Αρχαίοι διωγμοί και Μάρτυρες Ιστορικά στοιχεία για τους αρχαίους διωγμούς κατά των χριστιανών και τους μάρτυρες της Εκκλησίας Θεόδωρος Ι. Ρηγινιώτης
Κεφάλαιο 13 |
Γ. Ιστορικοί του 4ου αιώνα και Πατέρες της Εκκλησίας 1. Είναι αξιόπιστοι συγγραφείς ο Ευσέβιος Καισαρείας και ο Λακτάντιος; Και φτάσαμε αισίως στην αξιολόγηση των πληροφοριών των ιστορικών του 4ου αιώνα, που συνέγραψαν ολόκληρα βιβλία για τους διωγμούς, όπως ο Ευσέβιος και ο Λακτάντιος. Ο Λακτάντιος γεννήθηκε το 259 μ.Χ. στη Βόρεια Αφρική, ήταν άνθρωπος εξαιρετικά μορφωμένος και, με προτροπή του αυτοκράτορα Διοκλητιανού, υπηρέτησε ως διδάσκαλος της ρητορικής στη Νικομήδεια. Έχασε όμως τη θέση του λόγω του πρώτου έδικτου (edictum) εναντίον των χριστιανών, δηλ. του διατάγματος που εξέδωσε ο Διοκλητιανός το Φεβρουάριο του 303 μ.Χ. Το έργο του, που αναφέρεται στους διωγμούς, είναι το De Mortibus Persecutorum («Περί των θανάτων των διωκτών»), στο οποίο «περιγράφονται και παρουσιάζονται ως αποτέλεσμα της οργής του Θεού οι φρικτοί θάνατοι που είχαν οι διώκτες των Χριστιανών Νέρων, Δομιτιανός, Δέκιος, Βαλεριανός, Αυρηλιανός, και οι σύγχρονοι του Λακταντίου Διοκλητιανός, Μαξιμιανός, Γαλέριος και Μάξιμος. Το έργο αυτό έχει χρησιμοποιηθεί ως χρονικό του τελευταίου και μεγαλύτερου σε διάρκεια διωγμού» (πληροφορίες από εδώ). Ο Ευσέβιος Καισαρείας είναι ο συγγραφέας της περίφημης Εκκλησιαστικής Ιστορίας, η αξιοπιστία της οποίας έχει δεχτεί, ιδιαίτερα στην εποχή μας, θυελλώδη κριτική, σε βαθμό που να δούμε αναφορά σε βιβλίο – υποτίθεται ιστορικής έρευνας – που τον χαρακτηρίζει απαξιωτικά «ο γνωστός προπαγανδιστής Ευσέβιος». Η κριτική αυτή, κατά τη γνώμη μας, απλώς οφείλεται στις προκαταλήψεις που διαμορφώθηκαν και καλλιεργήθηκαν εναντίον του χριστιανισμού και της χριστιανικής πλέον ρωμαϊκής αυτοκρατορίας («Βυζαντίου») σε μεγάλη, δυστυχώς, μερίδα πανεπιστημιακών και διανοητών του δυτικού κόσμου. Δείτε σχετικά: Ευσέβιος Καισαρείας. Πρέσβευε τη σκόπιμη διαστρέβλωση της Ιστορίας;, ενώ ολόκληρη την Εκκλησιαστική Ιστορία του μπορείτε να τη διαβάσετε εδώ και εδώ. Ο Ευσέβιος γεννήθηκε το 265 μ.Χ. και κοιμήθηκε το 339 ή 340 μ.Χ. Ο διωγμός του Διοκλητιανού άρχισε το 303 μ.Χ., έφθασε μέχρι την παραίτησή του από το θρόνο το 305 και συνεχίστηκε από το διάδοχό του Γαλέριο ώς το 311. Το 314 άρχισε νέος διωγμός, από το Λικίνιο, κατά παράβαση του Διατάγματος των Μεδιολάνων, που είχε συνυπογράψει ο τελευταίος μαζί με το Μέγα Κωνσταντίνο. Το 320 συνεχιζόταν ο διωγμός, όπως βλέπουμε από το μαρτύριο των αγίων Σαράντα, για την ιστορικότητα των οποίων θα μιλήσουμε παρακάτω. Συνεπώς, όταν πέθανε ο Ευσέβιος είχαν περάσει μόλις τριάντα επτά χρόνια από την έναρξη του προτελευταίου και μεγαλύτερου διωγμού (Διοκλητιανού – Γαλέριου) και τριάντα χρόνια από τη λήξη του, και πολύ λιγότερα χρόνια από το διωγμό του Λικίνιου. Στο διάστημα αυτό η Εκκλ. Ιστορία είχε ήδη γραφτεί, δηλαδή λιγότερο από τριάντα χρόνια μετά τα γεγονότα. Ο Λακτάντιος εκοιμήθη το 325 μ.Χ., ενώ το έργο του για τους διώκτες συντάχθηκε το 314/315 μ.Χ., δηλαδή σε απόσταση μόλις τριών ετών από τα αιματηρά γεγονότα του προτελευταίου διωγμού και ενώ ο τελευταίος ήταν στην αρχή του. Τα χρονικά αυτά διαστήματα, κατά τη γνώμη μας, επιβάλλουν να πάρουμε στα σοβαρά τις πληροφορίες που μας παρέχουν αυτά τα έργα, ιδιαίτερα για το διωγμό των Διοκλητιανού και Γαλέριου, διότι σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα είναι ανόητο να πιστεύουμε πως θα ήταν δυνατόν συγγραφείς (ακόμη κι αν είχαμε στοιχεία ότι ήταν τόσο δόλιοι και αδίστακτοι) να στρεβλώσουν τα γεγονότα ή, πολύ περισσότερο, να επινοήσουν φανταστικά γεγονότα, με ανύπαρκτες σφαγές, βασανιστήρια και μάρτυρες, και, παρόλα αυτά, τα έργα τους να γίνουν αποδεκτά και να θεωρηθούν έγκυρα, αμέσως πάλι μετά τη συγγραφή τους, ενώ ζούσαν ακόμη όχι μόνον οι αυτόπτες μάρτυρες, αλλά και πολλοί πρωταγωνιστές των γεγονότων, όχι μόνο χριστιανοί αλλά και εθνικοί! Αν λοιπόν οι σφαγές που περιγράφει ο Ευσέβιος και οι λοιπές περιπέτειες των χριστιανών κατά τους τελευταίους διωγμούς δεν συνέβησαν ποτέ, ούτε υπήρξαν οι ηρωικοί μάρτυρες και μεγαλομάρτυρες που αναφέρει, θα έπρεπε τουλάχιστον να γνωρίζουμε κάποια απάντηση από πλευράς εθνικών, που να διαμαρτύρεται βεβαιώνοντας ότι πρόκειται για παραμύθια. Και αν υποθέσουμε – όπως ίσως θα φαντάζονται κάποιοι σύγχρονοι ζηλωτές του αρχαίου «εθνισμού» – πως οι χριστιανοί ήταν τόσο πονηροί, ώστε κάθονταν και λεπτολογούσαν κάθε εθνικό σύγγραμμα για να το νοθεύουν κατά το συμφέρον τους ή απλώς να το εξαφανίζουν, θα είχε τουλάχιστον διασωθεί κάποια απάντηση σε αυτές τις αμφισβητήσεις από χριστιανικό χέρι! Εξάλλου, αν οι δύο προαναφερθέντες ιστορικοί γράφουν κάτι αντίθετο με όσα φέρνουν στο φως οι πηγές και τα ευρήματα που αφορούν στους προηγούμενους αιώνες, αυτό ας αξιολογηθεί ανάλογα. Οι πληροφορίες όμως που δεν ανατρέπονται με όσα γνωρίζουμε από άλλες πηγές, αν μη τι άλλο, νομίζω πως είναι συνετό να ληφθούν σοβαρά υπόψιν. Για τους λόγους αυτούς, θεωρώ ότι οι άγιοι μάρτυρες που αναφέρονται στα ιστορικά αυτά έργα, επώνυμα ή ανώνυμα, είναι σωστό να θεωρηθούν ιστορικά πρόσωπα και όχι φανταστικά. Για το διωγμό του Διοκλητιανού στην Εκκλησιαστική Ιστορία του Ευσεβίου (Βιβλίον Η΄), διαβάζουμε εδώ. Ίσως έχει σημασία πως δεν αποκρύπτει ότι πολλοί εκκλησιαστικοί ηγέτες, δηλ. επίσκοποι, με την έναρξη του διωγμού, υποτάχθηκαν και αρνήθηκαν το Χριστό από φόβο («μυρίοι δ᾿ άλλοι την ψυχήν υπό δειλίας προναρκήσαντες προχείρως ούτως από πρώτης εξησθένησαν προσβολής»)· αυτό, κατά τη γνώμη μου, τον απομακρύνει από την κατηγορία ότι παραποιεί τα γεγονότα για να εξιδανικεύσει τους χριστιανούς. Εκτός όμως από αυτό, έχουμε πληροφορίες και από Πατέρες της Εκκλησίας του 4ου αιώνα, κάποιοι από τους οποίους δεν έζησαν τους διωγμούς, αλλά απευθύνθηκαν σε όλο τον κόσμο της εποχής τους, συνεπώς δεν θα παρουσίαζαν χονδροειδή ψεύδη, διακινδυνεύοντας τη γελοιοποίηση. |
Δημιουργία αρχείου: 19-3-2021.
Τελευταία μορφοποίηση: 22-3-2021.