Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Κεντρική Σελίδα

Ορθοδοξία

Είναι οι αρχές του Μοναχισμού διδασκαλίες του Κυρίου ή της ύστερης Εκκλησίας; * Ο Μοναχισμός στον κόσμο * Ο αναλλοίωτος Ορθόδοξος Μοναχισμός ελπίδα στην ανατολή της 3ης Χιλιετίας * Τα Μοναστήρια ως αναγκαιότητα διαφύλλαξης τής εκκλησιαστικής ζωής * Ευάγριος ο Ποντικός στην ιστορία τού Μοναχισμού * Ο Μοναχισμός ως συνέχεια τής Αποστολικής Παράδοσης

Η Ιερά ησυχία

θεμελιωμένη στην Αγία Γραφή

Πρωτοπρεσβυτέρου Θωμά Βαμβίνη

 

Πηγή: Ομιλία στο Ι' Θεολογικό Συνέδριο Μητροπόλεως Ναυπάκτου. Περιοδικό: "Εκκλησιαστική Παρέμβαση" Τεύχος 339 - Οκτώβριος 2024.

Αναδημοσίευση από: https://www.parembasis.gr

Η ανάπτυξη τών εννοιών που περιλαμβάνει ο τίτλος θα μάς δώση όλο το περιεχόμενο τής εισηγήσεως. Θα δούμε τι σημαίνει «ιερά ησυχία» και πώς αυτή θεμελιώνεται μέσα στην Αγία Γραφή, την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη.

Πριν από την ανάπτυξη τού θέματος πρέπει να τονισθή η μεγάλη σημασία που έχει στις μέρες μας ο λόγος περί τής ιεράς ησυχίας, με το περιεχόμενο που τής δίνει η αγιογραφική και πατερική μας παράδοση. Θα επισημανθούν δύο λόγοι:

Πρώτος λόγος είναι η εξάπλωση ασκητικών μεθόδων τών ανατολικών θρησκειών. Πολλοί Έλληνες είναι πιο εξοικειωμένοι με τις θεολογικές ορολογίες ανατολικών θρησκειών, παρά με τής δικής μας παραδόσεως που έχει μεγάλου πλούτο και μεγάλη θεραπευτική δύναμη.

Δεύτερος λόγος είναι η ρευστοποίηση όλων τών εννοιών στην σύγχρονη φιλοσοφική σκέψη. Ενδεικτικός είναι ο ισχυρισμός ότι πρέπει να καταστραφούν οι κλασικές διχοτομίες, όπως, ψυχή/σώμα, νοητό/αισθητό, ανθρωπότητα/ζωϊκότητα, καλό/κακό κ.α.. Όλα είναι ρευστά, όλα ένας χυλός. Το εσωτερικό τού ανθρώπου θεωρείται ανύπαρκτο. Ο «κρυπτός τής καρδίας άνθρωπος» αγνοείται.

Μπαίνοντας στο θέμα μας είναι απαραίτητες κάποιες διασαφήσεις. Το ερμηνευτικό κλειδί τής Παλαιάς Διαθήκης είναι η Καινή Διαθήκη, είναι ο Χριστός, ο οποίος ήλθε «πληρώσαι τον νόμον και τους προφήτας». Στα νοήματα τής Καινής Διαθήκης μάς εισάγουν οι Πατέρες τής Εκκλησίας. Αυτοί τελικά μάς δείχνουν πώς η Καινή Διαθήκη ερμηνεύει την Παλαιά. Και στις διδασκαλίες τών Πατέρων εισαγόμαστε από σύγχρονους ποιμένες και συγγραφείς που είναι συντονισμένοι με το πνεύμα τους.

Αυτή η ερμηνευτική οδός θα ακολουθηθή στην συνέχεια. Τα κείμενα τού Μητροπολίτου μας κ. Ιεροθέου και τού μακαριστού Ναυπάκτιου μοναχού Θεοκλήτου Διονυσιάτη εξοικειώνουν τους μελετητές τους με την ορολογία τών Πατέρων τής Εκκλησίας και τους εισάγουν στο πνεύμα τής διδασκαλίας τους. Κείμενά τους θα είναι η διάβαση σε πατερικές ερμηνείες αγιογραφικών χωρίων, ιδιαίτερα τού αγίου Γρηγορίου Νύσσης, τού αγίου Ιωάννου τού Χρυσοστόμου, τού αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας και κυρίως τού αγίου Γρηγορίου τού Παλαμά, στις οποίες μέσα από λόγους και πρόσωπα τής Παλαιάς και τής Καινής Διαθήκης τεκμηριώνεται αγιογραφικά η ασκητική αγωγή τής ιεράς ησυχίας.

Μια ακόμη διασάφηση. Η ησυχία δεν έχει ως φυσικό χαρακτηριστικό την ιερότητα. Κάθε ησυχία δεν είναι εξ ορισμού Ιερά.

«Όταν κάνουμε λόγο για την ορθόδοξη ησυχία, [παρατηρεί ο Μητροπολίτης μας κ. Ιερόθεος] εννοείται ότι αυτή διαφέρει σαφώς από μια ουμανιστική ησυχία, μια ησυχία που κινείται μέσα σε ινδουϊστικά και βουδδιστικά πρότυπα. Πρόκειται για μια ησυχία που κινείται μέσα στα βασικά πλαίσια τής εκκλησιαστικής παραδόσεως».

Στην κοινή αντίληψη ησυχία είναι η απουσία τού θορύβου, που την βρίσκει κανείς έξω από πόλεις, χωριά και οικισμούς. Αυτή είναι η εξωτερική ή σωματική ησυχία. Σημαντικότερη είναι η εσωτερική ή ψυχική ησυχία, που είναι η απελευθέρωση τού νου από εμπαθείς λογισμούς, που δημιουργούν θόρυβο στην ψυχή, ακόμη και στους ησυχαστικότερους τόπους.

Η ιερά εξωτερική ή εσωτερική ησυχία έχουν ορθόδοξο ασκητικό περιεχόμενο με προοπτική την τελείωση τού ανθρώπου. Ο Μητροπολίτης μας κ. Ιερόθεος γράφει: «Μιλώντας για την ορθόδοξη νήψη εννοούμε την εγρήγορση και την ετοιμότητα τού ανθρώπου να κρατά τον νου του καθαρό από διαφόρους λογισμούς και εικόνες που νεκρώνουν την εσωτερική του ελευθερία και καθαρότητα και τον αποσπούν από την κοινωνία με τον Θεό που συνιστά την γνώση τού Θεού. Η νήψη αυτή χαρακτηρίζεται από τους Πατέρες τής Εκκλησίας και ιερά ησυχία».

 

***

Παρατίθενται στην συνέχεια αγιογραφικά χωρία (λίγα από τα πολλά) που αναφέρονται στην ιερά ησυχία και την αξία τής ερήμου.

Ο Ευαγγελιστής Ματθαίος γράφει ότι μετά το βάπτισμα «ο Ιησούς ανήχθη εις την έρημον υπό τού Πνεύματος πειρασθήναι υπό τού διαβόλου».

Ο ιερός Θεοφύλακτος παρουσιάζει την έρημο ως παλαίστρα με τα πνευματικά τής πονηρίας. Γράφει: «Ανάγεται [ο Χριστός] δε εις έρημον, ίνα δείξη ημίν, ότι ο διάβολος τότε πειράζει ημάς, όταν ίδη μεμονωμένους και μη υπ’ αλλήλων βοηθουμένους». Η έρημος, αλλά γενικά και η απομόνωση, είναι για τους ισχυρούς στην πάλη με τα πνευματικά τής πονηρίας, γι’ αυτό ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος συμβουλεύει: «να συναντιέστε μεταξύ σας συνεχώς, ώστε να μην είναι εύκολο να σάς καταλαμβάνη ο διάβολος». Όπως θα δούμε στην συνέχεια, αυτό δεν σημαίνει ότι ο Άγιος παραθεωρεί την αξία τής ερήμου και τής ησυχίας. Μιλά στον λαό που έχει ανάγκη την μετ’ αλλήλων επικοινωνία και ενίσχυση.

Το πλέον χαρακτηριστικό χωρίο για την αξία τής ησυχίας και τής απομονώσεως για την προσευχή είναι το ακόλουθο: «συ δε όταν προσεύχη, είσελθε εις τον ταμιείόν σου, και κλείσας την θύραν σου πρόσευξαι τω πατρί σου τω εν τω κρυπτώ, και ο πατήρ σου ο βλέπων εν τω κρυπτώ αποδώσει σοι εν τω φανερώ». Δεν πρέπει οι μαθητές τού Χριστού να είναι «ώσπερ οι υποκριταί», που τους αρέσει «εν ταις συναγωγαίς και εν ταις γωνίαις τών πλατειών εστώτες προσεύχεσθαι, όπως αν φανώσι τοις ανθρώποις». Αυτοί παίρνουν τον μισθό τους από τους ανθρώπους. Οι μαθητές Του πρέπει να επιθυμούν μισθό από τον ουράνιο Πατέρα. Ταμιείον αναγωγικά είναι το σώμα, θύρα οι αισθήσεις. Πρέπει να κλείνουν οι αισθήσεις για να προσεύχεται ο νους απερίσπαστα.

Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος δίνει μια ερμηνεία που μπορούμε να χαρακτηρίσουμε ησυχαστική. Γράφει: «Αυτός που πρόκειται να ικετεύση τους αφήνει όλους και βλέπει μόνον αυτόν που έχει την δύναμη να εκπληρώση την αίτησή του. Αν τον αφήσης αυτόν και περιπλανάσαι περιφέροντας παντού ολόγυρα τα μάτια σου, θα φύγης με άδεια χέρια».

Θέτει εν συνεχεία το ερώτημα: Δηλαδή δεν πρέπει να προσευχόμαστε στην Εκκλησία; Απαντά, ότι πρέπει να προσευχόμαστε στην Εκκλησία, και πάρα πολύ μάλιστα «αλλά μετά γνώμης τοιαύτης». Και εξηγεί:

«Πανταχού ο Θεός τον σκοπόν ζητεί τών γινομένων». Σκοπός είναι το «οράν μόνον τον Κύριον», Αυτόν που μπορεί να ικανοποιήση τα θεοφιλή αιτήματα. Και σημειώνει ότι, κι αν κάποιος κλειστή στον «ταμιείον» του, αλλά δεν προσηλωθή μόνον στον Κύριο δεν θα τον ωφελήση ο εγκλεισμός του. Γράφει: «κι αν κλείσης τις θύρες τού ταμιείου σου, πριν το κάνεις αυτό ο Χριστός θέλει τούτο να κατορθώσης: να κλείσης τις θύρες τής διανοίας σου».

Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος μιλά πολύ καθαρά για την αξία τής ερήμου στην ερμηνεία τού ακόλουθου χωρίου από το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο: «και απολύσας τους όχλους ανέβη εις το όρος κατ ιδίαν προσεύξασθαι. Οψίας δε γενομένης μόνος ην εκεί».

Γράφει: «Για ποιο λόγο ανεβαίνει στο όρος; Για να μάς διδάξη ότι είναι καλό πράγμα η ερημία και η μόνωση, όταν πρέπει να επικοινωνήσουμε με τον Θεό. Γι’ αυτό καταφεύγει συχνά σε ερήμους και εκεί πολλές φορές διανυκτερεύει προσευχόμενος, για να μάς διδάξη να επιδιώκουμε την αταραξία στην προσευχή επιλέγοντας τον κατάλληλο τόπο και χρόνο. Διότι η έρημος είναι μητέρα τής ησυχίας και τόπος γαλήνης και λιμάνι που μάς απαλλάσσει από κάθε θόρυβο». Την ίδια άποψη για την επιλογή τού κατάλληλου τόπου για την προσευχή έχει ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, αλλά και ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας, όπως θα φανή παρακάτω. Είναι η πείρα τών αγίων τής Εκκλησίας, που ξέρουν ότι πρέπει να κυνηγά ο επιθυμητής τής κοινωνίας με τον Θεό τον κατάλληλο καιρό και τον κατάλληλο τόπο που τού εξασφαλίζουν την αταραξία «εν ταις ευχαίς».

Ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας ερμηνεύοντας το χωρίο από το κατά Λουκάν Ευαγγέλιο: «Εγένετο δε εν ταις ημέραις ταύταις εξήλθεν εις το όρος προσεύξασθαι και ην διανυκτερεύων εν τη προσευχή τού Θεού», γράφει:

«Πρέπει να προσευχόμαστε λάθρα, κρυφά, χωρίς να μάς βλέπη κανείς· γιατί αυτό υποδηλώνει το ότι ο Ιησούς προσεύχεται στο όρος μόνος του, χωρίς άλλη απασχόληση... Πρέπει να προσευχόμαστε ταπεινά και να υψώνουμε καθαρά τα χέρια μας, και ο νους μας να αναπηδά προς το ύψος τής θεοπτίας, απομακρυνόμενος από κάθε θόρυβο, και αποφεύγοντας κάθε κοσμική μέριμνα. Και αυτό δεν πρέπει να το κάνουμε βιαστικά, ούτε με αδρανή ολιγοψυχία, αλλά μάλλον με δύναμη ψυχής και προθυμία και αξιοθαύμαστη υπομονή». Στο κείμενο γράφει: «δει δε τούτο δραν, ούτε αψικόρως, ούτε αδρανή έχοντας ολιγοψυχίαν». Κύρια σημασία τής λέξης «αψίκορος» είναι «ο ταχέως κορεννύμενος, ο άμα τω άψασθαι τών σιτίων κορεννύμενος». Δηλαδή, αυτός που χορταίνει γρήγορα με λίγη τροφή. Στην προσευχή δεν πρέπει να έχη κανείς τον χαρακτήρα τού αψικόρου, να φθάνη εύκολα σε κορεσμό, να την χορταίνη και να την αφήνη, ούτε να είναι αδρανής από ολιγοψυχία. Η προσευχή χρειάζεται ανδρεία και διαρκή δράση, δηλαδή άσκηση. Κατά τον άγιο Κύριλλο η προσευχή χρειάζεται θαυμαστή υπομονή μέσα σε ησυχία και αμεριμνία.

***

Ο μεγάλος διδάσκαλος τής επιστήμης τών λογισμών, τής έγκαρπης ιεράς ησυχίας, τής νοεράς προσευχής και θεολόγος τού ακτίστου φωτός είναι ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς. Αντιμετωπίζοντας τον Βαρλαάμ και τους επιγόνους του στην αίρεση τού αντιησυχασμού και τής κτιστότητας τού θείου φωτός, ανατρέχει σε πρόσωπα και γεγονότα τής Παλαιάς και τής Καινής Διαθήκης, τα οποία ερμηνεύει και αποδεικνύει το δυναμικό περιεχόμενο τής ιεράς ησυχίας, το νόημα τών τεχνικών μεθόδων τής ησυχαστικής προσευχής, αλλά και όλη την θεολογία τής Εκκλησίας για το φως τού Θεού, που περιλάμπει νου, καρδιά, ψυχή και σώμα τών θεουμένων ασκητών. Στις ερμηνείες παραθέτει γνώμες και άλλων Πατέρων.

Χρησιμοποιώντας ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς την ιστορία και τα έργα τού Προφήτη Ηλία μιλά για την έρημο ως τον κατάλληλο τόπο τής προσευχής, για τον τρόπο και το σχήμα τού σώματος κατά την προσευχή, αλλά και τον καρπό της που είναι η θεοπτία. Μιλά και για το πώς βλέπει ο Προφήτης το αόρατο φως.

Ειδικά για το σχήμα τού σώματος κατά την άσκηση τής προσευχής, ρωτά: «Πώς θα ήταν δική μας η σάρκα μας; Πώς δεν θα την αφήσουμε έκθετη στον πονηρό; Πώς θα αποκρούσουμε την άνοδο προς αυτήν τού πονηρού, και μάλιστα αυτοί που δεν γνωρίζουν να αντιμετωπίζουν πνευματικά τα πνεύματα τής πονηρίας, εάν δεν ασκήσουμε τους εαυτούς μας να προσέχουν τον εαυτό μας και με το έξω σχήμα τού σώματός μας; Τι τα λέω αυτά για τους τώρα εισερχομένους σ’ αυτούς τους αγώνες, όταν υπάρχουν και κάποιοι από τους τελειότερους που χρησιμοποίησαν το σχήμα αυτό κατά την προσευχή και βρήκαν ευήκοο το Θείο, όχι μόνο από τους μετά Χριστόν, αλλά και από τους προ τής επιδημίας τού Χριστού στην γη. Πράγματι και ο τελειότατος στην θεοπτία Ηλίας, στηρίξας την κεφαλή του στα γόνατα, έτσι συγκέντρωσε φιλοπονότερα τον νου του στον εαυτό του και στον Θεό και έλυσε εκείνη την πολύχρονη ξηρασία».

Αυτό το εξωτερικό σχήμα τής προσευχής τού Προφήτη Ηλία περιγράφεται στο τρίτο βιβλίο τών Βασιλειών, όπου λέγεται: «...Ηλιού ανέβη επί τον Κάρμηλον και έκυψεν επί την γην και έθηκε το πρόσωπον αυτού ανά μέσον τών γονάτων αυτού». Με αυτό το σχήμα προσευχήθηκε και έλυσε την ανομβρία.

Σχετικά με το πώς «οράται το αόρατο φως», γράφει: «θα πουν αυτοί που ζουν και βλέπουν με το Άγιο Πνεύμα σ’ αυτούς που ρωτούν, πώς βλέπετε το αόρατο φως· όπως το είδε και εκείνος ο θεόπτης Ηλίας· το ότι εκείνος δεν το είδε αισθητώς (με τις σωματικές του αισθήσεις) το έδειξε η μηλωτή που έριξε στο πρόσωπό του· ότι είδε τον Θεό σκεπάζοντας τους αισθητούς οφθαλμούς του με την μηλωτή, μάρτυρας και κήρυκας αξιόλογος είναι η επωνυμία του με την οποία είναι γνωστός σε όλους· διότι από όλους ονομάζεται θεόπτης, μάλλον δε και μεθ’ υπερβολής θεοπτικότατος» Η όραση τού αοράτου φωτός γίνεται υπέρ αίσθηση και υπέρ νόηση με την ενέργεια τού Αγίου Πνεύματος

Το ότι με το Άγιο Πνεύμα φωτίζονται όλες οι αισθήσεις, ώστε με το φως τού Θεού να δη ο θεόπτης το αόρατο άκτιστο φως, φαίνεται καθαρά στον προφήτη και νομοθέτη Μωϋσή, ο οποίος ζώντας και εργαζόμενος στην ησυχία τής ερήμου δέχθηκε μεγάλη αποκάλυψη με την οποία κλήθηκε να οδηγήση τον λαό τού Ισραήλ στην έξοδο από την γη τής Αιγύπτου. Παρατίθεται η περιγραφή τού γεγονότος από τον άγιο Γρηγόριο Νύσσης.

«Η ζωή του ήταν στο βουνό και ιδιάζουσα [ήσυχη] απαλλαγμένη από κάθε τύρβη τής αγοράς, αφού ιδιώτευε στην έρημο φροντίζοντας τα πρόβατά του. Και αφού πέρασε αρκετός καιρός σ’ αυτό το είδος τής ζωής, μάς λέει η ιστορία, τού συνέβη μια φοβερή θεοφάνεια· ενώ έλαμπε άπλετο το μεσημεριανό φως, ένα άλλο φως δυνατότερο από τον ήλιο άστραψε στα μάτια του. Παραξενεύτηκε από το ασυνήθιστο θέαμα και κοίταξε προς το βουνό. Είδε ένα θάμνο από όπου έβγαινε η λάμψη σαν γλώσσες φωτιάς, ενώ τα κλωνάρια τού θάμνου φούντωναν μέσα στις φλόγες σα να ήταν η φλόγα δροσιά. Μονολογώντας είπε: “θα πάω να δω αυτό το μεγάλο όραμα”. Κι όταν το είπε δεν δέχθηκε μόνο στα μάτια το θαύμα τού φωτός, αλλά με τις αστραπές τής λάμψης φωτίστηκε και η ακοή του. Η χάρη τού φωτός μοιράστηκε και στις δύο αισθήσεις· τα μάτια τα καταφώτιζε με τις αστραπές τών ακτίνων και την ακοή την φωταγωγούσε με τα αθάνατα δόγματα. Η φωνή λοιπόν εκείνου τού φωτός απαγόρευσε στον Μωϋσή να πατήση το βουνό, επειδή βαρυνόταν με υποδήματα από νεκρά δέρματα, και τού λέει να βγάλη τα υποδήματά του και έτσι να αγγίξη εκείνη τη θεία γη, που ήταν πλημμυρισμένη από το θείο φως».

Μέσα στην έρημο η οδός προς την θεοπτία συνδέεται με την αποβολή τών παθών ή όπως λέει ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης τής γήινης περιβολής με τα δέρματα που μάς δόθηκε, «όταν μείναμε γυμνοί με την παρακοή μας στο θείο θέλημα».

Σχετικός με το θέμα μας είναι ο σχολιασμός από τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά ενός στίχου τού Δευτερονομίου, το οποίο έγραψε ο θεόπτης Μωϋσής. Μιλά για την σημασία που έχει το να τηρή κανείς τον νου του καθαρό. Γράφει: «“Πρόσεχε σεαυτώ” ... Δια τίνος; Τού νου πάντως. Με τίποτε άλλο δεν είναι δυνατόν να προσέχη κανείς ολόκληρο τον εαυτό του. Αυτή λοιπόν την επιτήρηση να επιβάλης στην ψυχή και στο σώμα·... διότι έτσι θα υποτάξης την σάρκα που αφηνιάζει στο πνεύμα και “ρήμα κρυπτόν εν τη καρδία σου ου μήποτε γένηται”». Αυτή είναι η αγωγή τής ιεράς ησυχίας που είναι μέθοδος θεραπείας, με αποβολή τών νεκρών δερμάτων, τών παθών τού παλαιού ανθρώπου.

Στον Πρωτομάρτυρα Στέφανο δείχνει ο άγιος Γρηγόριος τον καρπό τής ιεράς ησυχίας που είναι η θεοπτία και θεολογεί για την δόξα τού Θεού αντιμετωπίζοντας τις θεωρίες τού αιρετικού Βαρλαάμ.

Ο άγιος Γρηγόριος Παλαμάς παραθέτει απόσπασμα από λόγο τού αγίου Γρηγορίου Νύσσης για τον Πρωτομάρτυρα Στέφανο στο οποίο γράφει: «[ο Στέφανος] δεν βλέπει το θείο μένοντας στην ανθρώπινη φύση και δύναμη, αλλά αφού ανακράθηκε με την χάρη τού Αγίου Πνεύματος, διότι είναι μαρτυρημένο από την Γραφή ότι με το όμοιο βλέπονται τα όμοια. Διότι αν σε ανθρώπινη φύση και δύναμη έχη καταστή χωρητή η δόξα τού Πατρός και τού Υιού, αυτός που αποφάνθηκε ότι το θέαμα αυτής τής δόξας είναι αχώρητο είναι ψευδής· είναι όμως αποδεδειγμένο ότι ούτε εκείνος ψεύδεται και η ιστορία είναι αληθινή».

Σε άλλο σημείο τού λόγου του ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης σημειώνει: «[ο Στέφανος] βλέπει την θεία δόξα και το απαύγασμα τής δόξας· και τής μεν δόξας τού Πατρός κανένας χαρακτήρας δεν περιγράφεται με λόγο· το δε απαύγασμα ο αθλητής το βλέπει μέσα στο είδος που εμφανίσθηκε στους ανθρώπους, [στον Θεάνθρωπο Χριστό]». Όραση τού θείου φωτός και συνομιλία με τους αγγέλους, δόθηκε την νύχτα που γεννήθηκε ο Χριστός και στους ποιμένες τής Βηθλεέμ «τη τών πολλών αναχωρήσει και ησυχία κεκαθαρμένοις».

Με αφορμή την εμπειρία τους ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς αντιμετωπίζει μια λανθασμένη ερμηνεία τού Βαρλαάμ τού Καλαβρού στον άγιο Διονύσιο τον Αρεοπαγίτη, σύμφωνα με την οποία (κατά την νεοπλατωνική αντίληψη) όλοι οι φωτισμοί και οι αποκαλύψεις έρχονται σε μάς μέσω τών αγγέλων. Τονίζει, λοιπόν, ο άγιος Γρηγόριος ότι «υπάρχει ένωσή μας με τον Θεό και μετάδοση φωτός που δεν μετέχεται μέσω τών αγγέλων ως διαμέσων». Γράφει, λοιπόν, για την εμπειρία τών ποιμένων: «φανερώνοντας [ο άγιος Διονύσιος] την αιτία τής αγγελικής επωνυμίας λέει ότι παρουσιάζονται δια τών αγγέλων σε εμάς πολλές οράσεις, αλλά όχι και όλες οι αυτοφανείς οράσεις, ούτε κάθε ένωση, ούτε κάθε έλλαμψη λέει ότι γίνεται μέσω τών αγγέλων. Διότι, αφού ανέφερε ότι η πολυύμνητη εκείνη δοξολογία κατά την γέννηση τού Χριστού παραδόθηκε στους ποιμένες από πλήθος ουρανίου στρατιάς και ότι άγγελος ευαγγελίστηκε την είδηση αυτή στους ποιμένες, ως καθαρμένους λόγω τής αναχώρησης από τους πολλούς και την ησυχία, δεν είπε ότι η δόξα που τους περιέλαμψε τους δόθηκε δια τών αγγέλων». Ο Θεός, όταν ενεργή, δεν υποτάσσεται σε νεοπλατωνικά σχήματα. Συνομιλεί, όταν θέλη, με τα λογικά κτίσματά Του χωρίς ενδιαμέσους.

***

Ως επίλογος τής εισήγησης παρατίθεται μια σημαντική παρατήρηση τού μακαριστού μοναχού Θεοκλήτου Διονυσιάτη που δείχνει πώς ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς συνέδεε τον ησυχασμό με την θεολογία και την ανθρωπολογία τής Αγίας Γραφής. Γράφει: «Εν αντιθέσει προς την κλασσικήν φιλοσοφίαν, την ποριζομένην τας γνώσεις εκ τού εξωτερικού κόσμου, ο Νεοπλατωνισμός, ως μυστικιστικός ιδεαλισμός, εστρέφετο προς τα ένδον τού ανθρώπου, όπως εκείθεν επιτύχη την “θέαν τού Θεού”. Πιστεύων ότι η ψυχή είναι πλάσμα Θεού και επιποθεί μίαν “Θεοκρασίαν”, μίαν σύγχυσιν εντός τής απροσώπου Θεότητος, ενόμιζεν ότι, στρεφομένη η ψυχή προς εαυτήν, ως προς θείαν αρχήν, ήτο αρκετόν δια να ίδη την θείαν εικόνα...

Ενώπιον τών ιδεών τούτων, αι οποίαι έτεινον να προκαλέσουν σύγχυσιν εν τη περί τής θείας εικόνος διδασκαλία τής Εκκλησίας, ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς υπεστήριξε δογματικώς, ότι πάσα προς τα έσω στροφή δεν δύναται να απολήξη ει μη εις την θεώρησιν τής διεφθαρμένης εικόνος, εφόσον η ψυχή δεν απεπλύθη δια λουτρού παλιγγενεσίας».

Με την προς τα έσω στροφή στο πλαίσιο τής ιεράς ησυχίας ο ασκητής τής προσευχής συναντά κατ’ αρχήν το ειδεχθές προσωπείο τών παθών, και η προσευχή του έχει το ήθος και το πνεύμα τής προσευχής τού Τελώνου. Αποστρέφεται την φαρισαϊκή προσευχή, όπως οι αντιησυχαστές αποστρέφονταν το «σχήμα τής δεδικαιωμένης τελωνικής ευχής», όπως την χαρακτηρίζει ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς. Απαξιούσαν οι αντιησυχαστές αυτό το σχήμα τής προσευχής και τους άλλους που προσεύχονταν τους προέτρεπαν να μη το χρησιμοποιούν. Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς θεμελιωμένος στον ευαγγελικό λόγο γράφει εμφαντικά για τον Τελώνη: «ο Κύριος λέει στα ευαγγέλια “εκείνος [ο Τελώνης] ουκ ήθελεν ουδέ τους οφθαλμούς εις τον ουρανόν άραι”». Και συμπληρώνει: «τούτον δη ζηλούσιν οι εαυτοίς εν τω εύχεσθαι προσέχοντες την όψιν». Αυτόν με ζήλο μιμούνται αυτοί που προσηλώνουν το βλέμμα στον εαυτό τους κατά την προσευχή.

Το σχήμα και το πνεύμα τής τελωνικής προσευχής μέσα στο κλίμα τής ιεράς ησυχίας, δείχνει τον δυναμισμό τής ιεράς ησυχίας, αλλά και τα ευαγγελικά θεμέλιά της, αφού την τελωνική προσευχή, όπως και την προσευχή στο ταμιείον ή στην έρημο μάς τις διδάσκει ο Χριστός με τον λόγο τών Ευαγγελιστών και Αποστόλων Του.

Δημιουργία αρχείου: 19-11-2024.

Τελευταία ενημέρωση: 19-11-2024.

ΕΠΑΝΩ