Νεοπαγανιστικές απάτες Απάντηση στις ψευδείς συκοφαντίες του Νεοπαγανισμού Ρώμη

 

Νεοπαγανιστικές κατηγορίες κατά της Ρωμανίας

Του Γιάννη Τ.

 

Πηγή: Ιστοσελίδα Αρχαιοπληξία

http://www.arhaioplixia.org/arhaioplixia14.html#67m

Για να καταγράψει κανείς τα απίστευτα ψέματα που έχουν ειπωθεί κατά της Ρωμανίας χρειάζονται εκατοντάδες τόμοι.

-Έχουν πει ότι την εποχή της Άλωσης οι Βυζαντινοί φιλονικούσαν για το φύλο των αγγέλων. Απίστευτη ανακρίβεια που πρωτοειπώθηκε από τον Σκαρίμπα, που βέβαια ήταν λογοτέχνης κι όχι ιστορικός ο άνθρωπος˙ αλλά επαναλαμβάνεται ειρωνικά από τον καθένα, χωρίς φυσικά καμιά απόδειξη.

Αποδίδουν οι «Έλληνες Εθνικοί» τέσσερεις ειδεχθείς «πρωτιές» βαρβαρότητας στο Βυζάντιο (Βλάση Ρασσιά, Υπέρ Της Των Ελλήνων Νόσου, β' έκδοση, εκδ. Ανοιχτή πόλη, σ. 46):

-«πρώτη στην ιστορία θανάτωση αλλοθρήσκων στην πυρά (το 370, επί Βάλεντος, έκαψαν ζωντανό τον φιλόσοφο Σιμωνίδη)». Δεν έχουν ακούσει οι «Έλληνες Εθνικοί» για κάποιον Ρωμαίο εθνικό Τάκιτο, που αφού βρίζει τους Χριστιανούς (Annales, XV, 44), προσθέτει ότι οι Χριστιανοί καίγονταν ως... φωτιστικές λαμπάδες στους ανακτορικούς κήπους του Νέρωνα;

-«τα πρώτα στην ιστορία στρατόπεδα συγκεντρώσεως (στη Σκυθόπολη, επί Βάλεντος, Θεοδοσίου και Αρκαδίου)». Το γνωστό ψέμα, για το πώς να μετονομάσετε τις «δίκες» σε «στρατόπεδο συγκέντρωσης».

-«πρώτη δημόσια καύση βιβλίων (το έτος 370, επί Βάλεντος, στην Αντιόχεια).» Η πρώτη δημόσια καύση βιβλίων έγινε 800 χρόνια πριν, στην Αθήνα του 5ου αιώνα. Τότε, όπως έχουμε γράψει, κάηκαν τα βιβλία του Έλληνα φιλοσόφου Πρωταγόρα από τα πολυθεϊστικά φιλοσοφοφάγα κτήνη, των οποίων την θρησκευτική παράδοση θέλουν να αναβιώσουν οι Νεοπαγανιστές. Επί βασιλείας Δομιτιανού «τα βιβλία του Σενεκίωνα και του Ρούστικου [σημ: στωικών φιλόσοφων] διατάχτηκε να καούν στην αγορά. Φαινόταν, ότι με τις φλόγες αυτές αφανιζόταν η φωνή του λαού, η ελευθερία της Συγκλήτου, η συνείδηση της ανθρωπότητας˙ ειδικά αφού οι διδάσκαλοι της φιλοσοφίας εξορίστηκαν» (Τάκιτου, Αγρικόλας, 2). Άλλες δημόσιες καύσεις βιβλίων μετά από αυτό του Πρωταγόρα, επί Αυγούστου και επί Διοκλητιανού, που άρπαζε και έκαιγε τις Γραφές.

-«πρώτο στην ιστορία μάθημα ανατομίας πάνω σε ζωντανό κρατούμενο ως ποινή (όπως διασώζει ο Θεοφάνης επί Βασιλείου Β’)». Η χρονογραφία του Θεοφάνη καλύπτει τα έτη από Διοκλητιανό (284) ώς Μιχαήλ Β’ (813), ενώ η λεγόμενη «Συνέχεια του Θεοφάνη» καλύπτει τα έτη από 813 ώς 961 (Εγκυκλοπαίδεια Ελευθερουδάκη, λήμμα Θεοφάνης). Η βασιλεία του Βασίλειου Β’ Δεν υπάρχει στο Θεοφάνη. Αντιγράφοντας άκριτα και δίχως έρευνα ό,τι διαβάσουν οι «Έλληνες Εθνικοί» απλώς επαναλαμβάνουν τις ανακρίβειες άλλων, πράγμα που τους αδικεί κατάφορα. Όσο για το  πρώτο μάθημα ανατομίας πάνω σε ζωντανό κρατούμενο, αυτό έγινε μια χιλιετία νωρίτερα: ο Celsus βεβαιώνει ότι οι Πτολεμαίοι ευχαρίστως παραχωρούσαν στους ιατρούς τούς κοινούς εγκληματίες, για να επιχειρούν τομές στο ζωντανό τους σώμα (Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτικής Αθηνών Α.Ε., τ. Ε’, σ. 341).

Φυσικά, ούτε η «Ιερά Εξέταση» δεν πρωτοεμφανίστηκε στη Ρωμανία. Αυτή έγινε πράξη και θεωρητικοποιήθηκε τον 5ο π.Χ. και τον 4ο π.Χ. αιώνα αντίστοιχα, με τις δίκες αθεΐας των φιλοσόφων και τις ιδανικές Πολιτείες του Πλάτωνα.

Όσοι νεοέλληνες κατακρίνουν το Βυζάντιο ως παρακμιακό, απλώς παπαγαλίζουν άκριτα την προκατάληψη του Γίββωνα, του Βολταίρου και του Μοντεσκιέ, οι οποίοι άλλωστε στην εποχή τους δεν είχαν αρκετά βυζαντινά κείμενα στη διάθεσή τους, ώστε να μελετήσουν αντικειμενικά την Αυτοκρατορία, διότι δεν είχε ακόμη αναπτυχθεί η βυζαντινολογία επαρκώς.  Λίγο τον ένοιαζε τον άγγλο Γίββωνα, αν σώθηκε το ελληνικό γένος από τις βαρβαρικές επιδρομές του μεσαίωνα, χάρη στην Αυτοκρατορία, η οποία απέτρεψε τον εκγερμανισμό ή τον εξαραβισμό του ελλαδικού χώρου. Κι άλλο τόσο τον έμελλε τον Μοντεσκιέ. Δεκάρα δεν έδινε ο ουμανιστής Βολταίρος που έβριζε το Βυζάντιο και επαινούσε την «ανεκτική Οθωμανική αυτοκρατορία», αν στον καιρό του εξακολουθούσε να μιλιέται η ελληνική γλώσσα στα Βαλκάνια. Αυτό όμως έγινε χάρη στην Ρωμαίικη Αυτοκρατορία. Όλοι αυτοί, δεκάρα δεν έδιναν για τους πραγματικούς Έλληνες, τους παππούδες μας˙ τους ενδιέφερε μόνο η κλασσική εποχή. Δεν μπορεί, άνθρωποι ουσιαστικώς ημιμαθείς, διότι δεν είχαν μελετήσει ακόμη όλες τις ρωμαίικες πηγές τον 17ο αιώνα, άνθρωποι που αντικειμενικά δεν έδιναν δεκάρα για την ύπαρξη του νεοελληνικού έθνους, άνθρωποι που προέρχονταν από έθνη τα οποία επί δέκα αιώνες δέχονταν την παπική προπαγάνδα περί «αιρετικών σιχαμερών Γραικών», αυτοί οι άνθρωποι να αποτελούν για τους Νεοέλληνες «ουμανιστές» μας την πηγή των αντιλήψεών τους για την ένδοξη Ρωμανία.

Ένα τρομερό ενοχοποιητικό στοιχείο – σύμφωνα με τους αρχαιολάτρες – κατά του «Βυζαντίου» είναι πως ό,τι απέμεινε από αυτό έχει να κάνει κατά κύριο λόγο με τη θρησκεία. Έτσι, πολλοί νομίζουν πως το Βυζάντιο ήταν θεοκρατικό και παπαδοκρατούμενο επειδή το μόνο πράγμα σήμερα φαίνεται να έχει καταγωγή Βυζαντινή είναι η Εκκλησία. Αυτό όμως είναι λάθος. Η αλήθεια είναι ότι το μόνο πράγμα που επιβίωσε από το «επίσημο» Βυζάντιο ήταν η Εκκλησία˙ όλα τα άλλα καταστράφηκαν από τους Τούρκους. Όταν χάθηκε το κράτος,  καταστράφηκαν τα παλάτια, καταστράφηκαν τα δημόσια και ιδιωτικά κτίρια˙ καταστράφηκε όλη η διοικητική δομή του Βυζαντίου και το ανθρώπινο δυναμικό της είτε εξοντώθηκε είτε εξισλαμίστηκε και εκτουρκίστηκε. Μόνο η Εκκλησία κατόρθωσε να διατηρήσει τη συνέχεια (ίσως και οι θεσμοί τοπικής αυτοδιοίκησης, αλλά αυτοί δεν είναι το «επίσημο» Βυζάντιο της Κωνσταντινούπολης), και τα μόνα «βυζαντινά» πράγματα που βλέπουμε σήμερα είναι οι εκκλησίες και τα άμφια και οι εικόνες. Αυτό κάνει τους ανθρώπους – φίλους και εχθρούς – λανθασμένα να ταυτίζουν το Βυζάντιο με την Εκκλησία. Το Βυζάντιο όμως ήταν ένα κοσμικό κράτος με ρωμαϊκή πολιτική παράδοση 500 ετών και ελληνική πολιτιστική παράδοση 1500 ετών, όταν δέχθηκε το Χριστιανισμό. Ήταν ατυχία για το Βυζάντιο πως ό,τι απέμεινε από αυτό ήταν θρησκευτικό. Δεν απέμεινε κανένα παλάτι, αν και το Ιερόν Παλάτιο ήταν τεράστιο και γεμάτο πλούτο. Δεν απέμεινε κανένα δημόσιο κτίριο μια και όλα γκρεμίστηκαν ή έπεσαν από μόνα τους, αφού με την Άλωση δεν υπήρχε κανείς να τα συντηρήσει. Δεν απέμεινε κανένα βυζαντινό σπίτι στην Κωνσταντινούπολη, ώστε να ξέρουμε ακριβώς πώς ήταν η αστική αρχιτεκτονική. Έμειναν μόνο οι εκκλησίες που φυσικά δίνουν πολλές πληροφορίες. Γενικά, χάθηκε το επίσημο, δημόσιο, κοσμικό Βυζάντιο, λόγω της τουρκικής κατάκτησης, και επειδή έμεινε μόνο η Εκκλησία, πολλοί δέχονται ως αληθείς τους γελοίους ισχυρισμούς ότι ο κόσμος τότε δε διασκέδαζε, δεν τραγουδούσε και μόνο προσευχόταν και συνωμοτούσε. Αφού κατηγορούνε τους βυζαντινούς πως δεν έκαναν τίποτε άλλο από το να προσεύχονται και να συνωμοτούν, γιατί δε ενδιαφέρονται για τη γνώμη των Ρωμηών λογίων της Ρωμανίας του ενδέκατου αιώνα, που κατηγορούσαν το λαό ότι «τον βίον άπαντα εορτή άγουσι μίαν»; 

Πόσοι γνωρίζουν πως «Το βυζάντιο είχε το Βοκκάκιό του με τη μορφή του Συντίπα (V. Jernstedt, Michaelis Andreopoli liber Syntipae, Πετρούπολη 1912), μιας ανθολογίας από ερωτικές ιστορίες που μερικές φορές είναι πολύ πιπεράτες και δεν υστερούν καθόλου σε τολμηρότητα από το Δεκαήμερο, το αντίθετο μάλιστα, γιατί οι γαργαλιστικές σκηνές περιγράφονται αμεσότερα και χωρίς υπονοούμενα» (Hans-Georg Beck, Η βυζαντινή Χιλιετία, εκδ. Μορφωτικού ιδρύματος Εθνικής Τραπέζης, σ. 198); «Είναι συνηθισμένο να θεωρούμε τον «Βυζαντινό» έναν άνθρωπο φανατικά προσηλωμένο σε δογματικές λεπτολογίες και σχολαστικότητες. Μια στατιστική για το εύρος της ενασχόλησης με τη θεολογία δείχνει πως, με χονδρικούς υπολογισμούς, η αναλογία των συγγραφέων που ασχολήθηκαν με τη θεολογία στο σύνολο των βυζαντινών λογίων δεν πρέπει να ξεπερνάει τα 2/5 περίπου» (Hans-Georg Beck, Η βυζαντινή Χιλιετία, εκδ. Μορφωτικού ιδρύματος Εθνικής Τραπέζης, σ. 237). Ο μέσος Βυζαντινός ήταν πολύ πιο «εγκόσμιος» απ’ όσο νομίζουμε.

Πόσοι γνωρίζουν πως εκτός της εκκλησιαστικής βυζαντινής ελληνικής μουσικής, στο Βυζάντιο υπήρχε «κλασσική» κοσμική, λόγια μουσική, που σώζεται αυτούσια σε χειρόγραφα; Κανείς «λάτρης του πολιτισμού» δεν ευδόκησε στο αρχαιόπληκτο κράτος μας να ασχοληθεί μαζί της και μόνο μετά από 170 χρόνια χάρη στον Χ. Χάλαρη και τον Π. Ταμπούρη βγήκαν στην επιφάνεια τα θαυμάσια μουσικά έργα των προγόνων μας.   

Τελικά, ο όρος «παρακμή» για το Βυζάντιο είναι αδύνατο να αντικρουστεί διότι τον χαρακτηρίζει τέτοια αυθαιρεσία που δεν μπορεί να την καταπολεμήσει κανείς με λογικά επιχειρήματα. Πρόκειται για τέτοιας έκτασης παραλογισμό να αποκαλούμε «περίοδο παρακμής» μια ολόκληρη χιλιετία, που στο τέλος η επιστήμη σηκώνει τα χέρια ψηλά και η «ταμπέλα» μένει. Φυσικά και υπήρξαν συγκεκριμένες περίοδοι πολιτικής (13ος –15ος αι.) και πολιτισμικής (7ος –8ος αι.) παρακμής. Αλλά κανείς από τους αρχαιολάτρες δεν σκέφτεται τουλάχιστον, με τι ρυθμό πρέπει να παρακμάζει μια κοινωνία 11 αιώνων, ώστε να μην καταρρεύσει αυτοστιγμεί.

Κατηγορούν, όπως είδαμε, τον Μεγαλέξανδρο οι Νεοπαγανιστές ότι εισήγαγε τη θεοποίηση του ηγεμόνα στον ελληνικό κόσμο. Και δε βγάζουν μιλιά για τον αγώνα των Χριστιανών απολογητών κατά της ιδέας του «θεϊκού ηγεμόνα». Δεν αναφέρουν το γεγονός ότι οι Χριστιανοί ήταν οι μόνοι που με συνέπεια (μέχρι και σε μαρτύριο υποβλήθηκαν γι' αυτό) αρνήθηκαν να δεχτούν ότι ένας αυτοκράτορας είναι.. θεός. Αντίθετα, με όλους τους Εθνικούς της εποχής εκείνης. Ο Παγανισμός τους (πλατωνικός ή ασιατικός), η Φιλοσοφία (όλες) κατάφεραν ή απέτυχαν να απαγορεύσουν στον ηγεμόνα να αποκαλείται «θεός» και να ζητά τιμές θεού;  Φυσικά και απέτυχαν, αλλά οι Νεοπαγανιστές δεν το παραδέχονται. Ούτε  φυσικά παραδέχονται ότι ο Χριστιανισμός ήταν αυτός που πέτυχε να αναγνωριστεί από τους βασιλιάδες ότι κανένας ηγεμόνας δεν είναι «θεός». Χάρη στην Ορθόδοξη Ρωμανία, η ασιατική αντίληψη περί βασιλιά-θεού έπαψε να είναι κρατική ιδεολογία των ευρωπαϊκών κρατών.

Δημιουργία αρχείου: 28-8-2007.

Τελευταία ενημέρωση: 28-8-2007.

ΕΠΑΝΩ