Ο Άδης και οι κακοδοξίες γι' αυτόν Μέρος 1ο // Περί του σώματος ως σκήνους της ψυχής // Ψυχικός, Σαρκικός και Πνευματικός // Τα ζεύγη: Ψυχή-Σώμα και Σάρκα-Πνεύμα // Το σφάλμα του "Τριμερούς" του ανθρώπου
Ο Άδης και οι
κακοδοξίες γύρω από αυτή την έννοια
Μέρος 2ο
Μιχάλης Μαυροφοράκης
Απομαγνητοφώνηση από εκπομπή της Πειραϊκής
Εκκλησίας, της σειράς εκπομπών: "Ορθοδοξία και Αίρεση", του Β΄
Βιβλικού και των συνεργατών του.
|
Ομιλία Νο 39. (ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΗ // ΕΠΟΜΕΝΗ)
(Εκφωνήθηκε για πρώτη φορά: 25-9-1992).
Ακούστε την από την ΟΟΔΕ και σε ηχητικό αρχείο MP3
Θα μας απασχολήσει πάλι το ζήτημα του Άδου. Μιας έννοιας που ενώ συνδέεται με τις αντιλήψεις των αρχαίων Ελλήνων γύρω από τους νεκρούς και την κατάστασή τους, εντούτοις υιοθετήθηκε από τους μεταφραστές της Παλαιάς Διαθήκης, αλλά ακόμα και από τους ίδιους τους Αποστόλους και Ευαγγελιστές για να περιγράψει το ίδιο πράγμα, δηλαδή τον κόσμο των νεκρών. 1. Σύνδεση με τα προηγούμενα Επειδή πολλοί είναι εκείνοι που έχουν αλλοιώσει σε σημαντικό βαθμό το νόημα αυτής της λέξης, δηλαδή της λέξης Άδης, όπως άλλωστε και πολλών άλλων, όπως για παράδειγμα της λέξης ψυχή, ανάσταση κτλ, απλώς και μόνο για να προωθήσουν διάφορες κακοδοξίες σχετικά με τις επαγγελίες και τα δόγματα της πίστεως μας, για αυτό και θα προσπαθήσουμε να εξετάσουμε σε βάθος το ζήτημα αυτό. Ήδη και στο προηγούμενο κείμενο, αναφέραμε κάποιες ακραίες ερμηνευτικές θέσεις, στις οποίες έχουν οδηγηθεί διάφοροι αιρετικοί στο θέμα του Άδη. Πιο συγκεκριμένα διαπιστώσαμε ότι πολλές χριστιανικές ομολογίες με κύριο αντιπρόσωπο τον παπισμό και ακολούθους μια πλειάδα προτεσταντικών παραφυάδων, αφού ξέφυγαν από τη μέση και ισόρροπη οδό της Μιας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησία και αφού ξεκόπηκαν από τη γνήσια και ζωντανή παράδοσή της, ισοπέδωσαν τη χρήση του όρου Άδης και την απέδωσαν ως κόλαση. Με λόγια ταύτισαν τον Άδη με την Κόλαση, Δηλαδή τον τόπο βασανισμού των ψυχών και στις επίσημες μεταφράσεις τους μετέφρασαν τη λέξη Άδης ως κόλαση. Από την άλλη μεριά κάποιοι άλλοι αιρετικοί αντιδρώντας σ’ αυτήν την ταυτοποίηση, οδηγήθηκαν στο άλλο στο αντιδιαμετρικό άκρο και υποστηρίζουν ότι ο Άδης όχι μόνο δεν είναι τόπος βασανισμού των νεκρών ανθρώπων, αλλά ούτε καν τόπος στον οποίο βρίσκονται ψυχές νεκρών ανθρώπων. Αλλά τι λέγουν ότι είναι; Απλώς ο κοινός τάφος ολοκλήρου του ανθρωπίνου γένους, διότι κατά την εσφαλμένη τους δογματική τοποθέτηση δεν υπάρχει ψυχή ως νοερό και αόρατο συστατικό του ανθρώπου, αλλά ότι ο άνθρωπος είναι μόνο ό,τι αισθητά αντιλαμβανόμαστε, δηλαδή το σώμα του. Χαρακτηριστική ομάδα που υιοθετεί και προωθεί αυτές τις υλιστικές αντιλήψεις είναι η αυτοαποκαλούμενη μάρτυρες του Ιεχωβά. Εφόσον λοιπόν πιστεύουν ότι η ψυχή του ανθρώπου δεν έχει κανένα μεταφυσικό χαρακτήρα και ότι ο άνθρωπος όταν πεθαίνει, εξαφανίζεται και εκμηδενίζεται ως ύπαρξη, ως προσωπικότητα, ως υπόστασις, είναι φυσικό και αναμενόμενο κάθε έννοια που αφορά την μετά θάνατον κατάσταση του ανθρώπου να την απογυμνώνουν από κάθε ίχνος μεταφυσικού και πνευματικού περιεχομένου. Και σαν άλλοθι για κάτι τέτοιο- αναφορικά με τον Άδη στην προκειμένη περίπτωση- χρησιμοποιούν την εξίσου ακραία και εσφαλμένη θέση που αναφέραμε προηγούμενα ότι ο Άδης είναι η κόλαση, ο τόπος βασανισμού των νεκρών. Με άλλα λόγια προωθούν την κακοδοξία τους, ότι ο Άδης δεν περιέχει τις ψυχές των ανθρώπων, απλώς αντιδιαστέλλοντας την με μια άλλη κακοδοξία, ότι ο Άδης πάντοτε ταυτίζεται με την κόλαση. Ας διαβάσουμε κατά λέξη την ερμηνεία που δίνουν στη λέξη Άδης , όπως τη διατυπώνουν στο βιβλιάριο «Πώς να συζητάτε λογικά από τις Γραφές», εκδόσεων Μαρτύρων του Ιεχωβά , σελίδα 43. «Η εβραϊκή «σιεόλ» και η ελληνική ισοδύναμη της «Άδης» αναφέρονται όχι σε έναν μεμονωμένο τόπο ταφής, αλλά στον κοινό τάφο του νεκρού ανθρώπινου γένους». Σημειώνουμε ότι η ερμηνεία αυτή των μαρτύρων του Ιεχωβά που αποδίδουν στη λέξη Άδης, περιέχεται στην παράγραφο που έχει τον γενικό τίτλο «Άδης (κόλαση)» και κάτω από τον υπότιτλο Ορισμός. Βαφτίζουν, λοιπόν, δολίως και θρασύτατα «ορισμό» τη δική τους ερμηνεία περί Άδου, η οποία απορρέει από τις δογματικές τους θέσεις και μόνο. Και είναι πολύ συνηθισμένη αυτή η τακτική ανάμεσα στους μάρτυρες του Ιεχωβά. Και δυστυχώς όχι μόνο σε αυτούς, αλλά και σε πολλές άλλες αιρετικές ομάδες να ντύνουν τις ιστορικά αβάσιμες και επιστημονικά απαράδεκτες δογματικές τους θέσεις με ένα ένδυμα σοβαρότητας και επιστημονικής αντικειμενικότητας. Μάλιστα προσπαθούν να αιχμαλωτίσουν την κρίση του αναγνώστη και να αποσπάσουν την εμπιστοσύνη του, ώστε να αποδεχθεί ως αδιαμφισβήτητο και επιστημονικά τεκμηριωμένο αυτόν τον κατ’ επίφαση ορισμό, που δίνουν στη λέξη Άδης με ποιον τρόπο νομίζετε; Αναφέροντας ταυτόχρονα με την ελληνική λέξη Άδης και την αντίστοιχη της εβραϊκή «σιεόλ». Έτσι εντυπωσιάζοντας τον αδαή και απονήρευτο αναγνώστη, πως δήθεν είναι βαθείς γνώστες της ιστορίας του όρου και στα ελληνικά και στα εβραϊκά, τον προετοιμάζουν να δεχθεί χωρίς επιφυλάξεις και αμφιβολίες τον ολοκληρωτικά εσφαλμένο ορισμό περί Άδου που δίνουν. Και πράγματι ο κατ’ επίφαση ορισμός που προτείνουν για τον Άδη οι μάρτυρες του Ιεχωβά είναι όχι μόνο επιστημονικά αβάσιμος, αλλά και λογικά αβάσιμος και κενός περιεχομένου. Διότι τι σημαίνει η φράση «κοινός τάφος του νεκρού ανθρώπινου γένους. Είναι γνωστό ότι η λέξη τάφος δηλώνει τον τόπο όπου τοποθετούνται τα σώματα των νεκρών. Αλλά τότε τι περιέχει αυτός ο «κοινός τάφος του νεκρού ανθρώπινου γένους»; Τα σώματα όλων των νεκρών; Μα κάτι τέτοιο είναι παράλογο και να το σκεφτεί κανείς, διότι δεν υπάρχει κάποιος κοινός τόπος ταφής όλων των νεκρών του ανθρώπινου γένους από τον Αδάμ μέχρι σήμερα. Αλλά τότε τι άραγε περιέχει; Τις ψυχές τους; Αυτό όμως είναι που θέλουν να αποφύγουν. Διότι ενώ για όλους τους άλλους ο Άδης χαρακτηρίζεται ως ο τόπος που φιλοξενεί τις ψυχές των νεκρών μέχρι τη Δευτέρα Παρουσία, οπότε θα γίνει και η γενική ανάσταση και οι ψυχές θα επανενωθούν με τα οικεία τους σώματα, για τους μάρτυρες του Ιεχωβά δεν είναι το ίδιο. Έτσι προτίμησαν να δώσουν μια καινούρια ερμηνεία του Άδη ή της αντίστοιχης εβραϊκής λέξης σιεόλ, η οποία δεν έχει και τόση σημασία για τους μάρτυρες του Ιεχωβά, αν έχει κάποιο λογικό περιεχόμενο. Αρκεί μόνο να μην αφήνει περιθώρια για μεταφυσικές προεκτάσεις, όπως για παράδειγμα την ύπαρξη και αόρατης ψυχής που επιβιώνει από το σωματικό θάνατο και είναι φορέας της προσωπικότητας του ανθρώπου. Και σαν να μην έφτανε μόνο αυτό, αλλά τολμούν αυτήν την παράλογη και αβάσιμη ερμηνεία να την χαρακτηρίζουν ορισμό και να την προβάλλουν στους αναγνώστες τους με κάθε επιστημονική επισημότητα. Είναι επίσης χαρακτηριστικό και αξιοσημείωτο, ότι ενώ το άρθρο των μαρτύρων του Ιεχωβά- που προηγουμένως διαβάσαμε- είναι γεμάτο από διαφόρων ειδών παραθέσεις από διάφορα βιβλία και εγκυκλοπαίδειες για μικρότερης σημασίας ζητήματα, εντούτοις για τον ίδιο τον ορισμό του Άδου δεν κάνουν ούτε μια παράθεση. Γιατί; Απλούστατα διότι δεν υπάρχει ούτε ένα σοβαρό λεξικό ούτε ένα σοβαρό βιβλίο ούτε ένας ειδικός επιστήμονας σε ζητήματα γλώσσας που να ενστερνίζεται ή έστω να παρουσιάζει ως πιθανή εκδοχή τον ορισμό που δίνουν οι μάρτυρες του Ιεχωβά για την λέξη Άδης.
2. Τι λένε τα αξιολογότερα λεξικά για τη λέξη: Άδης Στη συνέχεια θα αναφέρουμε δειγματοληπτικά τον ορισμό που δίνουν στη λέξη Άδης ορισμένα από τα σοβαρότερα ελληνικά και ξένα λεξικά . Ας δούμε λοιπόν, πώς ορίζουν τα αξιολογότερα λεξικά τη λέξη Άδης και κατά πόσον ο ορισμός αυτός ταιριάζει με αυτόν των μαρτύρων του Ιεχωβά.
«Η ψυχή βεβαίως χωρίζεται από το σώμα κατά τον θάνατο, αλλά υφίσταται την αρμόζουσα προσωρινή τιμωρία κατά τον χρόνο μεταξύ του θανάτου και της αναστάσεως. Όταν η Καινή Διαθήκη αναφέρει τη λέξη Άδης, γίνεται αναφορά στην κατοικία των ψυχών, που έχουν αποχωριστεί από τα σώματά τους». (πρβλ Πράξεις β’ 6-31).
«Τελικά η Καινή Διαθήκη συμφωνεί (με την Παλαιά Διαθήκη) ότι η παραμονή στον Άδη είναι πεπερασμένη, όπως γίνεται φανερό από την ξεκάθαρη διάκριση ανάμεσα στις λέξεις Άδης και γέεννα. Σε ολόκληρη την Καινή Διαθήκη ο Άδης εξυπηρετεί μονάχα έναν ενδιάμεσο σκοπό: Παραλαμβάνει τις ψυχές μετά τον θάνατο και τις αποδίδει πάλι κατά την Ανάσταση (Αποκαλ. κ’ 13)». Παρατηρούμε ότι αυτό το πολύ σοβαρό έργο πουθενά δεν αναφέρει τον Άδη σαν τον κοινό τάφο του κοινού ανθρώπινου γένους. Αντίθετα μάλιστα, λέει ότι δε δέχεται τα σώματα των νεκρών ανθρώπων, αλλά τις ψυχές τους. Για αυτό άλλωστε και το ονομάζει «βασίλειο των νεκρών». Διότι απλούστατα εκεί μεταβαίνουν οι ψυχές των νεκρών, οι οποίες είναι οι φορείς της ανθρώπινης προσωπικότητας και συνειδητότητας. Σε καμία περίπτωση ο Άδης δεν είναι ο τάφος, δηλαδή ο τόπος που δέχεται τα νεκρά ανθρώπινα σώματα. Διαπιστώσαμε λοιπόν, πως ο ορισμός για τον Άδη που δίνουν οι μάρτυρες του Ιεχωβά όχι μόνο δεν υιοθετείται από το πολύ έγκυρο και σοβαρό αυτό λεξικό του Κίμπελ, αλλά μάλλον καταδικάζεται από αυτό ως εσφαλμένος και αβάσιμος.
«Όπως και όλοι οι άλλοι αρχαίοι λαοί, οι Εβραίοι πίστευαν ότι οι νεκροί αν και τελείωναν την επίγεια ζωή τους, δεν έπαυαν να υπάρχουν ως εκ τούτου». Σχολιάζοντας, αναφέρουμε ότι σε τελεία αντίθεση με αυτήν την πίστη των Ισραηλιτών έρχονται σήμερα οι μάρτυρες του Ιεχωβά, οι οποίοι πιστεύουν ότι οι νεκροί τελειώνοντας την επίγεια ζωή τους, παύουν να υπάρχουν ως προσωπικότητες, με άλλα λόγια εκμηδενίζονται, αφανίζονται. Στη συνέχεια το λεξικό αναφέρει σωρεία παραθέσεων από την Παλαιά Διαθήκη, για το πώς περιγράφει τον τόπο κατοικίας των νεκρών ως εξής: «Ο τόπος κατοικίας των νεκρών περιγράφεται ως η τελική συναγωγή όλων των ζώντων, «τον οίκο τον προσδιορισμένο εις πάντα ζώντα» Ιώβ λ’ 23. Χρωματίζεται ποικιλοτρόπως σαν « το σκοτεινό γνοφερό βασίλειο» Ιώβ ι’ 20-21. Χαρακτηριζόμενο από βαθιά σιωπή ή πάλι σαν πόλις με πύλες. Οι κάτοικοι αυτού του βασιλείου συνήθως ονομάζονται «ρεφαΐμ». Συμπληρώνουμε εμείς ότι η λέξη «ρεφαΐμ» σημαίνει φάσματα, φαντάσματα, ασώματες ψυχές μετά θάνατον. Με αυτά τα πολύ χαρακτηριστικά λόγια μεταφράζουν αυτή τη λέξη το εβραιο-αγγλικό λεξικό της Π.Δ. του Λάνκερσαϊρ σελ. 324, οι Μπράουν, Ντράιβερ και Μπρις στο εβραϊκό και αγγλικό λεξικό της Π.Δ. σελ. 952 και οι πολύ γνωστοί Κάιτ και Ντέλιτς. Προφανώς, οι κάτοικοι του Άδη διατηρούν την επίγεια τάξη τους (Ησαΐας ιδ’ 9-10, Ιεζεκ. λβ’ 21-24), αλλά περιγράφονται και ως κοπιασμένοι (Ιώβ γ’ 17) και αδύναμοι. Είναι απολύτως ξεκάθαρο πως και αυτό το λεξικό έρχεται σε τελεία αντίθεση με τους μάρτυρες του Ιεχωβά, όσον αφορά την κατάσταση των νεκρών μετά τον θάνατο και τον τόπο της κατοικίας τους, δηλαδή τον Άδη. Ποτέ ούτε και οι προ Χριστού Εβραίοι ούτε και οι Χριστιανοί δεν πίστευαν ότι οι άνθρωποι μετά θάνατον οδηγούνται στην ανυπαρξία και στον εκμηδενισμό. Και όσον κι αν προσπαθούν οι μάρτυρες του Ιεχωβά, δεν βρίσκουν κανένα σοβαρό μελετητή της ιστορίας και της γλώσσας των λαών των χρόνων της Αγίας Γραφής, που να υποστηρίζει ή έστω να συζητά τις ακραίες απόψεις τους. Επιγραμματικά αναφέρουμε και μερικά ακόμη λεξικά, που δίνουν με ακρίβεια τη σημασία των λέξεων Άδης και σιεόλ. Ορισμένα μάλιστα από αυτά που θα αναφέρουμε τα χρησιμοποιούν και οι μάρτυρες του Ιεχωβά, από όπου και παραθέτουν στα βιβλία τους για άλλα, βεβαίως, ζητήματα στα οποία συμφωνούν. Τέτοια λεξικά είναι:
Παρόλο που είναι πιθανό να σας κουράσαμε λίγο με τη συνεχή παράθεση από τα σοβαρότερα σύγχρονα λεξικά, εντούτοις το κρίναμε αναγκαίο για να πληροφορήσουμε τους αγαπητούς αλλά και πλανεμένους μάρτυρες του Ιεχωβά, σε πόση κραυγαλέα αντίθεση έρχεται η εταιρεία Σκοπιά με όλους τους λογίους και με όλα τα σοβαρά βοηθήματα προκειμένου να υποστηρίξει και να προωθήσει τις κακοδοξίες της. Και όταν συμβαίνει κάτι τέτοιο –φαινόμενο όχι σπάνιο, αλλά πολύ συνηθισμένο-, τότε προτιμά να διαψεύσει, να απορρίψει αλλά και να διαστρεβλώσει κάθε επιστημονική αλήθεια, αλλά και κάθε ιστορικό δεδομένο, προκειμένου να μη διορθώσει το σφάλμα της, αλλά μάλλον να το διαδώσει. Και δυστυχώς, παρά τα τόσα εμφανέστατα λάθη και ανακρίβειες που διδάσκει, εντούτοις πάντα βρίσκει αδαείς και αστήρικτους και ανυποψίαστους ανθρώπους, που να τους πείθει με τα ψέματα και να τους αιχμαλωτίζει στα δίχτυα της. Για αυτούς λοιπόν, τους καλοπροαίρετους μάρτυρες του Ιεχωβά, αλλά απληροφόρητους και παντελώς ανυποψίαστους για τις μεθοδίες της πλάνης που χρησιμοποιούν οι ηγέτες τους, κρίναμε σκόπιμο να παραθέσουμε όχι μόνο μία, αλλά αρκετές γνώμες υπευθύνων και σοβαρών μελετητών για το τι είναι ο Άδης. Και είναι ξεκάθαρο ότι ο Άδης δεν είναι ο κοινός τάφος του νεκρού ανθρώπινου γένους, όπως θέλει να μας πείσει η εταιρεία Σκοπιά, αλλά είναι ο τόπος που βρίσκονται οι ψυχές των νεκρών ή αλλιώς το βασίλειο των νεκρών.
3. Θεολογική προσέγγιση του θέματος του Άδη Ήρθε όμως η ώρα να προσεγγίσουμε το ζήτημα του Άδου από την θεολογική άποψη, όσον βέβαια μας επιτρέπουν οι δυνάμεις μας. Καταρχήν, η έννοια του Άδου και φυσικά και η αντίστοιχη εβραϊκή σιεόλ, παρόλο που πάντοτε δήλωνε και δηλώνει τον κόσμο των νεκρών, τον χώρο όπου βρίσκονται οι ψυχές των πεθαμένων ανθρώπων, ωστόσο αντιμετωπίζεται με έναν ελαφρώς διαφορετικό τρόπο από την Καινή Διαθήκη από ό,τι στην Παλαιά. Ο λόγος είναι απλός. Υπήρξε ένα συγκλονιστικό ιστορικό γεγονός, που άλλαξε τον χαρακτήρα και το περιεχόμενο του άδη. Αυτό το συγκλονιστικό γεγονός είναι η κάθοδος του ίδιου του Ιησού Χριστού σε αυτόν. Ο Χριστός ως Θεός είναι ο αρχηγός της ζωής (Πράξεις γ’ 15) και είναι ο «έχων τας κλεις», δηλαδή τα κλειδιά του θανάτου και του άδου (Αποκ. α ’18). Και όπως είναι φυσικό δεν ήταν δυνατόν να κρατείται υπ’ αυτού. (Πράξεις β’ 24). Έτσι λοιπόν, έχουμε τον πρώτο άνθρωπο που ενώ πήγε στον Άδη, ξέφυγε από τα δεσμά του. Κάτι που μέχρι τότε ήταν παντελώς αδύνατον για τον οποιοδήποτε, όσο άγια ζωή κι αν είχε. Αλλά η αλλοίωση και η απώλεια της παντοδυναμίας του άδη δεν σταμάτησε μόνο στο Χριστό. Διότι ο Θεός συνεζωοποίησε το Χριστό –δηλαδή μαζί με το Χριστό- και συνήγειρε –δηλαδή συνανέστησε- και συνέστησε τοις επουρανίοις εν Χριστώ Ιησού όλους πίστεψαν και πιστεύουν σ’ Αυτόν. (Εφες β’ 5,6). Ο Άδης λοιπόν, μετά την κάθοδο του Χριστού σε αυτόν, δεν έχασε μόνον τον Χριστό, αλλά μαζί με Αυτόν και όλους όσους πίστεψαν σε Αυτόν . Άδειασε θα λέγαμε από όλους τους ακολούθους του Χριστού και όλοι όσοι πεθαίνουν εν Χριστώ, δεν τον επισκέπτονται, διότι δεν μπορεί να συνυπάρξει το Φως του Χριστού που τους περιβάλλει με το σκότους του άδου. Έτσι μπορούμε να πούμε ότι η ουσία του Άδου και το περιεχόμενό του άλλαξαν ριζικά μετά την κάθοδο του Χριστού σε αυτόν. Προς το παρόν όμως, ας αρκεστούμε σε αυτά τα λίγα σχόλια, ικανά όμως για να χαράξουν με αδρές γραμμές το δρόμο της ορθοδόξου δογματικής της πίστεως μας και να διαφοροποιήσουν την οπτική γωνία από την οποία πρέπει να μελετήσουμε την έννοια του άδου από την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη. Ας δούμε, λοιπόν, πώς περιγράφεται και πώς χαρακτηρίζεται ο Άδης από τους θεοπνεύστους συγγραφείς της Π.Δ. καταρχήν. Όπως πολλές φορές μέχρι τώρα έχουμε αναφέρει, ο Άδης παρουσιάζεται σαν το σκοτεινό βασίλειο των νεκρών. Ας δούμε με ποια λόγια τον περιγράφει ο Ιώβ στο ομώνυμο βιβλίο: «20 ή ουκ ολίγος εστίν ο χρόνος τού βίου μου; έασόν με αναπαύσασθαι μικρόν 21 πρό τού με πορευθήναι όθεν ουκ αναστρέψω, εις γήν σκοτεινήν και γνοφεράν, 22 εις γήν σκότους αιωνίου, ού ουκ έστι φέγγος, ουδέ οράν ζωήν βροτών». Ιώβ ι’ 20-22. Ο Άδης, λοιπόν, εδώ χαρακτηρίζεται ως γη σκότους, ως γη γνοφερά. Μάλιστα ο ίδιος την τοποθετεί με ποιητική γλώσσα κάτω από τον ωκεανό, για να δηλώσει ότι είναι παντελώς πέρα από τις δυνατότητες των ζώντων να τη φθάσουν, ότι είναι δηλαδή σε άλλον χώρο, σε άλλη διάσταση, όπως θα λέγαμε εμείς σήμερα. Έτσι λέει για τον τόπο της κατοικίας των νεκρών, τον Άδη: «Οι νεκροί τρέμουσι υποκάτωθεν των υδάτων και οι συγκατοικούντες μετ’ αυτών» (μετάφραση) «5 μη γίγαντες μαιωθήσονται υποκάτωθεν ύδατος και των γειτόνων αυτού» (πρωτότυπο) Ιώβ κστ’ 5 Είναι αξιοσημείωτο να παρατηρήσουμε ότι οι νεκροί που βρίσκονται κατά την ποιητική περιγραφή του Ιώβ κάτω από τα ύδατα, δηλαδή τον ωκεανό, έχουν συναίσθηση της καταστάσεως τους και μάλιστα τρέμουν, όπως χαρακτηριστικά λέγει τον Θεό. Δεν είναι ανύπαρκτοι και εκμηδενισθέντες, αλλά έχουν συνειδητή προσωπικότητα. Άλλοι πάλι συγγραφείς τοποθετούν τον Άδη κάτω από τη γη, επειδή εκεί θάπτονταν οι νεκροί. Έτσι διαβάζουμε στους Αριθμούς ιστ’ 30: «30 αλλ' ή εν φάσματι δείξει Κύριος, και ανοίξασα η γη το στόμα αυτής καταπίεται αυτούς και τους οίκους αυτών και τας σκηνάς αυτών και πάντα, όσα εστίν αυτοίς, και καταβήσονται ζώντες εις άδου» Ο Απόστολος Παύλος χαρακτηρίζει τον Άδη ως «τα κατώτερα μέρη της γης» (Εφες. δ’ 9). Επίσης ο Ιωνάς τοποθετεί τον Άδη στα έσχατα των ορέων(Ιων. β’ 7). Όλες αυτές οι διαφορετικές τοποθεσίες δεν εκλαμβάνονται κατά κυριολεξία, αλλά σαν σκοπό έχουν να δηλώσουν, ότι ο τόπος όπου ευρίσκονται οι ψυχές των νεκρών είναι εντελώς απρόσιτος στους ζώντες επί της γης. Ο άδης περιγράφεται επίσης ως αδηφάγος. Στους χρόνους της Π.Δ. τουλάχιστον δεν έκανε διακρίσεις για κανέναν, αλλά όλους τους ανθρώπους ερχόταν ώρα που τους κατάπινε. Έτσι γράφει ο ψαλμωδός : «49 τις εστιν άνθρωπος, ός ζήσεται, και ουκ όψεται θάνατον; ρύσεται την ψυχήν αυτού εκ χειρός άδου; » Ψαλμ πθ’ 48. Βέβαια η κατάσταση αυτή σαφώς άλλαξε για τον Χριστό και τους ακολούθους Του. Ο δρόμος που οδηγεί στον άδη είναι κάτω από φυσιολογικές συνθήκες μονόδρομος, δρόμος χωρίς επιστροφή. Για αυτό ο Ιώβ λέγει : «οδώ δε, ή ουκ επαναστραφήσομαι, πορεύσομαι.» (Ιώβ ιστ’ 22). Και αλλού πάλι λέγει: «9 ώσπερ νέφος αποκαθαρθέν απ’ ουρανού. εάν γάρ άνθρωπος καταβή εις άδην, ουκέτι μη αναβή,10 ουδ’ ου μη επιστρέψη έτι εις τον ίδιον οίκον, ουδ' ου μη επιγνώ αυτόν έτι ο τόπος αυτού» Ιώβ ζ’ 9-10. Λέγει και εδώ σαφώς ο Ιώβ ότι όποιος εγκαταλείπει αυτόν τον κόσμο δια του θανάτου και μεταβαίνει στον άδη δεν επιστρέφει πάλι πίσω. Η γη των ζώντων δεν θα τον ξαναδεί. Και για τους ζωντανούς θα πάψει πλέον να υπάρχει. Όχι βέβαια γιατί ο ίδιος θα οδηγηθεί στην ανυπαρξία, αλλά γιατί θα υπάρχει σε έναν άλλο κόσμο, τελείως διαφορετικό και απροσπέλαστο από τον κόσμο των ζωντανών. Με αυτό το πρίσμα πρέπει να δούμε όλα τα σχετικά χωρία που μιλούν για μη ύπαρξη των νεκρών, όπως το αμέσως προηγούμενο από αυτά που διαβάσαμε. «ο οφθαλμός του βλέποντος με δεν θέλει με ιδείν πλέον. Οι οφθαλμοί μου είναι επ’ εμέ και εγώ δεν υπάρχω». Εννοεί σαφώς ότι δεν υπάρχει ανάμεσα στους ζώντες και όχι δεν υπάρχει πουθενά, διότι προηγουμένως είδαμε ότι ο ίδιος ο Ιώβ λέγει οι νεκροί υπάρχουν στη γη του σκότους και τρέμουν μάλιστα τον Θεό. Παρόμοια όμως, εδάφια τα απομονώνουν οι αιρετικοί δολίως και έντεχνα, για να παραπλανήσουν τους οπαδούς τους που δεν είναι «στερεοί εις την πίστιν» (Α’ Πέτρ. ε’ 9). Είδαμε λοιπόν, ότι η πορεία προς τον Άδη είναι χωρίς επιστροφή, δηλαδή επιστροφή στη γη των ζώντων. Ωστόσο, η επαγγελία της Αναστάσεως εγγυάται την ολοκληρωτική κατάργηση του Άδου και την εκκένωσή του από όλους τους νεκρούς. Στο τέλος, μετά την Ανάσταση, μιας και όλες οι ψυχές των ανθρώπων που ήταν φυλακισμένες σ’ αυτόν έχουν επανενωθεί με σώματά τους, ο Άδης χωρίς πλέον δεσμίους θα ριφθεί εις τη λίμνη του πυρός: «13 και έδωκεν η θάλασσα τους νεκρούς τους εν αυτή, και ο θάνατος και ο άδης έδωκαν τους νεκρούς τους εν αυτοίς, και εκρίθησαν έκαστος κατά τα έργα αυτών. 14 και ο θάνατος και ο άδης εβλήθησαν εις την λίμνην τού πυρός· ούτος ο θάνατος ο δεύτερός εστιν». (Αποκ. κ’ 13-14) Ο Άδης αν και είναι ένας τόπος παντελώς απροσπέλαστος και ξένος προς τους ζωντανούς δεν είναι και απροσπέλαστος από τον Θεό. Ο ωραιότατος Ψαλμός 139 του Δαυίδ αναφέρει : «8 εάν αναβώ εις τον ουρανόν, σύ εκεί εί, εάν καταβώ εις τον άδην, πάρει· »,δηλαδή παρευρίσκεσαι και εκεί. (Ψαλμ’ ρλθ’ ). Όμοια ο ίδιος ο Κύριος λέγει εις τον προφήτη Αμώς: «2 εάν κατακρυβώσιν εις άδου, εκείθεν η χείρ μου ανασπάσει αυτούς· » (Αμώς θ’2) Η παρουσία, λοιπόν, του Θεού δε λείπει από τον Άδη ούτε ο τόπος των νεκρών είναι ξένος και κεκρυμμένος από τον Θεό, όπως είναι για τους ζωντανούς ανθρώπους. Ένας συνήθης χαρακτηρισμός του Άδου που έχει άμεση σχέση με τον απρόσιτο των ζωντανών στο χώρο αυτόν, αλλά και συγχρόνως με την αδυναμία των νεκρών να ξεφύγουν από εκεί είναι και αναφορά του ως πόλις με πύλες. Έτσι ο Θεός ρωτά τον Ιώβ :«17 ανοίγονταί δε σοι φόβω πύλαι θανάτου, πυλωροί δε άδου ιδόντες σε έπτηξαν; » Ιώβ λη’ 17. Αυτές όμως οι πύλες δεν αντέχουν στην παρουσία του Χριστού και θραύονται. Το άνοιγμα αυτών αιωνίων πυλών και τη θριαμβευτική κάθοδο του Χριστού στον Άδη περιγράφει ο ψαλμωδός ως εξής : «7 άρατε πύλας, οι άρχοντες υμών, και επάρθητε, πύλαι αιώνιοι, και εισελεύσεται ο βασιλεύς της δόξης. 8 τις εστιν ούτος ο βασιλεύς της δόξης; Κύριος κραταιός και δυνατός, Κύριος δυνατός εν πολέμω. 9 άρατε πύλας, οι άρχοντες υμών, και επάρθητε, πύλαι αιώνιοι, και εισελεύσεται ο βασιλεύς της δόξης.10 τις εστιν ούτος ο βασιλεύς της δόξης; Κύριος των δυνάμεων αυτός εστιν ο βασιλεύς της δόξης. » Ψάλμ. κγ’ 7-10. Ο Βασιλεύς της δόξης που αναφέρεται εδώ δεν είναι άλλος από τον Χριστό κατά τη θεϊκή Του φύση. Άλλωστε με παρόμοιο τρόπο τον ονομάζει και ο Απόστολος Παύλος όταν κατηγορεί τους άρχοντες του αιώνος τούτου λέγοντας: «8 ήν ουδείς των αρχόντων τού αιώνος τούτου έγνωκεν· ει γάρ έγνωσαν, ουκ αν τον Κύριον της δόξης εσταύρωσαν·» Α’ Κοριν. β’8. Οι πύλες όμως αυτές δεν έχουν ισχύ ούτε και για τους ακολούθους του Χριστού, δηλαδή την Εκκλησία Του, όπως άλλωστε ο Ίδιος διαβεβαίωσε λέγοντας «18 καγώ δε σοι λέγω ότι σύ εί Πέτρος, και επί ταύτη τή πέτρα οικοδομήσω μου την εκκλησίαν, και πύλαι άδου ου κατισχύσουσιν αυτής. » Ματθ Ιστ’ 18. Ας δούμε όμως μερικές εκφράσεις της Π.Δ. για το ποιοι ήταν οι κάτοικοι του Άδη, τουλάχιστον την προχριστανική εποχή, και σε τι κατάσταση ευρίσκοντο. Ο Θεός κατά τη διάρκεια μιας εκ των εμφανίσεων Του προς τον πιστό Αβραάμ, οπότε και του επιβεβαίωσε τη διαθήκη Του προς αυτόν και προς το σπέρμα του, του απεκάλυψε επίσης και ορισμένα γεγονότα που θα συνέβαιναν στο έθνος που θα προερχόταν από αυτόν, αλλά και στον ίδιο. Μεταξύ αυτών του προανήγγειλε και το γεγονός του θανάτου του αρκετά χρόνια νωρίτερα λέγοντας : «15 σύ δε απελεύση προς τους πατέρας σου εν ειρήνη, τραφείς εν γήρα καλώ. » Γέν. ιε’ 15 Ο Θεός λέγει στον Αβραάμ ότι θα πεθάνει με τα λόγια : «σύ δε απελεύση προς τους πατέρας σου » Απέρχομαι σημαίνει ότι φεύγω από έναν τόπο και πηγαίνω σε έναν άλλο. Το ποιος είναι αυτός ο τόπος έχει καταστεί φανερό από όσα έχουμε αναφέρει προηγουμένως. Ο τόπος αυτός που θα πήγαινε ο Αβραάμ μετά τον θάνατό του είναι ο Άδης. Το σημαντικότερο, όμως, είναι ότι ο Θεός λέγει στον Αβραάμ ότι θα πήγαινε να βρει τους πατέρες του. Με άλλα λόγια ούτε οι νεκροί πατέρες του Αβραάμ ήταν ανύπαρκτοι και εκμηδενισμένοι ούτε ο Άδης ήτο ακατοίκητος -χωρίς κατοίκους, κενός. Δεν του λέει ο Θεός ότι θα πεθάνει ειρηνικά και σε βαθύ γήρας και μετά από χρόνια, αλλά χρησιμοποιεί την ισοδύναμη έκφραση ότι θα απέλθει προς τους πατέρας τους. Θα εγκαταλείψει, δηλαδή, τη γη των ζώντων και θα πάει να συναντήσει τους προπάτορες του, από τους οποίους μονίμως είχε χωριστεί εξαιτίας του θανάτου των. Ο θάνατος, δηλαδή οι πύλες του Άδου, που ενώ όσο ήταν ζωντανός ήσαν κλειστές για αυτόν και δεν τον άφηναν να τους συναντήσει, θα άνοιγαν και για τον ίδιο και έτσι θα τους συναντούσε και πάλι. Ποτέ δε θα χρησιμοποιούσε τέτοια έκφραση ο Θεός, εάν οι προπάτορες του Αβραάμ ήσαν ανύπαρκτοι και εξαφανισμένοι. Ήλθε λοιπόν, η στιγμή που του είχε προφητευθεί, δηλαδή η στιγμή του θανάτου του και τον έθαψαν οι γιοι του Ισαάκ και Ισμαήλ στο σπήλαιο Μακφελάχ. Ας διαβάσουμε τη διήγηση: «7 ταύτα δε τα έτη ημερών της ζωής Αβραάμ όσα έζησεν, εκατόν εβδομηκονταπέντε έτη. 8 και εκλείπων απέθανεν Αβραάμ εν γήρα καλώ πρεσβύτης και πλήρης ημερών και προσετέθη προς τον λαόν αυτού.» (Γένεση κε’ 7-10) Ο Αβραάμ, λοιπόν, όπως του είχε πει ο Θεός απήλθε προς τους πατέρας αυτού ή ισοδύναμα προσετέθη προς τον λαόν αυτού. Πού ήταν ο λαός του; Στον Άδη. Και πώς προσετέθη; Προφανώς, με το να πάει ο ίδιος εκεί και να τους συναντήσει εγκαταλείποντας την παρούσα προσωρινή ζωή. Μήπως άραγε το ότι ήλθε προς τους πατέρας του ή το ό,τι προσετέθη εις τον λαόν αυτού εννοεί ότι ετάφη σωματικά μαζί τους; Μήπως, δηλαδή, το σώμα του τοποθετήθηκε στον ίδιο οικογενειακό τους τάφο; Αν και η φράση προσετέθη προς τον λαόν αυτού υποδηλώνει κάτι ευρύτερο από το συγγενικό του κύκλο, εντούτοις ας το εξετάσουμε βαθύτερα. Ο Αβραάμ ετάφη στο σπήλαιο Μακφελάχ που βρίσκεται στη Χεβρών νοτίως της Ιερουσαλήμ. Ενώ οι προπάτορες του είχαν ταφεί στη Μεσοποταμία, δηλαδή στο σημερινό Ιράκ. Επί παραδείγματι ο πατέρας του Θάρα απέθανε στη Χαρράν της Μεσοποταμίας (Γεν. ια’ 32). Καμία, λοιπό, λογική και ιστορική βάση δεν έχει ο ισχυρισμός των μαρτύρων του Ιεχωβά, ότι η έκφραση ο Αβραάμ προσετέθη προς τον λαόν αυτού σημαίνει απλώς ότι ετάφη. Το σώμα του Αβραάμ πράγματι οδηγήθηκε στον τάφο, αλλά η ψυχή του απήλθε προς συνάντηση των προπατόρων του στον Άδη, όπου πλέον πολιτογραφήθηκε και συγκαταριθμήθηκε με τον υπόλοιπο λαό του, όσοι μέχρι τότε είχαν πεθάνει. Έρευνα - ομιλία: Μιχάλης Μαυροφοράκης Απομαγνητοφώνηση: Β. Τ. |
Δημιουργία αρχείου: 27-10-2006.
Τελευταία μορφοποίηση: 13-5-2016.