Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Κεντρική Σελίδα

Ιησούς Χριστός

Φανέρωση του Θεού εν Χριστώ * Απορίες για τις υποστάσεις της Αγίας Τριάδος * Ο "Άγγελος Γιαχβέ" και η θέα του Θεού * Περί τής ταυτότητας τού Παλαιού τών Ημερών - τού Κυρίου τής Δόξης- που εμφανίσθηκε στους προφήτες * Γιατί οι Εβραίοι δεν πιστεύουν ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο Μεσσίας * Εμφανίσεις του Θεού στην Παλαιά Διαθήκη * Ιησούς Χριστός: Το Α και το Ω

Ο Μεσσίας στην Παλαιά και την Καινή Διαθήκη

(Ο Μεσσίας και οι Μεσσίες)

Τού Μητροπολίτου Ναυπάκτου Ιεροθέου

 
Περιοδικό: "Εκκλησιαστική Παρέμβασις" Τεύχος 256. Νοεμβρίου 2017.

Αναδημοσίευση από: http://www.parembasis.gr

 

Με επιτυχία έγινε την Παρασκευή 17.11.2017 και το Σάββατο 18.11.2017 το Διορθόδοξο Συνέδρο με θέμα «Ευρήκαμε τον Μεσσίαν: Το μήνυμα τού Αποστόλου Ανδρέου στον σύγχρονο κόσμο», που συνδιοργανώνει η Ιερά Μητρόπολις Πατρών με το Ίδρυμα «Άγιος Απόστολος Ανδρέας τής Μόσχας, στο πλαίσιο τών ιερών Πρωτοκλητείων 2017, με την συμμετοχή Εκπροσώπων τών κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών. Μεταξύ τών εισηγητών ήτο και ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου κ. Ιερόθεος, ο οποίος ανέπτυξε το θέμα: «Ο Μεσσίας στην Παλαιά και την Καινή Διαθήκη».

Μια από τις βασικές φράσεις που συνδέονται με τον άγιο Απόστολο Ανδρέα τον Πρωτόκλητο είναι η φράση που είπε στον αδελφό του Σίμωνα, τον Απόστολο Πέτρο: «Ευρήκαμεν τον Μεσσίαν· ό εστι ερμηνευόμενον Χριστός» (Ιω. α΄, 42).

Το ερώτημα που τίθεται είναι: Πώς ο άγιος Ανδρέας κατάλαβε την λέξη Μεσσίας και τι ακριβώς εννοούσε; Πρόκειται για μια μεσσιανική προσδοκία που υπήρχε στην εποχή του μεταξύ τών Ιουδαίων, για την εμφάνιση ενός πολιτικού άρχοντος για να τους ελευθερώση από την κυριαρχία στους Ρωμαίους ή πρόκειται για την εμπειρική πίστη που συνδέεται με τον Χριστό ως αληθινό Θεό που σαρκώθηκε;

Ο Απόστολος Ανδρέας ήδη πριν πη αυτήν την φράση παρευρισκόταν με τον Ιωάννη τον Θεολόγο πλησίον τού Ιωάννου τού Προδρόμου, τον άκουσε να λέγη για τον Ιησού, «ίδε ο αμνός τού Θεού» (Ιω. α΄, 36) και Τον ακολούθησε. Σε κάποια στιγμή «στραφείς ο Ιησούς και θεασάμενος αυτούς ακολουθούντας λέγει αυτοίς∙ τι ζητείτε;». Εκείνοι ζήτησαν να μάθουν πού μένει. Ο Χριστός τους απάντησε: «Έρχεσθε και ίδετε». Και «ήλθον ουν και είδον πού μένει, και παρ’ αυτώ έμειναν την ημέραν εκείνην» (Ιω. α' 38-40).

Κατά την ερμηνευτική διδασκαλία τών Πατέρων τής Εκκλησίας αυτή ήταν μια θεωρία τής δόξης τού Θεού, και οι δύο αυτοί μαθητές παρέμειναν την ημέρα εκείνη μέσα στην δόξα Του, και κατάλαβαν ότι αυτός είναι Υιός τού Θεού. Ερμηνεύει ο ιερός Θεοφύλακτος:

«Προς τους ακολουθούντας αυτώ στρέφεται ο Ιησούς, και δεικνύει αυτοίς το εαυτού πρόσωπον. Ει μη γαρ δια τής αγαθής πράξεως ακολουθήσης τω Ιησού, ουκ αν φθάσης εις θεωρίαν τού προσώπου Κυρίου, ουδέ απελεύση προς την παραμονήν αυτού, τουτέστιν, ου φθάσεις εις τον τής θείας γνώσεως φωτισμόν· οικία γαρ τού Χριστού το φως. "Φως γαρ, φησίν, οικών απρόσιτον". Ο γαρ τοι μη καθάρας εαυτόν, και δια τής καθάρσεως ακολουθήσας, πώς εν γνώσει φωτισθήσεται;».

Ο π. Ιωάννης ο Ρωμανίδης έλεγε:

«Οι δύο μαθητές τού Προδρόμου, όταν έγιναν Μαθητές τού Χριστού, Τον ρώτησαν "πού μένεις;" (Ιω. α΄, 39). Αυτό σημαίνει ότι παρεκάλεσαν τον Χριστό να δείξη το διαμέρισμά Του; Όχι. Αλλά να δείξη πού μένει. Σημαίνει ότι παρεκάλεσαν οι Απόστολοι τον Χριστό να αποκαλύψη την μονή Του, που είναι η άκτιστη δόξα τού Θεού. Και επί μία ολόκληρη ημέρα συμμετείχαν αυτοί οι Απόστολοι στην εμπειρία τής θεώσεως. Οπότε, έχουμε, δηλαδή, την πρώτη εμπειρία τής θεώσεως, μετά τον Πρόδρομο. Όπως ο Πρόδρομος είχε την εμπειρία αυτή από τον Χριστό, έτσι και οι Μαθητές Του έχουν την εμπειρία».

Μέσα σε αυτήν την προοπτική πρέπει να ερμηνεύσουμε και τον λόγο τού Αποστόλου Ανδρέου: «Ευρήκαμεν τον Μεσσίαν». Έτσι πέρασε από την Παλαιά Διαθήκη στην Καινή Διαθήκη, όπως ερμήνευσαν οι Πατέρες τής Εκκλησίας την λέξη Μεσσίας.

Το θέμα είναι αρκετά ενδιαφέρον και ασχολήθηκαν οι βιβλικοί θεολόγοι, αλλά και οι ερμηνευτές τών Πατέρων τής Εκκλησίας.

 

1. Ο Μεσσίας στην Παλαιά Διαθήκη

Η εβραϊκή λέξη Μεσσίας και η μεταγραμμένη λέξη στα ελληνικά Χριστός, δηλώνουν τον κεχρισμένο, αυτόν που έχει χρισθή. Με αυτήν την έννοια στην Παλαιά Διαθήκη Μεσσίας είναι ένας άνθρωπος που χρίεται από έναν Προφήτη. Στην αρχή είναι ο Βασιλεύς, όπως ο Σαούλ, ο Δαυίδ, που χρίσθηκαν από τον Σαμουήλ τον Προφήτη, αλλά και άλλοι Βασιλείς. Στην συνέχεια η λέξη Μεσσίας αναφέρεται στον βασιλικό Μεσσία που θα βασίλευε στον Ισραηλιτικό λαό. Έτσι, η βασιλεία αναφέρεται μέσα στους θεοκρατικούς θεσμούς και πάντα τονίζεται ο πολιτικός ρόλος του.

Μετά την βαβυλώνεια αιχμαλωσία που δεν υπήρχε Βασιλεύς, Μεσσίες, δηλαδή κεχρισμένοι, γίνονται οι Ιερείς και βασικά ο Αρχιερεύς γίνεται επικεφαλής τής Ισραηλινής κοινότητος. Ο Αρχιερεύς χρίεται, το ίδιο και οι Ιερείς και αυτοί είναι κεχρισμένοι Κυρίου.

Στην Παλαιά Διαθήκη υπήρχαν μερικοί κύκλοι που περίμεναν στους εσχάτους καιρούς την έλευση δύο Μεσσιών, ο ένας Μεσσίας θα είναι ο Ιερεύς, που έχει την πρώτη θέση, και ο άλλος Μεσσίας θα είναι ο Βασιλεύς, ο οποίος θα έχη τις εγκόσμιες φροντίδες τού λαού τού Θεού. Δίνεται μεγαλύτερη σημασία στον βασιλικό Μεσσία, μερικοί δε κύκλοι περίμεναν τον ιερατικό Μεσσία. Επομένως, φαίνεται ότι όλα τα χωρία στην Παλαιά Διαθήκη αναφέρονται στο ότι ο Μεσσίας είναι άνθρωπος που χρίεται.

Παράλληλα, όμως, στην Παλαιά Διαθήκη γίνεται λόγος και για τον Άσαρκο Λόγο, τον Μεγάλης Βουλής Άγγελο, που είναι Θεός και εμφανίζεται στους Προφήτες μέσα στην δόξα Του, αλλά φαίνεται η σαφέστατη διαφορά μεταξύ τού ανθρώπου επίγειου Μεσσία και τού Άσαρκου Λόγου, τού Γιαχβέ που είναι αληθινός Θεός. Στην Παλαιά Διαθήκη ο Γιαχβέ, ο Μεγάλης Βουλής Άγγελος, δεν ήταν Μεσσίας, δηλαδή Χριστός, αλλά ήταν το χρίσμα, δια τού οποίου εχρίονταν οι Μεσσίες-άνθρωποι.

Με την ενανθρώπηση τού Χριστού οι Μαθητές Του, βλέποντας την δόξα τού Χριστού, καταλαβαίνουν ότι στο πρόσωπό Του ενώθηκαν τα δύο ονόματα, ο Κύριος τής δόξης, δηλαδή ο Γιαχβέ, και ο Μεσσίας. Το πρώτο (Κύριος τής δόξης) δηλώνει την θεία φύση, τον αληθινό Θεό, το δεύτερο (Μεσσίας) δηλώνει την ανθρώπινη φύση που χρίσθηκε από την θεία φύση.

Έτσι, η φράση τού Αποστόλου Ανδρέου τού Πρωτοκλήτου «ευρήκαμεν τον Μεσσίαν» συνδεδεμένη με την όραση τής δόξης Του, που αξιώθηκε να δη προηγουμένως στην πρώτη κλήση του στο Αποστολικό αξίωμα, δηλώνει ότι ο Γιαχβέ, ο Μεγάλης Βουλής Άγγελος, που ήταν το Χρίσμα με το οποίο χρίονταν οι Βασιλείς και οι Αρχιερείς-Ιερείς, έγινε Χριστός, αφού η θεία φύση έχρισε την ανθρώπινη φύση. Αυτό σημαίνει ότι ο Γιαχβέ και Κύριος τής δόξης έγινε Χριστός, δηλαδή χρίσθηκε η ανθρώπινη φύση την οποία προσέλαβε από την Παναγία Θεοτόκο.

Άλλωστε, ο Χριστός αμέσως μετά το περιστατικό που έγινε με τον Ανδρέα και τον Ιωάννη στην απάντηση τού Ναθαναήλ «Ραββί, συ ει ο υιος τού Θεού, συ ει ο βασιλεύς τού Ισραήλ» είπε: «Αμήν αμήν λέγω υμίν, απ’ άρτι όψεσθε τον ουρανόν ανεωγότα, και τους αγγέλους τού Θεού αναβαίνοντας και καταβαίνοντας επί τον Υιόν τού ανθρώπου» (Ιω. α΄, 50-52).

Έτσι, τώρα στην Καινή Διαθήκη ενώνονται τα δύο ονόματα, ήτοι το όνομα Χριστός και το όνομα Κύριος (Λουκ, β' 11. Β' Κορ. δ', 5 κ.εξ.), και γίνεται λόγος για το «Κύριος ημών Ιησούς Χριστός» (Πράξ. ιε΄, 26). Ο Απόστολος Παύλος θα ομιλήση για τον Χριστό, που σταυρώθηκε και αναστήθηκε και έχει μεγάλη δόξα, γι’ Αυτόν που είναι ο Χριστός Ιησούς, ο Κύριος ημών (Α' Κορ. ιε΄, 12- 34).

 

2. Ο Μεσσίας στην Καινή Διαθήκη, κατά τους Πατέρας τής Εκκλησίας

Προηγουμένως είδαμε πώς η λέξη Μεσσίας-Χριστός πέρασε από την Παλαιά Διαθήκη στην Καινή Διαθήκη, αλλά συγχρόνως είδαμε ποια ήταν η πίστη που είχαν όλοι οι Απόστολοι για τον Χριστό. Ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός δεν είναι ένας άνθρωπος Μεσσίας, που συνδέεται με την βασιλική και ιερατική εξουσία τού Ισραήλ, αλλά είναι το Χρίσμα, ο Θεάνθρωπος Χριστός στον οποίο ενώθηκαν οι δύο φύσεις, θεία και ανθρωπίνη, στο πρόσωπό Του.

Αυτό εκφράσθηκε καθαρά από τους Πατέρες τής Εκκλησίας που ερμήνευσαν την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη στην προσπάθειά τους να αντιμετωπίσουν τους αιρετικούς, οι οποίοι στηρίζονταν στην ελληνική φιλοσοφία και τους Ιουδαΐζοντας, οι οποίοι ανέμεναν τον Μεσσία είτε ως πολιτικό Άρχοντα-Βασιλέα, είτε ως Ιερέα-Αρχιερέα, τελικά όμως ως πολιτικό ελευθερωτή.

Οι Πατέρες τής Εκκλησίας, όπως ο Μέγας Αθανάσιος και οι Καππαδόκες Πατέρες τού 4ου αιώνος, θεολόγησαν για την θεότητα τού Υιού και Λόγου τού Θεού, ομολόγησαν για τον Χριστό ότι είναι τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος, αναπτύσσοντας ακόμη περισσότερο την πίστη και ομολογία τών Αποστόλων, όπως καταγράφηκε στα κείμενά τους και περιελήφθησαν στην Καινή Διαθήκη.

Θα ήθελα, όμως, στην συνέχεια να παρουσιάσω την διδασκαλία τού π. Ιωάννου Ρωμανίδη για τον Μεσσία στην Παλαιά και στην Καινή Διαθήκη, γιατί αυτός γνώριζε πολύ καλά την προτεσταντική βιβλική ερμηνευτική παράδοση, αλλά γνώριζε ακόμη περισσότερο όλη την πατερική παράδοση για το θέμα αυτό.

Δίδασκε ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης:

«Στην Παλαιά Διαθήκη το όνομα Μεσσίας φαίνεται πέντε φορές στο Λευϊτικό μόνο. Φαίνεται σαφώς ότι πρόκειται περί επιγείου ανθρώπου, δηλαδή ο κεχρισμένος είναι εκείνος που έχει το χρίσμα, τίποτα άλλο. Βέβαια ο Χριστός χρίσθηκε, αλλ’ ο ίδιος ο Χριστός είναι το χρίσμα, δηλαδή ο Λόγος είναι το χρίσμα. Οπότε, ο Χριστός είναι η πηγή τού χρίσματος, διότι είναι το χρίσμα και είναι και Χριστός, δηλαδή κεχρισμένος. Είναι το χρίσμα ως Θεός και χρισμένος ως άνθρωπος. Έχει αυτήν την διπλή πάντοτε ιδιότητα ο Χριστός».

«Η Παλαιά Διαθήκη, όταν αναφέρεται στον Χριστό, δεν αναφέρεται στον Χριστό ως Μεσσία. Και όλα όσα έχουν γραφή περί Μεσσία, υιού τού ανθρώπου είναι εξ επόψεως ετεροδόξου. Έχουν κοσκινίσει όλα τα χωρία περί Χριστού, Μεσσία στην Παλαιά Διαθήκη. Είναι ολοφάνερο ότι στην Παλαιά Διαθήκη ο μεσσίας είναι ένας άνθρωπος. Δεν μπορούν να καταλάβουν πώς αυτός ο απλούς άνθρωπος - μεσσίας τής Παλαιάς Διαθήκης, στην Καινή Διαθήκη εμφανίζεται ως προϋπάρχων και ως ένα πρόσωπο τής Αγίας Τριάδος, όπως αναπτύσσεται στην χριστιανική παράδοση.

Βέβαια, στην Παλαιά Διαθήκη ο χριστός είναι ο μεσσίας, ο άνθρωπος, ο οποίος χρίεται. Και μεσσίες στην Παλαιά Διαθήκη λέγονται και οι Προφήτες και οι διάφοροι αρχηγοί τού Ισραήλ κ.ο.κ. Γιατί είναι εκείνος που είναι κεχρισμένος από τον Θεό για μια ορισμένη αποστολή. Εάν θέλουμε πραγματικά να δούμε τον Χριστό στην Παλαιά Διαθήκη, όπως τον γνωρίζουμε στην χριστιανική παράδοση, δεν θα ψάξουμε στα χωρία περί Μεσσία, αλλά στις θεοφάνειες στην Παλαιά Διαθήκη».

«Στην Παλαιά Διαθήκη, ο Χριστός δεν είχε ανθρώπινη φύση∙ είναι μόνον ο Λόγος, το Δεύτερο Πρόσωπο τής Αγίας Τριάδος, που λέγεται στην Παλαιά Διαθήκη Κύριος τής δόξης και Γιαχβέ. Είναι Άγγελος Κυρίου, Άγγελος τής δόξης, ο Μεγάλης Βουλής Άγγελος, ο οποίος εμφανίζεται στους Προφήτες».

«Το όνομα Χριστός αναφέρεται στην ανθρωπίνη φύση και είναι ο κεχρισμένος. Οπότε, ο Λόγος, πριν αποκτήσει ανθρωπίνη φύση, δεν είναι ο Λόγος κεχρισμένος. Αλλά ο ίδιος ο Λόγος είναι το Χρίσμα. Ο Θεός είναι το Χρίσμα. Γιατί με την δόξα τού Θεού την άκτιστη χρίεται ο άνθρωπος. Γι’ αυτό, εκείνος ο οποίος χρίεται δεν είναι ο Θεός, αλλά είναι ο άνθρωπος ο οποίος χρίεται.

Και επειδή ο Λόγος ως άνθρωπος εχρίσθη, αν και είναι και πηγή τού χρίσματος συγχρόνως και κεχρισμένος, και αυτό είναι το μυστήριο τής ενσαρκώσεως, ότι το κατά φύση χρίσμα, χρίει τον εαυτό Του ως άνθρωπο. Αλλά ο Χριστός δεν έχει χρίσμα κατά χάρη. Έχει κατά φύση το χρίσμα. Ο Χριστός είναι ο κατά φύση κεχρισμένος. Αυτή είναι η πιο βασική διαφορά μεταξύ Παλαιάς και Καινής Διαθήκης».

Έτσι υπάρχει μια βασική παρερμηνεία ως προς το όνομα Μεσσίας-Χριστός τόσο στους Εβραίους όσο και στους βιβλικούς ερμηνευτές που έχουν επηρεασθή από τους Προτεστάντες.

«Οι Εβραίοι προτίμησαν τον Χριστό να τον βλέπουν ως Μεσσία, ο οποίος ανήχθη σε Θεό, δηλαδή. Αλλά δεν λέει η Καινή Διαθήκη ότι ο Μεσσίας έγινε Θεός· λέει ότι ο Θεός έγινε Μεσσίας, δηλαδή αυτός ο Κύριος τής δόξης, αυτός έγινε Μεσσίας και γεννήθηκε από την Παρθένο».

«Οι δογματικοί προσπάθησαν να εξηγήσουν πώς η Καινή Διαθήκη έχει μέσα περί Αγίας Τριάδος που δεν έχει η Παλαιά Διαθήκη. Φαντάσθηκαν μερικοί την θεωρία ότι στην Παλαιά Διαθήκη υπάρχει επίγειος Μεσσίας, ενδοκοσμικός Μεσσίας, μετά κάπου μέσα στην ιστορία τού Ισραήλ εμφανίζεται ένας ουράνιος Μεσσίας και γίνεται μεγάλη συζήτηση πότε εμφανίζεται ο Μεσσίας στην εβραϊκή παράδοση. Και μερικοί νομίζουν ότι είναι ο "Παλαιός τών ημερών" τού Δανιήλ δηλαδή, και αυτός ο δανιήλειος Μεσσίας μπήκε στην Καινή Διαθήκη και αναδείχθηκε ουράνιος Μεσσίας κλπ.

Οι Πατέρες τής Εκκλησίας δεν έβλεπαν στην Παλαιά Διαθήκη τον Χριστό ως Μεσσία, αλλά ως τον Κύριο τής δόξης, όπως λέγει ο Απόστολος Παύλος. Δηλαδή ο Χριστός στην Παλαιά Διαθήκη δεν είναι ο Μεσσίας, είναι ο Άγγελος τού Κυρίου που εμφανίζεται στους Προφήτες, οπότε ο Προφήτης βλέπει τον Θεό, βλέπει τον Θεό εν τω Αγγέλω δηλαδή, και αυτός ο Άγγελος είναι ο Χριστός».

Οι Πατέρες τής Εκκλησίας ερμηνεύουν διαφορετικά πράγματα, και ως προς το σημείο αυτό, από τους βιβλικούς θεολόγους που επηρεάσθηκαν από προτεσταντικές παρερμηνείες.

«Όταν οι Πατέρες διαβάζουν την Παλαιά Διαθήκη, δεν ψάχνουν κανέναν Μεσσία για να ταυτίσουν τον Χριστό στην Παλαιά Διαθήκη. Οπότε, δεν υπάρχει ανάγκη να υπάρχη κανένας υπερβατικός, ουράνιος Μεσσίας, όπως ψάχνουν ορισμένοι εσχατολόγοι που ήρθαν από την Αμερική σπουδαγμένοι, για να μάς μάθουν αυτήν την μέθοδο. Εμείς την μαθαίνουμε αυτήν την μέθοδο από πιτσιρίκια στην Αμερική».

«Λοιπόν, αυτή είναι μια ερμηνεία, που βέβαια είναι τών Πατέρων τής Εκκλησίας, αλλά είναι και τού Αποστόλου Παύλου, ότι ο Χριστός στην Παλαιά Διαθήκη είναι ο Άγγελος Κυρίου. Αυτό σημαίνει ότι κάθε φορά που ο Άγγελος Κυρίου εμφανίζεται σε Προφήτη, έχουμε εδώ θεοπτία».

Από όλα αυτά εξάγεται το συμπέρασμα ότι στην Παλαιά Διαθήκη εκείνος που εμφανιζόταν στους Προφήτες ήταν το Δεύτερο Πρόσωπο τής Αγίας Τριάδος, ο Άσαρκος Λόγος, ο Άγγελος Κυρίου, ο Γιαχβέ, ο Μεγάλης Βουλής Άγγελος και όχι ο Μεσσίας, το όνομα τού οποίου αναφερόταν στους ανθρώπους, στον επίγειο βασιλέα, και τον Ιερέα-Αρχιερέα που εχρίοντο. Ο Άγγελος Κυρίου ως Θεός είναι το Χρίσμα που έχριε τον Βασιλέα και τον Ιερέα-Αρχιερέα. Έτσι, ο Άγγελος Κυρίου στην Παλαιά Διαθήκη σαρκώθηκε, προσέλαβε την ανθρώπινη φύση και την έχρισε, οπότε έγινε Χριστός. Αλλά και ο Χριστός στην Καινή Διαθήκη είναι κατά φύση Χριστός και όχι κατά Χάρη.

Συνεπώς, ο Απόστολος Ανδρέας ο Πρωτόκλητος με την γνωστή φράση του «ευρήκαμεν τον Μεσσίαν», που την είπε ύστερα από την εμπειρική αποκαλυπτική θεωρία που είχε, δεν εννοούσε ως Μεσσία τον επίγειον άνθρωπο και Αρχιερέα, αλλά τον Άγγελο Κυρίου, τον Γιαχβέ, τον Μεγάλης Βουλής Άγγελο, ο οποίος έγινε Μεσσίας με την ενανθρώπηση.

Αυτό σημαίνει ότι ο Απόστολος Ανδρέας ήταν ο πρώτος Απόστολος που πέρασε από την Παλαιά στην Καινή Διαθήκη και αργότερα με την σταύρωση και την ανάσταση τού Χριστού, αλλά και την Πεντηκοστή βεβαιώθηκε ακόμη περισσότερο γι’ αυτό. Έτσι εξηγείται για το ότι έγινε μάρτυρας για τον Κύριο ημών Ιησούν Χριστόν, τον Κύριο τής δόξης που ενηνθρώπησε, αφού το μαρτύριο είναι καρπός θεωρίας-θέας τής δόξης τού Θεού.

Δυστυχώς, στην σύγχρονη εποχή, οι άνθρωποι στην πλειοψηφία τους, δεν δέχονται τον Χριστό ως Θεάνθρωπο Χριστό, αλλά αναζητούν άλλους Μεσσίες που δεν χρίονται από τον Θεό, αλλά από την φιλοσοφία, την κοινωνιολογία, την οικονομολογία, τους Διεθνείς Οργανισμούς, τις λεγόμενες «αγορές τού χρήματος», που όλα αυτά είναι σαν μια οργανωμένη θρησκεία με το ιδιαίτερο «ιερατείο» της, τους «λειτουργούς» της, το «ευαγγέλιό» της και τους «ναούς» της, που είναι οι τραπεζίτες και τα κέντρα τού χρήματος. Έχει εκβληθή ο Χριστός από την ζωή πολλών ανθρώπων που ζουν σήμερα στον πλανήτη τής γης.

Αλλά και σε πολλούς θρησκευτικούς και Χριστιανικούς κύκλους, Ορθοδόξους και μη, δεν γίνεται αποδεκτός ολοκαρδίως ο Άσαρκος Λόγος που έγινε Θεάνθρωπος Χριστός, δηλαδή Μεσσίας, αλλά ανυψώνουν άλλους μεσσίες, γι’ αυτό και δημιουργούνται διενέξεις, προβλήματα, διαιρέσεις, που διασπούν την ενότητα τής Εκκλησίας και διαιρούν τον Χριστιανικό κόσμο στην Δύση.

Ο άγιος Ανδρέας μάς διδάσκει σήμερα περισσότερο από κάθε άλλη φορά ότι πρέπει να αναγνωρίσουμε στο πρόσωπο τού Θεανθρώπου Χριστού τον μοναδικό Μεσσία.–

Δημιουργία αρχείου: 18-12-2017.

Τελευταία μορφοποίηση: 18-12-2017.

ΕΠΑΝΩ