Νεοπαγανιστικές απάτες

Απάντηση στις συκοφαντίες τού Νεοπαγανισμού

Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Ενότητες:

Μέρος Α: Εκδόσεις «Θύραθεν» και οι «Οι τελευταίοι Έλληνες Εθνικοί»: Μερικές επισημάνσεις περί ποιότητας, επιστημονικότητας και αξιοπιστίας

Μέρος Β΄

Εκδόσεις «Θύραθεν»:

Απάντηση στις τοποθετήσεις του Γιάννη Αβραμίδη (και ταυτόχρονα σε βασικές θέσεις του νέο-παγανισμού)

...όπως αυτές καταγράφτηκαν στον πρόλογο του βιβλίου:

«Λιβάνιος, ‘Υπέρ των ελληνικών ναών’, (μτφρ. Αβραμίδης Ιω.-Μητσάκα Στέλλα), έκδ. 5η, εκδ. Θύραθεν, Θεσσαλονίκη 2003»

Τού Papyrus 52

 

 

 Εισαγωγικά 1. Οι στρεβλώσεις της νέο-παγανιστικής απολογητικής

Στο Α΄ μέρος του άρθρου, αναφερθήκαμε σε πολύ βασικά στοιχεία που αποδεικνύουν πως ο εν λόγω πρόλογος του κ. Αβραμίδη ήταν άκρως αντιεπιστημονικός. Δεν είναι καθόλου περιττό όμως να τοποθετηθούμε, έστω με συντομία αλλά τεκμηριωμένα, απέναντι στα προβληματικά συμπεράσματα του συντάκτη. Όσα σημειώνουμε σε αυτό το Β΄ μέρος του άρθρου, αποτελούν και αφορμές για αναζήτηση επιπλέον πληροφοριών που έχουν παρουσιαστεί σε παλαιότερα άρθρα της ΟΟΔΕ [1].

(Για να παραμείνει το άρθρο σε μια λογική έκταση, θα ακολουθήσει και ένα Γ΄ μέρος, επειδή οι τεκμηριωμένες απαντήσεις προφανώς χρειάζονται μεγαλύτερη ανάπτυξη από την απλή καταγραφή των αυθαίρετων συμπερασμάτων…).

Τα όσα διαβάσαμε στο κείμενο του κ. Αβραμίδη, δεν ήταν δυνατόν να μας αφήσουν αδιάφορους όχι μόνο για λόγους αποκατάστασης της ιστορικής αλήθειας, αλλά επειδή πολλά από αυτά, ανήκουν στην κυρίαρχη επιχειρηματολογία των αρχαιολατρών σήμερα, όπως αυτή παρουσιάζεται σε έντυπα και, κυρίως, στο διαδίκτυο.

Από τις τεκμηριωμένες απαντήσεις που έχουν δοθεί στο παρόν άρθρο, φαίνεται καθαρά ότι η πλευρά της αρχαιολατρίας προσπάθησε να ξαναγράψει την ιστορία, αλλά με μια απίστευτη προχειρότητα, η οποία έχει και την αξίωση να παρουσιάζεται ως δήθεν επιστημονικότητα. Οι στρεβλότητες της προσπάθειας αυτής είναι πολλές: απουσία τεκμηρίωσης, παραποιήσεις και παρερμηνείες πηγών, αποσιωπήσεις, αυθαίρετη αναγωγή του μέρους σε όλον, άγνοια της βιβλιογραφίας. Με τις μεθοδεύσεις αυτές, φυσικό είναι να έχουμε τελικά μια «αγιογραφία» της υποτιθέμενης «Πατρώας θρησκείας» των Ελλήνων (η οποία σύμφωνα με τον Ηρόδοτο είναι 100% …αιγυπτιακή αφού ούτε «ελληνικό χαρακτήρα» δεν έχει[2]).

Όπως παρατηρεί εύστοχα ο Στέλιος Παπαλεξανδρόπουλος:

«Μ’ αυτό τον τρόπο παρουσιάζεται μια κατάσταση χρυσής εποχής, μιας ουτοπίας στη διάρκεια της όποιας ούτε οι άνθρωποι ούτε η θρησκεία τους είχαν οτιδήποτε το μειωτικό. Τα πάντα ήταν τέλεια […] θα μπορούσε να συντάξει κάποιος ένα κατάλογο […] ανιστορικών αναπλάσεων της αρχαίας ελληνικής θρησκείας. Ένα κατάλογο όλων εκείνων των σημείων που περιπτώσεις και πληροφορίες αντίθετες από τις επιλεχθείσες για αναφορά σχετικά με την αρχαία ελληνική θρησκεία μπορούν ν' αντιπαρατεθούν»[3].

 

Εισαγωγικά 2. Βασικά τεχνάσματα με τα οποία διαστρέφεται η ιστορία του χριστιανισμού

Ταυτόχρονα, ο «αντίπαλος», δηλ. ο χριστιανισμός, δεν κρίνεται με βάση την εσωτερική του ταυτότητα, αυτό δηλ. που πραγματικά είναι, αλλά παρουσιάζεται ως υπεύθυνος για κάθε πράξη που πραγματοποιείται στην ιστορία, ακόμη κι αν δεν είναι χριστιανική, ενώ η Εκκλησία κατηγορείται ακόμη και για όσα διέπραξαν οι φανατικοί ΕΧΘΡΟΙ της (π.χ. οι αρειανιστές Κωνστάντιος, Βάλης, Αλάριχος, ο μονοφυσίτης Ιωάννης Εφέσου κ.ά.)!

Σ’ αυτά, πρέπει να προσθέσουμε και το γεγονός ότι η Εκκλησία ταυτίζεται με εντελώς ανιστόρητο τρόπο με την εκάστοτε αυτοκρατορική διοίκηση και κατηγορείται και γι’ αυτά που έπραξε η Βυζαντινή πολιτεία. Και «ξεχνούν» φυσικά πόσες φορές η αυτοκρατορική εξουσία επιτέθηκε στην Εκκλησία λόγω της εύνοιας που τα συμφέροντας της επέβαλλαν να δείξει προς τον αρειανισμό, τον μονοφυσιτισμό, την εικονομαχία[4] κ.λπ.  «Ξεχνούν» επίσης ότι η Βυζαντινή πολιτεία (την οποία από τραγική άγνοια ονομάζουν …«θεοκρατική») ουδέποτε ταύτισε το Ευαγγέλιο με την νομοθεσία της, η οποία παρέμεινε ρωμαϊκή:

«Δεν υπήρξε βυζαντινή θεοκρατία, εφ’ όσον θεοκρατία υφίσταται όπου ταυτίζεται ο θείος με τον ανθρώπινον νόμον και όπου ταυτίζεται ο θρησκευτικός με τον πολιτικόν άρχοντα. Εις το Βυζάντιον δε δεν παρατηρείται ούτε το εν ούτε το άλλο» [5].

Άλλωστε, κι αν ακόμη υπήρξαν κάποιες επιρροές από την εξάπλωση του χριστιανισμού «οι χριστιανοί αυτοκράτορες δεν ισχυρίζονταν πως νομοθετούν ευρισκόμενοι σε συμφωνία με τις χριστιανικές αρχές. Οι πρόλογοι του Ιουστινιανού στον Πανδέκτη επικαλούνται τη βοήθεια του Θεού για το βαρύ έργο, όμως ο Ιουστινιανός δεν εκφράζει την πρόθεση να ξαναγράψει το νόμο σύμφωνα με τη χριστιανική διδασκαλία […] αποτελεί υπεραπλούστευση να λέμε πως οι νόμοι φτιάχτηκαν από χριστιανούς αυτοκράτορες» [6].

 

Εξαιρετική είναι η ομολογία του ειδωλολάτρη Ιουλιανού για την διαφοροποίηση των πρακτικών της Πολιτείας από την Εκκλησία αλλά και για την αγιότητα των Χριστιανών της εποχής:

«Είναι ντροπή […] τη στιγμή που οι ασεβείς Γαλιλαίοι ΤΡΕΦΟΥΝ κοντά στους δικούς τους ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΔΙΚΟΥΣ ΜΑΣ, να στερούνται οι δικοί μας τη βοήθεια μας [...] Δεν είναι σωστό ν' αφήνουμε να συνεχίζουν τα ΚΑΛΑ μας ΕΡΓΑ άλλοι ζηλωτές» [7].

Όταν οι νέο-παγανιστές θα επικαλούνται τα ψευδή επιχειρήματά τους, ο Ιουλιανός θα τους διαψεύδει ομολογώντας ότι οι διωκόμενοι επί τρεις αιώνες Χριστιανοί, ακόμη και επί βασιλείας Ιουλιανού, φροντίζουν και ΤΡΕΦΟΥΝ τους σφαγείς τους!

Και δυστυχώς, οι ίδιοι οι ειδωλολάτρες αδιαφορούσαν εντελώς για τους «δικούς τους» ανθρώπους…

 

Όμως, ο παγανισμός στα κείμενα των αρχαιολατρών παρουσιάζεται με το ζόρι αιθέριος και λαμπερός αλλά και «ελληνικός», παρά το γεγονός ότι κατά τον 4ο αιώνα μ.Χ. αποτελεί ένα μίγμα από πρακτικές και λατρείες από κάθε απίθανη γωνιά της Ανατολής!

«Ο Γρηγόριος [ο Νανζιαζηνός, βλ. PG 644-645[8]] καταγγέλλει ότι ο Ιουλιανός παρέλαβε τη θρησκεία των μυστηρίων από τους Θράκες[9], τις θυσίες από τους Χαλδαίους, την αστρολογία από τους Βαβυλώνιους, τη γεωμετρία από τους Αιγυπτίους, τη μαγεία από τους Πέρσες, την ονειρομαντεία από τους Τελμησείς και την οιωνοσκοπία από τους Φρύγες»[10]!

Τελικά, από την μελέτη των πηγών προκύπτουν αρκετά ενδιαφέροντα πράγματα…

Αυτό το εξαιρετικό εδάφιο του Γρηγορίου, δεν είναι σημαντικό μόνο επειδή μας πληροφορεί για το περιεχόμενο της ΔΗΘΕΝ «Πατρώας θρησκείας των Ελλήνων», αλλά ακόμη περισσότερο επειδή αναντίρρητα μας ξεκαθαρίζει ότι αυτό το πράγμα στο οποίο αντιστάθηκαν οι Πατέρες της Εκκλησίας, δεν το θεωρούσαν ΔΙΟΛΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ώστε να έχουν οποιαδήποτε δικαιολογία να τους ονομάζουν «ανθέλληνες» οι νέο-παγανιστές!!!

Αυτή η περιγραφή του Γρηγορίου, όπως ορθά ερμηνεύει ο Γιάννης Τσέντος[11] διαλύει κυριολεκτικά κάθε άρνηση των αρχαιολατρών να ομολογήσουν το αυτονόητο, ότι κάθε χριστιανική ή ειδωλολατρική αναφορά της εποχής σε θρησκεία «Ελλήνων» έκανε χρήση της ΟΡΟΛΟΓΙΑΣ της εποχής και εννοούσε αυτό το απίθανο συνονθύλευμα ανατολίτικων δοξασιών το οποίο ουδεμία σχέση είχε με τον κλασικό ελληνικό πολιτισμό!

 

Όλοι λοιπόν οι ισχυρισμοί του νέο-παγανισμού έχουν σοβαρότατο αντίλογο και πολλές απαντήσεις θα δοθούν στο παρόν άρθρο.

Προτιμήθηκε η εξής παρουσίαση: το επιχείρημα που οι αρχαιολάτρες θεωρούν ισχυρότερο από άλλα και το χρησιμοποιούν συχνότερα, θα απαντηθεί πρώτο, και η σειρά αυτή θα ακολουθηθεί σε όλο το άρθρο.

Βεβαίως, το κείμενο του κ. Αβραμίδη, σχεδόν σε κάθε σελίδα περιέχει και μια ανιστόρητη τοποθέτηση. Πολλές όμως από αυτές, άσχετα με τη διατύπωση, έχουν στην ουσία το ίδιο περιεχόμενο (π.χ. ισχυρισμός για δήθεν άρνηση της ελληνικής παιδείας από τους χριστιανούς). Έτσι, για να μην γίνονται επαναλήψεις, όποτε κρίθηκε ότι στα πλαίσια μιας απάντησης γράφτηκαν όσα χρειάζονται, δεν θα γίνεται επανατοποθέτηση.

 

Ανιστόρητα 1. Πως μετατράπηκε ο αρειανιστής πλιατσικολόγος Αλάριχος σε … ιεραπόστολο!

- Στη σελ. 27 του προλόγου, αναφέρεται: «Στην ‘ενταύθα Ελλάδα’, τρεις δεκαετίες αργότερα, με την προτροπή της Κωνσταντινούπολης εισέβαλαν οι ορδές των νεοφώτιστων Χριστιανών Γότθων, καθοδηγούμενες από ομάδες φανατικών ιερωμένων και μοναχών. Τότε (το έτος 397 μ.Χ.) έγινε στην Πελοπόννησο η μεγαλύτερη γενοκτονία που γνώρισαν ποτέ οι Έλληνες. Έτσι άνοιξε ο δρόμος για την επιβολή της νέας θρησκείας στην Ελλάδα. Προς βοήθεια των Ελλήνων έσπευσε από την Ιταλία ένας Βάνδαλος (!) στρατηγός του ρωμαϊκού στρατού, ο Στηλίχων. Όμως έφτασε πολύ αργά: ήδη είχε σφαχτεί ανηλεώς ή εξανδραποδιστεί ο μη χριστιανικός πληθυσμός όλων των πόλεων της Πελοποννήσου. Όσοι δεν πρόλαβαν να καταφύγουν στα βουνά της Λακωνίας και της Αρκαδίας, όπως γράφει ο Ζώσιμος, ‘ηβηδόν εσφάγησαν’».

 

Πρώτον: ο Αλάριχος, το στράτευμα του και ΟΣΟΙ ΤΟΝ ΣΥΝΟΔΕΥΑΝ, ήταν αρειανιστές, δηλ. φανατικοί εχθροί της Εκκλησίας της Ρώμης και της Κων/πόλεως και μόνιμοι διώκτες των ορθοδόξων από την εποχή του Κωνσταντίου. Αδιάψευστος μάρτυρας για τις πράξεις του αρειανιστή προκατόχου του είναι ο ίδιος ο ειδωλολάτρης αυτοκράτορας Ιουλιανός. Στην επιστολή του «προς τους Βοστρηνούς» γράφει:

«Είχα τη γνώμη ότι οι αρχηγοί των Γαλιλαίων θα είχαν μεγαλύτερη ευγνωμοσύνη σ' εμένα παρά στον προκάτοχο μου στη διοίκηση, γιατί επί βασιλείας του έτυχε πολλοί απ' αυτούς να εξοριστούν, να καταδιωχτούν και να φυλακιστούν και μάλιστα πολλές φορές να σφαγεί μεγάλος αριθμός απ' αυτούς τους λεγόμενους αιρετικούς, όπως στα Σαμόσατα, στην Κύζικο, στην Παφλαγονία, στη Βιθυνία, στη Γαλατία και σε πολλά άλλα μέρη, όπου ολόκληρες κωμοπόλεις λεηλατήθηκαν και καταστράφηκαν»[12] .

Τις ίδιες διώξεις επανέλαβε αργότερα και ο Βάλης, ο οποίος «προστάτευε την ειδωλολατρία και ήθελε οι χριστιανοί υπήκοοί του ν' αναγκαστούν ν' ακολουθήσουν τον αρειανισμό που ο ίδιος υποστήριζε. Έτσι τα 13 χρόνια που κυβερνούσε ήταν για τους Ορθοδόξους εποχή ΤΡΟΜΟΥ και καταπιέσεως και για την καταπίεση αυτή χρησιμοποιούσε και τους ΕΙΔΩΛΟΛΑΤΡΕΣ» [13].

Με καμία λοιπόν λογική δεν είναι δυνατόν η Εκκλησία να ταυτίζεται με τους σφαγείς της.

 

Δεύτερον: Αν ο Αλάριχος ήταν …χριστιανός ιεραπόστολος και μάλιστα έπαιρνε, δήθεν, εντολές από την πρωτεύουσα, για ποιο λόγο η πρώτη κίνησή του ήταν να βαδίσει κατά της χριστιανικής Κων/πολης και να λεηλατήσει τα περίχωρα αυτής;! Μόνο αφού αντιλήφθηκε ότι δεν θα είχε τύχη εκεί (η Κων/πολη ήταν οχυρωμένη και ήδη ο Ρουφίνος είχε παραταχτεί απέναντί του) στράφηκε στην Ελλάδα:

«Οι Βησιγότθοι [...] επωφελήθηκαν από την άρνηση του Αρκαδίου να καταβάλει την καθιερωμένη επιχορήγηση, πέρασαν τον Δούναβη και βάδισαν εναντίον της Κωνσταντινούπολης […] Βασικός λόγος της σύγκρουσης αυτής ήταν και η άρνηση του Αρκαδίου να αναθέσει στον Αλάριχο υψηλό αξίωμα στη διοίκηση επαρχιών της χερσονήσου του Αίμου. Στην πορεία του προς την Κωνσταντινούπολη αναχαιτίστηκε από τον Ρουφίνο και αναγκάστηκε να στραφεί με τα ενισχυμένα και από άλλες φυλές βησιγοτθικά στρατεύματα στη Μακεδονία και τη Θεσσαλία» [14].

 

Τρίτον: Επιπλέον απόδειξη ότι ο Αλάριχος δεν ενδιαφερόταν για τίποτε άλλο παρά μόνο για λεηλασίες, είναι ότι λίγα χρόνια αργότερα (το 410) ισοπέδωσε τη Ρώμη[15]. Πώς είναι δυνατόν ο Αλάριχος να ερμηνεύεται άκριτα και μονοδιάστατα ως δήθεν «ιεραπόστολος» και ταυτόχρονα να τον βλέπουμε να επιτίθεται στα δύο μεγαλύτερα κέντρα του χριστιανισμού (Κων/πολη & Ρώμη); Ιδού η απορία…

 

Να προσθέσουμε εδώ και το εξής: καταντά παιδαριώδης αυτή η διαρκής ταύτιση των ενεργειών του οποιουδήποτε με την Εκκλησία. Οι νέο-ειδωλολάτρες, στην περίπτωση των δήθεν «εκχριστιανισμών» που επικαλούνται, γιατί δεν κοιτούν τους Ιερούς Κανόνες ως επίσημη έκφραση της Εκκλησίας, για να δουν ότι

«…σε όλο το σώμα των ιερών κανόνων (αυτών, δηλαδή, που διατυπώθηκαν ή επικυρώθηκαν από οικουμενική σύνοδο) απουσιάζουν ΑΠΟΛΥΤΩΣ κανόνες που να επιβάλλουν τον ‘εκχριστιανισμό’ των εθνικών» [16];

 

Τέταρτον: Η θρησκευτική βάση με την οποία ερμηνεύονται όλα τα γεγονότα που αφορούν τον Αλάριχο είναι αυθαίρετη. Οι Γότθοι ήταν κλασικοί βάρβαροι πλιατσικολόγοι. ΚΑΜΙΑ απολύτως θρησκευτικότητα δεν τους ενδιέφερε. Απόδειξη ότι, οι ΙΔΙΟΙ ήταν που ισοπέδωσαν το μέγιστο ειδωλολατρικό κέντρο, την Αθήνα, το 267 μ.Χ. όταν ήταν ακόμη ΠΑΓΑΝΙΣΤΕΣ! Γιατί άραγε ως «καλοί» ΠΑΓΑΝΙΣΤΕΣ δεν λυπήθηκαν τότε τους «αδελφούς» τους και τους έσφαξαν, μετατρέποντας την Αθήνα σε ερείπια;

 

Πέμπτον: Για τον ισχυρισμό ότι ο Αλάριχος διέπραξε ...γενοκτονία (!!!) τι να πει κανείς;

Αρκεί, ίσως, ένα λεξικό:

«γενοκτονία είναι η προσχεδιασμένη, συστηματική και ολοκληρωτική εξόντωση φυλής ή έθνους» [17].

Καταρχάς, ο Αλάριχος δεν θα ξεκινούσε να επιτεθεί στην Κων/πολη αν ήταν προσχεδιασμένο να διαπράξει γενοκτονία στην Ελλάδα. Επίσης, αν σκόπευε σε συστηματική και ολοκληρωτική εξόντωση του πληθυσμού της χώρας μας, δεν θα άφηνε απείραχτους τόσους πληθυσμούς στην Αθήνα και ολόκληρη την Αττική, όπως ο ίδιος ο ειδωλολάτρης Ζώσιμος ομολογεί στο εδάφιο 5.6.2:

«[Οι Αθηναίοι] δέχτηκαν τις προτάσεις του, και αφού ανταλλάχτηκαν όρκοι, μπήκε ο Αλάριχος με μια μικρή συνοδεία στην Αθήνα. Τον δέχτηκαν όσο γινόταν πιο φιλικά, κι εκείνος, αφού λούστηκε, συνέφαγε με τους πρόκριτους της πόλης, πήρε τα δώρα που του προσφέρθηκαν και έφυγε χωρίς να βλάψει την Αθήνα και την υπόλοιπη Αττική» [18].

Ο Ζώσιμος δηλ. ΔΙΑΨΕΥΔΕΙ ταυτόχρονα και τους δύο ισχυρισμούς του κ. Αβραμίδη. Και τα περί δήθεν γενοκτονίας, αλλά και τα περί δήθεν εκχριστιανισμού. Αν ο Αλάριχος σκόπευε να διαπράξει γενοκτονία, γιατί άφησε όλους αυτούς τους πληθυσμούς απείραχτους; Αν πάλι σκόπευε να «εκχριστιανίσει» την Ελλάδα, γιατί άφησε απείραχτο το ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟ κέντρο της ΕΙΔΩΛΟΛΑΤΡΙΑΣ;

 

Άλλωστε, πως είναι δυνατόν να ισχυριστεί κάποιος ότι ο Αλάριχος δεν επιτέθηκε σε χριστιανικούς πληθυσμούς και μάλιστα Ορθοδόξων; Ο Ζώσιμος πάλι είναι αυτός που γράφει στο εδάφιο 5.5.5 ότι:

«ο Αλάριχος άφησε τη Θράκη και τράβηξε για την Μακεδονία και τη Θεσσαλία, καταστρέφοντας τα πάντα στο διάβα του» [19];

Αν υπολογίσουμε ότι μερικές δεκαετίες μετά, στα μέσα του 5ου αιώνα, ο Χριστιανισμός έχει πια «αυξήσει σημαντικά τη δύναμη και την επιρροή» του ακόμη και στο σημαντικότερο κέντρο της ειδωλολατρίας, την Αθήνα, όπου υψώνονται «οι πρώτες χριστιανικές εκκλησίες» [20], και μάλιστα σε ειρηνική συνύπαρξη με την παλαιά παράδοση[21], τότε οι αριθμοί των Ορθοδόξων στη Μακεδονία και ειδικά στη Θεσ/νίκη, κατανοούμε ότι θα ήταν σε ακόμη μεγαλύτερους αριθμούς λόγω της μακράς εκεί χριστιανικής παραδόσεως[22]. Στη διήγηση του Σωκράτη Σχολαστικού, ο ίδιος ο Μ. Θεοδόσιος δέχεται να βαπτιστεί στη Θεσ/νίκη επειδή σύμφωνα με τη διαβεβαίωση του εκεί επισκόπου, η πόλη, αλλά και συνολικά «τα Ιλλυριών έθνη» (σε αυτά ανήκε ολόκληρη η ελλαδική επικράτεια) παρέμειναν πιστά στο δόγμα της Νίκαιας (δηλ. έμειναν Ορθόδοξοι) και «ου παρήλθεν η Αρειανών δόξα» από αυτά[23].

Άρα, σύμφωνα με τις πηγές, το ισοπεδωτικό πέρασμα του Αλάριχου από τη Μακεδονία θα άφησε πίσω του και αρκετά θύματα ανάμεσα στους Έλληνες Ορθοδόξους.

 

Έκτον: Ο κ. Αβραμίδης παραδέχεται ότι: «Προς βοήθεια των Ελλήνων έσπευσε από την Ιταλία ένας Βάνδαλος (!) στρατηγός του ρωμαϊκού στρατού, ο Στηλίχων».

Αλλά ΔΕΝ μας λέει ότι: Βάνδαλος - ξε-Βάνδαλος, ο Στηλίχων ήταν στρατηγός του ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΥ στρατού και επιπλέον, έσπευσε να βοηθήσει τη χώρα μας αν και «ήταν αμείλικτος εχθρός των εθνικών λατρειών» [24]!

 

Άρα, όλο το «περίφημο» ζήτημα του Αλάριχου που διαρκώς αναφέρουν οι νέο-ειδωλολάτρες, αποτελεί μια πρώτης τάξεως διαστροφή των ιστορικών δεδομένων: δεν ήταν παρά ένα ιστορικό συμβάν άγριας λεηλασίας, την οποία προσπάθησε να σταματήσει ο Βυζαντινός στρατός. Το ίδιο συνέβη και στο διάστημα από τον 6ο αιώνα και εξής με τις επιδρομές των Σλάβων στην Ελλάδα. Όπως γράφει ο Διονύσιος Ζακυθηνός, «επανειλημμένως αι στρατιαί του Βυζαντίου ήλθον εις σύγκρουσιν μετά των επιδρομέων» [25], προστατεύοντας τα ελληνικά εδάφη της αυτοκρατορίας.

 

Μετά από όλα τα παραπάνω επιχειρήματα, πόσο ακόμα χρειάζεται για να καταδειχθεί ότι όσα έγραψε ο κ. Αβραμίδης αποτελούν ιστορικές ανακρίβειες;

 

Ανιστόρητα 2. Επίδειξη άγνοιας και το κατά φαντασία ανάθεμα κατά της ελληνικής παιδείας

- Στη σελ. 25 του προλόγου, αναφέρεται: «Θα 'λεγε κανείς πως όλα τελειώνουν εδώ, το 529· Όμως διακόσια χρόνια μετά, η ορθόδοξη εκκλησία εξαπολύει ένα ΑΝΑΘΕΜΑ ενάντια στους επιζώντες Έλληνες Εθνικούς: «Σ' αυτούς που μελετούν διεξοδικά τα ελληνικά μαθήματα όχι απλώς για να είναι εγγράμματοι αλλά επειδή πιστεύουν στις κενές ιδέες (των μαθημάτων) θεωρώντας τες αληθινές, και εμφορούνται από αυτές σε τέτοιο βαθμό ώστε να παρασύρουν κι άλλους ανθρώπους, διδάσκοντας ανενδοίαστα, πότε κρυφά και πότε φανερά "ανάθεμα!"». Από τον αναθεματισμό αυτό, που είναι περικοπή της Συνόδου της Νικαίας του έτους 787 (σχεδόν τετρακόσια χρόνια μετά το θάνατο του Λιβανίου), μπορεί κανείς να συμπεράνει ότι η παρουσία Ελλήνων Εθνικών ή «ελληνιζόντων» ήταν αρκετά αισθητή ώστε να επισύρουν το ανάθεμα».

 

Τι άλλο θα δουν τα μάτια μας; Το συγκεκριμένο αυτό παράθεμα, ας το κρατήσουμε καλά στη μνήμη μας για να αντιληφθούμε ότι μιλάμε για ένα κείμενο που το έχει βγάλει ο κ. Αβραμίδης από το μυαλό του! Όχι μόνο δεν γνωρίζει τα στοιχειώδη, αλλά επιπλέον θέλει να βγάλει και ιστορικά συμπεράσματα από αυτά που δεν γνωρίζει…

 

Έτσι λοιπόν, για να βάλουμε τα πράγματα στη θέση τους, οφείλουμε να πούμε ότι το «Συνοδικόν της Ορθοδοξίας»:

ΟΥΤΕ είναι του έτους 787!

ΟΥΤΕ αναθεματίζει το …φιλολογικό περιεχόμενο της αρχαίας γραμματείας.

ΟΥΤΕ από τον συγκεκριμένο αναθεματισμό προκύπτουν ...δημογραφικά στοιχεία για τους ειδωλολάτρες του 8ου αιώνα!

 

Πρώτον: «Το Συνοδικόν της Ορθοδοξίας […] αποτελεί σπουδαία πηγή για την ιστορία και θεολογία της Εκκλησίας από τον 9ο - τον 14ο αιώνα. Το κείμενο αυτό περιέχει τις δογματικές αποφάσεις της Συνόδου της 11.3.843, που αναστήλωσε τις Εικόνες» [26].

Άρα, ούτε για το 787 μιλάμε, ούτε για ένα κείμενο το οποίο γράφτηκε άπαξ. Το «Συνοδικόν της Ορθοδοξίας» συμπληρωνόταν επί ΠΕΝΤΕ αιώνες.

 

Δεύτερον: Οι ερμηνείες που κάνει ο συντάκτης, αποτελούν μια γιγάντια ΑΒΛΕΨΙΑ του, αφού το εδάφιο του «Συνοδικού» το οποίο παραθέτει αφορά όχι τον 8ο αιώνα, αλλά τον Ιωάννη Ιταλό, τις αιρετικές διδασκαλίες του και τα γεγονότα που συνέβησαν κατά το διάστημα 1076-1082, δηλ. ΤΡΕΙΣ αιώνες ΜΕΤΑ από την εποχή που νομίζει ο κ. Αβραμίδης! Αν διάβαζε την επίσημη εκκλησιαστική έκδοση του «Συνοδικού», θα έβλεπε τουλάχιστον τους ΤΙΤΛΟΥΣ από πάνω. Θα έβλεπε ότι στην επικεφαλίδα αναφέρει «του Ιταλού Ιωάννου» και δεν θα μπερδευόταν σε τέτοιο απίστευτο βαθμό...

 

Τρίτον: Αν έκανε τον κόπο να διαβάσει το «Συνοδικό», θα έβλεπε ότι από την αρχή μέχρι το τέλος, τα περίφημα άρθρα που χρησιμοποιούν την λέξη «Ελληνικός», αναφέρονται ΜΟΝΟ στην ειδωλολατρία και ΟΥΔΕΠΟΤΕ σε έθνος. Τα είπαμε και σε άλλο άρθρο αυτά [27]. Βέβαια είναι γνωστή η τακτική: ταυτίζουμε τις έννοιες ώστε να μιλάμε για «Ελληνισμό», γιατί αν πούμε την αλήθεια, ότι αυτά που λέμε δεν αφορούν την ουσία του Ελληνικού Πολιτισμού αλλά αφορούν τον Δία, τις Νύμφες, τον Πάνα και τους Κενταύρους, θα μας πάρουν στο ψιλό…

 

Τέταρτον: Όλα τα εν λόγω άρθρα έχουν ένα και μόνο περιεχόμενο. Αναφέρονται ΜΟΝΟ σε θεολογία και όχι σε μαθηματικά, αρχαία τραγωδία, φιλολογία κ.λπ. Γι’ αυτό το «Συνοδικό» καταγράφει ΜΟΝΟ τα αυτονόητα: ότι δεν είναι διδασκαλία της Εκκλησίας το να αντιμετωπίζεται με αυτοσχέδιους συλλογισμούς το ζήτημα της ένωσης των δύο φύσεων του Χριστού, δεν είναι διδασκαλία της Εκκλησίας τα περί προΰπαρξης της ψυχής, δεν είναι διδασκαλία της Εκκλησίας ότι δεν δημιούργησε ο Θεός τον κόσμο, δεν είναι διδασκαλία της Εκκλησίας ότι υπάρχει μετεμψύχωση ή ότι δεν θα υπάρξει ανάσταση σωμάτων. Αυτά λέει το «Συνοδικό», πράγματα απολύτως ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ. Δεν αποδέχεται δηλ. η Εκκλησία οποιαδήποτε σχέση με την ειδωλολατρική θεολογική σκέψη[28].

 

Πέμπτον: Ειδικά το εδάφιο που επιλέγει ο κ. Αβραμίδης, είναι μεγάλη παγίδα για εκείνον, όπως και για πολλούς άλλους που αυτοσχεδιάζουν επάνω στο «Συνοδικό». Το εδάφιο εκείνο αποτελεί ΡΑΠΙΣΜΑ όχι μόνο κατά των νέο-ειδωλολατρών που λένε ότι δήθεν η Εκκλησία απέρριψε την αρχαία γραμματεία, αλλά αποτελούσε επίσης ράπισμα και για κάθε ζηλωτή που νόμιζε ότι έπρεπε να απορρίπτει την αρχαία φιλολογία.

Το εδάφιο, σε νεοελληνική μετάφραση λέει:

«Ανάθεμα σε όσους ασχολούνται με τα ελληνικά μαθήματα και δεν τα χρησιμοποιούν μόνο για τη ΜΟΡΦΩΣΗ τους, αλλά και ακολουθούν τις περιττές διδασκαλίες τους και τις δέχονται σαν αληθινές, και μάλιστα ομολογούν πίστη σ' αυτές» [29].

 

Κατά συνέπεια, ΚΑΘΕ ΤΙ που έχει σχέση με τη μόρφωση (διδασκαλία γλώσσας, επιστημών, τεχνών κ.λπ.) γίνεται ΑΠΟΛΥΤΩΣ αποδεκτό.

Αυτό σημαίνει ότι η επίσημη θέση της Εκκλησίας «απέκρουε τόσο την περιφρόνηση των ζηλωτών μοναχών προς τη 'θύραθεν' σοφία, όσο και τον προς αυτήν υπερβολικό θαυμασμό ορισμένων λόγιων κύκλων, ο οποίος ανέτρεπε την καθιερωμένη από τους μεγάλους Πατέρες ισορροπία της ελληνοχριστιανικής συνθέσεως» [30].

Αυτό σημαίνει επίσης, ότι επί Χριστιανικής επικράτειας, εξακολουθούσαν στη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία να διδάσκονται τα Ελληνικά μαθήματα για μόρφωση τών Χριστιανών!

 

Τα συμπεράσματα είναι δεδομένα ήδη από την πράξη των μεγάλων Πατέρων: απορρίπτεται σαφώς και αυτονόητα η ειδωλολατρική ΘΕΟΛΟΓΙΑ που συχνά υπάρχει μέσα στα κείμενα της αρχαίας φιλολογίας, ταυτόχρονα όμως ουδεμία λογοκρισία γίνεται[31], αλλά απλά διευκρινίζεται ότι η «θύραθεν» σοφία θα χρησιμοποιείται για καθαρά παιδευτικούς σκοπούς και όχι για να πιστεύουμε σε Δίες, Νεράιδες και Κρόνους που τρώνε τα παιδιά τους...

Η Εκκλησία δηλ. ορίζει τον 11ο αιώνα, το εξής φυσιολογικό, που πραγματοποιείται σήμερα σε όλα τα πανεπιστήμια του πλανήτη: εκατομμύρια άνθρωποι μελετούν τα αρχαία κείμενα και μαθαίνουν από αυτά, χωρίς να έχουν ή να επιθυμούν οποιαδήποτε σχέση με την ειδωλολατρική θρησκεία!

 

Ανιστόρητα 3α. ΣΗΜΕΡΑ αποτελεί καθαρή ψευδωνυμία το να τιτλοφορείται ο παγανισμός ως «Ελληνισμός»

- Στη σελ. 12 του προλόγου, αναφέρεται: «Οι μεγαλύτερες έγνοιες του Λιβάνιου ήταν η παράδοση κι η ελληνική παιδεία και γλώσσα. Υποτιμούσε επιδεικτικά οτιδήποτε το εξωελληνικό, είτε λατινικό ήταν αυτό είτε ιουδάϊκό-χριστιανικό, διατηρώντας μια βαθιά πίστη στις αξίες του ελληνικού πολιτισμού».

 

Εμείς απαντάμε: τεράστιο κομμάτι των χριστιανών ήταν ελληνιστές που απλά άφησαν την ειδωλολατρία και φυσικά παρέμειναν ελληνιστές! Ελληνικός πολιτισμός, υπήρχε διαρκώς και ασταμάτητα: για ένα διάστημα εξέφραζε τη θρησκευτικότητά του με την ειδωλολατρία, και για ένα πολύ μεγάλο διάστημα, εκφράζει τη θρησκευτικότητά του με τον Χριστιανισμό.

Καταντά λοιπόν κουραστική η διαρκής επανάληψη αυτής της δήθεν ταύτισης του Ελληνικού πολιτισμού με την αποκρουστική ειδωλολατρία[32]. Θα επιμένουμε διαρκώς σε αυτό, διότι τελικά, αποτελεί το μοναδικό ανάχωμα που έχει απομείνει στην νέο-αρχαιολατρία.

Σε κάθε τους πρόταση, αντί να μιλήσουν για τα θρησκευτικά τους πιστεύω και να τα ονομάσουν ευθαρσώς, χρησιμοποιούν  αντί για τους όρους «ειδωλολατρία» ή «παγανισμός», τον ΛΑΝΘΑΣΜΕΝΟ και ΚΑΤΑΧΡΗΣΤΙΚΟ όρο «Ελληνισμός»!

Από που κι ως που «Ελληνισμός» σημαίνει το ίδιο πράγμα με «παγανισμός»; Από πού κι ως που δηλ. για να είσαι μέτοχος του Ελληνικού πολιτισμού και της ελληνικής παιδείας, θα πρέπει να διαπράττεις ανθρωποθυσίες ή να πιστεύεις στον …Δία;

Θα μπορούσε κάποιος να φανταστεί σε ποιες τριτοκοσμικές νοοτροπίες μας οδηγούν αυτά; Μας λένε δηλ. οι νέο-παγανιστές ότι στα Πανεπιστήμια και στα κέντρα Τέχνης της Ευρώπης, της Αμερικής κ.λπ., οι σπουδές στην αρχαία ελληνική φιλολογία, την αρχαία ελληνική τέχνη, το θέατρο κ.λπ., θα πρέπει να συνοδεύονται με …προσευχές στο Δωδεκάθεο;

 

Ανιστόρητα 3β. Η μαρτυρία του Ηροδότου ότι το δωδεκάθεο είναι θρησκεία …αιγυπτιακή!

Και βέβαια, ακούγονται πολύ εντυπωσιακά τα όσα γράφει ο κ. Αβραμίδης ότι ο Λιβάνιος δήθεν «υποτιμούσε επιδεικτικά οτιδήποτε το εξωελληνικό, είτε λατινικό ήταν αυτό είτε ιουδάϊκό-χριστιανικό, διατηρώντας μια βαθιά πίστη στις αξίες του ελληνικού πολιτισμού», όμως δεν έχουν ουδεμία σχέση με την πραγματικότητα.

Διότι, ως επιπλέον απάντηση στον έμμεσο ρατσισμό που αποπνέει αυτή η περιγραφή του «ελληναρά» Λιβανίου από τη …Συρία, έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον να δούμε ότι το ΔΗΘΕΝ «ελληνικό» δωδεκάθεο, η περίφημη «Πατρώα θρησκεία», είναι όντως Πατρώα θρησκεία, αλλά των …Αιγυπτίων! Ο Ηρόδοτος μας λέει ξεκάθαρα ότι:

«ΠΡΩΤΟΙ οι Αιγύπτιοι δημιούργησαν τα ονόματα των δώδεκα θεών τα οποία ΥΙΟΘΕΤΗΣΑΝ οι Έλληνες» [33].

Και επίσης:

«Ο Μελάμπους [...] μεταφύτεψε στην Ελλάδα, με μικρές αλλαγές, αρκετά στοιχεία από την Αίγυπτο, μεταξύ των άλλων και τη λατρεία του Διόνυσου. Δεν θα παραδεχτώ ποτέ ότι οι παρόμοιες τελετές που οργανώνονται στην Ελλάδα και την Αίγυπτο είναι το αποτέλεσμα απλής σύμπτωσης -αν αλήθευε αυτό, οι τελετές μας ΘΑ ΕΙΧΑΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ και δεν θα είχαν εισαχθεί πρόσφατα στην Ελλάδα. Ούτε θα δεχτώ ποτέ ότι οι Αιγύπτιοι πήραν από τους Έλληνες αυτό ή οποιοδήποτε άλλο έθιμο τους» [34].

Και συνεχίζει:

«Τα ονόματα όλων σχεδόν των θεών ήρθαν στην Ελλάδα από την Αίγυπτο. Ξέρω από τις έρευνες που έκανα ότι ήρθαν απ' έξω και συγκεκριμένα από την Αίγυπτο, διότι τα ονόματα αυτά ήταν γνωστά στους Αιγυπτίους από τα βάθη των αιώνων» [35].

 

Και για να μην υπάρξουν παρεξηγήσεις:

«Ο Ηρόδοτος δεν εννοεί βέβαια ότι τα ίδια τα ονόματα των θεών του Ελληνικού πανθέου ήρθαν από την Αίγυπτο [...] αλλά ότι οι Ελληνικοί θεοί προσδιορίστηκαν και Η ΛΑΤΡΕΙΑ ΤΟΥΣ εγκαθιδρύθηκε και ΚΑΘΟΡΙΣΤΗΚΕ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΟΥΣ ΑΙΓΥΠΤΙΑΚΟΥΣ» [36].

Άρα, με βάση την Υπερ-πατριωτική νοοτροπία, ο Ηρόδοτος μας δίνει το δικαίωμα να καταδικάζουμε τον Λιβάνιο ως Σύριο αιγυπτιολάτρη παγανιστή που απλά μιλούσε ελληνικά! Και εκείνος και οι σημερινοί ομοϊδεάτες του αιγυπτιο-ειδωλολάτρες που κατοικούν στην Ελλάδα, τιμούν την Πατρώα θρησκεία των Αιγυπτίων, την οποία αντέγραψαν και υιοθέτησαν. Μέχρι και ο Διόνυσος κλεμμένος είναι, όπως και όλο το δωδεκάθεο. Παριστάνουν λοιπόν τους «υπερπατριώτες», προσκυνώντας τον αιγυπτιακό θρησκευτικό πολιτισμό ο οποίος όπως είδαμε πιο πριν, κατά τον 4ο αιώνα εμπεριείχε μέχρι και θρησκευτικά στοιχεία των Χαλδαίων, Βαβυλώνιων, Περσών και Φρυγών!

 

Μετά από αυτά, ας ξαναδιαβάσουμε:

 «Ο Λιβάνιος υποτιμούσε επιδεικτικά οτιδήποτε το εξωελληνικό»!

Τι να πει κανείς…

 

Ανιστόρητα 4. Η «πνευματική μιζέρια» της ειδωλολατρίας

- Σελ. 13 του προλόγου, αναφέρεται: «οι Χριστιανοί έβλεπαν στο πρόσωπο του Λιβανίου τον ιδεώδη δάσκαλο, εκείνον που θα τους παρείχε τα εφόδια ώστε να ξεφύγουν από την πνευματική μιζέρια».

 

Στο Α΄ μέρος αυτού του άρθρου γράψαμε αρκετά στοιχεία για τον σκοταδισμό που εξέφραζε ο Λιβάνιος, ο οποίος δεν δίστασε να υπερασπίσει με πάθος την σφαγή ενός παιδιού ώστε ο Απόλλωνας να ικανοποιηθεί από το αίμα του και να σταματήσει έναν λοιμό[37]!

Ο Λιβάνιος λοιπόν, θα μπορούσε το πολύ-πολύ να βγάλει κάποιους αγράμματους από την ΜΟΡΦΩΤΙΚΗ ίσως μιζέρια.

Ως υπέρμαχος όμως των ανθρωποθυσιών, δεν θα μπορούσε να βγάλει κανέναν από «πνευματική μιζέρια», διότι ο ίδιος ήταν εκπρόσωπός της!

Αντίθετα, η εγκατάλειψη της παγανιστικής θρησκευτικότητας απάλλαξε την κοινωνία από την μεγαλύτερη «πνευματική μιζέρια» της, δίνοντας στον άνθρωπο ξανά τη χαμένη αξία του: πράγματι, «αυτό που ο Χριστιανισμός έδωσε στους νεοφώτιστους του δεν ήταν τίποτα λιγότερο από την ανθρωπιά τους» [38].

 

Αυτή την αλλαγή που έφερε ο χριστιανισμός την ζήλεψε και την ομολόγησε ακόμη και ο ειδωλολάτρης Ιουλιανός κι ας κατηγορούσε -όπως ήταν φυσικό- τους χριστιανούς για υποκρισία:

«Οι θεοί βέβαια αποκαταστάθηκαν με όλη τη λάμψη και το μεγαλείο τους [...] Μήπως νομίζουμε ότι αρκούν αυτά; Δεν βλέπουμε τάχα ότι εκείνα, που αύξησαν περισσότερο την αθεΐα είναι η ΦΙΛΑΝΘΡΩΠΙΑ προς τους ξένους, η ΦΡΟΝΤΙΔΑ για την ταφή των νεκρών και η προσποιητή αυστηρότητα της ζωής [39].

 

Απόδειξη ότι δεν έχει ΤΙΠΟΤΑ να καταγγείλει για τους χριστιανούς, είναι τα παρακάτω λόγια του Ιουλιανού:

«Είναι ντροπή, τη στιγμή που κανένας από τους Ιουδαίους δεν επαιτεί, τη στιγμή που οι ασεβείς Γαλιλαίοι ΤΡΕΦΟΥΝ κοντά στους δικούς τους ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΔΙΚΟΥΣ ΜΑΣ, να στερούνται οι δικοί μας τη βοήθεια μας [...] Δεν είναι σωστό ν' αφήνουμε να συνεχίζουν τα ΚΑΛΑ μας ΕΡΓΑ άλλοι ζηλωτές, κι εμείς να τα ΝΤΡΟΠΙΑΖΟΥΜΕ με την ΑΔΙΑΦΟΡΙΑ ΜΑΣ. Με τον τρόπο αυτό ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΠΟΥΜΕ ΤΗ ΛΑΤΡΕΙΑ ΤΩΝ ΘΕΩΝ» [40].

Οι χριστιανοί, με ομολογία του ειδωλολάτρη Ιουλιανού, αποτελούσαν όαση ανθρωπιάς μέσα σε μια κοινωνία που είχε καταντήσει να αντιλαμβάνεται ως διασκέδαση το να βλέπει ανθρώπους «να σκίζονται σε κομμάτια και να καταβροχθίζονται από τα κτήνη ή να σκοτώνονται σε ένοπλη μονομαχία» και μάλιστα, θεωρούσε το θέαμα αυτό «αντάξιο δώρο για τα γενέθλια ενός αγοριού. Είναι δύσκολο να κατανοηθεί η συναισθηματική ζωή τέτοιων ανθρώπων» [41].

Ο Χριστιανισμός σταμάτησε τις σφαγές ανθρώπων στους «αθλητικούς» αγώνες (και στους λεγόμενους καταχρηστικά «Ολυμπιακούς αγώνες» [42]), σταμάτησε τις ανθρωποθυσίες, σταμάτησε το πέταγμα των ανεπιθύμητων παιδιών στα σκουπίδια (ο τρομερός θεσμός της «έκθεσης»).

Διότι, η ανθρωπότητα επί ειδωλολατρίας διέθετε «χρήσιμα» μέλη, αλλά και λιγότερο «χρήσιμα». Τα λιγότερο χρήσιμα, ήταν σχεδόν πάντα γένους θηλυκού και γνωρίζουμε ότι …

…«από ένα σημαντικό οπωσδήποτε αριθμό χωρίων ακόμα και μη αττικών, βεβαιώνεται η συνήθεια έκθεσης των γεννηθέντων, οσάκις ιδίως αυτά ανήκαν στο ΓΥΝΑΙΚΕΙΟ ΦΥΛΟ» [43].

 

Η περιγραφή που ακολουθεί, είναι χαρακτηριστική:

«Η Νικαρέτη [...] αγόρασε εφτά πολύ μικρά ακόμα κορίτσια [...] Παρίστανε ότι ήταν κόρες της και ελεύθερες κι έτσι αποσπούσε μεγαλύτερα ποσά από εκείνους στους οποίους τις ΕΞΕΔΙΔΕ [...] Από που έρχονται αυτά τα κοριτσάκια; [...] Πολλά από αυτά τα κοριτσάκια μαζεύονται από τους δουλεμπόρους στους δρόμους όπου οι γονείς τους τα παρατούν μόλις γεννηθούν [...] Για τους φτωχότερους, μια κόρη είναι πράγματι ένα άχρηστο να τραφεί στόμα και καταδικάζεται στην έκθεση [...] Και τα κοριτσάκια που εγκαταλείπονται ήδη απ' τη γέννηση τους ρίχνονται σε σωρούς σκουπίδια στη γωνιά του δρόμου. Φροντίζουν να τα βάζουν σε ένα δοχείο ή σε μια χύτρα, γελοία προφύλαξη απ' τα αδέσποτα σκυλιά» [44].

Για την ρωμαϊκή εποχή όμως, υπάρχουν και σαφή αριθμητικά δεδομένα, τα οποία μοιάζουν αδιανόητα. Από το σύνολο των νόμιμων παιδιών σε μια δεδομένη περίοδο του 2ου αιώνα μ.Χ., καταγράφονται αγόρια σε ποσοστό 81% και κορίτσια μόλις σε ποσοστό 19% επειδή τα υπόλοιπα οι ειδωλολάτρες τα ΠΕΤΟΥΣΑΝ

«Οι κατάλογοι της βασιλείας του Τραϊανού [98-117 μ.Χ.], περιέχουν εγγραφές για επισιτιστική βοήθεια των νηπίων, για την ίδια πόλη και για τον ίδιο χρόνο, δύο νόθων, έναντι 179 νομίμων παιδιών και απ' αυτό το τελευταίο σύνολο, 34 κοριτσιών έναντι 145 αγοριών, αριθμοί που δεν επιτρέπουν άλλη εξήγηση γι' αυτή την ανισότητα, από την αντίστροφη σχέση των ‘εκθέσεων’, που τα θύματα τους, τις περισσότερες φορές, ήταν τα νόθα και τα κορίτσια» [45].

 

Τελικά ο Χριστιανισμός, αν και διαρκώς «κατηγορούμενος» από τους νεο-ειδωλολάτρες, για …μισογυνισμό, ήταν αυτός που συνέβαλε ουσιαστικά στην δημογραφική αύξηση των γυναικών:

«Το τρομερό δικαίωμα […] της νόμιμης παιδοκτονίας», του εθνικού πολίτη, ο οποίος «εγκαταλείπει τα νεογέννητα παιδιά του στους δημόσιους σκουπιδότοπους», θα του αφαιρεθεί οριστικά στις τελευταίες δεκαετίες του 4ου αιώνα[46] . Η απαγόρευση αυτή ίσχυε ακόμη και για το θάνατο βρέφους που γεννήθηκε «καθ’ οδόν» σε ερημιά, εκτός από την περίπτωση που η απώλεια ήταν αποτέλεσμα παντελούς έλλειψης των αναγκαίων για την διατροφή του[47]. Επιπλέον, σύμφωνα με τη νομοθεσία της βυζαντινής πολιτείας, και η έκτρωση θεωρούνταν πλέον ως φόνος[48].

 

Φυσικά, για τον χριστιανό, το ζήτημα της ανθρώπινης ζωής δεν ήταν θέμα νομοθεσίας της πολιτείας. Σ’ ένα από τα πρώτα χριστιανικά κείμενα, του 1ου αιώνα, τη «Διδαχή των Αποστόλων»[49], «βρίσκουμε την εντολή ‘μη δολοφονήσεις ένα παιδί με άμβλωση, ούτε να το θανατώσεις όταν γεννηθεί’», ενώ ο Ιουστίνος, στα μέσα του 2ου αιώνα, σημείωνε: «έχουμε διδαχθεί ότι είναι κακό να εκθέτουμε ακόμη και τα νεογέννητα παιδιά [...] [γιατί] έτσι θα είμαστε δολοφόνοι»[50].

Λοιπόν, ποιος έβγαλε ποιον, από την «πνευματική μιζέρια»;

 

Ανιστόρητα 5. Ανεξιθρησκία για όλους εκτός από τους …Χριστιανούς!

- Στη σελ. 13 του προλόγου, αναφέρεται: «Ο θρησκευτικός αποστολικός ζήλος δεν υπήρξε ποτέ γνώρισμα του ελληνισμού»:

 

Πρώτον: Η έκφραση «θρησκευτικός αποστολικός ζήλος» ΑΣΦΑΛΩΣ και δεν αφορά τον Ελληνισμό, αλλά είναι μια έκφραση που αφορά αποκλειστικά την ΕΙΔΩΛΟΛΑΤΡΙΑ και όχι τον ελληνικό πολιτισμό γενικά και αόριστα, ο οποίος, δεν θα κουραστούμε να το λέμε, δεν είναι καθόλου υποχρεωτικά συνδεδεμένος με τον παγανισμό.

 

Δεύτερον: Τα δήθεν περί ανεξιθρησκίας των ειδωλολατρών είναι μάλλον φαιδρά: εκτός από τον Ιουλιανό ο οποίος πραγματοποίησε θρησκευτικές διώξεις υπέρ της ειδωλολατρίας ή τον Αντίοχο τον Επιφανή (που είχε το παρατσούκλι «Επιμανής» δηλ. «Τρελλός») και πραγματοποίησε σκληρές διώξεις εβραίων, μια ειρωνική απάντηση δίνει στο θέμα ο γνωστός (και όχι ιδιαίτερα φιλο- χριστιανός) ιστορικός De Ste. Croix, G.E.M.:

Οι εθνικοί «απηύθυναν θλιβερές εκκλήσεις για ανεξιθρησκία, την οποία είχαν πάντα τη διάθεση να την επιτρέψουν ο ένας στον άλλον, αλλά όχι στους χριστιανούς» [51].

Πώς να μιλάμε για ανεξιθρησκία εκ μέρους των ειδωλολατρών όταν έχουμε τόσους διωγμούς επί τρεις αιώνες; Και αφού είχαμε ανεξιθρησκία, ας μας πουν πόσα αγάλματα του Ιησού έφτιαξαν για να τον λατρέψουν οι ειδωλολάτρες;

 

Όσον αφορά την δήθεν ανεξιθρησκία της ειδωλολατρίας, βλέπουμε τις διώξεις του Αντίοχου Δ΄:

#1. «Ο Αντίοχος Δ ', ο παράλογος Επιφανής -αυτός που του έδωσαν το παρατσούκλι Επιμανής, δηλαδή παλαβός- επιχείρησε να γκρεμίσει τα τείχη του Νεεμία και να χτίσει, ίσως πάνω σ' ένα προμαχώνα του δυτικού λόφου, την Άκρα, ένα φρούριο που προοριζόταν να επιβλέπει την πόλη, ενώ είχαν κιόλας αρχίσει οι διωγμοί, που θα προκαλούσαν τον λυτρωτικό ενθουσιασμό της εξέγερσης των Μακκαβαίων» [52].

#2. «Ο Αντίοχος Δ΄ κατάλαβε ότι η δημιουργία ισχυρού ελληνικού κράτους ήταν η καλύτερη εξασφάλιση του ενάντια στη Ρώμη [...] προσπάθησε σκόπιμα να εξελληνίσει ανάμεσα στους άλλους και τους Εβραίους. Φρουρά εγκαταστάθηκε στην Ιερουσαλήμ και ο Ναός καθιερώθηκε στον Ολύμπιο Δία» [53].

#3. «Ο βασιλιάς των Σελευκιδών Αντίοχος Δ΄ κατά την προσπάθεια του να κάμει την Ιερουσαλήμ πόλη των Ελλήνων, διέταξε να καίουν την Αγία Γραφή των Ιουδαίων και να εκτελούν όποιον τύχαινε να συναντούν να κατέχει τέτοιο βιβλίο» [54].

 

Αλλά και τις ομολογίες διώξεων από τον Ιουλιανό.

 

#1. Απειλές για την προσκύνηση των ειδώλων:

«Εσύ διατάζεις, όπως ξέρεις, μέσα, αφού άλλωστε τούτο απαιτεί ο θείος νόμος. ΟΣΟΙ ΥΠΑΚΟΥΝ είναι αληθινά θεοσεβείς. Όσοι φέρνουν αντίδραση με την αλαζονεία τους, είναι δοξομανείς και ενόδοξοι [...] Είμαι ΠΡΟΘΥΜΟΣ ΝΑ ΒΟΗΘΗΣΩ την Πισσινούντα, ΑΝ ΠΡΩΤΑ εξευμενίσουν τη Μητέρα των θεών. ΑΝ ΟΜΩΣ την αμελήσουν, δε θα είναι μόνο άξιοι ΜΟΜΦΗΣ, αλλά —ας μην πω την πικρή λέξη— και θα ΥΠΟΣΤΟΥΝ ΤΗ ΔΥΣΜΕΝΕΙΑ ΜΑΣ. Δεν είναι δίκαιο να πονώ ούτε να καμαρώνω ανθρώπους που ΣΙΧΑΙΝΟΝΤΑΙ οι αθάνατοι θεοί μας. ΚΑΝΕ ΤΟΥΣ ΝΑ ΚΑΤΑΛΑΒΟΥΝ ότι, ΑΝ ΕΠΙΘΥΜΟΥΝ την ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ μου, όλοι μαζί πρέπει ΝΑ ΙΚΕΤΕΥΣΟΥΝ τη Μητέρα των θεών» [55].

 

#2. Μαρτυρία για τη βία των ειδωλολατρών. Δεν υπάρχει ουδεμία απειλή για φυλάκιση ή δίκη. Οι ειδωλολάτρες χτυπούν και βασανίζουν (εκείνους που τους τρέφουν από φιλανθρωπία όπως είδαμε) όμως ο Ιουλιανός αρκείται σε συμβουλές:

 «Πρέπει να πείθετε και να διδάσκετε τους ανθρώπους σύμφωνα με τη λογική και όχι με χτυπήματα ούτε με ύβρεις ούτε με σωματικά βασανιστήρια. Τώρα όπως και άλλοτε συμβούλευσα αυτούς που ορμώνται από αληθινό σεβασμό προς τους θεούς να μη βλάπτουν τα πλήθη των Γαλιλαίων ούτε να τους επιτίθενται ούτε να τους βρίζουν. Περισσότερο πρέπει να λυπάται κάποιος παρά να μισεί όσους σφάλλουν πάνω σε τόσο σημαντικά θέματα, επειδή το μεγαλύτερο προτέρημα είναι η θεοσέβεια, ενώ αντίθετα η ασέβεια είναι το μεγαλύτερο κακό. Συμβαίνει εκείνοι που απομακρύνονται από τους θεούς για να αφοσιωθούν στους νεκρούς και στα λείψανα, να υποστούν την τιμωρία αυτών…»[56].

 

#3. Άμεση απειλή κατά του Μ. Αθανασίου:

«Ωστόσο πληροφορούμαι πως ο θρασύτατος Αθανάσιος, επειδή παρασύρθηκε, ανακατέλαβε εκείνο που αυτοί αποκαλούν επισκοπικό θρόνο, πράξη που για τον θεοσεβή λαό της Αλεξάνδρειας είναι πολύ ενοχλητική. Τον διατάζουμε λοιπόν να εγκαταλείψει την πόλη αμέσως την ημέρα που θα λάβει τούτο το γράμμα της δικής μας ημερότητας. Αν παραμείνει μέσα στην πόλη, του υποσχόμαστε πολύ μεγαλύτερες και σκληρότερες ποινές» [57].

 

#4. Καύση χριστιανικών βιβλίων με εντολή του Ιουλιανού:

«Φρόντισε να βρεθούν τα βιβλία του Γεωργίου. Από τα βιβλία του πολλά ήταν φιλοσοφικά, πολλά ρητορικά και πολλά σχετικά με τη θεωρία των ασεβών Γαλιλαίων. Τα τελευταία θα ήθελα να τα εξαφανίσω τελείως» [58].

«Η βιβλιοθήκη του Γεωργίου ήταν πολύ μεγάλη και αξιόλογη και είχε κάθε είδους έργα φιλοσόφων, πολλών σχολιαστών, επίσης μεταξύ τους ήταν πολλά και διάφορα βιβλία των Γαλιλαίων. Φρόντισε, όλη τούτη τη βιβλιοθήκη να τη βρεις και να τη στείλεις στην Αντιόχεια. Μάθε πως θα πάθεις μεγάλη συμφορά, αν δεν ψάξεις με προσοχή. Όσοι δίνουν την υπόνοια ότι έκλεψαν κάποια βιβλία, φρόντισε να τους αναγκάσεις να τα παραδώσουν όλα, καταφεύγοντας σε κάθε είδους έλεγχο, σε κάθε είδους όρκο, και κυρίως βασάνιζε τους δούλους, αν δεν μπορείς να τους πείσεις» [59].

 

Κατά τα άλλα «ο θρησκευτικός αποστολικός ζήλος δεν υπήρξε ποτέ γνώρισμα» της ΕΙΔΩΛΟΛΑΤΡΙΑΣ (η λέξη «ελληνισμού» που χρησιμοποίησε ο κ. Αβραμίδης, ως εξόχως ΠΑΡΑΠΛΑΝΗΤΙΚΗ αντικαθίσταται με την ορθή λέξη «ειδωλολατρία»…).

 

Επίλογος. Παραποίηση των δεδομένων της ύστερης αρχαιότητας: καταστροφές ναών, έκδοση νόμων, παρακμή της ειδωλολατρίας.

Και φυσικά, ας μην γελιόμαστε. Ακόμη και στην «αγαπημένη» εποχή των νέο-ειδωλολατρών, την ύστερη αρχαιότητα, την μονόπλευρα παρουσιασμένη όπου επιχειρούν να βάλουν σε ζυγαριά τα οικοδομικά υλικά μερικών κατεστραμμένων ναών με το αίμα χιλιάδων βασανισμένων, καμένων, αποκεφαλισμένων και κατασπαραγμένων μαρτύρων, υπάρχουν και άλλα προβλήματα για την απολογητική τους: ένα από αυτά είναι…

… «ο υπερβολικά μεγάλος αριθμός φιλολογικών μαρτυριών για καταστροφές ναών που συναντάμε τόσο σε χριστιανούς συγγραφείς όσο και σε εθνικούς» ο οποίος τελικά «είναι ύποπτος. Στην προσπάθεια τους να ηρωοποιήσουν επισκόπους και αυτοκράτορες σε μια περίοδο κατά την οποία ο θρησκευτικός φανατισμός θεωρείτο αρετή, συχνά οι εκκλησιαστικοί συγγραφείς απέδιδαν σε αυτούς φανταστικές καταστροφές ναών ή, στην καλύτερη περίπτωση, μεγαλοποιούσαν τα ηροστράτεια ανδραγαθήματα τους. Οι εθνικοί, από την πλευρά τους, είχαν κάθε συμφέρον να κινδυνολογούν, παρουσιάζοντας τους εαυτούς τους ως μάρτυρες» [60].

Επιπλέον «οι νομικοί κώδικες, που εκ πρώτης όψεως μοιάζουν να προσφέρουν μαρτυρία αδιάβλητη και αντικειμενική, αποτελούν για τον Ιστορικό της ύστερης αρχαιότητας πηγή εξίσου προβληματική με τα φιλολογικά κείμενα. Ένας λόγος είναι ότι δεν ξέρουμε ποιοι και πόσοι νόμοι δεν κωδικοποιήθηκαν ποτέ, ενώ ένας σημαντικότερος ακόμη λόγος συνίσταται στο ότι η δημοσίευση ενός νόμου δεν συνεπάγεται και την εφαρμογή του» [61].

 

Ταυτόχρονα, στην περίοδο αυτή κατά την οποία οι νέο-παγανιστές θέλουν να μας πείσουν ότι οι ειδωλολάτρες ήταν κακόμοιρα «θύματα»…

…«στην περιοχή της Γάζας ο βιογράφος του αγίου Πορφυρίου (347-420 μ.Χ.) καταγράφει […] συγκρούσεις μεταξύ εθνικών και χριστιανών το 396 μ.Χ. Κάθε φορά που ο άρχοντας της πόλης ήταν ειδωλολάτρης έβρισκαν οι ειδωλολάτρες την ευκαιρία να βλάψουν τους χριστιανούς, ιδίως μεταξύ των ετών 396 και 398» [62].

Και αυτό φυσικά σήμαινε εκτελέσεις και θανατώσεις από τους ειδωλολάτρες, ειδικά στη Συρία όπου γινόταν και η μεγαλύτερη αναστάτωση:

«Οπως όμως ήταν αναμενόμενο, ‘η των Ελλήνων [δηλ. των ειδωλολατρών της Συρίας] ηυξήθη μανία και πολλοί των μοναχών οι μεν ΕΠΛΗΓΗΣΑΝ οι δε και ΑΠΕΘΑΝΟΝ’, όπως σημειώνει σε επιστολή του στον πρεσβύτερο Ρουφίνο ο Χρυσόστομος» [63].

 

Αυτά βέβαια τα αποσιωπούν μεθοδικά οι νέο-παγανιστές. Όπως φυσικά αποσιωπούν το απόλυτα δεδομένο ιστορικό γεγονός ότι η ειδωλολατρία παρουσιαζόταν χωρίς ζωτικότητα ήδη από τους πρώτους δύο χριστιανικούς αιώνες.

 

Είναι οπωσδήποτε ένα ενδιαφέρον κεφάλαιο να συγκεντρωθούν όλες εκείνες οι μαρτυρίες που δείχνουν πόσο αμείλικτο είναι το ερώτημα που επιβάλει η κοινή λογική.

Πως είναι δυνατόν:

ο Χριστιανισμός που απορροφά διαρκώς πιστούς της ειδωλολατρίας και να αναπτύσσεται ασταμάτητα εν μέσω διωγμών, υποχρεώνοντας τον Κέλσο από τον 2ο μόλις αιώνα να λιβελογραφήσει εναντίον του,

ο Χριστιανισμός που κατακτά το ρωμαϊκό στράτευμα και τον λαό σε τέτοιο βαθμό που να υποχρεώσει σε ήττα την Ρώμη και να υπογράψει το διάταγμα των Μεδιολάνων,

να λένε κάποιοι ότι είχε ανάγκη την αυτοκρατορική εύνοια για να αναπτυχθεί; Αναπτυσσόταν δηλ. όταν σφαζόταν, και θα σταματούσε σε καιρό ειρήνης;

Ποια λογική του παραλόγου το ορίζει αυτό;

 

Δεν αναρωτιούνται ποτέ ότι η Ορθοδοξία άντεξε τις διώξεις τις ειδωλολατρίας (διώξεις θανάτου επί 160 χρόνια αθροιστικά στους τρεις πρώτους αιώνες), διώξεις αιματηρές που συνεχίστηκαν στο Βυζάντιο επί Κωνσταντίου, Βάλη και Εικονομάχων (συνολικά 150 χρόνια περίπου), διώξεις με βίαιους ή έμμεσους εξισλαμισμούς επί Τουρκοκρατίας (άλλα 400 χρόνια);

Κι όμως, η Ορθοδοξία επέζησε από αιματηρές διώξεις 700 χρόνων και η ειδωλολατρία εξαφανίστηκε σε λίγα χρόνια επειδή έκλεισαν οι …ναοί;

 

Κατά συνέπεια, ορθώς λένε οι λόγιοι από την εποχή ακόμη του Παπαρρηγόπουλου: 

«Οι ναοί κατέπιπτον, και η πίστις εμαραίνετο, και εν γένει το αρχαίον θρήσκευμα εφθείρετο αλλ' εφθείρετο ήρεμα εξ ΟΡΓΑΝΙΚΟΥ ΘΑΝΑΤΗΦΟΡΟΥ ΝΟΣΗΜΑΤΟΣ μάλλον ή διά πληγών έξωθεν καταφερομένων» [64].

«Τον τέταρτο αιώνα ο παγανισμός μοιάζει με ζωντανό πτώμα που αρχίζει να διαλύεται μόλις το κράτος παύει να τον υποστηρίζει. Και είναι δύσκολο να πιστέψουμε ότι η προσπάθεια του Ιουλιανού να τον αναστήσει με ένα μείγμα αποκρυφισμού και ηθικολογίας μπορούσε να έχει κάποια μόνιμη επιτυχία, ακόμη κι αν εκείνος είχε ζήσει για να επιβάλει το πρόγραμμα του. Η ζωτικότητα είχε χαθεί […] Ένας λόγος για την επιτυχία του χριστιανισμού ήταν απλώς η αδυναμία και η κόπωση του αντιπάλου- ο παγανισμός είχε χάσει την πίστη του τόσο στην επιστήμη όσο και στον εαυτό του. Ο χριστιανισμός, από την άλλη, κρίθηκε άξιος να ζήσει επειδή θεωρήθηκε άξιος να πεθάνει κανείς γι' αυτόν. Είναι προφανές ότι ο Λουκιανός, ο Μάρκος Αυρήλιος, ο Γαληνός και ο Κέλσος ήταν, παρά τις απόψεις τους, εντυπωσιασμένοι από το θάρρος των χριστιανών απέναντι στο θάνατο και στο μαρτύριο. Και αυτό το θάρρος πρέπει να αποτέλεσε την πρωταρχή πολλών προσηλυτισμών» [65]!

«Η ιδέα ότι η αδυναμία της ειδωλολατρίας προκλήθηκε από τη χριστιανική πολιτική δύναμη, αποτυγχάνει να εξηγήσει πώς ο Χριστιανισμός κατόρθωσε και ήταν τόσο επιτυχημένος […] Το γεγονός ότι ο Χριστιανισμός ήταν σε θέση να ενσφηνώσει μια σημαντική θέση για τον ίδιο ενάντια στην αντίδραση της ειδωλολατρίας, κατευθύνει το επίκεντρο της προσοχής μας στα σημάδια αδυναμίας στην ειδωλολατρία» [66]!

 

Οι νέο-παγανιστές, μονίμως…

Ξεχνούν ότι «οι παγανιστικές λατρείες, τόσο στην Αθήνα όσο και σε άλλες πόλεις, είχαν μικρή λαϊκή υποστήριξη» [67].

Ξεχνούν ότι ο ίδιος ο ειδωλολάτρης Ζώσιμος ομολογεί άθελά του ότι ακόμη και στην Αθήνα, ήταν αντικείμενο χλευασμού οι δημόσιες ειδωλολατρικές εκδηλώσεις. Όταν ο ειδωλολάτρης ιερέας Νεστόριος είπε στις Αρχές ότι για να γλυτώσει η πόλη από τους σεισμούς πρέπει να τιμηθεί με δημόσιες τελετές ο ήρωας Αχιλλέας, εκείνοι νόμισαν ότι βρίσκεται σε παραλήρημα λόγω γήρατος[68]!

Ξεχνούν ότι ο Ιουλιανός, βιώνει αυτοπροσώπως το τέλος της ειδωλολατρίας, όταν πηγαίνοντας στην πλούσια Αντιόχεια, μέγα κέντρο της ειδωλολατρίας, αντί να συναντήσει τις μεγαλοπρεπείς τελετές και θυσίες που ονειρεύεται, βλέπει πικραμένος ναούς άδειους και έναν ταλαίπωρο ειδωλολάτρη ιερέα να έχει φέρει μια χήνα όλη για θυσία, και αυτή από το σπίτι του[69]! Και γι’ αυτό αναφωνεί πικραμένος ότι «είναι φρικτό […] μια τόσο σημαντική πόλη να παραμελεί τους θεούς περισσότερο κι από κωμόπολη στα βάθη του Πόντου» μια πόλη που «κατέχει δέκα χιλιάδες κλήρους ιδιόκτητη γη» να μην φέρνει ούτε ένα πτηνό για θυσία[70]!

Ξεχνούν ότι ο Ιουλιανός αγανακτεί βλέποντας ότι μέχρι και «οι σύζυγοι και τα παιδιά και οι δούλοι πολλών ιερέων ασπάζονταν τον χριστιανισμό» [71]!

Ξεχνούν τα «άφθονα σημάδια ειδωλολατρικής παρακμής […] μια ραγδαία πτώση σε αναθηματικές επιγραφές ιερής αρχιτεκτονικής […] [τις] εντυπωσιακά ελάχιστες πληροφορίες σχετικά με ναούς και ιερείς μετά τα μέσα του 3ου αιώνα […] τα στοιχεία τα οποία έδειχναν ότι η ειδωλολατρία στην Αίγυπτο μειώθηκε εμφανώς στον 3ο αιώνα αλλά […]  [ήταν] ήδη σε πτώση στον 1ο αιώνα […] [ότι έχει γίνει τεκμηρίωση] μιας παρόμοιας πτώσης στην επιρροή της παραδοσιακής ειδωλολατρίας στην Καρθαγένη κατά τον 1ο αιώνα […] την έλλειψη δημόσιου σεβασμού [...]  ότι οι τοίχοι της Πομπηίας αφθονούν σε εξαιρετικά βλάσφημα γκράφιτι και σχέδια, μερικά από τα οποία είναι επίσης πολύ άσεμνα [...] [τα οποία] κανένας δεν παρωθήθηκε να τα αφαιρέσει ή να τα επικαλύψει» [72]!

Ξεχνούν βεβαίως ότι η πνευματική πίεση του Χριστιανισμού έπαιξε κι αυτή σημαντικό ρόλο στην εξαφάνιση της ειδωλολατρίας και γι’ αυτό εμφανίζονται «παραστάσεις του Διονύσου […] σε βρεφική ηλικία» που παρουσιάζουν «έντονη επίδραση χριστιανικών στοιχείων» καθώς παρουσιάζουν ανθρώπους «που έρχονται κομίζοντας δώρα στον νεογέννητο θεό» [73]!

Ξεχνούν την επιρροή ακόμη και της χριστιανικής Σωτηριολογίας η οποία μεταβάλλει στην φιλολογία της εποχής τον ίδιο τον Διόνυσο σε έναν Χριστό που δακρύζει για τους ανθρώπους:

«ένας στίχος των Διονυσιακών, από το 12ο βιβλίο, δεν θα μπορούσε ποτέ να έχει γραφτεί σε ελληνικό ειδωλολατρικό ποίημα της προχριστιανικής εποχής: «Ο κύριος μας, ο Βάκχος, έχυσε δάκρυα, για να δώσει τέλος στα δάκρυα των θνητών». Οι θεοί της ειδωλολατρίας δεν επωμίζονταν κατά παράδοση τα βάσανα των θνητών. Πρέπει να διακρίνουμε προσεκτικά την αφομοίωση χριστιανικών στοιχείων, κυρίως σωτηριολογικών, στον παγανισμό της ύστερης αρχαιότητας» [74].

 

Όλα αυτά κανένας νόμος δεν τα επέβαλλε και η μελέτη της βιβλιογραφίας ξεκαθαρίζει τι ακριβώς σημαίνει ιστορία και τι σημαίνει προπαγάνδα. Τόσο σαθρά είναι τα «πόδια» επάνω στα οποία στηρίζεται το ψευδο-ιστορικό οικοδόμημα που προσπαθεί να χτίσει η νέο-ειδωλολατρία...

 

Όπως ήδη αναφέραμε, λόγω της έκτασης του άρθρου, θα ακολουθήσει και ένα τελευταίο 3ο μέρος με τις υπόλοιπες απαντήσεις.


 

[1] Στην κεντρική σελίδα της ΟΟΔΕ υπάρχει δυνατότητα αναζήτησης άρθρων με την επιλογή: «Αναζήτηση στην ΟΟΔΕ (μέσω του Google)».

[2] Η μαρτυρία του Ηροδότου είναι συντριπτική (Ιστορίαι, «Ευτέρπη», 49): «Δεν θα παραδεχτώ ΠΟΤΕ ότι οι παρόμοιες τελετές που οργανώνονται στην Ελλάδα και την Αίγυπτο είναι το αποτέλεσμα απλής σύμπτωσης —αν αλήθευε αυτό, οι τελετές μας ΘΑ ΕΙΧΑΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ και δεν θα είχαν ΕΙΣΑΧΘΕΙ πρόσφατα στην Ελλάδα. Ούτε θα δεχτώ ποτέ ότι οι Αιγύπτιοι πήραν από τους Έλληνες ΑΥΤΟ ή ΟΠΟΙΟΔΗΠΟΤΕ ΑΛΛΟ ΕΘΙΜΟ ΤΟΥΣ» (μτφρ. από: Ηρόδοτος, Ιστορία #2. «Ευτέρπη» (σειρά «Οι Έλληνες» #45), Κάκτος, Αθήνα 1994, σελ. 99).

[3] Παπαλεξανδρόπουλος Στέλιος, «Ο νεοπαγανισμός ως νέα θρησκεία» στο: περιοδ. «Σύναξη», τεύχ. 69 (Αθήνα 1999), σελ. 27.

[4] Βλ. σε σχετικό άρθρο της ΟΟΔΕ για τις αιματηρές διώξεις της Ορθοδοξίας από τον εικονομάχο Κων/ο Ε΄ τον «Κοπρώνυμο».

[5] Χρήστου Παναγιώτης, στο περιοδ. «Κληρονομία», τόμ. 5, τεύχ. 2 (ΙΟΥΛ 1973), Θεσσαλονίκη, Πατριαρχικό Ίδρυμα Πατερικών Μελετών, σελ. 436.

[6] Clark Gillian, «Οι γυναίκες στην όψιμη αρχαιότητα», Παπαδήμας, Αθήνα 1997, σελ. 58.

[7] Ιουλιανός, Επιστολαί, #84: «προς τον Αρσάκιο, αρχιερέα της Γαλατίας», μτφρ. στο: Ιουλιανός, Άπαντα #4 (σειρά «Οι Έλληνες» #277), Κάκτος, Αθήνα 1993, σελ. 275.277.

[8] PG 644-645: «…πόθεν σοι το μυείσθαι, και το μυείν, και το θρησκεύειν; Ου παρά Θρακών, και η κλήσις πειθέτω σε; Το θύειν δε ου παρά Χαλδαίων, είτ' ουν Κυπρίων; Το αστρονομείν δε ου Βαβυλώνιον; Το δε γεωμετρείν ουκ Αιγύπτιον; Το δε μαγεύειν ου Περσικόν; Την δε δι' ονείρων μαντικήν τίνων η Τελμησέων ακούεις; Την οιωνιστικήν δε τίνων; ουκ άλλων η Φρυγών, των πρώτων περιεργασαμένων ορνίθων πτήσίν τε και κινήματα; Και, ίνα μη μακρολογώ, πόθεν σοι το καθ' έκαστον; ουχ εν εξ εκάστων; ων πάντων εις ταυτό συνελθόντων, εν δεισιδαιμονίας συνέστη μυστήριον;».

[9] «Επί Μ. Κωνσταντίνου η Διοίκησις Θράκης […] περιελάμβανε την εκτεινομένην από του θρακικού πελάγους και της θρακικής χερσονήσου χώραν μέχρι του κάτω Δουνάβεως» (Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια, τόμ. 6, εκδ. Μαρτίνος Αθ., Αθήνα 1965, στ. 526)

[10] Τσέντος Γιάννης, «Ιουλιανός ο Παραβάτης», εκδ. Τήνος, Αθήνα 2004, σελ. 100.

[11] Τσέντος Γιάννης, «Ιουλιανός…», ό.π., σελ. 101.

[12] Επιστολή 114 προς τους Βοστρηνούς, Ιουλιανός, Άπαντα, τόμ. 5, Κάκτος, Αθήνα 1994, σελ. 193.

[13] Αναστασίου Ιωάννης, «Εκκλησιαστική Ιστορία», τόμ. Α΄, εκδ. Επίκεντρο, Θεσσαλονίκη 1983, σελ. 238.

[14] «Αλάριχος A΄», εγκυκλοπαίδεια «Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα», τόμ. 6, εκδ. Πάπυρος, Αθήνα 2004-2005 [CD-ROM].

[15] Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, «Ιστορία του Βυζαντίου» (επιμ. C. Mango, μτφρ. Καραγιώργου Όλγα), Νεφέλη, Αθήνα 2006 (c2002), σελ. 64.

[16] Παπαθανασίου Θανάσης, «(Αυτο)Κριτική ερμηνεία της καταστροφής παγανιστικών ιερών από χριστιανούς» στο: περιοδ. «Σύναξη», τεύχ. 69 (Αθήνα 1999), σελ. 63.

[17] Μπαμπινιώτης Γεώργιος, «Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας», 2η έκδ. εμπλουτισμένη, Κέντρο Λεξικολογίας, Αθήνα 2005, σελ. 407.

[18] Μτφρ. στο:  Ζώσιμος, «Νέα ιστορία (306-410 μ.Χ.)» (μτφρ. Αβραμίδης Ιω.-Καλαϊτζάκης Θεοφ.), εκδ. Θύραθεν, Θεσσαλονίκη 2007, σελ. 303.

[19] Μτφρ. στο:  Ζώσιμος, «Νέα ιστορία (306-410 μ.Χ.)», ό.π., σελ. 301.

[20] Mαρία Kαζανάκη - Λάππα (βυζαντινολόγος), «Οι πρώτες Εκκλησίες», εφημ. Η Kαθημερινή. Επτά Ημέρες, KYPIAKH 24 ΔEKEMBPIOY 1995 [αφιέρωμα: «Βυζαντινή Αθήνα»], σελ. 6.

[21] «Όπως συνάγεται από τις πληροφορίες των πηγών και τα ανασκαφικά δεδομένα, η ελληνορωμαϊκή παράδοση συνυπάρχει ειρηνικά στην πόλη με τον αναδυόμενο χριστιανικό κόσμο» (Mαρία Kαζανάκη - Λάππα (βυζαντινολόγος), «Οι πρώτες Εκκλησίες», ό.π.).

[22] Η Θεσσαλονίκη ήταν από την εποχή του Απ. Παύλου ορμητήριο για την διάδοση του Χριστιανισμού στην Ελλάδα. Ήταν επίσης πρωτεύουσα του Ανατολικού Ιλλυρικού και γνωρίζουμε σειρά επισκόπων από τον 2ο αιώνα και εξής. Στο τέλος του 4ου αιώνα σχεδιάζεται να ιδρυθεί στη Θεσσαλονίκη παπικό βικαριάτο το οποίο πραγματοποιείται ήδη στα πρώτα χρόνια του 5ου αιώνα με αποτέλεσμα η τότε ισχύς της Ρώμης να λαμπρύνει την επισκοπή και τον επίσκοπο Θεσσαλονίκης έναντι των υπολοίπων του Ιλλυρικού (Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια, τόμ. 6, εκδ. Μαρτίνος Αθ., Αθήνα 1965, στ. 449-451. 460-461).

[23] Σωκράτης Σχολαστικός, «Εκκλησιαστική Ιστορία», 5.6, βλ. και PG 67,572C.

[24] Chuvin Pierre, «Οι τελευταίοι εθνικοί. Ένα χρονικό της ήττας του παγανισμού», εκδ. Θύραθεν, Θεσσαλονίκη 2004, σελ. 103.

[25] Ζακυθηνός Διονύσιος, «Βυζαντινή Ιστορία 324-1071», εκδ. Δωδώνη, Αθήνα-Γιάννινα 1989 (c1972), σελ. 99.

[26] Μεταλληνός Δ. Γεώργιος, «Πηγές Εκκλησιαστικής Ιστορίας», Αρμός, Αθήνα 1989, σελ. 118.

[27] Βλ. το άρθρο της ΟΟΔΕ για το θέμα αυτό, ιδιαίτερα βλ. τις παραγράφους #3 και #4.

[28] Μεταλληνός Δ. Γεώργιος, «Παγανιστικός Ελληνισμός ή Ελληνορθοδοξία;», 3η έκδ., Αρμός, 2003, σελ. 53-54.

[29] Μτφρ. από το: Hunger Herbert, «Βυζαντινή Λογοτεχνία. Η Λόγια Κοσμική Γραμματεία των Βυζαντινών», τόμ. Α΄, ΜΙΕΤ, Αθήνα 1987, σελ. 94.

[30] Φειδάς Ιω. Βλάσιος, «Εκκλησιαστική Ιστορία. Από την Εικονομαχία μέχρι τη Μεταρρύθμιση», τόμ. Β΄, 3η έκδ., Αθήνα 2002, σελ. 289.

[31] Reynolds D.L. & Wilson G.N., «Αντιγραφείς και Φιλόλογοι», ΜΙΕΤ, Αθήνα 1981, σελ. 68.

[32] Βλ. το άρθρο της ΟΟΔΕ για το θέμα αυτό, ιδιαίτερα βλ. τις παραγράφους #3 και #4.

[33] Ηρoδότου, «Ιστορίαι», ΙΙ.4. Μτφρ. από το: Ηρόδοτος, «Ιστορία #2. Ευτέρπη» (σειρά «Οι Έλληνες» #45), Κάκτος, Αθήνα 1994, σελ. 41

[34] Ηρoδότου, «Ιστορίαι», ΙΙ.49. Μτφρ. από το: Ηρόδοτος, «Ιστορία #2. Ευτέρπη» (σειρά «Οι Έλληνες» #45), Κάκτος, Αθήνα 1994, σελ. 99

[35] Ηρoδότου, «Ιστορίαι», ΙΙ.50. Μτφρ. από το: Ηρόδοτος, «Ιστορία #2. Ευτέρπη» (σειρά «Οι Έλληνες» #45), Κάκτος, Αθήνα 1994, σελ. 99.101

[36] Ηρόδοτος, «Ιστορία #2. Ευτέρπη» (σειρά «Οι Έλληνες» #45), Κάκτος, Αθήνα 1994, σελ. 270-271, υποσημ. #81.

[37] Λιβάνιος, Declamation 41.

[38] Rodney Stark, «Η Εξάπλωση του Χριστιανισμού» (μτφρ. Μαρία Λουκά), Άρτος Ζωής, Αθήνα 2005, σελ. 324.

[39] Ιουλιανός, Επιστολαί, #84: «προς τον Αρσάκιο, αρχιερέα της Γαλατίας», μτφρ. στο: Ιουλιανός, Άπαντα #4 (σειρά «Οι Έλληνες» #277), Κάκτος, Αθήνα 1993, σελ. 273.

[40] Ιουλιανός, Επιστολαί, #84, ό.π., σελ. 275-277.

[41] Rodney, «Η Εξάπλωση…», ό.π.

[43] Biscardi Arnaldo, «Αρχαίο Ελληνικό Δίκαιο» , 5η έκδ., Παπαδήμας, Αθήνα 2004, σελ. 181.

[44] Salles Catherine, «Η Άλλη όψη της Αρχαιότητας. Ο Υπόκοσμος» (μτφρ. Κώστας Τσιταράκης), 2η έκδ., Παπαδήμας, Αθήνα 1998, σελ. 46-48.

[45] Carcopino Jerome, «Η Καθημερινή Ζωή στη Ρώμη στο Απόγειο της Αυτοκρατορίας», Παπαδήμας, Αθήνα 1981, σελ. 106.

[46] Carcopino, «Η Καθημερινή Ζωή στη Ρώμη…», ό.π.

[47] Κουκουλές, «Βυζαντινών Βίος και Πολιτισμός», τόμ. Δ΄, εκδ. Παπαζήση, Αθήνα 1948-1955, σελ. 13. Βλ. και PG 32, 728.796.

[48] Κουκουλές Φαίδων, «Βυζαντινών Βίος…»,ό.π.

[49] Βλ. Περισσότερα στην Ορθόδοξη εγκυκλοπαίδεια: http://el.orthodoxwiki.org/Διδαχή_των_Αποστόλων .

[50] Rodney, «Η Εξάπλωση…», ό.π., σελ. 193.

[51] De Ste. Croix, G. E. M., «Ο χριστιανισμός και η Ρώμη, διωγμοί, αιρέσεις και ήθη», ΜΙΕΤ, Αθήνα 2005, σελ. 26.

[52] Ροπς Ντανιέλ, «Η καθημερινή ζωή στην Παλαιστίνη στους χρόνους του Ιησού», 2η έκδ. Παπαδήμας, Αθήνα 1990, σελ. 104.

[53] Botsford & Robinson, «Αρχαία Ελληνική Ιστορία», 2η έκδ., ΜΙΕΤ, Αθήνα 1979, σελ. 535.

[54] Blanck Horst, «To Βιβλίο στην Αρχαιότητα», Παπαδήμας, Αθήνα 1994, σελ. 174.

[55] Ιουλιανός, Επιστολαί, 84. Μτφρ. στο: Ιουλιανός, Άπαντα #4 (σειρά «Οι Έλληνες» #277), Κάκτος, Αθήνα 1993, σελ. 277.

[56] Ιουλιανός, Επιστολαί, #114: «προς Βοστρηνούς», μτφρ. στο: Ιουλιανός, Άπαντα #5 (σειρά «Οι Έλληνες» #278), Κάκτος, Αθήνα 1993, σελ. 196.

[57] Ιουλιανός, Επιστολαί, #110: «προς τους Αλεξανδρινούς», μτφρ. στο: Ιουλιανός, Άπαντα #5 (σειρά «Οι Έλληνες» #278), Κάκτος, Αθήνα 1993, σελ. 185.

[58] Ιουλιανός, Επιστολαί, #107: «προς τον Εκδίκιο, έπαρχο Αιγύπτου», μτφρ. στο: Ιουλιανός, Άπαντα #5 (σειρά «Οι Έλληνες» #278), Κάκτος, Αθήνα 1993, σελ. 181.

[59] Ιουλιανός, Επιστολαί, #106: «προς τον Πορφύριο, γενικό διευθυντή των οικονομικών», μτφρ. στο: Ιουλιανός, Άπαντα #5 (σειρά «Οι Έλληνες» #278), Κάκτος, Αθήνα 1993, σελ. 179.181.

[60] Αθανασιάδη Πολυμνία, «To λυκόφως τών θεών στην Ανατολική Μεσόγειο. Στοιχεία ανάλυσης για τρεις επιμέρους περιοχές», περιοδ. «Ελληνικά», τόμ. 44, τεύχ. 1, Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, Θεσσαλονίκη 1994, σελ. 32.

[61] Αθανασιάδη Πολυμνία, «To λυκόφως…», ό.π., σελ. 33.

[62] Βακαλούδη Αναστασία, «Η μαγεία ως κοινωνικό φαινόμενο στο πρώιμο Βυζάντιο (4ος-7ος μ.Χ. αι.)», Ενάλιος, Αθήνα 2001, σελ. 170.

[63] Αθανασιάδη Πολυμνία, «To λυκόφως…», ό.π., σελ. 48.

[64] B Παπαρρηγόπουλος Κωνσταντίνος, «Ιστορία του ελληνικού έθνους», τόμ. 2Β΄. «Από του Αυγούστου μέχρι του οίκου του Ιουστινιανού», έκδ. 6η, Ελευθερουδάκης, Αθήνα 1932, σελ. 154.

[65] Dodds R. Ε., «Εθνικοί και Χριστιανοί σε μια Εποχή Αγωνίας», Αλεξάνδρεια, Αθήνα 1995, σελ. 203-204.

[66] Rodney Stark, «Η Εξάπλωση του Χριστιανισμού», ό.π., σελ. 298.

[67] Brown Peter, «Η Δημιουργία της Ύστερης Αρχαιότητας» (μετφ. Νικολαΐδης Θεοδόσης), Εστία, Αθήνα 2001, σελ. 89.

[68] Ζώσιμος, Historia Nova, 4,18.2-3. Βλ. στο Ζώσιμος, «Νέα ιστορία (306-410 μ.Χ.)», εκδ. Θύραθεν, Θεσσαλονίκη 2007, σελ. 216.217. Βλ. επίσης και στο Brown Peter, «Η Δημιουργία της Ύστερης Αρχαιότητας», ό.π., σελ. 89-90.

[69] Ζώσιμος, Historia Nova, 4,18.2-3. Βλ. στο Ζώσιμος, «Νέα ιστορία (306-410 μ.Χ.)», εκδ. Θύραθεν, Θεσσαλονίκη 2007, σελ. 216.217. Βλ. επίσης και στο Brown Peter, «Η Δημιουργία της Ύστερης Αρχαιότητας», ό.π., σελ. 89-90.

[70] Ιουλιανός, «Αντιοχικός», 34-35. μτφρ. στο: Ιουλιανός, Άπαντα #4 (σειρά «Οι Έλληνες» #277), Κάκτος, Αθήνα 1993, σελ. 100.101.

[71] Σωζομενός 5,16. Βλ. και Τσέντος Γιάννης, «Ιουλιανός ο Παραβάτης», εκδ. Τήνος, Αθήνα 2004, σελ. 111.

[72] Rodney Stark, «Η Εξάπλωση του Χριστιανισμού», ό.π., σελ. 300-303.

[73] Bowersock Glen Warren, «Ο ελληνισμός στην ύστερη αρχαιότητα», 2η έκδ., ΜΙΕΤ, Αθήνα 2000, σελ. 107.

[74] Bowersock, «Ο ελληνισμός…», ό.π., σελ. 100. Ο στίχος από το: Νόννος, «Διονυσιακά», 12.171.

Δημιουργία αρχείου: 19-10-2009.

Τελευταία ενημέρωση: 19-10-2009.

ΕΠΑΝΩ