Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Επιστροφή στην Κεντρική σελίδα

Δογματικά θέματα

Ιεροί Κανόνες // Καταδίκη της βίας από τους Πατέρες της Εκκλησίας

Τύψις πιστών και απίστων

Ιεροί Κανόνες για τη μη βία

 

Πηγή: http://thematorthodoxtheolog.blogspot.com/2011/03/blog-post_04.html

Μπορεί σήμερα που έχουμε μεγαλώσει σε Χριστιανικά περιβάλλοντα, κανόνες σαν αυτόν να μας φαίνονται περιττοί και αυτονόητοι. Σε εποχές όμως, κατά τις οποίες ο Χριστιανισμός ήταν ακόμη νέος, και η νοοτροπία τών ανθρώπων δεν είχε ακόμα επηρεαστεί τόσο, από τη διδασκαλία τής αγάπης τού Χριστού, αρχαίες συνήθειες και πρακτικές αδιανόητες για την εποχή μας, φαίνεται ότι έπρεπε να υπενθυμίζονται και σε μερικούς Χριστιανούς ιερείς. Το ακόλουθο άρθρο τού συνεργάτη μας Ερευνητή, μας δίνει κάποιες ενδιαφέρουσες πληροφορίες για το θέμα αυτό.

Το ζήτημα που θα μας αποσχολήσει στο άρθρο μας εδώ είναι το κατά πόσο μπορεί κάποιος ιερωμένος η λαϊκός να ασκήσει βία εναντίον οποιουδήποτε πιστού είτε απευθείας είτε να βάλει κάποιον άλλον να τον χτυπήσει μεσα στα πλαίσια της παιδείας και της νουθεσίας.

 Για να το δούμε αυτό θα ανατρέξουμε στα ερμηνευτικά σχόλια των Κανονολόγων- ερμηνευτών σε τρεις διαφορετικούς Κανόνες. Σημειωτέον ότι ορισμένα από τα σχόλια η ένα μέρος τους θα εκτεθούν εδώ και όχι όλα, ικανά όμως να σκιαγραφήσουν τη στάση των κανόνων σε ορισμένες παραμέτρους του θέματος και όχι σε όλες.

 
 Αμέσως μετά τις ερμηνείες των Κανονολόγων θα υπάρχουν τα δικά μας σχόλια κατανόησης του κειμένου.

 Η όλη πρακτική της αποφυγής της τύψεως ερείδεται στο χωρίο Α΄ Πέτρου. 2, 23 ος λοιδορούμενος ουκ αντελοιδόρει, πάσχων ουκ ηπείλει, παρεδίδου δε τω κρίνοντι δικαίως.

Oι κανόνες που σχετίζονται με το θέμα μας καταδικάζουν ρητώς την άσκηση βίας από τους ιερωμένους είτε αυτή αναφέρεται προς πιστούς είτε προς άπιστους και αντιστρόφως.

Κανών κζ΄ Αποστολικός

Επίσκοπον ή πρεσβύτερον ή διάκονον, τύπτοντα πιστούς αμαρτάνοντας η απίστους αδικήσαντας και δια τοιούτων φοβείν εθέλοντα, καθαιρείσθαι προστάττομεν, ουδαμού γαρ ο Κύριος τούτο ημάς εδίδαξε˙ Τουναντίον δε, αυτός τυπτόμενος ου αντέτυπτε, λοιδορούμενος ουκ αντελοιδόρει, πάσχων ουκ ηπείλει.

Βαλσαμών, ερμηνεία στον κζ΄ Αποστολικό κανόνα. «Οι του βήματος ουκ οφείλουσι υπό του θυμού νικάσθαι, και τύπτειν τους εις αυτούς αμαρτήσαντας, πιστούς δηλονότι, η και απίστους καντεύθεν οίον αμύνεσθαι αυτούς και εκφοβείν τους λοιπούς. Οι δε τοιούτόν τι ποιούντες παρά την του Κυρίου διδασκαλίαν, την διοριζομένην τω τύπτοντι την δεξιάν σιαγόνα στρέφειν και την αριστεράν καθαιρούνται. Ο δε Πολιτικός Νόμος το εναντίον διορίζεται, λέγων Έξεστι βία την βίαν εξωθείν, και όπλα όπλοις. Και νοηθήσεται πάντως τα τοιούτου νόμου εις τους λαϊκούς, καν η εντολή του Κυρίου, γενική ούσα, προς πάντας εξεφωνήθη, το μέντοι μετρίως σωφρονίζεσθαι παρά των ιερωμένων τους μαθητάς αυτών και τους αμαρτάνοντας, και μετά παραγγελίαν μη επιστρέφοντας, εκκεχώρηται. Ότι και ο Κύριος τους εν τω ιερώ εμπορευομένους και εις θείον αμαρτήσαντας τω φραγγελλίω τύπτων εξήλασεν. Ανάγνωθι και τον θ΄ κανόνα της εν τω ναώ των Αγίων Αποστόλων συστάσης συνόδου, και λεγομένης α΄ και β΄. PG 139, 89AD.

Ζωναράς, ερμηνεία στον κζ΄ Αποστολικό κανόνα. «Ο Κύριος ημών και Θεός, τους μαθητάς διδάσκων τας εντολάς, εφή Α λέγω υμίν, πάσι λέγω. Των δε θείων αυτού εντολών εισι και αι κελεύουσαι τω τύπτοντι την δεξιάν σιαγόνα στρέφειν και την αριστεράν, και τω αφαιρουμένω το ιμάτιον και τον χιτώνα προσαποδύεσθαι. Ει δε πάσι ταύτα εντέταλται, πολλώ πλέον παρά των ιερωμένων φυλάττεσθαι αυτά χρη, Ιν’ είεν και τοις άλλοις υπογραμμός. Δια τούτο και ο πάρων κανών απαγορεύει τοις επισκόποις και τοις λοιποίς το τύπτειν τους αμαρτήσαντας, καν πιστοί είεν, καν άπιστοι. Ελέγχειν γαρ τους αδικούντας άλλους οφείλουσι και προίστασθαι των αδικουμένων. Επεί και Τιμοθέω Παύλος ο μέγας εντέλλεται τους αμαρτάνοντας ελέγχειν, ίνα και οι λοιποί φόβον έχωσιν, εαυτούς δε εκδικείν κωλύονται. Μιμητάς γαρ χρη του Κυρίου είναι, ος ανταποδούναι τοις εις αυτόν εμπαροινούσι δυνάμενος ουκ ανταπεδίδου, αλλά και υπερηύχετο εκείνων. Τους δε εν τω ιερώ εμπορευομένους, ως εις το θείον αμαρτάνοντας, τω φραγγελλίω τύπτων, εκείθεν εξήλασε και ήλεγξε λέγων, Μη ποιείτε τον οίκον του Πατρός μου οίκον εμπορίου. Και ο μέγας δε Παύλος, οίον είναι χρη τον επίσκοπον διαταττόμενος προς τοις άλλοις, και μη πλήκτην είναί φησιν. Αναγνωστέον και τον έννατον κανόνα της λεγομένης πρώτης και δευτέρας συνόδου της εν τω ναώ των Αγίων Αποστόλων. PG 139, 89C- 92A.

Σχόλια: Στον κανόνα συνίσταται η αποφυγή δυο αδικήματων: H τύψη των πιστών για σωφρονιστικούς λόγους και η τύψη των άπιστων που πρώτοι εκδήλωσαν επιθετική πράξη για εκφοβισμό εναντίον επισκόπων, πρεσβύτερων, διακόνων.

Δηλώνεται ρητώς από τον πρώτο Κανονολόγο ότι δεν θα πρέπει να νικώνται εκ του θυμού οι του βήματος ιερείς και να τύπτουν τους πιστούς. Το ίδιο ορίζει και προς τους άπιστους ακόμη κι αν οι τελευταίοι με στόχο την άμυνά τους προβαίνουν σε εκφοβισμό του αντικειμένου. Ο Εκκλησιαστικός Νόμος διορίζει πως ακόμη κι αν χτυπηθεί κάποιος στη δεξιά σιαγόνα να γυρίσει και την αριστερά. Όλοι οι παραπάνω που πράττουν αντιθέτως της εντολής του Κύριου θα πρέπει να καθαιρούνται. Ο Πολιτικός Νόμος σύμφωνα με τον Κανονολόγο διατάζει την εκ διαμέτρου αντίθετη με το Ευαγγέλιο αντιμετώπιση τέτοιων περιπτώσεων αφού καταστέλλει τη βία δια της βίας και τα όπλα δια των όπλων.

Ας περάσουμε στον επόμενο Κανονολόγο και ας δούμε την ερμηνεία που δίνει στον ίδιο κανόνα.

Εδώ αρχίζει από το ρητό του Κυρίου προς του μαθητές Του Α λέγω υμίν, πάσι λέγω δηλαδή αυτά που λέγω σε εσάς σε όλους τα λέγω. Εάν αυτά απευθύνονται προς όλους, τότε θα πρέπει οπωσδήποτε να εφαρμόζονται από τους Ιερείς ώστε με τη σειρά τους να καταστούν τύπος και υπογραμμός στους πιστούς. Γι’αυτό το λόγο, σημειώνει ο Κανονολόγος, ο παρών κανών απαγορεύει στους επισκόπους, αλλά και στους πιστούς, να χτυπούν τους άλλους είτε αυτοί είναι πιστοί είτε είναι άπιστοι. Η παράθεση Αγιογραφικών χωρίων συνεχίζεται με την παρακαταθήκη του Παύλου προς τον Τιμόθεο όπου σύμφωνα με αυτή εντέλλεται ο πρώτος προς τον δεύτερο να ελέγχει μεν τους αμαρτάνοντας αλλά να μην χρησιμοποιεί βία ώστε να γίνει μιμητής του Κυρίου. Σε άλλο σημείο ο Απ. Παύλος διεμήνυσε πως πρέπει να μην είναι πλήκτης Δει ουν τον επίσκοπον ανεπίληπτον είναι, μιας γυναικός άνδρα, νηφάλιον, σώφρονα, κόσμιον, φιλόξενον, διδακτικόν, μη πάροινον, μη πλήκτην, μη αισχροκερδή, αλλ' επιεική, άμαχον, αφιλάργυρον. Τέλος ξεχωρίζει την περίπτωση της εκδίωξης των εμπόρων από τον Ναό όπου ο Κύριος εκεί χρησιμοποίησε το Φραγγέλλιον επειδή εκεί έλαβε χώρα η βεβήλωση του Οίκου του Πατρός του που είχε γίνει οίκος εμπορίου.

Θ΄ Κανών της Πρωτοδευτέρας Οικ. Συνοδου.

Του αποστολικού και θείου κανόνος τους ιερείς τύπτειν επιχειρούντας πιστούς αμαρτήσαντας η απίστους αδικήσαντας καθαιρέσει καθυποβάλλοντος, οι τον οικείον αποθεραπεύειν μηχανώμενοι θυμόν και τας αποστολικάς διατάξεις παραχαράσσοντες τους αυτοχειρία τύπτοντας εξειλήφασι, μήτε του κανόνος μηδέν τοιούτον υποσημαίνοντος, μήτε του ορθού λόγου τούτο νοείν επιτρέποντος. Μάταιον γαρ ως αληθώς και λίαν επισφαλές, τον αυτοχειρία μεν εν τω τύπτειν τρις η τετράκις πλήξαντα καθαιρείσθαι, αδείας δε διδομένης τύπτειν εξ επιτάγματος, τον απηνώς και μέχρι θανάτου την τιμωρίαν επαύξοντα παροράσθαι ατιμώρητον. Διόπερ, του κανόνος το τύπτειν απλώς κολάζοντος, και ημείς ούτω συμψηφιζόμεθα. Χρη γαρ τον του Θεού ιερέα διδασκαλίαις και νουθεσίαις, εσθ' ότε δε και τοις εκκλησιαστικοίς επιτιμίοις, τον ατακτούντα παιδαγωγείν, αλλά μη ταις μάστιξι και ταις πληγαίς εις τα των ανθρώπων σώματα επιπηδάν. Ει δε τινες είεν παντελώς ανυποτακτούντες και τω σωφονισμώ των επιτιμίων μη υπείκοντες, τούτους, δια της προς τους κατά τόπον άρχοντας εγκλήσεως, ουδείς κωλύει σωφρονίζεσθαι. Και γαρ και ο της εν Αντιοχεία συνόδου πέμπτος κανών, τους θορυβούντας και στάσεις τη εκκλησία παρεισάγοντας δια της έξωθεν χειρός εκανόνισεν επιστρέφεσθαι.

Βαλσαμών, ερμηνεία στον θ΄ κανόνα της Πρωτοδευτέρας Οικ. Συνόδου. Ο μεν κζ΄ αποστολικός κανών καθαιρείσθαι διορίζεται τους ιερωμένους τύπτοντας οιονδήτινα πιστόν η άπιστον αδικήσαντα η αμαρτήσαντα, ο δε παρών κανών φησιν ως τινες ιερωμένοι, την από του κανόνος επαγομένην εκ τούτου καθαίρεσιν πτοούμενοι, αυτοχείρως μεν ου πλήττουσι, τον δε οικείον θυμόν θεραπεύοντες, δι’ ετέρων τύπτουσιν, ως του αποστολικού κανόνος μη ρητώς τάχα κωλύσαντος και τούτο. Καντεύθεν περιγράφουσι την αποστολικήν παραγγελίαν. Εστί δε και επισφαλές, μάλλον μεν ουν και άτοπον, το λέγειν περί των αποστόλων ως τιμωρούσι τον άπαξ η δις τυχόν οικειοχείρως πλήξαντα, τον δε εξ επιτροπής θανασίμους και πολλάς πληγάς τινι επάγοντα μη κολάζεσθαι. Διο και ώρισαν οι Πατέρες ακολούθως τοις παρά των αγίων αποστόλων διορισθείσι μήτε αυτοχείρως τους ιερωμένους κολάζειν οιονδήτινα μήτε δι’ ετέρας χειρός, αλλά δια νουθεσιών η και επιτιμίων παιδεύειν τους αμαρτάνοντας, τους δε μη επιστρέφοντας δια τούτων δια προσελεύσεως αρχοντικής τιμωρείσθαι. Ώσπερ δε τινος ειπόντος και τούτο απρεπές είναι και ανοίκειον τοις ιερωμένοις, φησίν ο κανών ως η εν Αντιοχεία σύνοδος εν ε΄ κανόνι τους θορυβούντας την Εκκλησίαν κληρικούς σωφρονίζεσθαι δια της έξωθεν χειρός ήτοι της πολιτικής διωρίσατο…» PG 137, 1049A- 1053A.

Ζωναράς, ερμηνεία στον θ΄ κανόνα της Πρωτοδευτέρας Οικ. Συνόδου. Ο των αγίων αποστόλων εικοστός έβδομος κανών ούτε επίσκοπον ούτε πρεσβύτερον ούτε διάκονον εά τύπτειν τους αμαρτάνοντας, καθαιρείσθαι γαρ τον τούτο ποιούντα κελεύει. Τινές ουν παρερμηνεύοντες τον κανόνα έλεγον ότι δια των οικείων χειρών τύπτειν τους ιερωμένους εκώλυσεν ο κανών, ετέρω δε προστάσσειν και δι’ εκείνου τύπτειν ακώλυτον. Τούτο ουν ο πάρων κανών διορθούμενος, λέγει άτοπον είναι και επισφαλές το οίεσθαι τους ιερούς αποστόλους προστάξαι τον μεν δια των οικείων χειρών τρις η τετράκις πλήξαντα καθαιρείσθαι, τον δε εξ’ επιτάγματος δι’ ετέρου τύπτοντα απηνώς και λίαν σφοδρότατα (τούτο γαρ το μέχρι θανάτου δηλοί) ατιμώρητον εάσθαι, και ταύτα του αποστολικού κανόνος μη διαστίζοντος, αλλ’ απλώς το τύπτειν κολάζοντος. Διο φασίν οι τοις συνόδου Πατέρες, Και ημείς ομοίως τοις αποστόλοις ψηφιζόμεθα, ίνα μήτε δια των οικείων χείρων οι ιερωμένοι μήτε εξ’ επιταγής δι ‘ ετέρου τύπτωσί τινα αμαρτήσαντα. Τους γαρ του Θεού ιερείς διδασκαλίαις και νουθεσίαις χρη παιδεύειν και σωφρονίζειν τους σφαλλομένους, Εσθ’ ότε δε και τοις εκκλησιαστικοίς επιτιμίοις, τουτέστιν, ότε μη διδασκόμενοι και νουθετούμενοι οι αμαρτήσαντες σωφρονίζονται. Ου γαρ εξ’ επιτιμίων άρχεσθαι της παιδείας και της διορθώσεως δει, αλλά διδάσκειν αυτούς πρότερον και νουθετείν, και ούτω την δραστικωτέραν και επιπονωτέραν ιατρείαν επάγειν. Το δε μαστίζειν και πληγάς επιτιθέναι τοις των ανθρώπων σώμασι, και τούτον αυτοίς επιπηδάν τον τρόπον, τελείως απαγορεύει. Δια του επιπηδάν δε την μανικήν αυτών και οργίλον φοράν ηνίξατό τε και υπέφηνεν. Ει δε τινες, φησί, μήτε διδασκαλίαις, μήτε νουθεσίαις, μήτε μην επιτιμίοις κανονικοίς διορθούνται, τους τοιούτους δια των κατά τόπους αρχόντων σωφρονίζεσθαι δει, υπομιμνησκομένων παρά των ιερέων, οις νουθετούσι και ηπίως θεραπεύουσιν ουκ επείσθησαν. Το δε δια των αρχόντων τους ατάκτους σωφρονίζεσθαι και επιστρέφεσθαι και πάλαι δεικνύουσιν ορισθέν παρά της εν Αντιοχεία συνόδου εν πέμπτω αυτής κανόνι» PG 137, 1049A- 1053A.

 

Αριστηνός, ερμηνεία στον θ΄ κανόνα της Πρωτοδευτέρας Οικ. Συνόδου. Οι ιερείς, η πιστοίς αμαρτήσαντας η απίστους αδικήσαντας τύπτοντες, η αυτοχειρία η επιτάγματι, καθαιρείσθωσαν, χρη γαρ διδασκαλίαις, νουθεσίαις, και εκκλησιαστικοίς επιτιμίοις τους ατάκτους παιδαγωγείν, ου μάστιξιν η πληγαίς, ει δε μη υπακούειν, δια της προς τους άρχοντας εγκλήσεως αυτούς σωφρονίζειν. PG 137, 1053AB

Σχόλια: Μπορεί ο κζ΄ αποστολικός κανόνας να δηλώνει ρητώς πως οι Ιερείς δεν θα πρέπει να χτυπούν τους πιστούς η και τους απίστους αυτό όμως δεν σημαίνει ότι ανέκοψε κάθε εκδήλωση βίας. Oπως είδαμε, ο αποστολικός κανόνας δηλώνει ρητώς πως κάθε μορφής βία εκ μέρους των κληρικών είναι απαγορευμένη, αλλά και των λαϊκών προς αυτούς. Φαίνεται όμως πως δεν ήταν όλα τα προβλήματα εύκολο να λυθούν. Όπως διαβάζουμε στον επίλογο του 9ου Κανόνα της ΑΒ΄, υπήρξαν περιπτώσεις ανθρώπων που ήταν ταραχοποιοί σε σημείο που να προκαλούν διαμάχες μέσα στην Εκκλησία «θορυβούντας και στάσεις τη εκκλησία παρεισάγοντας» και παρέμεναν εντελώς απείθαρχοι χωρίς να μπορεί κανείς να τους κατευνάσει «παντελώς ανυποτακτούντες και τω σωφονισμώ των επιτιμίων μη υπείκοντες».

 

Κάποια μέλη της Εκκλησίας όμως, μη μπορώντας να τους αντιμετωπίσουν επιτυχώς με άλλον τρόπο, άφηναν τον θυμό να τους παρασύρει σε τέτοιο βαθμό, ώστε φοβούμενοι τις συνεπειες του κζ΄ αποστολικου, προέβαιναν σε ανάθεση της πράξης σε τρίτους ώστε να αντιμετωπίσουν εμμέσως το ζήτημα, γεγονός όμως που μπορεί να είχε απρόβλεπτες συνέπειες για τον ταραχοποιό. Όμως, και αυτή η έμμεση τύψη έπρεπε να θεωρηθεί απαγορευμένη με βάση τον κζ΄ αποστολικό κανόνα. Τέτοια γεγονότα, οδήγησαν τελικά στην καταδίκη κάθε ανάλογης συμπεριφοράς από τον 9ο Κανόνα της ΑΒ΄, με την υπενθύμιση ότι για όλες οι περιπτώσεις που δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν με άλλο τρόπο, μπορούσαν οι πιστοί να καταφεύγουν στα όργανα της πολιτείας για να επιβάλλουν τον νόμο με σκοπό να διαφυλαχθεί η ησυχία της συνάξεως και όχι η δια της βίας αποδοχή των αξιών του Χριστιανισμού. Αυτό το σημειώνει πολύ χαρακτηριστικά ο δεύτερος Κανονολόγος «τους κατά τόπον άρχοντας εγκλήσεως, ουδείς κωλύει σωφρονίζεσθαι ».

 

Η εσφαλμένη αντίληψη αυτή ότι ο κζ΄ αποστολικός κανών δεν απαγορεύει την έμμεση τύψη, έδωσε την αφορμή στους πατέρες αργότερα να συμπληρώσουν τον κζ΄ κανόνα των αγίων Αποστόλων με την θέσπιση του θ΄ κανόνα της Πρωτοδευτέρας Συνόδου, όπου εκεί δήλωσαν πιο επεξηγηματικά πως δεν θα πρέπει κανένας να χτυπά τους πιστούς η τους απίστους ούτε διάμεσου άλλου ούτε αυτοχείρως. Η όποια παίδευση περιορίζεται στις νουθεσίες και στα επιτίμια των Κανόνων. Σημειώνει χαρακτηριστικά ο Κανονολόγος πως όσοι δεν συνετιστούν και συνεχίσουν να τύπτουν θα παραδίδονται στους Νόμους των Αρχόντων δηλαδή στον Πολιτειακό Νομοθέτη. Αυτό το φαινόμενο είναι ανοίκειο και απρεπές για τους ιερωμένους σύμφωνα με τον ερμηνευτή «θορυβούντας την Εκκλησίαν κληρικούς σωφρονίζεσθαι δια της έξωθεν χειρός ήτοι της πολιτικής διωρίσατο» ο οποίος επικαλείται τον ε΄ κανόνας της Συνόδου της Αντιόχειας. Τέλος σε περίπτωση που έναν κληρικός συνεχίζει να παρανομεί, εμείς λέει ο Κανονολόγος μας, δεν κάνουμε τίποτε άλλο από το να του προσάψουμε τις ποινές των Κανόνων και, εάν δεν συμμορφωθεί τότε το θέμα αυτό αφήνεται στην κρίση του Πολιτειακού Νομοθέτη.

Στην ίδια γραμμή με τον πρώτο κινείται και ο δεύτερος Κανονολόγος. Αναφέρει τις παρεκτροπές εκατερωθων οι οποίες σημειώθηκαν λογω κακής κατανόησης του κζ΄ αποστολικού Κανόνα. Ορισμένοι και εδώ έλεγαν πως δεν απαγορεύει ο κανόνας κζ΄ των αποστόλων να χτυπάει κάποιος τους κληρικούς διάμεσου άλλου αλλά απλά περιορίζεται μόνο στο να αποφευχθεί η άμεση τύψη, η απευθείας τύψη του ίδιου προς τον κληρικό. Τούτο μας λέει ο Κανονολόγος μας, είναι επισφαλές και μη ορθό και δεν έχει κάποια βάση το να ισχυρισθεί κάποιος πως οι απόστολοι από τη μια αρκούνται στο να περιορίσουν και μάλιστα να την αφήσουν ατιμώρητη την δια μέσου άλλου τύψη κάποιου ακόμη κι αν αυτή του η πράξη γίνει αφορμή να πεθάνει ο τυπτόμενος. Συνεπώς εφόσον αυτό δεν ισχύει, οι Απόστολοι περιόρισαν την τύψη γενικώς στον κζ΄ κανόνα και όχι μόνον την απευθείας. Συνεχίζοντας, και αυτός ο Κανονολόγος συναινεί πως, εάν δεν σωφρονισθεί ο επιτιμώμενος με τις Εκκλησιαστικές ποινές των Κανόνων που ουδόλως συνιστούν την όποια μορφή βίας τότε το λόγο έχει η Πολιτική δικαιοσύνη. Στη συνέχειά μας σκιαγραφεί την οδό που θα πρέπει να ακολουθείται όταν θέλουμε να διδάξουμε κάποιον. Σημειώνει χαρακτηριστικά πως η παιδεία δεν ξεκινάει από τα επιτίμια αλλά πρώτα από την νουθεσία και έπειτα, αν κάποιος δεν παίρνει από λόγια θα λέγαμε σήμερα τότε «την δραστικωτέραν και επιπονωτέραν ιατρείαν επάγειν». Το να χτυπάει κάποιος τον άλλο είναι παντελώς αποφευκτέο «Το δε μαστίζειν και πληγάς επιτιθέναι τοις των ανθρώπων σώμασι, και τούτον αυτοίς επιπηδάν τον τρόπον, τελείως απαγορεύει. Δια του επιπηδάν δε την μανικήν αυτών και οργίλον φοράν ηνίξατό τε και υπέφηνεν».

Η ερμηνεία του τρίτου Κανονολόγου είναι πιο σύντομη και περιεκτική και συμπυκνώνει μέσα σε έξι σειρές τα όσα έχουν πει οι δυο προηγούμενοι.

Όλη αυτή η παρανόηση του κζ΄ κανόνα εκ μέρους ορισμένων οδήγησε στο να καταδικασθεί το φαινόμενο αυτό από τους Πατέρες. Ήδη κατά τον 4ο αιώνα η άσκηση βίας αποκρούεται ακόμη και για σωφρονιστικούς λόγους κατά τον Ιωάννη τον Χρυσόστομο «Ουδέ γαρ θέμις Χριστιανοίς, ανάγκη και βία καταστρέφειν την πλάνην, αλλα και πειθοί και λόγω και προσηνεία την των ανθρώπων εργάζεσθαι σωτηρίαν». PG 50, 537. Και ο Γρηγόριος Νύσσης ρητά αποκλείει ως μέσο επιτίμησης τις σωματικές ποινές «Δια τούτο ταις ελευθερίοις επιτιμήσεσι λυπούμεν σε πλημμελούνται, ου σώμα ξαίοντες… ράβδους ου μεταχειριζόμεθα» PG 46, 313.

Εδώ θα πρέπει να ανοίξουμε μια παρένθεση και να σημειώσουμε πως και ο Πολιτειακός νομοθέτης με την διάταξη της Νεαράς τoυ Ιουστινιανού 123. 11. 1, του έτους 546, θέσπισε ότι « αλλ’ ουδέ οικείαις χερσίν έξεστιν επισκόπω τινά πλήττειν τούτο γαρ αλλότριον εστιν των ιερέων».

Η διαταξη αυτή όμως του Πολιτειακού Νομοθέτη δεν απαγορεύει την άσκηση βίας κατά την περίοδο πολέμου για αμυντικούς σκοπούς.

Στο σχολιασμό όμως του 13ου κανόνα του Μ. Βασιλείου ο Βαλσαμών μας παραδίδει τη μαρτυρία μιας Εκκλησιαστικής δίκης με κατηγορούμενους κληρικούς οι οποίοι τέλεσαν το κανονικό αδίκημα της ανθρωποκτονίας στο πόλεμο, και καταδικάστηκαν στην ποινή της αργίας: «Διαφόρων δε ιερέων παραστάντων συνοδικώς κατά βασιλικόν ορισμόν, αλλά μην και επισκόπου τινός, και εξομολογησαμένων κατά πολεμίων συμπλακήναι και ανελείν πολλούς εξ’ αυτών, η μεν θεία και ιερά σύνοδος ακολούθως το κανόνι τούτω και τω μγ΄ του αυτού αγίου και ετέραις θείας διαταγαίς ήθελε μηκέτι αυτούς ιερουργήσαι, οι πλείους δε και μάλλον οι στρατιωτικότεροι, και βραβείον αυτούς αξίους διενίσταντο». PG 138, 637ΒC.

Αυτό συνέβη διότι κατά τους κανόνες του Μ. Βασιλείου είναι εκκλησιαστικώς αξιόποινη η τέλεση του αδικήματος της ανθρωποκτονίας σε άμυνα και στον πόλεμο. Η ποινή για τους κληρικούς είναι η καθαίρεση επειδή η αναγκαστική αφαίρεση ζωής στον αμυντικό Πόλεμο από τους κληρικούς ίσως δεν συνάδει με την μετέπειτα ιερατική διακονία στο θυσιαστήριο, ενώ για τους λαϊκούς προβλέπει τριετή αφορισμό.

Στον ίδιο κανόνα του Μ. Βασίλειο, ο ερμηνευτής του ο Αριστηνός, λέγει πως ο Μ. Αθανάσιος και αυτός συμβουλεύει ότι θα πρέπει να απέχει για τρία χρόνια της θείας κοινωνίας αυτός ο οποίος αρίστευσε στον Πόλεμο ως αναιρών τους αντίπαλους, αλλά από την άλλη συνιστά ότι θα πρέπει να αξιώνονται της όποιας τιμής οι «εν πολέμοις αριστεύσαντες». «Αριστηνός, ερμηνεία στον ιγ΄ κανόνα του Μ. Βασιλείου. Ο πολεμιστής τη ευσεβεία, ει και αμύνοι, τριετίαν απεχέσθω της κοινωνίας. Τους εν πολέμοις φόνους, μη φόνους λογισθέντας παρά των Πατέρων, καθώς ο μέγας Αθανάσιος προς Αμμούν μονάζοντα επιστέλλει, τιμών μεγάλων, λέγων, αξιούσθαι τους εν πολέμοις αριστεύσαντας χρη, και στήλας τούτων εγείρεσθαι, κηρυττούσας τα κατορθώματα, ως αναιρούντας τους αντιπάλους, και πράγμα ποιούντας έννομον, και επαίνου άξιον, ουδέ ο μέγας ούτος ανήρ την κρίσιν αυτών αποδοκιμάζει, δια το υπέρ σωφροσύνης και ευλαβείας αμύνεσθαι τον πολεμιστήν. Πλην συμβουλεύει καλόν είναι της κοινωνίας μόνης τον τοιούτον απέχεσθαι, δια το μη καθαράς έχειν τας χείρας». PG 138, 649BC.

Κατά τον Ζωναρά η σύσταση του Μ. Βασιλείου για τριετή αφορισμό έχει συμβουλευτικό χαρακτήρα και όχι επιτακτικό : «Ου κατ’ επιταγήν ο άγιός φησι τους εν πολέμοις αναιρούντας επί τριετίαν απέχεσθαι της κοινωνίας, αλλά κατά συμβουλήν». PG 138, 637CD.

 

Κανών E΄ της Συνόδου της Αντιοχείας

Ει τις πρεσβυτέροις, η διάκονος, καταφρονήσας του ιδίου επισκόπου, αφώρισεν εαυτόν της Εκκλησίας, και ιδία συνήγαγε και θυσιαστήριον έστησε και, του επισκόπου προσκαλεσμένου, απειθοίη και μη βούλοιτο αυτώ πείθεσθαι, μηδέ υπακούειν και πρώτον και δεύτερον καλούντι, τούτον καθαιρείσθαι παντελώς, και μηκέτι θεραπείας τυγχάνειν, μηδέ δύνασθαι λαμβάνειν την εαυτού τιμήν. Ει δε παραμένοι θορύβων και αναστατών την Εκκλησίαν, δια της έξωθεν εξουσίας ως στασιώδη αυτόν επιστρέφεσθαι.

Βαλσαμών, ερμηνεία στον ε΄ κανόνα της Αντιόχειας. Τα αυτά τω αποστολικώ λα΄ κανόνι και ο παρών κανών διορίζεται, και αρκούσι τα εκείσε γραφέντα. Προστίθησι δε τους θορυβούντας και μη εμμένοντας τη κατ’ αυτών αποφάσει, εντελεί πάντως ούση, παρά της αρχοντικής εξουσίας παιδεύεσθαι. Ώστε σημειώσαι από του παρόντος κανόνος, ώσπερ και από του θ΄ κανόνος της εν τω ναώ των Αγίων Αποστόλων συστάσης συνόδου, ότι επιτιμάν, ου μην βασανίζειν οι επίσκοποι τους πταίνοντας οφείλουσι. Μη πειθομένους γαρ παραδώσουσι τοις άρχουσιν. Ζήτει της εν Καρθαγένη συνόδου κανόνα ι΄, συνόδου στ΄ κανόνα λα΄, και συνόδου α΄ και β΄ κανόνα ιβ΄, ιγ΄, και ιέ …. PG 137, 1293CD.

Ζωναράς, ερμηνεία στον ε΄ κανόνα της Αντιόχειας…. Και ο έννατος δε κανών της εν Κωνσταντινουπόλει συστάσης συνόδου εν τω ναώ των Αγίων Αποστόλων περί των μη πειθομένων τοις επισκόποις, μηδέ δι’ επιτιμίων σωφρονιζομένων, φησί για των κατά χώραν αρχόντων αυτούς σωφρονίζεσθαι. Σημειωτέον και εκ του ε΄ τούτου κανόνος ότι απηγόρευται τοις επισκόποις κολάζειν όλως τινάς, επιτιμίοις δε μόνοις σωφρονίζειν αυτούς, και ει μη πείθοιντο, παραδιδόναι αυτούς τη εξουσία. PG 137, 1296AB.

Αριστηνός, ερμηνεία στον ε΄ κανόνα της Αντιόχειας. Πας ο επισκόπου καταφρονών, και αφιστάμενος πρεσβύτερος, η διάκονος, και οικοδομών άλλο θυσιαστήριον, ει, προσκαλούμενος τρις παρά του επισκόπου, επιμένει τη απονοία, καθαιρούμενος έστω, και αθεράπευτος. Ο τοιούτος, μηδέν κατεγνωκώς του επισκόπου ευσεβεία και δικαιοσύνη, ως ο τριακοστός πρώτος κανών των αγίων αποστόλων διαλαμβάνει, αλλ’ υπερηφανεία και τύφω επαρθείς κατά τον δέκατον κανόνα της εν Καρθαγένη συνόδου, ει αφώρισε της Εκκλησίας εαυτόν, και θυσιαστήριον έτερον έπηξεν, και λαόν υφ’ εαυτόν είλκυσεν, ιδίας συνάξεις ποιούμενος, είτα τρισσάκις παρά του επισκόπου καλούμενος, απειθοίη, και επιμένοι τη αταξία, άξιός εστι παντελώς καθαιρείσθαι, και μηκέτι ελπίζειν θεραπείαν τυχείν, και την εαυτού τιμήν επαναλαβείν. PG 137, 1296BC.

Σχόλια: Σε καμία περίπτωση δεν βασανίζουν οι Επίσκοποι τον παταιοντα σύμφωνα με τον θ΄ κανόνα των αποστόλων τον οποίο επικαλείται ο πρώτος ερμηνευτής «του θ΄ κανόνος της εν τω ναώ των Αγίων Αποστόλων συστάσης συνόδου, ότι επιτιμάν, ου μην βασανίζειν οι επίσκοποι τους πταίνοντας οφείλουσι» και συμφωνεί μαζί του και ο δεύτερος «τοις επισκόποις, μηδέ δι’ επιτιμίων σωφρονιζομένων, φησί για των κατά χώραν αρχόντων αυτούς σωφρονίζεσθαι». Κατά τον τρίτο ερμηνευτή ο συγκεκριμένος κανόνας εξετάζει το αν θα πρέπει να ασκηθεί βία στην περίπτωση που κάποιος ιερωμένος έχει αποσχισθεί από την Εκκλησία, έχει κάνει δικό του θυσιαστήριο και ενώ έχει υποστει τα επιτίμια των Κανόνων, συνεχίζει να μην σωφρονίζεται. Σε αυτή την περίπτωση ο Επίσκοπος τον καλεί τρεις φορές να συνετισθεί και να γυρίσει πίσω στην Εκκλησία και εάν αυτός αρνείται, τότε ως τελευταίο μέσο που χρησιμοποιείται η καθαίρεση. Το επόμενο βήμα στην περίπτωση όπου συνεχίζει να θορυβεί είναι η παραπομπή του στον Πολιτειακό Νομοθέτη.

Μέχρι εδώ είδαμε πως η όποια μορφή βίας καταδικάζεται από την Εκκλησία. Μεμονωμένες περιπτώσεις ασκήσεώς της από τα μέλη της, δεν εκφράζουν τη θέση των Κανόνων και κατ’ επέκταση τη θέση της Εκκλησίας. Από την άλλη πλευρά, ακόμη κι αν το αδίκημα της ασκήσεως βίας δεν επισύρει το επιτίμιο του αφορισμού εκ μέρους της Εκκλησίας με βάση τους Κανόνες, είναι αδύνατον να μην επισύρει την όποια ποινή από πλευράς Πολιτείας, σε όποια εποχή κι αν το θέσουμε.

Σήμερα, ακόμη κι αν αρκεστεί η Εκκλησία σε απλές παραινέσεις και Νουθεσίες προς τον ασκήσαντα τη βία σε ακραίο βαθμό, η Πολιτεία από την πλευρά της, δεν θα περιοριστεί στην αντιμετώπιση όλων αυτών των ακραίων περιπτώσεις βίας μόνον σε νουθεσίες και παραινέσεις προς τον ασκήσαντα τη βία…

 

Eρευνητής

Δημιουργία αρχείου: 15-3-2011.

Τελευταία ενημέρωση: 15-3-2011.