Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας | Κοινωνία και Γεγονότα |
---|
Τα θρησκευτικά και η επιρροή στα παιδιά // Ο π. Παϊσιος για την παιδεία // Η διδασκαλία των θρησκευτικών
Σχολεία και Εξομολόγηση Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου |
Εν όψει της εγκυκλίου του Υπουργείου για τη μη εξομολόγηση στα Σχολεία.
Η εγκύκλιος του Υπουργείου Παιδείας που συνιστά να μη γίνεται εξομολόγηση στα Σχολεία δημιούργησε και δημιουργεί πολλές συζητήσεις και ακούγονται πολλές απόψεις. Εκ πρώτης όψεως όταν διαβάση κανείς την εγκύκλιο μπορεί να συμφωνήση με το περιεχόμενό της. Πράγματι το μυστήριο της Εξομολογήσεως συνδέεται με την ελευθερία των ανθρώπων, την σχετική ηρεμία, την απαραίτητη προετοιμασία, τον κατάλληλο χώρο και τους ειδικούς Κληρικούς. Κανείς δεν μπορεί να αρνηθή –ούτε και η συγκεκριμένη εγκύκλιος– ότι το μυστήριο της ιεράς Εξομολογήσεως βοηθά πάρα πολύ τους ανθρώπους, ιδιαιτέρως τους νέους, που έχουν τόσα υπαρξιακά προβλήματα και μάλιστα βιώνουν το λεγόμενο υπαρξιακό κενό, τις «νοογενείς νευρώσεις», όπως θα έλεγε ο Victor Frankl. Θα μπορούσα να πω ότι αυτό το μυστήριο, όταν εξασκείται ορθά, επιδρά άμεσα και αποτελεσματικά στον άνθρωπο, κυρίως στον σύγχρονο άνθρωπο, αφού μάλιστα από διάφορες έρευνες φαίνεται ότι το 33% των Ελλήνων έχει ανάγκη από ψυχολογική - ψυχιατρική υποστήριξη. Όμως, εάν διαβάση κανείς προσεκτικά την εγκύκλιο, θα διαπιστώση ότι δημιουργεί διάφορα προβλήματα. Το πρώτον είναι το λεγόμενο παιδαγωγικό. Η «παιδαγώγηση» δεν είναι απλώς υπόθεση «γνωστικής διαδικασίας», διότι την διανοητική γνώση μπορεί να την ικανοποιήση και το φροντιστήριο. Το Σχολείο προσφέρει διανοητική γνώση, αλλά ταυτόχρονα πρέπει να προσφέρη και εμπειρία, κοινωνική, ιστορική, θρησκευτική, εκκλησιαστική, και αυτό λέγεται παιδεία. Εάν παραμένουμε μόνον στην ξηρά λογικοκρατούμενη γνώση και αρνηθούμε την εμπειρική γνώση, τότε δημιουργείται στους νέους μια ψυχολογική, συναισθηματική και υπαρξιακή αναπηρία. Έτσι, το θέμα δεν είναι να μη γίνεται το μυστήριο της Εξομολογήσεως στα Σχολεία, αλλά να μείνουν τα Σχολεία ανοικτά και στην είσοδο του Ιερέως που θα εκτελή το έργο του ως «πνευματικός σύμβουλος» με σοβαρότητα, ελευθερία και κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις, αλλά ενδεχομένως και στην είσοδο του ψυχολόγου και μάλιστα του παιδοψυχολόγου, όπως γίνεται στα δυτικά Σχολεία, κυρίως στην Αμερική. Γιατί να επικρατή μια μονομέρεια στην προσφορά παιδείας; Το δεύτερο πρόβλημα που δημουργείται είναι το νομικό. Πράγματι ο υφιστάμενος Νόμος 590/1977 στο άρθρο 2 διαγορεύει: «Η Εκκλησία της Ελλάδος συνεργάζεται μετά της Πολιτείας, προκειμένου περί θεμάτων κοινού ενδιαφέροντος, ως τα της χριστιανικής αγωγής της νεότητος…». Στο σοβαρό αυτό θέμα της αγωγής των νέων θα πρέπη να υπάρχη συνεργασία της Πολιτείας με την Εκκλησία, ώστε το έργο της πνευματικής καθοδήγησης να γίνεται με ελευθερία, ευπρέπεια και αποτελεσματικότητα. Εάν όμως η Πολιτεία δεν επιθυμή συνεργασία με την Εκκλησία, θα πρέπη να καταργήση τον συγκεκριμένο νόμο. Το τρίτο πρόβλημα που δημιουργείται είναι το ηθικό. Δόθηκε μεγάλη έμφαση στην απαγόρευση της Εξομολόγησης στα Σχολεία, αν και η Εξομολόγηση γινόταν σε περιορισμένα Σχολεία και μέσα στα πλαίσια που καθόριζε η προηγούμενη Εγκύκλιος της Κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ. Το σημαντικό είναι ότι καταργήθηκε η Εγκύκλιος αυτή, χωρίς προηγούμενη συζήτηση με τον Αρχιεπίσκοπο και την Ιερά Σύνοδο, από ανθρώπους που θέλουν να τους σέβονται. Πέραν τούτου, νομίζω ότι η Εγκύκλιος, έστω και με αυτόν τον σκοπό, θα μπορούσε να γραφή με θετικό τρόπο. Αντί να απαγορεύη την Εξομολόγηση στα Σχολεία, θα μπορούσε να επιτρέψη στους Καθηγητές Θεολόγους να συστήσουν, σε όσους θέλουν, να εξομολογηθούν σε Πνευματικούς στους Ιερούς Ναούς των Ενοριών τους. Η προσωπική μου εμπειρία ως προς το θέμα της εξομολογήσεως στα Σχολεία, καίτοι σε μερικά σημεία είναι θετική, στα περισσότερα είναι αρνητική, γι' αυτό προτιμούσα ως Ιεροκήρυκας να κάνω ομιλία στα παιδιά για την αξία της εξομολογήσεως και να συνιστώ σε όσους θέλουν να εξομολογηθούν, να το κάνουν σε απογευματινές ώρες στους καθορισμένους Ιερούς Ναούς. Αλλ' όμως δεν μπορώ να συμφωνήσω και με τον τρόπο και το βαθύτερο περιεχόμενο της Εγκυκλίου που προϋποθέτει το Σχολείο ως χώρο διανοητικής-νοησιαρχικής γνώσης και αποκλείει την ψυχολογική και υπαρξιακή γνώση. Μια τέτοια νοοτροπία αφ' ενός μεν δημιουργεί στο παιδί ένα υπαρξιακό κενό, μια «υπαρξιακή αναπηρία», αφ' ετέρου δε αφήνει τον χώρο ανοικτό σε κάθε επιτήδειο να εκμεταλλεύεται το «θρησκευτικό συναίσθημα» του νέου, που ούτως η άλλως υπάρχει, με τραγικές συνέπειες και για τον ίδιο και για την κοινωνία. |
Δημιουργία αρχείου: 12-10-2006.
Τελευταία ενημέρωση: 12-10-2006.