Απάντηση στις συκοφαντίες τού Νεοπαγανισμού |
Τα ονόματα Έλλην, Ρωμαίος, Γραικός στην Τουρκοκρατία: 15ος έως αρχές 19ου αιώνα * Λόγοι άρνησης Ελληνικότητας Ρωμαίων και Χριστιανών * Το όνομα Ρωμηός και η ιστορική του σημασία * Η Ελληνική καταγωγή τής Ρώμης * Η "Βυζαντινή" συνείδηση τών απελευθερωμένων Ελλήνων * Η έννοια τής λέξης: "Έλληνας" στους αιώνες * Ρήγας, Φιλικοί, 1821 και εθνική ταυτότητα ή… ‘φούνταις σμερδαλέαις’. Μέρος 3o: οι Απάτες (β) * Η καταγωγή του Ευγένιου Βούλγαρη, η δήθεν «εφεύρεση» της Εικονομαχίας και άλλες … ‘φούνταις σμερδαλέαις’ * Δέκα μικροί μύθοι για το 1821: μια απάντηση σε όσους ταλαιπωρούν την ελληνική ιστορία * Η συμφωνία ‘ητικής’ και ‘ημικής’ αντίληψης ότι τα ‘ρωμαϊκά’ στοιχεία του Βυζαντίου έχουν γραικικά/ελληνικά χαρακτηριστικά
Οι Έλληνες του Δεσποτάτου της Ηπείρου, οι Εικονομάχοι ως σύμμαχοι των Παυλικιανών και περί «αμφισημίας» στην αποδοχή του Βυζαντίου τον 19ο αι. Μέρος 14o Papyrus 52 |
Περιεχόμενα |
Συνεχίζουμε τα κείμενα επάνω σε ζητήματα ελληνικής ταυτότητας με απαντήσεις σε συγκεκριμένα εθνομηδενιστικά επιχειρήματα ή με προσθήκες σε προηγούμενα άρθρα μας.
1. Έλληνες και ελληνόγλωσσοι στο Δεσποτάτο της Ηπείρου με βάση τα Χρονικά των Τόκκων και των Ιωαννίνων (15ος αι.) Πριν μερικές μέρες, ο διαδικτυακός οπαδός του Καλδέλλη, συνέχισε τον ανένδοτο αγώνα για την ανακάλυψη «ρωμαϊκής ταυτότητας άνευ ελληνισμού» στο Βυζάντιο, με δυο αναρτήσεις που είχαν τον τίτλο «εθνολογικές παρατηρήσεις στα Γιαννιώτικα Χρονικά του 15ου αιώνα» και αφορούσαν δύο υστεροβυζαντινά κείμενα, το Χρονικό των Ιωαννίνων και το Χρονικό των Τόκκων. Για να κατανοήσουν οι αναγνώστες το ιστορικό πλαίσιο της περιόδου αυτής, να θυμίσουμε ότι το 1204 οι Λατίνοι της Δ΄ Σταυροφορίας κατέλαβαν και λεηλάτησαν την Κωνσταντινούπολη, κατέλυσαν το Βυζαντινό Κράτος και μοιράστηκαν μεταξύ τους τα εδάφη της Αυτοκρατορίας[1]. Λόγω της κατάστασης αυτής, μέλη επίσημων και ισχυρών οικογενειών του Βυζαντίου από την πρωτεύουσα και άλλα κέντρα της Αυτοκρατορίας, ιδρύουν τρία ελληνοπρεπή κράτη, την Αυτοκρατορία της Νίκαιας (1204-1261), την Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας (1204-1461) και το Δεσποτάτο της Ηπείρου (1204-1449/1479). Στο Δεσποτάτο της Ηπείρου, η εδαφική έκταση και οι ηγεμόνες μεταβλήθηκαν αρκετές φορές. Τα Χρονικά των Ιωαννίνων και των Τόκκων αφορούν τις εξελίξεις στην περιοχή αυτή με επίκεντρο τα Ιωάννινα, από το 1367 μέχρι το 1430 που τελικά παραδόθηκε η πόλη στους Τούρκους. Συγκεκριμένα, το Χρονικό των Ιωαννίνων αναφέρεται στις τελευταίες δεκαετίες του 14ου αιώνα και το Χρονικό των Τόκκων στις πρώτες δεκαετίες του 15ου. Στο Χρονικό των Ιωαννίνων η εξιστόρηση σταματά στο έτος 1399 και πρωταγωνιστεί ο Σέρβος ηγεμόνας Θωμάς (γιος Σέρβου αξιωματούχου και κάποιας Κομνηνής), ο οποίος παρά την αρνητική κριτική που δέχεται από τον Ηπειρώτη χρονικογράφο, βλέπουμε στη διήγηση ότι αντιστέκεται με σθένος στις αλλεπάλληλες επιδρομές διαφόρων Αλβανών φυλάρχων. Στο Χρονικό των Τόκκων (γραμμένο και αυτό από Ηπειρώτη) πρωταγωνιστεί ο Κάρολος Α΄ Τόκκος με καταγωγή από το Μπενεβέντο της Νότιας Ιταλίας, ο οποίος ανέβηκε στον θρόνο για το διάστημα 1411-1429 με αρκετή επιτυχία. Ο σμερδιάκωφ λοιπόν στα δύο κείμενα που ανάρτησε, επικεντρώνεται σε οτιδήποτε φέρει το όνομα «ρωμαίος»/«ρωμαϊκός», αποσιωπά όμως τις σύγχρονες των γεγονότων πηγές που αποκαλύπτουν το εθνοτικό υπόβαθρο των «ρωμαίων» του Δεσποτάτου, ονομάζοντας τους Έλληνες! Αυτοί κατείχαν το σπουδαιότερο κομμάτι της ηγεμονίας: τις πόλεις, τα κάστρα και τα παραθαλάσσια μέρη (αντίθετα, στην ύπαιθρο ο πληθυσμός ήταν μικτός, με Έλληνες, Αλβανούς, Σέρβους και Βλάχους[2]). Έτσι λοιπόν, από τη συσχέτιση των δύο πηγών που βλέπουμε παρακάτω, αντιλαμβανόμαστε ότι το Δεσποτάτο δεν βρισκόταν στα χέρια κάποιων… αγνώστου προέλευσης «ρωμαίων», αλλά ήταν στα χέρια Ελλήνων:
Ανάλογη αποσιώπηση σημαντικής πληροφορίας έχουμε και για τη γλώσσα που επικρατούσε στο Δεσποτάτο. Βεβαίως, στα Χρονικά συναντάμε τη γνωστή περίπτωση όπου λόγω της παράδοσης του ονόματος «ρωμαίος», η ελληνική γλώσσα ονομάζεται και «ρωμαϊκή». Όμως στη χειρόγραφη παράδοση του Χρονικού των Ιωαννίνων υπάρχει αναφορά και στο άλλο ‘ημικό’ όνομα, που είναι «Ελληνική»[3]. Πρόκειται -όπως γράφει ο Δημήτριος Γεωργακόπουλος- για το «Par. Suppl. gr. 252», ένα από «τα χειρόγραφα στα οποία παραδίδεται το κείμενο του Χρονικού [των Ιωαννίνων]» και είναι αυτό «που χρησιμοποιήθηκε για την editio princeps του κειμένου από τον F. Pouqueville, Voyage dans la Grece, Paris 1820-21, τ. V, σσ. 211-269»[4]. Το κείμενο αυτό περιλαμβάνεται και στη σειρά Corpus Scriptorum Historiae Byzantinae (βλ. ‘’Epirotica’’, Bonn 1849):
Τα παραπάνω δεν αποτελούν έκπληξη ασφαλώς. Το «γένος των Ελλήνων»[5] που βασιλεύει στην Αυτοκρατορία της Νίκαιας, οι «Έλλενοι των ποντιακών ασμάτων» [6] στην Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας και οι «Έλληνες»[7] του Δεσποτάτου της Ηπείρου αποτελούν την εθνολογική βάση των τριών ελληνοπρεπών κρατών που προήλθαν όμως από το ίδιο κέντρο, την ύστερη Βυζαντινή Αυτοκρατορία.
Ας προσθέσουμε εδώ και κάτι ακόμα: στο Χρονικό των Τόκκων αναφέρεται η φράση, «τους βασιλείς τους θαυμαστούς, τους φοβερούς ρηγάδες, της Ρώμης, τους προπάτορες της Κωνσταντίνου πόλης» (βλ. ΕΔΩ, δεξιά στήλη). Είχαμε αναφερθεί εκτενώς στο ζήτημα αυτό και με βάση τις πηγές δείξαμε ότι αποτελούν φαντασιώσεις τα περί «λατινικής ρωμαϊκότητας» στο Βυζάντιο. Σε προηγούμενο άρθρο μας, παρουσιάζοντας την ‘ημική’ αντίληψη των Βυζαντινών για τον 10ο αιώνα (παράλληλα με τον 13ο) είχαμε γράψει: «Βλέποντας στο προηγούμενο τεκμήριο τον χαρακτηρισμό των Ρωμαίων της εποχής του Μ. Κων/νου ως ‘ευτελή ανδράποδα’ θα λέγαμε ότι οι βυζαντινοί απαξιώνουν κάθε σχέση και με τους αρχαίους Ρωμαίους. Επιπλέον, ένα σχήμα που περιλαμβάνει στρατιωτική ηγεσία και σύγκλητο (άνευ παρουσίας γυναικών), μαζί με τα σκήπτρα (που δεν αφήνουν απογόνους…), σίγουρα δεν ενδιαφέρεται για ανθρώπινη γενεαλογία αλλά για μεταβίβαση εξουσίας: το σχήμα εννοεί ότι Αυτοκρατορικά σκήπτρα, Πολιτειακή εξουσία, Στρατιωτική ισχύς μεταβιβάστηκαν από την Πρεσβυτέρα στη Νέα Ρώμη».
Συζητάμε σήμερα για ελληνο-ρωμαϊκή ταυτότητα, ακριβώς επειδή οι Βυζαντινοί επιθυμούσαν να αποτελεί μέρος της ταυτότητας τους η Ρωμαϊκή Ιδέα και τάξη πραγμάτων. Κομμάτι του θρύλου της Ρωμαϊκής Ιδέας αποτελούσαν και αυτοί οι προ Κων/πολης Ρωμαίοι βασιλείς των οποίων τα σκήπτρα (μαζί με τη σύγκλητο και τη στρατιωτική ηγεσία) κληρονόμησαν οριστικά η Πόλη του Μ. Κων/νου και οι Νέοι Ρωμαίοι που προήλθαν από το Γένος των Γραικών. Από την άλλη, όταν η Πρεσβυτέρα λατινική Ρώμη κατακτήθηκε από τους βάρβαρους το 476 επί Ρωμύλου Αυγουστύλου, έχασε για πάντα το δικαίωμα στη Ρωμαϊκή Ιδέα. Χωρίς αυτήν, οι φυλές των Λατίνων αποτελούσαν απλώς «ευτελή ανδράποδα», «χυδαίους» και «νόθους». Ήταν οι βάρβαροι που το 800 μ.Χ. επιχείρησαν να κλέψουν το όνομα των Ρωμαίων, ήταν οι αιρετικοί του 1054, ήταν οι φονιάδες του 1204. Η απέχθεια των Βυζαντινών ήταν δεδομένη για τους πλιατσικολόγους Σταυροφόρους και τους Λατίνους αιρετικούς του Πάπα. Βεβαίως, δεν είναι περίεργο σε εποχές παρακμής, ένας ελληνικός πληθυσμός στα Ιωάννινα να συσπειρώνεται για λόγους επιβίωσης γύρω από έναν ικανό ηγέτη κι ας είναι Λατίνος, αλλά η ιστορία απέδειξε ότι η σχέση με τους Φράγκους παρέμεινε πάντα μια σχέση αμοιβαίας αντιπάθειας και μίσους. Ας πάψουν επιτέλους οι απελπισμένοι Καλδελλικοί να συγχέουν τον θρύλο της Ρωμαϊκής Ιδέας με δήθεν αναζητήσεις των Βυζαντινών για «αρχαίες λατινικές γενεαλογίες»…
2. Η προδοσία των Εικονομάχων Πριν λίγες ημέρες ο σμερδιάκωφ ανάρτησε μια θεωρία περί δήθεν «ρωμαϊκής εθνικής ταυτότητας», βασισμένος στο βιβλίο «The Concept of the Elect Nation in Byzantium» κάποιου Shay Eshel. Παρά τις φιλότιμες προσπάθειες μας, δεν καταφέραμε να βρούμε ούτε μία βιβλιογραφική αναφορά που να επικαλείται κάποιο βιβλίο, άρθρο ή σκέψη του ανθρώπου αυτού. Κατά συνέπεια, μόνο στο μέλλον θα μάθουμε αν κάτι από όσα έγραψε για τη Βυζαντινή ταυτότητα θεωρήθηκε άξιο λόγου. Εμείς πάντως δεν έχουμε το βιβλίο, αλλά αντλούμε από το blog του σμερδιάκωφ κάτι εντελώς παράδοξο που παρέθεσε από το βιβλίο του Shay Eshel: «Στα μάτια των εικονομάχων, οι εικονόφιλοι ήταν ‘προδότες’ επειδή ‘συνωμοτούσαν’ με τους αλλοδαπούς κατά της βασιλείας, της πολιτείας και τους έθνους». Η απορία που γεννάται από τη συγκεκριμένη αναφορά είναι για ποιον λόγο τα περί «προδοσίας» και «συνωμοσίας» με εξωτερικούς εχθρούς εμφανίζονται σαν επιχείρημα που ανήκει αποκλειστικά στους Εικονομάχους! Καταρχάς η μομφή περί «προδοσίας» ενάντια στους Εικονόφιλους θα φαίνονταν ακόμα και την εποχή εκείνη ως ανίσχυρο ψευδοεπιχείρημα αφού η Ρώμη δεν εμφανίστηκε ξαφνικά να έχει λόγο σε δογματικά θέματα. Ίσα-ίσα η παρέμβαση της Ρώμης ήταν παραδοσιακά αποδεκτή στα πλαίσια της Πενταρχίας (όχι βεβαίως με τη μορφή του διοικητικού ‘Πρωτείου’). Αντιθέτως, οι Ορθόδοξοι είχαν πολύ ουσιαστικότερα επιχειρήματα για να χαρακτηρίσουν προδότες τους Εικονομάχους που προστάτευαν τους Παυλικιανούς, τη ληστρική αίρεση που είχε φτάσει στο σημείο του «πραιδεύειν την Ρωμανίαν» [8]:
Μάλιστα, το ζήτημα ήταν εξαιρετικά σοβαρό διότι οι Παυλικιανοί, όταν διώχθηκαν από τους Αρμένιους Μονοφυσίτες του Πατριάρχη Ναρσή Γ΄, συμμάχησαν με τους Άραβες για να τους αντιμετωπίσουν και κατόπιν διέφυγαν προς το Βυζάντιο όπου και εμφανίστηκαν για πρώτη φορά στα μέσα του 7ου αιώνα:
Παρά το γεγονός λοιπόν ότι οι Παυλικιανοί ήταν διαρκώς ύποπτοι για συνεργασία με τους μεγαλύτερους εχθρούς του Βυζαντίου, ο Κων/νος Ε΄ τους προστάτεψε με αποτέλεσμα η «γάγγραινα» αυτή να διογκωθεί[9]:
Τελικά, η συμμαχία Εικονομάχων- Παυλικιανών είχε ως αποτέλεσμα οι αιρετικοί να αποθρασυνθούν: όπως μας λέει ο Πέτρος Σικελιώτης, συμπεριφέρθηκαν ως εχθροί του κράτους και επί δεκαετίες ρήμαζαν το Βυζάντιο σφάζοντας, λεηλατώντας, βιάζοντας και κάνοντας δουλεμπόριο με τους Άραβες:
Να επισημάνουμε ότι ο Πέτρος Σικελιώτης (PG 104,1293) διαψεύδει πως η επιθετικότητα των Παυλικιανών οφείλεται δήθεν σε διώξεις του Μιχαήλ Ραγκαβέ (811-813). Όπως βλέπουμε, οι μαζικές δολοφονίες, οι λεηλασίες και το δουλεμπόριο είχε ξεκινήσει ήδη «από Ειρήνης της Αυγούστης» (797-802) η οποία μάλιστα δεν πείραξε τους Παυλικιανούς αφού είχε άλλα προβλήματα να επιλύσει[10]. Είναι λοιπόν παράδοξο ότι ο Shay Eshel θεωρεί ορθή μια μονόπλευρη επιχειρηματολογία περί «προδοτών» και «συνωμοτών» χωρίς να λάβει υπόψη του ότι και οι Εικονόφιλοι θεωρούσαν προδότες της πίστης και της πατρίδας τους Εικονομάχους. Μάλιστα, ακόμα και οι ίδιοι οι Εικονομάχοι αντιλήφθηκαν τελικά το σφάλμα τους και αναγκάστηκαν επί Θεοφίλου (829-842) να πολεμήσουν σκληρά με τους αιρετικούς σαν να επρόκειτο ακριβώς για εχθρούς του κράτους[11] (περισσότερα περί Παυλικιανών ΕΔΩ).
3. Τα περί «διαμάχης για το σχήμα της ιστορίας του ελληνικού έθνους» (19ος αι.) Πριν λίγο καιρό, είδαμε ένα διαδικτυακό άρθρο αναρτημένο σε blog το οποίο αναφερόταν στην ταυτότητα των Ελλήνων κατά την περίοδο 1800-1850 (είχε πρωτοδημοσιευτεί στον ιστότοπο metafysiko.gr). Επειδή όμως εξετάσαμε τις πηγές που επικαλέστηκε το κείμενο και καταλήξαμε σε εντελώς διαφορετικά συμπεράσματα, καταγράφουμε εδώ τα σχετικά τεκμήρια. Το διαδικτυακό κείμενο αφορά ακριβώς αυτό που είχαμε διατυπώσει στο προηγούμενο άρθρο μας σχετικά με τη λειτουργία του Διαφωτισμού ως υστερογενή παράγοντα διάσπασης, γεγονός που δημιούργησε σε κάποιους την εντύπωση ότι η ιστορική ενότητα Αρχαιότητας-Βυζαντίου-Νεώτερων Ελλήνων συντελέστηκε κατά τον 19ο αιώνα! Φυσικά, πρόκειται για σφάλμα. Σύμφωνα με τις πηγές (περισσότερες ΕΔΩ), η ιστορική ενότητα υπήρχε σε όλη την Τουρκοκρατία, απλά ο Διαφωτισμός εισήγαγε στον τόπο μας την υποτίμηση του Βυζαντίου δημιουργώντας δύο αντίπαλες ομάδες: αυτούς που υπερασπίζονταν την παράδοση του τρίσημου σχήματος που ίσχυε για αιώνες και τους βαθύτερα δυτικόπληκτους που αφαιρούσαν από το σχήμα αυτό το Βυζάντιο, διατηρώντας μόνο την Αρχαιότητα και το 1821. Το διαδικτυακό κείμενο λοιπόν, εμφανίζει τον Κολοκοτρώνη, τον Παπαρρηγόπουλο και τις Επαναστατικές Εθνοσυνελεύσεις ως δήθεν «αμφιταλαντευόμενους» ανάμεσα στις δύο αυτές ομάδες, κάτι που στην πραγματικότητα δεν ισχύει:
Όπως είχαμε αναφέρει, ο Ν. Σαρίπολος ήταν από εκείνους που απέρριψαν την παράδοση και ασπάστηκε το νεόκοπο τότε Διαφωτιστικό σχήμα. Έτσι, αυτά που υποστήριζε ήταν απλώς έκφραση της ιδεολογίας του και όχι η πραγματικότητα αφού στα έγγραφα του 1821, Αρχαία Ελλάδα, Βυζάντιο και Νεώτερη Ελλάδα αποτελούν τις τρεις ιστορικές περιόδους του ελληνισμού. Το ίδιο ίσχυε και για τον Κολοκοτρώνη τον οποίο όμως το διαδικτυακό κείμενο κακώς θεωρεί εκφραστή αυτής της «αμφισημίας»:
Όπως βλέπουμε, «αμφισημία» δεν υπάρχει στην ομιλία του Κολοκοτρώνη. Κι αν ακόμα θεωρήσουμε ότι προκρίνει το όνομα Έλληνας σε σχέση με τα Ρωμαίος ή Γραικός, όμως το Βυζάντιο παραμένει για τον Κολοκοτρώνη υποδουλωμένη ελληνική γη.
Τα επόμενα δύο παραδείγματα αφορούν τον Παπαρρηγόπουλο, όπου οι παρανοήσεις του διαδικτυακού άρθρου περί αρχαίων Μακεδόνων και Βυζαντινών οφείλονται οπωσδήποτε σε ελλιπή εξέταση των βιβλίων που σχολιάζονται:
Οι διατυπώσεις επιβεβαιώνουν το προφανές: Οι Μακεδόνες όχι μόνο είναι γνήσιοι Έλληνες όπως όλοι οι άλλοι Έλληνες, αλλά είναι φορείς και νόμιμοι κληρονόμοι του ελληνικού πολιτισμού, είναι εκείνοι στους οποίους παραδόθηκε η ελληνική πολιτισμική παρακαταθήκη. Ως προς την άποψη τώρα, ότι ο Παπαρρηγόπουλος αποδέχτηκε το Βυζάντιο ως κομμάτι της ελληνικής εθνικής ιστορίας μετά το 1853, ασφαλώς δεν ισχύει με βάση όσα έγραψε ο ίδιος στον 2ο τόμο της ιστορίας του. Θυμίζουμε ότι ο τόμος αυτός εκδόθηκε το 1852, βλέπουμε όμως πως η έκδοση του 1849 είχε ήδη τον τίτλο «Βιβλίον πρώτον». Κατά συνέπεια, το αργότερο στην περίοδο που τυπωνόταν ο τόμος του 1849, ο Παπαρρηγόπουλος είχε στα χέρια του κάποιο υλικό που προοριζόταν για έναν 2ο τόμο. Αν σκεφτούμε πόση δουλειά χρειάστηκε για μελέτη, συλλογή τεκμηρίων, τελική σύνθεση και τυπογραφική επεξεργασία σε μια εποχή που δεν υπήρχαν υπολογιστές και διαδίκτυο, καταλαβαίνουμε ότι οι ιδέες που αποτυπώνονται στα 1852 είχαν οπωσδήποτε υιοθετηθεί αρκετά πιο πριν:
Όπως βλέπουμε, όχι μόνο δεν υπάρχει «αμφισημία», αλλά αντιθέτως, ο Παπαρρηγόπουλος υπερασπίζεται το Βυζάντιο απέναντι στους Ευρωπαίους. Η διατύπωση ότι στο Βυζάντιο οφείλουμε κατά μεγάλο μέρος την εθνική μας ταυτότητα δηλώνει απόλυτη αποδοχή του Βυζαντίου ή έστω του βυζαντινού ελληνισμού στο τρίσημο σχήμα, όπως άλλωστε και η αναφορά σε Έλληνες που πολεμούν τους Άραβες ή σε Έλληνες που συντελούν στη δημιουργία του κράτους της Νίκαιας το 1204. Σημειώσεις: [1] Για την ιστορική αναδρομή που παραθέτουμε βλ. Λέανδρος Βρανούσης, «Η Ιστορία των Ιωαννίνων», εγκυκλ. Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα, τόμ. 31 [CD-ROM]. [2] Βογιατζίδης Ιωάννης, «Συμβολή εις την μεσαιωνικήν ιστορίαν της Ηπείρου», Ηπειρωτικά χρονικά 1 (1926), σελ. 76. [3] Είχαμε αναφέρει και πάλι ότι οι ελληνοφοβικοί έχουν αναγάγει σε επιστήμη την εργαλειακή χρήση του ονόματος «Ρωμαίος»… Ξέρουμε ότι στο Βυζάντιο, η γλώσσα ή η παιδεία αναφέρονταν και με το όνομα «ρωμαϊκή», όμως γνώριζαν την προέλευση των πολιτισμικών τους αγαθών και ήταν υπερήφανοι γι’ αυτά. [4] Γεωργακόπουλος Δημήτριος, «Νέα στοιχεία για την παράδοση του Χρονικού των Ιωαννίνων», Ζ΄ Συνάντηση Βυζαντινολόγων Ελλάδος-Κύπρου, Κομοτηνή 2011, σελ. 316. [5] Ι. Σακελλίων, «Ανέκδοτη επιστολή του αυτοκράτορος Ιωάννου Δούκα Βατάτση», Αθήναιον 1 (1872), σελ. 373. [6] Ανδρεάδης Χρήστος, «Σύνθετα και Παράγωγα του ονόματος Έλλεν-Έλλενος στα Ποντιακά Δημοτικά Τραγούδια», Αρχείον Πόντου 38 (1983), σελ. 577-597 [εδώ, σελ. 597]. [7] «Ανωνύμου Πανηγυρικός», στο Λάμπρος Σπυρίδων, «Παλαιολόγεια και Πελοποννησιακά», τόμ. Γ΄, Επιτροπή εκδόσεως των καταλοίπων Σπυρίδωνος Λάμπρου, εν Αθήναις 1926, σελ. 194 (βλ. και εισαγωγή σελίδες κε΄-κς΄). [8] Πέτρος Σικελιώτης, «Ιστορία χρειώδης έλεγχος τε και ανατροπή αιρέσεως των Μανιχαίων», PG 104, 1301Β. Ο Μ. Φώτιος χαρακτηρίζει «απατηλό» και «προδότη» τον Παυλικιανό Χρυσόχειρα (επιστολή ΚΣΤ΄, PG 102, 945Α). [9] Βλ. και PG 110, 932B-933A όπου ο Γεώργιος Μοναχός χαρακτηρίζει «Παυλικιανό» τον Κοπρώνυμο. [10] Αναστασίου Ιωάννης, «Οι Παυλικιανοί», Αθήναι 1959, σελ. 59. [11] Στο ίδιο, σελ. 66. |
Δημιουργία αρχείου: 21-8-2018.
Τελευταία μορφοποίηση: 21-8-2018.