Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Κεντρική Σελίδα

Γένεση

Βαβυλών * Ο λαός τού Αδάμ * Άγγελοι γαμπροί και γίγαντες * Ήταν ο κατακλυσμός παγκόσμιος; * Ο ιστορικός τόπος και χρόνος τού Παραδείσου * Μεσοποταμία * O Πύργος τής Βαβέλ μέρος 2ο: Ερμηνευτική πρόταση * H Bαβυλώνα η Μεγάλη

Μέρος 1ο: Ιστορική έρευνα

O Πύργος τής Βαβέλ

Ιστορική έρευνα για τα Ζιγκουράτ

Χρήστος Γ. Καραγιάννης

M. Th. Βιβλικής Αρχαιολογίας

 

Πηγή: Περιοδικό "Corpus" Νοέμβριος 2002, σελ. 20-29.

 

Το παρόν άρθρο, ήταν ένα εξαιρετικό άρθρο αγιογραφικού ενδιαφέροντος που ξεχώρισε για εμάς τους πιστούς, στο παλιό ιστορικό περιοδικό "Corpus". Θελήσαμε λοιπόν να το μοιρασθούμε με τους αναγνώστες μας, ψηφιοποιώντας το, ως το πρώτο (ιστορικό) μέρος τής αφήγησης τού Πύργου τής Βαβέλ. Ευελπιστούμε να συνεχίσουμε και με ένα δεύτερο μέρος, ερμηνευτικό.

Αναπαράσταση της πόλης της Βαβυλώνας. Ορισμένοι υποθέτουν ότι το κεντρικό Ζιγκουράτ της πόλης ήταν ο Πύργος της Βαβέλ. Ωστόσο, δεν υπάρχει ιστορική ή αρχαιολογική απόδειξη για την ακριβή τοπογραφική θέση της πόλης Βαβέλ και κατά προέκταση του Πύργου της.

 

Γένεσις 11: 1-9:

Κείμενο Μετάφραση

«Και ην πάσα η γη χείλος εν, και φωνή μία πάσι.

2 και εγένετο εν τω κινήσαι αυτούς από ανατολών, εύρον πεδίον εν γη Σενναάρ και κατώκησαν εκεί. 3 και είπεν άνθρωπος τω πλησίον αυτού· δεύτε πλινθεύσωμεν πλίνθους και οπτήσωμεν αυτάς πυρί. και εγένετο αυτοίς η πλίνθος εις λίθον, και άσφαλτος ην αυτοίς ο πηλός. 4 και είπαν· δεύτε οικοδομήσωμεν εαυτοίς πόλιν και πύργον, ου έσται η κεφαλή έως του ουρανού, και ποιήσωμεν εαυτοίς όνομα προ του διασπαρήναι ημάς επί προσώπου πάσης της γης.

5 και κατέβη Κύριος ιδείν την πόλιν και τον πύργον, ον ωκοδόμησαν οι υιοί των ανθρώπων. 6 και είπε Κύριος· ιδού γένος εν και χείλος εν πάντων, και τούτο ήρξαντο ποιήσαι, και νυν ουκ εκλείψει απ’ αυτών πάντα, όσα αν επιθώνται ποιείν. 7 δεύτε και καταβάντες συγχέωμεν αυτών εκεί την γλώσσαν, ίνα μη ακούσωσιν έκαστος την φωνήν του πλησίον.

8 και διέσπειρεν αυτούς Κύριος εκείθεν επί πρόσωπον πάσης της γης, και επαύσαντο οικοδομούντες την πόλιν και τον πύργον. 9 δια τούτο εκλήθη το όνομα αυτής Σύγχυσις, (= Βαβέλ) ότι εκεί συνέχεε Κύριος τα χείλη πάσης της γης, και εκείθεν διέσπειρεν αυτούς Κύριος επί πρόσωπον πάσης της γης.»

«Και ολόκληρη η γη ήταν μιας γλώσσας, και μιας φωνής.

2 Και όταν κίνησαν από την ανατολή, βρήκαν μια πεδιάδα στη γη Σεναάρ· και κατοίκησαν εκεί. 3 Και ο ένας είπε στον άλλον: Ελάτε, ας κάνουμε πλίθες, και ας τις ψήσουμε σε φωτιά· και η μεν πλίθα τούς χρησίμευσε αντί για πέτρα, η δε άσφαλτος τους χρησίμευσε αντί για πηλό. 4 Και είπαν: Ελάτε, ας κτίσουμε για μας μια πόλη και έναν πύργο, που η κορυφή του να φτάνει μέχρι τον ουρανό· και ας αποκτήσουμε για μας όνομα, πριν διασπαρούμε επάνω στο πρόσωπο της γης.

5 Και ο Κύριος κατέβηκε για να δει την πόλη και τον πύργο, που οικοδόμησαν οι γιοι των ανθρώπων. 6 Και ο Κύριος είπε: Να, ένας λαός, και όλοι έχουν μία γλώσσα, και άρχισαν να το πραγματοποιούν· και τώρα δεν θα εμποδιστεί σ' αυτούς κάθε τι που σκοπεύουν να κάνουν· 7 ελάτε, ας κατέβουμε, και ας συγχύσουμε εκεί τη γλώσσα τους, για να μη καταλαβαίνει ο ένας τη γλώσσα τού άλλου.

8 Και από εκεί ο Κύριος τους διασκόρπισε επάνω στο πρόσωπο ολόκληρης της γης· και σταμάτησαν να κτίζουν την πόλη και τον πύργο. 9 Γι' αυτό, το όνομά της ονομάστηκε Βαβέλ (= Σύγχυση)· επειδή, εκεί ο Κύριος σύγχυσε τη γλώσσα ολόκληρης της γης· και από εκεί ο Κύριος τους διασκόρπισε επάνω στο πρόσωπο ολόκληρης της γης.»

Οι ναοί και το ζιγκουράτ στην Εριντού. (Φωτοδιασύνδεση, Μουσείο Ιράκ, Βαγδάτη).

 

Στην Παλαιά Διαθήκη εμφανίζονται διηγήσεις, οι οποίες προκαλούν το ενδιαφέρον του αναγνώστη μελετητή, σειρά ερωτημάτων και τον εποικοδομητικό διάλογο των επιστημών. Μια από αυτές είναι η διήγηση της κατασκευής του Πύργου της Βαβέλ. Ενός μνημειώδους αρχιτεκτονικού έργου, το οποίο διατηρεί αμείωτο το ενδιαφέρον όλων μέχρι τις ημέρες μας, καθώς παρέχει γεωγραφικές τοπογραφικές και κοινωνιολογικές πληροφορίες για ένα παρελθόν ιδιαίτερα ενδιαφέρον και μυστηριώδες. Η σύνθεση του κειμένου και η χρονολογική του τοποθέτηση αποκτούν ήσσονα σημασία, καθώς αυτό στέκει ως αδιάψευστος μάρτυρας των θρησκευτικών ιδεών που αναδείχθηκαν στο συγκεκριμένο ιστορικό και κοινωνικό περιβάλλον της εγγύς Ανατολής.

Η γνωστή διήγηση της ανοικοδόμησης του Πύργου της Βαβέλ απαντά στη Γένεση (11:1-9). Από το ακριβές τοπογραφικό σημείο που δίδεται με την αναφορά της πεδιάδας της Σενναάρ μέχρι την τελευταία αναφορά, όπου η πόλη ταυτίζεται με τη Βαβέλ, γίνεται κατανοητό ότι τα γεγονότα που περιγράφονται έλαβαν χώρα στη νότια Μεσοποταμία1. Το ιστορικό περιβάλλον της νότιας Μεσοποταμίας είναι αυτό που δύναται να φωτίσει τη διήγηση του Πύργου της Βαβέλ. Ως εκ τούτου, ευθύς εξ αρχής καθίσταται γνωστή η ταύτιση του Πύργου με τα «Ζιγκουράτ». Το συμπέρασμα αυτό προκύπτει από την ιδιαίτερη σημασία που είχαν τα Ζιγκουράτ στον πολιτισμό της νότιας Μεσοποταμίας, από την πρώτη εποίκηση της περιοχής μέχρι την εγκαθίδρυση της Νεο-Βαβυλωνιακής Αυτοκρατορίας. Τα Ζιγκουράτ αποτελούσαν το κέντρο της πολιτιστικής και θρησκευτικής ζωής των βαβυλωνιακών πόλεων.

Διερωτάται βέβαια κανείς πώς, παρά την τοπογραφική ταύτιση, η διήγηση της Βίβλου σχετίζεται με οικοδόμημα το οποίο είναι ουσιαστικά ξένο προς το πολιτισμικό περιβάλλον αυτής. Ταυτίζεται ο εβραϊκός όρος migdal (=πύργος) με τον ακκαδικό Ζιγκουράτ;

Ο εβραϊκός όρος migdal χρησιμοποιείται σε πολεμικά κείμενα, αναφέρεται σε πύργους παρατηρητήρια αλλά ποτέ δεν έχει τη σημασία του Ζιγκουράτ, καθώς οι Ισραηλίτες δεν είχαν ποτέ Ζιγκουράτ. Η απουσία του όρου Ζιγκουράτ από την εβραϊκή θα μπορούσε να οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι είτε οι Ισραηλίτες δανείσθηκαν τον όρο είτε χρησιμοποίησαν παραλλαγή του.

Ο παραλληλισμός ενός πύργου με τα Ζιγκουράτ δεν είναι λανθασμένος και, πέραν αυτού, ο εβραϊκός όρος που χρησιμοποιείται για τους πύργους προέρχεται από τον όρο gdl (=γκαντάλ, να είναι μεγάλο), ο οποίος είναι συγγενής ετυμολογικά με τον ακκαδικό όρο Ζιγκουράτ (=zagaru, να είναι ψηλό).

Ο πύργος τής Σαμάρρα

 

Η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε στο φως περίπου 30 Ζιγκουράτ2, τα οποία απλώνονται στην ευρύτερη περιοχή, από Mari και Tell-Barak στα νοτιοδυτικά και Dur-Sharrukin στα βόρεια, μέχρι Ur και Eridu στα νότια, και Susa και Choga Zambil στα ανατολικά.

Η χρονολογική τους αλυσίδα αρχίζει την εποχή των ναών Ubaid στην Eridu (τέλος της 5ης χιλιετίας π.Χ.) και εκτείνεται μέχρι τις ανακατασκευές και τις προσθήκες τις οποίες υπέστησαν κατά την εποχή των Σελευκιδών (3ος αι. π.Χ.). Οι πύργοι αυτοί φέρουν διαφορετικά αρχιτεκτονικά στοιχεία με τεράστια σκαλοπάτια, ράμπες ή συνδυασμό και των δύο. Έχουν ποικίλο μέγεθος, με βάσεις που ορθώνονται σε ύψος 20 μ. στη μια πλευρά ή και 90 μ. σε άλλη περίπτωση. Συνήθως τα Ζιγκουράτ είναι αφιερωμένα στην προστάτιδα θεότητα της πόλης, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι οι πόλεις είχαν αποκλειστικά ένα Ζιγκουράτ (για παράδειγμα, η Kish είχε τρία).

Για να γίνει κατανοητό το περιεχόμενο της διήγησης της Γένεσης (11:1-9), κρίνεται απαραίτητο να ερευνηθεί η προέλευση και η λειτουργία των Ζιγκουράτ. Κατ’ αυτόν τον τρόπο θα αναδειχθεί και ο ρόλος του Ζιγκουράτ στη συγκεκριμένη διηγηματική ενότητα της Παλαιάς Διαθήκης.

Το οικοδόμημα της Eridu, το αρχαιότερο Ζιγκουράτ, χρονολογείται μεταξύ 4300 και 3500 π.Χ. Υπάρχουν 16 επίπεδα κατασκευής ναών, οικοδομημένα κατά την περίοδο Ur III από τον Amar-Sin. Σε ποιο από αυτά τα επίπεδα προκύπτουν τα Ζιγκουράτ παραμένει αβέβαιο. Ο Oates σημειώνει ότι η πρακτική της κατασκευής μεγάλων βάσεων με εξέδρες ακολουθήθηκε για την οικοδόμηση των ύστερων προϊστορικών ναών3. Το φαινόμενο αυτό παρατηρείται με τον επονομαζόμενο Λευκό Ναό του Uruk, ο οποίος χρονολογείται στην περίοδο του Jamdet Nasr (3100-2900 π.Χ.). Ο Mallowan διατυπώνει την άποψη ότι το επονομαζόμενο Ζιγκουράτ ή Ναός Πύργος (ο Λευκός Ναός) οικοδομήθηκε ανυψώθηκε σταδιακά σε χρονικό διάστημα μεγαλύτερο μιας χιλιετίας, καθώς στα θεμέλιά του υπήρχαν πολλά ιερά, τα οποία, μετά την καταστροφή τους από την πάροδο του χρόνου, καλύφθηκαν από ογκώδεις πλίνθους και μετατράπηκαν σε μεγάλες εξέδρες που αποτέλεσαν τις βάσεις ύστερων κατασκευών4.

 

Ουρούκ «Λευκός Ναός».

 

Η αλήθεια είναι ότι δεν είναι εφικτό να διακρίνει κανείς τι αποτελεί Ζιγκουράτ και τι όχι. Τα κριτήρια των πρώτων κατασκευαστών παραμένουν άγνωστα. Εικάζεται, όμως, ότι τα Ζιγκουράτ ήταν πύργοι με επίπεδα. Μυστήριο παραμένει και η λειτουργία τους. Ο Childs παραθέτει μικρή περίληψη των απόψεων που έχουν κατατεθεί: η παλαιότερη άποψη θεωρούσε τα Ζιγκουράτ αναπαραστάσεις βουνών, της ορεινής πατρίδας των Σουμερίων, η οποία ...μεταφέρθηκε στη Βαβυλώνα. Ο Bushink, που μελέτησε τα Ζιγκουράτ της Eridu, ισχυρίζεται ότι δεν υπάρχει σχέση μεταξύ Ζιγκουράτ και βουνού. Προφανώς ο παραλληλισμός των Ζιγκουράτ με βουνά αποτελεί ύστερη παράδοση που αναπτύχθηκε από τους Βαβυλωνίους. Επίσης, η άποψη του Dombart, η οποία προσομοιάζει τα Ζιγκουράτ με θρόνο, βρίσκει ελάχιστη ανταπόκριση. Ο Andrae υποστήριξε, το 1928, ότι ο Ναός Πύργος πρέπει να εκληφθεί ως μια ενότητα, αρχικά ως το σημείο λατρείας της θεότητας και έπειτα ως το σημείο όπου αυτή αποκαλύπτεται. Το 1939, όμως, ισχυρίσθηκε ότι αποτελεί τελικά το σημείο όπου αναπαύεται το πνεύμα της θεότητας. Οι Scott και Vincent διατύπωσαν την άποψη ότι ο Πύργος αποτελούσε τη θύρα, μέσω της οποίας η θεότητα διερχόταν στον Ναό. Ο Busink τέλος, μελετώντας το οικοδόμημα θεώρησε ότι ο Πύργος οχύρωνε τον Ναό από ενδεχόμενη φυσική καταστροφή, χωρίς να αποκλείονται ορισμένα επιμέρους στοιχεία, τα οποία διαδραμάτιζαν συγκεκριμένο ρόλο στη λατρευτική λειτουργία του οικοδομήματος5.

Ζιγκουράτ με δύο κεκλιμένα επίπεδα ανόδου.

 

Μια από τις πρώτες ιστορικά ερμηνείες αντιλαμβανόταν τα Ζιγκουράτ ως τον τύμβο του βασιλιά ή του θεού.6 Δύο είναι τα βασικά επιχειρήματα της άποψης αυτής. Τα Ζιγκουράτ μοιάζουν στο σχήμα με τις αιγυπτιακές πυραμίδες. Στην επιγραφική φιλολογία οι όροι ziggurat και gigunu μεταφράζονται με τον όρο τύμβος από τον Hilprecht7. Πράγματι, η πρώτη πυραμίδα, η επονομαζόμενη επίπεδα κλιμακωτή πυραμίδα του Djoser στη Σακκάρα, μοιάζει πολύ στο σχήμα της με Ζιγκουράτ. Είναι κοινά αποδεκτό ότι οι αιγυπτιακές πυραμίδες οικοδομήθηκαν σε μια απλή βάση, στην οποία αργότερα προστέθηκαν κλιμακωτές επίπεδες εξέδρες8. Η κλιμακωτή πυραμίδα αποτελεί προϊόν της 3ης Δυναστείας στην Αίγυπτο (μέσα της 3ης χιλιετίας π.Χ.) που είναι σύγχρονη της Πρώιμης Δυναστικής Περιόδου της Μεσοποταμίας. Παρόλο που τα Ζιγκουράτ φαίνονται να λαμβάνουν την τελική τους μορφή κατά την περίοδο αυτή, η εξέλιξη της αρχιτεκτονικής τους είχε αρχίσει περίπου μια χιλιετία πριν. Ως εκ τούτου, η αρχιτεκτονική μορφή των Ζιγκουράτ δεν είναι δυνατό να προέρχεται από τις πυραμίδες. Επιπλέον, καμιά φιλολογική ή καλλιτεχνική πηγή δεν αποδεικνύει ότι τα Ζιγκουράτ χρησιμοποιήθηκαν ως τύμβοι. Είναι φανερό ότι το gigunu δεν αποτελούσε τύμβο, αλλά ιερό στην κορυφή του Ζιγκουράτ9.

Ζιγκουράτ με ένα περιμετρικό επίπεδο ανόδου.

 

Η λειτουργία των Ζιγκουράτ είναι δυνατό να αναδειχθεί από τα ονόματα τα οποία έλαβαν στις διάφορες πόλεις, όπου οικοδομήθηκαν. Παρατηρώντας τη λίστα του Rawlinson10 με την αναφορά 22 Ζιγκουράτ, διαβάζουμε (σε ελεύθερη απόδοση) τα ακόλουθα:

1. Ναός του Θεμελίου του Ουρανού (ή Παραδείσου) και της Γης (Βαβυλώνα).

2. Ναός της Άσκησης των 7 Επιπέδων του Ουρανού (ή Παραδείσου) και της Γης (Borsippa).

3. [...] gigir (Nippur).

4. Ναός του Ναού Breeze (Nippur).

5. Ναός του Μυστηρίου (Nippur).

6. ... (Kurigalzu).

7. Ναός της Κλίμακας προς τον Αγνό Ουρανό (ή Παράδεισο) (Sippar).

8. Ναός του θεού Dadia (Akkad).

9. ... (Dumuzi).

10. Ναός του Θαυμαστού Θρόνου/Ιερού (Dumuzi).

11, Ναός των Ζιγκουράτ. Του Εξυμνησμένου Λατρευτικού Σημείου (Kish).

12. Ναός της Εξυμνησμένου Βουνού (Ehursagkalamma).

13. Ναός του Εξυμνησμένου Λαμπρού (Enlil Kash).

14. Ναός του θεού Nanna (Kutha).

15. Ναός του Θεμελίου του Ουρανού (ή Παραδείσου) και της Γης (Dibat).

6. ... (Marad).

17.... (Ur).

18. Ναός που συνδέει τον Ουρανό με τη Γη (Larsa).

19. Ναός του Giparu (Uruk).

20. Ναός των Ζιγκουράτ (Eridu).

21. Enegi.

22. Enegi.

Η κατηγοριοποίηση των ονομάτων ίσως αναδεικνύει τη λειτουργία των Ζιγκουράτ:

α) Δύο από τα Ζιγκουράτ είναι αφιερωμένα σε θεό (8 και 14).

β) Τρία ονόματα φαίνεται να έχουν γενική σημασία (13,21,22).

γ) Δύο ονόματα αναφέρονται στο σχέδιο ή σε τμήματα του σχεδίου (19 και 20).

δ) Δύο ονόματα χαρακτηρίζουν βουνά (4 και 12)11.

ε) Έξι ονόματα φαίνεται να αναφέρονται στον ρόλο ή στη λειτουργία των Ζιγκουράτ (1,7,10,11,15 και 18).

Σε δύο περιπτώσεις (10 και 11) τα Ζιγκουράτ αποτελούσαν την κατοικία της θεότητας. Τα υπόλοιπα τέσσερα ίσως υπονοούν μια κοσμολογική λειτουργία, ίσως, δηλαδή, συμβόλιζαν τον σύνδεσμο μεταξύ Παραδείσου και Γης ή μεταξύ του Παραδείσου και του Κάτω Κόσμου. Το Ζιγκουράτ στο Sippar, Ναός της Κλίμακας, σημειώνει ιδιαίτερα αυτή την κοσμολογική λειτουργία, εξαιτίας της παρουσίας του simmiltu (=σκάλα) στον μύθο του Nergal και του Ereshkigal12. Στον μύθο αυτό, η κλίμακα (σκάλα) χρησιμοποιείται από τον Namtar, τον αγγελιοφόρο του Ereshkigal, για να ταξιδέψει από τον Κάτω Κόσμο στην πόρτα των θεών Anu, Enlil και Ea. Η σκάλα λειτουργεί ως συνδετικός κρίκος μεταξύ του Κάτω Κόσμου και του Παραδείσου13.

Παρόλο που η ακριβής χρήση των Ζιγκουράτ δεν είναι γνωστή, η σύνθεση της χρήσης των ονομάτων τους καθιστά φανερό το γεγονός ότι αποτελούσαν λατρευτικούς χώρους, εξ ου και η συνήθης ονομασία Ναός, και μέσω της αναφοράς του simmiltu (=σκάλα) αποτελούσαν τον τρόπο επικοινωνίας μεταξύ της κατοικίας των θεών, του Παραδείσου, με τη Γη ή τον Κάτω Κόσμο. Αυτό, άλλωστε, διαφαίνεται και από την αναφορά της Γένεσης (11:4) «Δεύτε οικοδομήσωμεν εαυτοίς πόλιν και πύργον, ου η κεφαλή έσται έως του ουρανού».

Ζιγκουράτ Ντουρ-Ουντάς, Ελάμ.

 

Η επιστροφή στη διήγηση της Βίβλου επικεντρώνει το ενδιαφέρον στα υλικά με τα οποία ανοικοδομήθηκε ο Πύργος της Βαβέλ. Σύμφωνα με τη διήγηση της Βίβλου, τα υλικά με τα οποία κατασκευάσθηκε ο Πύργος της Βαβέλ ήταν ψημένες πλίνθοι, τούβλα και άσφαλτος αντί πηλού. Η γνώση περί των οικοδομικών υλικών της εποχής επιβεβαιώνει τη διήγηση. Ψημένες πλίνθοι (στεγνωμένες στον ήλιο) έχουν ανακαλυφθεί στην Παλαιστίνη, σε επίπεδα κατασκευασμένα κατά την προαγγειοπλαστική Νεολιθική Α΄ Περίοδο (8η-9η χιλιετία π.Χ.)14. Η πρακτική που ακολουθείτο ήταν να χρησιμοποιούνται λίθοι για τα θεμέλια και ψημένα στον ήλιο τούβλα για το κυρίως οικοδόμημα15.

Η χρήση των ψημένων στον ήλιο τούβλων παρουσιάζεται για πρώτη φορά στη Μεσοποταμία και συγκεκριμένα στις Sawwan και Choga Mami, στα μέσα της 6ης χιλιετίας π.Χ.16. Η χρήση της ασφάλτου17 εμφανίζεται κατά την ύστερη περίοδο Uruk και χρησιμοποιείται ευρέως κατά την περίοδο Jamdet Nasr μέχρι το τέλος της 4ης χιλιετίας18. Η χρήση της ασφάλτου επιβάρυνε ιδιαίτερα το κόστος κατασκευής. Ο Singer σημειώνει: «η άσφαλτος, όντας ακριβή ως υλικό, χρησιμοποιείτο ως εξωτερικό επικάλυμμα των τούβλων με σκοπό την προστασία από το νερό. Χρησιμοποιείτο κυρίως επί πλινθόκτιστων κτηρίων. Επειδή, όμως, το κόστος ήταν ιδιαίτερα υψηλό, η συγκεκριμένη πρακτική περιοριζόταν στην ανοικοδόμηση παλατιών, ναών και άλλων επίσημων κτηρίων»19. Η περιγραφή των υλικών τα οποία χρησιμοποιούντο για την κατασκευή των οικοδομημάτων εμφανίζει τη διαφορετική αρχιτεκτονική μέθοδο που ακολουθείτο μεταξύ Μεσοποταμίας και Ισραήλ. Ωστόσο, δεν κατασκευάζονταν ολόκληρες πόλεις με αυτή την αρχιτεκτονική μέθοδο. Ακόμη και τα Ζιγκουράτ κατασκευάζονταν με τούβλα και ασβέστη εξωτερικά και με ψημένες στον ήλιο πλίνθους εσωτερικά. Η αναφορά της χρήσης της ασφάλτου στη συγκεκριμένη διήγηση υπονοεί σαφώς ότι ο Πύργος της Βαβέλ αποτελούσε δημόσιο κτήριο.

Ζιγκουράτ στην αρχαία πόλη Ur τού Ιράκ.

 

Πρέπει να σημειωθεί ότι συνήθως, για λόγους πολιτικούς ή θρησκευτικούς, τα δημόσια κτήρια ανοικοδομούντο ούτως ώστε να αποτελούν σύμπλεγμα ενός συγκεκριμένου οικοδομικού τετραγώνου. Το τελευταίο καθίστατο το κέντρο της θρησκευτικής, πολιτικής και πολιτιστικής ζωής της πόλης. Ως εκ τούτου, ήταν ιδιαίτερα οχυρωμένο και προστατευμένο. Ο Hilprecht, αναφερόμενος στο σύμπλεγμα του Nippur, παρατηρεί ότι μαζί με τους λατρευτικούς χώρους των πολλών αξιωματούχων, περιέκλειε όλο το ανατολικό ήμισυ της πόλης, δηλαδή μια περιοχή 80 στρεμμάτων. Το επονομαζόμενο εσωτερικό και τα εξωτερικά τείχη δεν αναφέρονται σε ολόκληρη την πόλη, όπως θα μπορούσε κανείς να συμπεράνει από τις επιγραφές, αλλά σε συμφωνία με τις τοπογραφικές αποδείξεις, πρέπει να περιορισθεί στον Ναό του Bel20. Παρόλο που ο συγγραφέας φαίνεται να θέλει να σημειώσει ότι η προσπάθεια αφορούσε την ανοικοδόμηση μιας ολόκληρης πόλης με τα πιο ακριβά και πλούσια υλικά, θεωρείται πιθανό ότι η πολυτέλεια περιοριζόταν αποκλειστικά στο σύμπλεγμα.

Έτσι, όταν στο κείμενο της Παλαιάς Διαθήκης αναφέρεται η ανοικοδόμηση μιας πόλης (Δεύτε οικοδομήσωμεν εαυτοίς πόλιν και πύργον)21, πρέπει να υπονοείται η ανοικοδόμηση ενός συμπλέγματος δημοσίων κτηρίων, ενός συμπλέγματος κατά τα μεσοποταμιακά πρότυπα, το οποίο είχε ως κέντρο του ένα Ζιγκουράτ.

Είναι γεγονός ότι δεν μπορεί να ειπωθεί με σαφήνεια ότι το σχέδιο ανοικοδόμησης που περιγράφεται στη Γένεση (11:4) αποτελούσε αποκλειστικά ένα σύμπλεγμα Ναού. Ωστόσο, θεωρείται ιδιαίτερα πιθανό να συμπεριελάμβανε ένα σύμπλεγμα Ναού, το οποίο αποτελεί το επίκεντρο της διήγησης. Αυτό επιβεβαιώνεται και από τη φύση των οικοδομικών υλικών, τη φύση της αρχαίας πόλης και τον ρόλο των Ζιγκουράτ στη Μεσοποταμία. Το Ζιγκουράτ της διήγησης της Γένεσης πρέπει να ήταν το κεντρικό οικοδόμημα του συμπλέγματος και έτσι χαίρει της προσοχής του συγγραφέα. Παρά την απόπειρα έρευνας του ρόλου και της λειτουργίας των Ζιγκουράτ κρίνεται απαραίτητο να εξετασθεί και ο ρόλος του συμπλέγματος του Ναού ως συνόλου στη μεσοποταμιακή κοινωνία.

Στο παρελθόν έχει γίνει ιδιαίτερη αναφορά στον όρο Οικονομία του Ναού22. Βασικό στοιχείο του όρου αποτελεί η αποκλειστική ή σχεδόν αποκλειστική ιδιοκτησία της γης. Σύμφωνα με την άποψη του Falkenstein ο Ναός είχε υπό την αρμοδιότητά του όχι μόνο τις εργασίες του προσωπικού του, αλλά και τις εργατικές δυνάμεις ολόκληρης της πόλης, με καθήκοντα και υπηρεσίες που σχετίζονταν με τον Ναό23. Παρόλο που η θεωρία του αυτή δέχθηκε κατά τα χρόνια που ακολούθησαν ισχυρή κριτική24, το σύμπλεγμα του Ναού φαίνεται να αποτελούσε το επίκεντρο των πρώτων προσπαθειών αστικοποίησης, μιας διαδικασίας η οποία περιέκλειε δημόσια κτήρια, εξειδικευμένο εργατικό προσωπικό και ιδιοκτησιακό καθεστώς δημόσιας γης. Ο Jacobsen σημειώνει ότι η επικέντρωση της εξουσίας, την οποία το νέο πολιτικό μοτίβο κατέστησε δυνατή, ήταν πιθανότατα υπεύθυνη, μεταξύ άλλων, για την εμφάνιση μνημειώδους αρχιτεκτονικής στη Μεσοποταμία. Επιβλητικοί ναοί ανεγέρθηκαν, συχνά ανοικοδομημένοι σε τεχνητά βουνά πλίνθων, τα περίφημα Ζιγκουράτ25. Καθίσταται, λοιπόν, φανερή η κοινή πορεία των Ζιγκουράτ με την αστικοποίηση των πόλεων. Το Ζιγκουράτ ήταν το επίκεντρο του οικοδομικού συμπλέγματος του Ναού, το οποίο με τη σειρά του αποτελούσε το επίκεντρο της οικονομικής, πολιτικής και πολιτιστικής σφαίρας των πρώτων κοινοτήτων της Μεσοποταμίας.

Το Ζιγκουράτ της Aqar-Kuf.

 

Οι στενοί δεσμοί της Γένεσης και των πρώτων σταδίων αστικοποίησης της Μεσοποταμίας αποδεικνύονται και από τη δήλωση των κατασκευαστών του Πύργου στη Γένεση (11:4), οι οποίοι δεν επιθυμούν να διασκορπισθούν σε ολόκληρη την επιφάνεια της γης. Σύμφωνα με τους ερμηνευτές του χωρίου, η δήλωση αυτή των κατασκευαστών του Πύργου υποδεικνύει την ανυπακοή τους έναντι του Γιαχβέ. Αν λάβει κανείς υπόψη την ευλογία του Γιαχβέ «αυξάνεσθε και πληθύνεσθε και πληρώσατε την γην» προς τους Πρωτόπλαστους, αμέσως μετά τη δημιουργία τους26, η οποία επαναλαμβάνεται και προς τον Νώε μετά το τέλος του Κατακλυσμού27, αντιλαμβάνεται κανείς την ανυπακοή που επιδεικνύεται εκ μέρους των κατασκευαστών και της κοινότητας. Η αλήθεια είναι ότι τα συγκεκριμένα χωρία που αναφέρουν τις ευλογίες του Γιαχβέ προς τα δημιουργήματα του (Αδάμ-Εύα) ή τους εκλεκτούς του (Νώε-οικογένειά του) φαίνεται να αποτελούν περισσότερο ευλογίες, με την έννοια της προτροπής και της παραχώρησης της άδειας να προχωρήσουν στην αναπαραγωγή και τη διαχείριση της Δημιουργίας, παρά ένα είδος διαταγής. Η ευλογία αυτή είναι μάλλον προνόμιο που παραχωρείται από τον Θεό, παρά καθήκον που επιβάλλεται στον άνθρωπο. Πέρα, όμως, από τη θεολογική ερμηνεία του κειμένου, η ιστορική πραγματικότητα επιβεβαιώνει τη δήλωση των κατασκευαστών του Πύργου, καθώς θεωρείται βέβαιη η εξάπλωση του πληθυσμού και πέραν των ορίων της συγκεκριμένης περιοχής. Τίθεται συνεπώς το ερώτημα σχετικά με τον λόγο για τον οποίο ο Γιαχβέ αντιτίθεται στην αστικοποίηση του Ισραήλ, όπως αυτή εκδηλώνεται και με την κατασκευή του Πύργου της Βαβέλ.

Η απάντηση θα μπορούσε να προέλθει από τη μελέτη της αστικοποίησης της Μεσοποταμίας. Η διοίκηση των πρώτων οικισμών πόλεων ήταν στα χέρια της γενικής συνέλευσης. Η μορφή αυτή διοίκησης σταματά μόνο με τη εμφάνιση του θεσμού της βασιλείας. Παρόλο που η διάρκεια λειτουργίας της ήταν εξαιρετικά μικρή, η μορφή διακυβέρνησης μέσω της γενικής συνέλευσης άφησε στη μεσοποταμιακή κοινωνία την εντύπωση ότι αποτελούσε παραλλαγή της μορφής διακυβέρνησης που η μυθολογία εξεικόνιζε ότι εφαρμοζόταν από τους θεούς28. Αρχικά, στη συνείδηση του λαού το πάνθεον αυτό εκδήλωνε την παρουσία του μέσα από διάφορα φυσικά φαινόμενα. Η θεότητα ήταν η δύναμη πίσω από κάθε φυσικό φαινόμενο και αυτό αποτύπωνε τη δύναμη και τη μορφή της θεότητας. Με το πέρασμα των χρόνων και την οργάνωση σε κοινωνίες, η άποψη των ανθρώπων για τους θεούς διαφοροποιήθηκε με την «προσγείωση» των θεών στη γη, ως κατοίκων και κυβερνητών της. Οι θεοί έλαβαν ανθρωπόμορφη διάσταση, απεικονίσθηκαν σε αγάλματα, εμφανίζονταν με αδυναμίες και προτιμήσεις.

Αυτή η διαφοροποίηση ως προς τη θεώρηση των θεών, εμφανίσθηκε στη Μεσοποταμία κατά την πρώτη αστικοποίησή της, την Πρώιμη Δυναστική Περίοδο. Ο Nissen σημειώνει ότι η συνήθεια της τοποθέτησης αγαλμάτων στους Ναούς αρχίζει την περίοδο αυτή. Ταυτόχρονα, δείχνει τη διαφοροποίηση των θρησκευτικών αντιλήψεων, καθώς η θεότητα δεν γινόταν πλέον αντιληπτή μόνο πνευματικά αλλά και υλικά, μέσω της καλλιτεχνικής αποτύπωσής της29. Τα Ζιγκουράτ αποτελούν τον συνδετικό κρίκο της μετάβασης από την πνευματική αντίληψη των θεοτήτων στη ρεαλιστική. Ταυτόχρονα, αποτελούν τον σύνδεσμο μεταξύ της αστικοποίησης και της μεσοποταμιακής θρησκευτικής ζωής. Μέσω των Ζιγκουράτ η θεότητα κατέρχεται από την πνευματική θεώρηση σε κάτι πολύ πιο κυριολεκτικό. Αποκτά κατοικία, η οποία στα μάτια του κόσμου συνδέει λόγω της αρχιτεκτονικής της τον πνευματικό κόσμο με τον υλικό. Στα μάτια του κόσμου, τα Ζιγκουράτ είναι η ορατή προστασία την οποία παρέχει η θεότητα στην κοινότητα30.

Η εξέλιξη, όμως, στη μεσοποταμιακή θρησκευτική αντίληψη δεν σταματά εδώ. Ο άνθρωπος, με το πέρασμα του χρόνου, δεν προσπαθούσε να μοιάσει στον θεό, αλλά να μεταφέρει τη θεότητα, τον χαρακτήρα και τη συμπεριφορά της, στο ανθρώπινο επίπεδο. Οι θεοί των Βαβυλωνίων συμπεριφέρονταν σαν άνθρωποι, ίσως και χειρότερα από αυτούς. Τα Ζιγκουράτ εξυπηρετούν και αυτή την αντίληψη των ανθρώπων για τους θεούς. Μέσω αυτών δηλώνεται η παρουσία των θεών στη γη, ως ο τόπος κατοικίας και εκδήλωσης της δράσης τους, καθώς και όλων εκείνων των ανθρωπομορφικών στοιχείων που τους διακατέχουν.

Εδώ κρίνεται απαραίτητο να εξετασθεί ο τρόπος με τον οποίο όλο αυτό το σκεπτικό σχετίζεται με το Ισραήλ. Οι κατασκευαστές του Πύργου της Βαβέλ, υιοθετώντας ξένες πρακτικές (μεσοποταμιακές), δεν έπραξαν τίποτε κακό εξαιτίας της αστικοποίησής τους ή της αρχιτεκτονικής. Δεν ενείχαν τίποτε ανήθικο οι πόλεις ή οι πύργοι. Ο κίνδυνος ελόχευε στο μυαλό των κατασκευαστών, στον βαθύτερο λόγο για τον οποίο επιθυμούσαν να πραγματοποιήσουν το σχέδιό τους. Προσπαθούσαν να πλησιάσουν τον Γιαχβέ, να τον φέρουν πιο κοντά στη γη, να του δώσουν ανθρωπόμορφα χαρακτηριστικά. Αυτό άγγιζε τα όρια της ειδωλολατρείας. Απέρριπτε τη φύση του Γιαχβέ, αποτελούσε ύβρη προς τον Θεό. Η ύβρη αυτή προκάλεσε την παρέμβαση του Γιαχβέ, ο οποίος επέφερε σύγχυση31 των γλωσσών των κατοίκων της πόλης. Με την παρεμβατική του αυτή πράξη εμπόδισε στην ουσία την αστικοποίηση, καθώς οι κάτοικοι δεν μπορούσαν πλέον να συννενοηθούν μεταξύ τους.*

Είναι, λοιπόν, φανερό ότι η διήγηση της Βίβλου για τον Πύργο της Βαβέλ έχει δανεισθεί πολλά από τα πολιτιστικά στοιχεία των Βαβυλωνίων, τα οποία και έχει μεταφέρει στη θρησκευτική αντίληψη του Ισραήλ περί του Γιαχβέ. Η αρχαία πόλη της Βαβυλώνας είναι δυνατό να ταυτισθεί με τη Βαβέλ. Ωστόσο, δεν υπάρχουν αρχαιολογικά ευρήματα που να αποδεικνύουν την ύπαρξη του Πύργου. Ετσι, η συγκεκριμένη διήγηση θα εξακολουθεί να στέκει ως μάρτυρας ενός μνημειώδους αρχιτεκτονικού έργου, το οποίο έμελλε να επεξηγεί (θεολογικά) τη διαφοροποίηση των ομιλούντων γλωσσών στον κόσμο, να αναδεικνύει τα αρχιτεκτονικά και πολιτιστικά επιτεύγματα του ιστορικού και κοινωνικού περιβάλλοντος της εγγύς Ανατολής και, κυρίως, να ερμηνεύει τις θρησκευτικές ιδέες που αυτό ανέπτυξε.

Η Βαβυλώνα στα χρόνια τού βασιλιά Ναβουχοδονόσορα Β’ (604-562 π.Χ.). Εμπρός ο Ευφράτης τα τείχη και το Ζιγκουράτ τού Ετεμινάνκι.

 

Βιβλιογραφία


(1) CAD, The Assyrian Dictionary of the Oriental Institute of the University of Chicago, 1956.

(2) B.S. Childs: A STUDY OF MYTH IN GENESIS I-IX, Heidelberg 1955.

(3) I.E.S. Edwards: THE PYRAMIDS OF EGYPT, Harmondsworth 1946.

(4) Falkenstein: THE SUMERIAN TEMPLE CITY, Λος Αντζελες 1974.

(5) J. Finegan: ARCHAEOLOGICAL HISTORY OF THE ANCIENT NEAR EAST, Boulder CO, Westview 1979.

(6) B. Foster: A NEW LOOK AT THE SUMERIAN TEMPLE STATE, Journal of the Economic and Social History of the Orient, τ. 24 (1981), σσ. 225-241.

(7) Ο. Gurney: THE SULTANTEPE TABLETS: THE MYTH OF NERGAL AND ERESHKIGAL, Anatolian Studies τ, 10 (1960).

(8) H. Hilprecht: EXPLORATION IN BIBLE LANDS, Φιλαδέλφεια 1903. IN THE TEMPLE OF BEL AT NIPPUR, Φιλαδέλφεια 1904.

(9) T. Jacobsen: BEFORE PHILOSOPHY, Βαλτιμόρη 1946.

(10) K. Kenyon: ARCHAEOLOGY IN THE HOLY LAND, εκδ. A’, Νέα Υόρκη 1979.

(11) M. Mallowan: EARLY MESOPOTAMIA AND IRAN, Νέα Υόρκη 1965.

(12) W. Moran: TOWARD THE IMAGE OF TAMMUZ, Καίμπρητζ 1970.

(13) H. Nissen: THE EARLY HISTORY OF THE ANCIENT NEAR EAST 9000-2000 B.C., Σικάγο 1988.

(14) D. and J. Oats: THE RISE OF CIVILIZATION, Νέα Υόρκη 1976.

(15) A. Parrot: ZIGGURATS ET TOUR DE BABEL, Λονδίνο 1955.

(16) H.C. Rawlinson; THE CUNEIFORM INSCRIPTIONS OF WESTERN ASIA, τ. 2., Λονδίνο 1861.

(17) C. Singer: THE HISTORY OF TECHNOLOGY, τ. 1.,Οξφόρδη 1954.

(18) L. Wooiey: UR EXCAVATIONS: THE ZIGGURAT AND ITS SURROUNDINGS, Νέα Υόρκη 1939.

(19) R. Zadok: THE ORIGIN OF THE NAME SHINAR, Zeitschrift für Assyriologie τχ. 74 (1984), σσ. 240-244.

 

Σημειώσεις


1. R. Zadok, 1984, σσ. 240-244.

2.  A. Parrot, 1955.

3. D. Oats: 1976, σελ. 132.

4. M. Mallowan, 1965, σελ. 41.

5. B.S. Childs, 1955, σσ. 99-100.

6. H. Hilprecht, 1903, σελ. 469.

7. H. Hilprecht, 1903, σελ. 462.

8. Ι. Edwards, 1946, σελ. 46.

9.  G. CAD, 1956, σσ. 67-70.

10. H.C. Rawlinson, 1861, σελ. 50: l-23a, b.

11. Τα ονόματα των Ζιγκουράτ που αναφέρονται στα βουνά δεν εκπλήσσουν, αν λάβει κανείς υπόψη ότι και στην ελληνική μυθολογία το όρος Όλυμπος αποτελούσε την κατοικία των θεών. Επίσης, ο Γιαχβέ επικοινωνεί με τον λαό του στο όρος Σινά (Εξ. 19), ενώ τρία κεντρικά πρόσωπα της Παλαιός Διαθήκης, οι Μωυσής, Ααρών και Ελισσαίος μεταβαίνουν σε όρη για να επικοινωνήσουν με τον Θεό. Στην Ουγαριτική διήγηση Baal-Anat ο Ναός τού Baal ανοικοδομήθηκε επί του όρους Zaphon.

12. Ο. Gurney, I960: 123: σσ. 13-14,125: σσ. 42-43.

13. Η. Hoffner, JBL 86,1967, σσ. 385-401.

14. Κ. Kenyon, 1979, σελ. 26.

15. Κ. Kenyon, 1979, σσ. 46, 87, 91,164.

16. D. and J. Oats, 1976, σελ. 104.

17. L. Wooiey, 1939, σελ. 99.

18. J. Finegan, 1978, σελ. 8, C. Singer, 1954, σελ. 462, A. Salonen, 1972, σελ. 72.

19. C. Singer, 1954, σσ. 250-254.

20. H. Hilprecht, 1904, σσ. 1415.

21. Γεν. 11:4.

22. Falkenstein: 1974.

23. Falkenstein: 1974, σσ. 19-20.

24. Β. Foster, 1981.

25. Τ. Jacobsen, 1946, σελ. 141.

26. Γεν. 1: 28

27. Γεν. 9: 1, 7

28. Τ. Jacobsen, 1946, σελ. 142.

29. Η. Nissen, 1988, σελ. 155.

30. W. Moran, 1970, σελ. 13.

31. Σύγχυσις = Babel Βαβέλ. Υπάρχει σε όλες τις γλώσσες μια ακαθόριστη και συγκεχυμένη προφορά τον γράμματος b. Το ακριβές εβραϊκό ρήμα για τον όρο σύγχυση (babble) είναι balbal, το οποίο σημαίνει βωβαίνω (λατιν. balbutio).

* Σημείωση ΟΟΔΕ: Στο δεύτερο μέρος αυτού τού αφιερώματος στον Πύργο τής Βαβέλ, θα παρουσιάσουμε μία διαφορετική ερμηνευτική πρόταση, που απαντάει στα ερωτήματα που θέτει ο αρθρογράφος τού ιστορικού αυτού άρθρου, αδυνατώντας να βρει μια απάντηση χωρίς προβλήματα.

Δημιουργία αρχείου: 28-5-2018.

Τελευταία μορφοποίηση: 30-5-2018.

ΕΠΑΝΩ