Προσδοκώ Ανάστασιν Νεκρών * Ο Χριστός ως ζωοποιόν πνεύμα και Δεύτερος Αδάμ * Η πίστη στην ανάσταση * Ανάσταση δικαίων και αδίκων χωρίς εξαίρεση * Οι δύο θάνατοι και οι δύο αναστάσεις και η μέση κατάσταση τών ψυχών * Πώς θα αλλάξουν τα αναστημένα σώματα κατά την Δευτέρα Παρουσία; * Τι πιστεύουν οι Ορθόδοξοι για τη μετά θάνατον ζωή και την ανάσταση;
Χριστιανική Κλήση και Ανάσταση Μέρος 10ο Τι αναστημένο σώμα τού Χριστού είδαν οι μαθητές Του; Ήταν Υλικό ή ’υλο; Ομιλία Νο 25 Μιχάλης Μαυροφοράκης
Απομαγνητοφώνηση από εκπομπή της Πειραϊκής Εκκλησίας, της σειράς εκπομπών: "Ορθοδοξία και Αίρεση", του Β΄ Βιβλικού και των συνεργατών του. |
Ομιλία Νο 25. (ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΗ // ΕΠΟΜΕΝΗ).
(Εκφωνήθηκε για πρώτη φορά: 14-2-1992).
Ακούστε την από την ΟΟΔΕ σε ηχητικό αρχείο ΜΡ3
Αγαπητοί ακροατές χαίρετε! Η σημερινή εκπομπή έχει τίτλο: "Η Χριστιανική Κλήση και η Ανάσταση των νεκρών μέρος 10o". Αποτελεί τη συνέχεια τού θέματος το οποίο εξετάζουμε τελευταία, δηλαδή την αναίρεση τών κακοδοξιών και την παρουσίαση τών Ορθοδόξων θέσεων τής Μίας Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας μας, πάνω στο ζήτημα τής Χριστιανικής Κλήσεως, και ιδιαίτερα, σε τι είδους ανάσταση τών νεκρών ελπίζουν οι Χριστιανοί.
1. Περίληψη τών προηγουμένων Όπως έχουμε λεπτομερειακά αναφέρει στο παρελθόν, πολλοί κακόδοξα ισχυρίζονται και κηρύττουν, ότι από τους νεκρούς τού ανθρώπινου γένους, άλλοι δεν θα αναστηθούν καθόλου, άλλοι θα αναστηθούν με άφθαρτα και αθάνατα (όμως αγγελικά) σώματα, και οι υπόλοιποι θα αναστηθούν με ανθρώπινα, όμως φθαρτά και θνητά σώματα. Και ενώ οι περισσότεροι από τους αιρετικούς, δέχονται κάποια από τις προηγούμενες εκδοχές, σαν την κύρια διδασκαλία τους περί αναστάσεως τών νεκρών, μερικοί δεν διστάζουν να αποδέχονται και συνδυασμούς των, ή ακόμα χειρότερα, να τις υιοθετούν και τις τρεις, χωρίζοντας έτσι τους ανθρώπους σε κατηγορίες, διαιρώντας τους Χριστιανούς σε κάστες, και μιλώντας για πολλές Χριστιανικές κλήσεις, πολλά χριστιανικά βαπτίσματα, κλπ. Τέτοιοι για παράδειγμα, είναι οι Μάρτυρες τού Ιεχωβά. Αντίθετα, η μόνη γνήσια Χριστιανική διδασκαλία περί αναστάσεως τών νεκρών, η οποία ανέκαθεν εκφράζεται αναλλοίωτη μέσα από τη γραπτή και προφορική παράδοση τής Εκκλησίας, (συμπεριλαμβανομένης βεβαίως και τής Αγίας Γραφής), αναφέρει ότι κατά τη Δευτέρα Παρουσία, οπότε θα φανερωθεί ο Κύριος Ιησούς Χριστός, για να κρίνει ζώντες και νεκρούς, όλοι οι νεκροί τού ανθρώπινου γένους, θα αναστηθούν άφθαρτοι και αθάνατοι, και οι ζώντες θα αλλαγούν και αυτοί προς την αφθαρσία και την αθανασία. Φυσικά, η ανάσταση δεν αφορά τις ψυχές τών ανθρώπων, αλλά τα ανθρώπινα σώματά τους, που έφεραν σ' ετούτη τη ζωή, τα οποία βεβαίως τότε θα απαλλαγούν από τους βιολογικούς νόμους, καθώς και από τη φθορά και τον θάνατο, κατά την ομοιότητα τού αναστημένου ανθρώπινου σώματος τού Κυρίου Ιησού Χριστού, που είναι και ο έσχατος Αδάμ, ο νέος γενάρχης τού ανθρώπινου γένους, και ο "Πατήρ τού Μέλλοντος Αιώνος" (Ησαΐας 9: 6).
2. Ψευδείς συκοφαντίες για το τι πιστεύει η Εκκλησία Ενώ λοιπόν η Εκκλησία μας μένει αμετακίνητη και σταθερή σ' αυτή τη διδασκαλία περί αναστάσεως τών νεκρών, εν τούτοις υφίσταται τις θρασσύτατες και συκοφαντικές επιθέσεις τών αιρετικών, που την κατηγορούν ότι δήθεν δεν τιμά τα ανθρώπινα σώματα, διότι υποστηρίζει τάχα, ότι δεν θα αναστηθούν, αλλά η ανάσταση αφορά την ψυχή τού ανθρώπου μόνο. Έρχονται, όπως παρατηρείτε, να κατηγορήσουν αδίκως την Εκκλησία, για κάτι το οποίο όχι μόνο ποτέ δεν υπήρξε διδασκαλία της, αλλά και στην ουσία αποτελεί δικό της δόγμα. Αντί λοιπόν να ελέγξουν και να κατηγορήσουν τους εαυτούς τους ως κακόδοξους, στρέφονται άδικα και συκοφαντικά εναντίον τής Εκκλησίας, μη γνωρίζοντας τις περισσότερες φορές τι στην πραγματικότητα διδάσκει. Πολλοί βεβαίως από αυτούς, έχουν δύο ελαφρυντικά: Το πρώτο, είναι ότι έχουν πέσει θύματα τής παραπληροφόρησης και τής συκοφαντικής προπαγάνδας που η θρησκευτική τους ηγεσία, έντεχνα και μεθοδικά προωθεί, εναντίον όλων τών υπολοίπων ομολογιών, και κυρίως εναντίον τής αληθινής Χριστιανικής Εκκλησίας. Το δεύτερο ελαφρυντικό γι' αυτούς, είναι ενοχοποιητικό στοιχείο για εμάς τους πιστούς, οι οποίοι τις περισσότερες φορές έχουμε ελλειπή γνώση, ή ακόμα χειρότερα, μα και ακόμα συχνότερα, πλήρη άγνοια τών θεμελιωδών δογμάτων τής πίστεώς μας, τα οποία μάλιστα συνήθως τα αντικαθιστούμε, με τις προσωπικές μας απόψεις, ή φιλοσοφικής θεωρίες αγνώστου προελεύσεως. Ειδικά αυτό το τελευταίο ζήτημα, ας το προσέξουμε πολύ, αγαπητοί ακροατές, διότι είναι πολύ σοβαρό. Τι άραγε θα απολογηθούμε στον δίκαιο Κριτή, όταν έχουμε δείξει τόση αδιαφορία, στο να γνωρίσουμε το περιεχόμενο τής πίστεώς μας, που άκοπα κληρονομήσαμε; Αγνοούμε και αδιαφορούμε για έναν τεράστιο θησαυρό, που βρέθηκε στο σπίτι μας, εξ αιτίας τής Χάρης τού Θεού, και τού κόπου τών πατέρων μας. Και όχι μόνο αυτό, αλλά και πολύ συχνά, τον ανταλλάσσουμε αυτόν τον θησαυρό, έναντι τών ευτελών και βλαβερών φιλοσοφικών απόψεων, και προσωπικών μας αντιλήψεων, σκοτίζοντας και σκανδαλίζοντας και τους γύρω μας.
3. Γιατί αναλύσαμε το θέμα τής ανάστασης Ας επανέλθουμε όμως στο αντικείμενο τής μελέτης μας, που είναι η ανάσταση τών νεκρών, και ειδικότερα "με τι σώματα θα αναστηθούν οι νεκροί". Αφού διαπιστώσαμε τελεσίδικα (εξετάζοντας με λεπτομέρεια το 15ο κεφάλαιο τής 1ης προς Κορινθίους επιστολής του Αποστόλου Παύλου), όπως επίσης και άλλα χωρία τής Αγίας Γραφής, ότι η ανάσταση αφορά τα ανθρώπινα σώματα τών νεκρών, τα οποία θα αναστηθούν άφθαρτα και αθάνατα, αρχίσαμε να μελετούμε τις πληροφορίες τής Βίβλου, γύρω από το αναστημένο σώμα τού Κυρίου. Και αυτό το κάναμε για δύο λόγους: 1. Διότι ως ο νέος γενάρχης τού ανθρώπινου γένους, "απαρχή τών κεκοιμημένων" και "πρωτότοκος τών νεκρών", ό,τι σώμα έλαβε κατά την ανάστασή Του, αυτό και θα κληροδοτήσει στους εξ αναστάσεως απογόνους Του. Και 2. διότι πολλοί κακόδοξα κηρύττουν ότι ο Χριστός αναστήθηκε με αγγελικό σώμα, διότι κατέθεσε (λένε) το ανθρώπινο σώμα Του στον τάφο, ολοκληρωτικά και αμετάκλητα, σαν θυσία, κι έτσι είναι αδύνατο να το λάβει πίσω. Μέχρι τώρα, έχουμε δει σημαντικότατα και σαφέστατα χωρία τής Αγίας Γραφής, που αναιρούν πλήρως αυτή την κακοδοξία. Ωστόσο, για να εξαντλήσουμε το ζήτημα, θα εξετάσουμε και τις υπόλοιπες αναφορές τής Αγίας Γραφής στο θέμα αυτό. Για να συστηματικοποιήσουμε τη μελέτη μας, και αφού εξετάσαμε στην αρχή μερικά θεμελιώδη, σαφή και χαρακτηριστικά χωρία, χωρίσαμε τις αναφορές στο σώμα τού αναστημένου Χριστού, που ευρίσκονται στη Βίβλο, σε 3 μεγάλες κατηγορίες, με κριτήριο τον χρόνο: Την προ τού σταυρικού θανάτου περίοδο, την μετά την ανάσταση και προ τής αναλήψεως, και τέλος, την περίοδο μετά την ανάληψη τού Κυρίου στους ουρανούς.
4. Κατ' οικονομίαν φανέρωση τού σώματος τού Χριστού Σήμερα θα συνεχίσουμε με χωρία από την 2η περίοδο, δηλαδή με περιστατικά και αναφορές γύρω από τον Ιησού Χριστό, κατά τη διάρκεια τών 40 ημερών μετά την ανάστασή Του. Ας διαβάσουμε κατ' αρχήν από το κατά Ιωάννην ευαγγέλιο, στίχους 20: 19, 20, όπου ο Ευαγγελιστής μας περιγράφει μία από τις πρώτες εμφανίσεις τού Χριστού στους μαθητές Του: "Ούσης ουν οψίας, (όταν βράδιασε), τη ημέρα εκείνη τη μια των σαββάτων, (την πρώτη Χριστιανική Κυριακή, κατά την οποία ο Χριστός αναστήθηκε), και των θυρών κεκλεισμένων όπου ήσαν οι μαθηταί συνηγμένοι δια τον φόβον των Ιουδαίων, ήλθεν ο Ιησούς και έστη εις το μέσον, και λέγει αυτοίς· ειρήνη υμίν. Και τούτο ειπών έδειξεν αυτοίς τας χείρας και την πλευράν αυτού. εχάρησαν ουν οι μαθηταί ιδόντες τον Κύριον." Παρατηρούμε, ότι η απόδειξη που ο Κύριος προσφέρει για την ανάστασή Του, είναι το ίδιο του το σώμα. Αυτό το ανθρώπινο σώμα που καρφώθηκε πάνω στον σταυρό, αυτό το ίδιο αναστήθηκε. Ας ακούσουμε τι λέει πάνω σ' αυτό ο πατήρ τής Εκκλησίας, Κύριλλος Αλεξανδρείας: "Δια δε τού και αυτήν απογυμνώσαι τού σώματος την πλευράν, και τους τύπους επιδείξαι τών ήλων, πεπληροφόρηκεν εμφανώς ότι τών επ' αυτού τού σταυρού και κρεμασμένον ήγειρε ναόν, και όπερ πεφόρεκε σώμα, τούτο πάλιν ανέστησε". Δηλαδή, λέει ο άγιος πατέρας, ότι με αυτό που έκανε ο Κύριος, τουτέστιν ότι απογύμνωσε και αυτή μάλιστα την πλευρά τού σώματός Του, και έδειξε τις πληγές από τα καρφιά στα χέρια Του, μάς έχει δώσει με αυτόν τον πολύ φανερό τρόπο την εξής πληροφορία: Ότι πράγματι, εκείνο που αναστήθηκε, είναι αυτό τούτο το σώμα που έφερε. Είναι αυτό το σώμα που ονόμασε ναό, αυτό το σώμα που κρεμάστηκε πάνω στον σταυρό. Δεν αναστήθηκε λοιπόν ο Κύριος με άλλο αγγελικό σώμα, όπως ισχυρίζονται οι αιρετικοί, αλλά ανέστησε αυτό το ίδιο Του το σώμα, που σταυρώθηκε, και αυτό φέρει ως απόδειξη τής αναστάσεώς Του στους μαθητές Του. Βέβαια, για να μη μείνουμε με την εντύπωση ότι η ανάσταση τού Χριστού μοιάζει απόλυτα με τις αναστάσεις που είχαν γίνει από τον Ίδιο, και από τους προφήτες, όπως η ανάσταση τού Λαζάρου, γι' αυτό εμφανίζεται στους μαθητές με θαυμαστό τρόπο, "τών θυρών κεκλεισμένων". Και το γεγονός αυτό, το επισημαίνει με ιδιαίτερο τρόπο ο Ευαγγελιστής Ιωάννης. Αναστήθηκε λοιπόν ο Κύριος κατά πρωτοφανή μέχρι τότε τρόπο, δηλαδή με το ανθρώπινο σώμα που είχε πριν σταυρωθεί, όμως τώρα το σώμα αυτό δεν είχε ακριβώς τις ίδιες ιδιότητες με το προηγούμενο. Δεν υπόκειτο στον φθορά και στον θάνατο, όπως το σώμα τού αναστημένου Λαζάρου για παράδειγμα, ή τών υπολοίπων που είχαν αναστηθεί μέχρι τότε. Δεν λειτουργεί λοιπόν με βάση τους γνωστούς βιολογικούς νόμους. Το σώμα αυτό λειτουργεί σύμφωνα με το ’γιο Πνεύμα. Γι' αυτό και δεν το δέσμευαν πλέον οι τοίχοι και οι πόρτες τού δωματίου, όπου ήσαν κλεισμένοι οι μαθητές. Με αυτόν λοιπόν τον υπερφυσικό τρόπο τής εμφανίσεως, τους ανεβάζει τις σκέψεις υψηλότερα. Αλλά και με την επίδειξη τών αποτυπωμάτων τής λόγχης και τών καρφιών, τους αποδεικνύει ότι εξακολουθεί να είναι άνθρωπος και όχι κάτι άλλο. Ας ακούσουμε όμως τη συνέχεια, από τον Κύριλλο Αλεξανδρείας, που δίνει επακριβώς την διάσταση τού γεγονότος: "Νυνί δε, τοσούτον οράται, ώστε και καιρού καλούντος, ήδη μετασκευάζειν εις δόξαν άρρητόν τινα και υπερφυά το ίδιον σώμα, φαίνεσθαι πάλιν όπερ ην, συγκεχώρηκεν οικονομικώς, ίνα μη έτερον έχων παρ' εκείνο νομίζηται, εν ό και πέπονθε τον επί τον σταυρώ θάνατον. Ότι γαρ ουκ αν εγένετο φορητή τοις ημετέροις όμμασιν, η τού αγίου σώματος δόξα, είπερ αυτήν εξαπλούν ηβουλήθη Χριστός, και πριν αναβήναι προς τον Πατέρα, συνήσεις ευκόλως τον εν τω όρει (τής Μεταμορφώσεως), ποτε παραδειχθέντα τοις αγίοις μαθηταίς μετασχηματισμόν ενθυμούμενος... Οικονομικότατα τοίνυν ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, ούπω προς δόξαν την Αυτώ χρεωστουμένην και πρέπουσαν, τον οικείον μεταστοιχειώσας ναόν εν τοις πρώτοις έτι διεφαίνετο σχήμασι". Για λόγους οικονομίας λοιπόν, ο Κύριος δεν θέλησε να εμφανισθεί στους μαθητές με το σώμα Του σε πλήρη δόξα, διότι τότε δεν θα μπορούσαν να αντέξουν στο θέαμα. Απλώς περιορίζεται να τους αποδείξει την ανάσταση τού σώματός Του, δείχνοντάς τους παράλληλα ένα ελάχιστο δείγμα από τις ένδοξες ιδιότητες που έχει το αναστημένο Του σώμα. Τούτο άλλωστε τους το είχε δείξει και πριν το πάθος, όταν τους φανέρωσε το σώμα Του σε ένδοξη κατάσταση, κατά τη μεταμόρφωση στο όρος Θαβώρ. Ακόμη και προ τού πάθους και τής αναστάσεως, οπότε ο Κύριος έφερε ηθελημένα και κατ' οικονομίαν φθαρτό και θνητό ανθρώπινο σώμα, αυτό μετείχε στη δόξα τού Θεού. Αυτό έγινε φανερό κατά τη Μεταμόρφωση, αλλά και επανειλημμένα επιβεβαιώνεται στη ζωή τών αγίων τής Εκκλησίας μας. Ωστόσο, η τελική και πλήρης μετοχή τού ανθρώπινου σώματος στη δόξα τού Θεού, λαμβάνει χώρα κατά την ανάσταση, οπότε θα είναι εικόνα τού σώματος τού αναστημένου Χριστού. Η πληρότητα αυτής τής δόξας, θα τους κρατιόταν ακόμα άγνωστη και μυστική, και αυτήν υποδηλώνει όταν λέει προς τη Μαρία: "ούπω γαρ αναβέβηκα προς τον Πατέρα", όπως θα δούμε αναλυτικότερα στη συνέχεια. Δεν μπορεί το φθαρτό και θνητό ανθρώπινο σώμα, που τώρα φέρουμε, να αντέξει στη θέα τής πληρότητας αυτής τής θείας δόξας, και να παραμείνει ζωντανό. Αυτή την δόξα που φανέρωσε ο Χριστός στο ανθρώπινο σώμα Του κατά τη Μεταμόρφωση, έχει αυτό το σώμα από την ανάσταση, και γίνεται έκδηλη και φανερή σε όλους από τη 2α Παρουσία και έπειτα συνεχώς. Είναι απαραίτητο λοιπόν, για την ορθή ερμηνεία τών πραγμάτων, να μπορούμε να ξεχωρίζουμε τι γίνεται από οικονομία, και τι γίνεται από ανάγκη. Από ανάγκη για παράδειγμα, εμείς τρώμε, ενώ ο Κύριος μετά την ανάστασή Του, έφαγε από οικονομία. Από ανάγκη εμείς περπατούμε για να μεταβούμε από έναν τόπο σ' έναν άλλο, ο Κύριος όμως, αν και εμφανιζόταν κατά βούλησιν όπου και όποτε ήθελε, από οικονομία συνεβάδισε με τους μαθητές που πορεύονταν προς Εμμαούς.
5. Η συνάντηση τού αναστημένου Χριστού με τη Μαρία τη Μαγδαληνή Ας προχωρήσουμε όμως να εξετάσουμε ένα ακόμα περιστατικό, που όμως χρονικά συνέβη λίγο ενωρίτερα από αυτό που εξετάσαμε μόλις προηγουμένως, και μάλιστα αναφέρεται από τον ίδιο ευαγγελιστή, στους αμέσως προηγουμένους στίχους, δηλαδή στο 20ό κεφάλαιο τού κατά Ιωάννην ευαγγελίου, στίχους 1-18. Συνοπτικά, η Μαρία η Μαγδαληνή, πολύ ενωρίς το πρωί τής Κυριακής, τής ημέρας που αναστήθηκε ο Κύριος, και ενώ ήταν ακόμα σκοτάδι, έρχεται στο μνημείο και βρίσκει τον λίθο που έφραζε την είσοδο τού τάφου, να έχει μετακινηθεί. Όταν είδε το μνήμα ανοιχτό, τρέχει ανήσυχη και λέει στον Πέτρο και τον Ιωάννη, ότι πήραν τον Κύριο από το μνημείο. Μόλις αυτοί το ακούνε, τρέχουν αμέσως προς τον τόπο, και προς μεγάλη τους έκπληξη, διαπίστωσαν ότι το μνήμα ήταν κενό, και ότι η νεκρικοί επίδεσμοι ήταν εκεί, και δεν έλειπαν, γεγονός τελείως αφύσικο, αν το σώμα είχε κλαπεί. Παρατήρησαν ακόμα, ότι και το ύφασμα με το οποίο είχαν σκεπάσει το κεφάλι τού Ιησού, δεν ήταν άτακτα ανακατεμένο με τους επιδέσμους, αλλά τυλιγμένο χωριστά, και με τάξη, γεγονός που δεν πρόδιδε βιασύνη και πίεση χρόνου. Τότε λοιπόν, αυτοί οι δύο πίστεψαν ότι ο Ιησούς αναστήθηκε, και κατάλαβαν τις προφητείες τής Αγίας Γραφής περί τής αναστάσεως τού Χριστού. Αφού λοιπόν εξέτασαν τον τάφο, και επείσθησαν ότι κάθε άλλη έρευνα ήταν περιττή, γύρισαν πάλι πίσω. Η Μαρία όμως, που είχε σταθεί απ' έξω και έκλαιγε, δεν φανταζόταν καν, ότι ο Κύριος αναστήθηκε. Και για μια στιγμή που έσκυψε και πάλι στο μνημείο για να βρει το σώμα τού Ιησού, βλέπει δύο αγγέλους με λευκά ενδύματα, οι οποίοι σαν φρουροί τού τάφου, και ένδοξοι υπηρέτες τού αναστάντος Κυρίου, τής λένε: -Γιατί κλαις γυναίκα; Και εκείνη τούς απάντησε: -Διότι πήραν τον Κύριό μου από τον τάφο, και δεν ξέρω πού τον έβαλαν. Τότε στρέφει προς τα πίσω, πιθανώς διότι οι άγγελοι έστρεψαν την προσοχή τους προς τα εκεί, και βλέπει τον Ιησού, χωρίς όμως να Τον αναγνωρίσει. Και δεν τον αναγνώρισε αμέσως, είτε διότι δεν είχε διαλυθεί ακόμα τελείως το σκοτάδι τής νύχτας, είτε διότι κατ' οικονομίαν, ο Κύριος φανερώθηκε με αλλαγμένη μορφή, για να μην τής δημιουργήσει ξαφνική και μεγάλη έκπληξη από την πρώτη κιόλας στιγμή, ή ακόμα και για άλλες εύλογες αιτίες. Την ρωτάει λοιπόν ο Ιησούς: -Γυναίκα, γιατί κλαις; Ποιον ζητείς; Εκείνη νόμισε πως ήταν ο Κηπουρός, και γι' αυτό τού είπε: -Κύριε, αν τον πήρες εσύ, πες μου πού τον έβαλες, κι εγώ θα τον πάρω από τον κήπο σου, και θα τον τοποθετήσω αλλού. Ας συνεχίσουμε όμως τη διήγηση από το πρωτότυπο. Βρισκόμαστε στον στίχο 16 τού 20ού κεφαλαίου τού κατά Ιωάννην ευαγγελίου: "Λέγει αυτή Ιησούς: -Μαριάμ! Στραφείσα εκείνη, λέγει αυτώ Εβραϊστί: -Ραβουνί! ό λέγεται "Διδάσκαλε!" Λέγει αυτή Ιησούς: -Μη μου άπτου, ούπω γαρ αναβέβηκα προς τον Πατέρα. Πορεύου δε προς τους αδελφούς μου, και ειπέ αυτοίς: Αναβαίνω προς τον Πατέρα μου, και πατέρα υμών, και Θεόν μου, και Θεόν υμών. Έρχεται Μαριάμ η Μαγδαλινή, αγγέλουσα τοις μαθητές, ότι -Εώρακα τον Κύριον, και ταύτα είπεν αυτή".
6. Παρανοήσεις τών λόγων του Χριστού στη Μαρία Όσοι δεν πιστεύουν στην ανάσταση τού ανθρώπινου σώματος τού Χριστού, χρησιμοποιούν αυτό το χωρίο, λέγοντας ότι αφ' ενός επειδή ο Ιησούς δεν αναγνωρίσθηκε αμέσως από τη Μαρία, και αφ' ετέρου επειδή δεν την άφησε να Τον αγγίξει, προβάλλοντάς της την αιτιολογία, ότι δεν ανέβηκε ακόμα στον Πατέρα Του, άρα δεν είχε ανθρώπινο σώμα. Μάλιστα, ισχυρίζονται ότι βρισκόταν σε μία ενδιάμεση κατάσταση, διότι δήθεν δεν είχε λάβει κανένα σώμα ακόμα, λόγω τού ότι περίμενε να πάει πρώτα στον Πατέρα Του, για να λάβει το νέο τους σώμα. Εκ πρώτης όψεως, η άποψη αυτή φαίνεται λογική, και θα μπορούσε να πείσει ακόμα και κάποιον σχετικά ακατατόπιστο Ορθόδοξο Χριστιανό. Ας δούμε όμως αναλυτικά, αν όντως έχουν έτσι τα πράγματα: Κατ' αρχήν, όταν πρόκειται να ερμηνεύσουμε ένα οποιοδήποτε κομμάτι τής Αγίας Γραφής, όσο δύσκολο ή εύκολο φαίνεται πως είναι, πρέπει πάντοτε να έχουμε υπ' όψιν μας, έναν από τους βασικότερους ερμηνευτικούς κανόνες, που είναι ο ακόλουθος: Δεν πρέπει να δεχόμαστε καμία ερμηνεία ως ορθή, για κάποιο χωρίο, όσο σωστή και λογική και αν μας φαίνεται, αν αυτή έρχεται σε άμεση σύγκρουση με άλλα, αντίστοιχα χωρία τής Αγίας Γραφής. Και βέβαια, μέχρι τώρα, έχουμε διαπιστώσει επανειλημμένα και σαφέστατα, ότι ο Κύριος αναστήθηκε ως άνθρωπος, και όχι ως αγγελικό πλάσμα, με το ανθρώπινο σώμα Του, που καρφώθηκε στον σταυρό, και όχι με άλλο, αγγελικό σώμα, ούτε υπήρξε καμία περίοδος που να μην είχε καθόλου σώμα. Έτσι λοιπόν, από αυτό και μόνο, θα πρέπει να απορρίψουμε αυτή την ερμηνεία ως εσφαλμένη, και να επιχειρήσουμε με τη βοήθεια τού Αγίου Πνεύματος, τού Παρακλήτου που καθοδηγεί και φωτίζει την Εκκλησία, να κατανοήσουμε το χωρίο που εξετάσαμε. Επιπρόσθετα, ο ισχυρισμός τών αιρετικών, ότι ο Ιησούς κατά τον διάλογο με τη Μαρία δεν είχε σώμα, και πως γι' αυτό τον λόγο τής είπε: "Μη μου άπτου", δηλαδή "Μη με αγγίζεις", είναι τελείως εσφαλμένος και παράλογος. Πρέπει να υποθέσουμε, ότι ο Ιησούς που μίλησε στη Μαρία ήταν "φάντασμα", δηλαδή αποκύημα τής φαντασίας, αλλά τότε εκείνη εσφαλμένα επίστεψε ότι αναστήθηκε. Το ίδιο και οι απόστολοι Πέτρος και Ιωάννης, πριν από αυτήν. Μια τέτοια άποψη όμως, όχι μόνο έρχεται σε τέλεια αντίθεση με την Αγία Γραφή, (Λουκάς 24: 39,40), αλλά μάλλον αποτελεί και βλασφημία. Και βεβαίως, υπό τύπον αστείου, θα μπορούσε κανείς να ρωτήσει τους αιρετικούς: ’ραγε ήταν τόσο μακρύς ο δρόμος προς τον ουρανό, όπου έπρεπε ο Ιησούς να πάει για να παραλάβει το νέο του σώμα, και δεν πρόφθασε να πάει; Ή μήπως δεν πρόλαβε ο ουράνιος Πατέρας Του, να του το ετοιμάσει, και γι' αυτό ο Ιησούς χρονοτριβούσε εδώ στη γη, συζητώντας με τη Μαρία;
7. Οι πραγματικοί λόγοι όσων είπε ο Χριστός Ας διαβάσουμε όμως, την παράλληλη διήγηση από τον ευαγγελιστή Ματθαίο, κεφάλαιο 28: 1-9, που θα ρίξει άπλετο φως στο μυστήριο, και ταυτόχρονα θα διαλύσει κυριολεκτικά τις παράδοξες θεωρίες τών αιρετικών: "Οψέ δε Σαββάτων, (αργά τη νύχτα τού Σαββάτου), τη επιφοσκούσι εις μίαν Σαββάτων, (ενώ ξημέρωνε Κυριακή), ήλθε Μαριάμ η Μαγδαληνή, και η άλλη Μαρία, θεωρήσαι το τάφον. Και ιδού, σεισμός εγένετο μέγας. ’γγελος γαρ Κυρίου, καταβάς εξ ουρανού, και προσελθών, απεκύλησεν τον λίθον, και εκάθητο επάνω αυτού. Ην δε η ιδέα αυτού ως αστραπή. Και το ένδυμα αυτού λευκόν ως χιών. Από δε τού φόβου αυτού, εσείσθησαν οι τηρούντες, (οι φύλακες), και εγενήθησαν ως νεκροί. Αποκριθείς δε ο άγγελος, είπεν τοις γυναιξί: Μη φοβείσθε υμείς. Οίδα γαρ, ότι Ιησούν τον εσταυρωμένον ζητείτε. Ουκ έστιν ώδε. Ηγέρθη γαρ καθώς είπεν. Δεύτε, ίδετε τον τόπον όπου έκειτο. Και ταχύ, πορευθείσαι, είπατε τοις μαθηταίς αυτού, ότι ηγέρθη από τών νεκρών, και ιδού, προάγει υμάς εις την Γαλιλαίαν. Εκεί αυτόν όψεσθε. Ιδού, είπον υμίν. Και απελθούσαι ταχύ από τού μνημείου μετά φόβου και χαράς μεγάλης, έδραμον απαγγείλαι τοις μαθηταίς αυτού. Και ιδού, Ιησούς υπήντησεν αυτές λέγων: Χαίρετε! Οι δε προσελθούσαι, εκράτησαν αυτού τους πόδας, και προσεκύνησαν αυτώ". Τι έχουν να πουν οι αιρετικοί, στη σαφέστατη περιγραφή τού Ματθαίου, όπου φαίνεται καθαρά, ότι η Μαρία η Μαγδαληνή, μαζί με την άλλη Μαρία, όχι μόνο άγγιξαν τον Ιησού, αλλά και "εκράτησαν αυτού τους πόδας". Είναι φανερό λοιπόν, πως οι αιρετικοί χτίζουν παράτολμες θεωρίες, πάνω σε λάθος δεδομένα. Διαπιστώσαμε λοιπόν, ότι οι ισχυρισμοί τους, δεν στέκουν ούτε και στην περίπτωση αυτή. Και με την ευκαιρία αυτή, επαναλαμβάνουμε για μία ακόμα φορά, το πόσο εύκολο είναι να πέσει κανείς θύμα κακόδοξων και αιρετικών διδασκαλιών, οι οποίες μάλιστα παρουσιάζονται και φαίνονται λογικές και βάσιμες. ’λλωστε, αν οι αιρετικές διδασκαλίες ήταν εμφανώς παράλογες και εσφαλμένες, τότε οι αιρέσεις θα έμεναν σχεδόν χωρίς οπαδούς. Αλλά ποια είναι η σωστή ερμηνεία τού κατά Ιωάννην 20: 14-17; Τι λέει η Εκκλησία μας; Λόγω ελλείψεως τού απαιτούμενου χρόνου, για μια λεπτομερειακή ανάλυση ολοκλήρου τού χωρίου, που είναι πολύ διδακτικό, αλλά συνάμα και συγκινητικό, θα περιορισθούμε μόνο στα επίμαχα εδάφια. Στον στίχο 16 διαβάζουμε: "Λέγει αυτή Ιησούς: Μαριάμ! Στραφείσα εκείνη, λέγει αυτώ Εβραϊστί: Ραβουνί! Ό λέγεται: "διδάσκαλε"!" Ενώ λοιπόν η Μαρία νόμισε τον αναστημένο Κύριο ότι ήταν ο Κηπουρός, ο Ιησούς τής λέει: "Μαριάμ!" Τη φωνάζει με το όνομά της. Και από τη φωνή Του, και όχι από την όψη Του, καταλαβαίνει η Μαρία ότι ήταν ο Κύριος. Αυτό μας θυμίζει έντονα την παραβολή του Καλού Ποιμένος, που αναφέρεται στο 10 κεφάλαιο τού ιδίου Ευαγγελίου. Εκεί ο Κύριος έλεγε: "Τα πρόβατα, τής φωνής Αυτού ακούει. Και τα ίδια πρόβατα φωνεί κατ' όνομα. Και τα πρόβατα Αυτώ ακολουθεί, ότι οίδασιν την φωνήν Αυτού". (Ιωάννης 10: 3,4). Μόλις λοιπόν καταλαβαίνει από την φωνή ότι δεν είναι ο Κηπουρός, αλλά ο Ιησούς, τότε στρέφεται προς Αυτόν. Γιατί; Προηγουμένως σ' Αυτόν δεν μίλαγε; Αυτόν δεν κοίταζε; Απ' ότι φαίνεται τα έλεγε στον νομισθέντα Κηπουρό, κοιτώντας τους αγγέλους, αποδίδοντας την τιμή σ' αυτούς. Όταν όμως κατάλαβε ότι ήταν ο Ιησούς, στρέφεται προς Αυτόν. Διότι όταν είναι παρών ο Δεσπότης και Δημιουργός, είναι φυσικό προς Αυτόν να στραφούμε, και να αποσύρουμε το βλέμμα μας από τα δημιουργήματα, όσο ένδοξα και υπέροχα και αν είναι. Και βέβαια αυτό που επακολούθησε, είναι λογικό και αναμενόμενο. Όπως άλλωστε φαίνεται και από τη διήγηση του Ματθαίου, όχι μόνο τον άγγιξε, αλλά και προσέπεσε στα πόδια Του, και τα κρατούσε, μη θέλοντας να τον αφήσει πλέον. Τότε ο Ιησούς τής λέει: "Μη μου άπτου", με την έννοια τού "Μη με κρατάς", και όχι τού "Μη με αγγίζεις, Μη με ακουμπάς". Γιατί άραγε τής το είπε αυτό; Προφανώς, επειδή γνώριζε τα αισθήματα και τις ενδόμυχες σκέψεις τής Μαρίας, ως καρδιογνώστης, ότι δεν είχε κατανοήσει από τη μεγάλη χαρά και την έκπληξη, το μεγάλο και υψηλό που συνέβαινε, αλλά νόμιζε ότι είχε αναστηθεί όπως ο Λάζαρος, και οι υπόλοιποι μέχρι τότε αναστημένοι νεκροί. Νόμιζε λοιπόν, πως θα εξακολουθούσαν τα πράγματα όπως και πριν, και η όλη τους συναναστροφή θα ήταν επίγεια. Γι' αυτό και φαίνεται πως θέλει να τον κρατήσει διαπαντός επί τής γης. Αυτή την εσφαλμένη ταπεινή γνώμη που είχε η Μαρία για τον αναστημένο Κύριο, και που επιβεβαιώνεται και από το θάρρος που δείχνει απέναντί Του, θέλει να διορθώσει ο Ιησούς, και τής λέει: "Μη μου άπτου. Ούπω γαρ αναβέβηκα προς τον Πατέρα μου". Ή με άλλα λόγια, "Μη θέλεις να με κρατήσεις εδώ". Και τής εξηγεί, ότι επείγεται να ανεβεί προς τον Πατέρα Του, γεγονός που φανερά έλαβε χώρα κατά την ανάληψή Του προς τους ουρανούς. Επόμενο λοιπόν είναι, εκείνον που βιάζεται και επείγεται να αναχωρήσει, να μη θέλουμε να τον κρατήσουμε μαζί μας. Παράλληλα, λέγοντάς της ότι "πρόκειται να ανεβεί στον Πατέρα Του", τής ανεβάζει τη σκέψη από τα γήινα και απτά, προς τα ουράνια και νοητά. Τής επανορθώνει λοιπόν την πλάνη, ότι τάχα επρόκειτο να συνεχίσει όπως και πριν να συναναστρέφεται με τους μαθητές Του επί τής γης, και τής δίνει να καταλάβει, ότι στο εξής, θα συνδέονται με μια νέα σχέση και κοινωνία, η οποία θα αρχίσει όταν θα ανεβεί δια τής Αναλήψεως στον Πατέρα Του.
8. Γιατί φέρθηκε ο Χριστός διαφορετικά στον Θωμά; Αξίζει δε να σημειώσουμε, πως η διαφορά αυτή τών ενεργειών τού Ιησού, προς την Μαρία και προς τον Θωμά και τους υπολοίπους μαθητές, (στη μεν πρώτη απέτρεψε το άγγιγμα, ενώ στους δευτέρους προκάλεσε την ψηλάφηση), μπορεί να δικαιολογηθεί λογικά, μόνο εάν κατανοήσουμε τις ανάγκες του καθενός. Η μεν Μαρία ήταν βέβαιη για την ανάσταση, και ήθελε να τον κρατήσει μόνιμα στη γη, ενώ ο Θωμάς δεν μπορούσε να πιστέψει στην ανάσταση. Έτσι λοιπόν διορθώνει τη γνώμη τής Μαρίας, αποτρέποντάς την να τον κρατήσει εδώ, και τονίζοντάς της ότι σωματικά βιάζεται να αναχωρήσει από κοντά τους, και να καθίσει στα δεξιά τού Πατρός Του. Παράλληλα, διορθώνει και τη γνώμη τού Θωμά, παρέχοντάς του δια τής ψηλαφήσεως, απτές αποδείξεις τού αναστημένου σώματός Του. Αφού λοιπόν ο Κύριος είπε στη Μαρία: "Μη μου άπτου. Ούπω γαρ αναβέβηκα προς τον Πατέρα", συνεχίζει και τής λέει: "Πορεύου δε προς τους αδελφούς μου, και ειπέ αυτοίς...". Παρατηρούμε πώς μετά τον αυστηρό έλεγχο τής εσφαλμένης αντιλήψεως τής Μαρίας, αμέσως πάλι κάνει τον λόγο ηπιότερο, και αποκαλεί τους μαθητές, "αδελφούς Του". Μάλιστα, είναι η πρώτη φορά που το κάνει. Λίγο πριν τής είπε ότι πρόκειται να ανεβεί στον Πατέρα Του. Για να μη μείνει η Μαρία με την εντύπωση πως ο Ιησούς τους εγκαταλείπει, γι' αυτό και τής αποκαλύπτει ότι τον συνδέει στενή συγγενική σχέση με τους μαθητές Του. Λίγο πριν από το πάθος, τους είχε αποκαλέσει: "φίλους" Του. "Μείζονα ταύτης αγάπην ουδείς έχει, ίνα τις την ψυχήν αυτού θη υπέρ τών φίλων αυτού. Υμείς φίλοι μου εστέ, εάν ποιείτε ά εγώ εντέλλομαι ημίν. Ουκέτι λέγω υμάς δούλους, ότι ο δούλος ουκ οίδεν τι ποιεί αυτού ο Κύριος. Υμάς δε είρηκα φίλους, ότι πάντα ά ήκουσα παρά τους Πατρός μου, εγνώρισα υμίν". (Ιωάννης 15: 13-15). Τώρα όμως τους αποκαλεί, όχι πλέον φίλους, αλλά αδελφούς. Κάνει έτσι φανερή την πρόγευση τής μελλούσης κοινωνίας, και αποκαλύπτει επίσης και την αδιάλειπτη αγάπη που θα ενώσει τους μαθητές μαζί Του, στην ένδοξη κατάσταση όπου ήδη εισέρχεται. Αξίζει να σημειώσουμε, ότι ο Χριστός "ουκ επαισχύνεται αδελφούς αυτού καλείν", (Εβραίους 2: 11), έστω και αν εκείνοι τράπηκαν σε φυγή και τον αρνήθηκαν κατά το πάθος Του. Δεν τον κυριεύει η αλαζονεία και η υπερηφάνεια, μετά την ένδοξή του ανύψωση, αλλά αντιθέτως δεν λησμονεί τους φίλους Του, και τους καλεί να γίνουν μέτοχοι τής θείας υιοθεσίας. "Όσοι δε έλαβον Αυτόν, έδωκεν αυτοίς εξουσίαν, τέκνα Θεού γενέσθαι, τοις πιστεύουσιν εις το όνομα Αυτού". (Ιωάννης 1: 12). Τι παραγγέλλει λοιπόν τής Μαρίας, να πάει και να πεις στους αδελφούς Του; "Ειπέ αυτοίς: Αναβαίνω προς τον Πατέρα μου, και Πατέρα υμών, και Θεόν μου, και Θεόν υμών". Πότε αναβαίνει; Μερικοί από τους αιρετικούς, υποστηρίζουν ότι ανέβηκε αμέσως μετά τον διάλογο με τη Μαρία, για να λάβει το νέο του σώμα, όπως και προηγουμένως αναφέραμε. Αυτό όμως είναι τελείως εσφαλμένο. Εδώ σαφώς υποδηλώνεται η ανάληψή Του στους ουρανούς, 40 ημέρες μετά την ανάσταση. Τότε ο Ιησούς "επορεύθη εις τον ουρανόν, αναλημφθείς από τών μαθητών" (Πράξεις 1: 10, 11). Τότε "εκάθισεν εν δεξιά του Πατρός εν τοις επουρανίοις" (Εφεσίους 1: 20). Από τότε "εστίν εν δεξιά τού Θεού πορευθείς εις ουρανόν" (Α΄ Πέτρου 3: 22). Αλλά τής είπε: "ανεβαίνω" και όχι "θα ανεβώ", για να τής ανυψώσει την διάνοια, και να την πείσει ότι η σωματική του παρουσία επί τής γης, είναι τελείως προσωρινή, και πως είναι πολύ κοντά η στιγμή τής αναλήψεώς του στους ουρανούς. Και ανέβηκε στους ουρανούς, όχι για να παραλάβει το νέο του σώμα, όπως κακόδοξα υποστηρίζουν μερικοί, αλλά για να "αιχμαλωτίσει αιχμαλωσία, και να δώσει χαρίσματα στους ανθρώπους", όπως λέει ο Ψαλμωδός, και επαναλαμβάνει ο απόστολος Παύλος: "Αναβάς εις ύψος, ηχμαλώτευσεν αιχμαλωσίαν. Έδωκε δώματα τοις ανθρώποις. Το δε ανέβη, τι εστίν, ημί ότι και κατέβη εις τα κατώτερα μέρη τής γης; Ο καταβάς, αυτός εστίν και ο αναβάς, υπεράνω πάντων τών ουρανών, ίνα πληρώσει τα πάντα" (Εφεσίους 4: 8-10). ’λλωστε, το ότι ανεβαίνει προς τον Πατέρα Του, δεν είναι κάτι που είναι τελείως πρωτάκουστο για τους μαθητές, δεδομένου ότι τους το είχε αναφέρει λίγο προ τού πάθους, και τους το είχε συνδέσει άμεσα με την κάθοδο τού παναγίου Πνεύματος, που συνέβη 10 ημέρες μετά την ανάληψή Του στους ουρανούς. Λόγω ελλείψεως χρόνου, δεν θα αναλύσουμε περισσότερο το περιστατικό αυτό τώρα, αλλά εάν θέλετε, μπορείτε να το διαβάσετε από το 16ο κεφάλαιο τού κατά Ιωάννην ευαγγελίου, στίχους 5-11.
9. Διαφορές υιότητας και σχέσης με τον Θεό από τους αδελφούς Του Αφού λοιπόν προηγουμένως ονόμασε ο Κύριος τους μαθητές "αδελφούς Του", τους λέει: "Αναβαίνω προς τον Πατέρα μου και Πατέρα υμών, (το υμών με "υ", δηλαδή "ανεβαίνω προς τον Πατέρα μου και Πατέρα σας". Κατ' αυτόν τον τρόπο τους δηλώνει, ότι ο Πατέρας Του, θα γίνει και Πατέρας τους. Ας προσέξουμε όμως ότι δεν λέει: "προς τον Πατέρα μου και πατέρα ΜΑΣ", αλλά "προς τον Πατέρα μου και Πατέρα ΣΑΣ". Και αυτό το κάνει, για να δηλώσει ότι δεν είναι Πατήρ όλων, με κοινή έννοια, αλλά με άλλη έννοια είναι Πατήρ τού Χριστού, και με άλλη έννοια Πατήρ τών μαθητών. Για μεν τον Χριστό, είναι φυσικός Πατέρας. Πατήρ κατά φύσιν. Ενώ για τους Χριστιανούς είναι κατά χάριν. Για μεν τον Χριστό, είναι ο φυσικός γεννήτωρ. Για δε τους μαθητές, είναι Πατέρας δια τής πράξεως τής υιοθεσίας. Και όταν λέμε ότι ο Χριστός είναι κατά φύσιν Υιός, εννοούμε άμεσα και φανερά, το ομοούσιον. Αφού λοιπόν τους έχει αποκαλέσει ενωρίτερα "αδελφούς Του", για να μη νομίσουν τώρα ότι είναι απόλυτα ίσοι με αυτόν, γι' αυτό τους κάνει αυτή τη διάκριση, μιλώντας για "Πατέρα μου" και "Πατέρα σας" και όχι για "Πατέρα μας". Και συνεχίζει την διάκριση λέγοντας: "και Θεόν μου, και Θεόν υμών". (Το "υμών", και εδώ με "υ", δηλαδή: "Και Θεόν μου και Θεόν σας"). Ο Χριστός, διαφέρει από τους υπόλοιπους ανθρώπους, όχι μόνο ως προς την Θεία Φύση Του, γεγονός που το δήλωσε με τα προηγούμενα λόγια Του, αλλά και ως προς την ανθρώπινη φύση Του. Διότι, ενώ οι Χριστιανοί, Χάριτι και Φιλανθρωπία, γίνονται "Κοινωνοί Θείας Φύσεως", ο Χριστός, ως Υιός και Λόγος τού Θεού, είναι κατά την φύση Του Θεός, όπως ακριβώς ο φυσικός υιός ενός ανθρώπου, δεν μπορεί να είναι τίποτα άλλο από άνθρωπος, και να έχει όλες τις φυσικές ιδιότητες τών ανθρώπων, και συγκεκριμένα τού φυσικού του πατέρα. Παράλληλα, ενώ για τους ανθρώπους ο Θεός είναι ο Ποιητής και Δημιουργός τους, αλλά και ο Κριτής τους, για τον Ιησού, ο Οποίος ήταν ενωμένος με τη Θεότητα, και ταυτόχρονα ήταν αναμάρτητος, αυτές οι έννοιες δεν αντιπροσωπεύονται πλήρως. Γι' αυτό λοιπόν κάνει και τον δεύτερο διαχωρισμό. Περισσότερα όμως πάνω στο ζήτημα τής ενανθρωπίσεως τού Υιού και Λόγου τού Θεού, τής σχέσης Του με τον Θεό Πατέρα, και τής ατρέπτου, ασυγχύτου και αδιαιρέτου ενώσεως τής Θείας και τής ανθρώπινης φύσεως σε μία υπόσταση, στο πρόσωπο τού Χριστού, θα αναφέρουμε εάν ο Κύριος επιτρέψει, όταν εξετάσουμε το ζήτημα τής Θεότητος, ιδιαίτερα τού δευτέρου προσώπου τής Αγίας Τριάδος. Στο μεταξύ, ολοκληρώνοντας την ανάλυση αυτού τού ωραιοτάτου χωρίου, θα ήταν παράλειψη αν δεν αναφέραμε, πως στα λόγια αυτά τού Κυρίου μας προς την Μαρία τη Μαγδαληνή, συνοψίζεται ολόκληρη η Θεία Οικονομία. "Αναβαίνω προς τον Πατέρα μου και Πατέρα σας, και Θεόν μου και Θεόν σας". Θα πορευθώ προς τον Πατέρα μου, ώστε ως Θεός, ενωμένος όμως με την ανθρώπινη φύση, να τον κάνω και Πατέρα σας. Και ως άνθρωπος, ενωμένος όμως με τη Θεία φύση, να κάνω τον Θεό μου, τον αληθινό Θεό, από τον Οποίο αποστατήσατε, και δικό σας Θεό. Αυτός άλλωστε είναι και ο ρόλος τού Χριστού ως Μεσίτη. Και γι' αυτό χρειαζόταν ο μεσίτης ανάμεσα στον Θεός και στους ανθρώπους να είναι και Θεός και άνθρωπος, δηλαδή Θεάνθρωπος. Αυτή την ανάγκη την είχε διακρίνει και ο Ιώβ, όταν έλεγε προς τον Θεό: "Δεν υπάρχει μεσίτης μεταξύ ημών, (δηλαδή ανάμεσα στον Θεό και τους ανθρώπους), δια να βάλη την χείρα αυτού επ' αμφοτέρους ημάς" (Ιώβ 9: 33). Για να μπορεί όμως αυτός ο μεσίτης να ακουμπήσει τους ανθρώπους, πρέπει να είναι άνθρωπος. Και για να μπορεί να ακουμπήσει τον Θεό, πρέπει να είναι Θεός. Επομένως, πρέπει να είναι Θεάνθρωπος. Δυστυχώς όμως καλύψαμε και σήμερα τον χρόνο τής εκπομπής, χωρίς να έχουμε καταφέρει να ολοκληρώσουμε το ζήτημα του σώματος με το οποίο αναστήθηκε ο Χριστός. Κατά συνέπεια, αν ο Κύριος θελήσει, θα συνεχίσουμε και στην επόμενη εκπομπή, με την ανάλυση σχετικών με το θέμα αυτό εδαφίων. Σάς ευχαριστούμε που μας παρακολουθήσατε. Ευχαριστούμε και τον Κώστα Τζιότζιο, που είχε την επιμέλεια τού ήχου. Χαίρετε και ο Θεός μαζί μας! Απομαγνητοφώνηση Ν. Μ. |
Δημιουργία αρχείου: 3-8-2022.
Τελευταία μορφοποίηση: 12-6-2023.