Πάλι και πάλι οι καλοθελητές με φορτώνουν ψόγους: «Είναι αντίπαλος
του Διαφωτισμού, τον απορρίπτει – συνειδητός σκοταδιστής».
Εγραφα το 1990 («Σχόλιο στο Ασμα Ασμάτων», Κεφ. 13): Διαφωτισμός
ήταν η πιο κοφτερή μέσα στις συνειδήσεις επανάσταση. Ρίγος
απελευθέρωσης που απλώθηκε με την ταχύτητα της φωτιάς στην ξεραμένη
σιτοκαλαμιά μετά τον θέρο. Κάτι άλλο ή κάτι περισσότερο από
ιδεολογία. Ανατροπή της νοο-τροπίας, στάση ζωής με αντεστραμμένους
τους όρους της ευρωπαϊκής θρησκευτικότητας.
Και ήρθε σαν θρύψη στον ιστό κοινωνιών φαδιασμένων στο στυφό υφάδι
του μονισμού, της στυγνής μονομέρειας: Το «κυρίως ανθρώπινο» εκεί
ήταν μόνο «πνεύμα» και κορύφωμα του «πνεύματος» η αποδεικτική της
διάνοιας. Κάθε τι αισθητό, μιαρό και ύποπτο, αφού μόνο το πνευματικό
- νοητό συγγενεύει με το αιώνιο. Οι σωματικές αισθήσεις, θυρίδες
παρείσφρησης του κακού, προσάναμμα διέγερσης του κτηνώδους
ενστίκτου. Απαγορευμένος καρπός η ηδονή, προαγωγός στον θάνατο, σε
κολαστήρια ατελεύτητα φρικιαστικής έμπνευσης.
Μόνη δυνατότητα σωτηρίας, η δίχως όρους υποταγή στους εξουσιαστικούς
μηχανισμούς της θρησκείας. Το κράτος, η ηθική, οι κοινωνικές δομές
και λειτουργίες, το νόημα της καθημερινότητας του βίου, όλα
υποταγμένα στον άγαμο κλήρο, εντεταλμένο επόπτη του ανέραστου
ασκητισμού, της στέρησης και του φόβου.
Ο Διαφωτισμός ήρθε σαν το χτύπημα του σφυριού στην πυρωμένη κι
εύπλαστη αγανάκτηση. Να τη μεταπλάσει σε κοφτερή άρνηση πάνω στο
αμόνι μιας αράγιστης λογικής. Στο ίδιο αμόνι της ίδιας αράγιστης
λογικής όπου είχε πλάσει τον κόσμο και η θρησκειοποιημένη ευρωπαϊκή
χριστιανοσύνη. Ο Διαφωτισμός πολέμησε με τα όπλα του αντιπάλου. Στη
θέση του φαντασιώδους Θεού, η φαντασιώδης θεοποιημένη Φύση. Στη θέση
της α-νόητης ασκητικής, η έωλη ατομική απόλαυση. Στη θέση της
ατομικής συλλογιστικής, η ατομική πειραματική επαλήθευση, η ατομική
μαθηματική ενόραση, οι έμφυτες ιδέες, οι ατομικές εποπτίες, το
ατομικό ψυχολόγημα. Μεταλλαγή της θωράκισης του ίδιου μοναχικού
πάντα, του αυτοέγκλειστου στην εγωτική αυτάρκεια ατόμου. Είτε με το
όνομα της θρησκευτικής νοησιαρχίας είτε με το όνομα της θετικής
επιστήμης, η ίδια πάντοτε παγερή πανοπλία να φυλακίζει την ύπαρξη
στον ανέραστο ατομοκεντρισμό.
Αυτά το 1990. Και το 1998, σε άλλο βιβλίο («Η απανθρωπία του
δικαιώματος») συμπλήρωνα:
Η θεσμοποίηση προστασίας των ατομικών δικαιωμάτων σηματοδοτεί το
τέλος της εμπειρίας του ευρωπαϊκού μεσαίωνα: αιώνων βασανισμού του
δυτικοευρωπαίου ανθρώπου – καταπίεσης των ασθενέστερων από τις
ισχυρότερες κοινωνικές τάξεις, των δουλοπάροικων από τους
φεουδάρχες, του απλού λαού από τους ευγενείς και τον κλήρο…
Σε σύγκριση με τη μονοπώληση δικαιωμάτων από τον μονάρχη, τους
ευγενείς, τον κλήρο στο μεσαιωνικό παρελθόν της Δυτικής Ευρώπης, η
καθολίκευση της ατομικής εξουσίας του δικαιώματος είναι μια
εντυπωσιακή σε αποτελεσματική χρησιμότητα κατάκτηση της
Νεωτερικότητας. Θα μπορούσε και ευρύτερα να χαρακτηριστεί επίτευγμα
με πανανθρώπινες συνέπειες ο νομικός καθορισμός και η συνταγματική
κατοχύρωση των δικαιωμάτων του ατόμου: των ορίων ελευθερίας του
ανθρώπου στο πλαίσιο της συλλογικής συνύπαρξης.
Για πρώτη φορά στην Ιστορία και χάρη στον πολιτισμό της
Νεωτερικότητας τα όρια της συλλογικής συνύπαρξης διασαφηνίζονται και
θεσμοποιούνται, τουλάχιστον ως άξονας αναφοράς και στόχος συνειδητής
επιδίωξης των κοινωνιών: Να προστατευθεί πρωταρχικά η αυτεξουσιότητα
του ατόμου, το αδέσμευτο των επιλογών και προτιμήσεών του.
Η άποψή μου, υποκείμενη σε επαλήθευση ή διάψευση, είναι ότι τον
Διαφωτισμό στην Ελλάδα τον εκλάβαμε και τον προσλάβαμε ως
ιδεολόγημα, όχι ως στόχο που προσφέρεται για κοινωνική κατάκτηση.
Ιδεολόγημα σημαίνει ότι τον θαυμάσαμε άκριτα και τον θαυμάσαμε
ατόφιον, χωρίς να τον αξιολογήσουμε με τα μέτρα της πείρας μας και
των ιστορικών μας εθισμών, χωρίς να τον κρίνουμε με κριτήριο τις
δικές μας ανάγκες και προϋποθέσεις. Με άλλα λόγια, λειτουργήσαμε σαν
μεταπράτες, επαρχιώτες θαμπωμένοι από την «πρωτευουσιάνικη»
πραμάτεια, τις χάντρες και τα καθρεφτάκια. Οχι με την ελευθερία όσων
πιστεύουν στον εαυτό τους, εκτιμούν τη θησαυρισμένη πείρα που
κληρονόμησαν (πείρα κριτηρίων, πείρα διάκρισης ποιοτήτων) και
μπορούν να προσλάβουν οτιδήποτε, να το προσλάβουν από οπουδήποτε,
για να υπηρετήσουν τις δικές τους ανάγκες, να μην υποταχθούν σε
«κάλπικο δάνειο».
Και το να λειτουργήσει συμπλεγματικά απέναντι στον Διαφωτισμό το
επαρχιωτάκι, ο Χιώτης Κοραής, θαμπωμένος από τα Παρίσια, και μαζί
του όλη η ξιπασμένη από τα «φώτα» της Δύσης βλαχαδερή λογιοσύνη,
ήταν μάλλον φυσικό – η κωνσταντινουπολίτικη αρχοντιά ποτέ δεν
εμφάνισε τέτοιον ευτελισμό. Αλλά να συνεχίζεται ο άκριτος,
αποχαυνωτικός πιθηκισμός του Διαφωτισμού σε τόσες γενιές Νεοελλήνων
ώς σήμερα, σημαίνει υπανάπτυκτη σε κριτική καλλιέργεια κοινωνία –
είναι σύμπτωμα παρακμής.
Γόνιμη πρόσληψη του Διαφωτισμού θα σήμαινε: κοινωνικό άθλημα για την
κατάκτηση στόχων – όχι μιμητισμό ούτε υποταγή σε ειδωλοποιημένο
ιδεολόγημα. Ποια προτάγματα του Διαφωτισμού θα μπορούσε κριτικά να
προσλάβει και να κάνει στόχους της η νεοελληνική κοινωνία; Μα, για
παράδειγμα, την εμπειρική επαλήθευση της γνώσης, την κοινωνούμενη
θετική πιστοποίηση, την άρνηση κάθε αλάθητης αυθεντίας, κάθε
δόγματος, κάθε a priori αξιώματος. Και ακόμη: την άρνηση κάθε τύπου
«κλειστής» κοινωνίας, την ανοιχτή ετοιμότητα για το καινούργιο, για
συνεχή δημιουργική προσαρμογή σε καινούργιες κοινωνικές ανάγκες και
προτεραιότητες. Την καλλιέργεια απαιτήσεων λογικής συνέπειας στη
σκέψη και στη συμπεριφορά, τον ορθολογικό έλεγχο των θεσμών, τη
νομική προστασία και ισότητα των ατομικών δικαιωμάτων. Κ.λπ. κ.λπ.
Ενεργός κριτική πρόσληψη, όχι παθητικός μιμητισμός. Οχι να
πιθηκίζουμε το αντιμεταφυσικό μένος των Διαφωτιστών της Δύσης, τον
αντικληρικαλισμό τους, προσπαθώντας να εφεύρουμε και στο δικό μας
παρελθόν, ντε και καλά, Ιερή Εξέταση, θεσμοποιημένο «αλάθητο»,
«δόγματα», εδώ, που γνωσιοθεωρητική αρχή ήταν πάντοτε ο αποφατισμός.
Να κρίνουμε τι μπορεί να υπηρετήσει τις δικές μας ανάγκες και τι
αφορά ανάγκες άλλων κοινωνιών. Να προσλάβουμε τη νεωτερική,
αντιπροσωπευτική δημοκρατία, αλλά να αξιοποιούμε και την πείρα των
κάποτε Ελλήνων που όρισαν τη δημοκρατία και την «πολιτική τέχνη» ως
«κοινόν άθλημα», να «αληθεύει» ο βίος, με μέτρο της αλήθειας το
«ιερό».
Αν αυτά όλα λέγονται αντιπαλότητα στον Διαφωτισμό, με ποιον κώδικα
λογικής να συνεννοηθούμε;
|