Γενικό και ειδικό ιερατείο // Λόγος περί Iερωσύνης. Αγ. Γρηγορίου Θεολόγου // Στην αρχαία Εκκλησία υπήρχε Ειδική Ιεροσύνη // Ο θεσμός τού Επισκόπου στην προς Μαγνησιείς Επιστολή
Το χάρισμα τής Αρχιερωσύνης Το χάρισμα με το κρυμμένο μεγαλείο Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου
Πηγή: Περιοδικό "Εκκλησιαστική Παρέμβαση" τεύχος 231, Οκτωβρίου 2015. Αναδημοσίευση από: http://www.parembasis.gr/index.php/ekklisiastiki-parembasi-3/current-issue |
Η ζωή μας είναι γεμάτη από επετείους γεννήσεως, αναγεννήσεως, χαρισμάτων ιερωσύνης και άλλων μυστηρίων. Είναι ενδιαφέρον αλλά και πολύτιμο να βλέπουμε τις επετείους αυτές μέσα στο πνεύμα τού χαρίσματος, ότι ο Θεός μάς έδωσε την βιολογική και πνευματική ζωή, Αυτός μάς έφερε στην ύπαρξη και μάς έδωσε το χάρισμα να είμαστε μέλη τής Εκκλησίας, Αυτός μάς χορηγεί τα πάντα. Ο Απόστολος Παύλος γράφει: «τι δε έχεις ό ουκ έλαβες; ει δε και έλαβες, τι καυχάσαι ως μη λαβών;» (Α΄ Κορ. δ΄, 7). Είναι επόμενο ότι αυτές οι επέτειοι δεν πρέπει να ερμηνεύωνται και να εορτάζωνται μέσα σε μια ατμόσφαιρα κοσμική, αλλά σε μια ατμόσφαιρα καθαρά πνευματική, δηλαδή να βλέπη κανείς την δωρεά τού Θεού, την αγάπη Του για μάς, την αναξιότητά μας, την απέραντη ευγνωμοσύνη για το χάρισμα που μάς έδωσε και τελικά την μέριμνα πώς θα ανταποκριθή στο υπερβάλλον μέγεθος τής αγάπης τού Θεού. Συγκεκριμένα το χάρισμα τής Αρχιερωσύνης είναι μεγάλη δωρεά τού Θεού. Αυτό το βλέπουμε σε όλα τα κείμενα τών Πατέρων τής Εκκλησίας, αλλά κατά έναν εκφραστικό τρόπο περιγράφεται από τον άγιο Σιλουανό τον Αθωνίτη. Ήταν ένας ευλογημένος μοναχός που είχε δεχθή την μεγάλη Χάρη τού Θεού, την δωρεά να δη τον Χριστό εν Αγίω Πνεύματι, και μέσα από αυτήν την προοπτική έβλεπε καθαρά και το μεγάλο χάρισμα τής Αρχιερωσύνης. Είναι εκπληκτικό πώς εκφράζεται και στο θέμα αυτό ο άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, εκφραστής τής εμπειρικής χαρισματικής θεολογίας. Με απλό και θεολογικό λόγο παρουσιάζει το χάρισμα τής Αρχιερωσύνης, τού Επισκόπου. Γνώριζε εκ πείρας την μεγάλη δωρεά τής Αποστολικής Χάριτος. Οι άγιοι Απόστολοι συνδέονταν με τον Χριστό και Τον αγαπούσαν πολύ, ακόμη και τότε που «περιόδευαν τη γη και κήρυτταν στο λαό το λόγο για τον Κύριο και την Βασιλεία τών Ουρανών∙ οι ψυχές τους, όμως, ποθούσαν και διψούσαν να δουν τον αγαπημένο Κύριο, και γι' αυτό δεν φοβούνταν το θάνατο, αλλά τον συναντούσαν με χαρά∙ και αν ήθελαν να ζουν στη γη, ήταν μόνο για χάρη τού λαού, που τον αγαπούσαν» (σελ. 479). Οι Απόστολοι δεν ζούσαν σε έναν ιδιαίτερο τόπο, αφού συνεχώς μετακινούνταν, αλλά ποτέ δεν τους εγκατέλειψε η Χάρη τού Θεού, είχαν συνεχή πόθο και αγάπη για τον Θεό και η Χάρη τους είχε διαποτίσει και στο σώμα, ώστε «δεν φοβούνταν ούτε μαρτύριο ούτε θάνατο, γι' αυτό και ο Κύριος τους απέστειλε στον κόσμο να φωτίσουν τους ανθρώπους» (σελ. 479-480). Οι Επίσκοποι είναι οι διάδοχοι τών Αγίων Αποστόλων και αυτοί είναι οι Ποιμένες τής Εκκλησίας. Έλαβαν από τον Θεό δια τής χειροτονίας τους μεγάλη Χάρη. Το έργο τους δεν είναι ανθρώπινο, αλλά τής θείας Χάριτος. «Αυτή, όμως, η μέριμνα ανήκει κυρίως στους ποιμένες τής Εκκλησίας, στους οποίους δόθηκε τόσο μεγάλη χάρη, ώστε όλος ο κόσμος θα ξαφνιαζόταν, αν μπορούσαν οι άνθρωποι να δουν το μεγαλείο αυτής τής χάριτος. Ο Κύριος, όμως, την έκρυψε, για να μην υπερηφανεύονται οι λειτουργοί Του, αλλά να σώζονται με την ταπείνωση» (σελ. 480). Το έργο τών Επισκόπων είναι το ίδιο με το έργο τών Αποστόλων. Δεν πρόκειται για μια εκκοσμικευμένη εξουσία, αλλά για ένα έργο σωτηρίας τών ανθρώπων. Διαπαιδαγωγούν τους ανθρώπους να ακολουθούν τον δρόμο τής σωτηρίας τους. «Αυτοί, ως διάδοχοι τών Αποστόλων και κατά τη χάρη που τους δόθηκε, μάς οδηγούν στον Χριστό. Αυτοί μάς διδάσκουν τη μετάνοια∙ αυτοί μάς διδάσκουν να τηρούμε τις εντολές τού Κυρίου. Αυτοί κηρύττουν σε μάς τον λόγο τού Θεού, για να γνωρίσουμε τον Κύριο. Αυτοί μάς κατευθύνουν να ανεβούμε στο ύψος τού ταπεινού πνεύματος τού Χριστού. Αυτοί συγκεντρώνουν στην αυλή τής Εκκλησίας τα θλιμμένα και σκορπισμένα πρόβατα τού Χριστού, για να βρουν οι ψυχές τους ανάπαυση εν τω Θεώ. Αυτοί προσεύχονται για μάς στον Κύριο, για να σωθούμε όλοι μας». Οι Επίσκοποι έχουν πείρα τού Θεού και με αυτή την πείρα τους καθοδηγούν τον λαό και προσπαθούν να κατευθύνουν τον νου τους στον Θεό. «Αυτοί γνώρισαν τον Κύριο με το Άγιο Πνεύμα και, όπως και οι άγγελοι, βλέπουν νοερώς τον Θεό. Αυτοί έχουν τη δύναμη να αποσπάσουν και τον δικό μας νου από τη γη και να το προσηλώσουν στον Κύριο» (σελ. 481). Είναι εκπληκτική αυτή η αίσθηση που έχει ο άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης για τους Επισκόπους και το έργο τους. Αυτό συνδέεται με την κάθαρση και τον φωτισμό τού νου τών ανθρώπων. Έχοντας αυτήν την πείρα οι Επίσκοποι «θλίβονται», όταν οι άνθρωποι ζουν μακράν τού Θεού, όταν εμποδίζουν το Άγιον Πνεύμα να κατοικήση μέσα τους, «αυτούς βαρύνουν οι θλίψεις όλης τής γης και οι ψυχές τους έλκονται από την αγάπη τού Θεού, και αυτοί προσεύχονται αδιάλειπτα, για να βρούμε παρηγοριά στις θλίψεις μας και να έρθει ειρήνη σε όλο τον κόσμο» (σελ. 481). Η σχέση μεταξύ Επισκόπων και ανθρώπων είναι σχέση ποιμένων με πρόβατα λογικά, γι' αυτό και οι Επίσκοποι λέγονται ποιμένες. Ο Χριστός είναι ο Ποιμήν ο Καλός που θυσιάσθηκε για τα πρόβατα. «Το ίδιο πάσχουν και οι πνευματικοί μας ποιμένες για μάς, έστω και αν εμείς δεν αντιλαμβανόμαστε τις περισσότερες φορές τις στενοχώριες τους. Και όσο μεγαλύτερη είναι η αγάπη τού ποιμένα, τόσο μεγαλύτερη είναι και η θλίψη Του. Και εμείς, τα πρόβατα, οφείλουμε να το καταλαβαίνουμε αυτό και να αγαπούμε και να τιμούμε τους ποιμένες μας» (481). Την Χάρη που έχουν οι Αρχιερείς την βλέπουν μόνον εκείνοι που έχουν καθαρότητα στην καρδιά τους. «Ένας ταπεινός και πράος άνθρωπος περπατούσε με τη γυναίκα του και τα τρία παιδιά του. Στο δρόμο τους συνάντησαν έναν αρχιερέα που περνούσε επάνω στην άμαξά του, και όταν ο χωρικός με ευλάβεια υποκλίθηκε προς αυτόν, τότε είδε τον αρχιερέα που τον ευλογούσε να περιβάλλεται από το πυρ τής χάριτος» (482). Τα δεινά που έρχονται στην ζωή μας είναι γιατί οι άνθρωποι δεν ρωτούν τους Πνευματικούς Πατέρας και οι Ιεράρχες και Πνευματικοί δεν ρωτούν τον Κύριο για το πώς να ενεργήσουν. «Όλες οι συμφορές έρχονται σε μάς, γιατί δεν ρωτάμε τους πνευματικούς πατέρες που είναι ταμένοι να μάς καθοδηγούν∙ και στους ιεράρχες και πνευματικούς, γιατί δεν ρωτούν τον Κύριο πώς πρέπει να ενεργήσουν. Αν ο Αδάμ ρωτούσε τον Κύριο, όταν η Εύα τού έδωσε να γευθεί τον καρπό, τότε ο Κύριος θα τον φώτιζε και ο Αδάμ δεν θ' αμάρτανε. Θα το πω και για τον εαυτό μου: Όλα τα αμαρτήματά μου και τα λάθη μου έγιναν, γιατί την ώρα τού πειρασμού και τής ανάγκης δεν επικαλέστηκα τον Κύριο. Τώρα, όμως, έμαθα να ικετεύω την αγαθότητα τού Θεού, και ο Κύριος με τις ευχές τού πνευματικού με φυλάγει» (σελ. 482-483). Ο άγιος Σιλουανός καταλήγει ότι «ο Κύριος έδωσε στην αγία Εκκλησία ποιμένες, και αυτοί διακονούν κατά το υπόδειγμα τού Χριστού και με το Άγιο Πνεύμα έχουν την εξουσία να συγχωρούν τις αμαρτίες» (σελ. 483). Βέβαια, μερικοί δεν μπορούν να καταλάβουν πώς είναι δυνατόν «ο τάδε επίσκοπος ή πνευματικός ή ιερέας να έχει Άγιο Πνεύμα, αφού τού αρέσει να τρώει, και έχει και άλλες αδυναμίες». Και απαντά ο άγιος Σιλουανός: «Εγώ όμως θα σού πω: Αυτό είναι δυνατόν, αν αυτός δεν δέχεται τους κακούς λογισμούς. Έτσι, και αν έχει κάποιο ελάττωμα, αυτό δεν παρεμποδίζει τη χάρη να ζει στην ψυχή του, όπως το πράσινο δένδρο, και αν έχει μερικά ξερά κλαδιά, αυτό δεν το εμποδίζει να καρποφορεί∙ ή, όπως τα ζιζάνια που δεν εμποδίζουν να βλαστάνει το σιτάρι» (σελ. 483-484). Το χάρισμα τής Αρχιερωσύνης είναι μεγάλο, είναι δωρεά τού Αγίου Πνεύματος που δίνεται στον άνθρωπο για να βοηθά τους συνανθρώπους του προς την σωτηρία. Και μια επέτειος τού μεγάλου αυτού χαρίσματος δεν μπορεί να αγνοή την μεγάλη ευεργεσία τού Θεού, καθώς επίσης δεν μπορεί να μην Τον ευγνωμονή και δεν είναι δυνατόν να μη σκέπτεται ότι θα δώση λόγο στο φοβερό βήμα τού Χριστού για το πώς το διεφύλαξε και το αξιοποίησε. Ο άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, ο μεγάλος και «γλυκύτατος εν θεολόγοις», ο οποίος έβλεπε με την Χάρη τού Θεού τα χαρίσματα που δίνει ο Θεός, είθε να πρεσβεύη για μάς τους Αρχιερείς να είμαστε όχι μόνον διάδοχοι «τών θρόνων τών Αποστόλων», αλλά και διάδοχοι «τού τρόπου τών Αποστόλων».– |
Δημιουργία αρχείου: 19-11-2015.
Τελευταία μορφοποίηση: 19-11-2015.