Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Κεντρική Σελίδα

Ψυχοθεραπευτικά

Το γλυκό μυστήριο της Ενορίας

Αποστάσεις  μέσα  στους  ναούς

και  οι  «αποστάσεις»  ανάμεσα  στους  πιστούς

Παν.  Ι.  Μπούμης

Ομότ.  Καθηγητής  Παν/μίου  Αθηνών

 

Τον  καιρό  αυτό  συνιστάται  συνεχώς  να  διατηρούν  οι  εκκλησιαζόμενοι  απόσταση  μεταξύ  τους  μέσα  στους  ναούς, για  να  αποφεύγεται  η  μετάδοση  τής  ασθένειας  (κορωνοϊού). Και  ίσως  ορθώς και  δικαιολογημένως  αυτή  η  σύσταση  με  τα  σημερινά  επιστημονικά  δεδομένα  και  τα  ανθρώπινα  κριτήρια.

 

Όμως  πώς  μπορεί  να  δικαιολογηθεί  και  η  «απόσταση»  και  η  αποστασιοποίηση  μεταξύ  τών  ανθρώπων  και  μάλιστα  μεταξύ  τών  πιστών  χριστιανών;  Βλέπεις  ή  μαθαίνεις  ότι  κατά  τους  τελευταίους  ιδίως  χρόνους  (δεκαετίες)  δεν  υπάρχει  η  κοινωνία  και  επικοινωνία  που  υπήρχε  παλαιότερα  και  που  με  νοσταλγία  αναπολούν  οι  παλαιότεροι  άνθρωποι. Οι  άνθρωποι  ήταν  τότε  πιο  συνδεδεμένοι, έστω  και  με  το  «καλημέρα».

Θυμάμαι  όταν  ήμουνα  στο  Πανεπιστήμιο  τού  Μονάχου  ιδίως  μετά  τον  εκκλησιασμό  τής  Κυριακής  μερικοί  Έλληνες  συναντιώμασταν  και  βγαίναμε  κάπου  πιο  έξω  από  την  πόλη  και  τρώγαμε  μαζί. Επίσης  μέσα  στην  εβδομάδα  μαζευόμασταν  και  συζητούσαμε  ένα  θέμα  ή  σχολιάζαμε  την  επικαιρότητα. Τότε  μού  λέει  ένας  γνωστός  μου  κάτοικος  τού  Μονάχου, αυτή  η  καλή  συνήθεια  τών  συναντήσεων  εδώ  δυστυχώς  δεν  επικρατεί, ακόμη  και  μεταξύ  τών  οικογενειών. Δεν  είναι  δεμένοι  ούτε  οι  συγγενείς  μεταξύ  τους  και  ας  ζουν  στην  ίδια  πόλη. Ίσως  σ'  αυτό  να  έφταιγαν  και  προηγούμενες  εμπειρίες  από  τα  χρόνια  τού  πολέμου  ή  και  η  μεταπολεμική  οικονομική  κατάσταση. Ίσως  ακόμη  συντελούσαν  και  θρησκευτικές  διαφορές. Ίσως  τέλος  συνέβαλαν  και  οι... πολυκατοικίες. Πάντως  (τού)  ήταν  αισθητή  μία  αποξένωση  τών  ανθρώπων, μία  υποχώρηση  και  μία  αποσύνθεση  τού  κοινωνικού  ιστού  τής  αγάπης  και  τής  συναλληλίας.

Έτσι  με  αφορμή  και  όλα  αυτά  σκέφθηκα  τότε  να  κάνω  μία  εισήγηση  προς  συζήτηση  στις  περιοδικές  μας  συναντήσεις  τών  Ελλήνων  επιστημόνων  και  φοιτητών  που  ανέφερα  πιο  πάνω. Το  θέμα  φαινόταν  εκ  πρώτης  όψεως  άσχετο:  «Η  εξυπνάδα  τών  νεοελλήνων», το  τιτλοφόρησα. Ωστόσο  το  θέμα  ξεπήδησε  και  από  την  αποσύνθεση  που  είχε  αρχίσει, αν  όχι  να  επικρατεί, αλλά  τουλάχιστον  να  διαφαίνεται  και  μεταξύ  τών  Ελλήνων  ιδίως  τού  εσωτερικού. Να  ενισχύεται  μάλιστα  από  την  εξυπνάδα, από  την  «πολλή»  εξυπνάδα, τών  νεοτέρων  Ελλήνων.

Και  εξηγούμαι:  Την  εξυπνάδα  του  ο  νεοέλληνας  άρχισε  να  την  καταντάει  πονηρία, δηλ.  πώς  ο  ένας  θα  «ρίξει»  τον  άλλο, πώς  θα  τον  παραμερίσει, πώς  θα  τον  εκμεταλλευθεί, πώς  θα  τον  δυσφημίσει, πώς  θα  τον  υποτιμήσει  και  τα  τούτοις  όμοια, ηπιότερα  ή  χειρότερα. Θυμάμαι  αργότερα  όταν  ένας  από  τους  νέους  τής  παρέας  μας  πήρε  το  πτυχίο  του  ως  ηλεκτρολόγος-μηχανολόγος  και  ήρθε  στην  Αθήνα, διορίστηκε  σε  μια  μεγάλη  γερμανική  εταιρεία. Μετά  από  λίγο  καιρό  με  παίρνει  τηλέφωνο  και  μού  λέει, «θα  φύγω  από  την  εταιρεία. Η  πολεμική  που  μού  κάνουν  οι  συνάδελφοι  είναι  αφόρητη». Τού  λέω  «είσαι  καλά, θα  φύγεις  από  μία  τέτοια  θέση  και  δουλειά;  Θα  κάνεις  υπομονή  και  η  αλήθεια  στο  τέλος  θα  υπερισχύσει». Έκανε  υπομονή  και  νίκησε  και  προήχθη.

Μ'  αυτά  θέλω  να  επαναλάβω  και  να  τονίσω  ότι  η  εξυπνάδα  μας  πολλές  φορές  καταντάει  κακία  και  πονηρία  (= προκαλεί  και  πόνους... )  και  δυστυχία  σ'  όλους. Ενώ  αντιθέτως, εάν  την  εξυπνάδα  μας  την  οδηγούσαμε  με  τη  χριστιανική  αγάπη  προς  τη  συνεννόηση, προς  τη  συνεργασία, προς  τη  δημιουργία, αντί  να  μάς  καταντάει  στην  πονηρία  και  την  αποσύνθεση, προς  την  παρακμή  και  την  καταστροφή, θα  μάς  οδηγούσε  προς  την  ευφυία, προς  την  ευφορία, προς  την  καρποφορία  και  την  επιτυχία.

Το  ίδιο  ή  κάτι  ανάλογο  συμβαίνει  και  με  τις  «αποστάσεις»  που  δημιουργούνται  μεταξύ  τών  χριστιανών. Εδώ  όμως  τα  πράγματα  εμφανίζονται  και  παίρνουν  μία  διαφορετική  τροπή. Αντί  τής  ενεργητικής  και  επιθετικής  πονηρίας  και  κακότητας  παίρνουν  τη  μορφή  τής  παθητικής  ή  και  παγερής  αποστάσεως  τού  ενός  από  τον  άλλο  χριστιανό, τής  αδιαφορίας. Και  τούτο  ίσως  και  γιατί  δήθεν  δεν  είναι  αμαρτία. Έτσι  νομίζουμε  δηλαδή.

Η  Αγία  Γραφή  όμως  λέει:  «Ει  τις  τών  ιδίων  (και  τών  χριστιανών)  και  μάλιστα  τών  οικείων  ου  προνοεί  την  πίστιν  ήρνηται  και  έστι  απίστου  χείρων»  (Α΄  Τιμ. 58). Δεν  είναι  μικρός  ο  λόγος  ούτε  ασήμαντος, αλλά  έχει  και  βαρύτητα  και  ευρύτητα. Γι'  αυτό  ακόμη  και  ένα  απλό  τηλεφώνημα  στο  γνωστό  μας, στο  συγγενή  μας, στο  φίλο  μας, ή  στο  συνάδελφό  μας  και  το  γείτονα  έχει  μεγάλη  σημασία. Έχει  το  λόγο  του  και  παίζει  το  ρόλο  του. Μία  εγκάρδια  ευχή, συγχαρητήρια  ή  συλλυπητήρια, μικραίνει  ή  διώχνει  τις  αποστάσεις, φέρνει  πιο  κοντά  τους  ανθρώπους, τους  πιστούς  χριστιανούς. Αλλιώς...

Η  απόσταση  στους  ναούς  έχει  ένα  λόγο, μία  δικαιολογία, και  γίνεται  για  την  υγεία  τών  ανθρώπων. Η  απόσταση  όμως  μεταξύ  τών  χριστιανών  ποια  δικαιολογία  έχει;  Μάλλον  καμμία. Αντιθέτως. Αυτή  φέρνει  και  την  αποξένωση, αλλά  και  την  απομόνωση. Την  απομόνωση  και  αυτού  που  δεν  παίρνει  την  πρωτοβουλία  τής  επικοινωνίας  και  αυτού  που  (την)  στερείται  από  την  αδιαφορία  τού  πρώτου.

Και  αυτά  φυσικά  είναι  αρνητικές  προϋποθέσεις  και  καταστάσεις  και  για  την  υγεία, σωματική  και  ψυχική  κάθε ανθρώπου  και  για  την  παροχή  τής  ευλογίας  τού  Θεού, και  τής  επικοινωνίας  μας  μαζί  Του. Αντιθέτως  κάθε  αγαπητική  εν  αληθεία  επικοινωνία  μεταξύ  τών  χριστιανών  μικραίνει  την  απόσταση, αλλά  και  την  αποστασία  από  το  Θεό  όλων  μας, και  τών  χριστιανών  και  τών  μη  χριστιανών. Ας  μην  ξεχνάμε  την  εντύπωση  και  τους  λόγους  τών  εθνικών  για  τους  πρώτους  χριστιανούς:  «Ιδέτε  πώς  οι  χριστιανοί  ούτοι  αγαπώσιν  αλλήλους».

Δημιουργία αρχείου: 1-9-2020.

Τελευταία μορφοποίηση: 1-9-2020.

ΕΠΑΝΩ