Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Κεντρική Σελίδα

Ορθοδοξία

Η Θεία Λειτουργία * Η ακολουθία των Προηγιασμένων Τιμίων Δώρων

Οι κανόνες και οι βιβλικές ρίζες

της Ορθόδοξης υμνογραφίας

Επιμέλεια Θ. Ι. Ρηγινιώτης

 

Πηγή: https://vardavas.blogspot.com

 

Οι ρίζες της εκκλησιαστικής υμνογραφίας στα βιβλικά κείμενα είναι βαθιές και πολλές. Εκτός από το πλήθος των βιβλικών αναγνωσμάτων και των ψαλμών (από το βιβλίο «Ψαλμοί») που περιλαμβάνονται στις εκκλησιαστικές μας τελετές, και τα έργα που αποτελούν συνθέσεις των διαφόρων υμνογράφων ανά τους αιώνες έχουν αφομοιώσει κάθε σημαντικό στοιχείο της Αγίας Γραφής, από τις αφηγήσεις και τη διδασκαλία της, και το προσφέρουν με λογοτεχνικό τρόπο στην Εκκλησία, δηλαδή στο «σώμα του Χριστού», στο σύνολο των χριστιανών, που προσεγγίζουν το Θεό ως ένα σώμα, με κεφαλή το Χριστό και μέλη όλους εμάς, μαζί με τους αγγέλους και τους αγίους (γράφω «σημαντικό στοιχείο», με την έννοια ότι η Παλαιά Διαθήκη δίδεται θεωρημένη υπό το πρίσμα της Καινής Διαθήκης και όχι από ιουδαϊκή – ή κανενός είδους «ιουδαιοχριστιανική» – σκοπιά).

 

Ίσως το πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα του βιβλικού υπόβαθρου της υμνογραφίας μας είναι οι εννέα ωδές των «κανόνων», ενός μουσικού και ποιητικού είδους της «βυζαντινής», όπως επικρατεί να λέμε, εποχής, που χωρίζεται σε εννέα τμήματα («ωδές»= άσματα, τραγούδια), που το καθένα λαμβάνει την έμπνευση και την αφορμή του (ιδίως στο πρώτο τμήμα του, τον «ειρμό», που δίνει τη μελωδία στα «τροπάρια») από αντίστοιχες δέκα ωδές προερχόμενες από την Αγία Γραφή – οκτώ ωδές από την Παλαιά Διαθήκη και δύο από την Καινή. Οι δύο τελευταίες συνδυάζονται υμνογραφικά σε μία δίνοντας τη βάση της ένατης ωδής των κανόνων.

Οι βιβλικές αυτές ωδές είναι:

α΄ ωδή: η διάβαση της Ερυθράς θάλασσας· ωδή του προφήτη Μωυσή (Έξοδος, 15, 1-19),

β΄ ωδή: ο Μωυσής παραδίδει τις πλάκες τού Νόμου, λίγο προ του θανάτου του (Δευτερονόμιο, 32, 1-43)· λυπητερή ωδή, που σχεδόν πάντα παραλείπεται ή δεν γράφεται καν,

γ΄ ωδή: η αγία Άννα η προφήτιδα, προηγουμένως στείρα, συλλαμβάνει τον Σαμουήλ, τον μετέπειτα κριτή (Α΄ Βασιλειών, 2, στίχοι 1-10),

δ΄ ωδή: η προσευχή του προφήτη Αββακούμ (Αββακούμ, 3, 1-19 – όλο το κεφάλαιο),

ε΄ ωδή: η προσευχή του προφήτη Ησαΐα μετά το όραμά του (Ησαΐας, 26, 1-21 – όλο το κεφάλαιο),

ς΄ ωδή: η προσευχή του προφήτη Ιωνά εντός τού κήτους (Ιωνάς, 2, 3-10),

ζ΄ ωδή: η προσευχή των οσίων Τριών Παίδων στη Βαβυλώνα (διά στόματος ενός από τους τρεις, του Αζαρία), όταν όδευαν προς την κάμινο (Δανιήλ, 3, παράρτημα, 1-22),

η΄ ωδή: ο ύμνος των Τριών Παίδων εντός της καμίνου (Δανιήλ, 3, παράρτημα, 27-67),

θ΄ ωδή: η προσευχή της Θεοτόκου κατά την συνάντησή της με την αγία Ελισάβετ και η προσευχή του προφήτη Ζαχαρία (πρόκειται για τους γονείς του αγίου Ιωάννη του Προδρόμου), κατά Λουκάν 1, 46-55 και 68-79.

Βλ. ενδεικτικά (α) Νικ. Βούλγαρη, «Αι Εννέα Ωδαί», εδώ, (β) «Κανόνας (υμνογραφία)», λήμμα στη Βικιπαίδεια, εδώ) και (γ) Μ. Πρωτοπρεσβυτέρου Κ. Παπαγιάννη, Οι κανόνες και η τάξις ψαλμωδίας αυτών.

Η εξάρτηση κάθε ωδής ενός κανόνα από την αντίστοιχη βιβλική ωδή εκδηλώνεται είτε με αναφορές στα σχετικά με αυτήν πρόσωπα ή γεγονότα (π.χ. στην Ερυθρά Θάλασσα, το Μωυσή, τον Αββακούμ, τον Ιωνά, τη Θεοτόκο κ.λ.π.), είτε με αφομοίωση και παράθεση στίχων ή φράσεων από την ωδή, είτε και με τους δύο τρόπους.

Να προσθέσουμε ότι οι κανόνες ψάλλονται συνήθως κατά την ακολουθία του όρθρου, που τελείται νωρίς το πρωί (αυτό σημαίνει και η λέξη όρθρος, βλ. εδώ, κίνηση έγερσης, δηλ. έγερσης από τον ύπνο, συνεπώς πολύ πρωί), πριν τη θεία λειτουργία. Ο όρθρος μπορεί να τελεστεί και μόνος του (χωρίς να συνεχιστεί με θεία λειτουργία), ενώ όρθροι είναι και οι περίφημες βραδινές τελετές της Μ. Εβδομάδας (αρχικά τελούνταν το πρωί της επόμενης ημέρας από την οποία έχει καθιερωθεί να τελούνται εδώ και μερικούς αιώνες). Επίσης κανόνας είναι και η λεγόμενη «παράκληση της Παναγίας» (παρακλητικός κανόνας) και γενικά οι «παρακλήσεις» προς τους διαφόρους αγίους.

Ο κανόνας είναι ένα λογοτεχνικό είδος που έχει αναπτυχθεί πάρα πολύ, έχουν γραφτεί αναρίθμητοι κανόνες (πολλοί άγιοι έχουν δεκάδες κανόνες προς τιμήν τους, έργα διαφόρων ποιητών, οι περισσότεροι από τους οποίους δεν ψάλλονται στην εκκλησία, αλλά υπάρχουν ως ποιήματα σε χειρόγραφα αρχεία ή εκδόσεις) και συνεχίζουν να γράφονται, εφόσον στην Εκκλησία αναδεικνύονται ακόμη κι σήμερα νέοι άγιοι. Υπάρχουν κανόνες που συνιστούν πραγματικά αριστουργήματα, ενώ σπουδαίοι ποιητές κανόνων (ενίοτε και άλλων ποιητικών έργων) είναι οι άγιοι Ιωάννης ο Δαμασκηνός, Κοσμάς ο Μελωδός, Ανδρέας Κρήτης, Κασσιανή η Υμνογράφος, Ιωσήφ ο Υμνογράφος, Θεόδωρος ο Στουδίτης, Θεοφάνης ο Γραπτός, Ιωάννης Μαυρόποδας κ.π.ά.

Σύγχρονοι ποιητές κανόνων είναι ο όσιος γέροντας Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης († 1991), οι μητροπολίτες Ρόδου Κύριλλος και Εδέσσης Ιωήλ, ο ο π. Αθανάσιος Σιμωνοπετρίτης, η μοναχή Ισιδώρα Αγιεροθεΐτισσα, ο καθηγητής Χαραλάμπης Μπούσιας, ο τυφλός υμνογράφος από το Αγρίνιο Απόστολος Παπαχρήστος († 2013) κ.π.ά. (να εξηγήσουμε ότι «Μικραγιαννανίτης» = από τη Μικρά Αγία Άννα του Αγίου Όρους, ενώ «Αγιεροθεΐτισσα» = από την ιερά μονή Αγίου Ιεροθέου Αθηνών).

***

Παραθέτουμε τα κείμενα των ωδών, με συγκριτική παράθεση των ειρμών ορισμένων κανόνων.

Οι κανόνες, που αξιοποιούμε ως παραδείγματα, είναι οι εξής:

(α) Ο κανόνας των Χριστουγέννων, έργο του αγίου Κοσμά του Μελωδού σε ήχο α΄ (βλ. Όρθρος των Χριστουγέννων - Βικιθήκη).

(β) Ο κανόνας της Ανάστασης του αγίου Λαζάρου, που ψάλλεται το απόγευμα της Παρασκευής πριν το Σάββατο του Λαζάρου, ποίημα του αγίου Ανδρέα Κρήτης σε ήχο α΄ (από εδώ).

(γ) Ο κανόνας του Μ. Σαββάτου, ο οποίος ψάλλεται το βράδυ της Μ. Παρασκευής. Οι ειρμοί είναι έργα των αγίων Κασσιανής μοναχής, Μάρκου επισκόπου Ιδρούντος και Κοσμά μοναχού (του Μελωδού). Ήχος πλ. β΄. Το κείμενο στην ανάρτηση: Ακολουθία του Επιταφίου Θρήνου / ΚΑΝΩΝ.

(δ) Ο κανόνας της Αναστάσεως, ποίημα του αγ. Ιωάννη του Δαμασκηνού σε ήχο α΄ (από εδώ).

(ε) Ο κανόνας της εορτής της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού (14 Σεπτεμβρίου), έργο του αγίου Κοσμά του Μελωδού σε ήχο πλ. δ΄ (από εδώ)

(ς) Ο μικρός παρακλητικός κανόνας προς την Υπεραγία Θεοτόκο, ήχος πλ. δ΄ (από εδώ). Οι ειρμοί έργα των αγίων Ιωάννη του Δαμασκηνού και Θεοφάνους του Γραπτού (βλ. εδώ).

(ζ) Τέλος, ο Μέγας Κανών, ποίημα του αγίου Ανδρέα Κρήτης σε ήχο πλ. β΄ (από εδώ).

Τα κείμενα πολλών ειρμών μπορείτε να διαβάσετε στην ανάρτηση: Αι καταβασίαι του όλου Ενιαυτού. «Καταβασίες» ονομάζονται οι ειρμοί όταν ψάλλονται επισημότερα στο τέλος κάθε ωδής, καθώς και μόνοι τους συγκεντρωτικά (χωρίς τα τροπάρια των ωδών που τους συνοδεύουν) σε συγκεκριμένο χρονικό σημείο του όρθρου της Κυριακής.

Ολόκληρη την Παλαιά Διαθήκη (το κείμενο της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα, που είναι το παραδοσιακό κείμενο Παλαιάς Διαθήκης των χριστιανών, ήδη από την εποχή της Καινής Διαθήκης) μπορείτε να τη διαβάσετε ηλεκτρονικά εδώ, αλλά και εδώ. Από εκεί λαμβάνουμε και τα κείμενα των βιβλικών ωδών.

 

1 Τότε ήσε Μωυσής και οι υιοί Ισραήλ την ωδήν ταύτην τω Θεώ και είπαν λέγοντες· άσωμεν τω Κυρίω, ενδόξως γαρ δεδόξασται· ίππον και αναβάτην έρριψεν εις θάλασσαν. 2 βοηθός και σκεπαστής εγένετό μοι εις σωτηρίαν· ούτος μου Θεός, και δοξάσω αυτόν, Θεός του πατρός μου, και υψώσω αυτόν. 3 Κύριος συντρίβων πολέμους, Κύριος όνομα αυτώ. 4 άρματα Φαραώ και την δύναμιν αυτού έρριψεν εις θάλασσαν, επιλέκτους αναβάτας τριστάτας κατεπόντισεν εν ερυθρά θαλάσση, 5 πόντω εκάλυψεν αυτούς, κατέδυσαν εις βυθόν ωσεί λίθος. 6 η δεξιά σου, Κύριε, δεδόξασται εν ισχύϊ· η δεξιά σου χειρ, Κύριε, έθραυσεν εχθρούς. 7 και τω πλήθει της δόξης σου συνέτριψας τους υπεναντίους· απέστειλας την οργήν σου και κατέφαγεν αυτούς ως καλάμην. 8 και διά πνεύματος του θυμού σου διέστη το ύδωρ· επάγη ωσεί τείχος τα ύδατα, επάγη τα κύματα εν μέσω της θαλάσσης. 9 είπεν ο εχθρός, διώξας καταλήψομαι, μεριώ σκύλα, εμπλήσω ψυχήν μου, ανελώ τη μαχαίρα μου, κυριεύσει η χειρ μου. 10 απέστειλας το πνεύμα σου, εκάλυψεν αυτούς θάλασσα· έδυσαν ωσεί μόλιβος εν ύδατι σφοδρώ. 11 τις όμοιός σοι εν θεοίς, Κύριε; τις όμοιός σοι, δεδοξασμένος εν αγίοις, θαυμαστός εν δόξαις, ποιών τέρατα. 12 εξέτεινας την δεξιάν σου, κατέπιεν αυτούς γη. 13 ωδήγησας τη δικαιοσύνη σου τον λαόν σου τούτον, ον ελυτρώσω, παρεκάλεσας τη ισχύϊ σου εις κατάλυμα άγιόν σου. 14 ήκουσαν έθνη και ωργίσθησαν· ωδίνες έλαβον κατοικούντας Φυλιστιείμ. 15 τότε έσπευσαν ηγεμόνες Εδώμ, και άρχοντες Μωαβιτών, έλαβεν αυτούς τρόμος, ετάκησαν πάντες οι κατοικούντες Χαναάν. 16 επιπέσοι επ’ αυτούς τρόμος και φόβος, μεγέθει βραχίονός σου απολιθωθήτωσαν, έως αν παρέλθη ο λαός σου, Κύριε, έως αν παρέλθη ο λαός σου ούτος, ον εκτήσω. 17 εισαγαγών καταφύτευσον αυτούς εις όρος κληρονομίας σου, εις έτοιμον κατοικητήριόν σου, ό κατηρτίσω, Κύριε, αγίασμα, Κύριε, ό ητοίμασαν αι χείρες σου. 18 Κύριος βασιλεύων τον αιώνα και επ’ αιώνα και έτι. 19 ότι εισήλθεν ίππος Φαραώ συν άρμασι και αναβάταις εις θάλασσαν, και επήγαγεν επ’ αυτούς Κύριος το ύδωρ της θαλάσσης· οι δε υιοί Ισραήλ επορεύθησαν διά ξηράς εν μέσω της θαλάσσης.

 

Ωδη α΄ αντιπροσωπευτικών κανόνων

Κανόνας των Χριστουγέννων

Χριστός γεννάται, δοξάσατε· Χριστός εξ ουρανών, απαντήσατε. Χριστός επί γης, υψώθητε. Άσατε τω Κυρίω πάσα η γη, και εν ευφροσύνη ανυμνήσατε λαοί, ότι δεδόξασται.

Κανόνας του αγίου Λαζάρου

Ωδήν επινίκιον άσωμεν πάντες, Θεώ τω ποιήσαντι θαυμαστά τέρατα, βραχίονι υψηλώ, και σώσαντι τον Ισραήλ, ότι δεδόξασται.

 

Κανόνας του Μ. Σαββάτου (Μ. Παρασκευή βράδυ)

Κύματι θαλάσσης τον κρύψαντα πάλαι διώκτην τύραννον, υπό γης έκρυψαν των σεσωσμένων οι Παίδες· αλλ’ ημείς ως αι Νεάνιδες, τω Κυρίω άσωμεν. Ενδόξως γαρ δεδόξασται.

 

Κανόνας της Αναστάσεως

Αναστάσεως ημέρα, λαμπρυνθώμεν, Λαοί, Πάσχα Κυρίου, Πάσχα· εκ γαρ θανάτου προς ζωήν και εκ γης προς ουρανόν, Χριστός ο Θεός ημάς διεβίβασεν, επινίκιον άδοντας.

 

Κανόνας της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού

Σταυρόν χαράξας Μωσής, επ’ ευθείας ράβδω την Ερυθράν διέτεμε, τω Ισραήλ πεζεύσαντι· την δε επιστρεπτικώς, Φαραώ τοις άρμασι κροτήσας ήνωσεν· επ’ εύρους διαγράψας το αήττητον όπλον· διό Χριστώ άσωμεν, τω Θεώ ημών· ότι δεδόξασται.

 

Μικρός παρακλητικός κανόνας

Υγράν διοδεύσας ωσεί ξηράν, και την αιγυπτίαν μοχθηρίαν διαφυγών, ο Ισραηλίτης ανεβόα· τω Λυτρωτή και Θεώ ημών άσωμεν.

 

Ο Μέγας Κανών

Βοηθός και σκεπαστής εγένετό μοι εις σωτηρίαν· ούτος μου Θεός, και δοξάσω αυτόν· Θεός του Πατρός μου, και υψώσω αυτόν· ενδόξως γαρ δεδόξασται.

 

Ωδή β΄· του Μωυσή, στην παράδοση του Νόμου (ΔΕΥΤΕΡΟΝΟΜΙΟΝ, 32, 1-43)

1 Πρόσεχε ουρανέ, και λαλήσω, και ακουέτω η γη ρήματα εκ στόματός μου. 2 προσδοκάσθω ως υετός το απόφθεγμά μου, και καταβήτω ως δρόσος τα ρήματά μου, ωσεί όμβρος επ’ άγνωστιν και ωσεί νιφετός επί χόρτον. 3 ότι το όνομα Κυρίου εκάλεσα· δότε μεγαλωσύνην τω Θεώ ημών. 4 Θεός, αληθινά τα έργα αυτού, και πάσαι αι οδοί αυτού κρίσεις· Θεός πιστός, και ουκ έστιν αδικία, δίκαιος και όσιος Κύριος. 5 ημάρτοσαν ουκ αυτώ τέκνα μωμητά, γενεά σκολιά και διεστραμμένη. 6 ταύτα Κυρίω ανταποδίδοτε; ούτω λαός μωρός και ουχί σοφός; ουκ αυτός ούτος σου πατήρ εκτήσατό σε και εποίησέ σε και έπλασέ σε; 7 μνήσθητε ημέρας αιώνος, σύνετε έτη γενεάς γενεών· επερώτησον τον πατέρα σου, και αναγγελεί σοι, τους πρεσβυτέρους σου, και ερούσι σοι. 8 ότε διεμέριζεν ο Ύψιστος έθνη, ως διέσπειρεν υιούς Αδάμ, έστησεν όρια εθνών κατά αριθμόν αγγέλων Θεού, 9 και εγενήθη μερίς Κυρίου λαός αυτού Ιακώβ, σχοίνισμα κληρονομίας αυτού Ισραήλ. 10 αυτάρκησεν αυτόν εν γη ερήμω, εν δίψει καύματος εν γη ανύδρω· εκύκλωσεν αυτόν και επαίδευσεν αυτόν και διεφύλαξεν αυτόν ως κόρην οφθαλμού, 11 ως αετός σκεπάσαι νοσσιάν αυτού και επί τοις νεοσσοίς αυτού επεπόθησε, διείς τας πτέρυγας αυτού εδέξατο αυτούς και ανέλαβεν αυτούς επί των μεταφρένων αυτού. 12 Κύριος μόνος ήγεν αυτούς και ουκ ην μετ’ αυτών θεός αλλότριος. 13 ανεβίβασεν αυτούς επί την ισχύν της γης, εψώμισεν αυτούς γενήματα αγρών· εθήλασαν μέλι εκ πέτρας και έλαιον εκ στερεάς πέτρας, 14 βούτυρον βοών και γάλα προβάτων μετά στέατος αρνών και κριών, υιών ταύρων και τράγων, μετά στέατος νεφρών πυρού, και αίμα σταφυλής έπιον οίνον. 15 και έφαγεν Ιακώβ και ενεπλήσθη, και απελάκτισεν ο ηγαπημένος, ελιπάνθη, επαχύνθη, επλατύνθη· και εγκατέλιπε τον Θεόν τον ποιήσαντα αυτόν και απέστη από Θεού σωτήρος αυτού. 16 παρώξυνάν με επ’ αλλοτρίοις, εν βδελύγμασιν αυτών παρεπίκρανάν με· 17 έθυσαν δαιμονίοις και ου Θεώ, θεοίς, οις ουκ ήδεισαν· καινοί και πρόσφατοι ήκασιν, ους ουκ ήδεισαν οι πατέρες αυτών. 18 Θεόν τον γεννήσαντά σε εγκατέλιπες και επελάθου Θεού του τρέφοντός σε. 19 και είδε Κύριος και εζήλωσε και παρωξύνθη δι’ οργήν υιών αυτού και θυγατέρων 20 και είπεν· αποστρέψω το πρόσωπόν μου απ’ αυτών και δείξω τι έσται αυτοίς επ’ εσχάτων ημερών· ότι γενεά εξεστραμμένη εστίν, υιοί, οις ουκ έστι πίστις εν αυτοίς. 21 αυτοί παρεζήλωσάν με επ’ ου Θεώ, παρώξυνάν με εν τοις ειδώλοις αυτών· καγώ παραζηλώσω αυτούς επ’ ουκ έθνει, επί έθνει ασυνέτω παροργιώ αυτούς. 22 ότι πυρ εκκέκαυται εκ του θυμού μου, καυθήσεται έως άδου κάτω, καταφάγεται γην και τα γενήματα αυτής, φλέξει θεμέλια ορέων. 23 συνάξω εις αυτούς κακά και τα βέλη μου συντελέσω εις αυτούς. 24 τηκόμενοι λιμώ και βρώσει ορνέων και οπισθότονος ανίατος· οδόντας θηρίων επαποστελώ εις αυτούς μετά θυμού συρόντων επί γην. 25 έξωθεν ατεκνώσει αυτούς μάχαιρα και εκ των ταμιείων φόβος· νεανίσκος συν παρθένω, θηλάζων μετά καθεστηκότος πρεσβύτου. 26 είπα· διασπερώ αυτούς, παύσω δε εξ ανθρώπων το μνημόσυνον αυτών, 27 ει μη δι’ οργήν εχθρών, ίνα μη μακροχρονίσωσιν, ίνα μη συνεπιθώνται οι υπεναντίοι, μη είπωσιν· η χειρ ημών η υψηλή και ουχί Κύριος εποίησε ταύτα πάντα. 28 ότι έθνος απολωλεκός βουλήν εστι, και ουκ έστιν εν αυτοίς επιστήμη. 29 ουκ εφρόνησαν συνιέναι ταύτα· καταδεξάσθωσαν εις τον επιόντα χρόνον. 30 πώς διώξεται εις χιλίους και δύο μετακινήσουσι μυριάδας, ει μη ο Θεός απέδοτο αυτούς και Κύριος παρέδωκεν αυτούς; 31 ότι ουκ εισίν ως ο Θεός ημών οι θεοί αυτών· οι δε εχθροί ημών ανόητοι. 32 εκ γαρ αμπέλου Σοδόμων η άμπελος αυτών, και η κληματίς αυτών εκ Γομόρρας· η σταφυλή αυτών σταφυλή χολής, βότρυς πικρίας αυτοίς· 33 θυμός δρακόντων ο οίνος αυτών και θυμός ασπίδων ανίατος. 34 ουκ ιδού ταύτα συνήκται παρ’ εμοί και εσφράγισται εν τοις θησαυροίς μου; 35 εν ημέρα εκδικήσεως ανταποδώσω, εν καιρώ, όταν σφαλή ο πους αυτών, ότι εγγύς ημέρα απωλείας αυτοίς, και πάρεστιν έτοιμα υμίν. 36 ότι κρινεί Κύριος τον λαόν αυτού και επί τοις δούλοις αυτού παρακληθήσεται· είδε γαρ παραλελυμένους αυτούς και εκλελοιπότας εν επαγωγή και παρειμένους. 37 και είπε Κύριος· πού εισιν οι θεοί αυτών, εφ’ οις επεποίθεισαν επ’ αυτοίς; 38 ων το στέαρ των θυσιών αυτών ησθίετε και επίνετε τον οίνον των σπονδών αυτών; αναστήτωσαν και βοηθησάτωσαν υμίν και γενηθήτωσαν υμίν σκεπασταί. 39 ίδετε ίδετε ότι εγώ ειμι, και ουκ έστι Θεός πλην εμού· εγώ αποκτενώ και ζην ποιήσω, πατάξω καγώ ιάσομαι, και ουκ έστιν ος εξελείται εκ των χειρών μου. 40 ότι αρώ εις τον ουρανόν την χείρα μου και ομούμαι τη δεξιά μου και ερώ· ζω εγώ εις τον αιώνα, 41 ότι παροξυνώ ως αστραπήν την μάχαιράν μου, και ανθέξεται κρίματος η χειρ μου, και αποδώσω δίκην τοις εχθροίς και τοις μισούσί με ανταποδώσω· 42 μεθύσω τα βέλη μου αφ’ αίματος, και η μάχαιρά μου φάγεται κρέα, αφ’ αίματος τραυματιών και αιχμαλωσίας, από κεφαλής αρχόντων εχθρών. 43 ευφράνθητε, ουρανοί, άμα αυτώ, και προσκυνησάτωσαν αυτώ πάντες άγγελοι Θεού· ευφράνθητε, έθνη μετά του λαού αυτού, και ενισχυσάτωσαν αυτώ πάντες υιοί Θεού· ότι το αίμα των υιών αυτού εκδικάται, και εκδικήσει και ανταποδώσει δίκην τοις εχθροίς και τοις μισούσιν ανταποδώσει, και εκκαθαριεί Κύριος την γην του λαού αυτού.

 

Β΄ ωδή του κανόνα του αγίου Λαζάρου

Πρόσεχε, ουρανέ και λαλήσω, και ανυμνήσω Χριστόν, τον Σωτήρα του Κόσμου, τον μόνον φιλάνθρωπον.

 

Β΄ ωδή του Μεγάλου Κανόνος

Πρόσεχε, ουρανέ, και λαλήσω, και ανυμνήσω Χριστόν, τον εκ Παρθένου σαρκί επιδημήσαντα.

Και οι δύο παραπάνω κανόνες είναι έργα του αγίου Ανδρέα Κρήτης, πρώιμου ποιητή κανόνων, που συνέτασσε και β΄ ωδή, πράγμα σπάνιο στους μεταγενέστερους, όπως είπαμε.

 

Ωδή γ΄· της αγίας Άννης της προφήτιδος (ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ Α, 2, στίχοι 1-10)

1 Εστερεώθη η καρδία μου εν Κυρίω, υψώθη κέρας μου εν Θεώ μου· επλατύνθη επ’ εχθρούς μου το στόμα μου, ευφράνθην εν σωτηρία σου. 2 ότι ουκ έστιν άγιος ως Κύριος, και ουκ έστι δίκαιος ως ο Θεός ημών· ουκ έστιν άγιος πλην σου. 3 μη καυχάσθε, και μη λαλείτε υψηλά, μη εξελθέτω μεγαλορρημοσύνη εκ του στόματος υμών, ότι Θεός γνώσεων Κύριος και Θεός ετοιμάζων επιτηδεύματα αυτού. 4 τόξον δυνατών ησθένησε, και ασθενούντες περιεζώσαντο δύναμιν· 5 πλήρεις άρτων ηλαττώθησαν, και οι πεινώντες παρήκαν γην· ότι στείρα έτεκεν επτά, και η πολλή εν τέκνοις ησθένησε. 6 Κύριος θανατοί και ζωογονεί, κατάγει εις άδου και ανάγει· 7 Κύριος πτωχίζει και πλουτίζει, ταπεινοί και ανυψοί. 8 ανιστά από γης πένητα και από κοπρίας εγείρει πτωχόν καθίσαι μετά δυναστών λαού και θρόνον δόξης κατακληρονομών αυτοίς. 9 διδούς ευχήν τω ευχομένω και ευλόγησεν έτη δικαίου· ότι ουκ εν ισχύϊ δυνατός ανήρ, 10 Κύριος ασθενή ποιήσει αντίδικον αυτού, Κύριος άγιος. μη καυχάσθω ο φρόνιμος εν τη φρονήσει αυτού, και μη καυχάσθω ο δυνατός εν τη δυνάμει αυτού, και μη καυχάσθω ο πλούσιος εν τω πλούτω αυτού, αλλ’ εν τούτω καυχάσθω ο καυχώμενος, συνιείν και γινώσκειν τον Κύριον και ποιείν κρίμα και δικαιοσύνην εν μέσω της γης. Κύριος ανέβη εις ουρανούς και εβρόντησεν, αυτός κρινεί άκρα γης, και δίδωσιν ισχύν τοις βασιλεύσιν ημών και υψώσει κέρας χριστού αυτού.

 

Ωδη γ΄ αντιπροσωπευτικών κανόνων

Κανόνας των Χριστουγέννων

Τω προ των αιώνων εκ Πατρός γεννηθέντι αρρεύστως Υιώ, και επ' εσχάτων εκ Παρθένου σαρκωθέντι ασπόρως, Χριστώ τω Θεώ βοήσωμεν· Ο ανυψώσας το κέρας ημών, Άγιος ει Κύριε.

 

Κανόνας του αγίου Λαζάρου

Λίθον, ον απεδοκίμασαν οι οικοδομούντες, ούτος εγεννήθη εις κεφαλήν γωνίας, αυτός εστιν η πέτρα, εν ή εστερέωσε την Εκκλησίαν ο Χριστός, ην εξ εθνών εξηγοράσατο.

 

Κανόνας Μ. Σαββάτου

Σε τον επί υδάτων κρεμάσαντα πάσαν την γην ασχέτως, η κτίσις κατιδούσα εν τω Κρανίω κρεμάμενον, θάμβει πολλώ συνείχετο· Ουκ έστιν άγιος, πλην σου Κύριε, κραυγάζουσα.

 

Κανόνας της Αναστάσεως

Δεύτε πόμα πίωμεν καινόν, ουκ εκ πέτρας αγόνου τερατουργούμενον, αλλ' αφθαρσίας πηγήν, εκ τάφου ομβρήσαντος Χριστού, εν ω στερεούμεθα.

 

Κανόνας της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού

Ράβδος εις τύπον του Μυστηρίου παραλαμβάνεται· τω βλαστώ γαρ προκρίνει τον ιερέα· τη στειρευούση δε πρώην, Εκκλησία νυν εξήνθησε, ξύλον Σταυρού, εις κράτος και στερέωμα.

 

Μικρός παρακλητικός κανόνας

Ουρανίας αψίδος οροφουργέ Κύριε, και της Εκκλησίας δομήτορ, συ με στερέωσον, εν τη αγάπη τη ση, των εφετών η ακρότης, των πιστών το στήριγμα, μόνε φιλάνθρωπε.

 

Ο Μέγας Κανών

Επί την ασάλευτον, Χριστέ, πέτραν των εντολών σου την Εκκλησίαν σου στερέωσον.

 

Ωδή δ΄· του προφήτη Αββακούμ (ΑΜΒΑΚΟΥΜ, 3, 1-19)

1 Προσευχή Αμβακούμ του προφήτου μετά ωδής. – Κύριε, εισακήκοα την ακοήν σου και εφοβήθην· 2 Κύριε, κατενόησα τα έργα σου και εξέστην. εν μέσω δύο ζώων γνωσθήση, εν τω εγγίζειν τα έτη επιγνωσθήση, εν τω παρείναι τον καιρόν αναδειχθήση, εν τω ταραχθήναι την ψυχήν μου, εν οργή ελέους μνησθήση. 3 ο Θεός από Θαιμάν ήξει, και ο άγιος εξ όρους κατασκίου δασέος. (διάψαλμα). εκάλυψεν ουρανούς η αρετή αυτού, και αινέσεως αυτού πλήρης η γη. 4 και φέγγος αυτού ως φως έσται, κέρατα εν χερσίν αυτού, και έθετο αγάπησιν κραταιάν ισχύος αυτού. 5 προ προσώπου αυτού πορεύσεται λόγος, και εξελεύσεται εις παιδείαν κατά πόδας αυτού 6 έστη, και εσαλεύθη η γη· επέβλεψε, και διετάκη έθνη. διεβρύθη τα όρη βία, ετάκησαν βουνοί αιώνιοι. 7 πορείας αιωνίας αυτού αντί κόπων είδον· σκηνώματα Αιθιόπων πτοηθήσονται και αι σκηναί γης Μαδιάμ. 8 μη εν ποταμοίς ωργίσθης, Κύριε, ή εν ποταμοίς ο θυμός σου; ή εν θαλάσση το όρμημά σου; ότι επιβήση επί τους ίππους σου, και η ιππασία σου σωτηρία. 9 εντείνων εντενείς το τόξον σου επί σκήπτρα, λέγει Κύριος. (διάψαλμα). ποταμών ραγήσεται γη. 10 όψονταί σε και ωδινήσουσι λαοί, σκορπίζων ύδατα πορείας αυτού· έδωκεν η άβυσσος φωνήν αυτής, ύψος φαντασίας αυτής. 11 επήρθη ο ήλιος, και η σελήνη έστη εν τη τάξει αυτής· εις φως βολίδες σου πορεύσονται, εις φέγγος αστραπής όπλων σου. 12 εν απειλή ολιγώσεις γην και εν θυμώ κατάξεις έθνη. 13 εξήλθες εις σωτηρίαν λαού σου του σώσαι τον χριστόν σου· έβαλες εις κεφαλάς ανόμων θάνατον, εξήγειρας δεσμούς έως τραχήλου. (διάψαλμα). 14 διέκοψας εν εκστάσει κεφαλάς δυναστών, σεισθήσονται εν αυτή· διανοίξουσι χαλινούς αυτών ως εσθίων πτωχός λάθρα. 15 και επεβίβασας εις θάλασσαν τους ίππους σου ταράσσοντας ύδατα πολλά. 16 εφυλαξάμην, και επτοήθη η κοιλία μου από φωνής προσευχής χειλέων μου, και εισήλθε τρόμος εις τα οστά μου, και υποκάτωθέν μου εταράχθη η έξις μου. αναπαύσομαι εν ημέρα θλίψεως του αναβήναι εις λαόν παροικίας μου. 17 διότι συκή ου καρποφορήσει, και ουκ έσται γενήματα εν ταις αμπέλοις· ψεύσεται έργον ελαίας, και τα πεδία ου ποιήσει βρώσιν· εξέλιπον από βρώσεως πρόβατα, και ουχ υπάρχουσι βόες επί φάτναις. 18 εγώ δε εν τω Κυρίω αγαλλιάσομαι, χαρήσομαι επί τω Θεώ τω σωτήρι μου. 19 Κύριος ο Θεός δύναμίς μου και τάξει τους πόδας μου εις συντέλειαν· επί τα υψηλά επιβιβά με του νικήσαι με εν τη ωδή αυτού.

 

Ωδή δ΄ αντιπροσωπευτικών κανόνων

Κανόνας των Χριστουγέννων

Ράβδος εκ της ρίζης Ιεσσαί, και άνθος εξ αυτής, Χριστέ, εκ της Παρθένου ανεβλάστησας, εξ όρους ο αινετός κατασκίου δασέος, ήλθες σαρκωθείς εξ απειράνδρου, ο άϋλος και Θεός· Δόξα τη δυνάμει σου, Κύριε.

 

Κανόνας του αγίου Λαζάρου

Επήρθη ο ήλιος, και η σελήνη έστη εν τη τάξει αυτής, υψώθης, Μακρόθυμε επί του Ξύλου, και έπηξας εν αυτώ την Εκκλησίαν σου.

 

Κανόνας Μ. Σαββάτου

Την εν Σταυρώ σου θείαν κένωσιν, προορών Αββακούμ εξεστηκώς εβόα· Συ δυναστών διέκοψας κράτος Αγαθέ, ομιλών τοις εν Άδη, ως παντοδύναμος.

 

Κανόνας της Αναστάσεως

Επί της θείας φυλακής ο θεηγόρος Αββακούμ, στήτω μεθ' ημών και δεικνύτω, φαεσφόρον Άγγελον, διαπρυσίως λέγοντα· Σήμερον σωτηρία τω κόσμω, ότι ανέστη Χριστός ως παντοδύναμος.

 

Κανόνας της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού

Εισακήκοα, Κύριε, της οικονομίας σου το μυστήριον, κατενόησα τα έργα σου, και εδόξασά σου την Θεότητα.

 

Μικρός παρακλητικός κανόνας (ο ειρμός ταυτίζεται)

Εισακήκοα, Κύριε, της οικονομίας σου το μυστήριον, κατενόησα τα έργα σου, και εδόξασά σου την Θεότητα.

 

Ο Μέγας Κανών

Ακήκοεν ο Προφήτης την έλευσίν σου, Κύριε, και εφοβήθη, ότι μέλλεις εκ Παρθένου τίκτεσθαι και ανθρώποις δείκνυσθαι, και έλεγεν· Ακήκοα την ακοήν σου και εφοβήθην· δόξα τη δυνάμει σου, Κύριε.

 

Ωδή ε΄· του προφήτη Ησαΐα (ΗΣΑΪΑΣ, 26, 1-21)

1 Τη ημέρα εκείνη άσονται το άσμα τούτο επί γης Ιούδα· ιδού πόλις ισχυρά, και σωτήριον ημών θήσει τείχος και περίτειχος. 2 ανοίξατε πύλας, εισελθέτω λαός φυλάσσων δικαιοσύνην και φυλάσσων αλήθειαν, 3 αντιλαμβανόμενος αληθείας και φυλάσσων ειρήνην. ότι επί σοι ελπίδι 4 ήλπισαν, Κύριε, έως του αιώνος, ο Θεός ο μέγας, ο αιώνιος, 5 ος ταπεινώσας κατήγαγες τους ενοικούντας εν υψηλοίς· πόλεις οχυράς καταβαλείς και κατάξεις έως εδάφους, 6 και πατήσουσιν αυτούς πόδες πραέων και ταπεινών. 7 οδός ευσεβών ευθεία εγένετο, και παρεσκευασμένη η οδός των ευσεβών. 8 η γαρ οδός Κυρίου κρίσις· ηλπίσαμεν επί τω ονόματί σου και επί τη μνεία, 9 ή επιθυμεί η ψυχή ημών. εκ νυκτός ορθρίζει το πνεύμα μου προς σε, ο Θεός, διότι φως τα προστάγματά σου επί της γης. δικαιοσύνην μάθετε, οι ενοικούντες επί της γης. 10 πέπαυται γαρ ο ασεβής· πας ος ου μη μάθη δικαιοσύνην επί της γης, αλήθειαν ου μη ποιήσει· αρθήτω ο ασεβής, ίνα μη ίδη την δόξαν Κυρίου. 11 Κύριε, υψηλός σου ο βραχίων, και ουκ ήδεισαν, γνόντες δε αισχυνθήσονται. ζήλος λήψεται λαόν απαίδευτον, και νυν πυρ τους υπεναντίους έδεται. 12 Κύριε ο Θεός ημών, ειρήνην δος ημίν, πάντα γαρ απέδωκας ημίν. 13 Κύριε ο Θεός ημών, κτήσαι ημάς, Κύριε, εκτός σου άλλον ουκ οίδαμεν, το όνομά σου ονομάζομεν. 14 οι δε νεκροί ζωήν ου μη ίδωσιν, ουδέ ιατροί ου μη αναστήσουσι· διά τούτο επήγαγες και απώλεσας και ήρας παν άρσεν αυτών. 15 πρόσθες αυτοίς κακά, Κύριε, πρόσθες κακά τοις ενδόξοις της γης. 16 Κύριε, εν θλίψει εμνήσθην σου, εν θλίψει μικρά η παιδεία σου ημίν. 17 και ως η ωδίνουσα εγγίζει του τεκείν και επί τη ωδίνι αυτής εκέκραξεν, ούτως εγενήθημεν τω αγαπητώ σου διά τον φόβον σου, Κύριε. 18 εν γαστρί ελάβομεν και ωδινήσαμεν και ετέκομεν· πνεύμα σωτηρίας σου εποιήσαμεν επί της γης, ου πεσούμεθα, αλλά πεσούνται πάντες οι ενοικούντες επί της γης. 19 αναστήσονται οι νεκροί, και εγερθήσονται οι εν τοις μνημείοις, και ευφρανθήσονται οι εν τη γη· η γαρ δρόσος η παρά σου ίαμα αυτοίς εστιν, η δε γη των ασεβών πεσείται. 20 βάδιζε, λαός μου, είσελθε εις τα ταμιεία σου, απόκλεισον την θύραν σου, αποκρύβηθι μικρόν όσον όσον, έως αν παρέλθη η οργή Κυρίου· 21 ιδού γαρ Κύριος από του αγίου επάγει την οργήν επί τους ενοικούντας επί της γης, και ανακαλύψει η γη το αίμα αυτής και ου κατακαλύψει τους ανηρημένους επ’ αυτής.

 

Ωδή ε΄ αντιπροσωπευτικών κανόνων

Κανόνας των Χριστουγέννων

Θεός ων ειρήνης, Πατήρ οικτιρμών, της μεγάλης Βουλής σου τον Άγγελον, ειρήνην παρεχόμενον, απέστειλας ημίν· όθεν θεογνωσίας, προς φως οδηγηθέντες, εκ νυκτός ορθρίζοντες, δοξολογούμεν σε, φιλάνθρωπε.

 

Κανόνας του αγίου Λαζάρου

Την σην ειρήνην δος ημίν, Υιε τού Θεού· άλλον γαρ εκτός σου, Θεόν ου γινώσκομεν, το όνομά σου ονομάζομεν, ότι Θεός ζώντων και των νεκρών υπάρχεις.

 

Κανόνας Μ. Σαββάτου

Θεοφανείας σου Χριστέ, της προς ημάς συμπαθώς γενομένης, Ησαΐας φως ιδών ανέσπερον, εκ νυκτός ορθρίσας εκραύγαζεν· Αναστήσονται οι νεκροί, και εγερθήσονται οι εν τοις μνημείοις, και πάντες οι εν τη γη αγαλλιάσονται.

 

Κανόνας της Αναστάσεως

Ορθρίσωμεν όρθρου βαθέος, και αντί μυρου τον ύμνον προσοίσομεν τω Δεσπότη, και Χριστόν οψόμεθα, δικαιοσύνης ήλιον, πάσι ζωήν ανατέλλοντα.

 

Κανόνας της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού

Ω τρισμακάριστον Ξύλον! εν ω ετάθη Χριστός, ο Βασιλεύς και Κύριος· δι’ ού πέπτωκεν ο ξύλω απατήσας, τω εν σοι δελεασθείς, Θεώ τω προσπαγέντι σαρκί, τω παρέχοντι την ειρήνην ταις ψυχαίς ημών.

 

Μικρός παρακλητικός κανόνας

Φώτισον ημάς τοις προστάγμασί σου, Κύριε, και τω βραχίονί σου τω υψηλώ, την σην ειρήνην παράσχου ημίν, φιλάνθρωπε.

 

Ο Μέγας Κανών

Εκ νυκτός ορθρίζοντα, Φιλάνθρωπε, φώτισον, δέομαι, και οδήγησον καμέ εν τοις προστάγμασί σου· και δίδαξόν με, Σωτήρ, ποιείν το θέλημά σου.

 

Ωδή ς΄· του προφήτη Ιωνά (ΙΩΝΑΣ, 2, 3-10)

3 και είπεν· Εβόησα εν θλίψει μου προς Κύριον τον Θεόν μου, και εισήκουσέ μου· εκ κοιλίας άδου κραυγής μου ήκουσας φωνής μου. 4 απέρριψάς με εις βάθη καρδίας θαλάσσης, και ποταμοί εκύκλωσάν με· πάντες οι μετεωρισμοί σου και τα κύματά σου επ’ εμέ διήλθον. 5 και εγώ είπα· απώσμαι εξ οφθαλμών σου· άρα προσθήσω του επιβλέψαι με προς ναόν τον άγιόν σου; 6 περιεχύθη μοι ύδωρ έως ψυχής, άβυσσος εκύκλωσέ με εσχάτη, έδυ η κεφαλή μου εις σχισμάς ορέων. 7 κατέβην εις γην, ης οι μοχλοί αυτής κάτοχοι αιώνιοι, και αναβήτω εκ φθοράς η ζωή μου, προς σε Κύριε ο Θεός μου. 8 εν τω εκλείπειν απ’ εμού την ψυχήν μου του Κυρίου εμνήσθην, και έλθοι προς σε η προσευχή μου εις ναόν το άγιόν σου. 9 φυλασσόμενοι μάταια και ψευδή έλεον αυτών εγκατέλιπον. 10 εγώ δε μετά φωνής αινέσεως και εξομολογήσεως θύσω σοι, όσα ηυξάμην αποδώσω σοι εις σωτηρίαν μου τω Κυρίω.

 

Ωδη ς΄ αντιπροσωπευτικών κανόνων

Κανόνας των Χριστουγέννων

Σπλάγχνων Ιωνάν, έμβρυον απήμεσεν, ενάλιος θήρ, οίον εδέξατο· τη Παρθένω δε ενοικήσας ο Λόγος και σάρκα λαβών, διελήλυθε φυλάξας αδιάφθορον, ης γαρ ουχ υπέστη ρεύσεως, την τεκούσαν κατέσχεν απήμαντον.

 

Κανόνας του αγίου Λαζάρου

Απέρριψάς με εις βάθη καρδίας θαλάσσης, και έσωσάς με Σωτήρ, δουλείας θανάτου, και έλυσας τον δεσμόν των ανομιών μου.

 

Κανόνας Μ. Σαββάτου

Συνεσχέθη, αλλ’ ου κατεσχέθη, στέρνοις κητώοις Ιωνάς· σου γαρ τον τύπον φέρων, του παθόντος και ταφή δοθέντος, ως εκ θαλάμου, του θηρός ανέθορε, προσεφώνει δε τη κουστωδία· Οι φυλασσόμενοι μάταια και ψευδή, έλεον αυτοίς εγκατελίπετε.

 

Κανόνας της Αναστάσεως

Κατήλθες εν τοις κατωτάτοις της γης, και συνέτριψας μοχλούς αιωνίους, κατόχους πεπεδημένων Χριστέ, και τριήμερος ως εκ κήτους Ιωνάς, εξανέστης τού τάφου.

 

Κανόνας της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού

Νοτίου θηρός εν σπλάχνοις, παλάμας Ιωνάς σταυροειδώς διεκπετάσας, το σωτήριον πάθος προδιετύπου σαφώς· όθεν τριήμερος εκδύς, την υπερκόσμιον Ανάστασιν υπεζωγράφησε, του σαρκί προσπαγέντος Χριστού του Θεού, και τριημέρω εγέρσει τον κόσμον φωτίσαντος.

 

Μικρός παρακλητικός κανόνας

Την δέησιν εκχεώ προς Κύριον, και αυτώ απαγγελώ μου τας θλίψεις, ότι κακών η ψυχή μου επλήσθη και η ζωή μου τω Άδη προσήγγισε, και δέομαι ως Ιωνάς· Εκ φθοράς, ο Θεός, με ανάγαγε.

 

Ο Μέγας Κανών

Εβόησα εν όλη καρδία μου προς τον οικτίρμονα Θεόν, και επήκουσέ μου εξ Άδου κατωτάτου, και ανήγαγεν εκ φθοράς την ζωήν μου.

 

Ωδή ζ΄· των Τριών Παίδων (ΔΑΝΙΗΛ 3, παράρτημα, 1-22)

ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΑΖΑΡΙΟΥ ΚΑΙ ΥΜΝΟΣ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ: Και συστάς Αζαρίας προσηύξατο ούτως και ανοίξας το στόμα αυτού εν μέσω του πυρός είπεν· 2 Ευλογητός ει, Κύριε ο Θεός των πατέρων ημών, και αινετός, και δεδοξασμένον το όνομά σου εις τους αιώνας, 3 ότι δίκαιος ει επί πάσιν, οις εποίησας ημίν, και πάντα τα έργα σου αληθινά, και ευθείαι αι οδοί σου, και πάσαι αι κρίσεις σου αλήθεια, 4 και κρίματα αληθείας εποίησας κατά πάντα, ά επήγαγες ημίν και επί την πόλιν την αγίαν την των πατέρων ημών Ιερουσαλήμ, ότι εν αληθεία και κρίσει επήγαγες ταύτα πάντα, διά τας αμαρτίας ημών. 5 ότι ημάρτομεν και ηνομήσαμεν αποστήναι από σου 6 και εξημάρτομεν εν πάσι και των εντολών σου ουκ ηκούσαμεν, ουδέ συνετηρήσαμεν ουδέ εποιήσαμεν καθώς ενετείλω ημίν, ίνα ευ ημίν γένηται. 7 και πάντα, όσα επήγαγες ημίν και πάντα όσα εποίησας ημίν, εν αληθινή κρίσει εποίησας 8 και παρέδωκας ημάς εις χείρας εχθρών ανόμων, εχθίστων αποστατών, και βασιλεί αδίκω και πονηροτάτω παρά πάσαν την γην. 9 και νυν ουκ έστιν ημίν ανοίξαι το στόμα· αισχύνη και όνειδος εγενήθημεν τοις δούλοις σου και τοις σεβομένοις σε. 10 μη δη παραδώης ημάς εις τέλος διά το όνομά σου και μη διασκεδάσης την διαθήκην σου 11 και μη αποστήσης το έλεός σου αφ' ημών διά Αβραάμ τον ηγαπημένον υπό σου και διά Ισαάκ τον δούλον σου και Ισραήλ τον άγιόν σου, 12 οις ελάλησας πληθύναι το σπέρμα αυτών ως τα άστρα του ουρανού και ως την άμμον την παρά το χείλος της θαλάσσης. 13 ότι, δέσποτα, εσμικρύνθημεν παρά πάντα τα έθνη και εσμέν ταπεινοί εν πάση τη γη σήμερον διά τας αμαρτίας ημών, 14 και ουκ έστιν εν τω καιρώ τούτω άρχων και προφήτης και ηγούμενος, ουδέ ολοκαύτωσις ουδέ θυσία ουδέ προσφορά ουδέ θυμίαμα, ου τόπος του καρπώσαι ενώπιόν σου και ευρείν έλεος· 15 αλλ' εν ψυχή συντετριμμένη και πνεύματι ταπεινώσεως προσδεχθείημεν 16 ως εν ολοκαυτώμασι κριών και ταύρων και ως εν μυριάσιν αρνών πιόνων, ούτως γενέσθω η θυσία ημών ενώπιόν σου σήμερον και εκτελέσαι όπισθέν σου, ότι ουκ έσται αισχύνη τοις πεποιθόσιν επί σε. 17 και νυν εξακολουθούμεν εν όλη καρδία και φοβούμεθά σε και ζητούμεν το πρόσωπόν σου, 18 μη καταισχύνης ημάς, αλλά ποίησον μεθ' ημών κατά την επιείκειάν σου και κατά το πλήθος του ελέους σου 19 και εξελού ημάς κατά τα θαυμάσιά σου και δος δόξαν τω ονόματί σου, Κύριε. και εντραπείησαν πάντες οι ενδεικνύμενοι τοις δούλοις σου κακά 20 και καταισχυνθείησαν από πάσης δυναστείας, και η ισχύς αυτών συντριβείη· 21 και γνώτωσαν ότι συ ει Κύριος Θεός μόνος και ένδοξος εφ' όλην την οικουμένην.

 

Ωδη ζ΄ αντιπροσωπευτικών κανόνων

Κανόνας των Χριστουγέννων

Οι Παίδες ευσεβεία συντραφέντες, δυσσεβούς προστάγματος καταφρονήσαντες, πυρός απειλήν ουκ επτοήθησαν, αλλ' εν μέσω της φλογός εστώτες έψαλλον· Ο των Πατέρων Θεός, ευλογητός ει.

 

Κανόνας του αγίου Λαζάρου

Τους εν καμίνω Παίδας σου Σωτήρ, ουχ ήψατο, ουδέ παρηνώχλησε το πυρ, τότε οι Τρεις, ως εξ ενός στόματος, ύμνουν και ηυλόγουν λέγοντες· Ευλογητός ο Θεός, ο των Πατέρων ημών.

 

Κανόνας Μ. Σαββάτου

Άφραστον θαύμα! ο εν καμίνω ρυσάμενος τους οσίους Παίδας εκ φλογός, εν τάφω νεκρός, άπνους κατατίθεται, εις σωτηρίαν ημών των μελωδούντων· Λυτρωτά, ο Θεός ευλογητός ει.

 

Κανόνας της Αναστάσεως

Ο Παίδας εκ καμίνου ρυσάμενος, γενόμενος άνθρωπος, πάσχει ως θνητός, και διά Πάθους το θνητόν αφθαρσίας ενδύει ευπρέπειαν, ο μόνος ευλογητός των Πατέρων Θεός και υπερένδοξος.

 

Κανόνας της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού

Έκνοον πρόσταγμα τυράννου δυσσεβούς, λαούς εκλόνησε, πνέον απειλής και δυσφημίας θεοστυγούς· όμως τρεις Παίδας ουκ εδειμάτωσε, θυμός θηριώδης, ου πυρ βρόμιον· αλλ’ αντηχούντι δροσοβόλω πνεύματι, πυρί συνόντες έψαλλον· ο υπερύμνητος, των Πατέρων και ημών, Θεός ευλογητός ει.

 

Μικρός παρακλητικός κανόνας

Οι εκ της Ιουδαίας, καταντήσαντες Παίδες εν Βαβυλώνι ποτέ, τη πίστει της Τριάδος, την φλόγα της καμίνου κατεπάτησαν ψάλλοντες· Ο των Πατέρων ημών Θεός, ευλογητός ει.

 

Ο Μέγας Κανών

Ημάρτομεν, ηνομήσαμεν, ηδικήσαμεν ενώπιόν σου· ουδέ συνετηρήσαμεν, ουδέ εποιήσαμεν, καθώς ενετείλω ημίν. Αλλά μη παραδώης ημάς εις τέλος, ο των Πατέρων Θεός.

 

Ωδή η΄· ο ύμνος των Τριών Παίδων (ΔΑΝΙΗΛ 3, παράρτημα, 27-67)

27 Τότε οι τρεις ως εξ ενός στόματος ύμνουν και εδόξαζον και ηυλόγουν τον Θεόν εν τη καμίνω λέγοντες· 28 Ευλογητός ει, Κύριε ο Θεός των πατέρων ημών, και αινετός και υπερυψούμενος εις τους αιώνας, 29 και ευλογημένον το όνομα της δόξης σου το άγιον και υπεραινετόν και υπερυψούμενον εις πάντας τους αιώνας. 30 ευλογημένος ει εν τω ναώ της αγίας δόξης σου και υπερύμνητος και υπερένδοξος εις τους αιώνας. 31 ευλογημένος ει ο επιβλέπων αβύσσους, καθήμενος επί Χερουβίμ και αινετός και υπερυψούμενος εις τους αιώνας. 32 ευλογημένος ει επί θρόνου της βασιλείας σου και υπερύμνητος και υπερυψούμενος εις τους αιώνας. 33 ευλογημένος ει εν τω στερεώματι του ουρανού και υμνητός και δεδοξασμένος εις τους αιώνας. 34 ευλογείτε, πάντα τα έργα Κυρίου τον Κύριον· υμνείτε και υπερυψούτε αυτόν εις τους αιώνας. 35 ευλογείτε, ουρανοί τον Κύριον· υμνείτε και υπερυψούτε αυτόν εις τους αιώνας. 36 ευλογείτε, άγγελοι Κυρίου τον Κύριον· υμνείτε και υπερυψούτε αυτόν εις τους αιώνας. 37 ευλογείτε, ύδατα πάντα τα υπεράνω του ουρανού τον Κύριον· υμνείτε και υπερυψούτε αυτόν εις τους αιώνας. 38 ευλογείτε, πάσαι αι δυνάμεις Κυρίου τον Κύριον· υμνείτε και υπερυψούτε αυτόν εις τους αιώνας. 39 ευλογείτε, ήλιος και σελήνη τον Κύριον· υμνείτε και υπερυψούτε αυτόν εις τους αιώνας. 40 ευλογείτε, άστρα του ουρανού τον Κύριον· υμνείτε και υπερυψούτε αυτόν εις τους αιώνας. 41 ευλογείτω πας όμβρος και δρόσος τον Κύριον· υμνείτε και υπερυψούτε αυτόν εις τους αιώνας. 42 ευλογείτε, πάντα τα πνεύματα τον Κύριον· υμνείτε και υπερυψούτε αυτόν εις τους αιώνας. 43 ευλογείτε, πυρ και καύμα τον Κύριον· υμνείτε και υπερυψούτε αυτόν εις τους αιώνας. [44 ευλογείτε, ψύχος και καύσων τον Κύριον· υμνείτε και υπερυψούτε αυτόν εις τους αιώνας. 45 ευλογείτε, δρόσοι και νιφετοί τον Κύριον· υμνείτε και υπερυψούτε αυτόν εις τους αιώνας]. 46 ευλογείτε, νύκτες και ημέραι τον Κύριον· υμνείτε και υπερυψούτε αυτόν εις τους αιώνας. 47 ευλογείτε, φως και σκότος τον Κύριον· υμνείτε και υπερυψούτε αυτόν εις τους αιώνας. 48 ευλογείτε, ψύχος και καύμα, τον Κύριον· υμνείτε και υπερυψούτε αυτόν εις τους αιώνας. 49 ευλογείτε, πάχναι και χιόνες, τον Κύριον· υμνείτε και υπερυψούτε αυτόν εις τους αιώνας. 50 ευλογείτε, αστραπαί και νεφέλαι τον Κύριον· υμνείτε και υπερυψούτε αυτόν εις τους αιώνας. 51 ευλογείτω η γη τον Κύριον· υμνείτω και υπερυψούτω αυτόν εις τους αιώνας. 52 ευλογείτε, όρη και βουνοί τον Κύριον· υμνείτε και υπερυψούτε αυτόν εις τους αιώνας. 53 ευλογείτε, πάντα τα φυόμενα εν τη γη, τον Κύριον· υμνείτε και υπερυψούτε αυτόν εις τους αιώνας. 54 ευλογείτε, θάλασσα και ποταμοί, τον Κύριον· υμνείτε και υπερυψούτε αυτόν εις τους αιώνας. 55 ευλογείτε, αι πηγαί, τον Κύριον· υμνείτε και υπερυψούτε αυτόν εις τους αιώνας. 56 ευλογείτε, κήτη και πάντα τα κινούμενα εν τοις ύδασι, τον Κύριον· υμνείτε και υπερυψούτε αυτόν εις τους αιώνας. 57 ευλογείτε, πάντα τα πετεινά του ουρανού, τον Κύριον· υμνείτε και υπερυψούτε αυτόν εις τους αιώνας. 58 ευλογείτε, πάντα τα θηρία και τα κτήνη, τον Κύριον· υμνείτε και υπερυψούτε αυτόν εις τους αιώνας. 59 ευλογείτε, υιοί των ανθρώπων, τον Κύριον· υμνείτε και υπερυψούτε αυτόν εις τους αιώνας. 60 ευλογείτε, Ισραήλ, τον Κύριον· υμνείτε και υπερυψούτε αυτόν εις τους αιώνας. 61 ευλογείτε, ιερείς Κυρίου, τον Κύριον· υμνείτε και υπερυψούτε αυτόν εις τους αιώνας. 62 ευλογείτε, δούλοι Κυρίου, τον Κύριον· υμνείτε και υπερυψούτε αυτόν εις τους αιώνας. 63 ευλογείτε, πνεύματα και ψυχαί δικαίων, τον Κύριον· υμνείτε και υπερυψούτε αυτόν εις τους αιώνας. 64 ευλογείτε, όσιοι και ταπεινοί τη καρδία, τον Κύριον· υμνείτε και υπερυψούτε αυτόν εις τους αιώνας. 65 ευλογείτε, Ανανία, Αζαρία, Μισαήλ, τον Κύριον· υμνείτε και υπερυψούτε αυτόν εις τους αιώνας, ότι εξείλετο ημάς εξ άδου και εκ χειρός θανάτου έσωσεν ημάς, ερρύσατο ημάς εκ μέσου καμίνου καιομένης φλογός και εκ μέσου πυρός ερρύσατο ημάς. 66 εξομολογείσθε τω Κυρίω, ότι χρηστός, ότι εις τον αιώνα το έλεος αυτού. 67 ευλογείτε, πάντες οι σεβόμενοι τον Κύριον τον Θεόν των θεών, υμνείτε και εξομολογείσθε, ότι εις τον αιώνα το έλεος αυτού.

 

Ωδη η΄ αντιπροσωπευτικών κανόνων

Κανόνας των Χριστουγέννων

Θαύματος υπερφυούς η δροσοβόλος εξεικόνισε κάμινος τύπον, ου γαρ ους εδέξατο φλέγει Νέους, ως ουδέ πυρ της Θεότητος Παρθένου ην υπέδυ νηδύν· διό ανυμνούντες αναμέλψωμεν· Ευλογείτω η Κτίσις πάσα τον Κύριον, και υπερυψούτω, εις πάντας τους αιώνας.

 

Κανόνας του αγίου Λαζάρου

Οι ουρανοί των ουρανών, και το ύδωρ, το υπεράνω των ουρανών, ευλογείτε, υμνείτε, τον Κύριον.

 

Κανόνας Μ. Σαββάτου

Έκστηθι φρίττων ουρανέ, και σαλευθήτωσαν τα θεμέλια της γης· ιδού γαρ εν νεκροίς λογίζεται ο εν υψίστοις οικών, και τάφω σμικρώ ξενοδοχείται· ον Παίδες ευλογείτε, Ιερείς ανυμνείτε, λαός υπερυψούτε, εις πάντας τους αιώνας.

 

Κανόνας της Αναστάσεως

Αύτη η κλητή και αγία ημέρα, η μία των Σαββάτων, η βασιλίς και κυρία, εορτών εορτή, και πανήγυρις εστί πανηγύρεων, εν ή ευλογούμεν Χριστόν εις τους αιώνας.

 

Κανόνας της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού

Ευλογείτε Παίδες, της Τριάδος ισάριθμοι, δημιουργόν Πατέρα Θεόν· υμνείτε τον συγκαταβάντα Λόγον, και το πυρ εις δρόσον μεταποιήσαντα· και υπερυψούτε, το πάσι ζωήν παρέχον Πνεύμα πανάγιον εις τους αιώνας.

 

Μικρός παρακλητικός κανόνας

Τον Βασιλέα των ουρανών, ον υμνούσι στρατιαί των Αγγέλων, υμνείτε, και υπερυψούτε εις πάντας τους αιώνας.

 

Ο Μέγας Κανών

Ον Στρατιαί Ουρανών δοξάζουσι και φρίττει τα Χερουβίμ και τα Σεραφίμ, πάσα πνοή και κτίσις, υμνείτε, ευλογείτε και υπερυψούτε εις πάντας τους αιώνας.

 

θ΄ ωδή· της Θεοτόκου και του προφήτη Ζαχαρία (ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ 1, 46-55 και 68-79)

(Α) Η ωδή της Θεοτόκου

46 Και είπε Μαριάμ· Μεγαλύνει η ψυχή μου τον Κύριον 47 και ηγαλλίασε το πνεύμα μου επί τω Θεώ τω σωτήρι μου, 48 ότι επέβλεψεν επί την ταπείνωσιν της δούλης αυτού. ιδού γαρ από του νυν μακαριούσι με πάσαι αι γενεαί. 49 ότι εποίησέ μοι μεγάλα ο δυνατός και άγιον το όνομα αυτού, 50 και το έλεος αυτού εις γενεάς γενεών τοις φοβουμένοις αυτόν. 51 Εποίησε κράτος εν βραχίονι αυτού, διεσκόρπισεν υπερηφάνους διανοία καρδίας αυτών· 52 καθείλε δυνάστας από θρόνων και ύψωσε ταπεινούς, 53 πεινώντας ενέπλησεν αγαθών και πλουτούντας εξαπέστειλε κενούς. 54 αντελάβετο Ισραήλ παιδός αυτού, μνησθήναι ελέους, 55 καθώς ελάλησε προς τους πατέρας ημών, τω Αβραάμ και τω σπέρματι αυτού εις τον αιώνα.

(Β) Η ωδή του Ζαχαρία

68 Ευλογητός Κύριος, ο Θεός του Ισραήλ, ότι επεσκέψατο και εποίησε λύτρωσιν τω λαώ αυτού, 69 και ήγειρε κέρας σωτηρίας ημίν εν τω οίκω Δαυίδ του παιδός αυτού, 70 καθώς ελάλησε διά στόματος των αγίων, των απ' αιώνος προφητών αυτού, 71 σωτηρίαν εξ εχθρών ημών και εκ χειρός πάντων των μισούντων ημάς, 72 ποιήσαι έλεος μετά των πατέρων ημών και μνησθήναι διαθήκης αγίας αυτού, 73 καθώς ελάλησε προς Αβραάμ τον πατέρα ημών, του δούναι ημίν 74 αφόβως, εκ χειρός των εχθρών ημών ρυσθέντας, λατρεύειν αυτώ 75 εν οσιότητι και δικαιοσύνη ενώπιον αυτού πάσας τας ημέρας της ζωής ημών. 76 Και συ, παιδίον, προφήτης υψίστου κληθήση· προπορεύση γαρ προ προσώπου Κυρίου ετοιμάσαι οδούς αυτού, 77 του δούναι γνώσιν σωτηρίας τω λαώ αυτού εν αφέσει αμαρτιών αυτών 78 διά σπλάγχνα ελέους Θεού ημών, εν οις επεσκέψατο ημάς ανατολή εξ ύψους 79 επιφάναι τοις εν σκότει και σκιά θανάτου καθημένοις, του κατευθύναι τους πόδας ημών εις οδόν ειρήνης.

 

Ωδή θ΄ αντιπροσωπευτικών κανόνων

Κανόνας των Χριστουγέννων

Μυστήριον ξένον ορώ και παράδοξον! ουρανόν το Σπήλαιον, θρόνον Χερουβικόν την Παρθένον, την φάτνην χωρίον, εν ω ανεκλίθη ο Αχώρητος Χριστός ο Θεός, ον ανυμνούντες μεγαλύνομεν.

 

Κανόνας του αγίου Λαζάρου

Εποίησε κράτος εν βραχίονι αυτού· καθείλε γαρ δυνάστας από θρόνων, και ύψωσε ταπεινούς, ο Θεός του Ισραήλ, εν οις επεσκέψατο ημάς, Ανατολή εξ ύψους, και κατεύθυνεν ημάς εις οδόν ειρήνης.

 

Κανόνας Μ. Σαββάτου

Μη εποδύρου μου Μήτερ, καθορώσα εν τάφω, ον εν γαστρί άνευ σποράς συνέλαβες Υιόν· αναστήσομαι γαρ και δοξασθήσομαι, και υψώσω εν δόξη, απαύστως ως Θεός, τους εν πίστει και πόθω σε μεγαλύνοντας.

 

Κανόνας της Αναστάσεως

Φωτίζου, φωτίζου, η νέα Ιερουσαλήμ· η γαρ δόξα Κυρίου επί σε ανέτειλε. Χόρευε νυν, και αγάλλου Σιών, συ δε αγνή, τέρπου Θεοτόκε, εν τη εγέρσει του τόκου σου.

 

Κανόνας της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού

Μυστικώς ει Θεοτόκε Παράδεισος, αγεωργήτως βλαστήσασα Χριστόν, υφ' ού το του Σταυρού, ζωηφόρον εν γη πεφυτούργηται δένδρον· δι’ ού νυν υψουμένου, προσκυνούντες αυτόν, σε μεγαλύνομεν.

Εδώ υπάρχει η ιδιομορφία του δεύτερου ειρμού, ως γνωστόν:

Ο διά βρώσεως τού ξύλου, τω γένει προσγενόμενος θάνατος, διά Σταυρού κατήργηται σήμερον· της γαρ Προμήτορος η παγγενής κατάρα διαλέλυται, τω βλαστώ της αγνής Θεομήτορος, ην πάσαι αι Δυνάμεις, των ουρανών μεγαλύνουσι.

 

Μικρός παρακλητικός κανόνας

Κυρίως Θεοτόκον σε ομολογούμεν, οι διά σου σεσωσμένοι, Παρθένε αγνή, συν Ασωμάτων χορείαις, σε μεγαλύνοντες.

 

Ο Μέγας Κανών

Ασπόρου συλλήψεως ο τόκος ανερμήνευτος, Μητρός ανάνδρου άφθορος η κύησις· Θεού γαρ η γέννησις καινοποιεί τας φύσεις· διό σε πάσαι αι γενεαί ως Θεόνυμφον Μητέρα ορθοδόξως μεγαλύνομεν.

Δημιουργία αρχείου: 6-5-2022.

Τελευταία μορφοποίηση: 6-5-2022.

ΕΠΑΝΩ