Ελληνικός Παρατηρητής τής Σκοπιάς Φραγμός στην εκμετάλλευση της απειρίας των άλλων |
Ο "θεός" της Σκοπιάς: Ένας "θεός δραπέτης" * Η Πανταχού Παρουσία του Θεού * Ο θεός της Σκοπιάς είναι ένας άλλος θεός * Επίκληση δικών μας αυθεντιών εναντίον μας σε μια συζήτηση * Πίστευε η αρχαία Εκκλησία στην Αγία Τριάδα; * Διάκριση "Θεολογίας" και "Οικονομίας" στην Αγία Τριάδα
Ο Ιππόλυτος Ρώμης (170-235 μ.Χ.) και το Τριαδικό Δόγμα Απαντήσεις προς την εταιρεία «Σκοπιά» και κάθε ενδιαφερόμενο… Του Papyrus 52 |
Όταν κάποιος Μάρτυρας τού Ιεχωβά προκάλεσε Χριστιανό αναγνώστη μας, να του δείξει τη λέξη: "Τριάδα" στη Χριστιανική γραμματεία, πριν από τον 4ο αιώνα, ο Χριστιανός του έδειξε αποσπάσματα από τον άγιο Ιππόλυτο, με την επίμαχη λέξη. Και τότε ο Μάρτυς τού Ιεχωβά, άλλαξε παραμύθι. Ισχυρίσθηκε ότι δήθεν ο άγιος Ιππόλυτος μιλούσε για μια "άλλου τύπου" Τριάδα, και όχι γι' αυτή που μιλάμε σήμερα οι Χριστιανοί. Μάλιστα για να μπερδέψει τον Χριστιανό, όχι μόνο του έδειξε αποσπάσματα τού Αγίου Ιππολύτου, αποκομμένα από το συμφραζόμενό τους, αλλά και αποσπάσματα από γνωστό Ορθόδοξο δογματολόγο, "κομμένα και ραμμένα" με τρόπο που να δημιουργούν ψευδείς εντυπώσεις περί τού αγίου Ιππολύτου. Η ίδια γνωστή μέθοδος τής διαστρέβλωσης τών πηγών, μαζί με διαστρέβλωση τών Ορθοδόξων θεολόγων που συνηθίζουν οι Μάρτυρες τού Ιεχωβά. Έτσι, ο Papyrus 52 ανέλαβε να διαψεύσει για μια ακόμα φορά τους Μάρτυρες τής Σκοπιάς, εκθέτοντας δημόσια τις απάτες τους. 1. Ματαιότης ματαιοτήτων… Αυτό που οφείλουμε να ομολογήσουμε πρώτ’ απ’ όλα, είναι ότι μοιάζει χαμένος κόπος να ξεκινήσεις συζήτηση Ιστορίας Δογμάτων, με εκπροσώπους μιας σέκτας που το «βάθος» της… «δογματικής θεολογίας» τους το διδάσκουν με εικόνες σε περιοδικά που θυμίζουν κακέκτυπα των Κλασικών Εικονογραφημένων:Σε μια άκρη της εικόνας, ο κόσμος ολόκληρος καταστρέφεται μέσα σε φονικούς σεισμούς και φωτιά, όμως, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά (στο εξής: ΜτΙ) μόλις «την έχουν γλυτώσει» γιατί έχουν… «άσυλο», οπότε, χαρωποί περπατούν ανέμελα δίπλα σε ρυάκια, και δένδρα γεμάτα με φρούτα εποχής, ενώ τα παιδιά τους παίζουν με λιοντάρια και τίγρεις που στο μεταξύ έχουν μεταμορφωθεί σε άκακα κατοικίδια… Οπότε έρχεται ο εκπρόσωπος της «Σκοπιάς» (αυτός με τα ρυάκια και τα φρούτα) και έχει την απαίτηση να σου ανοίξει κουβέντα για το τι είναι ο «Ενδιάθετος» και ο «Προφορικός» Λόγος, ή τι είναι η «Αΐδιος» και τι η «Οικονομική» Τριάδα στην Ιστορία Δογμάτων και στη διδασκαλία του Ιππόλυτου Ρώμης…Και σα να μην έφτανε αυτό, φέρνει και βιβλίο ο εκπρόσωπος της «Σκοπιάς» για να μας μάθει τι γράφει ένας ορθόδοξος δογματολόγος…
2. Ως προς τι πασχίζουν; Ο Ιππόλυτος Ρώμης είναι πρώιμος θεολόγος. Στα τέλη του δεύτερου με αρχές του τρίτου αιώνα, η Εκκλησία είναι υπό διωγμό οπότε είναι προφανής η έλλειψη «παγίας θεολογικής ορολογίας και δογματικών καθορισμών»[1]. Επιπλέον, τα συγγράμματα που έχουν σωθεί είναι λίγα, και από τους συγγραφείς που σώθηκαν, συχνά δεν έχουμε το πλήρες έργο τους. Στην περίπτωση του Ιππόλυτου μάλιστα, όχι μόνο δεν σώζεται το πλήρες έργο του, επιπλέον όμως, «έγραψε στα Ελληνικά αλλά πολύ λίγα από τα Ελληνικά πρωτότυπα παραμένουν. Τα περισσότερα των έργων του επέζησαν είτε σε πλήρη είτε σε αποσπασματική μορφή στα Λατινικά, Συριακά, Κοπτικά, Αιθιοπικά, Αραβικά, Αρμενικά, Γεωργιανά και Σλαβωνικά»[2]. Άρα, και την αυθεντική ορολογία του Ιππόλυτου δεν την γνωρίζουμε πλήρως. Κατά συνέπεια, συχνά στις «Πατρολογίες» η τις «Ιστορίες Δογμάτων» αναφέρεται για μερικούς από τους πρώιμους συγγραφείς ότι εκθέτουν τη διδασκαλία τους με τρόπο που μερικές φορές δημιουργεί αμφιβολίες. Καλό θα ήταν λοιπόν να βγάζουμε συμπεράσματα αφού πρώτα διαβάσουμε και τα έργα των ειδικών, οι οποίοι εμβαθύνουν και στα πρωτότυπα κείμενα αλλά και στη βιβλιογραφία. Κάνουν λοιπόν λόγο οι ΜτΙ για τον Ιππόλυτο και την Τριαδολογία του, για την διδασκαλία του περί του Υιού και Λόγου του Θεού και περί του Αγίου Πνεύματος, και μας φέρνουν και βιβλία ορθοδόξων δογματολόγων απ’ όπου επισημαίνουν φράσεις που τους φαίνονται βολικές (με την ίδια εξυπναδίστικη μέθοδο που ακολούθησαν και για τον ανύπαρκτο πλατωνισμό των Πατέρων και για την παραχάραξη του Φλορόφσκυ). Καλώς λοιπόν. Αλλά με ποιο σκοπό το κάνουν αυτό; Από τις φράσεις αυτές, βγαίνει κάποιο συμπέρασμα συγκεκριμένο; Διότι κάποιος θα πρέπει να πει με έντονο τρόπο στους οπαδούς της «Σκοπιάς» -που προφανώς νομίζουν ότι έχουμε χρόνο για χάσιμο- πως δεν μπορείς να λες ό,τι σου έρχεται στο μυαλό, και αυτό να μην οδηγεί σε συγκεκριμένο αποτέλεσμα. Ας μας πουν λοιπόν: παρά τις περιπτώσεις ασαφούς ορολογίας ή τις δυσκολίες που απορρέουν από την έκθεση της θεολογίας του, προκύπτει κάποια αιρετική διδασκαλία για τον Ιππόλυτο; Αφήνουν καταρχάς οι ΜτΙ υπονοούμενα για δήθεν τάσεις προς τον Μοναρχιανισμό[3] και ότι τάχα ο Ιππόλυτος μας λέει ότι Θεός είναι μόνο ο Πατέρας και τάχα, ως προς τη θεία φύση τα τρία πρόσωπα δεν είναι ίσα. Και ενώ οι αθεόφοβοι μας φέρνουν τον Ανδρέα Θεοδώρου για να μας το «αποδείξουν», κοιτάξτε τι λέει ο ίδιος για τον Ιππόλυτο: «…ο Ιππόλυτος κατεπολέμησε μετά ζέσεως τας αντιτριαδικάς μοναρχιανικάς […] αιρέσεις της εποχής του»[4]! Και συμπληρώνει ο Θεοδώρου ότι, μόνο στη φαντασία των αιρετικών, διδάσκει ο Ιππόλυτος πως Θεός είναι «μόνο» ο Πατέρας: «Το Πνεύμα το άγιον είναι εν ΙΣΩ ΜΕΤΡΩ φορεύς της θεότητος, ως ο Πατήρ και ο Υιος. ‘’Άλλως τε ένα Θεόν νομίσαι μη δυνάμεθα, εάν μη όντως Πατρί και Υιώ και αγίω Πνεύματι πιστεύσωμεν’’[στο: Ιππολύτου, «Εις την αίρεσιν Νοητού τινός» 14,6]»[5]. Άρα λοιπόν, όσο Θεός είναι ο Πατέρας, το ίδιο ακριβώς Θεός είναι και ο Υιός, το ίδιο ακριβώς Θεός είναι και το Άγιο Πνεύμα και τα τρία αυτά πρόσωπα αποτελούν τον ΕΝΑΝ Θεό! Σύμφωνα με τον Κων/νο Σκουτέρη: «Το όλο μέλημα του Ιππολύτου είναι να καταδείξη ότι ενότητα και τριαδικότητα στη χριστιανική θεολογία δεν είναι ασυμβίβαστα μεγέθη […] Εάν στη θεολογία αφαιρεθή ένα ή δύο θεία πρόσωπα, τότε όχι μόνο δεν διασφαλίζεται η ενότητα του Θεού, αλλά αντίθετα χάνεται τελείως και αυτή ακόμη η έννοια του Ενός Θεού»[6].
Μετά από αυτό, θέλουμε λοιπόν να ρωτήσουμε: η έννοια «ντροπή» είναι κάτι ξεχασμένο γι’ αυτούς; Ανοίγουν συζητήσεις επικαλούμενοι ένα βιβλίο που τους διαψεύδει ΚΑΤΑΦΟΡΑ; Δηλαδή σκέφτονται «θα πω αυτή τη φράση, και μπορεί να τους ξεγελάσω και να μη δουν τι γράφει ο Θεοδώρου στην άλλη σελίδα»; Αυτά τα πράγματα όμως δεν είναι φυσιολογικά… Και αφού προφανώς, έλεγαν επιπολαιότητες ως προς τον Μοναρχιανισμό, ας πάμε παρακάτω. Μήπως επικαλούνται εδάφια του Ιππόλυτου και αποσπάσματα από τον Θεοδώρου για να αποδείξουν ότι ο Ιππόλυτος ήταν πρόδρομος του Αρειανισμού και δήθεν θεωρούσε ότι ο Υιός ήταν απλό «κτίσμα» και όχι Θεός ομοούσιος του Πατρός; Μα ο Θεοδώρου, ο δογματολόγος που οι ίδιοι οι ΜτΙ επικαλούνται, γράφει: «Ό,τι ελέχθη προκειμένου περί των Απολογητών, νομίζομεν ότι ισχύει και περί του Ιππολύτου. Αρειανικοί προσανατολισμοί εις την σκέψιν του πρέπει τελείως να αποκλεισθούν»[7]! Και είναι προφανές αυτό, αφού ο Ιππόλυτος διδάσκει ότι: «ο Λόγος προέρχεται εκ του Θεού, ‘’ουσία υπάρχων θεού’’. Ενώ όλα τα φυσικά όντα, ως ποιήματα του Θεού, επλάσθησαν εκ του μηδενός […] Η εκ της ουσίας του Θεού προέλευσις του Λόγου δηλοί εμφανώς την θεότητα αυτού»[8]! Και συνεχίζει ο Θεοδώρου μιλώντας περί της θεότητας του Υιού και Λόγου του Θεού, ισοπεδώνοντας κάθε μελλοντικό τους όνειρο να δικαιώσουν τη διδασκαλία του αιρετικού Άρειου μέσω του Ιππόλυτου: «Η εν τω Πατρί ύπαρξις του Λόγου είναι άχρονος και αιωνία, και δεύτερον…η θεότης του Λόγου είναι παρ’ αυτώ απολύτως εξησφαλισμένη και βεβαία. Με άλλας λέξεις, η γέννησις του Λόγου δεν κατατάσσει αυτόν εις την σειράν των κτισμάτων»[9]. Στο θέμα μάλιστα του δήθεν Αρειανισμού, οι ΜτΙ διέπραξαν μία ακόμα απάτη όταν επισήμαναν την εξής φράση του Ιππόλυτου: «Θεός μόνος υπάρχων και μηδέν έχων εαυτώ σύνχρονον͵ εβουλήθη κόσμον κτίσαι» (‘’Εις την αίρεσιν Νοητού τινός’’ 10,1) Στο εν λόγω εδάφιο, δεν λέει πουθενά ότι «ο Πατέρας» «μόνος υπάρχων και μηδέν έχων εαυτώ σύνχρονον», αλλά λέει «ο Θεός» και βεβαίως εννοεί τον Τριαδικό Θεό αφού για τον Ιππόλυτο, πάντα ο Θεός «μόνος ων, πολύς ην»[10]. Άλλωστε λίγο πριν από τη φράση «μόνος υπάρχων και μηδέν έχων εαυτώ σύνχρονον», ο Ιππόλυτος αναφέρει: «Εις Θεός, ον ουκ άλλοθεν επιγινώσκομεν…ή των άγιων γραφών [‘’ Εις την αίρεσιν Νοητού τινός’’ 9,1] […] όσα τοίνυν κηρύσσουσιν αι θείαι γραφαί ίδωμεν […] και ως θέλει Πατήρ πιστεύεσθαι πιστεύσωμεν, και ως θέλει Υιόν δοξάζεσθαι δοξάσωμεν, και ως θέλει πνεύμα άγιον δωρείσθαι λάβωμεν [‘’Εις την αίρεσιν Νοητού τινός’’ 9,2]». Κατά συνέπεια, επειδή η φράση στο εδάφιο 10,1 λέει ότι ο Θεός «μηδέν έχων εαυτώ σύνχρονον͵ εβουλήθη κόσμον κτίσαι», εννοεί ότι ο ένας και τριαδικός Θεός δεν είχε σύγχρονο με αυτόν κανένα κτίσμα, δηλαδή, ο Θεός ήταν «μόνος» σε σχέση με την ανυπαρξία του κόσμου. Και πώς να ήταν διαφορετικά, όταν είδαμε πως «η εν τω Πατρί ύπαρξις του Λόγου είναι άχρονος και αιωνία […] [και ο Ιππόλυτος] δεν κατατάσσει αυτόν εις την σειράν των κτισμάτων»[11]! Μα πως είναι δυνατόν να επικαλούνται έναν δογματολόγο που γράφει τα αντίθετα από όσα ισχυρίζονται;! Τους αόμματους παριστάνουν; Άρα, ούτε Μοναρχιανισμό, ούτε Αρειανισμό γίνεται δεκτό ότι διδάσκει ο Ιππόλυτος. Τελικά, μήπως ο Ιππόλυτος κατηγορείται για κάποια άλλη αίρεση και γι’ αυτό επικαλούνται τον Θεοδώρου; Μα και αυτό το διαψεύδει: «…η θεολογία αυτού [δηλ. του Ιππόλυτου] […] είναι θεολογία βιβλική και παραδοσιακή […] παρά τα πολλά και αμφίβολα ανοίγματα αυτής εις προσανατολισμούς επικινδύνους δια την ορθοδοξίαν της δογματικής παραδόσεως της Εκκλησίας […] ερμηνευόμενον εκ της ελλείψεως παγίας θεολογικής ορολογίας και δογματικών καθορισμών […] Κακοδοξίαι όμως δογματικοί δεν δύνανται να επισημανθούν εν τη θεολογία του Ιππολύτου»[12]! Ασφαλώς, κάθε τι άλλο από εδώ και κάτω, είναι πλεονασμός. Όμως, θα προχωρήσουμε σε μερικές ακόμα συγκεκριμένες διαψεύσεις, και αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι θέλουμε να υπάρχουν στην ΟΟΔΕ έτοιμες οι απαντήσεις για κάθε ενδιαφερόμενο, αν τυχόν οι ΜτΙ δημοσιεύσουν τις αιρετικές τους φαιδρότητες στα blog που έχουν φτιάξει.
3. Πίστευε ο Ιππόλυτος ότι το Άγιο Πνεύμα δεν είναι Πρόσωπο;
Ως προς το Άγιο Πνεύμα, οι αιρετικοί επικαλούνται μια παράγραφο του Ανδρέα Θεοδώρου η οποία λέει: «Το τελευταίον σημείον της τριαδολογίας του ιερού Ιππολύτου αποτελεί η περί Πνεύματος αγίου διδασκαλία. Αυτή παρά τω Ιππολύτω είναι κατά κανόνα πενιχρά. Το Πνεύμα το Άγιον είναι το τρίτον πρόσωπον της αγίας Τριάδος. ΕΝΤΟΥΤΟΙΣ, ο Ιππόλυτος αποφεύγει να αποδώσει εις αυτό τον χαρακτηρισμόν του προσώπου, χαρακτηρίζων τούτο ως οικονομίαν τρίτην η απλώς ως τρίτον, όχι όμως και πρόσωπον […] Διατί άραγε πράττει τούτο ο Ιππόλυτος; Δύσκολον να απαντήσωμεν»[13]. Είμαστε βέβαιοι ότι όσοι διάβασαν την παραπάνω παράγραφο και πρόσεξαν τους τονισμούς μας, χαμογελούν συγκαταβατικά για την επιπολαιότητα των ΜτΙ… Στις φράσεις που επισημάναμε, ο Θεοδώρου μας λέει ξεκάθαρα ότι ο Ιππόλυτος κατανοεί πως «το Πνεύμα το Άγιον είναι το τρίτον πρόσωπον της αγίας Τριάδος»! Όλη η παράγραφος άλλωστε, αφορά τη θεολογία του Ιππόλυτου! Άρα και η φράση αυτή, πάλι τον Ιππόλυτο αφορά. Σε αντίθετη ερμηνεία, θα πρέπει να δεχτούμε ότι ο Θεοδώρου πάσχει από Αλτσχάιμερ και εκείνη τη στιγμή ξέχασε τον Ιππόλυτο, θυμήθηκε να γράψει μία μόνο φράση για… κατήχηση των αναγνωστών στην ορθόδοξη δογματική, και μετά συνέχισε πάλι με τον Ιππόλυτο! Επειδή λοιπόν η α-σοβαρότητα οφείλει να έχει και κάποια όρια, ας μάθουν να μην διαβάζουν τόσο επιπόλαια τα κείμενα. Αυτό λοιπόν το οποίο διερωτάται ο Θεοδώρου, είναι ΜΟΝΟ για ποιο λόγο ο Ιππόλυτος «αποφεύγει να αποδώσει εις αυτό τον χαρακτηρισμόν του προσώπου». Ο Θεοδώρου θεωρεί δεδομένο ότι ο Ιππόλυτος κατανοεί ως πρόσωπο το Άγιο Πνεύμα, γι’ αυτό άλλωστε βάζει και το «Εντούτοις», και γι’ αυτό θέτει και το ερώτημα «Διατί άραγε πράττει τούτο ο Ιππόλυτος;», που στην αντίθετη περίπτωση θα ήταν ερώτημα χωρίς νόημα. Άλλωστε γράφει ο Θεοδώρου: «[Ο Ιππόλυτος] εξαίρων την ενότητα της ουσίας του Θεού, ως και το τριαδικόν των προσώπων και των μεταξύ τούτων σχέσεων, παρατηρεί […]»[14]. Και αλλού, ερμηνεύοντας ο Θεοδώρου τη φράση του Ιππόλυτου: «βαπτίζοντες… εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του αγίου πνεύματος»[15] λέει: «Εκείνος ο οποίος θα αφαιρέση ΕΝ ΤΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΤΡΙΑΔΟΣ, ‘τελείως Θεόν ουκ εδόξασεν’»[16]. Άλλωστε τα ίδια ακριβώς επισημαίνει και ο Κων/νος Σκουτέρης για τον Ιππόλυτο: «Ο Λόγος και το Άγιο Πνεύμα δέχονται από τον Πατέρα τους προσωπικούς χαρακτήρες τους»[17]. Το ερώτημα λοιπόν του Θεοδώρου δεν είναι αν ο Ιππόλυτος κατανοεί ως Πρόσωπο το Άγιο Πνεύμα, αλλά για ποιο λόγο «αποφεύγει να αποδώσει εις αυτό τον χαρακτηρισμόν του προσώπου». ΑΚΡΙΒΩΣ το ίδιο επισημαίνει και ο Σκουτέρης: «Ο Ιππόλυτος υπαινίσσεται ότι το Άγιο Πνεύμα είναι πρόσωπο, δεν το δηλώνει όμως ευθέως και απερίφραστα»[18]. Εδώ λοιπόν ανήκει το ερώτημα, «διατί άραγε πράττει τούτο ο Ιππόλυτος»! Όσο για τον λόγο, για τον οποίο ο Ιππόλυτος λέει: «πρόσωπα δε δύο», και όχι «τρία», είναι προφανές, ότι, επειδή (όπως φαίνεται από το συμφραζόμενο), ερμηνεύει εκεί το χωρίο Ιωάννης 1/α: 1, όπου εμφανίζονται με την επωνυμία «Θεός», τα δύο από τα τρία πρόσωπα της Αγίας Τριάδος, και επειδή μιλάει ΕΙΔΙΚΑ γι’ αυτά τα δύο του χωρίου που εξετάζει, λέει «πρόσωπα δε δύο». Εφ’ όσον στο εν λόγω χωρίο που εξετάζει, δεν αναφέρεται το τρίτο! Αυτό σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει ότι δεν δέχεται και το τρίτο ως πρόσωπο, όπως ψευδώς και παραπλανητικώς ισχυρίζονται οι ΜτΙ. Και αφού προβάλαμε το «μεγαλείο» και τη «λογιοσύνη» των «ερευνητών» της «Σκοπιάς», προχωρούμε στα υπόλοιπα…
4. Ο Υιός ως Θεός και Τριαδικό Σύμβολο πίστεως, πριν από την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο Πριν προχωρήσουμε στη θεολογία του Ιππόλυτου περί του Υιού και Λόγου του Θεού, θα πρέπει πρώτα να διαψεύσουμε τους ΜτΙ οι οποίοι συνεχίζουν να μυθολογούν ότι τα περί θεότητας του Χριστού «εμφανίστηκαν» στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο και δήθεν, τότε μόνο ο Χριστός «μετατράπηκε» από κτίσμα σε Θεό! Και τα λένε αυτά, παρά το γεγονός ότι ήδη από την Κ.Δ. έχουμε επαρκέστατες ευθείες αναφορές στη θεότητα του Χριστού[19] που τεκμηριώνουν την ισοθεΐα Του πέρα από κάθε αμφιβολία! Για να καταλάβουμε όμως και το πάθος της εταιρείας «Σκοπιά» για το ψεύδος, παραθέτουμε ένα πρώιμο Τριαδικό Σύμβολο το οποίο διατυπώθηκε μόλις στα μέσα του 3ου αιώνα: «Περί το 265, Γρηγόριος ο Θαυματουργός, προλαμβάνων ουσιωδώς το Σύμβολον, όπερ εθεσπίσθη εις Νίκαιαν, είχε παρουσιάσει ούτωσί εις την Έκθεσιν πίστεως την πίστιν της Εκκλησίας εις το τριαδικόν δόγμα»[20]. Αυτή η Έκθεση Πίστεως του Γρηγορίου Θαυματουργού, έλεγε: «Εις Θεός, Πατήρ Λόγου ζώντος, σοφίας υφεστώσης, και δυνάμεως και χαρακτήρος αϊδίου. Τέλειος τελείου γεννήτωρ. Πατήρ Υιού μονογενούς. Εις Κύριος, μόνος εκ μόνου. Θεός εκ Θεού χαρακτήρ και εικών της θεότητος, λόγος ενεργός. Σοφίας της των όλων συστάσεως περιεκτική· και δύναμις της όλης κτίσεως ποιητική. Υιός αληθινός, αληθινού Πατρός, αόρατος αοράτου και άφθαρτος αφθάρτου και αθάνατος αθανάτου, και αΐδιος αϊδίου. Και εν πνεύμα άγιον, εκ Θεού την ύπαρξιν έχον και δια Υιού πεφηνός, δηλαδή τοις ανθρώποις· εικών του Υιού· τελείου τελεία ζωή, ζώντων αιτία πηγή αγία· αγιότης, αγιασμού χορηγός. Εν ω φανερούται Θεός ο Πατήρ, ο επί πάντων και εν πάσι και Θεός ο Υιος, ο δια πάντων. Τριάς τελεία, δόξη και αϊδιότητι και βασιλεία, μη μεριζομένη, μηδέ απαλλοτριουμένη. Ούτε ουν κτιστόν τι, ή δούλον εν τη Τριάδι, ούτε επείσακτόν τι, ως πρότερον μεν ουχ υπάρχον, ύστερον δε επεισελθόν. Ούτε ουν ενέλιπέ ποτέ Υιός Πατρί, ούτε Υιώ Πνεύμα· αλλ’ άτρεπτος και αναλλοίωτος η αυτή Τριάς αεί»[21]. Πολύ σημαντικό είναι το γεγονός ότι ο ίδιος ο Γρηγόριος Νύσσης μας παραθέτει το παραπάνω Σύμβολο, το οποίο δείχνει ξεκάθαρα ότι στα μέσα του 3ου αιώνα έχουμε σαφή αναφορά σε «άτρεπτη και αναλλοίωτη Τριάδα» στην οποία δεν υπάρχει ούτε κτιστότητα, ούτε υποταγή, υπάρχει δε, «Υιός αόρατος, άφθαρτος, αθάνατος, αΐδιος». Κατά τα άλλα, οι ΜτΙ ισχυρίζονται ότι το Τριαδικό δόγμα «εμφανίστηκε ξαφνικά» στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο… [Σημείωση: Θεωρούμε ότι τίποτα δεν παρουσιάζει περισσότερο την πνευματική φτώχεια κάποιου, από το να λέει ότι μαζεύτηκε μια παρέα επισκόπων τον 4ο αιώνα και είπαν: «ρε παιδιά, δεν αποφασίζουμε να «κάνουμε» Θεό τον Ιησού;»! Και όχι μόνο αυτό, αλλά ενώ ο Ιησούς υποτίθεται ότι μέχρι την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο δεν ήταν Θεός(!), δεκάδες εκατομμύρια πιστών και Πατέρων, δέχτηκαν ευχαρίστως να μετατραπεί ο Ιησούς σε Θεό (το θεώρησαν άραγε σαν μια… ευχάριστη αλλαγή στην θεολογική «μονοτονία»;!). Και ενώ δεν τους καιγόταν καρφί για το ζήτημα (αφού σα να μην τρέχει τίποτα δέχονται τον «μή Θεό» να τον αλλάξουν σε «Θεό»), όταν οι Αρειανιστές βασάνιζαν, εξόριζαν και έσφαζαν τους αντιπάλους τους, αυτοί οι «τόσο αδιάφοροι» για τα θεολογικά Ορθόδοξοι, προτιμούσαν να αποδεχθούν ΟΛΑ ΤΑ ΦΡΙΧΤΑ ΜΑΡΤΥΡΙΑ, αντί απλά να ξανα-αλλάξουν το ίδιο εύκολα τον «Θεό» σε «μή Θεό» για να μην ταλαιπωρούνται και τσάμπα βρε αδελφέ! Αγαπητοί αθεο-νεοπαγανιστο-ιεχωβίτες: Ας μπει επιτέλους ένα όριο στην καφενειο-επιχειρηματολογία σας! Λίγη αξιοπρέπεια τέλος πάντων! ]
5. Περί του Υιού και Λόγου του Θεού και της παραχάραξης των ΜτΙ: Όταν τεκμηριώνεται η μία ουσία και η ενιαία ενέργεια των Προσώπων όπως στον Ιππόλυτο, τότε η «υποταγή» του Υιού δεν είναι Αρειανισμός, αλλά ο τρόπος των πρώιμων θεολόγων να εναντιωθούν στον Μοναρχιανισμό Πάντα, πριν από κάθε μελέτη, ο καλός μαθητής οφείλει να γνωρίζει το λεξιλόγιο που του είναι απαραίτητο. Δυστυχώς όμως, οι εν λόγω ΜτΙ είναι κάκιστοι μαθητές και μάλλον ανεπίδεκτοι μαθήσεως. Για το λόγο αυτό θεωρούμε σημαντικό να ξεκινήσουμε από κάποιες βασικές έννοιες της Ορθόδοξης Θεολογίας, όπως είναι η «Αΐδια» και η «Οικονομική» Τριάδα. Θα κάνουμε μια περίληψη στο σημείο αυτό, προτείνουμε όμως όποιος διαβάσει τη συνέχεια, να τη διαβάσει με προσοχή, διότι προσπαθήσαμε μεν να τα παρουσιάσουμε απλουστευμένα, όμως δεν παύουν οι έννοιες να είναι δυσνόητες σε κάποια σημεία. Για «Αΐδιο Τριάδα» μιλάμε, όταν αναφερόμαστε στα βάθη της Θεότητας και στις σχέσεις που έχουν μεταξύ τους τα Θεία Πρόσωπα, Πατήρ, Υιός, Άγιο Πνεύμα. Για «Οικονομική Τριάδα» μιλάμε, όταν αναφερόμαστε στις ενέργειες που κάνει ο Τριαδικός Θεός στα πλαίσια της Θείας Οικονομίας για τη Σωτηρία μας. Στην «Οικονομική Τριάδα» όμως, δεχόμαστε ότι κάθε πρόσωπο έχει ένα ιδιαίτερο έργο (δεν το δεχόμαστε επειδή «έτσι μας αρέσει», αλλά το δεχόμαστε γιατί αυτή είναι η εμπειρία που προκύπτει από τις θεοφάνειες της Π.Δ. και της Κ.Δ.). Προσέχουμε το εξής: αν σε μία θεολογία (π.χ. του Ιππόλυτου) έχει ξεκαθαριστεί ότι τα τρία πρόσωπα στην «Αΐδιο Τριάδα» είναι ομοούσια, αιώνια, αΐδια κ.λπ., τότε ακόμα και αν χρησιμοποιηθούν λέξεις για την «οικονομική Τριάδα» που μοιάζουν σα να δίνει «διαταγές» ένα πρόσωπο στο άλλο (ή οτιδήποτε παρόμοιο), αυτό φυσικά δεν σημαίνει υποτίμηση. Διότι, πώς θα σημαίνει υποτίμηση, όταν ο θεολόγος έχει ξεκαθαρίσει ότι στην «Αΐδιο Τριάδα» τα πρόσωπα είναι ίσοι φορείς της θεότητας; Νομίζουμε ότι είναι προφανές αυτό. Ρωτούν λοιπόν οι αιρετικοί: μπορούν να ταιριάξουν αναφορές περί ισοθεΐας στην Αΐδιο Τριάδα και αναφορές περί εκτέλεσης κάποιου έργου στην Οικονομική Τριάδα; Απαντάει η Ορθοδοξία: ασφαλώς και μπορούν, διότι τα τρία πρόσωπα έχουν μία βούληση και μία ενέργεια. Ο Πατέρας (στην «οικονομική Τριάδα» εννοείται) μπορεί να φαίνεται ότι μονομερώς «στέλνει» τον Υιό να πραγματώσει ένα έργο. Όμως, ο Υιός δεν εκτελεί εντολές τη στιγμή εκείνη σαν υποδεέστερος, αλλά θα λέγαμε, «στέλνεται αυτεξούσια». Τη στιγμή δηλ. που ο Πατέρας έχει τη βούληση να «στείλει» τον Υιό, αυτή η βούληση δεν είναι μόνο δική Του, αλλά είναι άχρονα και αΐδια, ενιαία βούληση και των τριών προσώπων. Έτσι, η αΐδια ισότητα παραμένει και στα πλαίσια της Θείας Οικονομίας. Όταν ο Ιησούς ενσαρκώθηκε, μας είπε όχι μόνο ότι είναι ισόθεος του Πατρός, αλλά μας είπε επιπλέον ότι στα πλαίσια της Θείας Οικονομίας ο Πατέρας «έστειλε» τον Υιό και Λόγο. Από τη στιγμή που και η συνολική μαρτυρία (Θεοφάνειες, Προφήτες, Ιησούς, Απόστολοι) μιλάει για ισοθεΐα Υιού και Πατρός, ο όρος «έστειλε» δεν μπορεί να σημαίνει «εκτελεί εντολές σαν υποδεέστερος» γιατί τότε έχουμε καταπάτηση της μαρτυρίας, έχουμε αίρεση. Ας δούμε πιο αναλυτικά όλα τα παραπάνω.
6. α) Η «Αΐδιος» Τριάδα στην Ορθοδοξία Ας ξεκινήσουμε με έναν απλό -κατά το δυνατόν- ορισμό: «Ο Λόγος στη θεολογική Τριάδα [δηλ. στην ‘’αΐδια’’ Τριάδα], ως δεύτερο πρόσωπο ή υπόσταση της θεότητας, όντας ισότιμος με τα δύο άλλα πρόσωπα, έχει το ίδιο αξίωμα και την ίδια δόξα πού έχουν ο Πατήρ και το Πνεύμα τα άγιο»[22]. Θα πρέπει ασφαλώς να θυμόμαστε ότι, «οι Πατέρες περιγράφοντας τις αΐδιες σχέσεις των προσώπων της Αγίας Τριάδας ήταν άκρως λιτοί»[23]. Έτσι, το μόνο που αρκεί να ειπωθεί για την «αΐδια» Τριάδα, είναι πως «ο τριαδικός Θεός είναι μονάδα, γιατί ένα είναι το αίτιο, μία η ουσία και μία η ενέργεια· και είναι τριαδικός κατά τις υποστάσεις, γιατί υπάρχει η ετερότητα των υποστάσεων. Ο Πατέρας είναι αγέννητος, ο Υιός γεννητός και το Πνεύμα εκπορευτό» [24]. Στην Ορθοδοξία, όταν λέμε ότι ο Πατέρας είναι «αίτιο», αυτό σημαίνει ότι είναι το «μοναδικό αίτιο της προέλευσης και της ύπαρξης των υποστάσεων του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Η ορθόδοξη θεολογία…ασπάζεται την τρισυπόστατη μονάδα ως τον τριαδικό Θεό μίας και μοναδικής αιτίας»[25]. Όλα τα εδάφια λοιπόν που επικαλούνται οι ΜτΙ και λένε ότι ο Υιός είναι υποδεέστερος, αφού ο Πατέρας «έκανε παντοκράτορα» τον Υιό, και άλλα παρόμοια, στην πραγματικότητα αφορούν τον Πατέρα ως αδιαμφισβήτητο «αίτιο». Εφόσον ο Πατέρας είναι «αίτιο», σαφώς και θα είναι πηγή όχι μόνο της παντοκρατορίας αλλά και της υπόστασης του Υιού. Η θεμελιώδης αυτή ορθόδοξη θεολογία, είναι φανερή στον Ιππόλυτο: «Στη θεολογία, λοιπόν, του Ιππολύτου βεβαιώνεται, ότι αρχή και θεμέλιο της τριαδικής ενότητας δεν είναι η άγνωστη φύση, αλλά το πρόσωπο του Πατέρα. Ο Πατήρ είναι η άναρχος αρχή των άλλων δύο θείων προσώπων. Ο Λόγος και το Άγιο Πνεύμα δέχονται από τον Πατέρα τους προσωπικούς χαρακτήρες τους. Η ενότητα του Θεού στηρίζεται στον Πατέρα, που είναι η πηγαία θεότητα, η οποία προάγει τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα»[26]. Την ορθοδοξία του Ιππολύτου βεβαιώνει και ο Ιωάννης Δαμασκηνός: «Ο Πατήρ πηγή και αιτία Υιού και Πνεύματος» (‘Έκδοσις ακριβής της ορθοδόξου πίστεως’, PG 94,849). Άρα, στην Ορθοδοξία, «μόνο ο Πατέρας είναι άναρχος έχοντας απολύτως στον εαυτό του την αρχή της υπάρξεως του, ενώ τα άλλα θεία πρόσωπα […] προέρχονται αϊδίως απ’ αυτόν και λαμβάνουν το ‘είναι’ τους και την υπόσταση τους»[27]. Βέβαια, εδώ ακριβώς μπαίνει αυτεπάγγελτα ένα τέρμα στη διανοητική επεξεργασία αυτών των δεδομένων για την «αΐδια» Τριάδα, όπως ακριβώς κι αν ψάχναμε να βρούμε λέξεις για να εξηγήσουμε σε έναν εκ γενετής τυφλό, πώς είναι ακριβώς το κόκκινο ή το πράσινο χρώμα. Η Θεία Αποκάλυψη, όπως αυτή παραδόθηκε από τους Προφήτες, τον Ιησού και τους Αποστόλους, έδωσε αυτά τα δεδομένα. Αν κάνουμε απλά, διανοητική/στοχαστική επεξεργασία αυτών των δεδομένων χωρίς Αγιοπνευματική εμπειρία, είναι δυνατόν να φτάσουμε στην αίρεση[28]. Άλλωστε, το να υπάρχουν πράγματα που δεν μπορούν να ειπωθούν με λόγια, δεν είναι περίεργο. Ο ίδιος ο Απ. Παύλος μας μιλάει για «άρρητα ρήματα» που άκουσε όταν «ηρπάγη εις τον παράδεισον» (Β΄ Κορ. 12,4). Σε αυτά τα άρρητα ρήματα ανήκει και το γεγονός ότι, αν και το «αίτιο της προέλευσης και της ύπαρξης των υποστάσεων του Υιού και του Αγίου Πνεύματος» είναι ο Πατέρας, πουθενά μέσα σε αυτές τις σχέσεις της «αΐδιας» Τριάδας δεν αποδεχόμαστε «διαφορά» (π.χ. ανώτερος-κατώτερος, πριν-μετά, πρώτος-δεύτερος κ.λπ.) αλλά δεχόμαστε μόνο «διάκριση» μεταξύ προσώπων. Τίποτε άλλο. Γι’ αυτό ο Αλέξανδρος Αλεξανδρείας όταν αναμετράται με τον αιρετικό Άρειο, χρησιμοποιεί για τον Υιό του Θεού ιδιαίτερους όρους όπως «αειγεννής» και «αγεννητογενής»[29]. Οι όροι αυτοί δεν έχουν άλλο σκοπό παρά να δείξουν ότι προσεγγίσαμε τα άρρητα ρήματα: Ο Υιός έχει γεννηθεί μεν από τον Πατέρα, και στον Πατέρα οφείλει την Υπόστασή του και την Υιότητά Του, ταυτόχρονα όμως, είναι άχρονος, αΐδιος, αιώνιος, διότι ο Πατέρας είναι άτρεπτος, και άρα, θα πρέπει να είναι αΐδια Πατέρας.
6. β) Η «Οικονομική» Τριάδα στην Ορθοδοξία Ενώ λοιπόν ο όρος «αΐδιος Τριάδα» αναφέρεται στις εσωτερικές σχέσεις των προσώπων της Τριαδικής Θεότητας, ο όρος «οικονομική Τριάδα», έχει σχέση με τη Θεία Οικονομία, δηλαδή με την ιστορία της Σωτηρίας του Ανθρώπου. Η «αΐδιος» Αγία Τριάδα λέγεται «οικονομική» όταν φανερώνεται στον κόσμο με τις ενέργειές της. Τότε μιλάμε για την «οικονομική φανέρωση» της Τριάδας. Ο άνθρωπος μόνο τις ενέργειες της «αϊδίου» Τριάδας αντιλαμβάνεται και όχι την ουσία/φύση της, η οποία είναι εντελώς έξω από τις δυνατότητές του ανθρώπου να την αντιληφθεί και να την κατανοήσει. «Στην οικονομική Τριάδα εξάλλου οι ενέργειες του τριαδικού Θεού, διαμέσου της κοινής βούλησης των προσώπων, είναι κοινές, ενώ υπάρχει η ιδιαιτερότητα των έργων του κάθε προσώπου. Ο Πατέρας είναι πάντοτε, και στην πραγμάτωση της δημιουργικής και απολυτρωτικής ενέργειας, η αρχική αιτία, ο Υιός πραγματώνει το έργο της φανέρωσης, της άσαρκης και της ένσαρκης παρουσίας του στη φύση και την ιστορία για την σωτηρία του ανθρώπου, και το Άγιο Πνεύμα διενεργεί την τελείωση του δημιουργικού και απολυτρωτικού έργου»[30]. Ασφαλώς, «για την ακριβή ερμηνεία του τριαδικού δόγματος σε τούτο το σημείο απαιτείται προσοχή ουκ ολίγη, για να μη γίνονται σύγχρονοι ακροβατισμοί της διάνοιας, που τελικά εκθέτουν τη θεολογική διανόηση των ημερών μας»[31]. Έτσι, ως προς τον Λόγο, στα πλαίσια της «οικονομικής» Τριάδας, θα λέγαμε ότι «ο Λόγος εισέρχεται σε ένα νέο πεδίο ζωής. Αποστέλλεται από τον Πατέρα στον κόσμο για να σώσει τον άνθρωπο […] [όμως] Στην κένωση του ο Λόγος δεν έχασε το θεοπρεπές τριαδικό του αξίωμα. Δεν μετακινήθηκε από την Τριάδα»[32].
6. γ) «Αΐδιος» και «Οικονομική» Τριάδα στον Ιππόλυτο, και περί δήθεν «υποταγής» του Υιού Όλα τα εδάφια λοιπόν που επικαλούνται οι ΜτΙ και τους μοιάζουν να λένε ότι «κουμάντο» κάνει ο Πατέρας, αφορούν μόνο την «οικονομική Τριάδα», γιατί έτσι όπως μας παραδόθηκε η Θεία Αποκάλυψη, γίνεται φανερό ότι κάθε πρόσωπο στην Αγία Τριάδα επιτελεί ένα ιδιαίτερο έργο. Αυτό το έργο όμως δεν είναι αποτέλεσμα καταναγκασμού ή δεσποτείας ή πραγματικής «υποταγής», διότι διαχρονικά, η ενότητα/μοναδικότητα του Θεού προσδιορίζεται και από την «ενιαία ενέργεια» των Προσώπων. Ας δούμε λίγο, τι γράφει ο Γεώργιος Φλορόφσκυ για έναν αναγνωρισμένο Πατέρα του 4ου αιώνα, τον Μ. Βασίλειο: «Ο Βασίλειος τονίζει πάντα ότι η Θεία ενέργεια είναι ενοποιημένη και αδιαίρετη […] Ο Βασίλειος λέγει συμπεραίνοντας ότι ‘’η ταυτότητα της ενέργειας του Πατρός, του Υιού, και του Πνεύματος αποδεικνύει καθαρά την ενότητα της φύσεώς τους’’. Αυτό σημαίνει ότι η Θεότητα είναι μία και ότι η ενέργειά της είναι ενιαία»[33]. Τα ίδια όμως διαβάζουμε στον Ανδρέα Θεοδώρου και για τον Ιππόλυτο: «Ενώ όμως η οικονομία φανερώνει την τριαδικότητα των προσώπων του Θεού, η μία θεία δύναμις συνάπτει εις ένα τον Θεόν. Την σύναψιν ταύτην συγκροτεί παραλλήλως και η ενιαία τριαδική ενέργεια, κατά το σχήμα: Εκ Πατρός, δι’ Υιού, εν αγίω Πνεύματι: ‘’Οικονομία συμφωνίας συνάγεται εις ένα Θεόν εις γαρ εστιν ο Θεός· Ο ων Πατήρ ‘επί πάντων’, ο δε Υιός ‘διά πάντων’, το δε άγιον Πνεύμα ‘εν πάσιν’»[34]. Διαβάζουμε επίσης στον Γεώργιο Φλορόφσκυ για τον Μ. Βασίλειο ότι ως προς την «οικονομική Τριάδα», ονομάζει τον Πατέρα ως εκείνον που δίνει εντολές και κατόπιν ο Υιός δημιουργεί: «Ο Πατήρ είναι η πρωταρχική και κυριαρχική αιτία. Ο Υιός είναι η δημιουργική αιτία […] ‘’Ο Πατήρ εντέλλεται, ο Υιός δημιουργεί…»[35]. Και διαβάζουμε ταυτόχρονα το απόσπασμα από τον Ιππόλυτο που επέλεξαν οι ΜτΙ για να μας πουν ότι δήθεν «υποτιμούσε» τον Υιό: «Ο γαρ κελεύων Πατήρ, ο δε υπακούων Υιός…»[36] (το οποίο θυμίζει και άλλες εκφράσεις του Ιππόλυτου, όπου ονομάζει τον Λόγο «μεσίτη» μεταξύ Πατρός και κτίσεως, ή ως «υπουργό» του δημιουργικού έργου του Θεού[37]). Κάθε εδάφιο όμως που θυμίζει «υποταγή» του Λόγου στον Πατέρα, σύμφωνα με τον Θεοδώρου, αφορά την «οικονομική τριάδα» και όχι την «αΐδιο»: «Η υποταγή του Υιού εις τον Πατέρα παρατηρείται σαφώς εν τω πεδίω της οικονομίας, όπου ο Υιός υπακούει εις τον Πατέρα, εκτελών τας περί δημιουργίας προαιώνιους βουλάς αυτού»[38]. Δεν έχουμε λοιπόν πραγματική, αιρετική «υποταγή» του Υιού, σαν αυτή του Αρείου με Χριστό=κτίσμα, διότι στην «αΐδιο Τριάδα» έχουμε απόλυτη ισοθεΐα από τον Ιππόλυτο: «Ο Λόγος εξακολουθεί να παραμένη εις πάσαν περίπτωσιν Θεός. Η δια της γεννήσεως είσοδος αυτού εις νέαν κατάστασιν υπάρξεως ουδόλως παραβλάπτει το θείον αξίωμα αυτού»[39]. Στο ίδιο πλαίσιο τοποθετείται και η διατύπωση του Ιππόλυτου, ότι ο Υιός «έχει την θεότητα αυτού εκ της ελευθέρας βουλήσεως και εκλογής του Θεού»[40]. Όσο κι αν μερικές εκφράσεις του Ιππόλυτου κινούνται σε αμφιλεγόμενα «μονοπάτια», ο καθ. Θεοδώρου σημειώνει πως: «Ό,τι ελέχθη προκειμένου περί των Απολογητών, νομίζομεν ότι ισχύει και περί του Ιππολύτου. Αρειανικοί προσανατολισμοί εις την σκέψιν του πρέπει τελείως να αποκλεισθούν»[41] και κάθε περίπτωση δογματικής κακοδοξίας να αποκλειστεί από τη «θεολογία του Ιππολύτου»[42]. Μπορεί οι Αρειανιστές να μιλούσαν για τον Λόγο ως προϊόν της «βούλησης» του Πατέρα, όμως ο Άρειος σε απόλυτη αντίθεση από τον Ιππόλυτο, δεν έκανε ουδεμία αναφορά σε «αΐδιο» και «οικονομική» Τριάδα: «Ο Άρειος σε τούτη ακριβώς την κακοδοξία είχε περιπέσει, την οποία πολέμησε ο Μ. Αθανάσιος· Ισχυριζόταν ότι ο Λόγος είναι προϊόν της ελεύθερης βούλησης του Πατέρα, πράγμα που κατά τον Μ. Αθανάσιο ισχύει μονάχα για τη δημιουργία της κτίσης. Επομένως ο Μ. 'Αθανάσιος κάνει διάκριση μεταξύ αΐδιας και οικονομικής Τριάδας, ενώ ο Άρειος δεν κάνει τούτη τη διάκριση»[43]. Και αυτό είναι το σημαντικότερο όλων, το κλειδί όλης της απαράδεκτης παραχάραξης των αιρετικών. Από τη στιγμή που μια θεολογία όπως του Ιππόλυτου, ξεκαθαρίζει την απόλυτη ισότητα και ενότητα της «αϊδΐου Τριάδας», αυτομάτως, όλες οι εκφράσεις που δείχνουν πως ο Υιός «υποτάσσεται» στον Πατέρα, αφορούν την «οικονομική Τριάδα» και ειδικά στην πρώιμη αυτή εποχή, χρησιμοποιούνται με ξεκάθαρους απολογητικούς σκοπούς ενάντια στον μοναρχιανισμό: «Δεν θα πρέπει να διαφεύγη της προσοχής μας, ότι τα σχόλια του Ιππολύτου έχουν αποδέκτη το Νοητό, ο οποίος ταύτιζε τον Υιό με τον Πατέρα. Ό,τι συνεπώς λέγει περί υποταγής το λέγει για να καταδείξη ότι ο Υιός είναι, κατά το λόγο του προσώπου, έτερος από τον Πατέρα»[44]. Άρα, «το λεγόμενο σχήμα της υποταγής του Υιού σε σχέση με τον Πατέρα, το οποίο υιοθέτησαν κατά τα τέλη του 2ου και τις αρχές του 3ου αιώνα θεολόγοι Ανατολής και Δύσης […] πρέπει να θεωρηθεί υπό το πρίσμα της πολεμικής ή της απάντησης προς το μοναρχιανισμό, και όχι ως αιρετική διδασκαλία αρειανικής απόκλισης. Σίγουρα μια τέτοια ερμηνεία που βλέπει αιρετική απόκλιση, προέρχεται μονάχα από το γεγονός ότι κρίνει κανείς με τα γυαλιά μιας μεταγενέστερης θεολογικής ορολογίας»[45]. Και είναι βέβαιο ότι οι ΜτΙ όχι μόνο τέτοια «γυαλιά» φορούν, έχουν και τις παρωπίδες της «Σκοπιάς» επιπλέον… «Ξέχασαν» λοιπόν οι αιρετικοί, ότι δεν πρέπει να κοιτάνε μόνο τα περί «υποταγής» που τους έρχονται «βολικά», αλλά οφείλουν να βλέπουν και το συνολικό έργο του Ιππόλυτου. Αν στο έργο του Ιππόλυτου αναφέρεται πλήρης ισοθεΐα της Τριάδας, τότε δεν μπορούμε να μιλάμε για πραγματική «υποταγή», δεν μπορούμε να μιλάμε για κάποια ανισότητα στην «αΐδιο Τριάδα», αλλά μιλάμε απλώς για ΚΑΘΟΡΙΣΜΟ ΕΡΓΟΥ του κάθε προσώπου στα πλαίσια της Θείας Οικονομίας, και μάλιστα, καθορισμό έργου όχι από κάποιο «αφεντικό» (Πατέρα), αλλά με ενιαία βούληση και ενέργεια! Όπως σαφώς γράφει ο Κων/νος Σκουτέρης: «Το ότι ο Ένας Θεός είναι ο Πατήρ, ουδόλως σημαίνει, κατά τον Ιππόλυτο, ότι ο Υιος και το Άγιο Πνεύμα στερούνται η υπολείπονται της θεότητας, η ότι είναι υποδεέστερες θείες υπάρξεις […] ‘’Εις έστι Θεός· όσον δε κατά την οικονομίαν, τριχής η επίδειξις’’»[46]. Και συμπληρώνει: «Θα ήταν πάντως άδικο και επιστημονικά ατεκμηρίωτο να δεχθούμε a priori, ότι ο Ιππόλυτος είναι οπαδός της υποταγής […] Από τη συνάφεια του Ιππολύτου και από την εν γένει θεολογία του δεν φαίνεται να είχε ο ίδιος πρόθεση να προωθήση την περί υποταγής του Λόγου ιδέα, παρά το γεγονός ότι ωρισμένες εκφράσεις του είναι, όπως ήδη σημειώσαμε, όντως προβληματικές και θα μπορούσαν να παρερμηνευθούν»[47]. Και πώς να μην πρόκειται για παρερμηνείες, όταν ο Ιππόλυτος διδάσκει: «Εκείνος ο οποίος θα αφαιρέση εν των προσώπων της αγίας Τριάδος, ‘τελείως Θεόν ουκ εδόξασεν’», και ότι, «η μία θεία δύναμις συνάπτει εις ένα τον Θεόν» και πως «την σύναψιν ταύτην συγκροτεί παραλλήλως και η ενιαία τριαδική ενέργεια» κατά συνέπεια, «εις γαρ εστιν ο θεός· ο ων Πατήρ ‘επί πάντων’, ο δε Υιος ‘δια πάντων’, το δε Άγιον Πνεύμα ‘εν πάσιν’»[48]. Και εφόσον ο Ιππόλυτος, αντιδιαστέλλει «την ποίησιν του ανθρώπου», τα «φυσικά όντα» και τα «ποιήματα του Θεού», «από την γέννησιν του Λόγου»[49], ο Θεοδώρου ξεκαθαρίζει: «Η θεότης του Λόγου […] αποτελεί πίστιν αναμφισβήτητον παρά τω Ιππολύτω» και ο Λόγος, «προέρχεται εκ του Θεού, ‘’ουσία υπάρχων θεού’’ […] Η εκ της ουσίας του Θεού προέλευσις του Λόγου δηλοί εμφανώς την θεότητα αυτού»[50]. Όλα αυτά είναι συντριπτικά ενάντια στους ΜτΙ και στην αυθαιρεσία τους να μιλήσουν για δήθεν Αρειανισμό. Τα περί «αΐδίου Τριάδας» είναι απόλυτα ξεκαθαρισμένα για τον Ιππόλυτο. Ούτε να τολμήσουν δεν μπορούν οι αιρετικοί να κάνουν λόγο για Αρειανισμό, όταν ο Ιππόλυτος γράφει για τον Λόγο τη φράση: «ουσία υπάρχων θεού». Εκτός αν μας πούνε ότι ο Θεός, εκτός από την αιώνια, αδιαίρετη και αναλλοίωτη ουσία Του, διαθέτει επιπλέον και… κτιστή ουσία, την οποία φτιάχνει «εν χρόνω»! Και βεβαίως, στον Ιππόλυτο έχουμε «ενιαία τριαδική ενέργεια» και το σχήμα της ενιαίας τριαδικής ενέργειας λέει: «εκ Πατρός, δι’ Υιού, εν αγίω Πνεύματι». Το σχήμα αυτό δεν είναι τυχαίο και δεν μεταβάλλεται κατά βούληση από τα Πρόσωπα. Είναι σχήμα ΑΠΑΡΑΒΑΤΟ, με το οποίο λειτουργούν οι ενέργειες της Αγίας Τριάδας. Κανείς δεν παρακάμπτει κανέναν. Ο παντοδύναμος Πατέρας, δεν κάνει τίποτε απολύτως παρά ΜΟΝΟ «διά του Υιού» και «εν αγίω Πνεύματι». Εφόσον η «ενιαία τριαδική ενέργεια» είναι δεδομένη, ο Πατέρας δεν είναι «δικτάτορας» και ουδέποτε προσπερνά τα δύο άλλα πρόσωπα. Ίσα-ίσα που αν κάποιος ήθελε να κάνει φιλολογικά παιχνίδια, θα μπορούσε να πει ότι το σχήμα «εκ Πατρός, δι’ Υιού» σημαίνει και ότι ο Πατέρας δεν είναι παντοδύναμος, και είναι υποχρεωμένος να πράξει «διά του Υιού»! Τίποτε όμως από αυτά δεν συμβαίνει: «‘’Αν ο Πατήρ δημιουργεί διά του Υιού’’ […] ‘’αυτό δεν σημαίνει ότι η δημιουργική δύναμη του Πατρός είναι ατελής, ή ότι ο Υιός δεν έχει δύναμη για να ενεργήσει. Αντίθετα, αυτό δείχνει τη μοναδικότητα της θελήσεως τους’’. Κάθε Θεία ενέργεια είναι ενιαία και προέρχεται από ολόκληρη την Τριάδα»[51]. Έχοντας τη βεβαιότητα ότι οι ΜτΙ θα κάνουν μερικά χρόνια να ξεμπλέξουν το κουβάρι που είχαν δημιουργήσει στο μυαλό τους, ας προχωρήσουμε και στην τελευταία απάντηση που αφορά στη γέννηση του Υιού και Λόγου του Θεού.
7. «Ενδιάθετος» και «Προφορικός» Λόγος, και η γέννηση του Λόγου και του Υιού Κλείνοντας την απάντηση αυτή προς τους αιρετικούς, ας διευκρινίσουμε και μερικά ζητήματα ως προς τον Υιό και Λόγο του Θεού στην διδασκαλία του Ιππόλυτου. Η πρώιμη διδασκαλία περί των δύο καταστάσεων του Λόγου (πρώτα «ενδιάθετος» και κατόπιν «προφορικός»), την οποία είχε επαναλάβει λίγα χρόνια πριν τον Ιππόλυτο και ο Θεόφιλος Αντιοχείας, οφείλεται ασφαλώς στην προσπάθεια των θεολόγων της εποχής να εκφράσουν με τον δικό τους τρόπο -χωρίς δηλ. παγιωμένη ορολογία-, την «εν τω ευαγγελίω του Ιωάννου εκφραζόμενη αλήθεια διά των λόγων ‘’ο ων εις τον κόλπον του Πατρός’’»[52]. Ότι ο Λόγος αρχικά ήταν «ενδιάθετος», σημαίνει πως «ο Θεός Πατήρ είχε αείποτε μαζί Του το Λόγο ως ενδιάθετο λογισμό, όχι σαν εκφορά ήχου (‘’ου λόγον ως φωνήν’’), αλλά σαν πνεύμα και δύναμη στην οποία υπάρχει ‘’το θέλειν του γεγεννηκότος’’. Ο Θεός, ο οποίος ‘’ούτε άλογος, ούτε άσοφος, ούτε αδύνατος, ουτε αβούλευτος ην’’, είχε το Λόγο ως νουν Του […] Ο Θεός Πατήρ με τον ενδιάθετο Λόγο Του είχε συλλάβει την κτίση των όντων»[53]. Ο Θεοδώρου γράφει πως για τον Ιππόλυτο, «κατά την πρώτην κατάστασιν ο Λόγος δεν ήτο ίδιον πρόσωπον, αλλ’ αιωνία ενδιάθετος δύναμις του Πατρός»[54]. Αυτό όμως δεν ταυτίζεται με τις παραχαράξεις των ΜτΙ… Ο Λόγος είναι απόλυτα διακριτός από τον Πατέρα, ακόμα και ως «ενδιάθετος». Είναι χαρακτηριστική η φράση του Ιππόλυτου, ότι ο Θεός «μόνος ων, πολύς ην»[55]. Σύμφωνα με τον Κων/νο Σκουτέρη: «Ο Ιππόλυτος ενδιαφέρεται να κατάδειξη, ότι η ενότητα δεν αντιστρατεύεται την τριαδικότητά του Θεού. Η τριαδικότητά δεν σημαίνει ότι υπάρχουν τρεις θεοί, αλλ’ ότι ο Θεός ‘’μόνος ων, πολύς ην’’. Στην άποψη των Μοναρχιανών […] ο Ιππόλυτος τονίζει ότι ενότητα και τριαδικότητά συνιστούν αγαστή συνύπαρξη. Η τριαδικότητά σε καμμιά περίπτωση δεν αίρει την ενότητα»[56]. Και όταν ο Πατέρας φανέρωσε τον Λόγο, ο οποίος έκτοτε, αντί για «ενδιάθετος» ονομάζεται «προφορικός», ο Ιππόλυτος ναι μεν μιλάει για «γέννηση»[57], όμως, στην ουσία δεν επρόκειτο για μια νέα «κτιστή» δημιουργία όπως πίστευε ο Άρειος, αλλά για τον ίδιο τον Λόγο τον «ενδιάθετο». Ο Πατέρας δηλαδή, «…ότε ηθέλησεν, καθώς ηθέλησεν, ΕΔΕΙΞΕΝ τον Λόγον αυτού»[58]. Είναι σαφής λοιπόν η αϊδιότητα του Λόγου. Ο Πατέρας «έδειξε» τον Λόγο του και δεν τον «έφτιαξε». Απλά φανέρωσε Αυτόν που προϋπήρχε, διότι όπως είπαμε, ο Θεός «μόνος ων, πολύς ην»[59]. Σε κάθε περίπτωση, «ο Λόγος εξακολουθεί να παραμένη εις πάσαν περίπτωσιν Θεός. Η δια της γεννήσεως είσοδος αυτού εις νέαν κατάστασιν υπάρξεως ουδόλως παραβλάπτει το θείον αξίωμα αυτού»[60], ενώ αυτή «η γέννησις του Λόγου δεν κατατάσσει αυτόν εις την σειράν των κτισμάτων»[61]. Βεβαίως, ο Ιππόλυτος, συνδέει την «υιότητα», με την ενανθρώπιση: «Ο Ιππόλυτος παράλληλα προς τις δυό αυτές καταστάσεις, του ενδιαθέτου και του προφορικού Λόγου, καταγράφει και μια τρίτη φάση, αυτή της υιότητας, όταν ο Υιός και Λόγος του Θεού Πατρός ‘’απ’ ουρανών κατήλθεν εις την αγίαν Παρθένον Μαρίαν, ίνα σαρκωθείς εξ αυτής…»[62]. Όμως ο Υιός, δεν είναι άλλος από την ενυπόστατη ενσάρκωση του Λόγου: «Στη σάρκωση ο ορατός εν δυνάμει Λόγος του Θεού, ο προφορικός Λόγος της δημιουργίας, γίνεται ορατός εν ενεργεία»[63], και όπως γράφει ο Ιππόλυτος, «ο Λόγος τέλειος ην Υιός, καίτοι τέλειος, Λόγος ων, μονογενής»[64]. Όπως επισημαίνει ο Παν. Τρεμπέλας για τον ενσαρκωμένο Λόγο: «Ο Ιππόλυτος χρησιμοποιεί τα ρήματα ‘’συγκεράσας’’ και ‘’μίξας’’ αποκλείων πάσαν σύγχυσιν και τροπήν και αλλοίωσιν των δύο φύσεων […] ‘’Ούτος ο Θεός, ο άνθρωπος δι’ ημάς γεγονώς’’»[65]. Για την πρώιμη αυτή Θεολογία, ο δογματολόγος Ιω. Ρωμανίδης σημειώνει: «Ίσως υπάρχει και κάποια βάσις, να αποδεχθή τις ότι απολύτως Ορθόδοξοι ήσαν οι Πατέρες, οι διδάσκοντες ότι τα ονόματα Πατήρ και Υιός αναφέρονται εις την γέννησιν του ήδη εκ του Θεού αϊδίως και φύσει υπάρχοντος υποστατικού Λόγου, διά την δημιουργίαν και Ενσάρκωσιν, εφ’ όσον ο Λόγος αεί την ύπαρξίν του έχει εκ του Θεού Πατρός, όπως έχει το Πνεύμα το Άγιον. Εν τοιαύτη περιπτώσει τα υποστατικά ιδιώματα κατ’ ουσίαν παραμένουν τα ίδια. Δηλαδή ο Θεός είναι εξ ουδενός, ο Λόγος και το Πνεύμα είναι αϊδίως εκ του Θεού φύσει· τη δε μία βουλήσει της Αγίας Τριάδος ο Λόγος ο ενδιάθετος προφέρεται, δηλαδή γεννάται και ούτως ο Θεός γίνεται Πατήρ και ο Λόγος Υιός, διά την δημιουργίαν, την Ενσάρκωσιν και την υιοθεσίαν των ανθρώπων [δηλ. κατά την «οικονομική Τριάδα»]. Ούτως η διαφορά μεταξύ Λόγου και Πνεύματος είναι ότι ο Λόγος εγένετο Μονογενής Υιός του Θεού προ των αιώνων και ενεσαρκώθη. Ταύτα αναφέρομεν όχι επειδή είναι η ορθή ερμηνεία των όρων, αλλά διότι ιστορικώς υπήρχεν, ορθώς δε ερμηνευομένη είναι Ορθόδοξος. Ερμηνευομένη όμως υπό των ετεροδόξων εμφανίζεται ωσάν αρχαίος ημιαρειανισμός ενώ δέν ήτο»[66].
8. Ανακεφαλαίωση «Δυστυχώς» λοιπόν για τους παραχαράκτες και ψευδόμενους αιρετικούς: 1. «…ο Ιππόλυτος κατεπολέμησε μετά ζέσεως τας αντιτριαδικάς μοναρχιανικάς […] αιρέσεις της εποχής του»[67]. 2. «Αρειανικοί προσανατολισμοί εις την σκέψιν του [Ιππολύτου] πρέπει τελείως να αποκλεισθούν»[68]. 3. «Το Πνεύμα το άγιον είναι εν ΙΣΩ ΜΕΤΡΩ φορεύς της θεότητος, ως ο Πατήρ και ο Υιος. ‘’Άλλως τε ένα Θεόν νομίσαι μη δυνάμεθα, εάν μη όντως Πατρί και Υιώ και αγίω Πνεύματι πιστεύσωμεν’’»[69]. 4. «Η εκ της ουσίας του Θεού προέλευσις του Λόγου δηλοί εμφανώς την θεότητα αυτού»[70]. 5. «Η εν τω Πατρί ύπαρξις του Λόγου είναι άχρονος και αιωνία […] η θεότης του Λόγου είναι παρ’ αυτώ απολύτως εξησφαλισμένη και βεβαία […] η γέννησις του Λόγου δεν κατατάσσει αυτόν εις την σειράν των κτισμάτων»[71]. 6. «Κακοδοξίαι…δογματικοί δεν δύνανται να επισημανθούν εν τη θεολογία του Ιππολύτου»[72]. Ελπίζουμε λοιπόν ότι όλες οι… «απορίες» τους για τον Ιππόλυτο, λύθηκαν… Σημειώσεις: [1] Θεοδώρου Ανδρέας, «Ιστορία των Δογμάτων» - τόμ. 1ος, μέρος 2ον, Γρηγόρης, Αθήνα, 1978, σελ. 274-275. [2] Φλορόφσκυ Γεώργιος, «Οι Βυζαντινοί Πατέρες του 5ου αιώνα», Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1992, σελ. 209. [3] «Οι μοναρχιανοί προσπάθησαν να αποδείξουν ότι τα τρία πρόσωπα της Αγιας Τριάδος αποτελούν ‘’μοναρχίαν’’, ‘’μονάδα’’, ένα πρόσωπο, το όποιο ταυτιζόταν πάντοτε με τον Πατέρα […] είτε με την άρνηση της πλήρους θεότητας του Υιού ή και με την άρνηση της διακεκριμένης προσωπικής του υποστάσεως […] Οι πρώτοι, οι όποιοι αρνούντο την κατά φύση θεότητα του Υιού και εδέχοντο ότι ο Χριστός έλαβε απλώς θεία δύναμη ή και υιότητα κατά υιοθεσία, ονομάζοντο δυναμικοί Μοναρχιανοί ή Υιοθετιστές. Οι δεύτεροι, οι οποίοι συνέφυραν τη θεότητα του Υιού στην ουσία του Πατρός και δεν διέκριναν την προσωπική υπόσταση του Υιού από την υπόσταση του Πατρός, ονομάζοντο τροπικοί Μοναρχιανοί ή Πατροπασχίτες, εφ’ όσον θεωρούσαν την ενανθρώπηση του Υιού ως ένα απλό τρόπο υπάρξεως ή φανερώσεως του ίδίου του Πατρός» (Φειδάς Ιω. Βλάσιος, «Εκκλησιαστική Ιστορία», τόμ. Α΄, 3η έκδ., Αθήνα 2002, σελ. 240-241). [4] Θεοδώρου Ανδρέας, «Ιστορία των Δογμάτων», ό.π., σελ. 255. [5] Θεοδώρου Ανδρέας, «Ιστορία των Δογμάτων», ό.π., σελ. 265. [6] Σκουτέρης Β. Κωνσταντίνος, «Ιστορία Δογμάτων», τόμ. Α΄, Αθήνα 1998, σελ. 442. [7] Θεοδώρου Ανδρέας, «Ιστορία των Δογμάτων», ό.π., σελ. 264. [8] Θεοδώρου Ανδρέας, «Ιστορία των Δογμάτων», ό.π., σελ. 261. [9] Θεοδώρου Ανδρέας, «Ιστορία των Δογμάτων», ό.π., σελ. 264. [10] Ιππολύτου, «Εις την αίρεσιν Νοητού τινός» 10,3. [11] Θεοδώρου Ανδρέας, «Ιστορία των Δογμάτων», ό.π., σελ. 264. [12] Θεοδώρου Ανδρέας, «Ιστορία των Δογμάτων», ό.π., σελ. 274-275. [13] Θεοδώρου Ανδρέας, «Ιστορία των Δογμάτων», ό.π., σελ. 265. [14] Θεοδώρου Ανδρέας, «Ιστορία των Δογμάτων», ό.π., σελ. 264. [15] Ιππολύτου, «Εις την αίρεσιν Νοητού τινός» 14,7. [16] Θεοδώρου Ανδρέας, «Ιστορία των Δογμάτων», ό.π., σελ. 259. [17] Σκουτέρης Β. Κωνσταντίνος, «Ιστορία Δογμάτων» , ό.π., σελ. 443. [18] Σκουτέρης Β. Κωνσταντίνος, «Ιστορία Δογμάτων», ό.π., σελ. 449. [19] Σύμφωνα με την Καινή Διαθήκη, ο Ιησούς Χριστός διακηρύσσεται σαφέστατα ως «Θεός» αλλά και ως «ο Θεός» (με άρθρο), όπως για παράδειγμα στην Προς Τίτον επιστολή: «Προσδεχόμενοι την μακαρίαν ελπίδα και επιφάνειαν της δόξης του μεγάλου Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού» (Τίτ. 2,13). Όπως σημειώνει ο καθ. Γεώργιος Γαλίτης ενάντια στα επιχειρήματα των αιρετικών, εδώ, «δεν νοούνται δύο πρόσωπα, ο Θεός και ο Χριστός […] αλλά ένα, ο Χριστός, όπως συμπεραίνεται από το ένα και μόνο άρθρο που χρησιμοποιείται» (Γαλίτης Γεώργιος, «Η Προς Τίτον Επιστολή του Αποστόλου Παύλου», Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1995, σελ. 284). Άρα, οφείλουμε να κατανοήσουμε ότι το εδάφιο μιλάει για ένα μόνο πρόσωπο, τον Χριστό, όπως ακριβώς κατανοούμε ένα μόνο πρόσωπο, τον Πατέρα, όταν διαβάζουμε εδάφια όπως τα παρακάτω που χρησιμοποιούν ένα μόνο άρθρο: «τόν Θεόν καί Πατέρα» (Ρωμ. 15,6), «τώ Θεώ καί Πατρί» (Α΄ Κορ. 15,24), «ο Θεός καί Πατήρ» (Β' Κορ. 1,3), «ο Θεός καί Πατήρ» (Β' Κορ. 11,31), «του Θεού και Πατρός» (Γαλ. 1,4), «τώ Θεώ καί Πατρί» (Εφ. 5,20), «Τώ δέ Θεώ καί Πατρί» (Φιλ. 4,20), «του Θεού και Πατρός» (Α' Θεσ. 1,3), «ο Θεός καί Πατήρ» (Α' Θεσ. 3,11), «του Θεού και Πατρός» (Α' Θεσ. 3,13), «τώ Θεώ καί Πατρί» (Αποκ. 1,6). Πέρα όμως και από αυτό, «πάντοτε στην Κ. Διαθήκη γίνεται λόγος για δεύτερη παρουσία και επιφάνεια του Χριστού, και όχι του Θεού και του Χριστού […] Στον στίχο αυτό οι Πατέρες είδαν να κηρύττεται η θεότητα του Χριστού και η ισότητά του προς τον Πατέρα…» (Γαλίτης Γεώργιος, «Η Προς Τίτον Επιστολή…», ό.π., σελ. 285). Και φυσικά τα εδάφια της θεότητας του Χριστού είναι πολλά ακόμα: 1. «καί Θεός ήν ο Λόγος» (Ιω. 1,1), 2. «Καί απεκρίθη Θωμάς...Ο Κύριός μου καί ο Θεός μου» (Ιω. 20,28) (επισημαίνουμε ότι ο Ιησούς δεν αρνείται την προσφώνηση, πράγμα που αν δεν ήταν αλήθεια, θα ήταν απαράδεκτο για ένα «κτίσμα». Και όμως, ο Ιησούς απαντά απλά: «Ότι εώρακάς με, πεπίστευκας»), 3. «τήν εκκλησίαν τού Κυρίου καί Θεού ήν περιεποιήσατο διά τού ιδίου αίματος» (Πράξ. 20,28) [Ο «Κύριος και Θεός» που μάτωσε, ασφαλώς είναι ο Χριστός, επειδή Σταυρώθηκε], 4. «ο χριστός τό κατά σάρκα, ο ών επί πάντων Θεός ευλογητός εις τούς αιώνας» (Ρωμ. 9,5), 5. «ός εν μορφή Θεού υπάρχων, ούχ αρπαγμόν ηγήσατο τό είναι ίσα Θεώ» (Φιλ. 2,6), 6. «Ότι εν αυτώ κατοικεί πάν τό Πλήρωμα τής Θεότητος σωματικώς» (Κολ. 2,9), 7. «κατά τήν χάριν τού Θεού ημών καί Κυρίου Ιησού Χριστού» (Β' Θεσ. 1,12), 8. «πρός δέ τόν Υιόν, ‘Ο θρόνος σου, ο Θεός, εις τόν αιώνα τού αιώνος’» (Εβρ. 1,8), 9. «εν δικαιοσύνη τού Θεού ημών καί Σωτήρος Ιησού Χριστού» (Β' Πέτρ. 1,1), 10. «έλυεν τό σάββατον...ίσον εαυτόν ποιών τώ θεώ» (Ιω. 5,18) [το οποίο σημαίνει ότι την διακήρυξη ισοθεΐας την αντιλαμβάνονταν και στο περιβάλλον του], 11. «εγώ καί ο πατήρ έν εσμεν» (Ιω. 10,30) [στο άκουσμα των λόγων αυτών, οι Ιουδαίοι αντιλαμβάνονται διακήρυξη ισοθεΐας, και ετοιμάζονται να επιτεθούν στον Χριστό, λέγοντας: «συ...ποιείς σεαυτόν θεόν» (Ιω. 10,33)]. [20] «Τριάς, Αγία», Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια, τόμ. 11 (1967), στ. 851. [21] Το παραθέτει ο Γρηγορίος Νύσσης, στον «Bίο Γρηγορίου Θαυματουργού», PG 46,912D-913A. Βλ. και Ανωνύμου, PG 98,1233. Παρατίθεται επίσης και στο: Νικόδημος Αγιορείτης, «Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού», τόμ. Α΄, Αθήνησι 1868, σελ. 226, σημ. #1 (στις 17 Νοεμβρίου, μνήμη του εν αγίοις Πατρός ημών, Γρηγορίου Νεοκαισαρείας του θαυματουργού). Ακόμα, περιλαμβάνεται και στο: Καρμίρης Ιωάννης, «Τα δογματικά και συμβολικά μνημεία της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας», τόμ. Α΄, 2η έκδ., Αθήνα 1960, σελ. 67 (επειδή η πλάγια γραματοσειρά στην PG 46,912D-913A μπορεί να ξεγελάσει τον αναγνώστη ότι το Σύμβολο τελειώνει νωρίτερα, βλ. και τις άλλες πηγές). [22] Θεοδώρου Ανδρέας, «Βασική Δογματική Διδασκαλία - Απαντήσεις σε ερωτήματα Σωτηριολογικά», Αποστολική Διακονία, Αθήνα 2006, σελ. 158. [23] Ματσούκας Α. Νίκος, «Δογματική και Συμβολική θεολογία», τόμ. Β΄, 2η έκδ., Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1988, σελ. 94. [24] Ματσούκας Α. Νίκος, «Δογματική και Συμβολική θεολογία», τόμ. Γ΄, Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1997, σελ. 82. [25] Ματσούκας Α. Νίκος, «Δογματική…», τόμ. Γ΄, ό.π., σελ. 89. [26] Σκουτέρης Β. Κωνσταντίνος, «Ιστορία Δογμάτων», ό.π., σελ. 443. [27] Θεοδώρου Ανδρέας, «Η Ουσία της Ορθοδοξίας», 2η έκδ. βελτιωμένη, εκδ. Παρουσία, Αθήνα 1998, σελ. 51. [28] Όπως π.χ. οι Αρειανιστές ή οι ΜτΙ, (επίσης Αρειανιστές) που ασπάζονται τις διανοητικές επεξεργασίες και τη δυαρχία του πλατωνισμού, όχι μόνο ως προς το γεγονός ότι τα πάντα, κόσμο και θεό, τα χωρίζουν όπως ο Πλάτωνας σε υλικά και πνευματικά (και όχι σε Θεό και Κτίσματα όπως ορίζει η Βιβλική πραγματικότητα) αλλά επιπλέον, αποδέχονται και το πλατωνικό αξίωμα «Θεός ανθρώπω ου μείγνυται» (‘Συμπόσιο’ 203a) και όντας δέσμιοι αυτού, αμφισβητούν την ενανθρώπιση του Θεού Λόγου. [29] Θεοδωρήτου Κύρου, «Εκκλησιαστική Ιστορία» 1,4. PG 82, 912Α. [30] Ματσούκας Α. Νίκος, «Δογματική…», τόμ. Β΄, ό.π., σελ. 95. [31] Ματσούκας Α. Νίκος, «Δογματική…», τόμ. Γ΄, ό.π., σελ. 89. [32] Θεοδώρου Ανδρέας, «Βασική Δογματική Διδασκαλία - Απαντήσεις σε ερωτήματα Σωτηριολογικά», Αποστολική Διακονία, Αθήνα 2006, σελ. 158. [33] Φλορόφσκυ Γεώργιος, «Οι Ανατολικοί Πατέρες του Τέταρτου αιώνα», Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1991, σελ. 151-152. [34] Θεοδώρου Ανδρέας, «Ιστορία των Δογμάτων», ό.π., σελ. 259. [35] Φλορόφσκυ Γεώργιος, «Οι Ανατολικοί Πατέρες…», ό.π., σελ. 152. [36] Ιππολύτου, «Εις την αίρεσιν Νοητού τινός» 14,5. [37] Θεοδώρου Ανδρέας, «Ιστορία των Δογμάτων», ό.π., σελ. 263. [38] Θεοδώρου Ανδρέας, «Ιστορία των Δογμάτων», ό.π., σελ. 264. [39] Θεοδώρου Ανδρέας, «Ιστορία των Δογμάτων», ό.π., σελ. 264. [40] Θεοδώρου Ανδρέας, «Ιστορία των Δογμάτων», ό.π., σελ. 263. [41] Θεοδώρου Ανδρέας, «Ιστορία των Δογμάτων», ό.π., σελ. 264. [42] Θεοδώρου Ανδρέας, «Ιστορία των Δογμάτων», ό.π., σελ. 275. [43] Ματσούκας Α. Νίκος, «Δογματική…», τόμ. Β΄, ό.π., σελ. 97, σημ. #56. [44] Σκουτέρης Β. Κωνσταντίνος, «Ιστορία Δογμάτων», ό.π., σελ. 447. [45] Ματσούκας Α. Νίκος, «Δογματική…», τόμ. Β΄, ό.π., σελ. 85-86. [46] Σκουτέρης Β. Κωνσταντίνος, «Ιστορία Δογμάτων», ό.π., σελ. 444. [47] Σκουτέρης Β. Κωνσταντίνος, «Ιστορία Δογμάτων», ό.π., σελ. 446-447. [48] Θεοδώρου Ανδρέας, «Ιστορία των Δογμάτων», ό.π., σελ. 259. [49] Θεοδώρου Ανδρέας, «Ιστορία των Δογμάτων», ό.π., σελ. 261. [50] Θεοδώρου Ανδρέας, «Ιστορία των Δογμάτων», ό.π. [51] Φλορόφσκυ Γεώργιος, «Οι Ανατολικοί Πατέρες…», ό.π., σελ. 152. [52] Τρεμπέλας Ν. Παν., «Δογματική της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας», τόμ. Α΄, 3η έκδ., Ο Σωτήρ, Αθήνα 1997, σελ. 256. [53] Σκουτέρης Β. Κωνσταντίνος, «Ιστορία Δογμάτων», ό.π., σελ. 448. [54] Θεοδώρου Ανδρέας, «Ιστορία των Δογμάτων», ό.π., σελ. 262. [55] Ιππολύτου, «Εις την αίρεσιν Νοητού τινός» 10,3. [56] Σκουτέρης Β. Κωνσταντίνος, «Ιστορία Δογμάτων», ό.π., σελ. 442. [57] «Περί δε λόγου γένεσιν ζητείς, όνπερ βουληθείς ο Θεός Πατήρ εγέννησεν ως ηθέλησεν» (Ιππολύτου, «Εις την αίρεσιν Νοητού τινός» 16,4. [58] Ιππολύτου, «Εις την αίρεσιν Νοητού τινός» 10,3. [59] Ιππολύτου, «Εις την αίρεσιν Νοητού τινός» 10,3. [60] Θεοδώρου Ανδρέας, «Ιστορία των Δογμάτων», ό.π., σελ. 264. [61] Θεοδώρου Ανδρέας, «Ιστορία των Δογμάτων», ό.π., σελ. 264. [62] Σκουτέρης Β. Κωνσταντίνος, «Ιστορία Δογμάτων», ό.π., σελ. 448. [63] Σκουτέρης Β. Κωνσταντίνος, «Ιστορία Δογμάτων», ό.π., σελ. 449. [64] Ιππολύτου, «Εις την αίρεσιν Νοητού τινός» 15,7. [65] Τρεμπέλας Ν. Παν., «Δογματική της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας», τόμ. Β΄, 3η έκδ., Ο Σωτήρ, Αθήναι 2003, σελ. 89. [66] Ρωμανίδης Σ. Ιωάννης, «Δογματική και Συμβολική Θεολογία της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας», τόμ. Α΄, Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1999 (c1973), σελ. 290-291. [67] Θεοδώρου Ανδρέας, «Ιστορία των Δογμάτων», ό.π., σελ. 255. [68] Θεοδώρου Ανδρέας, «Ιστορία των Δογμάτων», ό.π., σελ. 264. [69] Θεοδώρου Ανδρέας, «Ιστορία των Δογμάτων», ό.π., σελ. 265. [70] Θεοδώρου Ανδρέας, «Ιστορία των Δογμάτων», ό.π., σελ. 261. [71] Θεοδώρου Ανδρέας, «Ιστορία των Δογμάτων», ό.π., σελ. 264. [72] Θεοδώρου Ανδρέας, «Ιστορία των Δογμάτων», ό.π., σελ. 275. |
Δημιουργία αρχείου: 4-2-2011.
Τελευταία μορφοποίηση: 14-11-2017.