Προηγούμενο // Περιεχόμενα // Επόμενο
Η ιστορία τού Δόγματος από τής εποχής τών Απολογητών μέχρι του 318 μ.Χ. Μέρος Δεύτερον Τού Ανδρέα Θεοδώρου Τακτικού Καθηγητού τού Πανεπιστημίου Αθηνών
Γ΄ Κεφάλαιο Η θεολογία των Aντιγνωστικών Πατέρων |
α) Η θεολογία του Ειρηναίου, Επισκόπου Λουγδούνων και Μάρτυρος 3. Η θεία περί τον άνθρωπον οικονομία: γ) Η ενότης του προσώπου του Χριστού και η εν αυτή ανακεφαλαίωσις της ανθρωπίνης ιστορίας Την ενότητα του Ιησού Χριστού σφοδρώς κατεπολέμουν οι οπαδοί του γνωστικού Πτολεμαίου, οι οποίοι διέκρινον δύο όντα εν τω Χριστώ, έν παθητόν και ορατόν και έτερον αόρατον και απαθές.
Την υπόστασιν τού Ιησού απήρτιζον κατ' αυτούς, δύο διαφορετικαί μεταξύ των ουσίαι, η παθητή ουσία του δεδημιουργημένου κόσμου και η απαθής ουσία του πληρώματος ή του αοράτου κόσμου. Η μεταφυσική διαίρεσις μεταξύ πληρώματος και κόσμου, Θεού Πατρός και Δημιουργού, μετεφέρετο υπό του Πτολεμαίου και εφηρμόζετο επί του Ιησού Χριστού. Ο «θεολογικός» δυϊσμός καθίστατο ενταύθα «χριστολογικός» (C.Η. III, 16, 6). Προς την εξωτερικήν ταύτην σχέσιν δύο διαφόρων ουσιών και όντων ο Ειρηναίος αντιπαραθέτει την απόλυτον ενότητα του αοράτου Λόγου, κατασταθέντος ορατού δια της ενανθρωπήσεως:551 «Οstendo manifeste, quod in principio Verbum existens apud Deum, per quem omnia facta sunt, qui et semper aderat generi humano, hunc in novissimis temporibus secundum praefinitum tempus a Patre, unitum suo plasmati, passibilem hominem factum… . Ostendimus enim, quia non tunc coepit Filius Dei, existens semper apud Patrem; sed quando incarnatus est, et homo factus, longam hominum expositionem in seipso recapitulavit, in compendio nobis salutem praestans…» (C.H. III, 18, 1). Aι ιδέαι του Ειρηναίου είναι σαφείς. Ο Λόγος, αϊδίως υπάρχων εν τω Πατρί, εν τοις εσχάτοις καιροίς και εις χρόνον αυστηρώς καθωρισμένον παρά του Πατρός, ενούται μετά του πλάσματος αυτού και καθίσταται άνθρωπος παθητός. Η ενέργεια όμως του Λόγου και η θέλησις του Πατρός δεν περιορίζονται μόνον εις τους εσχάτους χρόνους. Η θεία ενανθρώπησις δεν αποτελεί αυστηρώς νέαν απαρχήν, αλλ' ανακεφαλαιώνει εν εαυτή πάσαν προηγουμένην παρουσίαν και ενέργειαν του Λόγου εν τη ιστορία. Η ανθρωπίνη ζωή του Ιησού ανάγεται μεν εις τα πλήρωμα των καιρών, προϋποθέτει όμως συνεχή προηγουμένην ενέργειαν αυτού εν τω κόσμω ως ασάρκου Λόγου. Η επί γης ενανθρώπησις του Υιού του Θεού αποτελεί συνοπτικήν (σύντομον, in compendium) εκφοράν και συμπερίληψιν όλων των προ της θείας ενανθρωπήσεως παρεμβάσεων αυτού εν τη ιστορία.552 Σύμφωνος προς την ανακεφαλαίωσιν των προγενεστέρων παρεμβάσεων του Λόγου, είναι και η εν τω Σωτήρι ανακεφαλαίωσις όλων των προηγουμένων διαθηκών, τας οποίας συνήψεν ο Θεός μετά του ανθρώπου. Κατά τον Ειρηναίον, εις την ανθρωπότητα εδόθησαν τέσσαρες καθολικοί διαθήκαι: μία του κατακλυσμού, επί του τόξου (Νώε)· δευτέρα η του Αβραάμ, επί του σημείου της περιτομής· τρίτη η νομοθεσία επί του Μωυσέως και τετάρτη η του Ευαγγελίου, η οποία ανανεώνει και ανακεφαλαιώνει τον άνθρωπον, εξυψώνουσα αυτόν μέχρι της βασιλείας των ουρανών («quartum vero, quod renovat hominem, et recapitulat in se omnia, quod est per Evangelium, elevans et pennigerans homines in coeleste regnum» (C.H. III, 11. 8). Συναφής, τέλος, προς τ' ανωτέρω είναι και η διδασκαλία του Ειρηναίου περί ανακεφαλαιώσεως εν τω Χριστώ ολοκλήρου του ανθρωπίνου γένους, το οποίον ο ίδιος ο Λόγος εδημιούργησε και εβοήθει κατά την διάρκειαν ολοκλήρου της ιστορικής διαδρομής του (C.H. III. 22, 3).
Σημειώσεις 551. «…errantes a veritate (οι αιρετικοί) ao quod sbsistat sententie eorum ab eo qui est vere Deus: nescientes quoniam hujus Verbum unigenitus, qui sempar humano generi adest, unitus et conspersus (ενωθείς και πεφυρμένος) suo plasmati secundum placitum Patris, et caro factus, ipse est Jesus Christus Dominua noster… Unius igitur Deus Pater… et unus Christus Jesus Dominus noster, veniens per universam dispositionem, et omnia in semetipsum recapitulans…» (C.H. Ill, 18, 6) - Όχι μόνον την πραγματικότητα των δύο φύσεων του Χριστού, αλλά και την στενοτάτην ένωσιν αυτών εν τω Σωτήρι εξαίρει ο Ειρηναίος. Ελλειπούσης μάλιστα τότε σαφούς χριστολογικής Ορολογίας, ο Ιερός Πατήρ χρησιμοποιεί φράσεις αι οποίαι φέρουν ανάχρωσιν μονοφυσιτικήν: «per quem commixtio at communio dei et hominis secundum placitum patris facta est» (C.H. IV, 20, 4). Ότι βεβαίως πρόκειται ενταύθα περί ατελούς εκφράσεως της υποστατικής των φύσεων ενώσεως, περιττόν και να σημειωθή. Η ενότης του προσώπου του Χριστού τονίζεται υπό του Ειρηναίου και αλλαχού: «Ώσπερ γαρ ην άνθρωπος, ίνα πειρασθή, ούτως και λόγος, ίνα δοξασθή, ησυχάζοντος μεν του λόγου εν τω πειράζεσθαι και σταυρούσθαι και αποθνήσκειν, συγγινομένου δε τω ανθρώπω εν τω νικάν και υπομένειν και χρηστεύεσθαι και ανίστασθαι και αναλαμβάνεσθαι» (C.H. III, 19, 3. Απόσπ. 35. Β.Ε.Π. 5, 150). 552. Την εν συντόμω (in compendium) ανακεφαλαίωσιν της ανθρωπίνης ιστορίας ο Ειρηναίος βλέπει εις το εν Κανά θαύμα του Κυρίου, την μετατροπήν, δηλαδή, του ύδατος εις οίνον. Την αυτήν ιδέαν απαντώμεν τόσον εν τη "Επιδείξει" όσον και εν τω "Ελέγχω" (Contra Haereses). Βλέπε σχετικώς, Α. Θεοδώρου, μν. έργ., σελ. 44 και εξής. |
Προηγούμενο // Περιεχόμενα // Επόμενο
Δημιουργία αρχείου: 12-7-2018.
Τελευταία μορφοποίηση: 1-8-2018.