Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Κεντρική Σελίδα

Πατέρες και Σωτηρία

Η πρόνοια του Θεού και η ελευθερία του ανθρώπου στις πράξεις και στις επιλογές του * Η ελευθερία τής σωτηρίας. Μπορεί ο Θεός να αναγκάσει σε σωτηρία;

Κατά Αιρέσεων Βιβλίο 5ο: Κεφάλαιο 1.

Μέθεξη τής ανθρώπινης φύσης τού Χριστού προς σωτηρία

εν ελευθερία

Αγίου Ειρηναίου τής Λυών (2ος - αρχές 3ου αιώνος).

 

Πηγή: "Έλεγχος και Ανατροπή τής Ψευδωνύμου Γνώσεως", βιβλίο 5ο, κεφάλαιο 1ο, σε μετάφραση αρχιμ. Ειρηναίου Χατζηεφραιμίδη δ. Θ. Θεσσαλονίκη 1991.

1. Δεν θα μπορούσαμε αλλιώς να μάθωμε τα του Θεού, παρά μόνον εάν γινόταν άνθρωπος ο Διδάσκαλός μας που ήταν και ο Λόγος. Ούτε θα μπορούσε κάποιος άλλος να μας διδάξει τα του Πατρός[1], παρά μόνον ο δικός του Λόγος[2]. «Τις γαρ» άλλος «έγνω νουν Κυρίου; ή τίς σύμβουλος αυτού εγένετο;»[3]. Ούτε πάλι εμείς μπορούσαμε αλλιώς να μάθωμε, παρά μόνον αν βλέπαμε τον Διδάσκαλό μας και καταλαβαίναμε με την ακοή μας τη φωνή του. Έτσι, καθώς θα γίνωμε μιμηταί των έργων του και ποιηταί των λόγων του[4], θα έχωμε επικοινωνία μαζί του[5], παίρνοντας την αύξηση από τον τέλειο και τον προ πάσης κτίσεως όντα.

Εμείς τώρα τελευταία γίναμε από τον μόνο άριστο και αγαθό και αυτόν που έχει τη δωρεά της αφθαρσίας και γίναμε όμοιοί του και κατά την πρόγνωση του Πατρός[6] προορισθήκαμε για να υπάρχωμε[7] εμείς που ως τώρα δεν υπήρχαμε. Γίναμε δε η απαρχή της κτίσεως και λάβαμε τη δωρεά στους προεγνωσμένους καιρούς, κατά τη διακονία του Λόγου, που είναι τέλειος σε όλα. Ο ισχυρός Λόγος και πραγματικός άνθρωπος μας εξαγόρασε[8] με το αίμα του κατά τρόπο λογικό και έδωσε ως λύτρο τον ίδιο τον εαυτό του[9] γι' αυτούς που οδηγήθηκαν στην αιχμαλωσία.

Και επειδή άδικα μας εξουσίαζε η αποστασία ενώ εκ φύσεως ανήκαμε στον παντοδύναμο Θεό, μας αποξένωσε παρά φύση, κάνοντάς μας δικούς της μαθητάς. Ως παντοδύναμος, όμως, ο Λόγος του Θεού και μη υστερούμενος στη δικαιοσύνη του, δίκαια στράφηκε και κατά της ιδίας της αποστασίας, εξαγοράζοντας από αυτήν όσα του ανήκαν όχι με τη βία, όπως εκείνη στην αρχή κυριάρχησε επάνω μας και ακόρεστα άρπαξε αυτά που δεν ήσαν δικά της, αλλά με την πειθώ, όπως ταίριαζε στον Θεό που πείθει και δεν εξασκεί βία για να πάρει αυτά που θέλει. Έτσι ούτε το δίκαιο καταστράφηκε, ούτε η αρχαία δημιουργία του Θεού απωλέσθηκε. [Με το δικό του, λοιπόν, αίμα, μας λύτρωσε ο Κύριος[10] και έδωσε την ψυχή του υπέρ των δικών μας ψυχών και το σώμα του υπέρ των δικών μας σωμάτων[11]] [12].

Έστειλε το Πνεύμα του Πατρός για να ενώσει και συνδέσει τον Θεό με τον άνθρωπο. Στους μεν ανθρώπους κατέβασε, τον Θεό δια του Αγίου Πνεύματος. Στον Θεό, πάλι, ανέβασε τον άνθρωπο με τη σάρκωσή του. Σίγουρα και πραγματικά κατά την παρουσία του δώρισε σε εμάς την αφθαρσία και την επικοινωνία μαζί του. Κατ' αυτόν τον τρόπο εξαφανίσθηκαν όλες οι διδασκαλίες των αιρετικών.

 2. Είναι, λοιπόν, ανόητοι όσοι λέγουν πως ο Λόγος φάνηκε «κατά δόκησιν». [Δεν έγιναν αυτά «κατά δόκησιν», αλλά πραγματικά και αληθινά. Και αν φαινόταν άνθρωπος, χωρίς να είναι, ούτε το Πνεύμα του Θεού, που υπήρχε πραγματικά, θα έμενε, διότι είναι αόρατο αυτό το Πνεύμα. Ούτε θα υπήρχε τίποτε πραγματικό σε αυτόν, διότι δεν υπήρχαν εκείνα που φαίνονταν. Είπαμε δε πρωτύτερα ότι ο Αβραάμ και οι άλλοι Προφήται τον έβλεπαν προφητικά[13] και προφήτευαν αυτό που επρόκειτο να γίνει και να δούμε με τα μάτια μας. Εάν, λοιπόν, και τώρα φανερώθηκε τέτοιος, ώστε να μη είναι αυτό που φαίνεται, κάποια προφητική οπτασία έγινε στους ανθρώπους και πρέπει να περιμένομε και κάποια άλλη παρουσία του. Στην οποία θα είναι τέτοιος που τώρα προφητικά τον βλέπουμε. Αποδείξαμε ακόμη ότι το ίδιο είναι όταν λέγωμε ότι φανερώθηκε «δοκήσει» και ότι δεν πήρε τίποτε από τη Μαρία. Διότι δεν θα είχε στ' αλήθεια σάρκα και αίμα, με τα οποία μας εξαγόρασε[14], εάν δεν ανακεφαλαίωνε στον εαυτό του[15] την αρχαία δημιουργία του Αδάμ. Είναι ανόητοι, λοιπόν, οι οπαδοί του Ουαλεντίνου, οι οποίοι αποφαίνονται περί αυτού δογματικά, για να αποκλείσουν τη σωτηρία του σώματος][16] και να αρνηθούν τη δημιουργία του Θεού.

 3. Είναι, ακόμη, ανόητοι και οι Εβιωνίτες, οι οποίοι δεν δέχονται με την πίστη μέσα στην ψυχή τους την ένωση του Θεού και του ανθρώπου, αλλά παραμένουν στην παλιά ζύμη της δημιουργίας[17] και δεν θέλουν να καταλάβουν ότι το Άγιο Πνεύμα ήλθε στη Μαρία και η δύναμη του Υψίστου την επισκίασε. Γι' αυτό και το γεννώμενον είναι άγιον και Υιός του Υψίστου θεού[18] και Πατρός των όλων, ο οποίος απεργάσθηκε τη σάρκωσή του και έδειξε τη νέα γέννηση. Και έτσι, όπως με την προηγούμενη γέννηση κληρονομήσαμε το θάνατο, με αυτή τη γέννηση θα κληρονομήσουμε τη ζωή[19].

Επομένως, απορρίπτουν αυτοί την ένωση του ουρανίου οίνου και μόνον το κοσμικό νερό θέλουν να υπάρχει. Δεν δέχονται τον Θεό, για να ενωθεί με αυτούς, αλλά παραμένουν στον Αδάμ που νικήθηκε και εκδιώχθηκε από τον παράδεισο. Δεν βλέπουν ότι, όπως από την αρχή της δημιουργίας μας στον Αδάμ η πνοή της ζωής, που έδωσε ο Θεός, ενώθηκε με το πλάσμα και έδωσε την ψυχή στον άνθρωπο και τον έκανε λογικό oν[20], έτσι στο τέλος ο Λόγος του Πατρός και το Πνεύμα του Θεού ενώθηκαν με την παλαιά υπόσταση της πλάσεως του Αδάμ και έκαναν τον άνθρωπο ζώντα και τέλειο που κατανοεί τον τέλειο Πατέρα. Όπως στον ψυχικό Αδάμ όλοι πεθάναμε, έτσι στον πνευματικό όλοι θα ζωοποιηθούμε[21]. Διότι δεν διέφυγε κάποτε ο Αδάμ τα χέρια του Θεού (τον Υιό και το Πνεύμα), στα οποία μιλώντας ο Πατήρ είπε: «Ποιήσωμεν άνθρωπον κατ' εικόνα ημετέραν και καθ' ομοίωσιν»[22]. Και γι' αυτό στο τέλος όχι «εκ θελήματος σαρκός, ουδέ εκ θελήματος ανδρός»[23], αλλά κατά την ευδοκία του Πατρός τα χέρια του τελειοποίησαν τον ζώντα άνθρωπο, ώστε να γίνει ο Αδάμ «κατ' εικόνα και καθ' ομοίωσιν» Θεού.

 

Σημειώσεις


 1. Ιωάννης 12,49- 15,15· Ματθαίος 11,27· Λουκάς 10,22.

 2. Ανθολόγιο Αχρίδος.

 3. Ησαΐας 40,13· Ρωμαίους 11,34.

 4. Ιακώβου 1,22.

 5. Α΄ Ιωάννου 1,6.

 6. Α' Πέτρου 1,2.

 7. Εφεσίους 1,11-12.

 8. Γαλάτας 3,13· Εφεσίους 1,7.

 9. Ματθαίος 20,28· Μάρκος 10,45· Α΄ Τιμόθεον 2,6.

 10. Εφεσίους 1,7.

 11. Ιωάννης 15,13.

 12. Θεοδωρήτου, Ερανιστής, Διάλογος Γ' (PG 83,284).

 13. Ιωάννης 8,56.

 14. Γαλάτας 3,13· Εφεσίους 1,7.

 15. Εφεσίους 1,10.

 16. Θεοδωρήτου, Ερανιστής, Διάλογος Β΄ (PG 83,172).

 17. Α΄ Κορινθίους 5,7.

 18. Λουκάς 1,35.

 19. Α΄ Κορινθίους 15,22.

 20. Γένεση 2,7.

 21. Α΄ Κορινθίους 15,22.

 22. Γένεση 1,26.

 23. Ιωάννης 1,13.

Δημιουργία αρχείου: 8-3-2025.

Τελευταία μορφοποίηση: 8-3-2025.

ΕΠΑΝΩ