Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Κεντρική Σελίδα

Προτεσταντισμός και Αγία Γραφή

Συντηρητικός και φιλελεύθερος * Περί Θεοπνευστίας * Σχέση Αγίας Γραφής και αποκάλυψης Θεού * Η ερμηνεία τής Αγίας Γραφής * Από τα κτιστά ρήματα στα άρρητα ρήματα

Ορισμός και ιστορία του Φονταμενταλισμού

Εμφάνιση και επιρροές σε άλλους χώρους

Χαράλαμπου Γ. Ατματζίδη

 

Πηγή: Χαράλαμπου Γ. Ατματζίδη, "Ερμηνευτικές και Θεολογικές προσεγγίσεις στην Καινή Διαθήκη" VOL IV. Σελ. 462 - 467.

 

Με τον όρο «φονταμενταλισμός»3  εννοείται η χριστιανική συντηρητική κίνηση, αμερικανικής κυρίως προέλευσης, που εμφανίστηκε τον 19° αιώνα ως αντίδραση στη φιλελεύθερη θεολογία.4

Συνήθως ο όρος αναφέρεται αόριστα σε ιδιαίτερα συντηρητικούς ευσεβιστές χριστιανούς, που είναι προσκολλημένοι στη Βίβλο. Δεν ενδείκνυται όμως, για να περιγράφει γενικά τους συντηρητικούς θρησκευόμενους. Μερικές μάλιστα από τις ομάδες αυτών αρνούνται να δεχθούν ότι οι λέξεις φουνταμενταλισμός και φουνταμενταλιστής τους χαρακτηρίζουν. Γι' αυτό και τους απορρίπτουν ως υβριστικούς5.

Ακριβέστερα. ο όρος περιγράφει ομάδες πιστών που πιστεύουν στην κατά γράμμα θεοπνευστία και το απόλυτα αλάθητο της Βίβλου. Τέτοιες ομάδες, που φέρουν διάφορες ονομασίες, απαντούν σήμερα ιδιαίτερα στον προτεσταντικό αγγλοσαξωνικό χώρο.6

Ο όρος χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά στις αρχές του 20ού αιώνα και προέρχεται από τη βιβλική σειρά «The Fundamentals», που εκδόθηκε στις Η.Π.Α. από το 1910 μέχρι το 1915 για να υποστηρίξει τις θέσεις των ομάδων αυτών.7

Η τάση αυτή έχει τις ρίζες της στις χριστιανικές ομολογίες της Ευρώπης (Ρωμαιοκαθολικισμός, Προτεσταντισμός), αναπτύχθηκε όμως από τους Ευρωπαίους μετανάστες στις Η.Π.Α.

Παράγοντες που συνέβαλαν στην εμφάνιση του φουνταμενταλισμού στις Η.Π.Α. ήταν:

1) Το μεγάλο μεταναστευτικό ρεύμα προς τις Ηνωμένες Πολιτείες κατά τούς τελευταίους δύο αιώνες και η αστικοποίηση, που εμφανίστηκε μετά από αυτό.

2) Η απήχηση που βρήκαν διάφορες κοινωνιστικές ιδεολογίες (π.χ. Μαρξισμός) μεταξύ των βιομηχανικών εργατών και των μεσοαστικών στρωμάτων.

3) Η κοινωνία της αφθονίας, που εμφανίστηκε με τη Βιομηχανική Επανάσταση. Αυτή διευκόλυνε την προώθηση των καταναλωτικών αγαθών και ευνόησε την εξάπλωση της χρησιμοθηρίας και του ωφελισμού.

4) Η κρίση της πνευματικής αυθεντίας, που σημειώθηκε με την εκρηκτική ανάπτυξη του καταναλωτισμού.

5) Η ταχύτατη ανάπτυξη των εφηρμοσμένων επιστημών και η αποθέωση της τεχνικής.

6) Η εμφάνιση ενός περίεργου, λευκής απόκλισης, πρωτοαμερικανικού εθνικισμού με κύρια χαρακτηριστικά του την ξενοφοβία και το ρατσισμό.8

Όλα τα παραπάνω δημιούργησαν ένα κλίμα εκκοσμίκευσης που «εμπεριείχε», όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Β. Γιούλτσης «απειλές για την κατεστημένη θρησκευτική κατάσταση, αφού, μέσα από συγκρητιστικές αντιπαραβολές, (το κλίμα αυτό) ευνοούσε τη λογικοποίηση τών θρησκευτικών σχέσεων, την άμβλυνση της ηθικής, την αμφισβήτηση της αυθεντίας της εκκλησιαστικής ιεραρχίας, την απομάκρυνση από την παράδοση, τη σχετικοποίηση της υπερβατικότητας του θείου και των μεταφυσικών μεγεθών, την άρνηση της πίστεως και τέλος, τον προβληματισμό για την αναγκαιότητα ακόμη και της ίδιας της θρησκείας».9

Το κλίμα αυτό της εκκοσμίκευσης της κοινωνίας επηρέασε με τη σειρά του όλων των βαθμίδων τα εκπαιδευτικά ιδρύματα της χώρας. Η εφαρμογή μάλιστα της ιστορικο-κριτικής μεθόδου και στην έρευνα των βιβλικών κειμένων, που άρχισε να υιοθετείται από διάφορα πανεπιστήμια των Η.Π.Α. θεωρήθηκε από τη φουνταμενταλιστική κίνηση σαν η μεγάλη αποστασία από την πατροπαράδοτη πίστη, θεωρήθηκε μάλιστα ότι και η ιστορική κριτική είχε την ευθύνη για την άμβλυνση της χριστιανικής πίστης στην κοινωνία και άρχισε μια σταυροφορία για τη στήριξη της κατά γράμμα θεοπνευστίας και του απόλυτου αλάθητου της Βίβλου. Έτσι η επιστροφή στο παρελθόν και ο «αγώνας για την υπεράσπιση των θεμελίων (battle royal for the Fundamentals)» ήταν η μοναδική διέξοδος για να ξεπεραστεί η εκκοσμίκευση της κοινωνίας.10

Η κατά βάση θρησκευτική αυτή κίνηση11 εμφανίστηκε τόσο σε ακαδημαϊκούς κύκλους (π.χ. στο Πρεσβυτεριανό θεολογικό σεμινάριο του πανεπιστημίου του Princeton. Η.Π.Α.) όσο και σε ομάδες που πίστευαν σε μια χιλιαστικού τύπου αναμονή της παρουσίας του Κυρίου. Οι τελευταίες θεωρούσαν μάλιστα ότι οι χριστιανοί έπρεπε να αφυπνιστούν και να προετοιμαστούν για την παρουσία του Κυρίου.

Όργανα της κίνησης αυτής αποτελούσαν το «Niagara Bible Conference (από το 1878) και το «Nortfield Conference» (από το 1880). Εμφανίστηκαν επίσης διάφορα βιβλικά ιδρύματα (Bible Institutes) ως αντίβαρο στα πανεπιστημιακά ιδρύματα, που είχαν φιλελεύθερες τάσεις στη βιβλική έρευνα. Στα ινστιτούτα αυτά εκπαιδεύονταν νέοι στην έρευνα της Βίβλου με βάση τις αρχές του φουνταμενταλισμού. Επίσης εκδόθηκε μέχρι το 1915 όπως είδαμε, και η θεολογική σειρά με την ονομασία «The Fundamentals», που αποτελείται από δώδεκα τομίδια.12 Σε αυτή δημοσίευσαν άρθρα τους εκπρόσωποι της κίνησης και συντηρητικοί καθηγητές από το Princeton και από περιοχές της Ευρώπης.

Το 1919 τέλος, ιδρύθηκε και η βραχύβια «Worlds Christian Fundamentals Association». Η κίνηση ενεργοποιήθηκε ιδιαίτερα κατά του εκμοντερνισμού της Προτεσταντικής Εκκλησίας και κοινωνίας και ειδικά, υπό την καθοδήγηση του φημισμένου για τη ρητορική του δεινότητα Πρεσβυτεριανού (λαϊκού) William J. Bryan,13 κατά της διδασκαλίας στα σχολεία της εξελικτικής θεωρίας για την καταγωγή των ειδών. Στις επιστημονικές αυτές θέσεις ο φουνταμενταλισμός είδε καθρεπτιζόμενες την άρνηση της βιβλικής αλήθειας και τον υποβιβασμό του κατ’ εικόνα Θεού δημιουργημένου ανθρώπου σε ένα απλό φυσικό παράγωγο.14 Σε αυτή την πολεμική εντάσσεται η περίφημη πλέον «δίκη του πιθήκου», που έγινε στο Dayton (Tennessee), στην οποία προσήχθη ως κατηγορούμενος ο βιολόγος καθηγητής J. Τ. Scopes, που πρέσβευε τη θεωρία της καταγωγής του ανθρώπου από τον πίθηκο. Αποτέλεσμα της δίκης αυτής ήταν ο διασυρμός της κίνησης, που έκανε πλέον τα μέλη της πιο προσεκτικά.

Η κίνηση επανήλθε δυναμικά το 1952 με την πολεμική εναντίον της Revised Standard Version15 της Βίβλου αποδεικνύοντας έτσι την αντοχή της στο χρόνο και τη δυναμική παρουσία της στις διάφορες προτεσταντικές ομολογίες.

Ομάδες της κίνησης αυτής υπήρχαν και υπάρχουν στις Η.Π.Α. και την Ευρώπη, ιδιαίτερα ανάμεσα στους Πρεσβυτεριανούς και τους Βαπτιστές16. Αναφέρουμε, εκτός από τον Πρεσβυτεριανό (λαϊκό) William j. Bryan, τους Βαπτιστές W. R. Riley17. J. R. Straton και J. F. Norris. Στο κίνημα αυτό ανήκαν και οι θεολόγοι C. Α. Briggs, Α. C. McGiffert και Pr. Smith, οι οποίοι μάλιστα καταδικάστηκαν ως αιρετικοί από την Πρεσβυτεριανή Εκκλησία.18

Παρόμοιες φουνταμενταλιστικές τάσεις εμφανίστηκαν και στη ρωμαιοκαθολική θεολογική σκέψη και οδήγησαν σε κρίση τη Ρωμαιοκαθολική εκκλησία. Σύμφωνα τον Β. Γιούλτση οι πιο σημαντικές φουνταμενταλιστικές κρίσεις στους κόλπους της εκκλησίας αυτής «συνδέονται αρχικά με τη διαμαρτύρηση του Λουθήρου, αργότερα με την απόσχιση των Παλαιοκαθολικών και μετά την Β΄ Βατικάνεια Σύνοδο, με τα γεγονότα που οδήγησαν στην εσωτερική μεταρρύθμιση της Καθολικής Ολλανδίας (Ολλανδική Κατήχηση) και τελευταία στην απομάκρυνση και καταδίκη του επισκόπου Lefevre».19

Από ανάλογες φουνταμενταλιστικές θέσεις επηρεάστηκε και η Ορθόδοξη θεολογία και προκλήθηκαν από αυτές κρίσεις στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Τέτοιες κρίσεις προκάλεσαν οι «ζηλωτικές κινήσεις», όπως τις χαρακτηρίζει ο Γ. Μαντζαρίδης των Παλαιοημερολογιτών στην Ελλάδα και των Παλαιοπίστων (Ρασκόλνικων) στη Ρωσία.20

Ο Σ. Αγουρίδης μάλιστα με παραδείγματα από τη σύγχρονη ελληνική και ξένη ιστορία, υπογραμμίζει και την κοινωνική και πολιτική διάσταση, που προσλαμβάνει ο θρησκευτικός φουνταμενταλισμός, όταν συνδέεται με διάφορες πολιτικές δυνάμεις, και καθίσταται όχημα ακραίων πολιτικών θέσεων και πράξεων.21

Από τη φουνταμενταλιστική θεολογική κίνηση του 19ου και 20ού αιώνα επηρεάστηκε και η ελληνική Ορθόδοξη θεολογία. Ο Ν. Ματσούκας στο έργο του «Το πρόβλημα του κακού», αν και δεν αναφέρεται ειδικά στον φουνταμενταλισμό, αφιερώνει ολόκληρο κεφάλαιο με τίτλο: «Αστοχίαι της χριστιανικής απολογητικής»22, όπου επισημαίνονται οι επιδράσεις τέτοιων τάσεων, ιδιαίτερα σε ελληνικές Ορθόδοξες απολογητικές μελέτες, που εκδόθηκαν μεταξύ του 1884 και του 1969.23

Την επίδραση του φουνταμενταλισμού στη νεώτερη ορθόδοξη θεολογία σημειώνει και ο Π. Βασιλειάδης τονίζοντας ορθά ότι η τάση αυτή «μεταλαμπαδεύτηκε ασυναίσθητα και στον ορθόδοξο χώρο και συχνά προβάλλεται ως η μόνη ενδεδειγμένη αντιμετώπιση της Γραφής».24

Συμπερασματικά, θα μπορούσαμε να πούμε ότι εκπρόσωποι της τάσης αυτής απαντούν σχεδόν σε όλες τις χριστιανικές ομολογίες. Αυτό συμβαίνει, επειδή, όπως επισημαίνει ο S. Ε. Ahlstrom, «ο φουνταμενταλισμός δεν είναι μια αυτόνομη κίνηση με ιδιαίτερο δόγμα, αλλά είναι περισσότερο μια σκληρή και παράλληλα μια κακώς πληροφορημένη αντιδρώσα και διαμαρτυρόμενη κίνηση κατά του στρατευμένου ακραίου θεολογικού φιλελευθερισμού».25

 

Σημειώσεις


3. Ο όρος αυτός χρησιμοποιείται, επίσης, για να περιγράψει αντίστοιχες τάσεις στο Ισλάμ (βλ. αναλυτικά Β. Γιούλτση. 250-254). Επίσης σημειώνουμε ότι ο Γ. Μπαμπινιώτης. (Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας. Αθήνα 1998), χρησιμοποιεί τον όρο «φονταμενταλισμός» και όχι «φουνταμενταλισμός», γιατί, όπως σημειώνει, η λέξη είναι μεταφορά στην ελληνική του γαλλικού «fondamentalisme». Εμείς, επειδή ο όρος προέρχεται από τη λατινική λέξη fundamentum (= θεμέλιο), υιοθετούμε τον όρο «φουνταμενταλισμός». Άλλωστε ως «Fundamentalismus, Fundamentalism κ.λπ.» απαντά ο όρος τόσο στη γερμανική όσο και στην αγγλική βιβλιογραφία. Ο Γ. Μπαμπινιώτης (ό.π.) χρησιμοποιεί επίσης τον όρο «Θεμελιωτισμός», ο οποίος όμως, κατά τη γνώμη μας. είναι πολύ ουδέτερος και σχεδόν άγνωστος στην ελληνική βιβλιογραφία. Ο Γ. Μαντζαρίδης, («Η υπέρβαση του φουνταμενταλισμού». Πρόσωπο και θεσμοί. Θεσσαλονίκη 1997. 79-80),  θεωρεί και τον όρο «ζηλωτισμός» ως τον πλησιέστερο ελληνικό όρο, με τον οποίο θα μπορούσε να αποδοθεί ο φουνταμενταλισμός. Από τη λέξη «fundamentum», τέλος, σχηματίζεται και ο όρος «Fundamentaltheologie», ο οποίος όμως σχετίζεται με την Απολογητική της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, και δεν έχει καμιά σχέση με την κίνηση του φουνταμενταλισμού. Βλ. αναλυτικά H. Vorgrimler. «Fundamentaltheologie». Lexikon für Theologie und Kirche. (LThK), 4. 451-460.

4. Βλ. και T. Meyer, Fundamentalismus. Aufstand gegen die Moderne. Hamburg 1991. 6 εξ.

5. Βλ. αναλυτικά A. Sierszyn. Die Bibel im Griff? Hislorisch-kritische Denkweise und biblische Theologie. Wuppertal 1978, 6, όπου γίνεται αναφορά για τη θεοπνευστία στην Καινή Διαθήκη (π.χ. Β' Τιμ 3.16), στον Λούθηρο, και στην Ορθόδοξη, κατά τον A. Sierszyn, Προτεσταντική διδασκαλία, (bλ. επίσης Ρ. Stuhlmacher, Vom Verstehen des Neuen Testaments, Eine Hermeneutik. Göttingen 1986, 32 εξ. 198 εξ. 238 εξ.), όπου εξετάζονται οι θέσεις όλων των τάσεων του φουνταμενταλισμού.

6. Αναλυτικά βλ. Β. Γιούλτση. 246-247.

7. O ακριβής τίτλος της σειράς είναι: The Fundamentals: a Testimony to the Truth. (έκδ.) C. Dixon / R. A. Torrey.

8. Βλ. αναλυτικά Β. Γιούλτση. 247-248.

9. Β. Γιούλτση. 248.

10. Βλ. Β. Γιούλτση. 246. Γ. Μαντζαρίδη, 80.

11. Αναλυτικά για το σύνθετο χαρακτήρα του φουνταμενταλισμού (θρησκευτικό, πολιτικό, κοινωνικό) βλ. Γ. Μαντζαρίδη. 81 εξ.

12. Βλ. και στον Β. J. Longfield. «Fundamentalists», 430.

13. Σύμφωνα με τον S. Ε. Ahlstrom. «Fundamentalismus», 1178, ο William J. Bryan έθεσε και υποψηφιότητα, τρεις φορές μάλιστα, για τις προεδρικές εκλογές στις Η.Π.Α.

14. Αναφορά στη διήγηση του βιβλίου της Γένεσης για τη δημιουργία και την ερμηνευτική της προσέγγιση από τον φουνταμενταλισμό κάνει και ο Σ. Αγουρίδης. Βιβλικές Θεολογικές μελέτες. Αθήνα 1993, 137, ο οποίος αναφέρει χαρακτηριστικά: «Όχι πως δεν υπάρχουν ακόμη αντιδράσεις και στη Δύση, ιδίως στις Ην. Πολιτείες, μεταξύ μάλιστα κύκλων των Fundamentalist (παραδοσιακών, αντιδραστικών κύκλων). Υπάρχουν π.χ. υποστηρικτές της ιστορικότητας όλης της αρχέγονης ιστορίας του ανθρώπου του σκληρού τύπου, που δεν βρίσκεται παρόμοια του ούτε μεταξύ των αντιδραστικοτέρων δικών μας κύκλων».

15. Βλ. και J. P. Michael. «Fundamentalismus», 451.

16. O Β. J. Longfield. «Fundamentalists», 431, υπολογίζει ότι το 1980 οι φουνταμενταλιστές ήταν στις Η.Π.Α. περίπου πέντε εκατομμύρια.

17. Ο W. R. Riley έγραψε το γνωστό έργο Inspiration or Evolution?, Cleveland 1926.

18. Βλ. αναλυτικά S. E. Ahlstrom, «Fundamentalismus». 1179· Αναλυτικά για την ιστορία και τη σημερινή κατάσταση της φουνταμενταλιστικής κίνησης στις Η.Π.Α., βλ. N. F. Furnish, The Fundamentalist Controivercy 1918-1931. New Haven 1954. S. G. Cole, The History of Fundamentalism. New York 21971· P. M. Basset, «Fundamentalism» New Crollier Multimedia Enzyclopedia, Release 6, 1993.

19. B. Γιούλτση, 249.

20. Γ. Μαντζαρίδη. 80· βλ. και Β. Γιούλτση, 249-250.

21. Σ. Αγουρίδη, «Θρησκευτικός Φουνταμενταλισμός», Θεολογία και Κοινωνία σε διάλογο, Αθήνα 1999, 188-192.

22. Ν. Ματσούκα, «Το πρόβλημα του κακού. Δοκίμιον Πατερικής Θεολογίας, ΕΕΘΣΘ 20, παράρτημα 22. Θεσσαλονίκη 1976. 273-282, και ιδιαίτερα σημ. 21, 22 και 23.

23. Παραθέτουμε ορισμένες από τις αναφερόμενες από τον Ν. Ματσούκα (ό.π., 276. σημ. 22) απολογητικές μελέτες (με τις οποίες, σημειωτέον, ανδρώθηκαν γενεές θεολόγων, κληρικών και λαϊκών στην Ελλάδα), όπως: α) Γ. Παπαμιχαήλ. Απολογητική. Αθήναι 1928. β) Ε. Θεοδώρου. Ιστορία του Χριστιανικού Πολιτισμού. Αθήνα1952. γ) Π. Τρεμπέλα, Ο Ιησούς ο από Ναζαρέτ. Αθήναι 1940. δ) του ίδιου. Απολογητικαί Μελέται. Α. Αθήναι 1965. ε) του ίδιου. Απολογητικαί Mελέται. Β'. Αθήναι 1969.

24. Π. Βασιλειάδη, Ερμηνεία των Ευαγγελίων. Θεσσαλονίκη 1990, 65. Βλ. και του ίδιου, «Βιβλική κριτική και Ορθοδοξία», Βιβλικές Ερμηνευτικές Μελέτες. Βιβλική Βιβλιοθήκη 6, (ΒΒ 6). Θεσσαλονίκη 1992, 85.

25. S. Ε. Ahlstrom. «Fundamentalismus», 1179. Βλ. και Chr. Gremmels. «Fundamendalismus», historiches Wörterbuch der Philosophie. τ. 2. 1133.

Δημιουργία αρχείου: 15-1-2018.

Τελευταία μορφοποίηση: 15-1-2018.

ΕΠΑΝΩ