Νεοπαγανιστικές απάτες Απάντηση στις συκοφαντίες τού Νεοπαγανισμού |
Κωνσταντίνος ο Μέγας και η ιστορική αλήθεια // ΜΕΓΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ: Κατηγορίες και Αλήθεια Ομιλία // Κωνσταντίνος ο Μέγας και η ιστορική αλήθεια Ομιλία // Η μετάνοια και η αγιοποίηση του αγίου Κωνσταντίνου // Ήταν ορθόδοξο ή αιρετικό το βάπτισμα του αγίου Κωνσταντίνου από τον Ευσέβιο Νικομηδείας; // Διέπραξε ο άγιος Κωνσταντίνος οικογενειακά εγκλήματα; // Μέγας Κωνσταντίνος, Κρίσπος και Φαύστα // Ιουλιανός o Παραβάτης: Παραβάτης του Χριστιανισμού, Παραβάτης του Ελληνισμού // Μέρος Α΄: Ο... διαγωνισμός της Αγίας Ελένης
Συκοφαντίες κατά τής Αγίας Ελένης Μέρος Β΄ Απαντήσεις στους ατεκμηρίωτους προσβλητικούς χαρακτηρισμούς των ειδωλολατρών Ιουλιανού και Ζώσιμου, για την αγία Ελένη, μητέρα του Μ. Κων/νου Ήταν η Αγία Ελένη μια ανήθικη γυναίκα;
Αναδημοσίευση από: http://antiairetikos.blogspot.com/2011/07/blog-post_17.html |
Περιεχόμενα |
Το άρθρο αυτό, αφορά τις αρχαίες ειδωλολατρικές συκοφαντίες κατά της αγίας Ελένης, μητέρας του αυτοκράτορα Μ. Κων/νου, συκοφαντίες που συχνά αναπαράγουν και σήμερα οι πολέμιοι του χριστιανισμού. Οι άνθρωποι αυτοί, με τρόπο επιπόλαιο, όταν τύχει να διαβάσουν κάτι που να αμαυρώνει το πρόσωπό της αγίας Ελένης, νομίζουν ότι έκαναν κάποια σπουδαία «ανακάλυψη», ξεχνώντας ότι πλέον, όλες οι αρχαίες πηγές έχουν εξεταστεί από χιλιάδες ιστορικούς κατά τους τελευταίους αιώνες. Κι όμως, δεν ενδιαφέρονται να μελετήσουν, ούτε να ενεργοποιήσουν την κριτική τους σκέψη ώστε να βρουν ποιος και γιατί μπορεί να έγραψε κάτι που μειώνει ηθικά ένα ιστορικό πρόσωπο και αν αυτό τεκμηριώνεται επαρκώς. Ελπίζουμε λοιπόν ότι με το άρθρο αυτό θα δοθούν οι απαντήσεις στα ζητήματα που κατά καιρούς ανακυκλώνουν οι γνωστοί πολέμιοι του χριστιανισμού.
1. Οι μαρτυρίες για την καταγωγή της αγίας Ελένης Η αγία Ελένη γεννήθηκε στα μέσα του 3ου αιώνα περίπου, σε μία μικρή πόλη της Βιθυνίας που ονομαζόταν Δρέπανο[1]. Τον 6ο αιώνα, ο ιστορικός Προκόπιος γράφει σχετικά: «Έστι δε τις εν Βιθυνοίς πόλις Ελένης επώνυμος ούσα της Κωνσταντίνου βασιλέως μητρός. Εκ ταύτης γαρ την Ελένην ωρμήσθαί φασι κώμης ουκ αξιολόγου τα πρότερα ούσης.» (Περί Κτισμάτων 5,2). Επειδή ο Μ. Κων/νος προς τιμήν της μητέρας του μετονόμασε το Δρέπανο σε Ελενόπολη, έγινε κατανοητό τι εννοούσε ο Προκόπιος γράφοντας, «πόλις Ελένης επώνυμος ούσα»[2]. Ανιχνεύοντας πίσω στον χρόνο την πηγή των συκοφαντιών για την αγία Ελένη, φτάνουμε πρώτα στον γνωστό Ζώσιμο, έναν ειδωλολάτρη ιστορικό του 5ου - 6ου αιώνα. Το έργο του με τον τίτλο «Νέα Ιστορία», γράφηκε μετά το 498 και καλύπτει την περίοδο της ρωμαϊκής και της πρώιμης βυζαντινής ιστορίας από την εποχή του Αυγούστου μέχρι το 410 μ.Χ.[3]. Σύμφωνα λοιπόν με τον Ζώσιμο: «Κωνσταντίνος εξ ομιλίας γυναικός ου σεμνής ουδέ κατά νόμον συνελθούσης Κωνσταντίω τω βασιλεί γεγενημένος» (Νέα Ιστορία, 2,8,2). Μας λέει δηλαδή ο ιστορικός αυτός, ότι ο Μ. Κων/νος, ήταν «γεννημένος από την έκνομη σχέση του Κωνστάντιου [του Χλωρού] με μια γυναίκα πρόστυχη»[4]. Ασφαλώς, μια πληροφορία αν δεν διασταυρωθεί κι αν δεν εξεταστεί σε σύγκριση με άλλες πηγές, κυρίως τις αρχαιότερες, δεν είναι δυνατόν να υιοθετηθεί[5]. Ακόμα περισσότερο όταν έχουμε λόγους να πιστεύουμε πως ο ιστορικός που μας μεταφέρει την πληροφορία αυτή έχει σοβαρότατη προκατάληψη ενάντια στον Χριστιανισμό. Όπως διαβάζουμε στο λεξικό του Paul Kroh: «Ο Ζώσιμος υπηρέτησε με το έργο του μια ολοφάνερα αντιχριστιανική τάση: ήθελε να αποδείξει ότι η παρακμή του ρωμαϊκού κράτους ήταν η συνέπεια της περιφρόνησης της παλιάς (ειδωλολατρικής) πίστης [...] Με το νόημα αυτό εξυμνείται με τρόπο υπερβολικό ο αυτοκράτορας Ιουλιανός, ενώ αντίθετα ο Κωνσταντίνος χαρακτηρίζεται ως ο πρωτεργάτης όλου του κακού»[6]. Ακριβώς την ίδια θέση διατυπώνει και ο βυζαντινολόγος Ιωάννης Καραγιαννόπουλος: «Ο ειδωλολατρισμός του [Ζώσιμου] επηρεάζει την κρίσιν του και ως εκ τούτου μεροληπτεί ως προς τας μορφάς του Μ. Κωνσταντίνου, του Ιουλιανού και του Μ. Θεοδοσίου.»[7]. Βεβαίως, οι πηγές δεν μας επιτρέπουν να αμφισβητήσουμε ότι η Ελένη ήταν «πολύ ταπεινής καταγωγής»[8], «προερχόμενη από τα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας»[9]. Ο Ευτρόπιος, ιστορικός του 4ου αιώνα[10], στη Ρωμαϊκή Ιστορία του, έγραψε ότι ο Μ. Κων/νος γεννήθηκε σε έναν «πολύ ταπεινό γάμο»[11] (η λέξη «ταπεινός» αφορά ασφαλώς την καταγωγή της Ελένης), ενώ ο Αμβρόσιος Μεδιολάνου (τέλη 4ου αιώνα) την αναφέρει ως «stabularia» (De obitu Theod., 42), το οποίο κυριολεκτικά σημαίνει την γυναίκα που εργάζεται στους στάβλους, όμως, επειδή συχνά οι στάβλοι βρίσκονταν στα πανδοχεία, ο όρος «stabularius» μπορούσε να σημαίνει και τον ιδιοκτήτη πανδοχείου ή τον εργαζόμενο σε αυτό[12]. Την εποχή εκείνη, η δουλειά της Ελένης προσδιόριζε και την κοινωνική της θέση, και η εργασία σε πανδοχείο θα μπορούσε εκληφθεί και με αρνητικό τρόπο για το ποιόν της. Όμως, ο Αμβρόσιος χρησιμοποιεί τη λέξη «bona» για να τονίσει ότι, «ασφαλώς, η Ελένη ήταν μια γυναίκα αμφιβόλου καταγωγής, αλλά παρ’ όλ’ αυτά, είχε έναν καλό και άψογο χαρακτήρα»[13]. Επίσης, μια άλλη, λατινική πηγή υπό τον τίτλο «Origo Constantini» (ή και «Anonymi Valesiani pars prior»), η οποία χρονολογείται στα τέλη του 4ου [14] ή στις αρχές του 5ου αιώνα[15], αναφέρει τον όρο «vilissima» για την Ελένη (vilis = ασήμαντος, ταπεινός, κατώτερος, παρακατιανός[16]), γεγονός που επιβεβαιώνει την «ταπεινή της καταγωγή»[17]. Από αυτές τις τρεις αρχαίες μαρτυρίες, μαθαίνουμε για την ταπεινή κοινωνική προέλευση της Ελένης, όμως δεν υπάρχει κανένα στοιχείο που να την συνδέει υποχρεωτικά με τον αγοραίο έρωτα όπως αφήνει να εννοηθεί ο Ζώσιμος. Άλλωστε, στη ρωμαϊκή εποχή υπήρχε ένα πολύ μεγάλο πλήθος ανθρώπων που το ομαδοποιούσαν στις «ταπεινές κατηγορίες του πληθυσμού», και δεν περιελάμβανε μόνο τις πόρνες ή τους μαστροπούς, αλλά και ανθρώπους που ουδεμία σχέση είχαν με την πορνεία, όπως τους μικροπωλητές, τους αχθοφόρους, τους ζητιάνους, τους αμαξάδες και πάρα πολλούς άλλους[18]. Μία ακόμη μαρτυρία, μεταγενέστερη από τις προηγούμενες, την οποία συναντάμε στις αρχές του 5ου αιώνα, περιέχεται στην εκκλησιαστική ιστορία του φανατικού αρειανιστή Φιλοστόργιου. Εδώ όμως χρειάζεται να διευκρινίσουμε κάποιες λεπτομέρειες: Η Εκκλησιαστική ιστορία του Φιλοστόργιου δεν μας σώθηκε αυτούσια, αλλά έγινε μια προσπάθεια ανασύστασής της στις αρχές του 20ου αιώνα, μέσα από διάφορα κείμενα, όπως οι επιτομές των βιβλίων του Φιλοστόργιου που μας διέσωσε ο Μ. Φώτιος, ο βίος του μεγαλομάρτυρα Αρτεμίου ο οποίος μαρτύρησε επί Ιουλιανού κ.ά[19]. Το «Μαρτύριο Αρτεμίου» χρησιμοποιήθηκε στην ανασύσταση επειδή προερχόταν από την ιστορία του Φιλοστόργιου και μέσα στο κείμενο αυτό διασώζεται μία υβριστική αναφορά στην αγία Ελένη, η οποία όμως αποδόθηκε όχι στον Φιλοστόργιο, αλλά σε απόσπασμα από αγόρευση του ειδωλολάτρη Ιουλιανού, ο οποίος είχε κάθε λόγο να εχθρεύεται τον Μ. Κων/νο και την αγία Ελένη: «… ο δε Κωνσταντίνος εξ Ελένης αυτώ γέγονε φαύλης τινός γυναικός και των χαμαιτύπων ουδέν διαφερούσης ... Κωνσταντίνος θρασύτητι γνώμης την βασιλείαν αφήρπασε και τον εμόν πατέρα και τους αυτού αδελφούς αμφοτέρους αδίκως απέκτεινε.»[20]. Το απόσπασμα αυτό, στην ανασύσταση που πραγματοποιήθηκε, αποτελεί πλέον το εδάφιο 2,16 της Εκκλησιαστικής Ιστορίας του Φιλοστόργιου όμως αποδίδεται στον Ιουλιανό[21] ο οποίος κατηγορεί τον Μ. Κων/νο για τον θάνατο του πατέρα του και αρπαγή της βασιλείας. Στον Ιουλιανό αποδίδει το εδάφιο και η γνωστή Ψηφιακή βιβλιοθήκη TLG («Thesaurus Linguae Graecae», έκδοση «E», [CD-ROM] - University of California, Irvine). Άραγε, πόσο τυχαία μπορεί είναι αυτή η ομοιότητα των διατυπώσεων, από δύο φανατικούς εχθρούς του Χριστιανισμού, τον Ιουλιανό και τον Ζώσιμο, οι οποίοι με παρόμοιους σεξουαλικούς υπαινιγμούς, επιδιώκουν να συκοφαντήσουν την Ελένη και να μειώσουν ηθικά την καταγωγή του Μ. Κων/νου; Όπως σημειώνει ο Κωνσταντίνος Σιαμάκης: «Ο φανατικός ειδωλολάτρης Ζώσιμος μετά δύο σχεδόν αιώνες θα γράψη συκοφαντικώτατα ότι η Ελένη ήταν γυνή ου σεμνή …»[22]. Διότι, όπως είδαμε, η Ελένη μπορεί μεν να χαρακτηριστεί ως ταπεινής καταγωγής, όμως υπάρχει μεγάλη απόσταση από το να κατηγορηθεί ως κοινή γυναίκα, όπως με ευκολία και ιδιαίτερη επιθετικότητα κάνουν οι δύο ειδωλολάτρες συγγραφείς. Ο Jan Willem Drijvers, θεωρεί πιθανόν ότι η αναφορά αυτή του Ιουλιανού σχετίζεται με το γεγονός ότι για τις γυναίκες του πανδοχείου υπήρχε πάντα το ενδεχόμενο να εμπλέκονται με ερωτικές υπηρεσίες[23]. Αξίζει όμως να παρατηρήσουμε και το εξής: Αν ο Ιουλιανός γνώριζε ότι η Ελένη στο πανδοχείο αμειβόταν για τις σεξουαλικές της υπηρεσίες και ήταν πράγματι «χαμαιτύπη» (πόρνη), για ποιον λόγο δεν το γράφει ευθέως αλλά μας λέει μόνο πως ήταν τόσο «φαύλη» όσο και οι πόρνες («χαμαιτύπων ουδέν διαφερούσης»); Τελικά, ήταν πόρνη ή όχι; Μήπως το σχόλιο του Ιουλιανού ήταν περισσότερο προσπάθεια κοινωνικού στιγματισμού λόγω της εργασίας της στο πανδοχείο, καθώς η λέξη «φαύλος» είχε και τη σημασία της ταπεινής καταγωγής[24]; Άλλωστε, κατά την ίδια περίοδο, τον 4ο αιώνα, η μαρτυρία (που προαναφέραμε) του ιστορικού Ευτρόπιου η οποία μιλά για έναν «πολύ ταπεινό γάμο» της Ελένης, διαψεύδει κάθε σχέση της με την πορνεία, διότι στο ρωμαϊκό δίκαιο «δεν υπήρχε … έγκυρος γάμος με μια πόρνη, ή με μια γυναίκα του είδους εκείνων των διασκεδάσεων οι οποίες … οδηγούσαν στην πορνεία»[25]. Σε κάθε περίπτωση, έχει ενδιαφέρον ότι ο Jan Willem Drijvers, σχολιάζοντας το αντίστοιχο υβριστικό εδάφιο του Ζώσιμου ενάντια στην Ελένη, σημειώνει: «Κατά την αξιολόγηση αυτών των παρατηρήσεων, πρέπει να έχουμε κατά νου ότι ο Ζώσιμος ήταν δηλωμένος οπαδός των παγανιστικών λατρειών και ένας σφοδρός αντίπαλος του Χριστιανισμού. Το έργο του χαρακτηρίζεται από μια άγρια εχθρότητα προς τον πρώτο χριστιανό αυτοκράτορα.»[26]. Είναι σαφές ότι αν κάτι τέτοιο ισχύει για τον Ζώσιμο, σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό ισχύει για τον ειδωλολάτρη αυτοκράτορα Ιουλιανό.
2. Περί πανδοχείων Αφού είδαμε τις μαρτυρίες που αφορούν την καταγωγή και το ποιόν της αγίας Ελένης, καλό είναι ν’ αναφερθούμε και σε ένα άλλο επιχείρημα που χρησιμοποιείται ενάντια στην ηθική της υπόσταση: είναι το γεγονός ότι εργαζόταν, ή ήταν κόρη ιδιοκτήτη πανδοχείου. Ευτυχώς, χάρη στο μνημειώδες έργο του Φαίδωνα Κουκουλέ, «Βυζαντινών Βίος και Πολιτισμός» (σε 9 τόμους) μπορούμε να αποκτήσουμε μια γενική άποψη για τη λειτουργία των πανδοχείων και τη θέση τους στην κοινωνική δομή. Οι πληροφορίες που θα μας φανούν χρήσιμες βρίσκονται στους εξής τόμους: 1) Κεφάλαιο: «Τα ξενοδοχεία», Κουκουλές Φαίδων, «Βυζαντινών Βίος και Πολιτισμός», τόμ. Β1, εκδ. Παπαζήση, Αθήνα 1948-1955, σελ. 128-140. 2) Κεφάλαιο: «Αι πάνδημοι γυναίκες», Κουκουλές Φαίδων, 'Βυζαντινών Βίος και Πολιτισμός', τόμ. Β2, εκδ. Παπαζήση, Αθήνα 1948-1955, σελ. 117-162. Η δική μας μελέτη στα δύο αυτά κεφάλαια οδήγησε στα εξής συμπεράσματα: Τα πανδοχεία και κατά συνέπεια οι υπάλληλοί του, βεβαίως και μπορούσαν να είναι κακόφημα. Ήταν δυνατόν, σε φτηνά πανδοχεία να βρει κάποιος κάθε είδους εξυπηρέτηση, ακόμα και ερωτική, και πελάτες μέθυσους ή βίαιους, μέλη του υποκόσμου. Πιο συχνά, σε πανδοχεία που αποτελούν σταθμούς σε μεγάλους οδικούς άξονες, μαρτυρούνταν αυξημένες οι απαιτήσεις κάποιων πελατών για ερωτικές εξυπηρετήσεις και κατά συνέπεια συναντάμε εκεί και πόρνες αλλά και τους προαγωγούς τους. Αυτά όμως δεν σημαίνουν ότι στην χρονική περίοδο που μας απασχολεί, τα πανδοχεία χαρακτηρίζονταν ισοπεδωτικά ως κάτι αντίστοιχο με τα πορνεία. Αντιθέτως, υπήρχαν καλής ποιότητας πανδοχεία τα οποία σε καμία περίπτωση δεν συσχετίζονταν με τον υπόκοσμο, και οι πελάτες τους ήταν άνθρωποι που ήθελαν απλά να ξεκουραστούν μετά από ένα μακρύ ταξίδι και να φροντίσουν τα άλογά τους. Πολλά από αυτά μάλιστα, ήταν ιδιαίτερα ακριβά, καθαρά και πολυτελή. Μάλιστα, για να κατανοήσουμε και την αντίθεση, ο Φαίδων Κουκουλές προσδιορίζει μέσα από αρκετές πηγές, ότι ένας χώρος που στη γλώσσα της εποχής έχει πάντα αρνητική φόρτιση, είναι το «καπηλείο». Για το πανδοχείο όμως δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο. Τι καλύτερη απόδειξη από ένα πέρασμα σε ομιλία του Ιωάννη του Χρυσοστόμου, ο οποίος λέει: «Ποία απολογία, όταν μηδέ ους ίσμεν μηδέ τούτους δεχώμεθα, αλλ' αποκλείωμεν πάσι τας θύρας; Έστω πανδοχείον υμών η οικία»[27]. Και αλλού, λέει ο μεγάλος Πατέρας της Εκκλησίας: «Έστω το του Χριστού πανδοχείον ημών η οικία» (Εις τις Πράξεις, PG 60,320). Καταλαβαίνουμε λοιπόν, πως κι αν ακόμα υπήρχαν κακόφημα πανδοχεία, δεν θα υπήρχε η παραμικρή πιθανότητα ο Χρυσόστομος να μιλήσει για «το του Χριστού πανδοχείον» εάν το πανδοχείο είχε πάντα έννοια αρνητική όπως για παράδειγμα το καπηλείο. Αξίζει μάλιστα να προσθέσουμε ότι, καθώς το καθήκον της φιλοξενίας ήταν ιδιαίτερα ανεπτυγμένο στους χριστιανούς, όταν υπήρχαν οι πόροι και δημιουργούσαν οικήματα κατάλληλα για υποδοχή των ξένων και των φτωχών, τα ονόμαζαν «ξενοδοχεία», «ξενώνες» ή «πανδοχεία»[28] και είναι ευνόητο πως για τέτοια ιδρύματα, δεν θα χρησιμοποιούσαν ονομασίες που θα παρέπεμπαν στον υπόκοσμο. Οι πηγές λοιπόν καταρρίπτουν κάθε προσπάθεια να χαρακτηριστεί η αγία Ελένη ως «άσεμνη» μόνο από το γεγονός ότι εργαζόταν σε πανδοχείο. Το γεγονός ότι υπήρχαν πανδοχεία που εξέδιδαν γυναίκες, δεν σημαίνει ότι αυτό ήταν κανόνας για όλα τα πανδοχεία. Επίσης, το γεγονός ότι η Ελένη ήταν ταπεινής καταγωγής δεν την συνδέει απαραίτητα με τον αγοραίο έρωτα. Όπως είδαμε, ο όρος «ταπεινής καταγωγής» δεν αφορούσε μόνο τις πόρνες, αλλά χαρακτήριζε ένα μεγάλο πλήθος φτωχολογιάς και εργατών.
3. Περί γάμου και παλλακείας Στο γνωστό λεξικό, «The Oxford Dictionary of Byzantium» (ή ‘ODB’), διαβάζουμε: Η Ελένη ήταν «πανδοχέας όταν συνάντησε τον Κωνστάντιο τον Χλωρό, του οποίου έγινε παλλακίδα (ή σύζυγος;)»[29]. Η παραπάνω διατύπωση, «παλλακίδα (ή σύζυγος;)» δεν είναι τυχαία, αλλά προκύπτει από τη δυσκολία να βγει ασφαλές συμπέρασμα από τις πηγές, για το αν η Ελένη συνδέθηκε με τον Κωνστάντιο ως παλλακίδα, ή ως σύζυγος. Βεβαίως, χρειάζεται να ξεκινήσουμε από μια απαραίτητη διευκρίνιση, διότι στο διαδίκτυο έχουμε «θαυμάσει» μαργαριτάρια αμάθειας! Η έννοια της ελεύθερης παλλακίδας (δεν έχουμε πληροφορία ότι η Ελένη ήταν δούλη) κατά την ρωμαϊκή ύστερη αρχαιότητα είχε ένα πολύ συγκεκριμένο περιεχόμενο στη νομοθεσία της εποχής, και σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να μπερδεύεται με το περιεχόμενο που είχε είτε στην αρχαία Ελλάδα, είτε στην σημερινή εποχή. Για παράδειγμα, η νεοελληνική ερμηνεία της «παλλακίδας», είναι εξόχως μειωτική για τη γυναίκα, και μας φέρνει στον νου λιγότερο τη συμβία, και περισσότερο τη «σπιτωμένη» φιλενάδα των περιστασιακών επαφών. Ίσως μάλιστα να υπονοείται και η ύπαρξη μιας συζύγου, και η «παλλακίδα» να παίζει αποκλειστικά τον ρόλο της ερωμένης σε μια παράλληλη εξωσυζυγική σχέση. Αυτή η ερμηνεία, ΟΥΔΕΜΙΑ απολύτως σχέση έχει με τη νομική θέση της ελεύθερης παλλακίδας στο ρωμαϊκό δίκαιο. Αντιθέτως, η ομοιότητά ανάμεσα στον γάμο και στην παλλακεία μιας ελεύθερης γυναίκας ήταν μεγάλη και γι’ αυτό προβληματική ως προς τον διαχωρισμό: «Ο ρωμαϊκός νόμος αντιμετώπιζε, πράγματι, κάποια δυσκολία στο να διακρίνει μια (ελεύθερη) παλλακίδα από μια σύζυγο (Treggiari 1981), αφού μια συμφωνία συμβιώσεως, κατά την οποία η γυναίκα παρέμενε πιστή στον άνδρα και ο άνδρας επιθυμούσε να αναγνωρίσει τα παιδιά της, ήταν ακριβώς ό,τι συνιστούσε ένα γάμο.»[30]. Πράγματι, «η μετά παλλακής συμβίωσις μικρόν διέφερε του γάμου»[31], καθώς, «νομικά τονιζόταν πως μια παλλακίδα δεν ήταν πόρνη: αν και ήταν ανύπαντρη, της αναγνωριζόταν ότι ανήκει σε ένα συγκεκριμένο άνδρα»[32]. Επίσης, «το ρωμαϊκό δίκαιο δεν αποδεχόταν ότι μπορεί να έχει ένας άνδρας ταυτόχρονα μια παλλακίδα και μια σύζυγο»[33]. Ας σταματήσουν λοιπόν οι πολέμιοι του χριστιανισμού την ατυχή συσχέτιση της εταίρας, της πόρνης ή της ερωμένης, με την παλλακίδα της ρωμαϊκής ύστερης αρχαιότητας, διότι το μόνο που καταφέρνουν είναι να επιβεβαιώνουν την αμάθειά τους. Άλλωστε, αν ο Μ. Κων/νος γεννήθηκε το 273/4[34] και ο πατέρας του Κωνστάντιος χώρισε την Ελένη και παντρεύτηκε την Θεοδώρα το 289[35], αυτό σημαίνει ότι έζησε τουλάχιστον δεκαέξι χρόνια με την Ελένη, η οποία τον ακολούθησε στη σκληρή και επικίνδυνη ζωή του στρατιωτικού. Άρα, τα υπονοούμενα περί μιας περιστασιακής σχέσης εραστή και ερωμένης καταρρίπτονται, καθώς, «η Ελένη και ο Κωνστάντιος φαίνεται να είχαν μια διαρκή και σταθερή σχέση»[36]. Σε γενικές γραμμές λοιπόν, η διαφορά γάμου και παλλακείας βρισκόταν στα δικαιώματα που απέρρεαν από τη σχέση του ανδρογύνου, και τα δικαιώματα αυτά σχετίζονταν άμεσα με την κοινωνική θέση της γυναίκας. Μία γυναίκα ελεύθερη, κάποιας καλής κοινωνικής θέσης και με προίκα, -αν και θεωρητικά θα μπορούσε- ήταν σπάνιο φαινόμενο να δεχτεί (ή να την αφήσει και ο πατέρας της να δεχτεί) να μπει σε μια διαδικασία ανασφάλειας για εκείνη και τα παιδιά της και να αποδεχτεί την παλλακεία. Αντιθέτως, μια γυναίκα χαμηλής κοινωνικής θέσης, μπορούσε να γλυτώσει από την φτώχεια και την αφάνεια δίπλα σε έναν άνδρα ανώτερης τάξης, με αντίτιμο μια σχετική ανασφάλεια: αν ο άνδρας αποφάσιζε να την αφήσει για να παντρευτεί, αυτομάτως η πρώην παλλακίδα και τα παιδιά της θα έρχονταν σε δεύτερη μοίρα σε σχέση με τα δικαιώματα της συζύγου, εκτός βέβαια και αν ο άνδρας είχε φροντίσει να αναγνωρίσει τα παιδιά. Όπως αναφέρει ο Παύλος Καλλιγάς, «καθιέρωσεν ο Αύγουστος και αυτήν την σχέσιν της παλλακής (Concubinatus), διαστέλλων αυτήν της συζύγου, ως μη μετέχουσαν των τιμών του ανδρός»[37]. Σε κάθε περίπτωση πάντως, η παλλακεία οριζόταν ως μια μονογαμική, διαρκής συμβίωση, η οποία συνήθως συνέβαινε στις περιπτώσεις όπου «η χαμηλή κοινωνική θέση της γυναίκας καθιστούσε απίθανο να τεθεί θέμα γάμου»[38].
4. Ο γάμος της αγίας Ελένης με τον Κωνστάντιο Χλωρό Έχοντας κάποιος υπόψη του όσα ειπώθηκαν για την χαμηλή κοινωνική θέση της Ελένης και την ανώτερη κοινωνική θέση του στρατιωτικού αξιωματούχου Κωνσταντίου, θα έλεγε με βεβαιότητα ότι η σχέση τους ήταν σχέση παλλακείας. Αυτό γράφει και ο Ράνσιμαν, θεωρώντας την Ελένη, ως «παλλακίδα του Κωνσταντίου»[39]. Κι όμως, τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Ο Jan Willem Drijvers, μετά από αναλυτική μελέτη επάνω στο ζήτημα, σημειώνει τα εξής: Οι αναφορές που εννοούν ξεκάθαρα ότι η Ελένη και ο Κωνστάντιος είχαν νόμιμο γάμο είναι δύο. Οι αναφορές που προσδιορίζουν την Ελένη ως παλλακίδα, είναι πέντε. Οι αναφορές που προσδιορίζουν την Ελένη ως ‘Uxor’ ή ‘γυνή’ τα οποία συνήθως προσδιορίζουν την παντρεμένη γυναίκα, είναι οκτώ. Όμως, κάποιες πηγές, αναφέρουν ταυτόχρονα την Ελένη και ως ‘Uxor’ και ως παλλακίδα, πράγμα που αποδυναμώνει το εύρημα[40]. Από τα παραπάνω γίνεται κατανοητός ο λόγος για τον οποίο η βιβλιογραφία εμφανίζεται διχασμένη επάνω στο ζήτημα αυτό. Πάντως, ο Jan Willem Drijvers, θεωρεί αδύνατο ένας αξιωματούχος να έκανε γαμικό συμβόλαιο με μία «stabularia», και εκεί στηρίζει κυρίως τη θέση του ότι η Ελένη βρισκόταν σε σχέση παλλακείας με τον Κωνστάντιο. Από την άλλη, η βιβλιογραφία συχνά αναφέρεται σε γάμο: - «Ο Κωνστάντιος … είχε νυμφευθή κόρην τινά, Ελένην καλουμένην»[41]. - «Ο Κωνστάντιος … είχε υποχρεωθή … να διαζευχθή τη σύζυγο του Ελένη»[42]. - «Ελένη ... Μητέρα του Κωνσταντίνου A΄ … έγινε σύζυγος του … Κωνσταντίου»[43]. - «Ο Κωνσταντίνος ... ήταν γιος του … Κωνσταντίου ... και της συζύγου του Ελένης»[44]. - «Ο Κωνστάντιος … παντρεύτηκε κανονικά … την Ελένη»[45]. Πάντως, η αρχαιότερη πηγή που γνωρίζουμε από πρώτο χέρι, είναι ο Ευτρόπιος και όπως είδαμε αναφέρεται σε γάμο («matrimonio»). Μάλιστα, ο παλαιότερος λόγιος Henry Fynes Clinton, σημειώνει με βεβαιότητα ότι: «Η Ελένη δεν ήταν παλλακίδα, αλλά σύζυγος του Κωνσταντίου […] Το διαζύγιο της Ελένης, αποδεικνύει τον γάμο της»[46]. Και ως επιπλέον απόδειξη για τον νόμιμο γάμο, επικαλείται τον Ευσέβιο που γράφει: «Βασιλεύς Κωνστάντιος ... παίδα γνήσιον Κωνσταντίνον αυτοκράτορα και Σεβαστόν ανθ’ εαυτού καταλιπών» (‘’Εκκλ. Ιστ.’’ 8,13), το οποίο σημαίνει: «Ο βασιλεύς Κωνστάντιος ... άφησεν ως αυτοκράτορα και αύγουστον αντί εαυτού τον γνήσιον υιόν του Κωνσταντίνον»[47].
5. Επίλογος Ανακεφαλαιώνοντας, θα λέγαμε ότι: α) Η μομφή περί ανηθικότητας (σεξουαλικής ή άλλης) από τον Ζώσιμο και τον Ιουλιανό, αποτελεί πιθανότατα αντιχριστιανικό λίβελλο ο οποίος δεν επιβεβαιώνεται από άλλες πηγές. Η ταπεινή καταγωγή της αγίας Ελένης και η εργασία της σε πανδοχείο, είναι τα μόνα στοιχεία που έχουμε για την προηγούμενη ζωή της, τα οποία σε καμία περίπτωση δεν την συνδέουν υποχρεωτικά με την ερωτική ελευθεριότητα. Εκτός αυτού, ο Αμβρόσιος που με ειλικρίνεια επιβεβαιώνει την χαμηλή κοινωνική θέση της Ελένης, γιατί να μην είναι εξίσου ειλικρινής όταν αναφέρεται στον καλό χαρακτήρα της; Επιπροσθέτως, αν ο Κωνστάντιος και η Ελένη είχαν συνάψει γαμικό συμβόλαιο, αυτό αποκλείει την περίπτωση η Ελένη να σχετιζόταν με την πορνεία, διότι δεν προβλεπόταν γάμος με πόρνη[48]. β) Η βεβαιότητα του Ζώσιμου ότι η σχέση της Ελένης και του Κωνσταντίου ήταν εκτός νόμου, από πουθενά δεν επαληθεύεται. Επιπλέον, είτε επρόκειτο για παλλακεία, είτε για κανονικό γάμο, ήταν και οι δύο εξίσου αποδεκτές από τον νόμο, μακροχρόνιες, μονογαμικές σχέσεις. Ουδεμία βεβαιότητα υπάρχει επίσης για το αν ο Μ. Κων/νος θεωρούνταν μη αναγνωρισμένο παιδί από παλλακεία. Ξέρουμε ότι, «ο Κωνστάντιος … αναγκάστηκε να χωρίσει την Ελένη … για να νυμφευτεί τη Θεοδώρα»[49] και μάλιστα, «ο Κωνστάντιος … είχε υποχρεωθή από το Διοκλητιανό να διαζευχθή τη σύζυγο του Ελένη»[50]. Άρα, σε μια τόσο μακροχρόνια και δυνατή σχέση, φαίνεται δύσκολο να δεχτούμε ότι ο Κωνστάντιος επί -τουλάχιστον- 16 χρόνια δεν είχε αναγνωρίσει τον Κωνσταντίνο. Εκτός αυτού όμως, βάσει των πηγών, ήταν πολύ πιθανόν να επρόκειτο για κανονικό γάμο, ενώ και ο Ευσέβιος μιλάει για «παίδα γνήσιον» χωρίς αυτό να μπορεί να αντικρουστεί με επαρκή βεβαιότητα. Σημειώσεις [1] Βλ. Kazhdan P. Alexander (Ed.), «Oxford Dictionary of Byzantium» (ODB), vol.2, New York - Oxford 1991, σελ. 909α. Επίσης: λήμμα «Ελένη, η (Εκκλ.)», στην εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα, τ. 22 [CD-ROM]. [2] Βλ. «Ελένη η αγία», «Εγκυκλοπαιδικό Προσωπογραφικό Λεξικό Βυζαντινής Ιστορίας και Πολιτισμού» (επιμ. Σαββίδης Αλέξης), τόμ. 6, εκδ. Ιωλκός-Μέτρον, Αθήνα 2006, σελ. 264. Βλ. επίσης: Jan Willem Drijvers, «Helena Augusta. The mother of Constantine the Great and the legend of her finding of the true cross», Brill, 1992, σελ. 9. [3] Βλ. λήμμα «Ζώσιμος», στην εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα, τ. 26 [CD-ROM]. [4] Πρωτότυπο και μετάφραση στο: Ζώσιμος, «Νέα ιστορία (306-410 μ.Χ.)» (μτφρ. Αβραμίδης Ιω.-Καλαϊτζάκης Θεοφ.), εκδ. Θύραθεν, Θεσσαλονίκη 2007, σελ. 48.49. [5] Το ίδιο ισχύει π.χ. και για τον μεταγενέστερο θρύλο ότι δήθεν η αγία Ελένη ήταν κόρη ενός Βρετανού βασιλιά. Αφορμές για τον θρύλο αυτό αποτέλεσαν η έλλειψη πληροφοριών για την ζωή της Ελένης πριν τον γάμο της με τον Κωνστάντιο, καθώς και αναφορές κειμένων της εποχής σε εκστρατείες του Κωνσταντίου στη Βρετανία (βλ. Antonina Harbus, «Helena of Britain in medieval legend», DS Brewer, 2002, σελ. 15-16). [6] λήμμα «Ζώσιμος», στο: Kroh Paul, «Λεξικό αρχαίων συγγραφέων Ελλήνων και Λατίνων», University Studio Press, Θεσσαλονίκη 1996, σελ. 202. [7] Καραγιαννόπουλος Ιωάννης, «Πηγαί της Βυζαντινής Ιστορίας», 5η έκδ., Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1987, σελ. 134. [8] «Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια» (ΘΗΕ), τόμ. 8, εκδ. Μαρτίνος Αθ., Αθήνα 1966, στ. 16. [9] Στο πρωτότυπο: «Helena came from the lower social strata of the Roman Empire» (Jan Willem Drijvers, «Helena Augusta. The mother of Constantine the Great and the legend of her finding of the true cross», Brill, 1992, σελ. 15). [10] λήμμα «Eutropius», στο: Kroh Paul, «Λεξικό αρχαίων συγγραφέων … », ό.π., σελ. 563. [11] Η μαρτυρία στο λατινικό πρωτότυπο: «ex obscuriore matrimonio» (βλ. Jan Willem Drijvers, «Helena Augusta … », ό.π., σελ. 15). Η μετάφραση του W. C. Firebaugh στα αγγλικά είναι: «… Constantine the Great was born of a very obscure marriage» (W. C. Firebaugh, «Inns of Greece and Rome», Ayer Publishing, 1972, σελ. 267). [12] Jan Willem Drijvers, «Helena Augusta … », ό.π., σελ. 15. [13] Στο πρωτότυπο: «For this reason Ambrose adds the adjective bona three out of the four times … doubtless Helena was a woman of dubious descent but nonetheless she had a good and unblemished character.». (Jan Willem Drijvers, «Helena Augusta … », ό.π., σελ. 16). [14] Καραγιαννόπουλος Ιωάννης, «Πηγαί …», ό.π., σελ. 103. [15] Jan Willem Drijvers, «Helena Augusta … », ό.π., σελ. 16. [16] Βλ. λήμμα «uilis», στο: Glare P.G.W., «Oxford Latin dictionary», Oxford - Clarendon Press, 1968, σελ. 2062γ-2063α. [17]Στο πρωτότυπο: «Helena was of humble origin [και παρατίθεται η πηγή:]… Constantinus natus Helena matre vilissima» (Clinton Η. F., «Fasti Romani. The civil and literary chronology of Rome and Constantinople», τόμ. 2, Oxford 1845-1850, σελ. 80). Βλ. και Jan Willem Drijvers, «Helena Augusta … », ό.π., σελ. 16: «This is another indication of Helena's low social origins». [18] Βλ. Salles Catherine, «Η Άλλη όψη της Αρχαιότητας - ο Υπόκοσμος» (μτφρ. Κώστας Τσιταράκης), 2η έκδ., Παπαδήμας, Αθήνα 1998, σελ. 271-273. [19] Βλ. λήμμα «Φιλοστόργιος», ΘΗΕ, τόμ. 11 (1967), στ. 1156. [20] Spicilegium romanum, τόμ. 4, Collegii Urbani, 1840, σελ. 371-372 (Μαρτύριο Αρτεμίου, 41). [21] Στο πρωτότυπο: «Hist. Eccl. II 16; according to Bidez … who reconstructed the Church History of Philostorgius, this remark is derived from an oration by the Emperor Julian.». (Jan Willem Drijvers, «Helena Augusta … », ό.π., σελ. 16, σημ. #40). [22] Σιαμάκης Κωνσταντίνος, «Εξωχριστιανικές Μαρτυρίες για το Χριστό και τους Χριστιανούς», β' έκδ., Άθως, Αθήνα 2000, σελ. 95. [23] Jan Willem Drijvers, «Helena Augusta … », ό.π., σελ. 16. Βλ. και σελ. 15. [24] «Φαύλος» (ερμην. #6), στο Δημητράκος Δημήτριος, «Μέγα Λεξικόν όλης της Ελληνικής Γλώσσης», τόμ. 15, εκδ. Δομή, Αθήναι 1964, σελ. 7584αβ. [25] Clark Gillian, «Οι γυναίκες στην όψιμη αρχαιότητα», Παπαδήμας, Αθήνα 1997, σελ. 61-62. [26] Στο πρωτότυπο: «In evaluating these comments, we should bear in mind that Zosimus was still a convinced adherent of the pagan cults and a strong opponent of Christianity. His work is characterized by a fierce hostility towards the first Christian emperor.». (Jan Willem Drijvers, «Helena Augusta … », ό.π., σελ. 16). [27] Το παράθεμα από το: Κουκουλές Φαίδων, «Βυζαντινών Βίος και Πολιτισμός», τόμ. Β1, εκδ. Παπαζήση, Αθήνα 1948-1955, σελ. 129. [28] Κουκουλές Φαίδων, «Βυζαντινών Βίος …», ό.π., σελ. 130. [29] Στο πρωτότυπο: «Helena augusta … was an innkeeper when she met Constantius Chlorus whose concubine (or wife?) she became» (Kazhdan P. Alexander (Ed.), ODB, ό.π., σελ. 909α). [30] Clark Gillian, «Οι γυναίκες…», ό.π., σελ. 65. [31] Καλλιγάς Παύλος, «Σύστημα Ρωμαϊκού Δικαίου», τόμ. 4, 3η έκδ., εν Αθήναις 1881, σελ. 237. [32] Clark Gillian, «Οι γυναίκες…», ό.π., σελ. 64. [33] Clark Gillian, «Οι γυναίκες…», ό.π., σελ. 65. [34] λήμμα «Constantine I the Great», ODB, vol.1, σελ. 498β. [35] λήμμα «Constantius Chlorus», ODB, vol.1, σελ. 525α. [36] Jan Willem Drijvers, «Helena Augusta … », ό.π., σελ. 18-19: «Helena and Constantius seem to have had an enduring and stable relationship.». [37] Καλλιγάς Παύλος, «Σύστημα Ρωμαϊκού Δικαίου», τόμ. 4, 3η έκδ., εν Αθήναις 1881, σελ. 11. [38] Clark Gillian, «Οι γυναίκες…», ό.π., σελ. 65. [39] Runciman Steven, «Βυζαντινός Πολιτισμός», Γαλαξίας, Αθήνα 1969, σελ. 30. [40] Στο πρωτότυπο: «What can be said about the nature of their relationship? Was it a legal marriage or should it rather be considered a form of cohabitation without an official marriage contract? The sources use various expressions to outline Helena's position with regard to Constantius: she was his ‘coniunx’, ‘uxor’, ‘γυνή’ or ‘concubina’. ‘Coniunx’, which literally means spouse and so indicates a legal marriage, occurs only twice. ‘Uxor’ I ‘γυνή’ is mentioned eight times, whereas ‘concubina’ is found five times. In his Chronicle, Jerome uses the expression uxor as well as concubina, as do Prosper Tiro and the author of the Chronica Gallica. This indicates that uxor, which usually means a wedded wife, can in this case not be interpreted as such. In these sources the expression uxor has the same meaning as concubina, a woman who has a relationship with a man and lives with him under the same roof without being formally wedded» (Jan Willem Drijvers, «Helena Augusta … », ό.π., σελ. 17). [41] Βουτυράς Σταύρος, «Λεξικόν Ιστορίας και Γεωγραφίας πάντων των εθνών από των αρχαιοτάτων χρόνων», τόμ. 6, εν Κωνσταντινουπόλει 1888, σελ. 444β. [42] Rice Tamara Talbot, «Ο δημόσιος και ιδιωτικός βίος των βυζαντινών», 8η έκδ., Παπαδήμας, Αθήνα 2004, σελ. 17. [43] ΕΠΛΒΙΠ, ό.π., σελ. 263. [44] Συλλογικός τόμος «Ελλάς», «Η Ιστορία και ο Πολιτισμός του Ελληνικού Έθνους από τις απαρχές μέχρι σήμερα», τόμ. Α', εκδ. Οργανισμός Πάπυρος, Αθήνα 1997, σελ. 426α. [45] Σιαμάκης Κωνσταντίνος, «Εξωχριστιανικές Μαρτυρίες…», ό.π., σελ. 95. [46] Στο πρωτότυπο: «Helena was not the concubine but the wife of Constantius […] the divorce of Helena proves her marriage» (Clinton Η. F., «Fasti Romani … », τόμ. 2, ό.π., σελ. 80). [47] Πρωτότυπο και μετάφραση από το: Ευσέβιος επίσκοπος Καισάρειας, Άπαντα #3 (σειρά Ε.Π.Ε.), «Εκκλησιαστική Ιστορία» (βιβλία Ζ΄-Ι΄), Πατερικαί εκδ. «Γρηγόριος ο Παλαμάς’, Θεσσαλονίκη 1978, σελ. 158.159. [48] Clark Gillian, «Οι γυναίκες…», ό.π., σελ. 61-62. [49] ΕΠΛΒΙΠ, τόμ. 6, ό.π., σελ. 263. [50] Rice Tamara Talbot, «Ο δημόσιος και ιδιωτικός …», ό.π., σελ. 17. |
Δημιουργία αρχείου: 20-7-2011.
Τελευταία ενημέρωση: 20-7-2011.