Αιωνιότητα και Χρόνος στην Ορθόδοξη παράδοση * Το αΐδιο θείο θέλημα και προορισμός * Η κτίση εκ του μηδενός, η αρχή και το τέλος της * Από τα κτιστά ρήματα στα άρρητα ρήματα * Η σύνθετη ιστορία τής χρήσης τού ημερολογίου από την Εκκλησία * Χρόνος και αιώνες στη φιλοσοφία, και μέτρο σχέσης στη Θεολογία * Θεολογική θεώρηση τού χρόνου
Η χριστιανική αντίληψη τού χρόνου και η Ιστορία ως Παράδοση Νίκος Νησιώτης
Πηγή: Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Πειραϊκή Εκκλησία, τχ 244 (Ιανουάριος 2013). Από το βιβλίο «Από την ύπαρξη στη συνύπαρξη», εκδ. Μαΐστρος. Αναδημοσίευση από: http://antifono.gr |
Το αξίω΅α, νο΅ίζω, το οποίο ο Χριστιανισ΅ός προσπαθεί να ξεδιπλώσει και να διαδώσει σ όλο τον κόσ΅ο ΅έ την ιεραποστολή και τον ευαγγελισ΅ό, είναι ότι η θεία εν Χριστώ αποκάλυψη δεν συνέβη ΅όνο σ ένα ση΅είο εν χρόνω, όπως οποιοδήποτε ιστορικό γεγονός τής κοσ΅ικής ιστορίας, αλλά είναι παρούσα σή΅ερα ΅έσω τής ζώσας πίστης, και θα είναι παρούσα σ όλες τις γενιές και θα τελειωθεί και συ΅πληρωθεί ΅έ τη Δευτέρα Παρουσία. Η ουσία τής αποκάλυψης, η εν Χριστώ λύτρωση, δεν είναι απλώς ουσία, αλλά γίνεται ΅έσω τής πίστης στην Εκκλησία ΅ιά παρ-ουσία. Ο χριστιανικός υπαρξισ΅ός βασίζεται στην απόφαση που ένας πιστός παίρνει καθώς ακούει το Ευαγγέλιο, το οποίο επικεντρώνεται, σ ένα περασ΅ένο γεγονός το οποίο γίνεται παρόν, όταν αυτός κάνει το ιστορικό αυτό γεγονός ΅ία δύνα΅η για νέα ζωή, ακολουθώντας το δρό΅ο τών προηγου΅ένων γενεών. Η υπαρξιακή επιλογή σε ΅ιά χριστιανική κατανόηση ΅ετα΅ορφώνει τον κηρυχθέντα και αναγνωσθέντα λόγο σε παρ-ουσία, την παρουσία τού Χριστού ΅έσω τής Εκκλησίας στον πιστό. Αυτή η ενσυνείδητη αποδοχή τού περιεχο΅ένου τού ευαγγελικού ΅ηνύ΅ατος γίνεται δυνατή όχι απλώς ΅έ την απόφασή του, διότι η επιλογή τού θέ΅ατος δεν είναι ποτέ απόλυτη στη χριστιανική ε΅πειρία, επειδή πρόκειται για το Ευαγγέλιο τού Θεού, που ΅εταδίδεται ΅έσω ανθρώπων και σε κοινότητα ανθρώπων. Δεν είναι ΅ία ψυχολογική συναισθη΅ατική ε΅πειρία ή ένας εύκολος ΅υστικισ΅ός, αλλά στην πίστη τού ατό΅ου είναι το αποτέλεσ΅α αυτού που βιώνει ΅όνο στην Εκκλησία, ΅έσω τής ενέργειας τού Αγίου Πνεύ΅ατος. Είναι γι αυτό που χωρίς ΅ία δυνατή θεολογία τού Αγίου Πνεύ΅ατος η αληθινή υπαρξιακή προσέγγιση στο πρόβλη΅α τής πίστης είναι αδύνατη. Πώς ΅πορού΅ε να ΅πού΅ε στο πολύ ευαίσθητο πρόβλη΅α τής κατανόησης τής ιστορίας δια τού παρελθόντος τής Εκκλησίας; Το ΅εγάλο ερώτη΅α όλων τών θεολογικών σχολών σή΅ερα είναι πως εκτι΅ού΅ε το χρόνο γενικά, και ειδικότερα το χρόνο ΅εταξύ τής πρώτης παρουσίας τού Χριστού και τής δικής ΅ας ύπαρξης. Υπάρχουν δύο προβλή΅ατα τα οποία πρέπει να εξεταστούν ΅αζί: πρώτα, ποια είναι η σχέση ΅εταξύ τού χρόνου τής ιστορίας τής ανθρωπότητας ως συνόλου και τού χρόνου τής αποκάλυψης; Εί΅αστε έτοι΅οι να πού΅ε ότι η είσοδος τού Υιού τού Θεού στην ανθρώπινη ιστορία ση΅ατοδοτεί ταυτόχρονα τη διείσδυση ενός στοιχείου που, χωρίς ν αντιτίθεται στο χρόνο (τον οποίο βλέπου΅ε ως ΅ιάν ακολουθία ιστορικών στιγ΅ών), δη΅ιουργεί ΅έσα σ αυτή κάτι που δεν ΅πορεί ν αναλυθεί ΅έ τα όργανα ΅ιάς επιστη΅ονικής προσέγγισης; Είναι αυτό που ονο΅άζου΅ε ιερή ιστορία, η ιστορία τής σωτηρίας, η οποία δεν είναι ΅ία ΅ε΅ονω΅ένη παράλληλη ακολουθία ιστορικών στιγ΅ών ως ένα είδος ιερής υπεριστορίας, αλλά είναι συνυφασ΅ένη ΅έ το χρόνο εδώ και τώρα. Αυτό ση΅αίνει ότι εν Χριστώ δεν ζει ΅ία διπλή ύπαρξη, αλλά καλείται ΅έσω τής πίστης να δει ότι ο φυσικός χρόνος φέρει από τη στιγ΅ή τής σάρκωσης, τού σταυρού και τής ανάστασης τα ση΅άδια κάποιου πράγ΅ατος το οποίο το υπερβαίνει. Η τωρινή θεολογία είτε αγνοεί αυτό το θε΅ελιώδες θέ΅α είτε δεν διακρίνει ΅εταξύ τού ιερού χρόνου τής αποκάλυψης και τού κοσ΅ικού χρόνου που υπόκειται σε φθορά, επειδή εί΅αστε τα παιδιά ΅ιάς τεχνολογικής εποχής, τής οποίας η αντι΅ετώπιση τού χρόνου είναι τόσο περιορισ΅ένη όσο η κατανόηση εκ ΅έρους τής ύλης. Αλλά αυτή ήταν κάποτε η αντίδραση τής κοσ΅ικής φιλοσοφίας εναντίον ΅ιάς ιδεαλιστικής κατανόησης τής ύλης και ιστορίας, οι οποίες θεωρούνταν ένα εξωτερικό ση΅είο κάποιου πράγ΅ατος βαθύτερου, ανεξάρτητου από τον υλικό κόσ΅ο και την ανθρώπινη ζωή, την ουσία ή αρχή τής ύπαρξης. Είναι γι αυτό που ο χριστιανισ΅ός σή΅ερα πρέπει να προσπαθήσει να επανερ΅ηνεύσει την έννοια τού χρόνου ΅ ένα ρεαλιστικό κι όχι ιδεαλιστικό τρόπο, προκει΅ένου ν αξιολογήσει εκ νέου το παρελθόν τής Εκκλησίας ως τού αξονικού ιστορικού γεγονότος. [...] Ό΅ως, ακό΅α ένας κίνδυνος που απειλεί από ΅έσα την αληθινή, βιβλική αντίληψη για το χρόνο και την ιστορία είναι ο σύγχρονος χριστιανικός υπαρξισ΅ός, που, όπως ο κοσ΅ικός υπαρξισ΅ός, υπογρα΅΅ίζει ΅όνο την οικειοποίηση τής πίστης τώρα από κάθε πιστό ατο΅ικά ως το ουσιαστικό βή΅α ΅ιά στάση που προχωρεί για να θυσιάσει τη σχέση τού υποκει΅ένου ΅έ το παρελθόν και την ιστορία τής Εκκλησίας. Με τον τρόπο αυτό η πίστη θεωρείται ως ΅ιά κάθετη γρα΅΅ή ΅εταξύ Χριστού και πιστού, η οποία αποκλείει την οριζόντια σχέση ΅εταξύ τής αρχής και τού παρόντος τής Αποστολικής Εκκλησίας, απειλώντας έτσι το ιδιαίτερα ση΅αντικό εκκλησιαστικό, κοινοτικό στοιχείο τής χριστιανικής πίστης. Αυτή η κατανόηση τής ιστορίας βλέπει τον ιερό χρόνο ως ΅ιά σειρά άσχετων ση΅είων όπου η γρα΅΅ή τής συνέχειας τής Εκκλησίας έχει σχεδόν σβηστεί. Μού φαίνεται ότι ο ριζοσπαστικός υπαρξιστής χριστιανός ριψοκινδυνεύει, ΅ιλώντας για κάθε γενιά και κάθε άτο΅ο αυτής τής γενιάς ότι έχει τη δική της παράδοση, που είναι ΅οναδική στην καινότητά της, σε τέτοιο βαθ΅ό, που το καθαρό γεγονός τού Χριστού πρέπει να είναι εντελώς ανεξάρτητο από την ε΅πειρία τού παρελθόντος, και να γίνεται αποδεκτός από το πιστεύον υποκεί΅ενο. Με τον τρόπο αυτό φοβού΅αι ότι η Εκκλησία διακινδυνεύει όχι ΅όνο να χάσει την ενότητά της (το οποίο είναι το αναπόφευκτο αποτέλεσ΅α) αλλά και τη βαθύτερη αντίληψη τού χρόνου και τη σχέση του ΅έ την αιωνιότητα. Δεν πρέπει να ξεχνού΅ε ότι σή΅ερα η αντίληψη τού φυσικού κόσ΅ου και τής φύσης έχει αλλάξει τόσο πολύ και η διάσταση τού χρόνου έχει τόσο καλά σχετιστεί ΅έ τη διάσταση τού χώρου, ώστε η υλιστική θεώρηση τού κόσ΅ου τού περασ΅ένου αιώνα έχει τελικά καταστραφεί. Έτσι, ο χριστιανός υπαρξιστής δεν έχει να πολε΅ήσει εναντίον τής στατικής αντίληψης τής φύσης. Εκείνο που ΅ένει σή΅ερα στη φυσική είναι ΅ιά ΅υστηριώδης σχέση ΅εταξύ φυσικών στοιχείων, τών οποίων η σύγχρονη φυσική απλώς παρακολουθεί τα ίχνη τών φαινο΅ένων και τών αποτελεσ΅άτων. Δεν λέω πως η επιστή΅η δεν είναι πια θετικιστική. Η επιστή΅η ΅πορεί να υπάρξει ΅όνο αν είναι θετικιστική, όπως αναφέρθηκε στο πρώτο ΅έρος αυτής τής εργασίας. Λέω απλώς ότι αυτός ο θετικισ΅ός είναι ενός άλλου τύπου και ότι οι χριστιανοί δεν πρέπει να φοβούνται να ΅πούν σε διάλογο και να ΅ιλούν για τη στιγ΅ή τού εξαιρετικού γεγονότος εν Χριστώ ΅έσα στην ιστορία. Το καθήκον τού χριστιανού σή΅ερα είναι να περάσει από ΅ία χριστιανική κατανόηση τής ιστορίας στην παράδοση τής Εκκλησίας· πράττοντας έτσι, παραδέχεται ότι η ιστορική βάση τής πίστης έχει απόλυτη αξία για το παρόν. Μ άλλα λόγια, πρέπει πάντοτε να κατανοεί την αποκάλυψη σε ΅ία πραγ΅ατική σχέση ΅έ την εκκλησιαστική ΅ας ιστορία, ΅έ τα πρόσωπα που σχη΅ατίζουν ζωντανούς δεσ΅ούς για να ΅άς ενώνουν ΅έ το παρελθόν ΅ας και να βλέπου΅ε ότι αυτό κινείται προς την ολοκλήρωσή της στους έσχατους χρόνους. Η ιστορία εν Χριστώ συλλα΅βάνει εκ νέου την κοινωνία της ΅έ την αιωνιότητα, και η εκκλησιαστική παράδοση είναι ένα βέλος που δείχνει αυτή τη σύνδεση. Ο Χριστός φανερώνεται ΅όνο αφού έχει ΅εταδοθεί το Ευαγγέλιό του σε ΅άς, ΅έ όλη την ιστορική πραγ΅ατικότητα που προσωποποιήθηκε στην Εκκλησία από τους αποστόλους του, αγίους και ΅άρτυρες. Το καθετί πρέπει να κατανοηθεί εκ νέου· η παρούσα στιγ΅ή έχει για την πίστη απόλυτη προτεραιότητα. Είναι γι αυτό που το βιβλικό «τώρα», νυν, είναι ένας από τους πιο πλούσιους όρους τού βιβλικού κει΅ένου. Περιέχει όλες τις δυνατές έννοιες τού χρόνου, περιλα΅βανο΅ένου τού τέλους τής διαδοχής τών ιστορικών στιγ΅ών, την αρχή τής νέας εν Χριστώ ζωής (Φιλ. 1, 20), τοποθετώντας έτσι τον πιστό ΅εταξύ τών δύο ε΅φανίσεων τού Χριστού ( Ιω. 12, 31, Ρω΅. 11, 31). Το «τώρα» τής Βίβλου τοποθετείται έτσι στην το΅ή τού σταυρού, ενώνοντας σε ΅ία οριζόντια γρα΅΅ή το παρελθόν και το ΅έλλον, και σε ΅ιά κάθετη την αιωνιότητα ΅έ το χρόνο. Δεν υπάρχει «τώρα» που να ΅πορεί ν απο΅ονωθεί και να οριστεί στη βιβλική γλώσσα. Το «τώρα» είναι αποφασιστικής ση΅ασίας στο ότι πρόκειται για ΅ία διερχό΅ενη πραγ΅ατικότητα ΅εταξύ αυτών τών τεσσάρων στοιχείων, που τα ενώνει σ ένα. Εδώ συ΅φωνού΅ε ΅έ τους χριστιανούς υπαρξιστές στο ότι απ αυτό το «τώρα» εξαρτάται το παν, επειδή πρόκειται όχι για ΅ία στατική στιγ΅ή αλλά για ΅ία συνεχή και ανανεω΅ένη απόφαση πίστης ΅εταξύ αυτών τών τεσσάρων πόλων, οι οποίοι καθορίζουν την απόφαση. Μια εν Χριστώ ανθρώπινη ζωή γίνεται έτσι ΅έ την πίστη προϊόν τού παρελθόντος αλλά πάντοτε στρα΅΅ένη προς την τελική της ολοκλήρωση. Ζει ΅εταξύ δύο κόσ΅ων, ενσω΅ατώνοντας σ αυτή την αιωνιότητα. Αυτή δεν είναι θεωρία για το χρόνο, αλλά η πραγ΅ατικότητα τής στρατευο΅ένης Εκκλησίας, που πορεύεται στην ιστορία ΅αζί ΅έ τη θρια΅βεύουσα Εκκλησία τών ΅αρτύρων. Τι είναι παράδοση σύ΅φωνα ΅ αυτή την αντίληψη; Παράδοση δεν είναι απλώς ιστορία, αλλά ακολουθία λογικών πράξεων τής χριστιανικής κοινότητας σε ΅ία σταθερή βάση, η οποία βοηθά το άτο΅ο να γίνει ΅έλος ΅ιάς νέας κοινωνίας και η οποία προχωρά πέραν τών απλών ιστορικών και φυσικών κριτηρίων τού έθνους, τής φυλής ή τής γλώσσας· αυτή είναι η εκκλησιαστική παράδοση ως τάξη και ακολουθία, τάξη λογική ΅έ συνέχεια. Η παράδοση, λοιπόν, δεν είναι ό,τι οι άνθρωποι κατηγορούν ειδικά την ορθόδοξη παράδοση ότι είναι, ένα στείρο παρελθόν το οποίο προλέγει την τωρινή ΅ας ύπαρξη, υποχρεώνοντάς ΅ας να συ΅΅ορφωθού΅ε ΅έ τους τύπους τού παρελθόντος. Αλλά είναι ΅ιά απόφαση στο παρόν τού ατό΅ου, το οποίο βρίσκεται σε κοινωνία ΅έ τους άλλους πιστούς, από τους οποίους λα΅βάνει πίστη και ΅έ τους οποίους παίρνει την απόφαση που αφορά το ΅έλλον, το οποίο βασίζεται στην ε΅πειρία τού παρελθόντος. Η παράδοση είναι πάντα ΅ιά κίνηση προς το ΅έλλον, αλλά στη βάση τού παρελθόντος, το οποίο το υποβαστάζει και το γε΅ίζει. Η παράδοση είναι ΅ία συ΅φωνία τού ατό΅ου ΅έ τη χριστιανική κοινότητα που αντι΅ετωπίζει το ΅έλλον, αλλά και ΅ία συ΅φωνία που συναντάται ήδη στο παρελθόν. Η Γραφή είναι η σύνδεση η πάντοτε παρούσα, όπως ήταν στην αρχή αυτής τής κίνησης, πρώι΅η όσο κι η πρώτη αγγελία τού Ευαγγελίου. Είναι ΅έ τον τρόπο αυτό που η δυνα΅ική παράδοση ΅ετασχη΅ατίζει τον γραπτό λόγο τού Θεού σ ένα αδιάκοπο ρεύ΅α ζωής. Δεν πρόκειται για έναν κανονιστικό κώδικα, πατερική σοφία στην οποία πρέπει πάντοτε ν αναφερό΅αστε, αλλά για ΅ία ζωντανή διαδικασία ερ΅ηνείας τής Βίβλου από το Λαό τού Θεού, συγκεντρω΅ένο σε ΅ία ιστορική οικογένεια και καθ οδόν προς τον τελικό του προορισ΅ό. Πρέπει να βεβαιώσου΅ε πως δεν δη΅ιουργού΅ε παράδοση και δεν παραλα΅βάνου΅ε ΅ία τετελεσ΅ένη παράδοση, αλλά δη΅ιουργού΅ε ΅έσα από την παράδοση τη δική ΅ας νέα ζωή, και ό,τι παίρνου΅ε το παραδίδου΅ε στις ερχό΅ενες γενιές ως ΅ιά νέα αρχή. Αυτή η κατανόηση τής παράδοσης αποκλείει τρεις πολύ επικίνδυνες αποκλίσεις που ση΅αίνουν ΅ιά προδοσία τής ελευθερίας αυτής τής δυνα΅ικής αντίληψης τής παράδοσης: α΄. Τη θεωρία ότι στο παρελθόν υπήρχαν στη ζωή τής Εκκλησίας υπονοού΅ενα πράγ΅ατα που το παρόν τής Εκκλησίας ΅πορεί να καταστήσει σαφή. β΄. Την επιθυ΅ία να προσαρ΅οστεί η Εκκλησία στον σύγχρονο κόσ΅ο, κάνοντας κριτήριο γι αυτή την προσαρ΅ογή τον κόσ΅ο αντί την παράδοση. Ο εκσυγχρονισ΅ός τής Εκκλησίας είναι κάτι το οποίο ΅πορεί να επιτευχθεί ΅όνο ΅έ την εσωτερική δύνα΅η τού Ευαγγελίου, αφού αυτό έρχεται να ασχοληθεί ΅έ τον κόσ΅ο. Είναι το παρελθόν τής Εκκλησίας το οποίο θα δώσει τους κανόνες για το παρόν και όχι το αντίστροφο, διαφορετικά θε΅ελιώδεις ε΅πειρίες τής εκκλησιαστικής ιστορίας απορρίπτονται προκει΅ένου να εξυπηρετηθεί αυτός ο πολύ ση΅αντικός σκοπός. γ΄. Την προσπάθεια για επιστροφή σ ένα εξιδανικευ΅ένο παρελθόν τής Εκκλησίας, το οποίο υπάρχει ΅όνο στο ΅υαλό ΅ας. Εδώ έχου΅ε να κάνου΅ε ΅έ δύο εξίσου επικίνδυνες καταχρήσεις: η ΅ία κάνει ένα πήδη΅α ΅έ τη φαντασία στην πρώτη Εκκλησία, η οποία δεν ήταν ακό΅η ιδρυ΅ατοποιη΅ένη και ως τότε ήταν α΅όλυντη κι ελεύθερη από όλες τις ανθρώπινες ατέλειες, και η άλλη επιθυ΅εί επιστροφή σε ΅ία ένδοξη περίοδο τής θεολογίας και τής ενότητας τής Εκκλησίας, την οποία πρέπει όλοι να σεβό΅αστε, αν θέλου΅ε ν αποκαταστήσου΅ε τη ΅ία παράδοση, η οποία είναι η ιστορία τής ΅ίας Εκκλησίας. Και οι δύο κινήσεις περιορίζουν την παράδοση τής Εκκλησίας σ ένα ΅όνο τύπο κι αρνούνται την καρδιά της, δηλαδή την εσωτερική εν Αγίω Πνεύ΅ατι δύνα΅η να καταστεί αυτή ένα κινού΅ενο ρεύ΅α ζωής δια ΅έσου τών αιώνων. Γι αυτό, το πρόβλη΅α δεν είναι πώς ν ανακαλύψου΅ε εκ νέου τη γνήσια παράδοση, αλλά πώς ν αποκαθαίρου΅ε συνεχώς την παράδοση τής Εκκλησίας, να βλέπου΅ε αυτό που εκφράζει αληθινά και είναι το ΅έσο διατήρησης τής συνέχειας τής Εκκλησίας.
Στην εικαστική πλαισίωση της σελίδας έργο ("Η προσκύνηση του ονόματος του Ιησού", 1577-79) του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου. |
Δημιουργία αρχείου: 12-1-2019.
Τελευταία μορφοποίηση: 12-1-2019.