Η Σταυρική Θυσία του Χριστού και οι περί Λύτρου Θεωρίες της Δύσεως * Προσδοκώ Ανάστασιν Νεκρών * Η "εξαγορά" από την κατάρα τού νόμου * Καλός και κακός Θεός * "Πλάστηκε τέλειος ο Αδάμ;" * Είναι ο Θεός δίκαιος; * Ο Δυτικός δικανισμός, ακυρώνει τη θυσία του Χριστού * Η ιστορία διαστρέβλωσης τού Χριστιανικού δόγματος περί Αντιλύτρου * Η σημασία του Αντιλύτρου
Αντίλυτρο Μέρος 2ο Αδιέξοδες Δυτικές θεωρίες περί "λύτρου" και η Χριστιανική έννοια τής απελευθέρωσης Ομιλία Νο 31 Μιχάλης Μαυροφοράκης
Απομαγνητοφώνηση από εκπομπή της Πειραϊκής Εκκλησίας, της σειράς εκπομπών: "Ορθοδοξία και Αίρεση", του Β΄ Βιβλικού και των συνεργατών του. |
|
Ομιλία Νο 31. (ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΗ // ΕΠΟΜΕΝΗ).
(Εκφωνήθηκε για πρώτη φορά: 8-5-1992).
Ακούστε την από την ΟΟΔΕ σε ηχητικό αρχείο ΜΡ3
1. Παρερμηνείες τής λέξης: "λύτρο" Αγαπητοί ακροατές, χαίρετε. Η σημερινή εκπομπή έχει τίτλο «Η Σταυρική Θυσία του Χριστού και οι περί λύτρου θεωρίες της Δύσεως, μέρος δεύτερον». Στην προηγούμενη εκπομπή, καταπιαστήκαμε με το ζήτημα της θυσίας του Χριστού ως λύτρου ή αντιλύτρου για τη σωτηρία του ανθρώπου. Δυστυχώς όμως, λόγω ελλείψεως χρόνου, δεν καταφέραμε να δούμε τις πολύ σοβαρές προεκτάσεις των κακοδοξιών της Δύσεως πάνω σε αυτό το θέμα, αλλά κυρίως δεν παρουσιάσαμε την ορθόδοξη θέση της Εκκλησίας μας στην έκταση και το βάθος που αυτό το τόσο σοβαρό ζήτημα απαιτεί. Έτσι, με τη βοήθεια του Θεού, θα προσπαθήσουμε, μέσα στα πλαίσια της σημερινής εκπομπής, να καλύψουμε όσο μπορούμε αυτά τα δύο σκέλη. Πριν προχωρήσουμε όμως, ας δούμε πάλι με πολύ συντομία την εσφαλμένη προσέγγιση των Δυτικών στο ζήτημα αυτό. Το όλο πρόβλημα ξεκίνησε από την εσφαλμένη ερμηνεία των λέξεων «λύτρο», «αντίλυτρο», «λύτρωσις», «απολύτρωσις» κτλ., που απαντώνται κυρίως στην Καινή Διαθήκη προκειμένου να περιγράψουν τη δια της σταυρικής θυσίας του Ιησού Χριστού σωτηρία του ανθρωπίνου γένους. Διαβάζουμε τα πλέον αντιπροσωπευτικά χωρία: «Ο Υιός τού ανθρώπου ουκ ήλθεν διακονηθήναι, αλλά διακονήσαι, και δούναι την ψυχήν αυτού λύτρον αντί πολλών.» (Ματθαίος 20:28· Μάρκος 10:45) «Είς γαρ Θεός, είς και μεσίτης Θεού και ανθρώπων, άνθρωπος Χριστός Ιησούς, ο δους εαυτόν αντίλυτρον υπέρ πάντων.» (Α΄ Τιμοθέου 2:5-6) «Προσδεχόμενοι την μακαρίαν ελπίδα και επιφάνειαν τής δόξης τού μεγάλου Θεού και σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, ος έδωκεν εαυτόν υπέρ ημών, ίνα λυτρώσηται ημάς από πάσης ανομίας, και καθαρίση εαυτώ (για τον εαυτό του), λαόν περιούσιον, ζηλωτήν καλών έργων.» (Τίτος 2:13-14) «Ειδότες ότι ου φθαρτοίς, αργυρίω ή χρυσίω, ελυτρώθητε (δεν λυτρωθήκατε με φθαρτά πράγματα με αργύριο ή χρυσό), εκ τής ματαίας υμών αναστροφής πατροπαραδότου, αλλά τιμίω αίματι, ως αμνού αμώμου και ασπίλου Χριστού.» (Α΄ Πέτρου 1:18-19) «…δια δε τού ιδίου αίματος εισήλθεν εφάπαξ εις τα Άγια, αιωνίαν λύτρωσιν ευράμενος. […] Πόσω μάλλον το αίμα τού Χριστού, ος δια πνεύματος αιωνίου εαυτόν προσήνεγκεν άμωμον τω Θεώ, καθαριεί την συνείδησιν υμών από νεκρών έργων, εις το λατρεύειν Θεώ ζώντι. Και δια τούτο διαθήκης καινής μεσίτης εστίν, όπως θανάτου γενομένου εις απολύτρωσιν τών επί τη πρώτη διαθήκη παραβάσεων, την επαγγελίαν λάβωσιν οι κεκλημένοι τής αιωνίου κληρονομίας.» (Εβραίους 9:12,14,15) «Δικαιούμενοι δωρεάν τη αυτού χάριτι, δια τής απολυτρώσεως τής εν Χριστώ Ιησού.» (Ρωμαίους 3:24) «Εν ώ έχομεν την απολύτρωσιν δια τού αίματος αυτού, την άφεσιν τών παραπτωμάτων, κατά τον πλούτον τής χάριτος αυτού.» (Εφεσίους 1:7) Παρερμηνεύοντας, λοιπόν, οι δυτικοί θεολόγοι τα παραπάνω χωρία αφενός, και αγνοώντας το βαθύτερο νόημα της θυσίας του Χριστού αφετέρου, ανέπτυξαν διάφορες δικανικές θεωρίες περί λύτρου, που είναι αντιχριστιανικές και βλάσφημες, δεδομένου ότι απομακρύνουν τον άνθρωπο από τον Θεό και τον Θεό από τον άνθρωπο, ενώ ταυτόχρονα κατεβάζουν τον Θεό στο επίπεδο του πεπτωκότος και εμπαθούς, μνησίκακου και ιδιοτελούς ανθρώπου. Συγκεκριμένα, ερμηνεύουν τη λέξη «λύτρο» και τις συναφείς με αυτή λέξεις με την πολύ περιορισμένη κύρια έννοιά της, ότι δηλαδή είναι το τίμημα που καταβαλλόταν για την απελευθέρωση αιχμαλώτων· ή, όπως ο Ωριγένης λέγει, ότι είναι «δώματι τής πολεμίοις διδόμενον υπό τών ηττηθέντων, επί σωτηρία ή άφεσιν τών αιχμαλωτισθέντων». Έτσι λοιπόν, ο παπισμός και το σύνολο των εξ αυτού προερχομένων προτεσταντικών κυρίων ομολογιών, κατεβάζουν τη θυσία του Χριστού και τη σωτηρία του ανθρώπου σε επίπεδα συναλλαγής και προσπαθούν να εντάξουν το μυστήριο της θείας οικονομίας σε ένα δικανικό σχήμα.
2. Η παρερμηνεία οδηγεί σε αδιέξοδα Κάνοντας όμως κάτι τέτοιο, οδηγούνται σε τεράστια αδιέξοδα και πρέπει να απαντήσουν σε αμείλικτα ερωτήματα, όπως: «Σε ποιον πλήρωσε ο Χριστός το λύτρο; Αν μεν εδόθη το λύτρο στον διάβολο, ποιο δικαίωμα είχε ο διάβολος επάνω Του; Είχε δικαίωμα να το λάβει; Και αν το κράτησε, τι το έκανε; Τι ωφελήθηκε από αυτό; και για πόσο το κράτησε; Εφόσον το λύτρο είναι η ζωή του Χριστού, γιατί το επέστρεψε; Αν ελευθερωθήκαμε από την αιχμαλωσία του διαβόλου, με ποιο δικαίωμα μας κρατούσε αιχμαλώτους; Και ποια σχέση υπάρχει ανάμεσα στη δύναμη του Θεού και το κράτος του διαβόλου, ώστε ο Θεός να χρειάζεται να καταβάλει λύτρα στον διάβολο και μάλιστα τόσο ανεκτίμητα όσο η ίδια η ζωή του Μονογενούς Του;» Αλλά και ποιος τελικά νίκησε, ο Χριστός ή ο διάβολος; Διότι εκείνος που ηττάται καταβάλλει λύτρα στον νικητή και όχι το αντίστροφο. Και η Αγία Γραφή λέγει σαφώς ότι ο σατανάς νικήθηκε κατά κράτος από τον Χριστό. Αν πάλι ο Θεός πήρε το λύτρο, άραγε με ποιον τρόπο είμαστε αιχμάλωτοι του Θεού; και πώς μας εξαγόρασε ο Χριστός από τον Πατέρα; Άραγε τέρπεται και απαιτεί ο Πατέρας το αίμα του Μονογενούς Του; Σε αυτά, αλλά και σε άλλα παρόμοια, πράγματι φοβερά και αμείλικτα ερωτήματα, εκθέτουν εαυτούς οι δήθεν ορθολογίζοντες σχολαστικοί θεολόγοι της Δύσεως, που χάνονται μέσα στο γράμμα της Αγίας Γραφής —που οδηγεί στον θάνατο— ενώ είναι αποξενωμένοι από το Πνεύμα των Θεοπνεύστων Λόγων, που είναι και το μόνο που ζωοποιεί και που φυσικά αποκαλύπτει και τα μυστήρια του Θεού. Διότι ο Απόστολος Παύλος λέγει: «Ουχί ότι ικανοί εσμέν αφ’ εαυτών λογίσασθαί τι ως εξ ημών αυτών, αλλ’ η ικανότης ημών εκ του Θεού, ος και ικανώσεν ημάς διακόνους γενέσθαι καινής διαθήκης, ου γράμματος αλλά πνεύματος· το γαρ γράμμα αποκτείνει, το δε πνεύμα ζωοποιεί» (Β' Κορινθίους 3,5-6). Δεν θα επεκταθούμε σε λεπτομερέστερη ανάπτυξη αυτών των αποστομωτικών ερωτημάτων εναντίον της βλάσφημης περι λύτρου θεωρίας των Δυτικών, διότι με αυτό, έστω και με συντομία, ασχοληθήκαμε στην προηγούμενη εκπομπή. Σήμερα θα προχωρήσουμε στην ανάπτυξη της ορθόδοξης θέσης, που πρακτικά μας ενδιαφέρει και περισσότερο, διότι πάντοτε η οικοδόμηση είναι πολύ καλύτερη, αλλά βεβαίως και πολύ πιο δύσκολη, από την αποικοδόμηση. Το χτίσιμο είναι πιο ωφέλιμο από το γκρέμισμα, αλλά απαιτεί και μεγαλύτερη προσοχή, ακρίβεια και γνώση.
3. Οι πραγματικές έννοιες τής λέξης: "λύτρο" Η σαφής άποψη της Εκκλησίας, όπως εκφράζεται από την Αγία Γραφή αλλά και τους γραπτούς και προφορικούς λόγους των Αγίων Πατέρων, είναι ότι το λύτρο δεν κατανοείται ούτε ερμηνεύεται στα στενά πλαίσια ενός δικανικού σχήματος, δηλαδή ενός νομικίστικου σχήματος συναλλαγής ανάμεσα στον Χριστό και στον όποιο αποδέκτη του λύτρου. Και είναι σημαντικό να τονίσουμε ότι στην Αγία Γραφή δεν αναφέρεται πουθενά όχι μόνο αποδέκτης του λύτρου, αλλά ούτε και τέτοια έννοια. Μάλιστα, όσες φορές αναφέρεται η λέξη «λύτρο» ή οι συναφείς της, ποτέ δεν αναφέρεται κάποιο συγκεκριμένο πρόσωπο από το οποίο ο Χριστός μας απολύτρωσε, αλλά αντίθετα κάποια κατάσταση, όπως η κατάσταση της αμαρτίας, του θανάτου, της φθοράς κλπ. Όσο για την ορθή κατανόηση του περιεχομένου της απολυτρωτικής θυσίας του Κυρίου, θα πρέπει να ξεκινήσουμε από την κατανόηση της χρήσης των λέξεων «λύτρο», «αντίλυτρο», «λυτρόω», «λύτρωσις» και «απολύτρωσις». Η χρήση των λέξεων αυτών είναι πολλαπλή και θα την εξετάσουμε με ανάλογα παραδείγματα στη συνέχεια. Ο Κύριος, μιλώντας στους μαθητές Του για τη Δευτέρα Παρουσία και αφού τους περιέγραψε τα δεινά που θα προηγηθούν, τους είπε: «Αρχομένων δε τούτων γίνεσθε, ανακύψατε και επάρατε τας κεφαλάς υμών, διότι εγγίζει η απολύτρωσις υμών» (Λουκάς 21,28). Εδώ, η λέξη «απολύτρωσις» έχει την έννοια της απαλλαγής από δεινά και όχι βεβαίως της απελευθέρωσης δια καταβολής λύτρων. Παρόμοια έννοια αποδίδει στη λέξη «απολύτρωσις» και ο Απόστολος Παύλος στην προς Ρωμαίους Επιστολή: «Ου μόνον δε, αλλά και αυτοί την απαρχήν τού Πνεύματος έχοντες, και ημείς αυτοί εν εαυτοίς στενάζομεν, υιοθεσίαν απεκδεχόμενοι, την απολύτρωσιν τού σώματος ημών» (Ρωμ. 8,23). Μία δεύτερη έννοια των λέξεων «λύτρο» και «λύτρωσις» είναι αυτή της συγχωρήσεως τών παραβάσεων, ή τής απαλλαγής από ποινή ή ενοχή, όπως διαβάζουμε στην προς Εβραίους Επιστολή: «Και δια τούτο διαθήκης καινής μεσίτης εστίν, όπως θανάτου γενομένου εις απολύτρωσιν τών επί τη πρώτη διαθήκη παραβάσεων, την επαγγελίαν λάβωσιν οι κεκλημένοι τής αιωνίου κληρονομίας» (Εβρ. 9,15). Το ότι εδώ η λέξη «απολύτρωσις» έχει την έννοια του καθαρισμού και της συγχωρήσεως, χωρίς την καταβολή τιμήματος σε κάποιον συγκεκριμένα, γίνεται φανερό από ολόκληρο το υπόλοιπο κείμενο. Διότι στους στίχους 22 και 23 λέγεται: «Και σχεδόν εν αίματι πάντα καθαρίζεται κατά τον νόμον, και χωρίς αιματεκχυσίας ου γίνεται άφεσις» (Εβρ. 9,22). «Ανάγκη ουν τα μεν υποδείγματα τών εν τοις ουρανοίς τούτοις καθαρίζεσθαι, αυτά δε τα επουράνια κρείττοσι θυσίαις παρά ταύτας» (Εβρ. 9,23). Και στον στίχο 28 συμπληρώνει: «Ούτως και ο Χριστός άπαξ προσενεχθείς εις το πολλών ανενεγκείν αμαρτίας, εκ δευτέρου χωρίς αμαρτίας οφθήσεται τοις αυτόν απεκδεχομένοις εις σωτηρίαν» (Εβρ. 9,28). Έτσι, ο Απόστολος εδώ χρησιμοποιεί τη λέξη «απολύτρωσις» δια τού αίματος τού Χριστού, όχι βεβαίως για να δηλώσει ότι σωζόμαστε επειδή κάποιος το λαμβάνει ως τίμημα και μας αφήνει ελεύθερους, αλλά ως θυσία και προσφορά για τον καθαρισμό των πολλών και την άφεση των αμαρτιών τους. Παράλληλα, η λέξη «λύτρωσις», όπου απαντάται στην Αγία Γραφή, ευρίσκεται αντί των συνωνύμων της «σωτηρία» και «ελευθερία». Επί παραδείγματι, διαβάζουμε στο κατά Λουκάν Ευαγγέλιο, στην προφητεία του Ζαχαρία, πατέρα του Ιωάννη του Βαπτιστή: «Ευλογητός Κύριος ο Θεός τού Ισραήλ, ότι επεσκέψατο και εποίησεν λύτρωσιν τω λαώ αυτού» (Λουκ. 1,68). Ασφαλώς, ο Κύριος ο Θεός δεν κατέβαλε κανένα τίμημα σε κάποιον για να το κατορθώσει. Γι’ αυτό άλλωστε ονομάζεται στην Παλαιά Διαθήκη με το κατεξοχήν όνομα τού Λυτρωτού. Διαβάζουμε στον Ησαΐα: «Ούτως λέγει Κύριος, ο Λυτρωτής υμών, ο Άγιος τού Ισραήλ» (Ησ. 41,14), «Ούτως λέγει Κύριος, ο Βασιλεύς τού Ισραήλ και ο Λυτρωτής αυτού, Κύριος Παντοκράτωρ» (Ησ. 44,6-7), αλλά και το σημαντικότατο: «Συ Κύριε, ει συ ο Πατήρ ημών· ο Λυτρωτής ημών, τούτο όνομά σου απ’ αιώνος» (Ησ. 63,16). Αυτό το χωρίο έχει ιδιαίτερη σημασία για τους Μάρτυρες του Ιεχωβά, που αφενός ισχυρίζονται ότι το «Ιεχωβά» είναι το κατεξοχήν, μοναδικό και αποκλειστικό όνομα του Θεού, ενώ παράλληλα – κακόδοξα – δεν δέχονται τη θεότητα του Υιού, την ισότητα, το ομότιμο και το ομοούσιο με τον Πατέρα, αλλά θεωρούν τον Λόγο σαν ένα κτίσμα, όπως ο αιρετικός Άρειος. Έτσι, ας μας εξηγήσουν κατά ποια έννοια ο Θεός Πατήρ — διότι σ’ αυτήν αποκλειστικά εφαρμόζουν αυτό το εδάφιο — είναι Λυτρωτής του Ισραήλ; Δηλαδή, τι τίμημα κατέβαλε και σε ποιον; Φανερά όμως, η λέξη χρησιμοποιείται αντί του ελευθερωτή και σωτήρα, όπως πολύ σωστά μεταφράζουν οι Εβδομήκοντα: «Ρύσαι ημάς» αντί τού λυτρωτής ημών» του Μασοριτικού. Την ίδια έννοια έχει και ο λόγος του Ευαγγελιστή Λουκά, όταν αναφέρεται στην Άννα, την θυγατέρα του Φανουήλ, που ήταν προφήτισσα: «Και αυτή τη ώρα επιστάσα ανθωμολογείτο τω Θεώ, και ελάλει περί αυτού πάσιν τοις προσδεχομένοις λύτρωσιν εν Ιερουσαλήμ.» (Λουκ. 2, 38) Φανερά λοιπόν και εδώ, η λέξη «λύτρωσις» για την Ιερουσαλήμ έχει την έννοια της σωτηρίας και απελευθέρωσης, όχι βεβαίως με την καταβολή από τον Θεό κάποιου τιμήματος σε τρίτον. Επίσης, το ρήμα «λυτρώ» έχει τη σημασία του «ελευθερώνω κατόπιν αγώνος», όπως διαβάζουμε από το Κατά Λουκάν Ευαγγέλιο, κατά την συνομιλία των δύο μαθητών προς τον Ιησού, όταν συνοδοιπορούσαν προς την Εμμαούς πριν ακόμη τον αναγνωρίσουν: «Ημείς δε ηλπίζομεν ότι αυτός εστιν ο μέλλων λυτρούσθαι τον Ισραήλ.» (Λουκ. 24, 21) Παρόμοια έννοια τού καθαρισμού ή απαλλαγής από ανομίες έχει και στην επιστολή του Αποστόλου Παύλου προς τον Τίτο: «Προσδεχόμενοι την μακαρίαν ελπίδα και επιφάνειαν τής δόξης τού μεγάλου Θεού και σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, ος έδωκεν εαυτόν υπέρ ημών, ίνα λυτρώσηται ημάς από πάσης ανομίας και καθαρίση εαυτώ λαόν περιούσιον, ζηλωτήν καλών έργων.» (Τίτ. 2, 13-14) Στο χωρίο αυτό, ο Ιησούς Χριστός, εκτός από Μέγας Θεός, χαρακτηρίζεται και ως «σωτήρ ημών». Την έννοια του «σωτήρος» την επεξηγεί στη συνέχεια ο Απόστολος, λέγοντας ότι «μας ελύτρωσε από κάθε ανομία μας και μας καθάρισε», και αυτό συνετελέσθη με την εκούσια θυσία Του. Ούτε και εδώ υπάρχει ίχνος περί πληρωμής λύτρων σε τρίτο. Διότι κι αν θεωρηθεί ότι ήμασταν υποδουλωμένοι σε κάποιον, αυτός δεν είναι ούτε ο Θεός, ούτε βεβαίως ο διάβολος, αλλά η ανομία. Με αυτά τα λόγια, ο Απόστολος σχεδόν επαναλαμβάνει τα λόγια του Θεού στον προφήτη Ιεζεκιήλ: «Και ου μιανθήσονται έτι εν τοις ειδώλοις αυτών, και εν ταις βδελυγμασίαις αυτών, και εν πάσαις ταις ασεβείας αυτών· και σώσω αυτούς εκ πασών τών αδικιών αυτών, εν αις ήμαρτον εις αυτάς, και καθαριώ αυτούς, και έσονται μοι εις λαόν, και εγώ Κύριος έσομαι αυτοίς εις Θεόν.» (Ιεζ. 37, 23 – μετάφραση των Εβδομήκοντα) Ο Απόστολος Παύλος, πολύ συχνά στις επιστολές του, εναλλάσσει τις λέξεις «λυτρώνω» και «απολυτρώνω» με τη λέξη «ελευθερώνω», δηλαδή «απελευθερώνω». Έτσι γράφει στην προς Ρωμαίους επιστολή: «Ελευθερωθέντες δε από τής αμαρτίας, εδουλώθητε τη δικαιοσύνη.» (Ρωμ. 6, 18 και 22) Και στην προς Γαλάτας επιστολή: «Τη ελευθερία ημάς Χριστός ηλευθέρωσεν· στήκετε ουν και μη πάλιν ζυγώ δουλείας ενέχεσθε.» (Γαλ. 5, 1) Συνεπώς, φανερά ο Απόστολος, όταν χρησιμοποιεί τη λέξη «λυτρώνω», δεν έχει υπόψη του καμία έννοια συναλλαγής μεταξύ του Χριστού και κάποιου άλλου, στον οποίον ο Χριστός κατέβαλε τίμημα τη ζωή του για να μας ελευθερώσει, αλλά απλώς θέλει να δηλώσει καθεαυτό το αποτέλεσμα του προσωπικού Του αγώνος και της αγάπης του Θεού, αλλά και της νίκης Του εναντίον της αμαρτίας και των δυνάμεων του σκότους. Και το αποτέλεσμα αυτό δεν είναι άλλο από το άνοιγμα της πύλης της σωτηρίας για όσους από το ανθρώπινο γένος θελήσουν να Τον ακολουθήσουν πιστά.
4. Ο Θεός δεν συναλάσσεται για τη σωτηρία μας Η σωτηρία δεν είναι αποτέλεσμα αγοραπωλησίας, αλλά δυναμική κατάλυση της εξουσίας του σκότους δια του φωτός της θεότητος, του φωτός του αληθινού, που έλαμψε στη γη στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού. (Ιωάννου Αʹ, 7 έως 14), και της συντριβής του κράτους του σατανά, της κεφαλής του αρχαίου όφεως, δια του σπέρματος της γυναικός, του Υιού του ανθρώπου. (Γένεσις γʹ 15) Άλλωστε, η ενανθρώπηση του Υιού και Λόγου του Θεού και η θυσία του Θεανθρώπου Χριστού με κανέναν τρόπο δεν μπορεί να συγκριθεί σε αξία με τη ζωή του Αδάμ, ούτως ώστε να υπάρξει λογική συναλλαγή. Διότι πώς μπορεί να αντιπαραβληθεί σε αξία η πτώση του Αδάμ με την κένωση του Θεού Λόγου και τα δίκαια παθήματα του κτιστού Αδάμ με το εκούσιο πάθος του Κυρίου και τη σταυρική Του θυσία; Και βέβαια, τα οφέλη της απολυτρωτικής θυσίας του Κυρίου δεν είναι απλώς η επανόρθωση της πτώσεως, αλλά αυτή η υπερύψωση της ανθρώπινης κτιστής φύσεως στον θρόνο του Ακτίστου Θεού. Δηλαδή, η θέωση του ανθρώπου, κατά την ορολογία των Πατέρων, η οποία, εν τίνι μέτρω, συντελείται ήδη από την παρούσα ζωή, όπως επί αιώνες αποδεικνύουν οι άγιοι της Εκκλησίας μας με τη ζωντανή τους βιωματική μαρτυρία. Διότι λέγει ο Απόστολος Παύλος: «Αλλ' ουχ ως το παράπτωμα, ούτως και το χάρισμα. Ει γαρ τω τού ενός παραπτώματι (δηλαδή τού Αδάμ), οι πολλοί απέθανον, πολλώ μάλλον η χάρις τού Θεού και η δωρεά εν χάριτι τη τού ενός ανθρώπου Ιησού Χριστού εις τους πολλούς επερίσσευσεν. Και ουχ ως δι' ενός αμαρτήσαντος το δώρημα· το μεν γαρ κρίμα εξ ενός εις κατάκριμα, το δε χάρισμα εκ πολλών παραπτωμάτων εις δικαίωμα. Ει γαρ τω τού ενός παραπτώματι ο θάνατος εβασίλευσεν δια τού ενός, πολλώ μάλλον οι την περισσείαν τής χάριτος και τής δωρεάς τής δικαιοσύνης λαμβάνοντες εν ζωή βασιλεύσουσι δια τού ενός Ιησού Χριστού.» (Ρωμαίους εʹ 15-17) Δια τής σταυρικής θυσίας τού Χριστού, ο σατανάς δε λαμβάνει την ζωήν τού Χριστού ως λύτρον, αλλά κατακρίνεται (Ιωάννης ιʹ 11)· «και εκβάλλεται έξω» (Ιωάννης ιβʹ 31)· «δένεται και αφοπλίζεται από τού ισχυρού» (Λουκάς ιαʹ 21-22)· «συντρίβεται και σύρεται αιχμάλωτος μαζί με τους δαίμονες» (Κολοσσαείς βʹ 15). Ύστερα λοιπόν από τα παραπάνω, είναι ώρα να προβάλλουμε την άποψη της Εκκλησίας μας για την απολυτρωτική θυσία του Κυρίου. Δεν είναι μια συναλλαγή, μια δοσοληψία, όπου ο Χριστός προσφέρει το Αίμα Του, τη ζωή Του ως λύτρο για τον αιχμάλωτο άνθρωπο και κάποιο άλλο πρόσωπο είναι ο αποδέκτης αυτού του λύτρου. Όχι. Η Εκκλησία ποτέ δεν υιοθέτησε τέτοια δικανικά σχήματα σωτηρίας, όπως ο δυτικός Χριστιανισμός στο σύνολό του, ξεκινώντας από τον παπισμό και καταλήγοντας στον πολύμορφο και πολυσχειδή προτεσταντισμό με την πληθώρα των παρακλαδιών. Τέτοιες προσεγγίσεις στο μυστήριο του Σταυρού θεωρήθηκαν ανέκαθεν βλάσφημες και εξωχριστιανικές από την Εκκλησία.
5. Τι σημαίνει: "λύτρωση" και "απολύτρωση" από τον Χριστό Σε τι λοιπόν συνίσταται η απολύτρωσις δια του Σταυρού και πως εκλαμβάνεται το λύτρο; Ο Ιησούς έγινε άνθρωπος και θυσιάστηκε για τη σωτηρία αυτών που πράγματι ήταν υπαίτιοι. Πεθαίνει Αυτός στη θέση των πραγματικών υπαίτιων. Πληρώνει ο Αθώος στη θέση των δραστών. Παίρνει εκουσίως και τελείως ελεύθερα επάνω Του την κατάρα της αμαρτίας που βάραινε τους ανθρώπους, ο Υπερευλογημένος του Πατρός: «Χριστός ημάς εξηγόρασεν εκ τής κατάρας τού νόμου, γενόμενος υπέρ ημών κατάρα.» (Γαλάτας γʹ 13) Πεθαίνει ως αμαρτωλός Αυτός που δεν εγνώρισε αμαρτία, για να σώσει τον άνθρωπο από τη δυναστεία της αμαρτίας: «Τον μη γνόντα αμαρτίαν, υπέρ ημών αμαρτίαν εποίησεν, ίνα ημείς γενώμεθα δικαιοσύνη Θεού εν αυτώ.» (Βʹ Κορινθίους εʹ 21) Έτσι λοιπόν, οι λέξεις «λύτρωσις» και «απολύτρωσις» έχουν τη σημασία της απελευθέρωσης του ανθρώπου από τη δουλεία της αμαρτίας και του θανάτου δια της θυσίας του Χριστού. Ο Χριστός μας λύτρωσε δια της σταυρικής Του θυσίας, όχι με την έννοια της καταβολής τιμήματος σε κάποιον, αλλά με την έννοια ότι πήρε τη θέση μας στην τιμωρία, και έτσι εμείς, που δίκαια έπρεπε να τιμωρηθούμε, δι' Εκείνου απελευθερωθήκαμε. Για να γίνει αυτό περισσότερο κατανοητό, ας φέρουμε μερικά παραδείγματα: Κάποιοι μαθητές σε μια τάξη κάνουν μια αταξία και ο δάσκαλος, επιστρέφοντας, είναι έτοιμος να τους τιμωρήσει όλους. Ξαφνικά, ένας μαθητής που ήταν αμέτοχος στην αταξία παίρνει επάνω του την ευθύνη των άλλων και τιμωρείται αντ’ αυτών. Έτσι αυτός γίνεται το εξιλαστήριο θύμα, αποδεχόμενος την τιμωρία ενώ ήταν αθώος, ενώ οι υπόλοιποι απελευθερώνονται, γλιτώνουν χωρίς να τιμωρηθούν. Αυτός, όπως λέμε, πλήρωσε για όλους. Κανείς όμως δεν πήρε κατά γράμμα λύτρα για την ελευθερία των υπολοίπων. Πολλά αντίστοιχα πραγματικά παραδείγματα προέρχονται από την ιστορία. Οι πρόγονοί μας έπεσαν στα πεδία των μαχών για να μας λυτρώσουν, να μας γλιτώσουν από τη δουλεία των κατακτητών. Η ελευθερία μας είναι εξαγορασμένη με τη ζωή τους. Κανείς όμως δεν κατέχει τη ζωή τους ως λύτρο. Το ίδιο ισχύει και για τον Χριστό. Έχυσε το αίμα Του πάνω στον σταυρό, νίκησε τον σατανά και μας ελευθέρωσε από τη δουλεία του θανάτου και της αμαρτίας. Κανείς όμως δεν έλαβε το τίμιο αίμα Του ως λύτρο κατά γράμμα.
6. Πληρέστερη εξήγηση για την απολύτρωση από τον Χριστό Εύλογα όμως, ιδιαίτερα όσοι πιστεύουν στη δικανική περί λύτρου προσέγγιση της δυτικής θεολογίας, και βλέποντας ότι αυτή καταπίπτει ολοσχερώς ως παράλογη και βλάσφημη, θα ρωτήσουν ποιες είναι οι βαθύτερες αιτίες της θυσίας του Χριστού. Γιατί άραγε έπρεπε να ενανθρωπήσει, και μάλιστα να σταυρωθεί, για να λυτρώσει το ανθρώπινο γένος από την αμαρτία; Μία απόφαση του Θεού δεν έφτανε για την τακτοποίηση του όλου θέματος; Ποια είναι τα βαθύτερα αίτια της θυσίας του Ιησού Χριστού; Καταρχήν, κατά την Ορθόδοξη Θεολογία, το μυστήριο της σωτηρίας δεν συντελείται μόνον επάνω στον σταυρό, όπως περιορισμένοι από τη νομική πλευρά του ζητήματος ισχυρίζεται η δυτική θεολογία. Η σωτηρία είναι το προαιώνιο μυστήριο του Θεού που ενεργείται διαχρονικά, ενώ ιστορικός σταθμός σε αυτό το μυστήριο δεν είναι μόνο ο θάνατος του Χριστού, αλλά και η ενανθρώπιση, όπως επίσης και η Ανάσταση. Γι’ αυτό και η Εκκλησία μας ψάλλει κατά την εορτή του Ευαγγελισμού, οπότε και στην ουσία ενανθρωπίζεται ο Λόγος του Θεού, το εξής: «Σήμερον τής σωτηρίας ημών το κεφάλαιον και τού απ' αιώνος μυστηρίου η φανέρωσις. Ο Υιός τού Θεού, υιός τής Παρθένου γίνεται. » Δηλαδή, η ενανθρώπιση του Λόγου, κατά την θεολογία της Εκκλησίας μας, αποτελεί κεφαλαιώδες στοιχείο της σωτηρίας μας. Διότι, για να ανορθώσει ο Θεός την πεσμένη εικόνα του ανθρώπου, την πήρε ο ίδιος, γενόμενος άνθρωπος, γενόμενος «εκ γυναικός», γενόμενος «υπό νόμον» (Γαλ. 4, 5). Επειδή λοιπόν ο άνθρωπος, λόγω της παρακοής, απέτυχε να γίνει Θεός κατά χάριν, γίνεται ο Θεός, προς χάριν του ανθρώπου, άνθρωπος κατά φύσιν. Και προσλαμβάνοντας την ανθρώπινη φύση, την ανύψωσε — όχι μόνο εκεί που ήταν προ της πτώσεως, αλλά πολύ πιο ψηλά. Και θα έλεγε κανείς, ανθρωπίνως σκεπτόμενος, πως δυσκολότερη είναι η ενανθρώπιση του Θεού σαν γεγονός, από τη θυσία Του. Διότι δεν συνέβη στον Κύριο ό,τι συμβαίνει με μας, δηλαδή ότι εξαιτίας της γέννησης έρχεται ο θάνατος, αλλά το αντίθετο — δηλαδή ότι προς χάριν του θανάτου συνέβη η γέννηση, όπως λέγει και ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης: «Δια τον θάνατον η γέννησις εγένετο.» Το μυστήριο λοιπόν της σωτηρίας, που συγκεφαλαιώνεται και συνοψίζεται στη θέωση του ανθρώπου — δηλαδή στην κατά χάριν ένωσή του με τον Τριαδικό Θεό, στην κοινωνία του με τον Θεό Πατέρα, Υιό και Άγιο Πνεύμα — η Αγία Γραφή μας το παρουσιάζει από πολλές διαφορετικές οπτικές γωνίες: «Υμείς γαρ ναός Θεού εστέ ζώντος» (Β΄ Κορ. 6, 16) «Ουκ οίδατε ότι ναός Θεού εστε και το Πνεύμα τού Θεού οικεί εν υμίν;» (Α΄ Κορ. 3, 16) «Εάν τις αγαπά με, τον λόγον μου τηρήσει, και ο Πατήρ μου αγαπήσει αυτόν, και προς αυτόν ελευσόμεθα, και μονήν παρ' αυτώ ποιήσομεν.» (Ιω. 14, 23) Έτσι, άλλοτε προβάλλει την όψη της ανασύστασης τής γνήσιας εικόνας τού ανθρώπου στο πρόσωπο τού Ιησού Χριστού, άλλοτε την όψη τής νίκης Του επί των δυνάμεων του σκότους — δηλαδή κατά του σατανά και των δαιμόνων — και άλλοτε πάλι μας παρουσιάζει τη νομική όψη της κατάργησης του θανάτου και της κατάλυσης της αμαρτίας. Πολλοί, που είναι επηρεασμένοι από τη στείρα και ανθρωποποίητη θεολογία της Δύσεως, και που ενδόμυχα, έστω και σιωπηρά, αποδέχονται τη θεωρία περί ικανοποιήσεως της θείας δικαιοσύνης, δηλαδή της ανάγκης της θείας φύσεως να ικανοποιήσει την προσβληθείσα τιμή της εξαιτίας της παρακοής, θεωρούσαν ένα επιπλέον αίτιο της θυσίας του Χριστού την καταλλαγή του Θεού με τον άνθρωπο. Διότι, ο δήθεν προσβληθείς Θεός λαμβάνει τη θυσία του Υιού Του σαν ιλαστήριο, εξευμενίζεται και παύει πλέον να εχθρεύεται το ανθρώπινο γένος. Είναι ίσως περιττό να τονίσουμε για μία ακόμη φορά, ότι και αυτή η εκδοχή της δυτικής θεολογίας ποτέ δεν έγινε αποδεκτή από την Εκκλησία, η οποία την κατατάσσει στις επικίνδυνες αιρετικές οικοδοξίες. Διότι, κατά αυτόν τον τρόπο, προσδίδουμε στον Θεό εμπαθείς και κακές ιδιότητες, που ταιριάζουν μάλλον στην πτωτική μας κατάσταση, παρά στον ανενδεή Θεό. Επειδή όμως στη δυτική θεολογική σκέψη υπάρχει αγιοπνευματική ξηρασία και στερούνται τον νου του Χριστού, που αποκαλύπτει στους Αγίους και τα βάθη του Θεού (Α΄ Κορ. 2ον), και βεβαίως ερμηνεύει ορθά την Αγία Γραφή, οι θεολόγοι κοιτούν τους εαυτούς τους και εξάγουν συμπεράσματα για το πώς είναι και πώς ενεργεί ο Θεός. Έτσι, όταν ο Απόστολος Παύλος λέγει: «Ει γαρ εχθροί όντες κατηλλάγημεν τω Θεώ δια τού θανάτου τού Υιού αυτού» (Ρωμ. 5,10), δεν πρέπει να νομίσουμε ότι ο Θεός κρατούσε εχθρική στάση προς τον κόσμο. Ο σταυρός δεν προϋποθέτει την έχθρα του Θεού, αλλά την άπειρη και απερίγραπτη αγάπη Του προς το πλάσμα Του: «Ούτως γαρ ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε τον Υιόν αυτού τον μονογενή έδωκεν» (Ιω. 3,16). Η αγάπη του Θεού —και βεβαίως η αγάπη του Χριστού πριν και μετά τη Σταύρωση— είναι η ίδια. Ο Απόστολος Παύλος ποτέ δεν λέγει ότι ο Θεός είχε έχθρα προς τους ανθρώπους, αλλά ότι δια της αμαρτίας οι άνθρωποι ήταν εχθροί της θείας θελήσεως, διότι: «το φρόνημα τής σαρκός έχθρα εις Θεόν» (Ρωμ. 8,7). «Και υμάς ποτέ όντας απηλλοτριωμένους και εχθρούς τη διανοία εν τοις έργοις τοις πονηροίς, νυνί δε αποκατήλλαξεν εν τω σώματι τής σαρκός αυτού δια τού θανάτου, παραστήσαι υμάς αγίους και αμώμους και ανεγκλήτους κατενώπιον αυτού» (Κολ. 1,21-22). Πουθενά ο Απόστολος Παύλος δεν λέγει ότι ο Θεός καταλλάσσεται με τον άνθρωπο, αλλά πάντοτε ότι ο Θεός καταλλάσσει με τον εαυτό Του τον άνθρωπο: «Θεός ην εν Χριστώ κόσμον καταλλάσσων εαυτώ, μη λογιζόμενος αυτοίς τα παραπτώματα αυτών» (Β΄ Κορ. 5,18-19). Και ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος επισημαίνει: «Κατηλλάγητε τω Θεώ· και ουκ είπεν· καταλλάξατε εαυτοίς τον Θεόν· ου γαρ εκείνός εστιν ο εχθραίνων αλλ' ημείς· Θεός γαρ ουδέποτε εχθραίνει» (Εις την προς Ρωμαίους Ομιλία Θ΄, PG 60, 477). Άλλωστε, η θεία οργή δεν εκδηλώνεται γενικώς και αδιακρίτως εναντίον της ανθρωπότητας, ούτε μετά αλλά ούτε και πριν από τον Σταυρό. Μάλιστα και πριν από τη θυσία του Χριστού υπήρξαν τόσοι δίκαιοι αλλά και άγιοι, μερικοί από τους οποίους, όπως ο Αβραάμ και ο Μωυσής, ονομάστηκαν φίλοι του Θεού: «επληρώθη η γραφή η λέγουσα· επίστευσεν δε Αβραάμ τω Θεώ, και ελογίσθη αυτώ εις δικαιοσύνην· και φίλος Θεού εκλήθη» (Ιακ. 2,23), «ελάλει δε Κύριος προς Μωυσήν ενώπιος ενωπίω, ως ει τις λαλεί τω εαυτού φίλω» (Εξ. 33,11). Ας προχωρήσουμε όμως και ας εξετάσουμε, όσο μας επιτρέπει ο υπόλοιπος χρόνος της εκπομπής, τις διαφορετικές όψεις της απολυτρωτικής θυσίας του Χριστού, που κέντρο και πυρήνα της έχει τη σωτηρία του ανθρώπου και την ένωσή του με τον Θεό. Και πρώτα απ’ όλα, ας δούμε την αναγκαιότητα τής θυσίας τού Χριστού μέσα από το πρίσμα τής αναγκαιότητας τής παρουσίας ενός ανθρώπου που να φέρει το γνήσιο και καθαρό «κατ’ εικόνα» Θεού, και όχι το αμαυρωμένο και αλλοιωμένο από την αμαρτία. Προ τής ελεύσεως τού Χριστού, ο άνθρωπος, στον αγώνα του εναντίον τής αμαρτίας, δεν είχε πρότυπο. Δεν είχε σωστό μέτρο συγκρίσεως. Δεν γνώριζε τον στόχο τού αγώνά του. Το «κατ’ εικόνα» είχε αλλοιωθεί, και επομένως, το «καθ’ ομοίωσιν» Θεού, όχι μόνο δεν μπορούσε να το φτάσει, αλλά δεν μπορούσε να αντιληφθεί ούτε καν τι σημαίνει. Και δεν μπορούσε να υπάρξει καταλληλότερο πρόσωπο για να διδάξει τον πεσμένο άνθρωπο από τον ίδιο τον Θεό. Έτσι, «ο λόγος σαρξ εγένετο και εσκήνωσεν εν ημίν» (Ιω. 1,14). Στο πρόσωπο τού Χριστού, τού Δημιουργού τού ανθρώπου, γνωρίσαμε τον Άνθρωπο, τον γνησίως «κατ’ εικόνα Θεού» πλασθέντα. Αλλά όχι μόνον αυτό. Στο πρόσωπο τού Χριστού γνωρίσαμε τον ίδιο τον Θεό: «Θεόν ουδείς εώρακε πώποτε· ο μονογενής Υιός, ο ων εις τον κόλπον τού Πατρός, εκείνος εξηγήσατο» (Ιω. 1,18). Λέγει αυτώ ο Φίλιππος· «Κύριε, δείξον ημίν τον Πατέρα, και αρκεί ημίν». Λέγει αυτώ ο Ιησούς· «Τοσούτον χρόνον μεθ’ υμών ειμι, και ουκ έγνωκάς με, Φίλιππε; Ο εωρακώς εμέ εώρακε τον Πατέρα» (Ιω. 14,8-9). Με άλλα λόγια, γνωρίσαμε και τον στόχο τού «καθ’ ομοίωσιν», και μάλιστα στο πλήρες.
7. Ποια η ανάγκη τού σταυρικού θανάτου; Αλλά τι χρειαζόταν ο θάνατος, και μάλιστα δια τού σταυρού; Οι δύο σημαντικότερες εντολές τού Νόμου ήταν: αγάπη προς τον Θεό, και αγάπη προς τον πλησίον (Ματθ. 22,37-40). Με τι μέτρο; Ελλείψει καλυτέρου, το μέτρο ήταν ο εαυτός μας: «Αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σεαυτόν». Με τη σταυρική του θυσία, ο Κύριος παραδίδει την τελειοποιημένη εντολή τής αγάπης, μέχρι αυτοθυσίας: «Εντολήν καινήν δίδωμι υμίν, ίνα αγαπάτε αλλήλους, καθώς ηγάπησα υμάς, ίνα και υμείς αγαπάτε αλλήλους» (Ιω. 13,34). Αντί τής παρακοής τού προπάτορα στο θέλημα τού Θεού, μάς διδάσκει την μέχρι θανάτου υπακοή: «Γενόμενος υπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού» (Φιλιπ. 2,8). Το ίδιο συνέβη και με όλες τις άλλες αρετές. Ταυτοχρόνως, όμως, με αυτή του τη θυσία, ο Χριστός μας ήλκυσε κοντά του, υποκινώντας μας να τον αγαπήσουμε, επειδή εκείνος πρώτος μάς αγάπησε. Διότι ενώ ήμασταν ακόμα στις αμαρτίες μας, ο Χριστός θυσιάσθηκε για εμάς τους ασεβείς. Και γνωρίζουμε ότι για να θυσιαστεί κανείς, δύσκολα και με κόπο το κάνει υπέρ τού δικαίου ή τού αγαθού. Ο Χριστός όμως, πέθανε για μάς, ενώ ήμασταν ασεβείς και άδικοι «Συνίστησι δε την εαυτού αγάπην εις ημάς ο Θεός, ότι έτι αμαρτωλών όντων ημών, Χριστός υπέρ ημών απέθανεν» (Ρωμ. 5,6-9). Με την ενέργεια του αυτή προκαλεί, αν όχι την αγάπη μας, τουλάχιστον το φιλότιμό μας. Δυστυχώς, όμως, λόγω ελλείψεως χρόνου, δεν μπορούμε να αναπτύξουμε περισσότερο αυτές τις σημαντικότατες και ωραιότατες πτυχές τής πίστης μας. Όπως επίσης, δεν προλαβαίνουμε να επεκταθούμε και στις άλλες όψεις τών αιτίων τής θυσίας τού Κυρίου μας. Εν τούτοις, επιγραμματικά αναφέρουμε ότι, όσον αφορά την νομική πλευρά τού θέματος, εναντίον τής αμαρτίας και τού θανάτου —επειδή οι έννοιες είναι πολύ δύσκολες και δυσπρόσιτες πολλές φοράς στον πεπερασμένο ανθρώπινο νου— γι’ αυτό η Αγία Γραφή, αλλά και η Εκκλησία, προσωποποιούν αυτούς τους εχθρούς τού ανθρώπου, και τους κατακρίνουν ως παραβάτες, επειδή αδίκως θέλησαν να κρατήσουν και τον αναμάρτητο Χριστό. Γι’ αυτό, και όταν ο θάνατος τον κατάπιε, δεν μπόρεσε να τον κρατήσει. Ωραιότατες και κατατοπιστικότατες συμβολικές εικόνες έχει περιλάβει η Εκκλησία μας στη διδασκαλία της, και κυρίως στην υμνολογία της. Έτσι, αν θέλετε, μπορείτε να παρακολουθήσετε πλήρως τη δογματική τής Εκκλησίας μας επί τού ζητήματος τούτου, μέσα από τους ωραιότατους ύμνους τής Μεγάλης Παρασκευής, τού Μεγάλου Σαββάτου και τής Κυριακής τού Πάσχα. Φτάσαμε, όμως, ήδη στο τέλος και τής σημερινής μας εκπομπής. Σάς ευχαριστούμε που μάς παρακολουθήσατε. Ευχαριστίες και στον Κώστα Τζιότζιο, που είχε την επιμέλεια τού ήχου. Χαίρετε, και ο Θεός μαζί μας. Απομαγνητοφώνηση: N.M. με χρήση Τ.Ν. |
Δημιουργία αρχείου: 15-4-2025.
Τελευταία μορφοποίηση: 15-4-2025.