καταστροφικό για την ορθή γνώση και την ορθή πίστη στον Θεό. Και είναι φανερό πως όσο βασικότερο και θεμελιωδέστερο είναι το χριστιανικό δόγμα που αλλοιώνεται, τόσο μεγαλύτερη είναι και η έκταση των επιμέρους κακοδοξιών που ακολουθούν, και βεβαίως τόσο βαθύτερο γίνεται και το χάσμα που χωρίζει τον άνθρωπο από την αλήθεια του Ευαγγελίου και το κέντρο του, που είναι ο Χριστός. Ιδιαίτερα αντιληπτό έγινε αυτό το γεγονός και από τη μελέτη μας γύρω από το ζήτημα της ψυχής, κατά τη διάρκεια της οποίας διαπιστώσαμε, εν μέρει, ότι όσοι κακόδοξα αρνούνται την ύπαρξή της, με την έννοια που η Ορθόδοξη Εκκλησία διδάσκει, υποχρεώνονται εκ των πραγμάτων να διαστρέψουν και άλλα δόγματα και έννοιες της Αγίας Γραφής και να διαστρεβλώσουν πλήθος χωρίων της. Έτσι, η κακοδοξία ότι η ψυχή είναι θνητή και ότι ταυτίζεται καθ' ολοκληρίαν με τον άνθρωπο ως βιολογική και υλική ύπαρξη, οδήγησε όσους την αποδέχονται να διαστρέψουν και την έννοια του Άδου, διότι τι πηγαίνει εκεί αν όχι η ψυχή; Παρομοίως, όμως, αλλοιώνεται και η έννοια της σωτηρίας, της οικονομίας της θείας ενανθρωπήσεως, της Κρίσεως και της Αναστάσεως. Διότι, αν δεχτεί κανείς ότι ο άνθρωπος είναι μόνον η βιολογική οντότητα που βλέπουμε και αντιλαμβανόμαστε δια των αισθήσεων, τότε, κατά ανάγκην, πρέπει να οδηγηθεί στο συμπέρασμα ότι και ο Κύριος, όταν «κατ’ άνθρωπον» πέθανε σωματικά προ της Αναστάσεώς του, εκμηδενίστηκε και ήταν ανύπαρκτος. Και βεβαίως δεν κατέβηκε με την ανθρώπινη ψυχή του στον Άδη, να κηρύξει ελευθερία και σωτηρία στις μέχρι τότε δέσμιες ψυχές των κεκοιμημένων που ευρίσκονταν εκεί. Και ασφαλώς, όταν αναστήθηκε, ξαναδημιουργήθηκε εκ του μηδενός. Αυτές όμως οι δοξασίες, όπως αποδείξαμε, αποτελούν χονδροειδείς πλάνες, που απομακρύνουν τον άνθρωπο από το Ευαγγέλιο της σωτηρίας, ενώ ταυτόχρονα επηρεάζουν αρνητικά και την όλη του αντιμετώπιση της ζωής. Το κακό όμως δεν σταματά εδώ. Ξεκινώντας κανείς από την κακοδοξία περί ανύπαρκτης ανθρώπινης ψυχής, είναι φυσικό να μην μπορεί να κατανοήσει τις έννοιες της πνευματικής Αναστάσεως ή αναγεννήσεως, που συμβαίνει στους πιστούς δια του μυστηρίου του Βαπτίσματος, και εν γένει της εν Χριστώ ζωής του ανθρώπου. Ο άνθρωπος παραμένει σε κατάσταση πνευματικής νεκρώσεως και έχει «μεσάνυχτα», όπως θα λέγαμε, για το μυστήριο της σωτηρίας και του χριστιανικού στόχου. Μη έχοντας ιδέα περί του «έσω ανθρώπου», του «αρραβώνος του Πνεύματος», της πνευματικής αναγεννήσεως, της ανακαινίσεως, της πνευματικής υιοθεσίας, και άλλων παρομοίων εκφράσεων που απαντώνται συχνότατα στην Καινή Διαθήκη, αλλά και έχοντας, με την κακοδοξία περί θνητής ανθρώπινης ψυχής, αποκόψει κάθε πιθανό δρόμο προς την ορθή γνώση, άλλοτε παραδέρνει σε αφύσικες και παιδαριώδεις θεωρίες και, άλλοτε –και συχνότερα– αποφεύγει καν να μιλά για τις έννοιες αυτές, δημιουργώντας ένα είδος «απαγορευτικού φράχτη» γύρω τους.
2. Διπλασιασμός ζωής και θανάτου στην Αγία Γραφή Θεωρώντας ότι αυτές οι έννοιες είναι άμεσα συνυφασμένες με την έννοια της ψυχής, και ότι δίχως αυτές η μελέτη μας για το θέμα αυτό θα ήταν ελλιπής, αλλά και πιστεύοντας ταυτόχρονα ότι είναι θεμελιώδεις στην ορθή κατανόηση της χριστιανικής πίστεως και ελπίδος και του Ευαγγελίου της σωτηρίας, θα επιχειρήσουμε μία μικρή και σχετικά συνοπτική αναφορά σε αυτές. Όλοι μας γνωρίζουμε ότι υπάρχει γέννηση, ότι υπάρχει ζωή, θάνατος, ζωντανοί, νεκροί, και πιστεύουμε στην Ανάσταση. Όμως, παραδόξως, η Αγία Γραφή όλες αυτές τις έννοιες τις διπλασιάζει. Μιλεί δηλαδή για δύο γεννήσεις, δύο ζωές, δύο θανάτους, δύο ειδών ζωντανούς και νεκρούς και δύο ειδών Αναστάσεις. Τα πράγματα φαίνονται κατ’ αρχήν μπερδεμένα και δύσκολα, και δημιουργούν μεγάλο πονοκέφαλο σε όσους δεν διδάσκονται από τη σοφία του Αγίου Πνεύματος, που είναι τεταμιευμένη στην Εκκλησία, αλλά προσπαθούν με προσωπικούς συλλογισμούς και συνδυασμούς, η καθοδηγούμενοι από αιρετικούς ηγέτες, να κατανοήσουν τα αδύνατα χωρία της Αγίας Γραφής. Τα πράγματα όμως είναι απλά, όταν ιδωθούν μέσα από το φωτεινό πρίσμα της διδασκαλίας των Πατέρων της Εκκλησίας, κατά την οποία ο άνθρωπος, ως ύπαρξη, ως δημιουργία, είναι δυσύνθετος, συναποτελούμενος από σώμα και ψυχή. Όπως λοιπόν έχουμε τη βιολογική γέννηση που φέρνει σε ύπαρξη τον άνθρωπο, έτσι έχουμε και μία δεύτερη γέννηση –την αναγέννηση– που αφορά την ψυχή του, και που από την κατάσταση της πνευματικής νεκρώσεως την φέρνει στο φως της ζωής δια του Αγίου Βαπτίσματος. Όπως οι άνθρωποι διακρίνονται, ως προς τη βιολογική τους ζωή, σε ζωντανούς και νεκρούς, παρομοίως διακρίνονται σε ζωντανούς και νεκρούς και ως προς την κατάσταση της ψυχής τους. Όπως πεθαίνουν βιολογικά, έτσι μπορούν να πεθάνουν και πνευματικά. Και όπως υπάρχει η ανάσταση του σώματος, έτσι υπάρχει και η ανάσταση της ψυχής. Αν δεν υπάρχει ψυχή, τότε τι προσδιορίζουν οι συμπληρωματικές έννοιες που αναφέραμε; Αν ο άνθρωπος είναι μόνο σώμα και βιολογική οντότητα, τότε πώς μπορεί να είναι νεκρός ενώ είναι ζωντανός και αντίστροφα; Είτε το ένα θα είναι, είτε το άλλο, αλλά όχι και τα δυο μαζί. Και τι χρειάζεται η δεύτερη γέννηση, η αναγέννηση, εφόσον το σώμα έχει ήδη γεννηθεί και δεν αναγεννάται; Είναι φανερά τα φοβερά διλήμματα που αντιμετωπίζουν όσοι δεν γνωρίζουν η δεν αποδέχονται την ορθή δογματική της Εκκλησίας και παρασύρονται από την πλάνη των διαφόρων αιρέσεων. Και για να ξεπεράσουν τα αδιέξοδα αυτά, άλλοτε ερμηνεύουν τα χωρία αλληγορικά, άλλοτε τα αγνοούν, τα αποσιωπούν η τα βάζουν στο περιθώριο και άλλοτε πάλι τα διαστρέφουν.
3. Η αναγέννηση τού βαπτίσματος Ο στόχος του κάθε ανθρώπου δεν είναι άλλος από το να εισέλθει στη Βασιλεία του Θεού. Ξεκινώντας τη δημόσια δράση του, ο Κύριος αυτήν ανήγγειλε και προέτρεψε τον λαό να αγωνιστεί να εισέλθει σε αυτήν: «Ήλθεν ο Ιησούς εις την Γαλιλαίαν, κηρύσσων το ευαγγέλιον τού Θεού και λέγων ότι πεπλήρωται ο καιρός και ήγγικεν η βασιλεία τού Θεού· μετανοείτε και πιστεύετε εν τω ευαγγελίω» (Μάρκ. 1, 14-15). «Από τότε ήρξατο ο Ιησούς κηρύσσειν και λέγειν· μετανοείτε· ήγγικεν γαρ η βασιλεία τών ουρανών» (Ματθ. 4, 17). Ο νόμος και οι προφήται μέχρι Ιωάννου· από τότε η βασιλεία τού Θεού ευαγγελίζεται, και πας εις αυτήν βιάζεται» (Λουκ. 16, 16). Αλλά πώς μπορεί κανείς να εισέλθει στη Βασιλεία του Θεού, που αλλιώς αναφέρεται και ως Βασιλεία των Ουρανών η Βασιλεία του Χριστού; Ας δούμε την απάντηση που δίνει ο ίδιος ο Κύριος, συνομιλώντας με τον άρχοντα των Ιουδαίων, Νικόδημο, και που αναφέρεται στο τρίτο κεφάλαιο του κατά Ιωάννην Ευαγγελίου: "Απεκρίθη Ιησούς και είπεν αυτώ (δηλαδή στον Νικόδημο): «Αμήν αμήν λέγω σοι, εάν μη τις γεννηθή άνωθεν, ου δύναται ιδείν την βασιλείαν τού Θεού» (Ιω. 3, 3). (Δηλαδή: «Εάν κανείς δεν γεννηθεί άνωθεν, δηλαδή πάλι από τον Θεό, δεν μπορεί να δει ως μέλος τη Βασιλεία του Θεού»). Λέγει προς αυτόν ο Νικόδημος: «Πώς δύναται άνθρωπος γεννηθήναι γέρων ων; μη δύναται εις την κοιλίαν τής μητρός αυτού δεύτερον εισελθείν και γεννηθήναι;» (Ιω. 3, 4) (Δηλαδή: «Πώς μπορεί ένας άνθρωπος να γεννηθεί, ενώ είναι ήδη γέρος; Μήπως μπορεί να μπει για δεύτερη φορά στην κοιλιά της μάνας του και να γεννηθεί ξανά;») Παρατηρήστε πως ο Νικόδημος κάνει δικαιολογημένα αυτή την ερώτηση, μόνο αν ο άνθρωπος είναι μόνον ό,τι βλέπουμε, δηλαδή σάρκα και αίμα, τουτέστιν βιολογικό ον και τίποτε άλλο. Τι του απαντά όμως ο Χριστός; "Απεκρίθη Ιησούς: «Αμήν αμήν λέγω σοι, εάν μη τις γεννηθή εξ ύδατος και Πνεύματος, ου δύναται εισελθείν εις την βασιλείαν τού Θεού· το γεγεννημένον εκ τής σαρκός σαρξ εστιν, και το γεγεννημένον εκ τού Πνεύματος πνεύμά εστιν. Μη θαυμάσης ότι είπόν σοι· δει υμάς γεννηθήναι άνωθεν»" (Ιω. 3, 5-7). Δηλαδή: «Εάν κανείς δε γεννηθεί από νερό και Πνεύμα, δεν μπορεί να μπει στη Βασιλεία του Θεού. Αυτό που έχει γεννηθεί από σάρκα, δηλαδή σύμφωνα με τους βιολογικούς νόμους, είναι σάρκα. Και αυτό που έχει γεννηθεί από το Πνεύμα είναι πνεύμα. Μην εκπλήττεσαι που σου είπα ότι πρέπει να γεννηθείτε πάλι». Εάν όλος και όλος ο άνθρωπος ήταν η σάρκα του, δηλαδή η βιολογική του ζωή, το ζωντανό του σώμα, τι νόημα θα είχαν αυτά που έλεγε ο Χριστός περί δευτέρας γεννήσεως και μάλιστα από νερό και Πνεύμα; Μάλλον θα είχε δίκιο ο Νικόδημος που τα θεωρούσε αδύνατα. Αλλά όμως, επειδή υπάρχει ανθρώπινη ψυχή, που πρέπει να αναστηθεί από τον θάνατο της αμαρτίας –που καθεύδει εκ γεννητής του ανθρώπου εξαιτίας της πτώσεως του προπάτορος Αδάμ– γι’ αυτήν ο Κύριος μιλεί. Και η ψυχή του ανθρώπου ανασταίνεται μόνον όταν ενωθεί με τον Χριστό και ενδυθεί τον Χριστό δια του Αγίου Βαπτίσματος. Τότε μόνον η ψυχή βρίσκει τον δρόμο της σωτηρίας, όταν βαπτιστεί στο νερό και τη ζωογονήσει το Πνεύμα το Άγιον, κατά τον Απόστολο που λέγει ότι: «Ουκ εξ έργων τών εν δικαιοσύνη α εποιήσαμεν ημείς, αλλά κατά το αυτού έλεος έσωσεν ημάς, δια λουτρού παλιγγενεσίας και ανακαινώσεως Πνεύματος Αγίου» (Προς Τίτον 3, 5). Αυτό είναι το Χριστιανικό Βάπτισμα.
4. Πώς πέθανε ο Αδάμ την ίδια μέρα; Για να εισέλθουμε όμως βαθύτερα στα αίτια της καταστάσεως του θανάτου, στην οποία βρίσκεται η ψυχή μέχρι τη στιγμή που θα αναγεννηθεί και θα ζωογονηθεί και θα αναστηθεί δια του Αγίου Βαπτίσματος, πρέπει να ανατρέξουμε στην Εδέμ και στην πτώση του ανθρώπου εξαιτίας της παρακοής στο θείο θέλημα. Στο βιβλίο της Γενέσεως, δεύτερο κεφάλαιο, διαβάζουμε τη μοναδική απαγορευτική εντολή που έδωσε ο Θεός στον άνθρωπο και την οποία ο άνθρωπος παρέβη: "«Και ενετείλατο Κύριος ο Θεός τω Αδάμ λέγων: από παντός ξύλου τού εν τω παραδείσω βρώσει φαγή·» (Γεν. 2, 16) (Δηλαδή: «Και έδωσε εντολή ο Κύριος ο Θεός στον Αδάμ λέγοντας: Από κάθε δέντρο του παραδείσου θα τρως για τροφή»). Από δε τού ξύλου τού γινώσκειν καλόν και πονηρόν ου φάγεσθε απ αυτού· ή δ αν ημέρα φάγητε απ αυτού, θανάτω αποθανείσθε. (Διότι, όποια ημέρα αν φάτε από το ξύλο τής γνώσεως τού καλού και τού κακού, με θάνατο θα πεθάνετε). (Γένεσις β΄ 16-17). Η συνέχεια είναι γνωστή. Ο διάβολος, χρησιμοποιώντας τον όφη ως όργανο, πλησιάζει την Εύα "και είπεν ο όφις προς την γυναίκα: Ου θανάτω αποθανείσθε· (Δεν θα πεθάνετε με θάνατο). Ειδή γαρ ο Θεός, ότι: ή αν ημέρα φάγητε απ αυτού, διανοιχθήσονται υμών οι οφθαλμοί, και έσεσθε ως θεοί γινώσκοντες καλόν και πονηρόν. (Διότι εγνώριζε ο Θεός ότι όποια ημέρα φάτε από το δένδρο αυτό, θα ανοίξουν τα μάτια σας και θα είστε σαν θεοί, που γνωρίζουν το καλό και το κακό). (Γένεσις γ΄ 4, 5). Ας προσέξουμε το: «Όποια ημέρα φάτε, θα πεθάνετε με θάνατο». Δεν τους είπε ότι: «Εάν φάτε, μετά από καιρό θα πεθάνετε», ούτε απλώς: «Εάν φάτε, θα πεθάνετε». Αλλά τους είπε ότι: «Όποια ημέρα φάτε, θα πεθάνετε». Το ίδιο επανέλαβε και ο όφις, αντιστρέφοντας βεβαίως τα πράγματα, και λέγοντάς τους ότι: «Δεν θα πεθάνετε», αλλά «Όποια ημέρα φάτε, θα ανοίξουν τα μάτια σας». Πάλι, και ο όφις τους λέγει ότι: «Όποια ημέρα φάτε, θα ανοίξουν τα μάτια σας», και όχι μετά από καιρό. Στη συνέχεια: "και έφαγον, και διηνοίχθησαν οι οφθαλμοί τών δύο, και έγνωσαν ότι γυμνοί ήσαν". (Και άνοιξαν τα μάτια τους, και κατάλαβαν ότι ήταν γυμνοί -Γένεσις γ΄ 7). Την ίδια ημέρα, την ίδια στιγμή συνέβησαν αυτά. Πράγματι άνοιξαν τα μάτια τους, αλλά δυστυχώς, για να καταλάβουν ότι είχαν χάσει τον Θεοήφαντο Χιτώνα τής Θείας Χάριτος, και ότι είχαν μείνει γυμνοί και εγκαταλελειμμένοι από τις ενέργειες τού Παναγίου Πνεύματος. Και αφού ο Κύριος τους ρωτά, αντί να τους απαγγείλει την καταδικαστική ετυμηγορία, για να τους δώσει την ευκαιρία μετανοίας. Εκείνοι όμως δεν την εκμεταλλεύονται, αλλά μάλλον έμμεσα κατηγορούν τον Θεό· ο μεν Αδάμ την Εύα που έπλασε ο Θεός, η δε Εύα που έφτιαξε τον όφη. Στη συνέχεια ο Θεός τους αποκαλύπτει το Ευαγγέλιο τής Σωτηρίας, τους ντύνει με χιτώνες δερμάτινους (στίχος 21), και τους έβγαλε από τον παράδεισο τής τρυφής. Ας προσέξουμε ότι όλα αυτά συμβαίνουν την ίδια ημέρα τής παρακοής. Άραγε, πέθαναν την ίδια ημέρα με θάνατο, όπως τους είχε προειδοποιήσει ο Κύριος, ή δικαιώθηκε ο Σατανάς που είπε ότι: «δεν θα πεθάνετε»; Η Αγία Γραφή μάς λέγει ότι: "και εγένοντο πάσαι αι ημέραι, ας έζησεν Αδάμ, έτη ενιακοσιά τριάκοντα, και απέθανεν" (Γένεσις ε΄ 5). Πέθανε δηλαδή ο Αδάμ 930 ετών. Τι συνέβη λοιπόν; Μήπως ματαιώθηκε ο λόγος τού Κυρίου που έλεγε ότι «Όποια ημέρα φάτε, θα πεθάνετε»; Για να αποφύγουν το τεράστιο πρόβλημα οι αιρετικοί που δεν δέχονται την υπαρξη νοεράς ψυχής στον άνθρωπο, και για να μην δικαιώσουν φανερά τον διάβολο που είπε: «δεν θα πεθάνετε», καταφεύγουν σε ένα παράλογο λεκτικό ακροβατισμό, χρησιμοποιώντας το χωρίο: Ψαλμός 89, 4: "Ότι χίλια έτη εν οφθαλμοίς σου, Κύριε, ως η ημέρα η εχθές, ήτις διήλθεν, και φυλακή εν νυκτί". Παίρνουν λοιπόν το πρώτο τμήμα τής παρομοίωσης –διότι αυτό τους βολεύει– και το απολυτοποιούν, λέγοντας ότι «χίλια χρόνια ανθρώπινα είναι για τον Θεό μία ημέρα». Καταλήγουν ότι ο Αδάμ, εφόσον έζησε λιγότερο από χίλια χρόνια, δηλαδή 930, άρα πέθανε όντως την ίδια ημέρα. Ποιος σοβαρός μελετητής τής Βίβλου θα μπορούσε να δεχθεί κάτι τέτοιο; Ποιος λογικός και εχέφρων άνθρωπος θα αποδεχόταν μια τέτοια αυθαιρεσία; Ποιος γνήσιος και αμερόληπτος εξηγητής τής αληθείας θα έμενε ικανοποιημένος από μία τέτοια αλλόκοτη και παράδοξη θεωρία; Γι’ αυτό και κάνουμε έκκληση στους οπαδούς τέτοιων κακοδοξιών, να εξετάσουν επιτέλους σε βάθος τα όσα τους «σερβίρουν» οι ηγέτες τους, για να κατανοήσουν το βάθος τής πλάνης που κρύβεται πίσω από αυτά. Και οι μεν αιρετικοί, εφόσον υποστηρίζουν ότι ο άνθρωπος δεν είναι τίποτε άλλο παρά σκέτη σάρκα και βιολογική ζωή που εκμηδενίζεται με τον θάνατο, δεν έχουν άλλη επιλογή παρά να υποστηρίξουν με κάθε τρόπο ότι ο Αδάμ πέθανε όντως την ίδια ημέρα, «τεντώνοντάς» την ημέρα αυτήν σαν λάστιχο, φθάνοντάς την στα 930 χρόνια. Ποια είναι όμως η ορθή διδασκαλία τής Εκκλησίας;
5. Ζωή και θάνατος ψυχής και σώματος Ο άνθρωπος, όπως έχουμε αποδείξει με πολλούς τρόπους, δεν αποτελείται μόνον από σάρκα, αλλά και από νοερά και άϋλη ψυχή που ζωογονεί τη σάρκα. Όταν η ψυχή αποχωρίζεται από τη σάρκα, τότε αυτή πέφτει νεκρή και αποσυντίθεται. Εν όσω όμως η ψυχή είναι ενωμένη με το σώμα, η σάρκα είναι ζωντανή. Η ψυχή όμως δεν είναι αυθύπαρκτη και αυτόνομη, αλλά όπως η ζωή τής σάρκας εξαρτάται από την ένωσή της με την ψυχή, έτσι και η ζωή τής ψυχής εξαρτάται από την ένωσή της με το Δημιουργικό Πνεύμα, τον Πανάγιο Θεό. Η ζωή τής ψυχής είναι η μετοχή στη ζωοποιό ενέργεια τού Αγίου Πνεύματος. Εκείνο που νεκρώνει την ψυχή είναι η αμαρτία, διότι αυτή απομακρύνει τον άνθρωπο από τον Θεό. «Το δε κέντρον του θανάτου η αμαρτία» γράφει ο Απόστολος Παύλος (Α΄ Κορ. 15, 56). Ο ίδιος Απόστολος, γράφοντας προς τους Εφεσίους στην ομώνυμη επιστολή, τους ονομάζει νεκρούς προ του βαπτίσματος, αν και βιολογικά ήταν ζωντανοί. Η αιτία της νεκρώσεώς τους ήταν η αμαρτία. Η δε νεκρωσή τους δεν πρέπει να εκληφθεί ως νέκρωση του σώματος, αλλά της ψυχής τους. «Και υμάς (δηλαδή εσάς), όντας νεκρούς τοις παραπτώμασι και ταις αμαρτίαις υμών συνεζωοποίησεν τω Χριστώ» (Εφ. 2, 1-6). Η αμαρτία, λοιπόν, οδηγεί στον χωρισμό της ψυχής από την πηγή της ζωής, και τότε η ψυχή γεύεται τον πνευματικό θάνατο. Αυτό ακριβώς συνέβη και στον Αδάμ και την Εύα την ημέρα της παρακοής. Η παράβαση της εντολής τους αποστασιοποίησε από τον Θεό αυθημερόν. Έπαψε η κοινωνία του ανθρώπου με τον Θεό στον Παράδεισο της τρυφής, απογυμνώθηκε ο άνθρωπος από τη θεία Χάρη και απομακρύνθηκε και ορατά από τον Παράδεισο, τον χώρο της θεοκοινωνίας. Αυτό ήταν και ο πνευματικός θάνατος του ανθρώπου. Η ψυχή του έπαψε να τρέφεται με τα θεία νάματα και από την κατάσταση του θείου φωτισμού και της θείας ελλάμψεως που απολάμβανε, έπεσε σε βαθύ σκοτάδι – στο σκοτάδι του θανάτου. Αυτός, δηλαδή ο πνευματικός θάνατος, ήταν ο ουσιαστικός θάνατος του ανθρώπου. Ο βιολογικός θάνατος, ο οποίος ακολούθησε μετά από 930 χρόνια, ήταν επακόλουθο του πνευματικού και επετράπη από τον Θεό για την ολική ανόρθωση του ανθρώπου μέσω της Αναστάσεως. Η ψυχή, ενώ προηγουμένως ευφραινόταν με τη θέα του πνευματικού κόσμου και τον συνέδεε με τον υλικό δια του σώματος στη δοξολογία του Θεού, μετά την αμαρτία ξέπεσε, και από δέσποινα και κυρία του σώματος κατήντησε να το υπηρετεί και να είναι υποδουλωμένη στα διάφορα άλογα και σαρκικά πάθη. Απέδρασε από τη στοργική πατρική αγκαλιά του Θεού με την παρακοή και υπέπεσε υπό την εξουσία του δεινάστη και ανθρωποκτόνου διαβόλου με την υπακοή σ’ αυτόν. Αλυσοδέθηκε με τα πνευματικά δεσμά σκότους, με τα οποία δεσμεύονται οι πνευματικές υπάρξεις, και αυτή η κατάσταση ήταν ο Άδης γι’ αυτήν, όταν με τον βιολογικό θάνατο αποχωριζόταν το σώμα. Αυτή η κατάσταση του πνευματικού σκότους, στην οποία εξέπεσε η ψυχή με την απομάκρυνσή της από τον Θεό, ονομάζεται πνευματικός θάνατος και νέκρωση. Στην παραβολή του Ασώτου, όταν ο άσωτος Υιός έφυγε από τον πατέρα και το πατρικό του σπίτι και ξενιτεύτηκε, ο Χριστός με το στόμα του πατέρα, τον ονομάζει «νεκρό» και την φυγή του από το σπίτι κατ’ επέκτασιν την ταυτίζει με θάνατο, έστω και αν ο ίδιος ήταν ζωντανός και βιολογικά υγιής. Ο πατέρας λέγει: «ο αδελφός σου ούτος νεκρός ην και ανέζησεν, και απολωλώς ην και ευρέθη» (Λουκ. 15, 32). Πριν λοιπόν την επιστροφή του, ο Χριστός λέγει ότι ήταν στον θάνατο και στην απώλεια. Φανερά, στην παραβολή αυτή μπορούμε να δούμε στο πρόσωπο του πατέρα τον Θεό και στο πρόσωπο του υιού τον κάθε πεπτωκότα άνθρωπο. Είπαμε προηγουμένως ότι τον πνευματικό θάνατο επακολούθησε ο βιολογικός και αυτό είναι αναμενόμενο, διότι εφόσον απεκόπη η ψυχή από την πηγή της ζωής, και εφ' όσον αφ’ εαυτής δεν έχει ζωογονητικές δυνάμεις, δεν μπορούσε επ’ αόριστον να διατηρεί το σώμα βιολογικά ζωντανό. Γι’ αυτό και επέρχεται φυσιολογικά, μετά την πτώση, ο βιολογικός θάνατος. Διαπιστώνουμε για μία ακόμη φορά πως, όταν κανείς ακολουθήσει την ορθή διδασκαλία της Εκκλησίας, όχι μόνο δεν υπάρχει καμία δυσκολία στην ερμηνεία της Αγίας Γραφής, αλλά αντίθετα όλα ξετυλίγονται φυσιολογικά και αναλύονται με λογικό και εύκολο τρόπο, που ικανοποιεί όχι μόνο τη διάνοια αλλά και το αίσθημα της δικαιοσύνης, της αγάπης και της ελπίδας. Αυθημερόν λοιπόν πέθαναν ο Αδάμ και η Εύα τον πνευματικό θάνατο – τον θάνατο της ψυχής – ενώ ο βιολογικός θάνατος συνέβη εκατονταετίες αργότερα.
6. Παραδείγματα πνευματικού θανάτου Ας δούμε όμως και μερικά ακόμη χωρία που αναφέρονται ευθέως στον πνευματικό θάνατο της ψυχής, στην αποξένωσή της από τον Θεό και στην κατάληξή της στο πνευματικό σκοτάδι. Ας διαβάσουμε το χωρίο Λουκά 1, 78-79, όπου ο προφήτης Ζαχαρίας, γεμάτος από Πνεύμα Άγιο, προφήτευσε λέγοντας: «επεσκέψατο ημάς ανατολή εξ ύψους, (δηλαδή ο Ήλιος της Δικαιοσύνης που είναι ο Κύριος Ιησούς Χριστός), επιφάναι τοις εν σκότει και σκιά θανάτου καθημένοις» (για να λάμψει σ' αυτούς που κάθονται στο σκοτάδι και στη σκιά του θανάτου). Σε προηγούμενες εκπομπές είχαμε δει ότι αυτός είναι ο χαρακτηρισμός για τον Άδη – τον τόπο, η μάλλον την κατάσταση, των νεκρών ψυχών που είναι αποξενωμένες από τον Θεό. Οι άνθρωποι, λοιπόν, γενικά, αλλά ακόμη και αυτός ο λαός του Θεού – οι Ιουδαίοι, στους οποίους ειδικότερα αναφέρεται ο Ζαχαρίας εν Πνεύματι Αγίω – προ της ελεύσεως του Χριστού είναι νεκροί πνευματικά, αν και ζώντες, και κάθονται σε χώρα και σκιά θανάτου. Αλλά και στην εποχή του Χριστού, όσοι δεν πίστευαν στους λόγους του και δεν τον ακολουθούσαν, ως νεκροί χαρακτηρίζονται άμεσα και επί λέξει από τον ίδιο τον Κύριο. Ας προσέξουμε ότι ο χαρακτηρισμός αυτός δεν είναι αλληγορικός η μεταφορικός, ούτε αναφέρεται σε μελλοντική κατάσταση των ανθρώπων αυτών, όπως προσπαθούν να πείσουν μερικοί αιρετικοί, για να μειώσουν το κύρος του χωρίου, αλλά είναι κυριολεκτικός και αφορά την παρούσα κατάστασή τους. «Έτερος δε των μαθητών είπεν αυτώ· (δηλαδή στον Χριστό). Κύριε, επίτρεψόν μοι πρώτον απελθείν και θάψαι τον πατέρα μου. (Κύριε, επίτρεψέ μου, πρώτα να πάω και να θάψω τον πατέρα μου). Ο δε Ιησούς λέγει αυτώ· ακολούθει μοι, και άφες τους νεκρούς θάψαι τους εαυτών νεκρούς.» (Ο δε Ιησούς του λέει: Ακολούθησέ με, και άφησε τους ζωντανούς-νεκρούς να θάψουν τους πεθαμένους νεκρούς τους). (Ματθαίος 8, 21–22) Παρατηρούμε ότι ο Κύριος προτρέπει τον μαθητή Του να Τον ακολουθήσει και να μη πάει σ’ αυτήν την τόσο σημαντική οικογενειακή υποχρέωση της ταφής του νεκρού πατέρα του. Μάλιστα, στο σημείο αυτό, πολλοί αιρετικοί για να αμβλύνουν την έννοια και το περιεχόμενο των λόγων του Κυρίου, παραφράζουν τα λόγια του μαθητή και λένε ότι δεν ήθελε να θάψει, αλλά απλώς να γηροκομήσει τον πατέρα του. Αυτό όμως είναι τελείως εσφαλμένο, διότι η ελληνική λέξη «θάπτω» σημαίνει «τοποθετώ μέσα στη γη ένα νεκρό σώμα» και ποτέ δεν έχει την έννοια που της δίνουν. 7. Η ανάσταση τής ψυχής Πώς όμως γίνεται αυτή η ανάσταση της ψυχής; Με το ζήτημα αυτό, που είναι μεγάλο και ενδιαφέρον και άπτεται άμεσα με τη σωτηρία μας, θα ασχοληθούμε, εάν ο Κύριος θελήσει και όσο μας επιτρέπουν οι πενιχρές μας δυνάμεις, στην επόμενη εκπομπή. Μέχρι τότε, όμως, ας δούμε επί τροχάδην τι λέγει ο Κύριος στο κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο: «Αμήν αμήν λέγω υμίν, ότι ο τον λόγον μου ακούων και πιστεύων τω πέμψαντί με, έχει ζωήν αιώνιον, και εις κρίσιν ουκ έρχεται, αλλά μεταβέβηκεν εκ του θανάτου εις την ζωήν.» (Ιωάννης 5,24) Όποιος λοιπόν ακούει τον ευαγγελικό λόγο και πιστεύει στον Θεό, αυτός μεταβέβηκεν εκ του θανάτου εις την ζωήν. Σαφώς εδώ φαίνεται ότι οι ακούοντες τον λόγο του κηρύγματος, αν και προφανώς είναι βιολογικά ζωντανοί για να μπορούν να ακούνε, εντούτοις χαρακτηρίζονται εμμέσως από τον Κύριο ότι είναι νεκροί, διότι λέγει γι’ αυτούς ότι είναι σε κατάσταση θανάτου. Και σημειώνουμε ότι ο Κύριος δεν λέγει ότι θα μεταβούν από την κατάσταση ψυχικού θανάτου στην κατάσταση πνευματικής ζωής στο μέλλον, αλλά ότι μεταβέβηκαν· δηλαδή είναι ένα γεγονός που συντελείται στην παρούσα ζωή. Στο σημείο όμως αυτό πρέπει να διακόψουμε για σήμερα, διότι ο χρόνος της εκπομπής ολοκληρώθηκε. Πριν σας αποχαιρετήσουμε, τονίζουμε για μία ακόμη φορά ότι ο άνθρωπος, ως ψυχοσωματική οντότητα, με την πτώση οδηγήθηκε σε διπλό θάνατο: – Στον θάνατο της ψυχής του, που είναι η απομάκρυνσή της από τον Θεό, την πηγή της σοφίας και της ζωής, – Και στον θάνατο του σώματος. Από τα οποία, μας λύτρωσε ο ενανθρωπίσας Υιός και Λόγος του Θεού, με την ευδοκία του Πατρός και τη συνεργία του Παναγίου Πνεύματος. Σας ευχαριστούμε που μας παρακολουθήσατε. Ευχαριστούμε επίσης για τον Γιώργο Τσίτο που είχε την επιμέλεια του ήχου. Χαίρετε, και ο Θεός μαζί μας. Απομαγνητοφώνηση Ν. Μ. με χρήση Τ. Ν. |
Δημιουργία αρχείου: 17-4-2025.
Τελευταία μορφοποίηση: 23-4-2025.