Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας Δογματικά θέματα

Από πού πηγάζει το κύρος των Συνόδων; // Το συνοδικό και ιεραρχικό πολίτευμα της Εκκλησίας ως χάρισμα

Η Συνοδικότητα ως γεγονός κοινωνίας και ενότητας
 
Τού Σταύρου Γιαγκάζογλου
 
 
Πηγή: Περιοδικό "Θεολογία" 2/2009. (Αφιέρωμα στο Συνοδικό Θεσμό) σελ. 3, 4.

Η ενότητα της Εκκλησίας δεν είναι κάτι δεδομένο, κάτι που μπορεί να επιβληθεί ως αντικειμενική πραγματικότητα. Είναι ο καρπός τού διαρκούς αγώνα της εκκλησιαστικής κοινότητας να συναντήσει, να γνωρίσει και, τελικά, να παραδοθεί στην αλήθεια της Εκκλησίας, που είναι ένα πρόσωπο: ο Ιησούς Χριστός.

Η ενότητα της Εκκλησίας δεν είναι κάτι δεδομένο, κάτι που μπορεί να επιβληθεί ως αντικειμενική πραγματικότητα. Είναι ο καρπός τού διαρκούς αγώνα της εκκλησιαστικής κοινότητας να συναντήσει, να γνωρίσει και, τελικά, να παραδοθεί στην αλήθεια της Εκκλησίας, που είναι ένα πρόσωπο: ο Ιησούς Χριστός. Ωστόσο, η ενότητα της Εκκλησίας δεν αφορά ένα άθροισμα από ατομικές εμπειρίες ψυχολογικού η Ιδεολογικού περιεχομένου, εκ των οποίων, συνήθως, προκύπτουν διαφοροποιήσεις, αντιθέσεις, υποκειμενικές ερμηνείες, ακόμη και παραχαράξεις. Οι πιστοί εκφράζουν τα προσωπικά, και γι’ αυτό μοναδικά χαρίσματα τους και τα θέτουν στη διάθεση της εκκλησιαστικής κοινότητας. Ο συντονισμός των χαρισμάτων, που ανατέθηκε με τη χειροτονία του στον επίσκοπο της τοπικής Εκκλησίας, είναι έργο κατά πολύ δυσκολότερο και ουσιαστικότερο από την άσκηση διοικητικής εξουσίας κοσμικού τύπου. Δια τού Επισκόπου της, η τοπική Εκκλησία συνδέεται οργανικά με τις άλλες τοπικές Εκκλησίες και συγκροτεί την κοινωνία της μίας, Αγίας, καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας, υπερβαίνοντας, έτσι, κάθε τοπικιστικό και ενδοστρεφή προσανατολισμό.

Συνεπώς, η αλήθεια και η ενότητα της Εκκλησίας δεν είναι ένας δεδομένος θεσμός που επιβάλλεται αντικειμενικά ως αλάθητη εξουσία, ούτε βέβαια, μια ατομική ψυχολογική εμπειρία. Η Συνοδικότητα προβάλλει ως γεγονός κοινωνίας και ενότητας, ως έκφραση τού εκκλησιαστικού ήθους, ως πλέγμα διαπροσωπικών σχέσεων και όχι ως απρόσωπη οργάνωση και θεσμική λειτουργία. Η σύνοδος στην Ορθόδοξη Παράδοση, δίχως να είναι μία δομή υπεράνω των τοπικών Εκκλησιών, συνδέει οργανικά τις κατά τόπους Εκκλησίες, υπερβαίνοντας τον πειρασμό της παγκόσμιας οργάνωσης. Η Συνοδικότητα, λοιπόν, αποτελεί γεγονός ενότητας αλλά και κοινωνίας των μελών κάθε ιδιαίτερης εκκλησιαστικής κοινότητας, αλλά και των τοπικών Εκκλησιών μεταξύ τους και είναι αδιανόητη δίχως την σύναξη και την εμπειρία της Θείας ευχαριστίας.

Πράγματι, ο συνοδικός θεσμός στις ιστορικές αλλά και θεολογικές του προϋποθέσεις προέκυψε από την ευχαριστιακή συγκρότηση της Εκκλησίας, δηλαδή, από το συγκεκριμένο σώμα και την εμπειρία της εκκλησιαστικής κοινότητας. Ο ευχαριστιακός χαρακτήρας τού συνοδικού θεσμού εξηγεί επίσης, γιατί η σύνθεση των συνόδων υπήρξε επισκοπική εξαρχής. Ο Επίσκοπος δεν καθίσταται πηγή εξουσίας και διοίκησης στην εκκλησιαστική κοινότητα, επειδή ως άτομο δια της χειροτονίας του συγκεντρώνει δικαιϊκές εξουσίες. Ως προϊστάμενος της ευχαριστίας συγκροτεί και εκφράζει την ενότητα των μελών τού ευχαριστιακού σώματος, δηλαδή, την καθολικότητα της τοπικής Εκκλησίας. Συνάμα, η τοπική Εκκλησία δια τού Επισκόπου της και μόνον υπερβαίνει κάθε τοπικιστικό και ενδοστρεφή προσανατολισμό και ενώνεται με τις άλλες τοπικές Εκκλησίες στην κοινωνία της μίας Εκκλησίας. Συνεπώς, η σύνοδος των Επισκόπων δεν είναι τριτοβάθμιο όργανο εξουσίας ή κάτι σαν παγκόσμια υπεροργάνωση, η οποία αντλεί εξουσία από το αποτέλεσμα των απαραίτητων ψηφοφοριών, αλλά έκφραση της ευχαριστιακής συνείδησης της Εκκλησίας.

Η ευχαριστιακή θεώρηση εξαρτά τη δομή της Εκκλησίας από συγκεκριμένες θεολογικές και εκκλησιολογικές αρχές και όχι μόνο από οργανωτικές ανάγκες και κατεστημένα σχήματα που παρήγαγε η ιστορική της πορεία και διαδρομή. Η Εκκλησία είναι κοινωνία των εσχάτων. Η οργάνωση και οι θεσμοί της, οι δομικές αρχές και τα βασικά χαρακτηριστικά της, τα λειτουργήματα, οι τάξεις και τα χαρίσματα, όπως και κάθε έκφραση της ζωής της μέσα στην Ιστορία, πρέπει να εκφράζουν όχι κατεστημένα σχήματα, αλλά υπαρξιακά γεγονότα της εσχατολογικής εμπειρίας της Εκκλησίας. Η απάντηση της Ορθόδοξης εκκλησιολογίας στο καίριο ζήτημα της σχέσης των κατά τόπους" πολλών Εκκλησιών με τη μία κατά την Οικουμένη Εκκλησία είναι η Συνοδικότητα και η ορθή λειτουργία της. Ο απόλυτος αυτοκεφαλισμός αλλά και ο παγκόσμιος και απολυταρχικός ρόλος τού παπικού πρωτείου και αλάθητου εκφράζουν τους εκκλησιολογικούς ακροβολισμούς της δυτικής Εκκλησίας που αδυνατεί να συνθέσει οργανικά την ενότητα μέσα από την ποικιλία και ετερότητα. Ο συνοδικός θεσμός που προκύπτει και αυτός από την ευχαριστιακή εμπειρία, ως αντανάκλαση της κοινωνίας των Προσώπων της Αγίας Τριάδος, αντιτίθεται προς κάθε αντιιεραρχικό εξισωτισμό, όπως και προς κάθε μοναρχικό ολοκληρωτισμό.

Η Συνοδικότητα είναι μία διαδικασία που συνεχώς ανανεώνεται ως υπαρξιακό γεγονός για ολόκληρο το φάσμα της πίστης και εμπειρίας τού εκκλησιαστικού πληρώματος. Κάθε Επίσκοπος ως επικεφαλής μιας τοπικής Εκκλησίας μεταφέρει στη σύνοδο την έκφραση της πίστης και της ζωής των μελών τού ευχαριστιακού σώματος και όχι απλώς τις ατομικές του πεποιθήσεις. Αλλά και οι συνοδικές αποφάσεις καθαυτές τίθενται,, ακολούθως, σε μια διαδικασία αποδοχής από το πλήρωμα της Εκκλησίας.

Δημιουργία αρχείου: 9-10-2009.

Τελευταία ενημέρωση: 22-10-2009.

ΕΠΑΝΩ