Αρχαίοι διωγμοί και Μάρτυρες Ιστορικά στοιχεία για τους αρχαίους διωγμούς κατά των χριστιανών και τους μάρτυρες της Εκκλησίας Θεόδωρος Ι. Ρηγινιώτης
Κεφάλαιο 8 |
Β. Χριστιανικές μαρτυρίες από τον 2ο και 3ο αιώνα μ.Χ. 3. Η μαρτυρία τών έργων τού αγίου Ιουστίνου Οι απολογίες των απολογητών, δηλαδή χριστιανών συγγραφέων της εποχής των διωγμών, που ανέλαβαν την υπεράσπιση των χριστιανών απέναντι στους διώκτες τους, συνιστούν επίσης πρωτογενείς πηγές γνώσης για τους διωγμούς και προσφέρουν έγκυρες πληροφορίες γι’ αυτούς. Μεταξύ αυτών, βλέπουμε τις δύο Απολογίες του αγίου Ιουστίνου του Φιλοσόφου και Μάρτυρα, από τις οποίες αντλούμε πολύτιμα στοιχεία. Την πρώτη ο άγιος απεύθυνε στον Αντωνίνο τον Πίο και τη δεύτερη στο Μάρκο Αυρήλιο και το γιο του Κόμμοδο. Διαβάζουμε γι’ αυτές στο βιβλίο του Α. Γλαβίνα (στο κεφάλαιο για το διωγμό του Αντωνίνου Πίου): «Η Α' Απολογία του Ιουστίνου… που απευθύνεται προς τον αυτοκράτορα Αντωνίνο, τη σύγκλητο και το ρωμαϊκό λαό (1,1 56,3) δεν αποκαλείται από το συγγραφέα της «απολογία» αλλά προσφώνηση και έντευξη, προσφώνηση και εξήγηση, γράμματα, απαγγελία, βιβλίδιον και λόγοι. (…) Ο Ιουστίνος θέλει να είναι ειλικρινής απέναντι στη ρωμαϊκή πολιτεία (αλλ’ ου βουλόμεθα ζην ψευδολογούντες, 8,1), γι’ αυτό και η έκθεση του στηρίζεται σε αληθή γεγονότα, τα οποία αντιπαραθέτει στα δεδομένα του ειδωλολατρικού κόσμου, και η απαίτησή του είναι να αποδοθεί δικαιοσύνη και να διαλάμψει η αλήθεια (ότι δίκαια τε και αληθή αξιούμεν, 12,11). (…) Με άλλα λόγια ο Ιουστίνος θέλει να αποδείξει ότι είναι άδικο να διώκονται οι Χριστιανοί μόνο για το όνομα τους και παρακαλεί τον αυτοκράτορα να τιμωρούνται μόνο οι ένοχοι κακών έργων. Όθεν πάντων των καταγγελλομένων υμίν τας πράξεις κρίνεσθαι αξιούμεν, ίνα ο ελεγχθείς ως άδικος κολάζηται, αλλά μη ως Χριστιανός (7,4). Εάν οι ρωμαϊκές αρχές εφάρμοζαν την παράκληση αυτή του Ιουστίνου, να τιμωρούνται δηλαδή οι ένοχοι κακών έργων και να καταδιώκονται οι Χριστιανοί μόνο εξαιτίας εγκλημάτων και παραπτωμάτων, τότε ήταν βέβαιο ότι κανένας από τους Χριστιανούς δεν θα διωκόταν και θα κατέπαυαν οι διωγμοί, αφού οι Χριστιανοί ταυτίζονταν με τους «χρηστούς». (…) Ιδές και τη Β΄ Απολογία, 2,7-16, όπου Ρωμαία γυναίκα υψηλής καταγωγής καταδικάζεται σε θάνατο γιατί καταγγέλθηκε από τον άνδρα της ως Χριστιανή· ομοίως ο δάσκαλός της Πτολεμαίος γιατί ομολόγησε ότι είναι Χριστιανός· και ο Λούκιος, που παρεμβλήθηκε υπέρ του Πτολεμαίου, καταδικάστηκε και αυτός γιατί ήταν Χριστιανός. Είναι πολύ συνοπτική αλλά ουσιαστικότατη η παρέμβαση κάποιου Λουκίου υπέρ του Πτολεμαίου, που είχε καταδικαστεί ως Χριστιανός. Ο Λούκιος, απευθυνόμενος προς τον Ούρβικο, που καταδίκασε τον Πτολεμαίο, του λέγει: Τις η αιτία; του μήτε μοιχόν μήτε πόρνον μήτε ανδροφόνον μήτε λωποδύτην μήτε άρπαγα μήτε απλώς αδίκημα τι πράξαντα ελεγχόμενον, ονόματος δε Χριστιανού προσωνυμίαν ομολογούντα τον άνθρωπον τούτον εκολάσω; (Β΄ Απολογία, 2,16). Αυτές τις κατηγορίες και άλλες, επιχειρεί ο Ιουστίνος να τις αποδείξει ψευδείς στην Α' Απολογία του». Εκτός των ανωτέρω, στο έργο του Διάλογος προς Τρύφωνα Ιουδαίον ο άγιος Ιουστίνος παρέχει την πληροφορία ότι οι χριστιανοί παραμένουν σταθεροί στην πίστη τους «κεφαλοτομούμενοι και σταυρούμενοι, και θηρίοις παραβαλλόμενοι, και δεσμοίς και πυρί και πάσαις ταις άλλαις βασάνοις» (Προς Τρύφωνα Ιουδαίον διάλογος, 110). Οι παραπάνω μαρτυρίες είναι αδιαμφισβήτητες, γιατί γράφτηκαν ενώ οι διωγμοί διαρκούσαν και απευθύνθηκαν είτε προς τις ίδιες τις διωκτικές αρχές είτε προς τους αντιπάλους των χριστιανών Ιουδαίους. Είναι απολύτως αδύνατον ο άγιος να επινόησε φανταστικές διώξεις, βασανιστήρια και μάρτυρες απευθυνόμενους προς αυτούς. Ο ίδιος ο άγιος Ιουστίνος, διδάσκαλος της φιλοσοφίας στη Ρώμη, και μαζί του μια συντροφιά έξι φοιτητών του συνελήφθησαν, μαστιγώθηκαν και αποκεφαλίστηκαν κατά το διωγμό του Μάρκου Αυρήλιου, γύρω στο 165 μ.Χ. |
Δημιουργία αρχείου: 11-3-2021.
Τελευταία μορφοποίηση: 11-3-2021.