Η αρχή τής κτίσης στην Κβαντική φυσική * Άνθρωπος και κόσμος στη θεολογία του Αγίου Μαξίμου του Ομολογητού * Κατάσταση Hoyle και Ανθρωπική Αρχή * Θεωρία των Χορδών και πίστη στον Θεό * Κβαντική Φυσική και Ελεύθερη Βούληση * Η σχετικότητα και εξάρτηση τού φυσικού κόσμου από τον νοήμονα παρατηρητή * Τα δημιουργήματα και η σχέση τους με τον χρόνο και τους αιώνες * Σε ποια Δημιουργική ημέρα πλάσθηκε ο άνθρωπος και σε ποια ημέρα βρισκόμαστε σήμερα;
Η γραμμική θεώρηση του χρόνου στην Θεολογία του Φλωρόφσκυ
και η αντίστοιχη μεταβολή στη σύγχρονη Φυσική Εκπόνηση εργασίας: Αλέξανδρος Μπατάλιας προπτυχιακός φοιτητήςΥπεύθυνος Καθηγητής: Σταύρος Γιαγκάζογλου, Επίκουρος καθηγητής Τίτλος μαθήματος: Η ανανέωση της Ορθόδοξης Θεολογίας
Πηγή: Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Θεολογική Σχολή - Τμήμα Θεολογίας. Αθήνα 2019. |
1. Πρόλογος Οι συστάσεις για τον Φλωρόφσκυ είναι περιττές καθώς θεωρείται από πολλούς ο μεγαλύτερος θεολόγος του 20ου αιώνα. Ωστόσο αξίζει να αναφερθεί πως γεννήθηκε στην Ρωσία το 1893 εκεί σπούδασε στο Πανεπιστήμιο της Οδησσού φιλοσοφία και φυσικές επιστήμες όπου και δίδαξε φιλοσοφία. Επιπλέον δίδαξε στο Πανεπιστήμιο της Πράγας Φιλοσοφία του Δικαίου, στο Θεολογικό Ινστιτούτο του Αγίου Σέργιου στο Παρίσι, στο Θεολογικό Σεμινάριο του Αγίου Βλαδιμήρου στην Νέα Υόρκη, στην Θεολογική Σχολή του Τίμιου Σταυρού της Βοστώνης, στο Πανεπιστήμιο Harvard, στο Πανεπιστήμιο Princenton, στο Πανεπιστήμιο Columbia, στο Πανεπιστήμιο Stanford ως επισκέπτης. Επιπλέον ήταν επίτιμος διδάκτωρ σε κορυφαία Πανεπιστήμια όπως για παράδειγμα στο Yale, μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, της Αμερικανικής Ακαδημίας Τεχνών και Επιστημών και της Ακαδημίας Θρησκειολογίας των Βρυξελλών μεταξύ άλλων1. Αυτοί είναι λίγοι από τους σταθμούς και τις τιμητικές διακρίσεις της ακαδημαϊκής πορείας αυτού του μεγάλου θεολόγου. Στην εργασία αυτή θα παρουσιάσουμε την θεολογική θεώρηση της έννοιας του χρόνου ως μια γραμμική δυναμική πρόοδο και κυρίως ως μία κατηγορία που έχει μετα-ιστορική προοπτική. Η έννοια του χρόνου είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την εσχατολογία ως βασική συνιστώσα της χριστιανικής θεολογίας έτσι όπως την ανέδειξε ο Φλωρόφσκυ. Μία τέτοια παρουσίαση δεν θα μπορούσε να γίνει χωρίς αναφορά στα δεδομένα της Φυσικής και στον τρόπο που προσεγγίζεται από αυτό το επιστημονικό πεδίο η έννοια του χρόνου. Είναι αυτονόητο πλέον στην εποχή μας πως τα περισσότερα επιστημονικά ζητήματα είναι αναγκαίο να προσεγγίζονται διεπιστημονικά καθώς μπορεί από την μία πλευρά η επιστήμη να χωρίζεται σε τομείς και πεδία με κριτήριο το ποιο τμήμα του επιστητού ερευνά αλλά και με τι μεθοδολογία πραγματοποιείται αυτή η έρευνα ωστόσο από την άλλη πλευρά η πραγματικότητα που βιώνουμε είναι μία και ενιαία. Άρα αναφύεται η επιτακτική ανάγκη για διεπιστημονικό διάλογο και εναλλακτικές προσεγγίσεις έτσι ώστε να κατανοηθεί η πολυπλοκότητα και η πολυσυνθετικότητα της ζωής και των επιμέρους εκφάνσεων της.
2. Βασικές αρχές Θεολογικής Κοσμολογίας Η διάκριση μεταξύ Άκτιστου και Κτιστού είναι ένα αμετακίνητο θεμέλιο και μία βασική αρχή που διαφοροποιεί ριζικά και απόλυτα τον Θεό ως ετερούσιο από τον Κόσμο. Πριν από την εμφάνιση του Κόσμου υπήρχε μία «κατάσταση» υπερκόσμια και υπέρχρονη που η θεολογία την προτείνει ως την αρχή των πάντων. Αυτή η κατάσταση δεν αποτελείται από μία αόριστη, μεταφυσική και απρόσωπη δύναμη αλλά από τον Θεό που αποκαλύπτεται στο πλαίσιο της «Οικονομίας», τόσο μέσω της φυσικής όσο και της υπερφυσικής αποκάλυψης ως Τρισυπόστατος με κοινή και αδιαίρετη αΐδια ουσία2. Αυτή η διαλεκτική αποκαλυπτική σχέση είναι βαθιά και οργανικά συνδεδεμένη με την δημιουργία του σύμπαντος3. Η γραφική μαρτυρία της Γενέσεως4 αποτελεί τον πυρήνα της θεολογικής προσέγγισης περί της δημιουργίας που καθιερώνει το Άκτιστο ως μοναδική αιτία και πηγή της παραγωγής του «είναι» του Κτιστού5. Οι οντολογικές περιοχές του Ακτίστου και του Κτιστού ετεροπροσδιορίζονται με βάση τις «ιδιότητες» που απορρέουν από τον τρόπο ύπαρξης κάθε οντολογικού πεδίου. Το Άκτιστο είναι μία περιοχή αυτάρκειας και πληρότητας6. Οι υπαρξιακές αυτές καταστάσεις συνεπάγονται με αυτές της αυτονομίας και της αυθυπαρξίας. Στον Θεό δεν υπάρχει αρχή, μέση και τέλος καθώς η πραγματικότητα του είναι άτρεπτη, άτμητη, αμετάβλητη και άφθαρτη. Το Κτιστό είναι μία οντολογική πραγματικότητα εκ διαμέτρου αντίθετη που έχει την αιτία της σε αυτή την αναίτια πραγματικότητα του Ακτίστου. Άρα είναι γεννητό, ρευστό, μεταβλητό και φθαρτό και ως εκ τούτου αναγκαία εξαρτημένο από την ενέργεια του Θεού έτσι ώστε να παραμένει στην ύπαρξη. Η διάκριση και η εξάρτηση είναι συνιστώσες της ενότητας των δύο αυτών οντολογικών πεδίων7. Λογική ακολουθία αυτού του ετεροπροσδιορισμού είναι η θεμελιακή έννοια της «εκ του μη όντος δημιουργίας»8 που τονίζει την προτεραιότητα της ενέργειας του Θεού. Με άλλα λόγια ο κόσμος είναι συνέπεια της θέλησης του Θεού και όχι της ουσίας του. Σε περίπτωση που ο κόσμος προερχόταν από την ουσία του θα μιλούσαμε για μία φυσική απορροή και άρα για ισοχρονικότητα ανάμεσα στα δύο οντολογικά πεδία. Επομένως ο κόσμος θα ήταν αΐδιος κάτι το οποίο δεν υφίσταται με βάση τις ίδιες τις επιστημονικές μετρήσεις9. Πριν την ανάδυση του σύμπαντος το μόνο που υπήρχε ήταν ο Θεός ως άχρονη πραγματικότητα σύμφωνα με την θεολογική θεώρηση10. Η δημιουργία εκλαμβάνεται και ως «εκ του μηδενός»11 (creatio ex nihilo) το μηδέν ωστόσο όχι ως απόλυτη ανυπαρξία εφόσον υπάρχει ο Θεός αλλά ως κενός χώρος12. Μέσα σε αυτό το σαφή πλαίσιο μπορεί να κατανοηθεί και ορθά η έννοια του χρόνου. Ο χρόνος έχει αρχή, μέση και τέλος και άρα έχει μία γραμμική και εξελικτική κατεύθυνση. Η διαδοχή και προοπτική χαρακτηρίζουν την έννοια του χρόνου ως μία δυναμική οντολογική κατηγορία.
3. Η θεώρηση του χρόνου στον Φλωρόφσκυ Πριν αναλύσουμε την θεολογική προσέγγιση του χρόνου στο έργο του Φλωρόφκυ είναι απαραίτητο να δώσουμε ένα πλαίσιο με την βασική θεολογία του. Στο μοντέλο θεολογίας του Φλωρόφκυ η Δημιουργία έχει αξονική και κεντρική σημασία13. Η δημιουργία του κόσμου είναι o «τρόπος» και ο «τόπος» της αυτό-αποκάλυψης του Θεού. Στην εσωτερική (ad intra) ζωή του Θεού οι τριαδικές υποστάσεις είναι απλά διαφορετικές εκδηλώσεις της μίας ουσίας και απλά ονόματα που αναφέρονται στην ουσία. Ο Θεός ως πρόσωπο εμφανίζεται μόνο εξωτερικά (ad extra) στο πλαίσιο της Ιστορίας (= «Οικονομίας»)14. Στο θεολογικό σύστημα αυτό οι υποστάσεις είναι μία αναγκαιότητα της φύσης του Θεού και άρα με αυτόν τον τρόπο υποβαθμίζεται η διαφορετικότητα των υποστάσεων15. Από την άλλη πλευρά η ενέργεια του Θεού είναι οι σχέσεις «προς το έτερον». Το «είναι» του Θεού αποτελείται από την ad intra ουσία του και την ad extra ενέργεια16. Εδώ είναι σαφή η διάκριση του επιπέδου της «Θεολογίας» και της «Οικονομίας». Η διάκριση αυτή συναρτάται με την διάκριση του Ακτίστου και του Κτιστού. Περνώντας στο επίπεδο της κοσμολογίας ο Φλωρόφσκυ διαφοροποιείται ριζικά με κάθε «τύπο» κοσμολογίας που χαρακτηρίζεται από αναγκαιότητα, αιτιότητα (ντετερμινισμός), ανελευθερία, κλειστότητα, κυκλικότητα, μηχανικισμό και νομοτέλεια. Οι οντολογικές αυτές κατηγορίες εντοπίζονται σε κοσμολογικά μοντέλα της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφικής σκέψης17 και επανέρχονται δυναμικά στο προσκήνιο γύρω στον 17ο αιώνα που εισάγονται από τον Νεύτωνα στην φυσική και τον Ντεκάρτ στην μεταφυσική. Ο Φλωρόφσκυ έχοντας ως υπόβαθρο την χριστιανική κοσμολογία, που προτείνει μια αρχή του σύμπαντος και την γραμμικότητα του χρόνου, διατυπώνει μία κοσμολογία της «ελευθερίας» όπου ο Θεός απολύτως ανεξάρτητος από κάθε είδους αναγακαιότητα (ad extra) επιλέγει να φέρει στην ύπαρξη το σύμπαν από την ανυπαρξία. Ο κόσμος στην σύμφωνα με την κυρίαρχη αρχαία ελληνική σκέψη18 γινόταν αντιληπτός ως αιώνιος, αυθύπαρκτος, μεταβλητός ως προς την εσωτερική κίνηση των επιμέρους όντων (+ των καταστάσεων) αλλά αμετάβλητος ως προς την ολιστική και συνολική του προσέγγιση. Ο κόσμος στην θεωρία αυτή ήταν κάτι το κλειστό και το αναγκαίο χωρίς καμία προοπτική απροόπτου και καινούργιου, όλα ήταν κυκλικά και ο χρόνος επαναλάμβανε τα όμοια. Η οντολογική αυτή αναγκαιότητα σφράγιζε την κοσμολογική προσέγγιση του συγκεκριμένου μοντέλου19. Μέσα σε αυτό το κοσμολογικό θεώρημα η ερώτηση περί αρχής του κόσμου ως αφετηρία ανάδυσης του σύμπαντος ήταν χωρίς περιεχόμενο. Ο Φλωρόφσκυ προτείνει εμφατικά «ο κόσμος δημιουργήθηκε»20 υπογραμμίζοντας το ενδεχομενικό (contigent) περιεχόμενο της ίδιας της ταυτότητας του21. Ο κόσμος θα μπορούσε και να μην έχει υπάρξει ποτέ καθώς δεν είναι αναγκαία κατηγορία και δεν χαρακτηρίζεται από αυτάρκεια έχοντας ετερο-αναφορά και όχι αυτό-αναφορά22 διότι η αιτία της ύπαρξης του είναι «εκτός» εφόσον έχει ως αρχή του «είναι» του την άκτιστη ενέργεια του Θεού. Ο Θεός θέτει το κτιστό «έξω» από το «είναι» του και το κτιστό έχει την αιτία του «έξω» από το «είναι» του ως λογική συνέπεια. Σύμφωνα με τον Φλωρόφσκυ η εμφάνιση του σύμπαντος εκ του μηδενός αποτελεί οντολογικά πλεόνασμα (surplus)23 το οποίο ωστόσο δεν καλύπτει κάποια ανεπάρκεια του Θεού εφόσον έχει προέλθει από την ενέργεια του και όχι από την ουσία του. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο γίνεται αντιληπτό πως δεν υπάρχει κάτι σύγχρονο προς τον άχρονο Θεό καθώς ο χρόνος έρχεται στην ύπαρξη παράλληλα με την εμφάνιση του Κτιστού24. Ωστόσο το Κτιστό δεν εξισώνεται απολύτως με τον χρόνο επειδή μπορεί και να υπάρξει ως μετα-χρονικό μέγεθος που υπερβαίνει την έννοια της χρονικότητας. Κτιστό και χρόνος έρχονται μαζί στην ύπαρξη, ο κόσμος υπάρχει εν χρόνω μέσα στη μεταβολή, στη διαδοχή και στη διάρκεια ωστόσο το Κτιστό και ο χρόνος δεν τελειώνουν μαζί διότι το Κτιστό έχει μετα-χρονική προοπτική χωρίς κάποιο οριακό σημείο εκμηδενισμού25. Αυτή είναι μία ασύμμετρη οντολογική κατάσταση καθώς επιπλέον έχουμε εξίσωση του Κτιστού με την αιωνιότητα μετα-χρονικά. Αντίθετα ο χρόνος θα παρέλθει ως μέγεθος. Κτιστό = χρόνος - Κτιστό ≠ χρόνος Κτιστό = αιωνιότητα - χρόνος ≠ αιωνιότητα Η οντολογική συνθήκη αυτή ορίζεται ως ασύμμετρη προοπτική όπου η αιωνιότητα προσεγγίζεται ως προηγούμενο μέγεθος της αρχής αλλά και του τέλους του χρόνου26. Ο υπολογίσιμος χρόνος προς το βάθος του παρελθόντος παραπέμπει σε ένα σημείο αρχικής εκκίνησης27. Ένας χρόνος χωρίς αρχικό σημείο ανάδυσης σε συνάρτηση με την παροδικότητα και την ρευστότητα των στοιχείων αυτού του κόσμου μόνο ως ένα παράλογο σχήμα εκλαμβάνεται ασυνάρτητο με την πραγματικότητα . Επιπλέον αυτός ο χρόνος έχει ως ακολουθία και διαδοχή έναν έσχατο κρίκο, ως οριακό σημείο αυτής της τελολογικής προόδου. Στο σημείο αυτό προκύπτει και η μεγαλύτερη θεολογική τομή του Φλωρόφκυ η λεγόμενη εσχατολογία. Πριν αναλύσουμε το περιεχόμενο της εσχατολογίας είναι απαραίτητο να κάνουμε μία διάκριση. Ενώ και η Ιστορία αναφέρεται ως μία γραμμική προσέγγιση του χρόνου ωστόσο στο θεολογικό μοντέλο του Φλωρόφσκυ έχουμε μία λεπτή διάκριση μεταξύ Χρόνου και Ιστορίας. Ο χρόνος θα μπορούσαμε να πούμε πως είναι ο ρεαλιστικός τρόπος ύπαρξης του Κτιστού και των δημιουργημάτων (Ιστορία της φύσης), από τη άλλη πλευρά η Ιστορία είναι το πεδίο ανάπτυξης της ανθρώπινης ελευθερίας, των ενεργειών του ανθρώπου (Ιστορία του ανθρώπου)28. Οι κατηγορίες αυτές έχουν μία στενή διαλεκτή σχέση ως ενιαίο επίπεδο γεγονότων. Η εσχατολογία σχετίζεται και με τις δύο παραπάνω κατηγορίες. Η εσχατολογία έχει να κάνει με την έννοια του υπολοίπου της χρονικότητας και της υπερχρονικής προοπτικής του Κτιστού. Είναι ο προσανατολισμός της Ιστορίας ως προς το μεταίχμιο της συνάντησης του Κτιστού με τον Χριστό. Επιπλέον είναι ο ορίζοντας της Αλήθειας με την ιστορική εκδήλωσή της και την μετα-ιστορική εκπλήρωσή της. Η Αλήθεια αποκαλύπτεται και ενσαρκώνεται μέσα στο πεδίο της Ιστορίας , άρα η χριστιανική πίστη βασίζεται σε γεγονότα ρεαλιστικά και όχι σε άσαρκες, άχρονες και ανιστόρητες μεταφυσικές αλήθειες του φιλοσοφικού στοχασμού. Η χριστοκεντρικότητα προηγείται της εσχατολογίας και όχι το αντίθετο29,30. Στο σημείο αυτό εδραιώνεται η Θεολογία της Ιστορίας και του χρόνου. Με βάση αυτή την κατανόηση ο χρόνος προσεγγίζεται ως ένα είδος ευθύγραμμου τμήματος με αρχή και τέλος. Τα έσχατα είναι το οριακό σημείο της απόληξης του χρόνου, μία «επέκεινα» διάσταση και κατάσταση της χρονικότητας. Ο προσανατολισμός προς αυτή την δυναμική, απρόβλεπτη και ελεύθερη κατεύθυνση ονομάζεται εσχατολογία. Υπό το πρίσμα αυτό όλα τα γεγονότα είναι εσχατολογικά και εφάπτονται με την «Οικονομία» ως πεδίο εκδήλωσης της ενέργειας και της κίνησης του Θεού. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο ο χρόνος, η ιστορία (ορατό) και τα έσχατα (αόρατο-αναμενόμενο) διαπλέκονται και συνδέονται βαθιά και οντολογικά.31
4. Σύγχρονη Φυσική Κοσμολογία
Αναπαράσταση των εποχών του σύμπαντος
Το κοσμολογικό μοντέλο του στατικού, αιώνιου και κλειστού σύμπαντος εισάγει από την αρχαία ελληνική κοσμολογία στην Φυσική ο Νewton32 όταν το 1687 στο έργο του «Μαθηματικές αρχές φυσικής φιλοσοφίας» (Philosophiae Naturalis Principia Mathematica) παρουσιάζει το πρώτο μοντέλο μαθηματικής περιγραφής του χώρου και του χρόνου. Στην θεώρηση αυτή ο χρόνος και χώρος συνιστούσαν ένα «υπόβαθρο» που δεν έπαιζαν κάποιο σημαντικό ρόλο. Επιπλέον ήταν διαχωρισμένες αυτές οι φυσικές κατηγορίες33 και ο χρόνος θεωρούνταν ως παντοτινός34. Επιπροσθέτως η κοσμοαντίληψη του Νewton βασιζόταν στην μηχανική και τους νόμους της κίνησης που ο ίδιος είχε ορίσει. Έτσι καθιέρωσε μία «μηχανική κοσμολογία» με την θεώρηση ότι ο κόσμος ήταν μία αιώνια μηχανή μέσα στην οποία τα σώματα άλλαζαν κατάσταση από ακινησία σε κίνηση υπό την επίδραση των δυνάμεων. Επομένως είχαμε ένα σύστημα φυσικής νομοτέλειας και αυστηρής αιτιοκρατίας. Ο κόσμος ήταν ένα «ρολόι» σαν κλειστός μηχανισμός, αυτάρκης στον εαυτό του. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο δεν υπάρχει ελευθερία και τυχαιότητα παρά μία αυστηρή αναγκαιότητα35. Επιπλέον προτάθηκε πως τόσο η αρχή της διατήρησης της ενέργειας όσο και αυτή της μάζας υποθέτουν έμμεσα πως το σύμπαν είναι αιώνιο. Η ύλη και η ενέργεια παραμένουν σταθερές και σε συνάρτηση με την αρχή της αφθαρσίας της ύλης που ακύρωνε την θέση πως η ύλη ξεκινά εκ του μηδενός ούτε και ότι καταλήγει στο μηδέν (ex nihilo nihil)36. Στην ίδια κυρίαρχη κοσμολογική γραμμή της εποχής κινούνταν και ο Einstein ο οποίος δεν δεχόταν κάποια αρχή στο σύμπαν και θεωρούσε το σύμπαν αιώνιο και άπειρο στον χρόνο37. Ακόμα και όταν διαπίστωσε πως οι εξισώσεις του περί βαρύτητας δεν εναρμονίζονται με την ιδέα ενός στατικού σύμπαντος, τότε αντί να αλλάξει την θέση του άλλαξε τις εξισώσεις του προσθέτοντας τον όρο «κοσμολογική σταθερά» την οποία χαρακτήρισε αργότερα ως το μεγαλύτερο λάθος που έκανε ποτέ38,39. Επιπλέον είχε τις επιφυλάξεις του σχετικά με την τυχαιότητα που εισάγει η κβαντομηχανική, η θέση του αυτή περιγράφεται γλαφυρά στην ρήση του «ο Θεός δεν παίζει ζάρια»40. Αυτό το στατικό σύμπαν κράτησε μέχρι να εμφανιστεί ο Ρώσος Ορθόδοξος μαθηματικός και φυσικός Alexander Friedmann όπου το 1925 διόρθωσε τον Εinstein μέσω των εξισώσεων του οι οποίες υποστήριζαν ένα μη στατικό σύμπαν το οποίο χαρακτηριζόταν από αστάθεια και κίνηση σε μεγάλη κλίμακα. Η κατάσταση του σύμπαντος θα έπρεπε να χαρακτηριζόταν από διαστολή ή συστολή41. Το μοντέλο αυτό πρότεινε πως στο παρελθόν υπήρχε ένα μοναδικό σημείο άπειρης πυκνότητας. Επομένως το σύμπαν είχε μία αρχή κατά την οποία γεννήθηκε42. Η επίδραση που είχε αυτή η πρόταση ήταν μηδαμινή στην επιστημονική κοινότητα καθώς οι περισσότεροι φυσικοί ήταν προσκολλημένοι δογματικά στην ιδέα του στατικού σύμπαντος. Το 1927 ο ιερέας μαθηματικός και κοσμολόγος Georges Lemaitre χωρίς να γνωρίζει την εργασία του Friedmann προτείνει εκ νέου την θέση αυτή, γνωστή πλέον ως Big Bang43,44. Η ιδέα του βασιζόταν στο ότι υπήρχε μία περίοδος όπου όλη η ύλη αλλά και η ενέργεια είχαν συγκεντρωθεί σε ένα απειροελάχιστο σημείο το όποιο καθώς εξερράγη προώθησε την επέκταση του χωροχρόνου. Από την άλλη πλευρά υπήρχε ο Fred Hoyle ο οποίος υποστήριξε με ζήλο την θεωρία περί σταθερής κατάστασης του σύμπαντος και την άποψη πως είναι ίδιο προς όλες τις κατευθύνσεις και τα μέρη του. Επιπλέον ήταν ο επινοητής του όρου Big Bang ως ειρωνικό σχόλιο προς την θεωρία της κοσμολογικής αρχής. Ωστόσο η ίδια η ιστορία της επιστήμης ειρωνεύτηκε τον Hoyle όταν ο Edwin Hubble αφού πρώτα απόδειξε την ύπαρξη γαλαξιών μετά έκανε μετρήσεις έτσι ώστε να προσεγγίσει με ακρίβεια την κίνηση και την θέση (κατανομή) τους μέσα στον χώρο. Έτσι μέσω μετρήσεων του φάσματος των γαλαξιών αποδείχθηκε η κίνηση τους μέσω της μετατόπισης του χρώματος τους45. Οι μετρήσεις έδειξαν πως οι περισσότεροι γαλαξίες είχαν μετατόπιση προς το ερυθρό και όχι προς το ιώδες, γεγονός που σήμαινε πως οι γαλαξίες απομακρύνονται από τον δικό μας. Επομένως το 1929 δημοσίευσε τον γνωστό ως νόμο του Hubble (v = Hd) αποδεικνύοντας πως όσο μεγαλύτερη είναι η απόσταση d ενός γαλαξία τόσο μεγαλύτερη η ταχύτητα v που απομακρύνεται από τον δικό μας γαλαξία46. Επιπλέον με βάση τον νόμο του Hubble ο οποίος στην πραγματικότητα επιβεβαίωσε την θεωρία του Friedmann και του Lemaitre περί αρχής του σύμπαντος, αλλά και με βάση τις σύγχρονες μετρήσεις έχουμε την θέση πως η αρχή της γένεσης του σύμπαντος έγινε περίπου πριν 14 δισεκατομμύρια χρόνια47. Επιπροσθέτως το 1965 ανακαλύφθηκε τυχαία ένα ασθενές υπόβαθρο μικροκυματικής ακτινοβολίας (CMB) η οποία ήταν το σημαντικότερο τεκμήριο από την διαδικασία του Big Bang48. H ακτινοβολία αυτή είναι ένα απομεινάρι από τις διεργασίες της επέκτασης της πρωταρχικής χωροχρονικής ανωμαλίας. Με βάση όλα αυτά προκύπτει ως λογική συνέπεια πως ο χρόνος που είναι άμεσα συνδεδεμένος με τον χώρο ως μία 4η διάσταση έχει και αυτός μία αρχή ως σημείο εκκίνησής του. Επομένως η αντίληψη περί αιωνιότητας του σύμπαντος πιθανότατα δεν ευσταθεί με τα νέα επιστημονικά στοιχεία, με εξαίρεση κάποιες ενστάσεις. Πριν 14 δισεκατομμύρια περίπου χρόνια ένα σημείο (singularity) άπειρης πυκνότητας και θερμότητας εξερράγη με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί η ύλη, η ενέργεια και ο χωροχρόνος49. Άρα το σύμπαν έχει ιστορικότητα με την έννοια πως έχουν περάσει διάφορες εποχές και περίοδοι έτσι ώστε από την φάση της εποχής του Planck (10-43 ) όπου οι 4 θεμελιώδεις δυνάμεις της φύσης50 ήταν ενωμένες σε μία «υπερ-δύναμη» και της εποχής του Πληθωρισμού51 φτάσαμε στην εποχή της διαμόρφωσης των γαλαξιών. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο έχουμε μία σαφή προσέγγιση περί γραμμικότητας του χρόνου μέσα στον όποιο υπάρχουμε. Επιπλέον ο δεύτερος νόμος της θερμοδυναμικής με βάση τον οποίο έχουμε αύξηση της εντροπίας52 όπου ένα σύστημα από την τάξη οδηγείται στην αταξία ως μία μη ανατρέψιμη κατάσταση παραπέμπει σε μία από τις κύριες ενδείξεις για το βέλος του χρόνου. Ο χρόνος κινείται από το παρελθόν προς το μέλλον53. Τα εύλογα ερωτήματα «Τι υπήρχε πριν ή τι προκάλεσε την Μεγάλη Έκρηξη;» είναι ερωτήματα θεμελιακά αλλά και οριακά. Η Φυσική μέσω της επιστημονικής μεθόδου δεν μπορεί να αποφανθεί με απόλυτη βεβαιότητα για τέτοιου είδους ερωτήματα καθώς αυτά ξεπερνούν τα όρια της λογικής μας. Όπως υποστηρίζει ο Stephen Hawking χρόνοι όπως ο φανταστικός54 που δεν χαρακτηρίζονται από την γραμμική κίνηση καθώς έχουν ευρύτερες δυνατότητες κατευθύνσεων55 δεν μπορούν να οριστούν με ευκολία . Επιπλέον είναι βέβαιο πως οι μαθηματικές εξισώσεις το μόνο που υποθέτουν είναι μόνο πως συνέβη η Μεγάλη Έκρηξη ως γεγονός, χωρίς καμία αποκλειστική και απόλυτη εξήγηση για το «πριν»56. Το ερώτημα αυτό είναι βαθιά μεταφυσικό και σχετίζεται περισσότερο με το αντικείμενο των θεμάτων που πραγματεύεται η Θεολογία και η Φιλοσοφία. Αξιοσημείωτο είναι πως ο George Gamow πρότεινε την «εποχή» πριν την Μεγάλη Έκρηξη ως την «εποχή του Αυγουστίνου» καθώς ήταν ένας από τους μεγάλους Θεολόγους που υποστήριξαν πως πριν την δημιουργία του σύμπαντος από τον Θεό δεν υπήρχε ούτε χρόνος αλλά ούτε χώρος. Η επιστήμη μπορεί να εξηγήσει μόνο τι συνέβη μετά την Μεγάλη Έκρηξη, όσο αφορά το «πριν» προς το παρόν έχουμε διάφορες μαθηματικές προτάσεις χωρίς πειραματική επιβεβαίωση57.
5. Συμπεράσματα Η κοσμολογία της Θεολογίας είχε εξ αρχής στον πυρήνα της την θεώρηση πως το σύμπαν έχει αρχή και αιτία. Στην θεολογική οντολογία και γνωσιολογία η αιτία αυτή αναφέρεται στις Άκτιστες ενέργειες του Θεού (δημιουργική ενέργεια) που φέρνουν εκ του μηδενός και εκ του μη όντος μία ετερούσια πραγματικότητα που έχει την αρχή της στην άναρχη πραγματικότητα του Θεού. Η Φυσική από την πλευρά της δεν είναι σε θέση να ακυρώσει ή να επικυρώσει με βεβαιότητα μία τέτοια θεώρηση καθώς αυτή διαπερνά και ξεφεύγει από την παρατήρηση, το πείραμα και τον μαθηματικό λογισμό. Με άλλα λόγια το ζήτημα περί ύπαρξης ή ανυπαρξίας του Θεού είναι υπό το πρίσμα της λογικής και της αναλυτικής σκέψης αβέβαιο και ακαθόριστο όπως υποστηρίζει και ο Καντ στο έργο του «Κριτική του Καθαρού Λόγου». Βέβαια η Ορθόδοξη Θεολογία ποτέ δεν μπήκε στην διαδικασία περί λογικής επικύρωσης της υπάρξεως του Θεού. Το οντολογικό επιχείρημα περί απόδειξης της υπάρξεως του Θεού ανήκει στην τάση του Σχολαστικισμού (Θεολογικός Ορθολογισμός) την τάση αυτή συνέχισε και ο Ντεκάρτ τον 17ο αιώνα όπου εργάστηκε πάνω σε αυτές τις προτάσεις. Η Θεολογική Κοσμολογία είναι βέβαιο πως έμμεσα μέσω του Friedmann και του Lemaitre έχει συνεισφέρει στην διατύπωση της Θεωρίας της Μεγάλης Έκρηξης. Μέσα στο πνεύμα της διεπιστημονικότητας η Θεολογία και η Φυσική μπορούν να συνεργαστούν η κάθε μία με τον δικό της τρόπο και την δικιά της μεθοδολογία έτσι ώστε να προσεγγίσουν τα οριακά ζητήματα περί του κόσμου και του ανθρώπου. Η συνεργασία αυτή είναι εφικτή μόνο όταν οι διανοητικές αγκυλώσεις και οι δογματισμοί που περιχαρακώνουν και παρεμποδίζουν την ίδια την ανάπτυξη της επιστημονικής έρευνας περιθωριοποιηθούν. Όλα τα επιστημονικά πεδία μπορούν να δώσουν προτάσεις και λύσεις στα ζητήματα και τα προβλήματα του σύγχρονου ανθρώπου.
6. Βιβλιογραφικές αναφορές 1. Ασπρούλης Ν. Δημιουργία, Ιστορία, Έσχατα στην σύγχρονη ορθόδοξη ερμηνευτική: από τον Γεώργιο Φλωρόφσκυ στον Ιωάννη Ζηζιούλα, Πάτρα, Διδακτορική διατριβή, 2016. 2. Βlane Α. π. Γεώργιος Φλωρόφσκι: Η ζωή και το έργο ενός μεγάλου θεολόγου, Αθήνα, Εν πλώ, 2010. 3. Hawking S. Το σύμπαν σε ένα καρυδότσουφλο, Μ. Πετράκη, Κάτοπτρο, Αθήνα, 2001. 4. Ματσούκας N. Θεολογία, Κτισιολογία, Εκκλησιολογία κατά τον Μέγαν Αθανάσιον: Σημεία πατερικής και οικουμενικής θεολογίας, Θεσσαλονίκη, Κυριακίδη, 2016. 5. Ματσούκας N. Κόσμος άνθρωπος κοινωνία κατά τον Μάξιμο τον Ομολογητή, Αθήνα, Γρηγόρη, 2014. 6. Μπέγζος Μ. Π. Ο εκκλησιασμός του Ελληνισμού, Αθήνα, Γρηγόρη, 2012. 7. Μπέγζος Μ. Π. Σύγχρονη Φυσική και Φιλοσοφία της Θρησκείας, Γρηγόρη, Αθήνα, 2009. 8. Νησιώτης Ν. Προλεγόμενα εις την θεολογική γνωσιολογίαν: Το ακατάληπτο του Θεού και η δυνατότης γνώσεως αυτού, Αθήνα 1965. 9. Τegmark M. Το μαθηματικό μας σύμπαν, Ν. Ασπρόπουλος, Τραυλός, Αθήνα, 2015.
Σημειώσεις 1. Α. Βlane, π. Γεώργιος Φλωρόφσκι: Η ζωή και το έργο ενός μεγάλου θεολόγου, Αθήνα, Εν πλώ 2010. Στο παρόν βιβλίο αναφέρoνται διεξοδικά όλοι οι σταθμοί της ζωής και της πορείας του μεγάλου θεολόγου. 2. Ν. Ματσούκας, Κόσμος άνθρωπος κοινωνία κατά τον Μάξιμο τον Ομολογητή, Αθήνα, Γρηγόρη, σελ. 55. 3. Η συνάφεια αυτή αποτελεί μεθοδολογικό κριτήριο της Ορθόδοξης Θεολογικής γνωσιολογίας. 4. Πεντάτευχος - Γένεσις(1:1) «Εν αρχήν εποίησεν ο Θεός τον ουρανόν και την γην». 5. Ν.Ματσούκας, Θεολογία, Κτισιολογία, Εκκλησιολογία κατά τον Μέγαν Αθανάσιον: Σημεία πατερικής και οικουμενικής θεολογίας, Θεσσαλονίκη, Κυριακίδη, 2016, σελ.21. 6. Ν. Ματσούκας, Θεολογία, Κτισιολογία, Εκκλησιολογία κατά τον Μέγαν Αθανάσιον: Σημεία πατερικής και οικουμενικής θεολογίας, Θεσσαλονίκη, Κυριακίδη, 2016, σελ.30. 7. Ν. Ματσούκας, Κόσμος άνθρωπος κοινωνία κατά τον Μάξιμο τον Ομολογητή, Αθήνα, Γρηγόρη, 2014, σελ. 53. 8. (2 Μακ. 7, 28) «Αξιώ σε τέκνον, αναβλέψαντα εις τον ουρανόν και την γην και τα εν αυτοίς πάντα ιδότα γνώναι ότι ουκ εξ όντων εποίησεν αυτά ο θεός...» Εδώ έχουμε σαφή γραφική τεκμηρίωση περί της εκ του μη όντος δημιουργίας. 9. Πρέπει να σημειωθεί πως υπάρχουν διάφορες ερμηνευτικές τάσεις στην Κοσμολογία. Μία τάση υποστηρίζει πως η ενέργεια του κενού προκάλεσε την Μεγάλη Έκρηξη γεγονός που σημαίνει πως ο χρόνος μπορεί να θεωρηθεί πως υπήρχε και πριν την Μεγάλη Έκρηξη. Άλλη μία είναι η Θεωρία των πολυσύμπαντων. Τέλος προτείνεται πως πριν την Μεγάλη Έκρηξη υπήρχε ο φανταστικός χρόνος ο οποίος δεν έχει αρχή και βασίζεται σε μηγαδικούς αριθμούς. Άρα στην προκειμένη περίπτωση χρησιμοποιούμε την κυρίαρχη θέση της Κοσμολογίας περί αρχής του χρόνου με την Μεγάλη Έκρηξη. 10. Ν. Ξεξάκης, Ορθόδοξη Δογματική Θεολογία, Αθήνα, Έννοια, 2012, σελ. 339. 11. Πρέπει να αναφερθεί πως ο όρος «εκ του μηδενός δημιουργία» που χρησιμοποιείται από την Δογματική Θεολογία δεν αναφέρεται πουθενά σε κείμενα της Αγίας Γραφής. Εδώ φαίνεται και η καινοτομία των μεγάλων Πατέρων θεολόγων της Εκκλησίας στο να εισάγουν νέες ορολογίες και σχήματα εκφράσεων. Η Ορθόδοξη Θεολογική γνωσιολογία δεν προσκολλάται σε φορμαλισμούς και στεγανά εκφράσεων. 12. Ν. Νησιώτης, Προλεγόμενα εις την θεολογική γνωσιολογίαν: Το ακατάληπτο του Θεού και η δυνατότης γνώσεως αυτού, Αθήνα 1965, σελ. 55. 13. Ν. Ασπρούλης, Δημιουργία, Ιστορία, Έσχατα στην σύγχρονη ορθόδοξη ερμηνευτική: από τον Γεώργιο Φλωρόφσκυ στον Ιωάννη Ζηζιούλα, Πάτρα, Διδακτορική διατριβή, 2016, σελ.140. 14. Αυτόθι, σελ. 142-144 15. Εδώ παρατηρείται το ουσιοκρατικό πλαίσο ανάπτυξη της Τριαδολογίας του Φλωρόφσκυ. 16. Ν. Ασπρούλης, Δημιουργία, Ιστορία, Έσχατα στην σύγχρονη ορθόδοξη ερμηνευτική: από τον Γεώργιο Φλωρόφσκυ στον Ιωάννη Ζηζιούλα, Πάτρα, Διδακτορική διατριβή, 2016, σελ.143. 17. Αυτόθι, σελ. 148. 18. Υπήρχαν διάφορα κοσμολογικά μοντέλα και όχι ένα ομοιόμορφο. 19. Αυτόθι, σελ.150-151. 20. Γ. Φλορόφσκυ, Δημιουργία και Απολύτρωση, Π. Κ. Πάλλης, Θεσσαλονίκη, Πουρνάρα, 1983. Σελ. 49. 21. Ν. Ασπρούλης, Δημιουργία, Ιστορία, Έσχατα στην σύγχρονη ορθόδοξη ερμηνευτική: από τον Γεώργιο Φλωρόφσκυ στον Ιωάννη Ζηζιούλα, Πάτρα, Διδακτορική διατριβή, 2016, σελ.152. 22. Αυτόθι, σελ.152-153. 23. Αυτόθι, σελ.153. 24. Γ. Φλορόφσκυ, Δημιουργία και Απολύτρωση, Π. Κ. Πάλλης, Θεσσαλονίκη, Πουρνάρα, 1983. Σελ. 49. 25. Αυτόθι, σελ. 49-50. 26. Ν. Ασπρούλης, Δημιουργία, Ιστορία, Έσχατα στην σύγχρονη ορθόδοξη ερμηνευτική: από τον Γεώργιο Φλωρόφσκυ στον Ιωάννη Ζηζιούλα, Πάτρα, Διδακτορική διατριβή, 2016, σελ.173. 27. Γ. Φλορόφσκυ, Δημιουργία και Απολύτρωση, Π. Κ. Πάλλης, Θεσσαλονίκη, Πουρνάρα, 1983. Σελ.50. 28. Ν. Ασπρούλης, Δημιουργία, Ιστορία, Έσχατα στην σύγχρονη ορθόδοξη ερμηνευτική: από τον Γεώργιο Φλωρόφσκυ στον Ιωάννη Ζηζιούλα, Πάτρα, Διδακτορική διατριβή, 2016, σελ.175-176. 29. Αυτόθι, σελ. 201-242. 30. Μ. Μπέζος, Ο εκκλησιασμός του Ελληνισμού, Αθήνα, Γρηγόρη, 2012, σελ. 277-285. 31. Ν. Ασπρούλης, Δημιουργία, Ιστορία, Έσχατα στην σύγχρονη ορθόδοξη ερμηνευτική: από τον Γεώργιο Φλωρόφσκυ στον Ιωάννη Ζηζιούλα, Πάτρα, Διδακτορική διατριβή, 2016, σελ. 235-242. 32. Ο Νεύτωνας μολονότι μελετούσε συστηματικά χριστιανική θεολογία στο κοσμολογικό του μοντέλο επηρεάζεται από αυτό της αρχαιοελληνικής φιλοσοφικής σκέψης. 33. S. Hawking, Το σύμπαν σε ένα καρυδότσουφλο, Μ. Πετράκη, Κάτοπτρο, Αθήνα, 2001, σελ. 31. 34. Ο νευτώνειος χρόνος ήταν μία γραμμή που επεκτεινόταν στο άπειρο προς τις δυο κατευθύνσεις (παρελθόν - μέλλον) άρα υπήρχε από ανέκαθεν και για πάντα. Αυτό το μοντέλο έχει ριζική διαφορά με αυτό της Θεολογικής Κοσμολογίας που είναι μεν μία γραμμική οντότητα αλλά με αρχή, μέση και τέλος. 35. Μ. Π. Μπέγζος, Σύγχρονη Φυσική και Φιλοσοφία της Θρησκείας, Γρηγόρη, Αθήνα, 2009, σελ. 30-32. 36. ουδέν εξ ουδενός σύμφωνα με την Κοσμολογική θέση του Παρμενίδη. 37. S. Hawking, Το σύμπαν σε ένα καρυδότσουφλο, Μ. Πετράκη, Κάτοπτρο, Αθήνα, 2001, σελ. 35-36. 38. Μ. Τegmark. Το μαθηματικό μας σύμπαν, Ν. Ασπρόπουλος, Τραυλός, Αθήνα, 2015, σελ. 75. 39. Το πρόβλημα που προέκυπτε ήταν ότι λόγω της βαρύτητας το σύμπαν θα έπρεπε να συσπειρωθεί και να καταρρεύσει και έτσι έπρεπε να υπάρχει μια αντίθετη δύναμη που κρατάει το σύμπαν στην ύπαρξη. Σήμερα τον ρόλο αυτόν παίζει η σκοτεινή ενέργεια αλλά η τιμή της είναι τέτοια ώστε δεν καθιστά το σύμπαν στατικό. 40. S. Hawking, Το σύμπαν σε ένα καρυδότσουφλο, Μ. Πετράκη, Κάτοπτρο, Αθήνα, 2001, σελ. 26 41. Μ. Τegmark. Το μαθηματικό μας σύμπαν, Ν. Ασπρόπουλος, Τραυλός, Αθήνα, 2015, σελ. 75-76. 42. Αυτόθι, σελ. 77. 43. Aυτόθι, σελ. 78. 44. Στο σημείο αυτό προκύπτει ένα σοβαρό ζήτημα γνωσιολογικού υποβάθρου στο επίπεδο της κοσμοθεωρητικής προσέγγισης. Τόσο ο Friedmann ως ορθόδοξος χριστιανός όσο και ο Lemaitre ως καθολικός κληρικός διατύπωσαν αυτήν την κοσμολογική θεώρηση της αρχής του σύμπαντος επηρεασμένοι από την Θεολογική Κοσμολογία;. Αυτό είναι ένα ερώτημα σημαντικό και θεμελιακό. Είναι αδύνατον να θεωρήσουμε πως δεν είχαν υπόψη τους τις θεολογικές αρχές κατά την επιστημονική τους εργασίας περί της διαμόρφωσης ενός κοσμολογικού μοντέλου με την ιδέα μίας αρχής ως σημείο εκκίνησης του χωροχρόνου. 45. Το φαινόμενο αυτό είναι στενά συνδεδεμένο με το φαινόμενο Ντόπλερ στο οποίο πραγματοποιείται ανίχνευση της μετατόπισης της συχνότητας και του μήκους κύματος ενός αντικειμένου που προκαλείται από την αλλαγή θέσης του μέσα στον χώρο. 46. Μ. Τegmark. Το μαθηματικό μας σύμπαν, Ν. Ασπρόπουλος, Τραυλός, Αθήνα, 2015, σελ. 78-79. 47. Aυτόθι, σελ. 80. 48. S. Hawking, Το σύμπαν σε ένα καρυδότσουφλο, Μ. Πετράκη, Κάτοπτρο, Αθήνα, 2001, σελ. 38-39. 49. Αξίζει να αναφερθεί εκ νέου πως πλέον υπάρχουν διάφορα Κοσμολογικά μοντέλα και προσεγγίσεις. Η κβαντική κοσμολογία προτείνει πως η ενέργεια του κενού προϋπήρχε με αποτέλεσμα αυτή να δημιουργεί την ύλη αλλά και τον χωροχρόνο. 50. Οι θεμελιώδεις αλληλεπιδράσεις (δυνάμεις) στη φύση είναι τέσσερις: βαρυτική, ηλεκτρομαγνητική, ισχυρή πυρηνική και ασθενής πυρηνική. 51. Κάποιοι φυσικοί προτείνουν τον Πληθωρισμό πριν την Μεγάλη Έκρηξη. 52. Μία τελευταία τάση μεταξύ των φυσικών είναι πως η εντροπία δεν σχετίζεται αποκλειστικά με την αταξία αλλά και με το ζήτημα της μέγιστης απόστασης. 53. Αυτόθι, σελ. 59-64. 54. Ένας τέτοιος χρόνος θα μπορούσε να ήταν και αυτός πριν από τη Μεγάλη Έκρηξη. 55. Αυτόθι, σελ. 63. 56. Μ. Τegmark. Το μαθηματικό μας σύμπαν, Ν. Ασπρόπουλος, Τραυλός, Αθήνα, 2015, σελ.159. 57. Μία τέτοια πρόταση όπως είπαμε είναι ο φανταστικός χρόνος με την κυκλικότητα του ή την ακινησία του όπως το προσεγγίζει ο Ηawking. |
Δημιουργία αρχείου: 3-6-2020.
Τελευταία μορφοποίηση: 3-6-2020.