Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Κεντρική Σελίδα

Βιβλία και Αγία Γραφή

Προηγούμενο // Περιεχόμενα // Επόμενο

Ερμηνευτικές Αντιαιρετικές Μελέτες

Ιερά Μητρόπολη Σιδηροκάστρου

Γεωργίου Παν. Τσιμπιρίδη

 

Μέρος 2ο: Ερμηνεία τού κατά Ιωάννην Ευαγγελίου

 

19. Ιωάν. Α:12-13: «Όσοι δε έλαβον Αυτόν, έδωκεν αυτοίς εξουσίαν τέκνα Θεού γενέσθαι, τοις πιστεύουσιν εις το όνομα Αυτού. Οί ουκ εξ αιμάτων, οδέ εκ θελήματος σαρκός, ουδέ εκ θελήματος ανδρός, αλλ' εκ Θεού εγεννήθησαν»

 

«Όσοι δε έλαβον Αυτόν, έδωκεν αυτοίς εξουσίαν τέκνα Θεού γενέσθαι, τοις πιστεύουσιν εις το όνομα Αυτού» (στίχ.12)

Εις τον προηγούμενο στίχο, ο Ευαγγελιστής έγραψε, ότι ο Λόγος ήλθε στούς δικούς Του ανθρώπους, αλλά οι δικοί Του δεν τον δέχθηκαν, τον απεδοκίμασαν. Αυτό όμως δεν είναι απόλυτο, διότι δεν απέρριψαν ΟΛΟΙ τον σαρκωμένο Λόγο. Μία μικρή μερίδα από τον περιούσιο λαό τον εγκολπώθηκε. Τον απέρριψαν οι πολλοί και τον εγκολπώθηκαν οι λίγοι.

Η λέξη «έλαβον» έχει σπουδαία σημασία. Μεγάλοι φιλόσοφοι και διδάσκαλοι ήταν ο Πλάτων, ο Σωκράτης, ο Αριστοτέλης, αλλά για κάθε έναν εξ αυτών δεν θα μπορούσε να λεχθεί «όσοι έλαβον αυτόν», αλλά θα μπορούσε να λεχθεί «όσοι διάβασαν αυτόν», «όσοι μελέτησαν αυτόν», «όσοι παραδέχθηκαν ή πίστευσαν την διδασκαλία του». Για τον Χριστό όμως λέγει «όσοι έλαβον αυτόν», διότι ο Χριστός δεν έχει σημασία απλώς ως ένας διδάσκαλος, αλλά πρωτίστως έχει σημασία ως πρόσωπο και μάλιστα ως θείο πρόσωπο. Ο Χριστός είναι Θεός που πρέπει να τον λάβεις, να τον εγκολπωθείς, να τον βάλεις μέσα στην καρδία σου, γι’ αυτό και ο Ευαγγελιστής εκφράζεται με αυτόν τον τρόπο.

Όσοι έλαβον τον Χριστό, έδωσε σε αυτούς «εξουσία» να γίνουν τέκνα Θεού. Εδώ «εξουσία» σημαίνει «δικαίωμα, προνόμιο». Σε όσους εγκολπώθηκαν τον Χριστό, τούς έδωσε το δικαίωμα, το προνόμιο, να γίνουν παιδιά τού Θεού. Αυτός ο λόγος δείχνει πόσο μεγάλος είναι ο Χριστός, αλλά και πόσο μεγάλοι γίνονται οι άνθρωποι τού Χριστού. Αφού ο Χριστός δίνει το δικαίωμα να γινώμεθα τέκνα τού Θεού, τότε είναι πρόσωπο τής Θεότητος, όπως ο Πατέρας Του. Μόνον ο Θεός μπορεί να δίνει τέτοιο δικαίωμα. Άνθρωπος ή άγγελος δεν μπορεί. Ουδέποτε η Γραφή θα έγραφε, ότι ο Μιχαήλ, ο Γαβριήλ, ο Μωυσής ή ο Παύλος δίνει το δικαίωμα να γινώμεθα τέκνα τού Θεού, διότι τέτοιος λόγος θα ήταν βλάσφημος.

Με τα κριτήρια λοιπόν τού Θεού και τής Γραφής σπουδαίοι και μεγάλοι δεν είναι αυτοί που έχουν κοσμικά αξιώματα, αλλά αυτοί οι οποίοι έχουν το προνόμιο να είναι τέκνα τού Θεού, θεοί δηλαδή κατά χάριν και είναι αυτοί που επικαλούνται ως πατέρα τον Παντοδύναμο και αθάνατο Θεό. Ιλιγγιώδες το να σκέφτεται ο άνθρωπος, ότι έχει τον ίδιο τον Θεό πατέρα! Τολμηρό το να επικαλείται ο άνθρωπος τον Ύψιστό ως πατέρα. Γι’ αυτό και κατά την θεία Λειτουργία, προτού απευθύνουμε την προσευχή «Πάτερ ημών», ο ιερεύς λέγει: «Καταξίωσον ημάς, Δέσποτα, τολμάν επικαλείσθαι σε τον επουράνιον Θεόν πατέρα».

Πράγματι είναι τόλμημα το να ονομάζουμε τον Θεό πατέρα. Όμως μάς έδωσε αυτό το δικαίωμα ο Χριστός. Γι’ αυτό άλλωστε ήλθε εις τον κόσμο, για να μάς υιοθετήσει ο Θεός και να γίνουμε τέκνα Του. Και επειδή είμαστε τέκνα τού Θεού, γι’ αυτό και απέστειλε το Πνεύμα τού Υιού Του και διεγείρει τις καρδιές μας, ώστε να αισθανώμεθα τον Θεό ως πατέρα και να αναφερώμεθα προς Αυτόν κράζοντες: «Αββά, ο πατήρ» (Μάρκ. 14:36, Ρωμ. 8:15 και Γαλ. 4:6), δηλ. «Αββά, πατέρα»!

Σε ποιους ο Χριστός έδωσε το δικαίωμα να γίνουν τέκνα τού Θεού; Σε όσους «έλαβον αυτόν», σε όσους δηλαδή εγκολπώθηκαν τον Χριστό, είπε πρώτα ο Ευαγγελιστής. Μιλώντας έπειτα ο Ιωάννης πιο συγκεκριμένα είπε: «τοις πιστεύουσιν εις το όνομα αυτού». Σε αυτούς που πιστεύουν εις το όνομά Του, σε αυτούς ο Χριστός έδωσε το δικαίωμα να γίνουν τέκνα τού Θεού. Προϋπόθεση δηλαδή και όρος, για να γίνει κάποιος τέκνο τού Θεού, είναι να πιστεύει εις το όνομα τού Ιησού Χριστού.

Η λέξη «όνομα» εδώ, όπως και σε πολλά μέρη τής Γραφής, σημαίνει «πρόσωπο». Πιστεύω εις το όνομα τού Ιησού Χριστού σημαίνει πιστεύω εις το πρόσωπο τού Ιησού Χριστού, πιστεύω δηλαδή εις τον ίδιο τον Ιησού Χριστό και όχι μόνον απλώς στούς λόγους Του. Εφόσον όμως ο Ιησούς Χριστός είναι αντικείμενο πίστεως, αποδεικνύεται (και) από αυτό, ότι είναι Θεός.

Η Γραφή ουδέποτε ομιλεί για πίστη εις το όνομα, δηλαδή εις το πρόσωπο, τού Μιχαήλ, τού Μωυσέως ή τού Παύλου, αλλά μόνον εις το πρόσωπο τού Ιησού Χριστού. Όταν η Γραφή ομιλεί περί πίστεως «εις όνομα» ΠΑΝΤΑ εννοεί για πίστη σε Θεό! Μόνον ο Θεός είναι αντικείμενο πίστεως! Οι πιστοί τής Παλαιάς Διαθήκης πιστεύον στον Θεό, οι πιστοί τής Καινής Διαθήκης πιστεύον στον Χριστό. Από αυτό συμπεραίνεται, ότι ο Χριστός, ως φύσει και ουσία, είναι ο Θεός τής Παλαιάς Διαθήκης σαρκωμένος!

 

«Οί ουκ εξ αιμάτων, οδέ εκ θελήματος σαρκός, ουδέ εκ θελήματος ανδρός, αλλ' εκ Θεού εγεννήθησαν» (στίχ.13)

Όσοι πίστευσαν στον Χριστό, έγιναν τέκνα τού Θεού, με τον τρόπο τής πνευματικής γεννήσεως, όπως τονίζει με αυτόν τον πνευματικώτατο και συγκινητικώτατο λόγο ο Ευαγγελιστής. Η φράση «ουκ εξ αιμάτων» σημαίνει, «όχι από τα αίματα (τής γυναίκας)», ενώ η φράση «ουδέ εκ θελήματος σαρκός» σημαίνει, «ούτε από σαρκική επιθυμία», δηλ. τη γενετήσια επιθυμία και ορμή τών δύο φύλων.

Επίσης η φράση «ουδέ εκ θελήματος ανδρός» σημαίνει, «ούτε από την επιθυμία ή θέληση ανθρώπου», ενώ η φράση «αλλ’ εκ Θεού εγεννήθησαν» σημαίνει, «αλλά γεννήθηκαν από τον Θεό», με την θέληση και την χάρη τού Θεού. Τα τέκνα τού Θεού δεν γεννήθηκαν από αίματα γυναικών, από σεξουαλική επιθυμία και ανθρώπινη θέληση, αλλά γεννήθηκαν από τον Θεό.

Παρόμοια διατύπωση, για την πνευματική γέννηση, αναφέρει ο αδελφόθεος Ιάκωβος εις την Επιστολή του: «Βουληθείς απεκύησεν ημάς λόγω αληθείας εις το είναι ημάς απαρχήν τινα τών αυτού κτισμάτων» (Ιακ. 1:18) δηλ. «Ο Θεός θέλησε και μάς γέννησε με πνευματικό σπέρμα τον λόγο τής αληθείας, για να είμεθα ένα εκλεκτό είδος τών δημιουργημάτων Του», αλλά και ο Απόστολος Παύλος: «Αυτού γαρ εσμεν ποίημα, κτισθέντες εν Χριστώ Ιησού επί έργοις αγαθοίς, οις προητοίμασεν ο Θεός ίνα εν αυτοίς περιπατήσωμεν» (Εφεσ. 2:10), δηλ. «Πράγματι, Αυτού είμαστε δημιούργημα. Μάς δημιούργησε (ως πιστούς, ως Χριστιανούς, ως νέα κτίση) δια τού Ιησού Χριστού, με σκοπό να κληρονομήσουμε καλά έργα, τα οποία ο Θεός ετοίμασε εκ τών προτέρων για να ζήσουμε με αυτά (δηλ. να τα απολαύσουμε)».

Πόσο ανώτερη είναι η πνευματική γέννηση από την σαρκική γέννηση! «Το γεγεννημένον εκ τής σαρκός σαρξ εστι, και το γεγεννημένον εκ τού Πνεύματος πνεύμά εστι» (Ιωάν. 3:6), τονίζει ο Χριστός εις τον περίφημο διάλογο με τον Νικόδημο. Οι άνθρωποι με την πνευματική γέννηση, τα τέκνα τού Θεού, κληρονομούν βασιλεία ουρανών, απερίγραπτη, ασάλευτη και αιώνια βασιλεία. Οι άνθρωποι χωρίς πνευματική γέννηση δεν μπορούν να δουν την βασιλεία τών ουρανών. Επανειλημμένως ο Ιησούς διαβεβαίωσε τον Νικόδημο: «Αμήν αμήν λέγω σοι, εάν μη τις γεννηθή άνωθεν, ου δύναται ιδείν την βασιλεία τού Θεού. Αμήν αμήν λέγω σοι, εάν μη τις γεννηθή εξ ύδατος και Πνεύματος, ου δύναται εισελθείν εις την βασιλεία τού Θεού» (Ιωάν. 3, 5).

Οι πιστοί πρόκειται να δούν τον Θεό και πατέρα και η θέα τής μορφής Του θα τούς γεμίσει με δόξα και μεγαλείο. Αφάνταστη η δόξα που αναμένει τα τέκνα τού Θεού, αφάνταστο και το μεγαλείο που θα απολαμβάνουν τα τέκνα τού Θεού εις την απέραντη αιωνιότητα!

 


Προηγούμενο // Περιεχόμενα // Επόμενο

 

Δημιουργία αρχείου: 8-6-2016.

Τελευταία μορφοποίηση: 9-7-2016.

ΕΠΑΝΩ