Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Κεντρική Σελίδα

Βιβλία, Πατέρες και Δόγματα

Κεφάλαιο Ε: 3 // Περιεχόμενα // Συμπεράσματα

Η Ακαδημαϊκή Θεολογία κατά τον Αρχιμανδρίτη Σωφρόνιο τού Έσσεξ

Διπλωματική Μεταπτυχιακή εργασία

π. Matthew Penney

 

Εικόνα: π. Σωφρόνιος Σαχάρωφ

Πέμπτο Κεφάλαιο: Ο ρόλος της ακαδημαϊκής θεολογίας

Δ) Ο τρίτος τύπος των ανθρώπων: η διανοητική ζωή στενά συνδεδεμένη με την αγιοπνευματική

Σε όλα τα γραπτά του π. Σωφρόνιου συναντάμε την κύρια πρόκληση για τους δασκάλους της Εκκλησίας, είτε κληρικούς είτε ακαδημαϊκούς θεολόγους· ένας άνθρωπος δεν μπορεί να μεταδώσει στους άλλους αυτό που ο ίδιος δε διαθέτει. Αυτή η πραγματικότητα μαρτυρείται σε όλη τη διάρκεια της ύπαρξης της Εκκλησίας μέχρι σήμερα. Σχετικά μ' αυτό ο π. Σωφρόνιος γράφει:

«Με έναν λόγο, κανένας δεν μπορεί να προσφέρει στον κόσμο εκείνο που ο ίδιος δεν έχει· να μεταδώσει στους άλλους γνώση, την οποία ο ίδιος στερείται· να εμπλουτίσει άλλους με χαρίσματα, όταν ο ίδιος είναι "πένης"· να φωτίσει άλλους, όταν ο ίδιος βρίσκεται στο σκοτάδι»339.

Ο π. Σωφρόνιος επιβεβαιώνει αυτό το σημείο, προσφέροντας τα λόγια του μεγάλου Αγίου του όρους Σινά, του οσίου Ιωάννη του Σιναΐτη.

"…Διδάσκαλός εστιν όντως, ο νοεράν δέλτον γνώσεως δακτύλω Θεού, ήγουν ενεργεία ελλάμψεως, εξ αυτού κομισάμενος και των λοιπών βίβλων ανενδεής γενόμενος. Απρεπές διδασκάλοις εξ αντιγράφων παιδεύειν και ζωγράφοις εκ πινάκων παλαιών σημειούσθαι. Ο τους κάτω παιδεύων, άνωθεν εκ του ύψους δίδασκε… Ου γαρ δυνατόν τοις κάτω τα χαμαί θεραπεύειν ποτέ". 340

Ωστόσο, η προσφορά αυτής της πρόκλησης δε συνοδεύεται χωρίς το όραμα για την επίτευξη του. Χρησιμοποιεί τα λόγια του δικού του Πνευματικού, του Αγίου Σιλουανού, για να περιγράψει το πώς ένας άνθρωπος που κατέχει πνευματικό πλούτο μπορεί να τον μεταδώσει: «Οι τέλειοι ουδέν λέγουν εξ εαυτών… Ούτοι λέγουν μόνον ό,τι το Πνεύμα δίδει εις αυτούς»341. Αυτό είναι το απόλυτο μοντέλο του τρίτου τύπου των ανθρώπων, όπως προβάλλεται από τον π. Σωφρόνιο· εκείνου που συνδέει την διανοητική ζωή με την αγιοπνευματική.

Ένας ακαδημαϊκός θεολόγος δεν πρέπει να πέσει στην εσφαλμένη πεποίθηση ότι αυτός ο στόχος αφορά μόνο τους μοναχούς και εν γένει τους κληρικούς. Αντίθετα, «Οι πνευματικοί "γέροντες" δεν είναι απαραιτήτως Ιερείς ή μοναχοί. Τούτο απέδειξεν η ιστορία της ρωσικής Εκκλησίας του 18ου και 19ου αιώνος… »342. Η διασύνδεση διανοητικής και πνευματικής ζωής οφείλει να είναι έργο όλων των Χριστιανών, και ειδικά των ακαδημαϊκών θεολόγων, οι οποίοι επιθυμώντας τη χαρισματική εμπειρία του Θεού, πρέπει να την επιδιώκουν σύμφωνα με τις κατάλληλες προϋποθέσεις της πίστης και της ενσάρκωσης αυτής μέσω της ασκητικής ζωής. Κατόπιν ο ακαδημαϊκός θεολόγος θα προσπαθήσει να προετοιμάσει τον εαυτό του, ώστε να είναι σε θέση να αποτελέσει τον κατάλληλο λήπτη της χάριτος και της γνώσης του Θεού. Παρότι κανείς δεν μπορεί να αναγκάσει τον Θεό στην προσφορά αυτής της χάριτος, όπως αναφέραμε στο πρώτο κεφάλαιο, εντούτοις ο θεολόγος πρέπει να μοχθήσει για να είναι έτοιμος να λάβει τη δωρεά της χαρισματικής γνώσης, όταν και εάν κρίνει ο Θεός. Με τον τρόπο αυτό, οι ακαδημαϊκοί θεολόγοι θα είναι σε θέση να συνδυάσουν τόσο την διανοητική κατανόηση όσο και την υπαρξιακή εμπειρία, με αποτέλεσμα να παράγουν πρωτογενή χαρισματική θεολογία.

Ο απώτερος κίνδυνος είναι ο ακαδημαϊκός θεολόγος ποτέ να μην ακολουθήσει αυτό το δρόμο. Ο δρόμος αυτός μπορεί να μην είναι ελκυστικός όμως απαιτεί πνευματική ωριμότητα343. Το αποτέλεσμα είναι να γίνει για πολλούς από τους ακαδημαϊκούς θεολόγους, που ο π. Σωφρόνιος συνάντησε κατά τη μακρά και πολυποίκιλη εμπειρία του, η θεολογία να μετατραπεί σε μία εξωτερική προσέγγιση εκκλησιαστικών κειμένων. «Συνέβη να συνομιλήσω μετά τινών εκ των πλέον διαπρεπών εκπροσώπων της ακαδημαϊκής θεολογίας. Ήτο οφθαλμοφανές ότι και εκείνοι, οίτινες εγνώριζον τα έργα των Αγίων ασκητών της αρχαίας Αιγύπτου και Παλαιστίνης, δεν είχον ζώσαν πείραν εκείνου περί του οποίου εμαρτύρουν οι Πατέρες»344. Αντίθετα οι ακαδημαϊκοί θεολόγοι πρέπει να αναγνωρίσουν την αναγκαιότητα της βίωσης της πνευματικής ζωής ως κριτηρίου προσέγγισης της διανοητικής, και να διδάσκουν το πλήρωμα της Εκκλησίας να ενεργούν αναλόγως:

Η ανάγκη της εσωτερικής σχέσεως του υποκειμένου της γνώσεως με το γνωστικό περιεχόμενο προβάλλεται και από την ακαδημαϊκή Ορθόδοξη θεολογία ως απαραίτητη προϋπόθεση, αν θέλει ο επιστήμων θεολόγος να είναι συνεπής προς το πνεύμα του περιεχομένου και τις γνωστικές προϋποθέσεις της επιστήμης του. 345

Στη βάση αυτής της αρχής περί της ακαδημαϊκής θεολογίας, ανεξάρτητα από τους θεολογικούς τομείς, που ο ακαδημαϊκός θεολόγος θα καταπιαστεί, κεντρικό περιεχόμενο της θεολογικής επιστήμης θα είναι η θεραπεία της σωτηρίας των ανθρώπων. Δε θα μπορεί να νοηθεί η θεολογία για τους ακαδημαϊκούς θεολόγους ως διανοητική απλώς αναζήτηση ή κοσμική καταξίωση.

Επιπλέον, ο π. Σωφρόνιος θέτει μπροστά μας ένα άλλο παράδειγμα. Γράφει:

Ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος λέγει ότι είναι δυνατόν να συνηθίσωμεν εις πάσαν επιστήμην, πάσαν τέχνην, παν επάγγελμα και να πράττωμεν το έργον άνευ ιδιαιτέρας πλέον προσπαθείας. Αλλ' εις ουδένα εδόθη ποτέ να προσεύχηται άνευ κόπου· προ παντός εάν έχωμεν υπ' όψιν την μετά προσοχής προσευχήν, την τελουμένην νοερώς εν τη καρδία. 346

Εάν η διανοητική δραστηριότητα συγκριτικά εύκολα κατακτάται, σε τι άραγε ύψος και σε τι αξία δύναται να υψωθεί ο ακαδημαϊκός θεολόγος, ο οποίος έχει έλεγχο τόσο της τέχνης του διανοητικώς θεολογείν όσο και της αγιοπνευματικής ζωής; Αυτός θα χαρακτηριζόταν μεγάλος δάσκαλος της Εκκλησίας. Αλλού, ο π. Σωφρόνιος οριοθετεί ίσως ένα από τα πιο ενδιαφέροντα παραδείγματα. Ζητά να συλλογισθούμε ένα σενάριο στο οποίο η Εκκλησία έχει χάσει όλα τα βιβλία της, την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη, τα έργα των Αγίων Πατέρων και όλα τα λειτουργικά βιβλία. Τι θα συνέβαινε τότε;

Η Παράδοσις, έστω ουχί αυτολεξεί, έστω και εις άλλην "γλώσσαν", πάντως θα αποκαθίστα την Αγίαν Γραφήν. Εν τη ουσία δε αυτής και η "νέα" αυτή Γραφή θα ήτο η έκφρασις της αυτής "άπαξ παραδοθείσης τοις Αγίοις πίστεως" εκδήλωσις του αυτού Ενός Πνεύματος, του ακαταπαύστως ενεργούντος εν τη Εκκλησία του όντως θεμελίου αυτής και της ουσίας αυτής. 347

Είναι ακριβώς οι άνθρωποι οι οποίοι συνδυάζουν τη διανοητική με την αγιοπνευματική ζωή, που αποτελούν τους ζωντανούς συνδέσμους σε αυτή την εμπειρία και που ενσαρκώνουν τη ζωή της Εκκλησίας. Αυτοί οι άνθρωποι θα συμβάλλουν σε μια τέτοια αποκατάσταση. Το ύψος ενός τέτοιου οράματος προκαλεί δέος και καλεί σε αντίστοιχο αγώνα τους ακαδημαϊκούς θεολόγους να ενσωματώσουν αυτή τη ζωή της Εκκλησίας στη δική τους ζωή, στα έργα τους, ως την κατάλληλη και άξια ανταπόκριση.

Χωρίς την πίστη, χωρίς την ασκητική ζωή, χωρίς τα δόγματα, χωρίς την Ιερά παράδοση, χωρίς τους Αγίους Πατέρες, όταν κάποιος ενσκήπτει μόνο στα κριτήρια της ανθρώπινης λογικής, όπως πολλοί μελετητές απαιτούν στη βάση της απόλυτης εξορθολογισμένης αντικειμενικότητας χωρίς προϋποθέσεις, κάθε δυνατότητα να βρεθεί η βεβαιότητα και να βιωθεί η αποκάλυψη της Αλήθειας χάνεται. Ο λόγος είναι η άρνηση της ”προσωπικής" διάστασης στην απόκτηση της Θεογνωσίας και η έλλειψη των προϋποθέσεων που οδηγεί προς αυτή.

Σημειώνει ο π. Σωφρόνιος: «Αλλ' όταν ο νους μας αποσπάται από την καρδιά και την πίστη και διατείνεται ότι προσεγγίζει την αποκάλυψη με τους νόμους που ανήκουν στο λογικό, τότε η αποκάλυψη αυτή παρουσιάζεται σε αυτόν σαν κάποια σειρά άλυτων προβλημάτων»348. Ένας άνθρωπος ωστόσο προορίζεται να βιώσει τον Θεό προσωπικά και να λάβει κάποια γνώση, η οποία δεν μπορεί να αμφισβητηθεί: «Η γνώσις του Θεού, η οντολογική γνώσις, συνδέεται αναποφεύκτως μετά της ελεύσεως του Θεού εντός του ανθρώπου. Το γεγονός τούτο κατά την ουσίαν αυτού είναι απεριγράπτως μέγα. Εν αυτή ταύτη τη καρδία δεν υπάρχουν ενδοιασμοί»349.

Όταν συμβεί αυτό, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που έχουμε παρουσιάσει στην εργασία μας, όταν ένας άνθρωπος έχει χαριτωθεί με τη χαρισματική εμπειρία και γνώση, η θεολογία του, «μετά την όραση αυτή… Γίνεται "διήγηση" του μεγάλου "της ευσεβείας μυστηρίου" (Α' Τιμ. 3,16). Η "οφθαλμοφάνεια" του αιωνίου αυτού γεγονότος ελευθερώνει τον άνθρωπο από την απατηλή θεωρία του λογικού στοχασμού, όσο και αν ο στοχασμός αυτός φαίνεται μεγαλοφυής»350. Αυτός είναι ο αληθινός στόχος των ακαδημαϊκών θεολόγων, αυτός είναι ο τρίτος τύπος ανθρώπων.

Ολοκληρώνοντας την εξέτασή μας σχετικά με τις απόψεις του Αρχιμανδρίτη Σωφρόνιου περί της ακαδημαϊκής θεολογίας, θα παραθέταμε μια εξαιρετική σύνοψη του ίδιου του γέροντα επί του θέματος. Διαβάζουμε: «Ούτε η διανοητικη θεολογία χωρίς την προσευχή της μετανοίας, ούτε η προσευχή, έστω και η φλογερή προσευχή, χωρίς όμως νοερή θεολογική θεωρία, συνιστούν την τελειότητα. Μόνο η γνώση που περικλείει μέσα της ως ενιαία ζωή και τις δύο απόψεις που υποδείξαμε προσεγγίζει το πλήρωμα»351.

 

Σημειώσεις:


339. Το μυστήριο της Χριστιανικής ζωής, σελ. 211.

340. Περί προσευχής, σελ. 211(89).

341. Ο άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, σελ. 70(57).

342. Περί προσευχής, σελ. 224(98).

343. Βλέπε Περί προσευχής, σελ. 216(92): «Εκείνο, όπερ εδίδετο εις τους μοναχούς μετά παρέλευσιν δεκαετιών πένθους, οι σύγχρονοι άνθρωποι θέλουν να λάβουν εις σύντομον χρονικόν διάστημα, και μάλιστα κατά την διάρκειαν ολίγων ωρών ευχαρίστου "θεολογικής" συζητήσεως. Οι λόγοι του Χριστού έκαστος λόγος αυτού ήλθον εις τον κόσμον τούτον Άνωθεν. Ανήκουν εις την σφαίραν άλλων διαστάσεων και δεν αφομοιούν άλλως, ει μη δια της οδού της επί μακρόν προσευχής μετά πολλών δακρύων. Άνευ της προϋποθέσεως ταύτης θα παραμένουν εσαεί ακατανόητοι εις τον άνθρωπον, τον οσονδήποτε "πεπαιδευμένον" έστω και θεολογικώς».

344. Οψόμεθα τον Θεόν καθώς εστί, σελ. 211(133). Παράβαλλε Νικολάου Γ. Κόϊου, Θεολογία και εμπειρία κατά τον Γέροντα Σωφρόνιο, σελ. 100, και Το μυστήριο της Χριστιανικής ζωής, σελ. 223-24: «Από το παράδειγμα του Χριστού πειθόμαστε χωρίς αμφιταλαντεύσεις ότι η επιστημονική μέθοδος γνώσεως δεν εξαντλεί όλο το Είναι. Πρέπει να θεωρήσουμε ως ορθή θέση ότι η κάθε γνώση μας είναι αξιόπιστη τότε μόνο, όταν στη βάση της κείται η πραγματική εμπειρία μας, το πείραμα».

345. Νικολάου Γ. Κόϊου, Θεολογία και εμπειρία κατά τον Γέροντα Σωφρόνιο, σελ. 98. Βλέπε επίσης Το μυστήριο της Χριστιανικής ζωής, σελ. 223-24.

346. Περί προσευχής, σελ. 107-8(70).

347. Ο άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, σελ. 108(87-88).

348. Άσκηση και θεωρία, σελ. 113.

349. Οψόμεθα τον Θεόν καθώς εστί, σελ. 269(175).

350. Αρχιμ. Ζαχαρία (Ζάχαρου), Αναφορά στη θεολογία τον Γέροντος Σωφρονίου, σελ. 242(179).

351. Το μυστήριο της Χριστιανικής ζωής, σελ. 333. Παράβαλλε Ιερομον. Νικολάου (Σαχάρωφ), Αγαπώ άρα υπάρχω, σελ. 64, και Μητροπολίτη Περγάμου Ιωάννου (Ζηζιούλα), «Η περί προσώπου αντίληψη του Γέροντος Σωφρονίου σε σχέση με τα σύγχρονα θεολογικά ρεύματα», Πρακτικά διορθόδοξου Επιστημονικού Συνεδρίου: Γέροντας Σωφρόνιος ο θεολόγος του Ακτίστου Φωτός, Ιερά Μεγίστη Μονή Βατοπαιδίου, άγιον Όρος 2008, σελ. 254: «Η ακαδημαϊκή θεολογία που περιφρονεί την εμπειρία των Πατέρων της ερήμου και δεν την ενσωματώνει στο θεολογικό της λόγο, διαπράττει το ίδιο σφάλμα με όσους περιφρονούν τη θεολογία αρκούμενοι στην εμπειρία. Η Εκκλησία χρειάζεται και τα δύο και αυτός ο συνδυασμός είναι που χαρακτηρίζει τον αείμνηστο Γέροντα Σωφρόνιο».

 


Κεφάλαιο Ε: 3 // Περιεχόμενα // Συμπεράσματα


Δημιουργία αρχείου: 13-8-2015.

Τελευταία μορφοποίηση: 21-8-2015.

ΕΠΑΝΩ