Νεοπαγανιστικές απάτες Απάντηση στις συκοφαντίες τού Νεοπαγανισμού |
Ενότητα |
Η επιστολή του Αγίου Όρους προς τον Χίτλερ Του Ι. Τ. |
Ένα αγαπημένο θέμα των συγχρόνων συκοφαντών της Εκκλησίας, είναι η περίφημη επιστολή που έστειλε το Άγιο Όρος στον Χίτλερ. Τη θεωρούν ως δείγμα δοσιλογισμού της Εκκλησίας και του Μοναχισμού, προς στον Γερμανό κατακτητή. Ποια είναι όμως η αλήθεια; Τι αποκρύπτουν όλοι αυτοί που συκοφαντούν το Άγιο Όρος για δοσιλογισμό, εξ αιτίας αυτής της επιστολής;
Όπως και σε όλες τις περιπτώσεις που συκοφαντείται η Εκκλησία, από τους εχθρούς της, έτσι και σε αυτή, υπάρχουν κάποια πράγματα που οι συκοφάντες ΑΠΟΚΡΥΠΤΟΥΝ, για τις συνθήκες κάτω από τις οποίες γράφτηκε η επιστολή, και το σκοπό που εξυπηρετούσε στη συγκεκριμένη συγκυρία. Ας δούμε λοιπόν, και την επιστολή, αλλά και τα γεγονότα που ΚΡΥΒΟΥΝ οι πονηροί συκοφάντες της Εκκλησίας, όταν μιλούν για την επιστολή αυτή: 1. Η επιστολή του Αγίου Όρους προς τον Χίτλερ Πριν εξετάσουμε τους λόγους που γράφθηκε, και τα ΑΛΗΘΙΝΑ γεγονότα της περιόδου αυτής, ας δούμε πρώτα την επιστολή αυτή, που έστειλε το Άγιο Όρος στον Χίτλερ, και στη συνέχεια θα αναλύσουμε τις περιστάσεις υπό τις οποίες γράφθηκε: "Εν Αγίω Όρει τη 13/26 Απριλίου 1941 Προς την Αυτού Εξοχότητα τον Αρχικαγκελλάριον του ενδόξου Γερμανικού Κράτους Κύριον Αδόλφον Χίτλερ εις Βερολίνον.
Εξοχότατε, Οι βαθυσεβάστως υποσημειούμενοι Αντιπρόσωποι των Είκοσιν Ιερών Βασιλικών Πατριαρχικών και Σταυροπηγιακών Μονών του Αγίου Όρους Άθω, λαμβάνομεν την εξαιρετικήν τιμήν ν’ απευθυνθώμεν προς την Υμετέραν Εξοχότητα και παρακαλέσωμεν Αυτήν θερμώς, όπως, ευαρεστημένη, αναλάβη υπό την Υψηλήν προσωπικήν Αυτής προστασίαν και κηδεμονίαν τον Ιερόν τούτον Τόπον, του οποίου Ηγούμενοι και αντιπρόσωποι τυγχάνομεν, διαδεχομένη εν τούτω τους ιδρυτάς και Ευεργέτας του Ιερού τούτου Τόπου Βυζαντινούς Αυτοκράτορας και διαδόχους τούτων.
Το Άγιον Όρος, Εξοχώτατε, συνέστη εις Πανορθόδοξον μοναχικήν πολιτείαν, εις ήν ανέκαθεν διαβιούν εν αγαστή ομονοία μοναχοί ακωλύτως προσερχόμενοι από διάφορα ορθόδοξα Έθνη, κατά τον Θ΄ μ.Χ. αιώνα, πνευματικώς μεν εξαρτωμένων από του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, πολιτικώς δε αυτοδιοικούμενον υπό της Ιεράς Συνάξεως των Αντιπροσώπων των Είκοσιν Ιερών και Κυριάρχων Μονών και πολιτειακώς υπαγομένων υπό την προστασίαν και κηδεμονίαν των Βυζαντινών Αυτοκρατόρων και των διαδόχων Αυτών.
Το Αυτονομιακόν τούτο πολίτευμα περιεθριγκώθη δι’ αλλεπαλλήλων τυπικών και Χρυσοβούλων των ιδρυτών και ευεργετών των Ιερών μονών Βυζαντινών Αυτοκρατόρων Βασιλείου του Μακεδόνος (882), Ιωάννου Τσιμισκή (972), Κωνσταντίνου Μονομάχου (1046), Στεφάνου Δουσάν (1346) και άλλων Σλαύων, Ουγγροβλάχων Ηγεμόνων και των μετέπειτα Σουλτανικών Φιρμανίων τελευταίως δε υπό του Καταστατικού Χάρτου του 1926, ούτινος δύο αντίτυπα εσωκλείομεν.
Το ουτωσί καθιερωθέν προνομιακόν και αυτοδιοίκητον καθεστώς του Ιερού τούτου Τόπου, αποτελέσαν αντικείμενον συζητήσεων και επικυρώσεων διαφόρων διεθνών συνθηκών περιεθριγκώθη τέλος, διά του 62ου άρθρου της Βερολινείου συνθήκης του έτους 1878, έχοντος ούτω, οι μοναχοί του Όρους Άθω οθενδήποτε και αν κατάγωνται θα διατηρήσωσι τα κτήματα και τα πρότερα αυτών δικαιώματα και θ’ απολαύωσιν, άνευ ουδεμιάς εξαιρέσεως, πλήρους ισότητος δικαιωμάτων και προνομίων.
Των εν Αγίω Όρει ενασκουμένων Μοναχών, ανεξαρτήτως τόπου προελεύσεως και Εθνικότητος, σκοπός και αποστολή καθ’ όλον τον υπερχιλιετή βίον του Αγίου Όρους, υπήρξεν η διατήρησις, προαγωγή και εξασφάλισις των Ιερών αυτού σκηνωμάτων, η διά της ακαταπονήτου φιλεργίας των εν αυτώ ενασκουμένων μοναχών καλλιέργεια της τε εκκλησιαστικής και κλασσικής φιλολογίας και καλλιτεχνίας, ο ασκητικός βίος και η διηνεκής προσευχή υπέρ του σύμπαντος κόσμου.
Την διατήρησιν του καθεστώτος τούτου της αυτονόμου μοναχικής πολιτείας, ικανοποιούντος πλήρως άπαντας τους εν Αγίω Όρει ενασκουμένους ανεξαρτήτως εθνικότητος Ορθοδόξους μοναχούς και εναρμονιζόμενοι προς τον σκοπόν και την αποστολήν αυτών, παρακαλούμεν και ικετεύομεν θερμώς την Υμετέραν Εξοχότητα όπως αναλάβη υπό την υψηλήν προστασίαν και κηδεμονίαν Αυτής.
Τον Βασιλέα των Βασιλευόντων και Κύριον των Κυριευόντων εξ όλης ψυχής και καρδίας ικετεύοντες, όπως επιδαψιλεύση τη Υμετέρα Εξοχότητι υγείαν και μακροημέρευσιν επ’ αγαθώ του ενδόξου Γερμανικού Έθνους.
Υποσημειούμεθα βαθυσεβάστως"
2. Οι συνθήκες υπό τις οποίες γράφθηκε η επιστολή αυτή Για κάποιον που ΔΕΝ γνωρίζει τις συνθήκες υπό τις οποίες γράφθηκε η επιστολή αυτή, εκ πρώτης όψεως φαίνεται ως "δοσιλογική" προς τον κατακτητή Γερμανό. Μόλις όμως αναλυθούν οι περιστάσεις της συγγραφής της, αποκαλύπτεται αμέσως η ΑΠΑΤΗ των συκοφαντών της Εκκλησίας, και ο δόλος τους (ή έστω η αμάθειά τους) ξεσκεπάζεται. Όπως θα παρατηρήσετε στη συνέχεια από τα ντοκουμέντα που θα παρουσιασθούν, η επιστολή αυτή γράφτηκε σε μία ιδιαίτερα επικίνδυνη συγκυρία, όχι μόνο για την Ορθοδοξία, αλλά και για την ίδια την Ελληνικότητα της Βόρειας Ελλάδος. Και όπως θα παρατηρήσετε στη συνέχεια, η επιστολή αυτή, όχι μόνο δεν κρύβει "δοσιλογισμό", αλλά αντιθέτως, υποκρύπτει ΒΑΘΙΑ ΣΥΝΑΙΣΘΗΣΗ ΤΟΥ ΚΙΝΔΥΝΟΥ κατά των Χριστιανών, αλλά και κατά του Ελληνισμού, ώστε να καθίσταται δικαιολογημένη, αν όχι επιβεβλημένη! Η επιστολή αυτή, γράφθηκε, υπό τον κίνδυνο της Βουλγαρικής αφελληνιστικής προσπάθειας! Τον καιρό εκείνο, ολόκληρη η Βόρεια Ελλάδα κινδύνευε να αφελληνισθεί βίαια, και να ενταχθεί σε μια προσπάθεια "Βουλγαροποίησής" της! Και ο Χίτλερ, (ο οποίος ακόμα δεν είχε εκδηλωθεί σε όλο το φάσμα της κακίας του), ήταν το μικρότερο κακό, που θα έδινε τη λύση στη Βουλγαρική κατοχή της Βόρειας Ελλάδος! Για του λόγου το αληθές, δείτε τι γράφει για την περίσταση αυτή η Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, εκδ. Αθηνών, τ. ΙΣΤ, σ. 66-71: "Τι γινόταν στην υπό βουλγαρική κατοχή και διοίκηση Ανατολική Μακεδονία και Θράκη;
«Ο φόβος των βουλγαρικών Αρχών να εξελιχθεί η Εκκλησία σε πόλο συσπείρωσης κατά των Αρχών κατοχής είχε ως συνέπεια τη λήψη μέτρων για τον αφελληνισμό της με την απέλαση των Ελλήνων μητροπολιτών και αρκετών Ελλήνων ιερέων. Πριν απελαθούν, πολλοί από αυτούς κακοποιήθηκαν και ληστεύτηκαν.
(…) Η Εκκλησία των περιοχών αυτών ενσωματώθηκε στην Εξαρχική Βουλγαρική Εκκλησία (21.6.1941) και επιβλήθηκε το βουλγαρικό εορτολόγιο, το βουλγαρικό τυπικό στις ιερουργίες, η τέλεσή τους στη βουλγαρική γλώσσα (οριστικά από το καλοκαίρι του 1942). Οι θέσεις των ήδη απελαθέντων Ελλήνων κληρικών – και σταδιακά και άλλων – επανδρώθηκαν από Βούλγαρους κληρικούς. (…) Παράλληλα χρησιμοποιήθηκαν οι Βούλγαροι κληρικοί χρησιμοποιήθηκαν ως οι πιο ένθερμοι φορείς της εθνικιστικής προπαγάνδας. (…)
Τα εκκλησιαστικά ταμεία και όλη η εκκλησιαστική περιουσία τέθηκαν στη διάθεση των βουλγαρικών εκκλησιαστικών αρχών ή κατασχέθκαν από το βουλγαρικό κράτος. Κατασχέθηκαν επίσης τα αρχεία των ναών και πολλά καταστράφηκαν για να μη θυμίζουν την ελληνική τους προέλευση. Ναοί, μοναστήρια και μητροπολιτικά μέγαρα λεηλατήθηκαν, και αφαιρέθηκαν εικόνες, άμφια, χρυσά και αργυρά σκεύη, χαλιά, έπιπλα, γραφομηχανές, βιβλία, χειρόγραφα. (…)
Η λειτουργία των ελληνικών σχολείων απαγορεύτηκε και δόθηκε εντολή να εκτοπιστούν οι εναπομείναντες Έλληνες εκπαιδευτικοί. (…)
Στις κατεχόμενες περιοχές επετράπηκε μόνον η λειτουργία εκτός των βουλγαρικών, αρμενικών, εβραϊκών και τουρκικών σχολείων (…)
Σε όλη τη βουλγαροκρατούμενη περιοχή καθιερώθηκε ως επίσημη γλώσσα η βουλγαρική (12.5.1941). Στο πλαίσιο εφαρμογής του σχετικού διατάγματος (…) γ) απαγορεύτηκε με ποινή προστίμου η δημόσια χρήση της ελληνκής γλώσσας (…)
Απαγορεύτηκε η έκδοση, κυκλοφορία, κατοχή και χρήση ελληνικών ιστορικών βιβλίων και εντύπων˙ οι βιβλιοθήκες των σχολείων, των συλλόγων αλλά και των ιδιωτών είτε καταστράφηκαν είτε αρπάχτηκαν και μεταφέρθηκαν στη Βουλγαρία. Απαγορεύτηκε η λειτουργία των ελληνικών τυπογραφείων, των στοιχειοθετικών μηχανών και η χρήση ελληνικών γραφομηχανών και πολυγράφων (…)
Ασβεστώθηκαν ή καταστράφηκαν οι ελληνικές επιγραφές ναών, εικονοστασίων κ.λπ., ενώ ακόμα και οι επιγραφές τάφων εκβουλγαρίστηκαν. Σχετικές πιέσεις του βουλγαρικού πολιτικού κόσμου και των διανοουμένων οδήγησαν κόμη και στην προσπάθεια να μετονομαστούν οι κάτοικοι της περιοχής και να μετατρέψουν τα ελληνικά βαπτιστικά τους στα αντίστοιχα βουλγαρικά, με έγκριση μάλιστα της Συνόδου της Βουλγαρικής Εκκλησίας (Δεκέμβριος 1942) (…)
Οι Έλληνες υποχρεώθηκαν να καταβάλλουν χρηματικά ποσά ως ενίσχυση στους Βουλγάρους εποίκους.
(…) Στους Έλληνες γιατρούς, δικηγόρους και φαρμακοποιούς απαγορεύτηκε η άσκηση του επαγγέλματός τους. διοικητικά μέτρα λήφθηκαν και για τον περιορισμό των Ελλήνων τεχνιτών και ελεύθερων επαγγελματιών (…)
Από τον Ιούλιο του 1943 άδειες ασκήσεως εμπορίου δίνονταν μόνο σε Βούλγαρους υπηκόους (…)
Από τους Έλληνες γεωργούς αφαιρέθηκε το 1/2 του γεωργικού τους κλήρου, επίσης τα αποθέματα των ζωοτροφών τους και τα εργαλεία τους. (…)
Συχνότατες ήταν επίσης και η επιβολή προστίμων, οι συλλήψεις και οι βασανισμοί Ελλήνων με οποιαδήποτε αφορμή (ομιλία ελληνικής γλώσσας…) (…)
Η πολιτική διάκρισης έφτασε ώς το σημείο να απαγορευτεί το 1943 η πώληση σε Έλληνες βασικών προϊόντων διατροφής, όπως γάλα, κρέας, ψάρι και γιαούρτι (…)
Η νέα βουλγαρική κυβέρνηση επέδειξε μια προφανή απροθυμία στην απόσυρση των βουλγαρικών στρατιωτικών δυνάμεων από την περιοχή, προφασιζόμενη λόγους τάξης και ασφάλειας για να δικαιολογήσει την παραμονή της (…)
Έως τη Διάσκεψη Ειρήνης των Παρισίων, το 1946, η βουλγαρική κυβέρνηση (…) έθετε θέμα παραχώρησης σε αυτήν της Δυτικής Θράκης. Το αίτημα αυτό είχε την υποστήριξη της Σοβιετικής Ένωσης αλλά και της Τσεχοσλοβακίας, της Πολωνίας και της Γιουγκοσλαβίας»
Η επιστολή των μονών του Αγ. Όρους προς το Χίτλερ παρουσιάζεται ως χείριστος βαθμός δοσιλογισμού. Για έναν παράξενο λόγο όσοι την διαδίδουν δεν αναφέρουν καν τίποτε για την αιτία της σύνταξης και αποστολής της επιστολής αυτής. Την παρουσιάζουν ως ουρανοκατέβατη, ως άνευ σοβαρού λόγου, ως καιροσκοπισμό «για να τα έχουν καλά με τους ισχυρούς πάσει θυσία, ακόμη και εις βάρος της χώρας». Ωστόσο τα παραπάνω αποσπάσματα, τα οποία δείχνουν τι θα επακολουθούσε αν ο Βουλγαρικός στρατός καταλάμβανε τον Άθωνα και αν η περιοχή προσαρτιόταν στη Βουλγαρία, όπως οι Αν. Μακεδονία και Θράκη, των οποίων τα δεινά περιγράφηκαν παραπάνω, δείχνουν και τα κίνητρα των μοναχών του Αγ. Όρους. Όχι φυσικά τον φιλοναζισμό ή την εθελοδουλεία, αλλά την επιλογή του μικρότερου κακού. Είναι γνωστό ότι οι Γερμανοί μοίραζαν την Ελλάδα σε Βουλγαρική, Ιταλική και Γερμανική ζώνη κατοχής. Οι Βούλγαροι πήραν την Αν. Μακεδονία-Θράκη και πίεζαν για να τους δοθεί η διοίκηση και κατοχή της Χαλκιδικής και όλων των περιοχών της Β. Ελλάδας. Ο βασιλιάς της Βουλγαρίας Μπόρις επισκεπτόμενος τον Χίτλερ στο Βερολίνο είχε ζητήσει να δωθεί στη Βουλγαρία ο Άθωνας. Φαντάζεται κανείς τι μανία ανθελληνικής καταστροφής, πόσες εξαφανίσεις και καταστροφές βυζαντινών και μη σλαβικών έργων τέχνης θα επακολουθούσαν, αν συνέβαινε κάτι τέτοιο. Οι μοναχοί του Αθωνα είτε έπρεπε να καθίσουν άπρακτοι είτε έπρεπε να αποσοβήσουν το χειρότερο κακό.
Λοιπόν οι μοναχοί του Αγίου Όρους παραδόθηκαν στους Γερμανούς για να γλυτώσουνε από τους Βουλγάρους. Η βουλγαρική κατοχή θα τους εξαφάνιζε ακριβώς όπως οι Βούλγαροι εξαφάνιζαν κάθε ίχνος παρουσίας Ελλήνων και ελληνορθόδοξου πολιτισμού, τόσο κατά τους Βαλκανικούς και τον Α’ Π.Π. όσο και κατά τον Β’ Π.Π. Οι Γερμανοί μόλις είχαν καταλάβει την Ελλάδα, δεν είχαν αρχίσει τα έκτροπα στη χώρα μας ούτε βέβαια οι μοναχοί ή κανείς άλλος στην περιοχή γνώριζε περί φούρνων κ.λπ., όπως παραπλανητικά διαδίδουν όσοι παραθέτουν την επιστολή – ενώ αντίθετα οι Βούλγαροι μάς ήταν γνωστοί από την εποχή του Μακεδονικού Αγώνα, των Βαλκανικών και του Α’ Π.Π. για το συστηματικό πρόγραμμα αφελληνισμού της Μακεδονίας˙ αν έμπαιναν στο Άγ. Όρος, θα το εκβουλγάριζαν καταστρέφοντας ό,τι δεν ήταν βουλγαρικό – όπως άλλαζαν ακόμη και τις ταφικές επιγραφές. Υπάρχει κολακεία στην επιστολή προς τον Χίτλερ; Ναι, φυσικά και υπάρχει. Είναι δείγμα ειλικρινούς φιλοναζισμού ή δοσιλογισμού; Όχι! Τι άλλο θα μπορούσε να υπάρξει, προκειμένου να αποσοβηθεί το έσχατο κακό, ο εκβουλγαρισμός και αυτής της περιοχής, προκειμένου να παρέμβει ο ίδιος ο Χίτλερ κατά των συμμάχων του Βουλγάρων; Το Άγ. Όρος δεν βρισκόταν στη νότια Ελλάδα, ώστε να μην υπήρχε κίνδυνος αφελληνισμού του από ένα εχθρικό εκείνη την εποχή γειτονικό έθνος. Στη νότια Ελλάδα παρόμοια επιστολή δε θα είχε λόγο, αφού δεν παραμόνευαν Βούλγαροι με σκοπό τον αφελληνισμό της περιοχής της.
Χαρακτηριστικό των αντιλήψεων των μοναχών του Όρους είναι το εξής περιστατικό: Σε επέμβαση του Γερμανού Ταγματάρχη Στένγκερ μετά από διαβολές των Σλάβων μοναχών προκειμένου να αντικατασταθεί ο Β. Κορφιωτάκης (Έλληνας διοικητής του Όρους) και σε ερώτηση του αν επιθυμούν οι μοναχοί να μην υπάρχει Έλληνας διοικητής, οι μοναχοί έδωσαν την πιο κάτω απάντηση «Το να ερωτάται το ελληνικότατον Άγιο Όρος αν επιθυμεί Έλληνα Διοικητήν τής προξενεί εντύπωσιν».
3. Η αντίσταση των Βουλγάρων μαρτυράει πολλά Αντιδράσεις υπήρξαν από την Ι. Μ. Γρηγορίου και τον Γέροντα Βαρλαάμ, τους εκπροσώπους των σλαβοφώνων μονών Παντελεήμονος (Ρώσικο), Ζωγράφου (Βουλγάρικο) και η υπογραφή γίνηκε μετά από αμοιβαίες παραχωρήσεις, παράλληλα όμως συνέταξαν υπόμνημα που ζητούσε Διεθνοποίηση του Αγίου Όρους και ο αντιπρόσωπος της Παντελεήμονος Βασίλειος Κριβοσέιν, ο οποίος γνώριζε άριστα την γερμανική γλώσσα αναχώρησε με προορισμό το Βερολίνο και Σόφια για να επιδώσει το υπόμνημα, ενεργούσαν με στόχο την εγκατάσταση γερμανικού και βουλγαρικού στρατού στο Άγιο Όρος ή την Διεθνοποίηση. Στην όλη αυτή προσπάθεια βοήθησε και ο μοναχός Βενιαμίν της Παντελεήμονος και οι βουλγαρικής καταγωγής μοναχοί Μιχαήλοφ (του κελιού «Άξιον Εστί») και Ευθύμιος της Ζωγράφου. Το σχέδιο τους αυτό είχε δύο σκέλη 1ον Δημιουργία προϋποθέσεων και συνθηκών που θα υποχρέωναν τον γερμανικό στρατό να εισβάλει. 2ον Η αποστολή μονάδων του Βουλγαρικού στρατού και τελική κατάληψη του Αγίου Όρους από τους Βουλγάρους. Για την εκπλήρωση αυτών των στόχων εκμεταλλευόντουσαν και το παραμικρότερο περιστατικό για να τονίσουν την ανεπάρκεια της Ελληνικής Χωροφυλακής ή τον Κομμουνιστικό κίνδυνο. Με άλλα λόγια, οι Βούλγαροι αντέδρασαν στην διπλωματική αυτή τακτική, γιατί την είδαν ως εμπόδιο στον εκβουλγαρισμό του Αγίου Όρους. Σωστά κατάλαβαν ότι ήταν (ο μόνος) τρόπος, για να γλιτώσει από τα νύχια της Βουλγαρίας ο Άθωνας. Γι' αυτό και αντέδρασαν, και γι' αυτό έστειλαν και ξεχωριστή επιστολή, ζητώντας τη διεθνοποίηση-έμμεσο εκβουλγαρισμό του Αγίου Όρους με αποστολή βουλγάρων στρατιωτών. Σήμερα ορισμένοι θεωρούν την επιστολή των ελλήνων μοναχών ως δείγμα γλοιώδους εθελοδουλείας. Η αλήθεια όμως φαίνεται από την αντίδραση των Βουλγάρων.
Συμπέρασμα: Όπως προκύπτει από την ανάλυση του θέματος αυτού, και όπως κατ' επανάληψιν έχουμε δείξει σε αυτή την ιστοσελίδα ΣΕ ΚΑΘΕ ΑΛΛΟ ΘΕΜΑ με το οποίο ασχοληθήκαμε, οι εχθροί και κατήγοροι της Εκκλησίας, είναι ΠΑΝΤΟΤΕ ΚΑΙ ΣΕ ΚΑΘΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΚΑΚΟΗΘΕΙΣ και ΑΝΑΞΙΟΠΙΣΤΟΙ ΣΥΚΟΦΑΝΤΕΣ, που στόχο έχουν με αποσπασματικά στοιχεία, να αποπροσανατολίσουν και να ξεγελάσουν όσους δεν γνωρίζουν όλη την ιστορία στην οποία αναφέρονται.
Ι. Τ. |
Δημιουργία αρχείου: 11-10-2008.
Τελευταία ενημέρωση: 11-10-2008.