Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας Πολιτικά

 

Προσβλέψεις σε μέλλον μετα-εθνικιστικό

Tού Xρήστου Γιανναρά

 

Πηγή: Καθημερινή της Κυριακής 17-6-2007.

http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_columns_18_17/06/2007_231034

Όλο και περισσότερο γίνεται φανερό και κοινή διαπίστωση, ότι πλείστα από τα προβλήματα, τις δαιρέσεις και τις αιματοχυσίες που γίνονται στον κόσμο, έχουν τη ρίζα τους στο θεσμό του κρατικού εθνικισμού, που μας ήρθε από τη Γαλλία, με τη μορφή του "έθνους - κράτους". Αυτός ο θεσμός, που δυστυχώς σήμερα επιβάλλεται παγκόσμια, αντί για μια ειρηνική συγκατοίκηση μεταξύ πολιτισμών, που θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ως βάση κάποιου έθνους, θέλει να κυβερνά μια μισαλλόδοξη εθνικιστική νοοτροπία, που διασπάει και αιματοκυλάει τον κόσμο. Το ακόλουθο άρθρο του Χρήστου Γιανναρά, δίνει μία από τις διαστάσεις του προβλήματος, όσον αφορά τη χώρα μας και τους γείτονές της.

Πώς θα μπορούσαμε να φανταστούμε (ή να προετοιμάσουμε) ένα μετα-εθνικιστικό μέλλον για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις; Εναν τρόπο γειτονίας και συνύπαρξης ελεύθερον από τις αγκυλώσεις εμμονής στη δάνεια (και για τους δυο λαούς) εκδοχή του νεωτερικού έθνους - κράτους;

Αρνητικό επακόλουθο της δυτικής εκδοχής του έθνους - κράτους στη Νεωτερικότητα (πανθομολογούμενο σε πλήθουσα διεθνή βιβλιογραφία) είναι το χάσμα (ρήξη, αντίθεση, αντιπαλότητα) ανάμεσα στην κοινωνία των πολιτών και στους μηχανισμούς του κράτους. Αν και τους διαχειριστές των μηχανισμών τους λέμε «κοινωνικούς λειτουργούς», το φαινόμενο αυτονόμησης των στόχων και επιδιώξεων του κράτους από τις ανάγκες και προτεραιότητες του κοινωνικού σώματος είναι κανόνας στη σημερινή διεθνή πραγματικότητα. Οι εξαιρέσεις δεν αναιρούν τον κανόνα.

Ενδεικτικό παράδειγμα, γνωστότατο: Συμφέρει το κράτος να «εξάγει» εσωτερικές κρίσεις, πολιτικές ή οικονομικές, δημιουργώντας (ή συντηρώντας) διακρατικές προστριβές. Ετσι αποσπά το ενδιαφέρον των πολιτών από λάθη, αρνητικές συγκυρίες, αλλά, κυρίως, από την ανικανότητα των κρατικών αξιωματούχων να διαχειριστούν τα κοινωνικά προβλήματα. Οι κοινωνίες θα επιθυμούσαν ειρηνικές σχέσεις με τους γείτονες, οι οικονομικοί ή στρατιωτικοί γραφειοκράτες προωθούν συρράξεις και αναμετρήσεις.

Η δάνεια για την Τουρκία και την Ελλάδα δυτική εκδοχή του έθνους - κράτους στη Νεωτερικότητα έχει ως βασικό γνώρισμα το δόγμα ότι η κοινωνική συνοχή συγκροτείται με ορθολογική αποδοχή από όλους τους πολίτες των αρχών ενός «κοινωνικού συμβολαίου» (του «Συντάγματος»). Αυτό το δόγμα πιθανόν να αποδείχνεται αποδοτικό σε κοινωνίες με εθισμούς πολλών αιώνων στην προτεραιότητα νομικών σχημάτων και ηθικιστικού ορθολογισμού για την οργάνωση της ζωής και της νοο-τροπίας. Αλλά δεν είναι τέτοια η περίπτωση ούτε της Ελλάδας ούτε και της Τουρκίας.

Στην ευρεία γεωγραφική περιοχή που αποτέλεσε για πολλούς αιώνες χώρο ενιαίας αυτοκρατορίας –της ρωμαϊκής (με κέντρο τη Nova Roma - Κωνσταντινούπολη) και της Οθωμανικής– η κοινωνική συνοχή ήταν πάντοτε προϊόν κοινού πολιτισμού, όχι κοινής υπηκοότητας. Και ο πολιτισμός (τρόπος του βίου, έκφραση νοήματος του βίου) είχε οπωσδήποτε καταγωγή και έκφραση θρησκευτική. Οι θρησκείες ήταν πάντοτε η σαρκωμένη σε λαϊκό βίωμα μεταφυσική, το έμπρακτο «νόημα» του βίου, γι’ αυτό και η Ιστορία της Τέχνης είναι ιστορία θρησκευτικής κατά κανόνα εκφραστικής.

Οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι η Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν η ανεκτικότερη στη συνύπαρξη κοινωνικών ομάδων με τη δική της η καθεμιά κοινωνική - πολιτιστική συνοχή. Ομάδων μέσα στην ίδια πόλη και στο ίδιο χωριό, με σαφή και έμπρακτη, αλλά διαφοροποιημένη τη θρησκευτική πολιτιστική τους ταυτότητα, που ωστόσο συζούσαν αρμονικά και κοινωνούσαν τη χρεία, όχι και την πίστη. Βέβαια, η ανοχή αυτής της συνύπαρξης (από την κεντρική ή την τοπική εξουσία) δεν ήταν σταθερή και μακρόβια, αλλά οπωσδήποτε πλεονεκτική σε σύγκριση με τη βίαιη αλλαξοπιστία που επιβαλλόταν στις φραγκοκρατούμενες περιοχές.

Μετα-εθνικιστική αντίληψη της σχέσης των Ελλήνων με τους Τούρκους είχε, με το υπέρχρονο ήθος του, ο εκπληκτικός Μακρυγιάννης. Αυτός πολεμούσε τους Τούρκους όχι σαν αλλόφυλους και αλλόθρησκους, όχι σαν βάρβαρους ή παρακατιανούς. Στον αγώνα με τους Ελληνες «οι Τούρκοι είναι στο άδικο», αυτό μόνο, «ότι βγήκαν από του Θεού τον δρόμον οι Τούρκοι».

Ο Μακρυγιάννης σέβεται και τιμά κάθε πίστη που είναι συνεπής «στου Θεού τον δρόμον». Δεν αξιολογεί τη δική του πίστη σαν ιδεολόγημα υπέρτερο από άλλες πίστεις. Είναι ο τρόπος του δικού μας λαού «να δοξάζει τον Θεόν ορθοδόξως και ανατολικώς», ενώ άλλοι λαοί αλλιώς τον δοξάζουν. «Και τι έχεις εσύ διά μένα τι δοξάζω εγώ; Και διατί να φροντίζω εγώ διά σένα τι δοξάζεις; Ο Θεός ας θεωρήσει του κάθε ενού τη γνώμη, είναι φροντίδα αυτουνού».

Στη δυτική Νεωτερικότητα τα εθνοκρατικά συμφέροντα επενδύονται σε δήθεν «συγκρούσεις πολιτισμών», ο πρωτογονισμός του θρησκευτικού φανατισμού (παθολογία και διαστροφή της μεταφυσικής) γίνεται εργαλείο ή πρόσχημα εμπορίας του πολέμου, σφετερισμού πηγών ενέργειας. Και η ζωή στον πλανήτη μετασχηματίζεται σε εφιάλτη φρίκης και παραλογισμού (μιας «αντι-τρομοκρατικής» τρομοκρατίας σήμερα), εφιάλτη που λανσάρεται σαν ηδονικό αποχαυνωτικό υπερθέαμα – έστω και αν ένα μόνο σκηνικό, αυτό των Δίδυμων Πύργων, στοίχισε φρικώδη θάνατο κάποιων χιλιάδων ανθρώπων.

Αυτά όλα αδύνατο να μας εμποδίσουν το όνειρο. Τον ρεαλισμό του ονείρου που βεβαιώνει ότι η διαφορά πολιτισμών, δηλαδή μεταφυσικής - νοήματος και των παραγώγων τους στην Τέχνη, δεν σημαίνει αντιπαλότητα λαών. Ο εθνικισμός οδήγησε τους Τούρκους να συγκροτήσουν κράτος με προϋπόθεση συνοχής τις εξακολουθητικές γενοκτονίες και εθνοκαθάρσεις, τον έλεγχο του πολιτικού βίου από τον στρατιωτικό βούρδουλα. Και ο εθνικισμός (όχι η εμπράγματη μεταφυσική) οδήγησε τον Ελληνισμό στο ιστορικό του τέλος, τον μετάλλαξε από κοσμοπολίτικη πρόταση πολιτισμού σε βαλκανική καχεξία με αποφορά επαρχιωτίλας «μπαίγνιο» Σκοπιανών και Αλβανών.

Το όνειρο μπορεί να προετοιμάσει ένα μετα-εθνικιστικό μέλλον για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Να το προετοιμάσει ρεαλιστικά, δηλαδή πολιτικά, όχι ιδεολογικά ή με συναισθηματικές αερολογίες. Ποιες διαφορές συμφερόντων αντιθέτουν τους δύο λαούς; Αν η Τουρκία παραιτηθεί από τις επεκτατικές βλέψεις του κρατικού εθνικισμού της, οι διαφορές μάλλον συνοψίζονται στην κυριότητα ή στα ποσοστά συγκυριότητας πλουτοπαραγωγικών πηγών ενέργειας. Αν για τις γείτονες κοινωνίες προέχει η ειρηνική συνύπαρξη, είναι άραγε αδύνατο να βρεθεί πολιτικά ρεαλιστική λύση συνεκμετάλλευσης των πηγών ενέργειας ή κοινής χρήσης θαλάσσιου και εναέριου χώρου;

Μοναδικό κομμάτι ελληνικής γης όπου η Τουρκία έχει κάπως ευλογοφανή στρατηγικά ενδιαφέροντα προστασίας των νοτιοανατολικών της περιοχών, είναι η Κύπρος. Εντελώς παραδειγματικά και για να εικονογραφηθούν οι στοχεύσεις ελληνο-τουρκικών σχέσεων σε ένα μετα-εθνικιστικό μέλλον, θα μπορούσε κανείς να προβληματιστεί πολιτικά με το ενδεχόμενο: Θα αποτελούσε ξεπέρασμα των διαφορών να αποδεχθεί η Τουρκία τίμια αντιπροσωπευτικό πολιτικό σύστημα στο νησί (χωρίς καταπίεση, αλλά και χωρίς εκβιαστικές απαιτήσεις της μειονότητας), με αντάλλαγμα να διεκδικηθούν από κοινού και να παραχωρηθούν στους Τούρκους οι σημερινές Βρετανικές Βάσεις στη μεγαλόνησο;

Καλλιέργεια προοπτικών μετα-εθνικιστικού μέλλοντος θα οικοδομούσε στην τουρκική κοινωνία ελπίδα απελευθέρωσης από την κεμαλική στρατοκρατία. Και στους Ελληνες προσδοκία ανάκαμψης από τόσης αισχύνης ιστορικό τέλος.

 

Δημιουργία αρχείου: 27-6-2007.

Τελευταία ενημέρωση: 27-6-2007.

ΕΠΑΝΩ