|
Η Παναγία ως "μόνη" βοήθεια * Είναι λατρεία η προσκύνηση; * Οι αδελφοί τού Χριστού * Η συμμετοχή της Παναγίας στη σωτηρία του ανθρώπου * Θεοτόκος η μητέρα του Φωτός * Η Μαρία, Θεοτόκος και Παναγία: Δύο χαρακτηριστικά που "σκανδαλίζουν" τους Προτεστάντες
Η Παρθένος Μαρία, όργανο τής ενανθρώπισης τού Χριστού Τού π. Αντωνίου Αλεβιζόπουλου
Πηγή: Περιοδικό "Διάλογος" Νο 34. 2003. Σελ. 5 Αναδημοσίευση σε html από: http://www.ecclesia.gr |
Ο Θεός σέβεται την ελευθερία του Ανθρώπου·
χωρίς την Ανθρώπινη προαίρεση ο Θεός δεν ήθελε τον άνθρωπο ούτε στον παράδεισο.
Το ίδιο βλέπουμε και στην περίπτωση της σωτηρίας του κόσμου, ήταν απαραίτητη η
συνεργασία του Ανθρώπου και αυτό έγινε στο πρόσωπο της παρθένου Μαρίας.
Η προσφορά της παρθένου Μαρίας Σε τι συνίσταται η προσωπική συμβολή της Αγίας Παρθένου στη σωτηρία του κόσμου; Και μετά την πτώση, ο Θεός συνέχισε να σέβεται την ελευθερία του Ανθρώπου· δεν θα έσωζε τον κόσμο χωρίς την συγκατάθεση του ίδιου του κόσμου. Η παρθένος Μαρία λοιπόν έγινε συνεργός του Θεού στο έργο της σωτηρίας ολοκλήρου του κόσμου. Οι λόγοι της, «ιδού η δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά το ρήμα Σου» (Λουκάς α' 38) δεν ήταν απλώς η δική της συγκατάθεση, αλλά η συγκατάθεση ολοκλήρου του κόσμου. Το στόμα της Θεοτόκου έγινε στόμα ολοκλήρου της δημιουργίας και ταυτόχρονα όργανο της σωτηρίας του κόσμου. Από το άλλο μέρος η παρθένος Μαρία αποτελεί προσφορά προς τον Θεό ολοκλήρου του κόσμου. Η ανθρωπότης δίδει στο πρόσωπο της Παρθένου την αγνότερη προσφορά της στον Θεό και ο Θεός τη δέχεται και την κάνει δοχείο, τόπο γέννησής Του, μητέρα του ανθρώπινου γένους και ολοκλήρου του κόσμου. Αυτό σημαίνει ο λόγος του Κυρίου στον αγαπημένο Του μαθητή: «Ιδού η μήτηρ σου!» (Ιωάννης ιθ' 27). Σ' αυτό συνίσταται η συμβολή της Παρθένου στη σωτηρία μας.
Αληθής Θεοτόκος Με ποια έννοια ονομάζεται η παρθένος Μαρία Θεοτόκος; Μετά τη συγκατάθεσή της ήλθε σ’ αυτήν το πνεύμα το Άγιο, σύμφωνα με τον λόγο του Κυρίου (Λουκάς α' 35) και την εξάγνισε χορηγώντας σ’ αυτήν τη δύναμη να δεχθεί να Τον γεννήσει: «Και τότε έπεσαν επάνω της, ωσάν σκιά, η ενυπόστατος Σοφία και Δύναμις του Υψίστου Θεού, ο Υιός και Λόγος του Θεού, ο ομοούσιος με τον Πατέρα, ωσάν θείος σπόρος, και εδημιούργησε δια τον εαυτόν Του σάρκα με ψυχήν λογικήν και νοεράν, την πιο εκλεκτήν εκπροσώπησιν του γένους μας, όχι σπερματικώς, αλλά δημιουργικώς, με την συνεργασίαν του Αγίου Πνεύματος… Εδημιούργησε με ανέκφραστον τρόπον μέσα εις την ιδικήν Του προσωπικήν υπόστασιν, από τα αγνά αίματα της Αειπαρθένου, σάρκα με ψυχήν λογικήν και νοεράν, παίρνοντας, ό,τι εκλεκτόν από το ανθρώπινον γένος, με το να γίνει ο ίδιος ο Λόγος αληθινή ύπαρξις δια την σάρκα» (Ιωάννης Δαμασκ.). Η διδασκαλία αυτή της Εκκλησίας (Α' Τιμ. γ' 15) είναι Γραφική: «Η σοφία οικοδόμησε για τον εαυτόν της οίκον… » (Παροιμίες θ' 1) «και ο Λόγος έγινε σαρξ, που κατώκησε μεταξύ μας, και είδομεν την δόξαν αυτού, δόξαν που έχει ένας μονογενής Υιός από τον Πατέρα, γεμάτος χάριν και αλήθειαν» (Ιωάννης α' 14. Παράβαλλε Ιωάννης ι΄ 18). Ήταν λοιπόν πραγματικός άνθρωπος, το αναμενόμενο σπέρμα της γυναικός» (Γεν. γ' 15). Ο Υιός της Παρθένου δεν ήταν μόνο τέλειος άνθρωπος, Αλλά και τέλειος Θεός· όχι θεοφόρος άνθρωπος, αλλά Θεός με σάρκα. Δεν ήταν κάποιος προφήτης που εχρίσθη μετά τη γέννησή του από τον Θεό, Αλλά ο ίδιος ο Θεός που εσαρκώθη χωρίς όμως η θεία φύση να «τραπεί» σε ανθρώπινη ή η ανθρώπινη φύση να μεταβληθεί σε θεία. Κι αυτό το γεγονός λογίζεται ως «χρίσις» του Υιού της Παρθένου γι’ αυτό το λόγο ο Ιησούς γεννήθηκε στη Βηθλεέμ ως «Σωτήρ» και «Κύριος» και ήταν από τη στιγμή της συλλήψεώς Του Χριστός (παράβαλλε Λουκάς α' 35-43, β' 11). «Ο χρίσας έγινε άνθρωπος και ο χριόμενος έγινε Θεός· όχι με μεταβολή της φύσεως, αλλά με υποστατική ένωση», δηλαδή με ένωση στο ένα και μοναδικό πρόσωπο του Χριστού. Η Αγία Γραφή δεν αφήνει αμφιβολία: «Και θα εκχύσω επί τον οίκον Δαυίδ και επί τους κατοικούντας την Ιερουσαλήμ πνεύμα χάριτος και οικτιρμού, και θα επιβλέψουν προς εμέ, τον οποίον εξεκέντησαν» (Ζαχαρίας ιβ' 10). «Προσέχετε λοιπόν εις τους εαυτούς σας και εις όλον το ποίμνιον, εις το οποίον το Πνεύμα το άγιον σάς έθεσεν επισκόπους, δια να ποιμάνετε την Εκκλησίαν του Θεού, την οποίαν απέκτησε δια του ιδίου αίματος» (Πράξ. κ' 28). Στα σπλάγχνα της Παρθένου ενώθηκαν σε μία υπόσταση (πρόσωπο) η θεία με την ανθρώπινη φύση, χωρίς να διαιρούνται αλλά και χωρίς να συγχέονται και χωρίς να μεταβάλλεται η μία στην άλλη. Η καθεμιά από τις φύσεις του Χριστού διατηρεί τα δικά της γνωρίσματα. Όμως επειδή το πρόσωπο του Χριστού είναι ένα, γίνεται κοινοποίηση των ιδιωμάτων μεταξύ των δύο φύσεων. Έτσι αυτό που συμβαίνει στη μία, συμβαίνει στο ένα πρόσωπο του Υιού του Θεού. Η παρθένος Μαρία δεν εγέννησε τη θεότητα, εγέννησε την ανθρώπινη φύση του Χριστού. Επειδή όμως πρόκειται για το ίδιο πρόσωπο, στο οποίο και οι δύο φύσεις είναι αχώριστα ενωμένες, ονομάζει η αγία Γραφή την παρθένο Μαρία «μητέρα του Κυρίου» (Λουκάς α' 3) και τον Χριστόν «Κύριον» και «Θεόν» (Λουκάς α' 35, 68, 76, β' 11. Πρβλ. Μαλαχίας γ' 1). Έτσι, όταν αναφέρει η αγία Γραφή πως εξεκέντησαν τον «Κύριον» (Γιαχβέ) δεν εννοεί τη θεία φύση του Χριστού, αλλά το σώμα Του, το οποίο όμως ήταν αχώριστα ενωμένο με τη θεότητα με βάση το ένα πρόσωπο (Κορ. β΄ 9). Με τον ίδιο τρόπο κατανοούμε και το άλλο εδάφιο, το οποίο κάνει λόγο για το αίμα του Θεού (Ζαχαρίας ιβ' 10, Αποκ. α' 7). Αλλού αναφέρεται πως ο Υιός του ανθρώπου, που «κατέβηκε από τον ουρανόν» ενώ βρισκόταν ακόμη στη γη, έλεγε πως βρισκόταν ταυτόχρονα στον ουρανό (Ιωάννης γ' 13), ή: «πριν γίνει ο Αβραάμ εγώ είμαι» (Ιωάννης η' 58). Η παρθένος Μαρία λοιπόν είναι αληθινά θεοτόκος· όποιος το αρνείται, αρνείται το χριστολογικό δόγμα, δηλαδή τη σωτηρία (Κολοσσαείς β΄ 9. Α' Τιμ. γ' 16). Η παρθένος Μαρία είναι μητέρα ολοκλήρου του κόσμου, γιατί όλοι καλούνται «εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν» (Α' Τιμ. β΄ 4), να γίνουν δηλαδή μέλη Χριστού μέσα στην Εκκλησία. Μέσα στην Εκκλησία ο Χριστός μας προσφέρει τη σάρκα Του, την οποία έλαβε από την αγνή Παρθένο, από τη φύση και την ουσία της μητέρας Του. «Και καθώς ελάβαμεν όλοι εκ του πληρώματος αυτού (Ιωάννης α' 16), ήγουν από την θεότητα αυτού (πρβλ. Κολοσσαείς β΄ 9. Εφεσ. α' 23, δ΄ 13), τοιουτοτρόπως και εμείς γινόμεθα υιοί της θεοτόκου και μητρός Του και αδελφοί του Χριστού (πρβλ Ρωμαίους η' 29), ωσάν οπού δια του υπεραγνώστου γάμου οπού έγινε μετ' αυτής, και εν αυτή, εγεννήθη από αυτήν ο Υιός του Θεού (Ματθαίος α' 18-21. Λουκάς α' 35, β' 11. Ματθαίος ιστ' 16) και από αυτήν πάλιν εγεννήθησαν όλοι οι Άγιοι» (Συμεών ο νέος θεολ.). Επομένως όλοι οι Άγιοι είναι δούλοι της παρθένου Μαρίας με την έννοια ότι αυτή είναι η μητέρα του Κυρίου των (Λουκάς α' 43), αλλά είναι και υιοί της, γιατί μεταλαμβάνουν από την σάρκα του Υιού της, που είναι και δική της σάρκα. Ταυτόχρονα όμως η παρθένος Μαρία ήταν η πρώτη που προσέλαβε τον Χριστό και επραγματοποίησε στα σπλάγχνα της την σωτήρια ένωση μεταξύ Θεού και ανθρώπων. Γι’ αυτό την αποκαλέσαμε κορυφαία της Εκκλησίας και μητέρα του κόσμου (πρβλ. Ιωάννης ιθ' 27. Ρωμαίους η' 17-21).
Η πλάνη των αιρετικών Τίθεται το ερώτημα: Η τιμή της θεοτόκου έχει ουσιαστική σχέση με την υπόθεση της σωτηρίας μας; Ναι, βεβαίως έχει. Όποιος αρνείται την προσωπική συμμετοχή της παρθένου Μαρίας στο έργο της σωτηρίας μας, οποίος δεν αποδίδει την ανάλογη τιμή στη θεοτόκο, αυτός δεν κινείται στο χώρο της νέας ρίζας του Χριστού και της νέας δημιουργίας, αλλά μένει στην εποχή της πτώσης και της φθοράς και συνδέεται μόνο με τη ρίζα του παλαιού Αδάμ, που είναι η ρίζα της αμαρτίας. Γι’ αυτόν τον άνθρωπο ο Χριστός είναι σαν να μην εγεννήθη. Με άλλα λόγια οποίος δεν αναγνωρίζει την παρθένο Μαρία ως θεοτόκο, αυτός αρνείται την θεανθρωπότητα του Χριστού, αυτός δεν μπορεί να ωφεληθεί από την ανάγνωση της Αγίας Γραφής και από την εφαρμογή των εντολών του Χριστού. Τούτο γιατί δεν μας σώζει η αγία Γραφή, αλλά ο ίδιος ο Χριστός, τον οποίον αναγγέλει η αγία Γραφή (πρβλ. Ιωάννης ε΄ 39). Στον χαρακτηρισμό της Μαρίας ως θεοτόκου συνίσταται «όλον το μυστήριον της θείας οικονομίας· διότι εάν η γενήσσασα είναι θεοτόκος, θα είναι Θεός και ο γεννηθείς εξ αυτής, όπως επίσης και άνθρωπος» (Ιωάννης Δαμασκ.). Εκείνος όμως που θα αναγνωρίσει την παρθένο Μαρία θεοτόκο και θα πιστεύσει στην θεανθρωπότητα του Χριστού, πρέπει να αποδώσει στη Μαρία την ανάλογη τιμή και να την αναγνωρίσει μητέρα Του κατά την επιθυμία του Κυρίου (πρβλ. Ιωάννης ιθ' 27). Γι’ αυτό λέμε πως η τιμή της θεοτόκου έχει άμεση σχέση με την υπόθεση της σωτηρίας μας.
Συμπερασματικά νομίζουμε πως στο πρόσωπο της παρθένου Μαρίας ολόκληρη η ανθρωπότητα συγκατατέθηκε για τη σωτήρια επέμβαση του Θεού, προκειμένου ο άνθρωπος να επιστρέψει στην κοινωνία με τον Θεό. Έτσι η παρθένος Μαρία έγινε «όργανο» και «συνεργός» του Θεού στη σωτηρία του ανθρώπου. Με τη συγκατάθεσή της την επεσκίασε το Άγιο Πνεύμα, την εξάγνισε και την κατέστησε κατάλληλο δοχείο, μέσα στο οποίο δημιουργήθηκε με τη σάρκα της η ανθρώπινη φύση του Υιού και Λόγου του Θεού. Με αυτόν τον τρόπο γεννήθηκε όχι θεοφόρος άνθρωπος, αλλά αληθινά Θεός με σάρκα. Η παρθένος Μαρία δεν εγέννησε βέβαια τη Θεότητα, αλλά την ανθρώπινη φύση, που όμως ανήκε στο ένα πρόσωπο του Ιησού Χριστού και γι’ αυτό το λόγο είναι «μητέρα του Κυρίου», δηλαδή αληθινή Θεοτόκος. Σ’ αυτή τη μοναδική αλήθεια στηρίζεται άλλωστε η σωτηρία του ανθρώπου και όποιος απορρίπτει την πίστη ότι η Μαρία είναι αληθινή Θεοτόκος, αρνείται την εν Χριστώ σωτηρία. Ο Χριστός είναι η «νέα ρίζα», επειδή δεν κατάγεται από τη ρίζα του Αδάμ, εγεννήθη «άνευ σποράς», εκ παρθένου. Όμως αυτό που ο Χριστός χρησιμοποιεί, το θέλει σε αποκλειστική χρήση. Με τη γέννησή του δεν παραβιάζεται η παρθενία της μητέρας Του και εκείνη μένει παρθένος και μετά τη γέννηση, έχοντας τον Ιησού Υιό μονογενή. Ο Ιωσήφ ήταν «πατέρας» του Ιησού «σύμφωνα με τον νόμο» και οι λεγόμενοι «αδελφοί» ήσαν «κατά τον νόμον» αδελφοί. Η Εκκλησία τιμά την Μαρία ως Θεοτόκο και Αειπάρθενο και διακηρύττει πως στα σπλάγχνα της Παρθένου ανακαινίσθηκε η φύση του ανθρώπου και γίναμε μέτοχοι της Θείας ζωής. Έτσι η Μαρία είναι η «γέφυρα» που ένωσε τη γη με τον ουρανό και τιμάται ανάλογα από τους πιστούς. Εκείνος που πρώτος ετίμησε την παρθένο Μαρία είναι ο ίδιος ο Θεός. Η Μαρία έγινε η «κεχαριτωμένη» και η «ευλογημένη», η «μητέρα του Κυρίου», την οποία οφείλουν να μακαρίζουν «πάσαι αι γενεαί». Αλλά οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί δεν τοποθετούν τη Θεοτόκο πάνω από την Εκκλησία αλλά μέσα σ’ αυτήν. Και η ίδια κληρονόμησε την άρρωστη φύση και ήταν γνήσιο παιδί του κόσμου, τον οποίο με τη συγκατάθεσή της στο σχέδιο του Θεού εκπροσώπησε. Στα σπλάγχνα της εβλάστησε η νέα ρίζα, στην οποία και η ίδια οφείλει τη σωτηρία. Γι’ αυτό και θεωρείται «Παναγία» σε σχέση με τα άλλα δημιουργήματα του Θεού και κορυφαία της Εκκλησίας. Η άγια σάρκα του Κυρίου ήταν και σάρκα της Θεοτόκου και όλοι οι Χριστιανοί που εντασσόμαστε στο σώμα του Χριστού γινόμαστε αδελφοί του Κυρίου και η παρθένος Μαρία γίνεται μητέρα ολόκληρης της ανθρωπότητας. Βλέπουμε την παρθένο Μαρία όχι ανεξάρτητα από τον Χριστό, αλλά πάντοτε σε σχέση με το πρόσωπο του Θεανθρώπου, ως «μητέρα του Κυρίου» και η τιμή που της αποδίδουμε, βρίσκεται πάντοτε σε σχέση με την υπόθεση της σωτηρίας μας «εν Χριστώ Ιησού». Έτσι εκείνος που αρνείται αυτή την τιμή, όχι μόνο δεν ακολουθεί την προφητεία της Γραφής («μακαριούσι με πάσαι αι γενεαί»), αλλά και ζει στην εποχή της πτώσης, πριν από τη γέννηση του Σωτήρα. Γιατί το μυστήριο της σωτηρίας μας εκφράζεται με τον όρο «Θεοτόκος», συμπλέκεται δηλαδή με την τιμή που απορρέει απ' αυτόν τον όρο και η οποία αποδίδεται στο πρόσωπο της παρθένου Μαρίας. |
Δημιουργία αρχείου: 1-7-2011.
Τελευταία μορφοποίηση: 1-8-2017.