Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Κεντρική Σελίδα

Βιβλία, Διωγμοί, Ιστορία και Ιεραποστολή

Kεφάλαιο 11ο

Περιεχόμενα

Kεφάλαιο 13ο

Αρχαίοι διωγμοί και Μάρτυρες

Ιστορικά στοιχεία για τους αρχαίους διωγμούς κατά των χριστιανών και τους μάρτυρες της Εκκλησίας

Θεόδωρος Ι. Ρηγινιώτης

 

Κεφάλαιο 12

 

Β. Χριστιανικές μαρτυρίες από τον 2ο και 3ο αιώνα μ.Χ.

6. Ο άγιος Κυπριανός Καρθαγένης και ο διωγμός του Δέκιου

Με το διωγμό των χριστιανών από τον αυτοκράτορα Δέκιο εγκαινιάζεται η λεγόμενη «δεύτερη φάση των διωγμών», κατά την οποία έχουμε γενικούς και συστηματικούς διωγμούς, σε ολόκληρη τη ρωμαϊκή αυτοκρατορία, και όχι τοπικούς και ευκαιριακούς, όπως θεωρούνται οι προηγούμενοι διωγμοί.

Μια άμεση πηγή πληροφοριών για το διωγμό του Δέκιου συνιστούν τα κείμενα του αγίου Κυπριανού Καρθαγένης (Καρχηδόνας), τα οποία γράφτηκαν κατά τη διάρκειά του ή αμέσως μετά τη λήξη του. Ο άγιος Κυπριανός κρύφτηκε κατά τον διωγμό αυτό, όχι από δειλία, αλλά για να μην αφήσει το ποίμνιό του ακέφαλο, και στη συνέχεια μαρτύρησε το 258 μ.Χ. κατά το διωγμό του Βαλεριανού.

Από το διωγμό του Δέκιου και τους επόμενους, κυρίως του Διοκλητιανού και του Γαλέριου, αλλά και του Λικίνιου, προέρχονται πάρα πολλοί επώνυμοι μάρτυρες, από εκείνους που τιμούμε τη μνήμη τους κατά τη διάρκεια του έτους. Λεπτομέρειες γι’ αυτό το διωγμό – ο οποίος άρχισε το 249 ή 250 μ.Χ. και έληξε το 251 με το θάνατο του αυτοκράτορα σε μάχη κατά των Γότθων, (όμως αυτό το διάστημα ήταν αρκετό για λουτρό αίματος) – βλ. στο βιβλίο του Α. Γλαβίνα, στο οικείο κεφάλαιο: Ο Δέκιος.

Εδώ παραθέτουμε δύο αποσπάσματα:

«Οι εντυπώσεις που δημιουργήθηκαν για το Δέκιο στους συγχρόνους του και τους μεταγενεστέρους του Χριστιανούς αντικατοπτρίζονται στα λεγόμενα τριών Χριστιανών λογίων, του Επισκόπου Καρχηδόνος Κυπριανού († 258), του διδασκάλου Λακταντίου και του εκκλησιαστικού Ιστορικού Επισκόπου Καισαρείας Ευσεβίου (†339). Ο Κυπριανός αναφέρει ότι ο Δέκιος τόσο πολύ μισούσε τους Χριστιανούς και ιδιαίτερα τους κληρικούς της Εκκλησίας, ώστε με περισσότερη ησυχία θα έβλεπε στη Ρώμη ανταπαιτητή του αυτοκρατορικού θρόνου ή Χριστιανό επίσκοπο σ’ αυτή (Κυπριανού, Επιστολή 49)».

«Σύμφωνα με το αυτοκρατορικό διάταγμα ορίστηκε ημέρα κατά την οποία όλοι οι Χριστιανοί σ' όλη την επικράτεια όφειλαν να εμφανιστούν στις αρμόδιες αρχές και να δηλώσουν αν μένουν πιστοί στο Χριστιανισμό ή επιθυμούν να επανέλθουν στη ρωμαϊκή θρησκεία. Η διαταγή αυτή δεν εξαιρούσε φυσικά ούτε τα ανήλικα ούτε τους δούλους.

Ιδιαίτεροι αστυνομικοί υπάλληλοι, οι φρουμεντάριοι, έτρεχαν σε αναζήτηση των Χριστιανών όχι μόνο στις μεγάλες πόλεις, τη Ρώμη, την Καρχηδόνα, την Αλεξάνδρεια, την Έφεσο και άλλες, αλλά και στα χωριά. Καθένας Χριστιανός καλούνταν ονομαστικά στην επιτροπή και υποχρεωνόταν να προσφέρει θυσία ή να κάψει θυμίαμα, να λοιδορήσει το Χριστό και να ομολογήσει εγγράφως ότι είναι ειδωλολάτρης.

Υπήρξαν Χριστιανοί, οι οποίοι, πριν να φτάσει η προθεσμία παρουσίασής τους στην αρμόδια αρχή, έφευγαν· αυτών οι περιουσίες δημεύονταν και απαγορευόταν σ' αυτούς με θάνατο να επιστρέψουν στον τόπο τους. Όσοι πάλι Χριστιανοί προσέρχονταν με τη θέλησή τους, κατά τον καθορισμένο χρόνο, στις επιτροπές, που αποτελούνταν από τις τοπικές ρωμαϊκές αρχές, ενισχυμένες από πέντε πρόκριτους πολίτες (Κυπριανού, Επιστολή 43,3), και δε δέχονταν να αρνηθούν την πίστη τους, βασανίζονταν και ρίχνονταν στις φυλακές.

Σπανίως, κατά το διωγμό του Δεκίου, οι ομολογητές της πίστης τους Χριστιανοί καταδικάζονταν σε θάνατο. Συνήθως υποβάλλονταν σε φρικτά βασανιστήρια, από τα οποία πολλοί πέθαιναν στα δεσμωτήρια. Ο διωγμός του Δεκίου δε σκόπευε να μειώσει τον αριθμό των Χριστιανών με την καταδίκη τους σε θάνατο. Ο Δέκιος ήθελε την επιστροφή των Χριστιανών στην ειδωλολατρεία και γι’ αυτό σπάνια στην αρχή έχουμε καταδίκες σε θάνατο.

Για τις τοπικές ρωμαϊκές αρχές αποτελούσε εγγύηση και απόδειξη της νομιμοφροσύνης προς τον αυτοκράτορα και της πίστης προς τους ρωμαϊκούς θεούς η έγγραφη ομολογία που έδινε καθένας ότι θυσίασε στους θεούς και τον αυτοκράτορα. Αυτή η πράξη για τους μη Χριστιανούς ήταν καθαρά εξωτερική και τυπική και γι’ αυτό δεν αισθάνονταν καμιά δυσκολία, οποιαδήποτε και αν ήταν τα φρονήματα τους, για τους Χριστιανούς όμως και μάλιστα για τους ευσυνειδήτους ήταν μεγάλος πειρασμός και πρόβλημα ζωής και θανάτου.

Όσοι από τους Χριστιανούς αρνούνταν την πίστη τους και ομολογούσαν ότι «αεί θύων διετέλεσα και νυν επί παρούσιν υμίν κατά τα προστεταγμένα έθυσα και των ιερείων εγευσάμην και αξιώ υμάς υποσημειώσασθαι» λάβαιναν έγγραφη βεβαίωση, ένα πιστοποιητικό, θα λέγαμε, εθνικών και θρησκευτικών φρονημάτων, κάτι παρόμοιο και ανάλογο με τα πιστοποιητικά κοινωνικών φρονημάτων, που αποτελούσαν καθοριστικό στοιχείο της ζωής και δράσης των πολιτών πριν από λίγα χρόνια. Τα βεβαιωτικά αυτά πρωτόκολλα — ορισμένα διασώθηκαν σε πάπυρους — είναι γνωστά στην έρευνα ως libellipersecutionis».

Το διωγμό του Δέκιου ακολουθούν διώξεις από τον αυτοκράτορα Γάλλο, το 252 μ.Χ., με αφορμή την εξάπλωση λοιμού στην αυτοκρατορία, για την οποία οι εθνικοί θεώρησαν υπεύθυνους τους χριστιανούς (ως «υβριστές των θεών»), παρότι οι χριστιανοί επέδειξαν παροιμιώδη αυτοθυσία για την περίθαλψη των εγκαταλειπόμενων ασθενών, θυσιάζοντας ενίοτε και τη ζωή τους (γνωστό το γεγονός από την επιδημία πανώλης στην Αλεξάνδρεια, που καταγράφεται στην επιστολή του αγίου Διονυσίου Αλεξανδρείας και διασώζεται στην Εκκλ. Ιστορία του Ευσεβίου, Βιβλίο Ζ΄).

«Λίγο πριν να εκραγεί ο διωγμός αυτός ο Κυπριανός έστειλε προτρεπτική επιστολή στην Αφρικανική κοινότητα των Θιβαριτανών (AdThibaritanos, deexhortationemartyrii) για να ενισχύσει τους Χριστιανούς στον επικείμενο διωγμό. Έγραφε, λοιπόν, προς το λαό της Θίβαρης:

Προσφιλέστατοί μου αδελφοί, ας μην ταραχθεί κανείς αν δει την κοινότητά μας να διασκορπίζεται εδώ κι εκεί από το φόβο του διωγμού ή αν δει τους αδερφούς να μη συνέρχονται στο ίδιο μέρος και αν δεν ακούει πια τους Επισκόπους να κηρύττουν. Εμείς οι Χριστιανοί, οι οποίοι δεν πρέπει καθόλου να φονεύομεν, αλλά πρέπει να είμαστε έτοιμοι για το θάνατο, δεν μπορούμε να συναθροιζόμαστε στο ίδιο μέρος.

Οποιοσδήποτε αδερφός Χριστιανός βρεθεί τις ημέρες εκείνες χωρισμένος σωματικά και όχι πνευματικά από την κοινότητα του ας μην ταραχθεί βλέποντας τα δεινά της φυγής αυτής· αν κατέφυγε στην ερημιά, μακριά από κάθε άνθρωπο, ας μην εκπλαγεί και φοβηθεί· δεν είναι μόνος· εκείνος που διασώζει παντού το ναό του Θεού αυτός έχει μαζί του τον Θεό. Και αν αυτός που καταφεύγει στην ερημιά ή τα βουνά πέσει σε ληστή ή σε άγριο θηρίο ή τον απειλήσει πείνα ή δίψα ή ψύχος ή καταφύγει στη θάλασσα και τον απειλήσουν κύματα, πρέπει να έχει την πεποίθηση ότι ο Χριστός τον ακολουθεί στις θλίψεις και στενοχώριες και ότι θα του δώσει στην ανάσταση την ανταμοιβή, που του υποσχέθηκε, αν πεθάνει για το όνομα του Χριστού (Κυπριανού, Επιστολή 56)».

«Οι Επίσκοποι της Ρώμης ήταν το πρώτο τέρμα του διωγμού. Ο Κορνήλιος εξορίστηκε στην Centumcelle (CivitaVecchia) και πέθανε στην εξορία. Και ο διάδοχος του, ο γενναιόψυχος Λούκιος, είχε την ίδια τύχη σε λίγο. Στην Καρχηδόνα ο εθνικός όχλος φώναζε τον Κυπριανό στα λιοντάρια, κι αυτή τη φορά όμως ο άγιος αυτός Επίσκοπος γλύτωσε το θάνατο.

Στην Αλεξάνδρεια ο Επίσκοπος Διονύσιος κατόρθωσε, με την παρουσία του, να συγκρατήσει τους Χριστιανούς στην ορθή πίστη. Ο ίδιος ο Διονύσιος με λίγα λόγια αναφέρεται στο διωγμό του Γάλλου:

"αλλ’ ουδέ Γάλλος το Δεκίου κακόν ουδέ προεσκόπησε τι ποτ’ εκείνον έσφηλεν, αλλά προς τον αυτόν προ των οφθαλμών αυτού γενόμενον έπταισε λίθον· ος ευ φερομένης αυτώ της βασιλείας και κατά νουν χωρούντων των πραγμάτων, τους Ιερούς άνδρας, τους περί της ειρήνης αυτού και της υγείας πρεσβεύοντας προς τον Θεόν, ήλασεν, Ουκούν, συν εκείνοις εδίωξε και τας υπέρ αυτού προσευχάς" (Ευσεβίου, εκκλησιαστική Ιστορία, Ζ' 1)», Απόστολος Γλαβίνας, Ο Γάλλος.

 


Kεφάλαιο 11ο

Περιεχόμενα

Kεφάλαιο 13ο


Δημιουργία αρχείου: 16-3-2021.

Τελευταία μορφοποίηση: 19-3-2021.

ΕΠΑΝΩ